ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υποθ. Αρ.407/11)
16 Ιουλίου, 2013
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δικαστής]
Αναφορικά με τα ΄Αρθρα 23 και 146 του Συντάγματος
Αlusine Bunduka
Αιτητής,
-και -
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, μέσω
1. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων
2. Υπουργείου Εσωτερικών Γενικού Διευθυντή και Τμήματος Αλλοδαπών και Μετανάστευσης
3. Επαρχιακού Γραφείου Τμήματος Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Λευκωσίας
4. Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ΄ων η αίτηση.
-----------------------
Μιχ.Παρασκευάς, για τον αιτητή
Β.Καρλεττίδου, (κα.) - δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ΄ων η αίτηση
---------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Ο αιτητής κατάγεται από τη Σιέρα Λεόνε και ερχόμενος στην Κύπρο στις 28 Μαϊου 1999 υπέβαλε αίτηση ασύλου στην Υπάτη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών στην Κύπρο. Στις 5 Ιουνίου 2000 παραχωρήθηκε σ΄αυτόν και στην οικογένεια του το καθεστώς του αναγνωρισμένου πρόσφυγα.
Σε διενεργούμενο έλεγχο που έγινε την 1η Μαρτίου 2008, στο αεροδρόμιο Λάρνακας, διαπιστώθηκε ότι ο αιτητής αναχώρησε από την Κύπρο στις 17 Ιανουαρίου 2008 με προορισμό τη χώρα του, και επέστρεφε εκ νέου. Παρέμεινε δηλαδή για περίοδο περίπου ενάμιση μήνα.
Στις 25 Νοεμβρίου 2010 η Υπηρεσία Ασύλου επανεξετάζοντας το θέμα του καθεστώτος αναγνωρισμένου πρόσφυγα για τον αιτητή, τον κάλεσε σε συνέντευξη η οποία έλαβε χώρα στις 26 και 30 Νοεμβρίου 2010. Σε συνέντευξη κλήθηκε επίσης και η σύζυγος του αιτητή. Ο διενεργών τη συνέντευξη Λειτουργός εισηγήθηκε την παύση της ιδιότητας του πρόσφυγα, βασιζόμενος στα κριτήρια του άρθρου 6(1)(α) και (ε) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, Ν.6(Ι)/2000. Ο προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου αποφάσισε στις 16 Δεκεμβρίου 2000 την παύση της ιδιότητας του πρόσφυγα του αιτητή. Ταυτοχρόνως, όμως, η ιδιότητα του πρόσφυγα παρέμεινε για τα υπόλοιπα εξαρτώμενα μέλη της οικογένειας του.
Ο αιτητής ενημερώθηκε σχετικώς με επιστολή ημερ. 20 Δεκεμβρίου 2010 και στις 27 Δεκεμβρίου 2010 υπέβαλε, μέσω των δικηγόρων του, ιεραρχική προσφυγή ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων. Ζήτησε, περαιτέρω, άμεση πρόσβαση στο φάκελο της υπόθεσης του, όπως και στα στοιχεία και πρακτικά της συνέντευξης στην οποία είχε υποβληθεί. Με επιστολή τους ημερ. 30 Δεκεμβρίου 2010, οι καθ΄ων η αίτηση πληροφόρησαν τους δικηγόρους του αιτητή αναφορικά με τη διαδικασία πρόσβασης στους εν λόγω φακέλους.
Η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων αφού μελέτησε τη σχετική έκθεση που ετοιμάστηκε από αρμόδιο Λειτουργό εξέδωσε απορριπτική απόφαση στις 13 Ιανουαρίου 2011, επικυρώνοντας την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου. Ο αιτητής ενημερώθηκε σχετικώς με επιστολή ιδίας ημερομηνίας.
Ο γενικός διευθυντής του Υπουργείου Εσωτερικών πληροφόρησε, με επιστολή του ημερ. 18 Ιανουαρίου 2011, τον αιτητή ότι κατέστη απαγορευμένος μετανάστης και η άδεια παραμονής του είχε ανακληθεί. Περαιτέρω τον πληροφόρησε ότι υπήρχαν εναντίον του διατάγματα κράτησης και απέλασης.
Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής αμφισβητεί τη νομιμότητα της απόφασης με την οποία έπαυσε να απολαμβάνει της ιδιότητας του πρόσφυγα. Η προσφυγή στρεφόταν αρχικώς και εναντίον των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης, όμως, σε κάποιο στάδιο το αίτημα αυτό το σκέλος της προσφυγής αποσύρθηκε συνεπώς δεν θα με απασχολήσει περαιτέρω.
΄Ηταν η εισήγηση του ευπαιδεύτου συνηγόρου του αιτητή ότι, η ακολουθηθείσα διαδικασία αντιβαίνει στο άρθρο 38 της Οδηγίας ΕΚ85/2005, σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές για τις διαδικασίες με τις οποίες τα κράτη μέλη χορηγούν και ανακαλούν το καθεστώς του πρόσφυγα.
Το εν λόγω άρθρο 38 προβλέπει ότι, τα κράτη μέλη, στο πλαίσιο της διαδικασίας ανάκλησης του καθεστώτος του πρόσφυγα, έχουν τη δυνατότητα να λαμβάνουν ακριβείς και επίκαιρες πληροφορίες από διάφορες πηγές, όπως, αναλόγως της περίπτωσης, από την Υπάτη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους πρόσφυγες (UNHCR) αναφορικά με τη γενική κατάσταση που επικρατεί στις χώρες καταγωγής των ενδιαφερομένων προσώπων.
Επί του προκειμένου ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι οι πληροφορίες που έλαβαν οι καθ΄ων η αίτηση δεν προήρχοντο από έγκυρες πηγές. Δεν συμφωνώ με την εισήγηση ότι οι πηγές των καθ΄ων η αίτηση από τις οποίες άντλησαν τις πληροφορίες τους ήταν, «αμφιβόλου ποιότητας», όπως ανέφερε ο ευπαίδευτος συνήγορος του. Όπως καταφαίνεται από το φάκελο της υπόθεσης, οι καθ΄ων η αίτηση βασίστηκαν σε πληροφορίες προερχόμενες από το Βρετανικό Υπουργείο Εσωτερικών «Home Office, U.K. Border Agency" και το Αμερικανικό Υπουργείο Εξωτερικών, τα οποία χαρακτηρίζονται ως αξιόπιστα κυβερνητικά τμήματα. Συναφώς ο ισχυρισμός αυτός δεν ευσταθεί.
Ο αιτητής πρόβαλε με έτερο λόγο ακυρώσεως ότι υπήρξε παραβίαση του δικαιώματος πρόσβασης στο φάκελο του, κατά παράβαση του άρθρου 14 του περί Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασίας του Ατόμου) Νόμου, του 2001, (Ν.138(Ι)/2001), και του άρθρου 43 του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου του 1999, (Ν.158(Ι)/99).
Επί του συγκεκριμένου θέματος οι καθ΄ων η αίτηση ισχυρίστηκαν ότι ο αιτητής δεν νομιμοποιείται να προβάλει τέτοιο ισχυρισμό, καθότι, όπως προβλήθηκε, αυτός δεν περιλαμβάνεται μεταξύ των λόγων ακυρώσεως που καταγράφονται στο δικόγραφο του.
Τα νομικά σημεία, επί των οποίων στηρίζεται η προσφυγή, περιλαμβάνουν και ισχυρισμό για παραβίαση του δικαιώματος γνώσης των διοικητικών φακέλων και των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης. Ο συγκεκριμένος λόγος ακυρώσεως καλύπτεται από τους λόγους 6 και 8, σε συνδυασμό με τις παραγράφους 2 και 3 των προβληθέντων, επί της αιτήσεως ακυρώσεως, γεγονότων. Συναφώς επιτρέπεται η ενασχόληση με το συγκεκριμένο λόγο ακυρώσεως.
΄Ηταν η εισήγηση του αιτητή, όπως ανέφερα πιο πάνω, ότι, στερήθηκε του δικαιώματος πρόσβασης στον προσωπικό διοικητικό του φάκελο. Παρόλο που ζήτησε τούτο, όπως προβλήθηκε, με επιστολή η πρόσβαση δεν του είχε επιτραπεί. Ταυτοχρόνως, με την καταχώρηση της ιεραρχικής προσφυγής στην Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, που έγινε στις 27 Δεκεμβρίου 2010, είχε ζητήσει, μέσω του νομικού του συμβούλου, πρόσβαση στο φάκελο του και στα στοιχεία και πρακτικά της συνέντευξης ενώπιον της Επιτροπής Ασύλου. Παραθέτω για το σκοπό αυτό το σχετικό απόσπασμα από την επιστολή.
«Με την παρούσα αμφισβητείται η νομιμότητα της απόφασης και παρακαλούμε όπως μας παραχωρηθεί άμεση πρόσβαση στο φάκελο του πελάτη μας και στα στοιχεία και πρακτικά της συνέντευξης του, μετά από τη μελέτη των οποίων επιφυλάσσουμε το δικαίωμα μας να υποβάλουμε εμπεριστατωμένους τους λόγους της έφεσης του κ.Bunduka.»
Το αίτημα επαναλήφθη με νέα επιστολή ημερ. 13 Ιανουαρίου 2011. Επί του προκειμένου οι καθ΄ων η αίτηση απάντησαν με επιστολή ημερ. 24 Ιανουαρίου 2011, με την οποία απέρριψαν τους ισχυρισμούς του αιτητή κάνοντας αναφορά σε προγενέστερη επιστολή τους ημερ. 23 Νοεμβρίου 2010, η οποία απευθυνόταν στους νομικούς συμβούλους του αιτητή και αφορούσε το δικαίωμα πρόσβασης αιτητών ασύλου σε διοικητικούς φακέλους. Το άρθρο 18(2)(Β) του Νόμου 6(Ι)/2000, προβλέπει:
«Μετά την έκδοση απόφασης του Προϊσταμένου επί της αίτησης, η Υπηρεσία Ασύλου μεριμνά ώστε ο αιτητής να έχει πρόσβαση στην έκθεση για την προσωπική συνέντευξη, για να μπορέσει να προετοιμασθεί και να ασκηθεί σε εύθετο χρόνο, κατά της τυχόν απορριπτικής απόφασης του Προϊστάμενου, διοικητική προσφυγή ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής δυνάμει του άρθρου 28Ε του παρόντος Νόμου ή προσφυγή ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος.»
Το συγκεκριμένο άρθρο προσφέρει σε ένα αιτητή τη δυνατότητα πρόσβασης στην έκθεση και στα πρακτικά της συνέντευξης που προηγήθηκε, πριν την καταχώρηση ιεραρχικής προσφυγής. Ο αιτητής ζήτησε και είχε πρόσβαση στο φάκελο της υπόθεσης ταυτοχρόνως με την καταχώρηση της ιεραρχικής προσφυγής. Συναφώς δε ζητήθηκε πρόσβαση στο φάκελο για σκοπούς προετοιμασίας της ιεραρχικής προσφυγής. (Βλ. υποθ. αρ. 7/11 κ.ά. Nacira Baghour κ.ά. ημερ. 28 Μαρτίου 2011.) Στο σημείο αυτό θα πρέπει να σημειωθεί ότι η εν λόγω ιεραρχική προσφυγή καταχωρήθηκε από τους τότε δικηγόρους του αιτητή οι οποίοι ήταν ενήμεροι της διαδικασίας με βάση την επιστολή των καθ΄ων η αίτηση ημρ. 23 Νοεμβρίου 2010 (Παράρτημα 16 επί της ενστάσεως).
Στην Πολιτική αίτηση αριθμ.29/2012 Erden ημερ. 18 Σεπτεμβρίου 2012 αναλύεται σε έκταση το πιο πάνω θέμα από τον αδελφό Δικαστή Ναθαναήλ, παραθέτω δε το πιο κάτω απόσπασμα από την εν λόγω απόφαση με το οποίο συμφωνώ και υιοθετώ.
«Αυτό που προκύπτει όμως από τα στοιχεία του φακέλου είναι ότι η Future Worlds Center ενεργούσα εκ μέρους του αιτητή υπέβαλε εν πάση περιπτώσει και χωρίς την προηγούμενη ενεργοποίηση των ανωτέρω διατάξεων, έφεση στις 24.8.2010 κατά της απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής. Με την καταχώρηση της διοικητικής προσφυγής έγινε και εισήγηση όπως «παραχωρηθεί άμεση πρόσβαση στο φάκελο του πελάτη μας και στα στοιχεία και πρακτικά της συνέντευξης του ..». Όπως υπεδείχθη στις Nacira Bahgour και Mayed Amin Roud Gad - ανωτέρω -, η πρόσβαση στο φάκελο έχει σημασία εφόσον έχει σκοπό να βοηθήσει την καταχώρηση ιεραρχικής προσφυγής. Εκεί, όπως και εδώ, δεν ζητήθηκε πρόσβαση στο φάκελο ως προϋπόθεση και βοήθεια για την καταχώρηση διοικητικής προσφυγής. Αντίθετα αυτή κατεχωρήθη χωρίς την προηγούμενη συνδρομή που θα μπορούσε να προσφέρει η πρόσβαση στην έκθεση της προσωπικής συνέντευξης.»
Ως εκ τούτου με γνώμονα τα πιο πάνω θεωρώ ότι δεν έχει παραβιαστεί οποιαδήποτε πρόνοια της κείμενης νομοθεσίας ούτε ο αιτητής στερήθηκε οποιουδήποτε δικαιώματος του.
Συνακόλουθα η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των καθ΄ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή.
Κ. Παμπαλλής,
Δ.