ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπóθεση Αρ. 239/2012)

 

 

30 Ιουλίου, 2013

 

 

[ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

ΛΑΜΠΡΟΣ ΓΕΩΡΓΑΛΛΗ,

 

Αιτητής,

 

ν. 

 

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ

(ΤΜΗΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ)

 

Καθ'ων η αίτηση.

 

 

Αιτητής παρών προσωπικά.

 

Μ. Στυλιανού, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ'ων η αίτηση.

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Στις 24/1/2003 ο αιτητής, υδραυλικός τότε στο επάγγελμα, υπέβαλε αίτηση, η οποία και εγκρίθηκε, για να του χορηγηθεί σύνταξη ανικανότητας, για ιατρικούς λόγους.

 

Στις 9/11/2011, στα πλαίσια του περιοδικού ελέγχου απασχόλησης που διεξήχθη από τους καθ'ων η αίτηση, διεφάνη ότι από το 2008 ο αιτητής εργαζόταν και ήταν ασφαλισμένος, ως αυτοεργοδοτούμενος, κτηνοτρόφος. Να σημειωθεί ότι στα πλαίσια του ελέγχου, ο αιτητής κλήθηκε και έδωσε γραπτή κατάθεση.

 

Σύμφωνα με σχετική Φορολογική Βεβαίωση που χορηγήθηκε στον αιτητή από το Τμήμα Φόρου Εισοδήματος για το 2010, την οποία ο αιτητής παρουσίασε στον αρμόδιο λειτουργό των καθ'ων η αίτηση που διεξήγαγε τον περιοδικό έλεγχο, το ολικό μικτό ακαθάριστο εισόδημα του για το 2010 ανερχόταν σε €17,375. Συνιστά κοινό έδαφος ότι ποσό €4,994, το οποίο αντιπροσώπευε το ποσό που είχε καταβληθεί στον αιτητή κατά το εν λόγω έτος ως σύνταξη ανικανότητας, περιλαμβάνεται στο ποσό των €17,375.

 

Στις 25/1/2012 οι καθ'ων η αίτηση, βασιζόμενοι στη Φορολογική Βεβαίωση που ο αιτητής παρουσίασε αναφορικά με τα εισοδήματα του για το έτος 2010 αποφάσισαν, επικαλούμενοι τις πρόνοιες του άρθρου 40(5)[1] του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου 59(Ι)/2010, τον τερματισμό καταβολής σύνταξης ανικανότητας στον αιτητή αναδρομικά και συγκεκριμένα από την 1/1/2010, επειδή, και επ' αυτού δεν προέκυψε διαφωνία, τα εισοδήματα του για την περίοδο 1/1/2010 μέχρι 31/12/2011, με βάση τη Φορολογική Βεβαίωση υπερέβαιναν το 1/3 των εισοδημάτων που κερδίζει ένας υγιής εργαζόμενος στην ίδια με τον αιτητή επαγγελματική κατηγορία, που για μεν τον υδραυλικό το κατώτατο όριο για το έτος 2010 ήταν €348.77 τη βδομάδα, για δε τον κτηνοτρόφο το κατώτατο όριο, για το ίδιο έτος, ήταν €243.33 τη βδομάδα.

 

Επιδιώκοντας την ακύρωση της πιο πάνω απόφασης, ο αιτητής καταχώρησε την παρούσα προσφυγή την οποία, αν και δεν είναι δικηγόρος, χειρίστηκε ο ίδιος, ισχυριζόμενος βασικά ότι η επίδικη απόφαση είναι αναιτιολόγητη και προϊόν ελλιπούς έρευνας. Παράλληλα, ο αιτητής ισχυρίζεται ότι οι καθ'ων η αίτηση ενήργησαν καθ' υπέρβαση εξουσίας.

 

Η βασική θέση του αιτητή είναι πως η φορολογική του δήλωση για το έτος 2010 με βάση την οποία το Τμήμα Εσωτερικών Προσόδων του χορήγησε τη Φορολογική Βεβαίωση επί της οποίας οι καθ'ων η αίτηση βάσισαν την επίδικη απόφαση τους, συμπληρώθηκε με τη βοήθεια γείτονα του και είναι εσφαλμένη. Τα εισοδήματα του είναι κατά πολύ πιο χαμηλά και έχει ήδη αποταθεί στο Γραφείο Φόρου Εισοδήματος για σκοπούς διόρθωσης του περιεχομένου της. Στη γραπτή αγόρευση του ο αιτητής παραθέτει λεπτομέρειες σχετικά με τα εισοδήματα του κατά την κρίσιμη περίοδο, παραθέτοντας στοιχεία και αριθμούς, ενώ παράλληλα επισυνάπτει και έγγραφα.

 

Ο κ. Στυλιανού, επισημαίνοντας ότι τα σχετικά με τα εισοδήματα του αιτητή στοιχεία που προβάλλονται στη γραπτή αγόρευση του τελευταίου, συνιστούν μαρτυρία η οποία όμως δεν τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου με τον προσήκοντα τρόπο, εισηγείται όπως αυτά αγνοηθούν, ενώ αιτείται την απόρριψη της προσφυγής υποστηρίζοντας τη νομιμότητα της επίδικης απόφασης.

 

Στην κρινόμενη περίπτωση, στα πλαίσια του περιοδικού ελέγχου που διεξήχθη από τους καθ'ων η αίτηση, πέραν της διευκρίνισης ότι από το 2008 επαγγέλλεται τον κτηνοτρόφο, ο αιτητής εφοδίασε το λειτουργό των Κοινωνικών Ασφαλίσεων με τη Φορολογική Βεβαίωση, η οποία αποτέλεσε την αποκλειστική ουσιαστικά βάση πάνω στην οποία οι καθ'ων η αίτηση βάσισαν την επίδικη απόφασή τους. Παράλληλα, έδωσε και γραπτή κατάθεση στην οποία, αναφερόμενος σε συγκεκριμένη πτυχή των εισοδημάτων του για το έτος 2010, ο αιτητής έδωσε συγκεκριμένα στοιχεία αναφορικά όχι μόνο με την πηγή, αλλά και το ύψος των εν λόγω εισοδημάτων του. Σύμφωνα με την εν λόγω κατάθεση, τα εισοδήματα του ως κτηνοτρόφου προέρχονται από την πώληση του γάλακτος σε συγκεκριμένη γαλακτοβιομηχανία, όπως και από την πώληση αμνοεριφίων. Να σημειωθεί ότι τα ζώα που εκτρέφει ο αιτητής αριθμούν σε 70 αιγοπρόβατα. Τα εισοδήματα του από την πώληση γάλακτος ανέρχονται σε €400 το μήνα, για έξι όμως μήνες το χρόνο, που είναι η περίοδος της γαλακτοφορίας. Αναφορικά με το ύψος των εισοδημάτων του από την πώληση αμνοεριφίων, ο αιτητής δεν έδωσε στοιχεία στην κατάθεση του. Στην εν λόγω κατάθεση του ο αιτητής, χωρίς να δώσει συγκεκριμένα στοιχεία, αναφερόμενος στα έξοδα συντήρησης των ζώων του, τα χαρακτήρισε «πολλά».

 

Στόχος του έλεγχου τον οποίο το Τμήμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων διεξήγαγε, ήταν η διαπίστωση κατά πόσο, με δοσμένο το γεγονός ότι η κατάσταση της υγείας του αιτητή παρέμεινε αναλλοίωτη, το ποσό που κέρδιζε από την εργασία του ως κτηνοτρόφου υπερέβαινε το 1/3 του ποσού που συνήθως κερδίζει υγιής κτηνοτρόφος.

 

 Έχω την άποψη ότι, στην παρούσα περίπτωση, λαμβανομένων υπόψη όλων των περιστάσεων, όχι μόνο δικαιολογείτο, αλλά και επιβαλλόταν η αξιολόγηση και του περιεχομένου της κατάθεσης του αιτητή, πράγμα όμως που δεν έγινε, και η επέκταση της έρευνας σε όλα τα σχετικά με την υπόθεση γεγονότα. Μόνο έτσι θα φωτίζονταν όλες οι πτυχές που αφορούσαν στο ύψος εκείνου του μέρους των σχετικών με το αντικείμενο της έρευνας θέμα, εισοδημάτων του αιτητή∙ ιδιαίτερα ενόψει της νομοθετικής πρόνοιας (άρθρο 2(ii) του Νόμου 59(Ι)/2010),  σύμφωνα με την οποία «αποδοχές» σε σχέση με προαιρετικά ασφαλισμένο, όπως είναι η περίπτωση του αιτητή, «σημαίνει τις ασφαλιστέες αποδοχές που ο ίδιος επιλέγει δυνάμει του άρθρου 15», της αναφοράς στη Φορολογική Βεβαίωση σε «ολικό μικτό ακαθάριστο εισόδημα» και της αναφοράς στο άρθρο 40(5) του Νόμου σε αδυναμία του υπό εξέταση αιτητή «να κερδίζει από την εργασία».

 

Η παράλειψη των καθ'ων η αίτηση να ενεργήσουν ως πιο πάνω, σφραγίζει κατά τη γνώμη μου και τη μοίρα της επίδικης απόφασης, η οποία θα πρέπει να ακυρωθεί λόγω ελλιπούς έρευνας.

 

Ενόψει όλων των πιο πάνω, η προσφυγή επιτυγχάνει. Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται. Στον αιτητή, εφόσον δεν έτυχε υπηρεσιών δικηγόρου, επιδικάζονται μόνο πραγματικά έξοδα.

 

 

                                              Α. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.



[1] Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, «ανίκανος προς εργασία», θεωρείται ο ασφαλισμένος, όταν λόγω ειδικής ασθένειας ή σωματικής ή πνευματικής αναπηρίας, η οποία άρχισε ή επιδεινώθηκε ουσιωδώς μετά την ασφάλισή του, δεν μπορεί να κερδίζει από εργασία την οποία εύλογα αναμένεται να εκτελεί, λαμβανομένων υπόψη των δυνάμεων, των δεξιοτήτων, της μόρφωσης και της συνήθους επαγγελματικής απασχόλησής του, πέραν από το ένα τρίτο ή, εάν πρόκειται για πρόσωπο ηλικίας μεταξύ εξήντα (60) και εξήντα τριών (63) ετών, πέραν από το ένα δεύτερο, του ποσού το οποίο κερδίζει συνήθως στην ίδια περιφέρεια και επαγγελματική κατηγορία σωματικά και πνευματικά υγιές πρόσωπο της ίδιας μόρφωσης.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο