ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 5702/2013)
12 Ιουλίου, 2013
[Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 2, 28, 129, 146, 198 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΠΑΦΑΣ ΚΑΙ ΜΑΡΙΑ ΓΕΩΡΓΙΑΔΟΥ ΜΠΑΦΑ
ΩΣ ΦΥΣΙΚΟΙ ΚΗΔΕΜΟΝΕΣ ΤΟΥ ΑΝΗΛΙΚΟΥ ΥΙΟΥ ΤΟΥΣ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΜΠΑΦΑ,
Αιτητές,
- ΚΑΙ -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΑΜΥΝΑΣ,
2. ΣΤΡΑΤΟΛΟΓΙΚΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ
ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ,
Καθ΄ ων η αίτηση.
-------------------------------------
Μονομερής Αίτηση ημερ. 1ης Ιουλίου 2013
Μαρίκα Καλλιγέρου (κα), για τους Αιτητές.
Λαμπρινή Ουστά (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
-------------------------------------
ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
Στις 12.6.2013 επιδόθηκε στο σπίτι των αιτητών πρόσκληση, με τη οποία καλείτο ο ανήλικος γιος τους, Αποστόλης Μπάφας σε κατάταξη στο ΚΕΝ Λεμεσού στις 10.7.2013 ως στρατεύσιμος.
Την 1.7.2013 οι αιτητές καταχώρησαν προσφυγή, ως κηδεμόνες του γιου τους, με την οποία προσβάλλεται η εν λόγω απόφαση. Την ίδια μέρα καταχώρησαν και μονομερή αίτηση για προσωρινό διάταγμα αναστολής εκτέλεσης της εν λόγω απόφασης. Μετά από οδηγίες του δικαστηρίου, η αίτηση επιδόθηκε στην άλλη πλευρά η οποία εμφανίστηκε στη διαδικασία και έφερε ένσταση στην αίτηση.
Τα γεγονότα τα οποία υποστηρίζουν την αίτηση φαίνονται στην ένορκη δήλωση του Κωνσταντίνου Μπάφα, πατέρα του Αποστόλη Μπάφα. Τα συνοψίζω: Ο ομνύων γεννήθηκε στην Κύπρο στις 18.4.1960 από Έλληνες γονείς, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν μόνιμα στην Κύπρο, ο πατέρας του το 1944 και η μητέρα του το 1957. Ποτέ όμως δεν απέκτησαν την Βρετανική υπηκοότητα ούτε, μετά την ανεξαρτησία της Κύπρου, την κυπριακή και ούτε μπορούσαν, ως Έλληνες υπήκοοι, να την αποκτήσουν βάσει της Συνθήκης Εγκαθίδρυσης ή το Σύνταγμα ή του Διατάγματος εν Συμβουλίω για την προσάρτηση της Κύπρου το 1914. Ως εκ τούτου, απέκτησε την ελληνική υπηκοότητα από τη γέννηση του.
Ο γιος των αιτητών, Αποστόλης γεννήθηκε από Κύπρια μητέρα και ως γεννηθείς μεταξύ της 16.8.1960 και 11.6.1999, για να αποκτήσει την ιδιότητα του πολίτη της Κυπριακής Δημοκρατίας, απαιτείται η υποβολή αίτησης. Μέχρι την καταχώρηση της υπό εξέταση αίτησης, ο Αποστόλης Μπάφας, δεν υπέβαλε τέτοια αίτηση.
Στις 29.3.2013, το Υπουργείο Άμυνας κοινοποίησε στον γιο των αιτητών την απόφαση του ότι έχει υποχρέωση θητείας στην Εθνική Φρουρά, λόγω του γεγονότος ότι στα Αρχεία του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης είναι καταχωρημένος ως πρόσωπο Κυπριακής καταγωγής και ιθαγένειας από την ημερομηνία γεννήσεως του. Η απόφαση αυτή έχει προσβληθεί με άλλη προσφυγή αρ.1228/2013. Μετά την καταχώρηση της εν λόγω προσφυγής, η δικηγόρος του είχε συνομιλία με υπεύθυνη υπάλληλο του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού η οποία της ανέφερε ότι ο γιος του είχε εγγραφεί ως Κύπριος γιατί γεννήθηκε πριν από το γάμο των γονιών του, γεγονός που δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, όπως φαίνεται και από το πιστοποιητικό γάμου που παρουσιάζεται στην ένορκη δήλωση. Ως εκ τούτου, θεώρησε πως επρόκειτο περί παρεξηγήσεως.
Μετά την έκδοση της απόφασης της Ολομέλειας, στην Α.Ε. 150/12 Δημοκρατίας ν. Ιωάννη Καλλίγερου ημερομηνίας 6.6.2013 επισκέφθηκαν στις 28.6.2013 ο ομνύων και η σύζυγος του το Υπουργείο Άμυνας και το Στρατολογικό Γραφείο Λεμεσού, με σκοπό να υπογράψουν την ενημέρωση η οποία αφορούσε ένα έκαστο των Ελλήνων Ομογενών γεννηθέντων στην Κύπρο από Κύπρια μητέρα, σύμφωνα με την οποία απαλλάσσονται από την υποχρέωση κατάταξης όσοι δεν αιτήθηκαν την Κυπριακή υπηκοότητα μέχρι σήμερα, σε συμμόρφωση με την εν λόγω απόφαση της Ολομέλειας. Εκεί τους ανακοινώθηκε ότι ο γιος τους δεν περιλαμβάνεται στους απαλλαγέντες διότι είναι Κυπριακής ιθαγένειας από τη γέννηση του, βάσει των πληροφοριών του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης. Ο ομνύων μετέβηκε στη συνέχεια στο εν λόγω Τμήμα, όπου για πρώτη φορά πληροφορήθηκε ότι ο ίδιος είχε εγγραφεί από τη γέννησή του ως Κύπριος Πολίτης, κατά παράβαση, σύμφωνα με νομική συμβουλή που έχει λάβει, του Νόμου και του Συντάγματος, καθότι η δική του υπηκοότητα ρυθμίζεται από το Ελληνικό Δίκαιο, βάσει του οποίου κατάγεται από Έλληνες γονείς και έχει, ως εκ τούτου, Ελληνική Ιθαγένεια, ενώ σε ό, τι αφορά στο Κυπριακό Δίκαιο, θέματα ιθαγένειας ρυθμίζονται από το Παράρτημα Δ' της Συνθήκης Εγκαθίδρυσης της Κυπριακής Δημοκρατίας (εφεξής «η Συνθήκη»).
Στη συνέχεια ο ομνύων προβάλλει διάφορους νομικούς λόγους και επιχειρηματολογία, προς υποστήριξη της θέσης των αιτητών ότι υπάρχει έκδηλη παρανομία, ενώ διατείνεται παράλληλα πως η εκτέλεση της απόφασης θα επιφέρει στον γιο του ανεπανόρθωτη ζημιά.
Οι καθ' ων η αίτηση καταχώρησαν ένσταση, προβάλλοντας, μεταξύ άλλων ότι η εξέταση των λόγων που καταγράφονται στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την αίτηση και στην ένσταση των καθ' ων η αίτηση προϋποθέτει σε βάθος διερεύνηση των γεγονότων που περιβάλλουν την ουσία της υπόθεσης και δεν μπορούν να επιλυθούν ή εξεταστούν στα στενά πλαίσια της παρούσας διαδικασίας. Ισχυρίζονται ακόμη ότι δεν ικανοποιείται ούτε η προϋπόθεση της έκδηλης παρανομίας της προσβαλλόμενης πράξης, ούτε για πρόκληση ανεπανόρθωτης ζημιάς, ώστε να δικαιολογείται η άσκηση της επί του προκειμένου εξουσίας του δικαστηρίου.
Με βάση τον περί Εθνικής Φρουράς Νόμο, Ν.19(Ι)/2011 υποχρέωση εκπλήρωσης στρατιωτικής θητείας στην Εθνική Φρουρά έχουν όλοι οι πολίτες της Δημοκρατίας που συμπληρώνουν τον 18ο έτος της ηλικίας τους «. όπως προνοείται στον παρόντα Νόμο» (άρθρο 18(1)). Σύμφωνα δε με το άρθρο 2 του εν λόγω Νόμου, πολίτης της Δημοκρατίας σημαίνει:
« .πρόσωπο που απέκτησε ή δικαιούται να αποκτήσει την κυπριακή υπηκοότητα, σύμφωνα με τους περί Αρχείου Πληθυσμού Νόμους του 2002 μέχρι 2009, όπως εκάστοτε τροποποιούνται ή αντικαθίστανται και περιλαμβάνει και πρόσωπο του οποίου ο πατέρας ή η μητέρα είναι κυπριακής καταγωγής, σύμφωνα με το Παράρτημα Δ' της Συνθήκης Εγκαθίδρυσης της Κυπριακής Δημοκρατίας.»
Πολίτες της Δημοκρατίας είναι, με βάση τους περί Αρχείου Πληθυσμού Νόμους του 2002 έως 2013 πρόσωπα τα οποία κατά την έναρξη της ισχύος του Νόμου αυτού, απέκτησαν ή δικαιούνται να αποκτήσουν την ιδιότητα του πολίτη της Δημοκρατίας ή τα οποία μετά την ρηθείσα ημερομηνία αποκτούν την ιδιότητα του πολίτη σύμφωνα με τις διατάξεις του Νόμου αυτού ή με βάση το Παράρτημα Δ' της Συνθήκης.
Το ζητούμενο στην παρούσα προσφυγή είναι η νομιμότητα της επίδικης πράξης, η οποία θα πρέπει να αναζητηθεί στα πλαίσια των νομοθετικών προνοιών που διέπουν το θέμα της υπηκοότητας του γιού των αιτητών. Συναφώς, βασικός άξονας της επιχειρηματολογίας και των δύο πλευρών αφορά στην ερμηνεία προνοιών του Παρατήματος Δ' της Συνθήκης, προβάλλοντας αντίστοιχα εκ διαμέτρου αντίθετες εισηγήσεις. Οι μεν αιτητές προβάλλοντας, με ιδιαίτερη αναφορά στο άρθρο 4 της Συνθήκης, πως ο γιος τους δεν είναι δυνατό να είναι πολίτης της Δημοκρατίας, καθότι ο πατέρας του και ομνύων στην αίτηση, δεν εμπίπτει στα πρόσωπα «Κυπριακής Καταγωγής σύμφωνα με το Παράρτημα Δ' της Συνθήκης Εγκαθίδρυσης της Κυπριακής Δημοκρατίας», οι δε καθ' ων η αίτηση υποστηρίζοντας πως ο ομνύων εμπίπτει στις πρόνοιες του άρθρου 2(1) και 2(2)(β) του Παρατήματος Δ' της Συνθήκης καθότι γεννήθηκε στις 18.4.1960, ήτοι πριν από την ημερομηνία ενάρξεως της Συνθήκης και κατέστη αυτόματα, πέραν της Ελληνικής ιθαγένειας που είχε από τον πατέρα του, και πολίτης του Ηνωμένου Βασιλείου, ενώ από τη γέννησή του διέμενε τακτικώς στην Κύπρο αποκτώντας έτσι την ιδιότητα του Κύπριου πολίτη ως πρόσωπο που γεννήθηκε στην Κύπρο κατά ή μετά την 5η Νοεμβρίου 1914. Θα πρέπει εδώ να σημειωθεί ότι σύμφωνα με την ένορκη δήλωση της Μαρίλιας Λευκάτου, προς υποστήριξη της ένστασης, ο ομνύων στην αίτηση, καταχώρησε την προσφυγή 5701/2013 με την οποία προσβάλλει την απόφαση του Τμήματος να τον θεωρήσει ως Κύπριο πολίτη από τη γέννησή του.
Σύμφωνα με τις αρχές που ανέπτυξε η νομολογία μας - βλ. Moyo and Another v. Republic (1988) 3 Α.Α.Δ. 1203, 1208, Σοφοκλέους ν. Δημοκρατίας (1971) 3 Α.Α.Δ. 345, Γεωργιάδης (αρ. 1) ν. Δημοκρατίας (1965) 3 Α.Α.Δ. 392, Κροκίδου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1857 - προσωρινά διατάγματα δυνάμει του Καν. 13 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου (όπως ο Κανονισμός αυτός έχει τροποποιηθεί), στον οποίο εδράζεται η αίτηση, δύνανται να εκδοθούν στις εξής δύο περιπτώσεις:
(α) Όπου προκύπτει έκδηλη παρανομία· ή
(β) Όπου καταφαίνεται η έλευση ανεπανόρθωτης ζημίας εφόσον σε αυτή τη δεύτερη περίπτωση δεν δημιουργούνται ανυπέρβλητα εμπόδια στη Διοίκηση οπότε λόγοι δημόσιου συμφέροντος κωλύουν την προσωρινή θεραπεία.
Οι δύο αυτές προϋποθέσεις δεν είναι όμως απαραίτητο να συντρέχουν (Αντωνίου ν. Συμβουλίου Κεντρικού Σφαγείου Κοφίνου (2001) 3 Α.Α.Δ. 164, 167). Ικανοποίηση οποιασδήποτε από αυτές είναι αρκετή για να ενεργοποιήσει θετικά για τον αιτητή τη συγκεκριμένη εξουσία του Δικαστηρίου. Το προσωρινό διάταγμα στο Διοικητικό Δίκαιο δεν σχετίζεται με το συντηρητικό διάταγμα που εκδίδεται σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60 [Βλ. Moyo (ανωτέρω)].
Στη Λοϊζίδη ν. Υπουργού Εσωτερικών (1995) 3 ΑΑΔ 233 η έκδηλη παρανομία συνοψίστηκε (στη σελ. 249) ως «. εκείνη που, αν δεν αναδύεται αυτόματα, ανακύπτει κατόπιν αναλογισμού ως προς τις επιπτώσεις στοιχείων ενυπαρχόντων στο διαθέσιμο υλικό εφόσον βέβαια ό,τι απορρέει παραμένει αντικειμενικά αναντίλεκτο και μη υποκείμενο σε στάθμιση για έκφραση κρίσης.» Στην υπόθεση Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς Κύπρου ν. Marfin Popular Bank Public Co. Ltd. (2007) 3 A.A.Δ. 32, 36, της Πλήρους Ολομέλειας, επιχειρήθηκε πρωτοδίκως η επέκταση της έννοιας της έκδηλης παρανομίας σε περιπτώσεις όπου το ζήτημα είναι καθαρά νομικό και είναι δυνατή η εκ των προτέρων ευχερής επίλυση του μέσα από ανάλογη ερμηνεία. Υιοθετώντας με ρητή αναφορά την έννοια του όρου που δόθηκε στην υπόθεση Λοϊζίδης η Πλήρης Ολομέλεια έκρινε άλλως πως. Στην προκείμενη περίπτωση δεν έχω διαπιστώσει την ύπαρξη έκδηλης παρανομίας στην έννοια που αμέσως πιο πάνω έχει αναφερθεί. Αυτό διότι οι πρόνοιες των νομοθετημάτων στα οποία έχει παραπεμφθεί το Δικαστήριο, δεν καθιστούν την προσβαλλόμενη απόφαση εξόφθαλμα παράνομη, χωρίς να χρειάζεται εις βάθος εξέταση τους και των εκατέρωθεν επ' αυτών εισηγήσεων των δύο πλευρών. Η οποιαδήποτε παρανομία θα είναι το αποτέλεσμα κατάλληλης συζήτησης και επιχειρηματολογίας, καθώς και ερμηνείας. Η κατάδειξη ορατής πιθανότητας επιτυχίας επί των νομικών ζητημάτων που εγείρονται στην προσφυγή, δεν είναι αρκετή για να ικανοποιήσει την ως άνω προϋπόθεση για έκδοση προσωρινού διατάγματος.
Ο άλλος λόγος που συνηγορεί υπέρ της έκδοσης ενός προσωρινού διατάγματος είναι η σοβαρή πιθανότητα πρόκλησης ανεπανόρθωτης ζημιάς στον αιτητή αν δεν εκδοθεί το διάταγμα. Στην προκείμενη περίπτωση οι αιτητές προβάλλουν πως ο γιός τους, ο οποίος ως Έλληνας Ομογενής, δεν δικαιούται να παρακαθίσει σε εξετάσεις για εισαγωγή στα Ελληνικά Πανεπιστήμια με τους πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας, αλλά μόνο με τους Έλληνες Ομογενείς, έχει προγραμματίσει τις σπουδές του και τις εξετάσεις για Πανεπιστήμιο «με φροντιστήρια στην Αθήνα (Ινστιτούτο Ανέλιξης το καλοκαίρι)». Ως εκ τούτου η εκτέλεση της προσβαλλόμενης απόφασης θα επιφέρει στο γιο τους ανεπανόρθωτη ζημιά. Θέση την οποία οι καθ' ων η αίτηση αμφισβητούν, ενώ ισχυρίζονται παράλληλα ότι τυχόν αναστολή της επίδικης απόφασης θα προκαλέσει ανυπέρβλητα και σοβαρά εμπόδια και σύγχυση στην εκπλήρωση του διοικητικού έργου, αφού θα υποχρεωθεί η διοίκηση «στο παρά πέντε των κατατάξεων των στρατευσίμων» να προβούν σε έρευνα για ποια άλλα άτομα διάγουν κάτω από τα ίδια δεδομένα με τον γιο των αιτητών και για σκοπούς ίσης μεταχείρισης θα πρέπει να ανασταλεί η κατάταξη και των ατόμων αυτών, έργο χρονοβόρο και επίπονο.
Προς υποστήριξη της θέσης των αιτητών, η ευπαίδευτη συνήγορος των αιτητών έκανε ιδιαίτερη αναφορά στις υποθέσεις Peter Michaelides (1980) 3 CLR 430 και Νικόλα-Οδυσσέα Θεοδούλου ν. Δημοκρατίας, Υποθ.αρ. 5685/2013, ημερ. 4.7.2013. Η κάθε υπόθεση βέβαια, κρίνεται με βάση τα δικά της ιδιαίτερα περιστατικά. Στην προκείμενη περίπτωση το θέμα της ανεπανόρθωτης ζημιάς προσεγγίστηκε ακροθιγώς χωρίς στοιχεία και μαρτυρία προς απόδειξη ότι η ζημιά που θα υποστεί ο γιος των αιτητών δεν είναι δυνατό να αποκατασταθεί με οποιαδήποτε από τις θεραπείες που προσφέρονται σε περίπτωση ακύρωσης της προσβαλλόμενης απόφασης. Σε αντίθεση δε με τις πιο πάνω υποθέσεις, στις οποίες οι αιτητές είχαν εξασφαλίσει Πανεπιστημιακή θέση ώστε να αρχίσουν τις πτυχιακές τους σπουδές, οπότε ο κίνδυνος πρόκλησης ανεπανόρθωτης ζημιάς ήταν στην δική τους περίπτωση πραγματικός και συγκεκριμένος, στην υπό εξέταση υπόθεση, με βάση το ενώπιον μου υλικό δεν συντρέχει ορατός κίνδυνος απώλειας της άμεσης εισαγωγής σε πανεπιστήμιο. Οι πανεπιστημιακές σπουδές του γιου των αιτητών, που αναφέρουν ότι έχει προγραμματίσει, από τα ενώπιον μου στοιχεία, δεν φαίνονται στο παρόν στάδιο να είναι περισσότερο από μία δυνατότητα ή προοπτική.
Συνακόλουθα των πιο πάνω, η αίτηση αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον των αιτητών, όπως αυτά θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή στο τέλος της προσφυγής.
Παρά την πιο κατάληξη μου, θεωρώ ότι η φύση της υπόθεσης είναι τέτοια που χρήζει σύντομης εκδίκασης. Ως εκ τούτου θα προχωρήσω τώρα στην έκδοση σχετικών οδηγιών.
Π. Παναγή, Δ
/ΣΓ