ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                                  (Υπόθεση Αρ. 471/2011)

 

19 Ιουλίου, 2013

 

[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΦΡΟΣΟΥΛΑ ΘΕΟΚΛΕΟΥΣ,

Αιτήτρια,

ν.

 

1.    ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

2.    ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ,

Καθ΄ων  η Αίτηση.

 

 

Ενδιάμεση Αίτηση ημερ. 20.5.2013 για τροποποίηση της προσφυγής

Π. Αγγελίδης, για την Αιτήτρια.

Λ. Ουστά (κα), για τους Καθ΄ων η Αίτηση.

Β. Χριστοδουλίδου (κα), για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.

 

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.:   Με την υπό εκδίκαση αίτηση, η Αιτήτρια επιδιώκει την τροποποίηση του δικογράφου της προσφυγής της.

 

Για καλύτερη κατανόηση των γεγονότων, θα παραθέσω συνοπτικά το ιστορικό που προηγήθηκε της αίτησης.  Στις 6.9.2012 καταχωρίστηκε η γραπτή αγόρευση του ΕΜ και υπολείπετο η απαντητική αγόρευση της Αιτήτριας, η οποία καταχωρίστηκε στις 11.10.2012.  Η προσφυγή δεν ορίστηκε για διευκρινίσεις, καθότι στις 22.11.2012 καταχωρίστηκε από την Αιτήτρια ενδιάμεση αίτηση για προσκόμιση νέας μαρτυρίας υπό μορφή ένορκης δήλωσης.  Η μαρτυρία αφορούσε σε ισχυρισμό της Αιτήτριας ότι κατά την εξέταση των φακέλων ανακάλυψε ότι το ΕΜ, τα πέντε τελευταία χρόνια πριν την αφυπηρέτησή της, δεν εξέταζε ασθενείς λόγω προβλημάτων υγείας και ότι αυτό το γεγονός δεν απεικονίζεται στις ετήσιες αξιολογήσεις του ΕΜ.  Οι Καθ' ων η αίτηση και το ΕΜ καταχώρισαν ένσταση.  Την ημέρα που ήταν ορισμένη για ακρόαση η αίτηση, η Αιτήτρια ζήτησε αναβολή.  Στην επόμενη δικάσιμο (20.3.2013), η Αιτήτρια απέσυρε την αίτηση, εξηγώντας ότι τελικά πληροφορήθηκε ότι δεν ήταν το ΕΜ που σταμάτησε να εξετάζει ασθενείς λόγω προβλημάτων υγείας, αλλά άλλο πρόσωπο.

 

Μετά την απόρριψη της αίτησης, η προσφυγή ορίστηκε στις 15.5.2013 για διευκρινίσεις.  Εκείνη την ημέρα κατετέθησαν οι διοικητικοί φάκελοι, αγόρευσαν οι ευπαίδευτοι συνήγοροι και επιφυλάχθηκε απόφαση.

 

Στις 20.5.2013, δηλαδή πέντε ημέρες μετά την επιφύλαξη απόφασης, η Αιτήτρια καταχώρησε ενδιάμεση αίτηση και μάλιστα μονομερή, ζητώντας τροποποίηση των νομικών σημείων της προσφυγής ως προς την ειδικότητα της Αιτήτριας στη Γενική Ιατρική.  Όπως αναφέρεται στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση, η Αιτήτρια μέχρι την καταχώρηση της ένστασης δεν γνώριζε το πλήρες πρακτικό της ΕΔΥ ως προς τη σύσταση.  Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς που προβάλλονται στην ένορκη δήλωση, μέχρι την καταχώριση των γραπτών αγορεύσεων ουδέποτε είχε εγερθεί θέμα εξειδίκευσης των θεμάτων για τα οποία δεν έγινε δέουσα έρευνα, δεν εδόθη επαρκής αιτιολογία και ότι δυνατόν σ' αυτή να μην συμπεριλαμβάνετο και το θέμα της ειδικότητας της Αιτήτριας στη Γενική Ιατρική.

 

Το δικαστήριο διέταξε όπως η αίτηση επιδοθεί στην άλλη πλευρά, η οποία καταχώρισε ένσταση, την οποία στηρίζει στο ότι:- (α) επιχειρείται στην ουσία επανάνοιγμα της υπόθεσης, χωρίς όμως να υποβάλλεται πρώτα ένα τέτοιο αίτημα, αφού αν υποβάλλετο δεν θα εγκρινόταν, καθότι θα ήταν αντίθετο με τη νομολογία, (β) με το επανάνοιγμα καταστρατηγείται η αρχή ότι η κάθε αντιδικία θα πρέπει να φτάνει σε ένα τέλος μέσα σε εύλογο χρόνο, (γ) υποβλήθηκε σε πολύ καθυστερημένο στάδιο της διαδικασίας με αποτέλεσμα να μην εξυπηρετούνται τα συμφέροντα της δικαιοσύνης με το επανάνοιγμα της προσφυγής ένα περίπου χρόνο μετά που καταχωρίστηκε η αγόρευση της Δημοκρατίας στην οποία ηγέρθη το θέμα της μη προβολής στο δικόγραφο της προσφυγής, λόγω ακυρότητας ως προς το αναιτιολόγητο της σύστασης, (δ) η επιχειρούμενη τροποποίηση δεν είναι δυνατό να άρει την ασάφεια και αοριστία που ήδη παρατηρείται στους λόγους ακυρότητας 3, 4 και 5, κατά παράβαση του Καν. 7Α των Διαδικαστικών Κανονισμών του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, (ε) το προσόν της Αιτήτριας στη Γενική Ιατρική ούτως ή άλλως ήταν σε γνώση της ΕΔΥ και αξιολογήθηκε δεόντως και (στ) δεν επιτρέπεται το επανάνοιγμα της προσφυγής μετά την επιφύλαξη απόφασης, καθότι επηρεάζονται δυσμενώς τα δικαιώματα του ΕΜ.

 

Γραπτή ένσταση καταχώρισε και το ΕΜ προβάλλοντας 14 λόγους ένστασης, οι οποίοι στην ουσία είναι όμοιοι με αυτούς που εγείρουν οι Καθ' ων η αίτηση.

 

Έχω μελετήσει τα όσα τέθηκαν ενώπιον μου από τους συνηγόρους των διαδίκων και η κατάληξη μου είναι ότι η ενδιάμεση αίτηση δεν μπορεί να εγκριθεί.  Η απάντηση είναι σχετικά απλή.  Σύμφωνα με τη νομολογία, στις περιπτώσεις που έχει ήδη επιφυλαχθεί απόφαση, δεν μπορεί να επανανοίξει η υπόθεση, εκτός εάν το ίδιο το δικαστήριο κρίνει ότι αυτό επιβάλλεται για το συμφέρον της δικαιοσύνης, ενόψει γεγονότων τα οποία προέκυψαν μετά την επιφύλαξη της απόφασης.  Όπως εξηγείται, η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου για επανάνοιγμα της υπόθεσης διατάσσεται με φειδώ και μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις.  Σχετικές είναι οι αποφάσεις στη Δημοκρατία ν. Σαμψών (1991) 1 ΑΑΔ 848, 849 οι αρχές της οποίας υιοθετήθηκαν στην Παπαϊωάννου κ.α. ν. Δημοκρατίας (Αρ. 1) (1991) 3 ΑΑΔ 659, 661 και Ξενοφώντος ν. Δημοκρατίας (2008) 3 ΑΑΔ 261 (βλ. επίσης Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο Α. και Σ. Αγγελίδη (2011) σελ. 155-160).  Επειδή η νομολογία έκρινε το θέμα του επανανοίγματος στην περίπτωση εφέσεων, διευκρινίστηκε στη Συμεωνίδου κ.α. ν. Δημοκρατίας (Αρ. 1) (1993) 3 ΑΑΔ 165 ότι τα ίδια κριτήρια και αρχές ισχύουν και για το επανάνοιγμα προσφυγής.

 

Στην προκειμένη περίπτωση συμφωνώ με τους συνηγόρους των Καθ' ων η αίτηση και του ΕΜ ότι η Αιτήτρια προτού καταχωρίσει την αίτηση της για τροποποίηση, όφειλε να είχε πρώτα ζητήσει άδεια για επανάνοιγμα της προσφυγής, εφόσον είχε ήδη επιφυλαχθεί απόφαση.  Δεν το έπραξε και επομένως η αίτηση για τροποποίηση είναι καταδικασμένη σε αποτυχία γι' αυτό το λόγο.

 

Όμως, παρά την αντίθετη άποψη του ευπαίδευτου δικηγόρου για την Αιτήτρια, ακόμη και αν θεωρήσω ότι η αίτηση για τροποποίηση εξυπακούει και αίτημα για επανάνοιγμα, και πάλιν η αίτηση θα απορρίπτετο επί της ουσίας της, εφόσον δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για επανάνοιγμα.  Κανένα γεγονός δεν προέκυψε μετά την επιφύλαξη της απόφασης, ώστε να δικαιολογείται κάτι τέτοιο.  Όλα τα στοιχεία ήταν προ πολλού υπόψη της πλευράς της Αιτήτριας.  Δεν έχω πεισθεί ότι εξυπηρετείται οποιοδήποτε συμφέρον της δικαιοσύνης με το επανάνοιγμα της υπόθεσης για σκοπούς τροποποίησης του δικογράφου.  Αντίθετα, ακόμη και αν δεν είχε επιφυλαχθεί απόφαση και δεν χρειαζόταν άδεια για επανάνοιγμα της προσφυγής, είναι αμφίβολο αν η αίτηση για τροποποίηση θα εγκρινόταν εφόσον παρατηρήθηκε μεγάλη και πρωτίστως αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην υποβολή της αίτησης, με αποτέλεσμα να υπάρχει κίνδυνος να επηρεάζονται δυσμενώς τα δικαιώματα των άλλων διαδίκων για διεκπεραίωση της διαφοράς μέσα σε εύλογο χρόνο, σύμφωνα με το Άρθρο 30 του Συντάγματος.  Πέραν τούτου, αν επιτρεπόταν η τροποποίηση των νομικών σημείων, θα χρειάζονταν νέες γραπτές αγορεύσεις με αποτέλεσμα τον εκτροχιασμό της δίκης.

Ενόψει των πιο πάνω, η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των Καθ' ων η αίτηση, τα οποία θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.  Καμιά διαταγή ως προς τα έξοδα του ΕΜ.

 

 

 

 (Υπ.) Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΕΠσ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο