ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Δεν έχει εντοπιστεί νομοθεσία ή απόφαση ή δικονομικός θεσμός στον οποίο να κάνει αναφορά η απόφαση αυτή
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1319/2011)
16 Ιουλίου, 2013
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στης]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28, 29 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
HAMID REZA RAZZAZAN,
Αιτητής,
ΚΑΙ
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ
1. ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ,
2. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΤΜΗΜΑ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΚΑΙ/Ή ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ,
3. ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΣΥΛΟΥ,
Καθ΄ ων η αίτηση.
____________________
Μ. Παρασκευά, για τον Αιτητή.
Β. Καρλεττίδου (κα.), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
____________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Με την προσφυγή του ο αιτητής ζητά δήλωση του δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των καθ΄ ων η αίτηση ημερ. 5.7.2011, για απόρριψη της αίτησης του για παραχώρηση ασύλου στην Κύπρο, είναι αντισυνταγματική, άκυρη, παράνομη και στερημένη εννόμου αποτελέσματος.
Κατά τον αιτητή οι λόγοι ακυρότητας της προσβαλλόμενης πράξης είναι:
(α) Η καταστρατήγηση συγκεκριμένων άρθρων του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, όπως τροποποιήθηκε, μεταξύ άλλων καθότι δεν έγινε δέουσα έρευνα.
(β) Η καταστρατήγηση της Οδηγίας 83/2004 της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ημερ. 29.4.2004, της οποίας τα κριτήρια δεν λήφθηκαν υπόψη από τους καθ΄ ων η αίτηση.
(γ) Η καταστρατήγηση της Οδηγίας 2005/85/ΕΚ του Συμβουλίου της 1.12.2005, αναφορικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές για τις προβλεπόμενες διαδικασίες χορήγησης και ανάκλησης του καθεστώτος του πρόσφυγα, από τα Κράτη Μέλη.
(δ) Η παραβίαση του άρθρου 14 του περί Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασίας του Ατόμου) Νόμου, καθότι δεν δόθηκε στον αιτητή δικαίωμα πρόσβασης στον προσωπικό του φάκελο.
(ε) Παραβίαση του άρθρου 43 του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου καθότι δεν του δόθηκε το δικαίωμα της προηγούμενης ακρόασης και της πρόσβασης στα διοικητικά στοιχεία και τον προσωπικό του φάκελο.
(στ) Καταστρατήγηση του Πρωτοκόλλου 7 της ΕΣΔΑ.
(ζ) Παραβίαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης, και
(η) Υπέρβαση και κατάχρηση εξουσίας.
Είναι ισχυρισμός του αιτητή ότι αυτός εργαζόταν στην πατρίδα του, το Ιράν, σε συγκεκριμένο πανεπιστήμιο ως Διοικητικός Λειτουργός, για πολιτιστικά θέματα. Επειδή υποστήριξε ανοικτά τον ανθυποψήφιο του Προέδρου κατά τον πρώτο γύρο των εκλογών που έγιναν το 2005, απολύθηκε από το πανεπιστήμιο. Οι Δυνάμεις Ασφαλείας του Ιράν τον θεώρησαν ως επικίνδυνο εξαιτίας των διασυνδέσεων του με διάφορες πολιτικές και κοινωνικές ομάδες της αντιπολίτευσης. Κατά την εξέταση του αιτήματος του για άσυλο δεν παραχωρήθηκε στον αιτητή πρόσβαση στο φάκελο του και τα σχετικά στοιχεία που κατείχαν οι καθ΄ ων η αίτηση και δεν ακολουθήθηκαν οι ορθές διαδικασίες, όπως προβλέπεται από το Ευρωπαϊκό Κεκτημένο για τη χορήγηση και ανάκληση καθεστώτος πρόσφυγα. Επιπρόσθετα ο αιτητής λέγει ότι κατά τη διάρκεια της συνέντευξης στην Υπηρεσία Ασύλου ο αρμόδιος λειτουργός βιαζόταν, δεν τον άφησε να παρουσιάσει την υπόθεση του επαρκώς, δεν αντιλήφθηκε τα όσα ο αιτητής έλεγε και με τον τρόπο του προκάλεσε σύγχυση στον αιτητή. Όσον αφορά την αξιοπιστία του αιτητή, αυτός ισχυρίζεται ότι εσφαλμένα οι καθ΄ ων η αίτηση τον θεώρησαν ως μη αξιόπιστο μάρτυρα και δίνει παραδείγματα, μεταξύ των οποίων, ότι εσφαλμένα η Υπηρεσία Ασύλου θεώρησε πως ο κ. Μoeen, τον οποίο ο αιτητής υποστήριξε στις εκλογές του 2005, δεν ήταν ανθυποψήφιος του μετέπειτα Προέδρου Ahmadinejad.
Οι καθ΄ ων η αίτηση, στην ένσταση τους, προβάλλουν προδικαστική ένσταση ότι η προσφυγή είναι εκπρόθεσμη την οποίαν όμως δεν προώθησαν ούτε τεκμηρίωσαν, και δεν θα την εξετάσω. Εν πάση περιπτώσει οι καθ΄ ων η αίτηση λέγουν ότι τα πάντα έγιναν ορθά και νόμιμα και επομένως η προσβαλλόμενη απόφαση δεν είναι μεμπτή για οποιοδήποτε από τους λόγους που προβάλλει ο αιτητής.
Εξέτασα με προσοχή όλα τα ενώπιον μου στοιχεία, περιλαμβανομένων και των στοιχείων που περιέχονται στο φάκελο του αιτητή που κατατέθηκε ενώπιον του δικαστηρίου ως τεκμήριο 1. Παρατηρώ τα εξής:
Η Υπηρεσία Ασύλου κάλεσε τον αιτητή σε προφορική συνέντευξη στην παρουσία μεταφραστή αλλά και δύο ατόμων που παρακολούθησαν τη συνέντευξη εκ μέρους οργανώσεων φιλικών προς τον αιτητή, της κας Κορίνας Δρουσιώτου και της κας Χρυστάλλας Κατσαπάου. Κατά τη συνέντευξη υποβλήθηκαν διάφορες ερωτήσεις στον αιτητή και ο αιτητής απάντησε σ΄ αυτές. Στις απαντήσεις υπάρχουν κάποια κενά για τα οποία δεν δόθηκε εξήγηση είτε από την μια, είτε από την άλλη πλευρά. Εν πάση όμως περιπτώσει ούτε ο αιτητής αλλά ούτε και οι προαναφερόμενες δύο κυρίες, που παρακολούθησαν τη συνέντευξη εκ μέρους του αιτητή, υπέβαλαν οποιοδήποτε παράπονο για μη ορθές διαδικασίες ή μη αρμόζουσα συμπεριφορά της αρμοδίας λειτουργού, ούτε κατά το χρόνο της συνέντευξης αλλά ούτε και αργότερα. Με αυτά τα στοιχεία δεν μπορώ να υιοθετήσω τους όψιμους ισχυρισμούς του αιτητή για απρεπή συμπεριφορά της αρμόδιας λειτουργού και για μη παροχή, σ΄ αυτόν, της ευκαιρίας να παρουσιάσει δίκαια το αίτημά του.
Αναφορικά με το παράπονο του αιτητή για μή παροχή πρόσβασης στα στοιχεία του φακέλου του, παρατηρώ ότι αν ο αιτητής επιθυμούσε να επιθεωρήσει το φάκελο του θα μπορούσε να υποβάλει τέτοιο αίτημα, είτε ο ίδιος, είτε ο ευπαίδευτος συνήγορος του. Τέτοιο αίτημα δεν φαίνεται να υποβλήθηκε ούτε προηγουμένως, αλλά ούτε και κατά την κατάθεση του φακέλου του, ως τεκμηρίου, ενώπιον του δικαστηρίου. Επομένως ούτε και αυτός ο ισχυρισμός του μπορεί να γίνει δεκτός.
Όσον αφορά τους γενικούς και αόριστους ισχυρισμούς του αιτητή για παράβαση ευρωπαϊκών οδηγιών και ιδιαίτερα της Οδηγίας 2005/85/ΕΚ και πάλι δεν μπορώ να συμφωνήσω με τον αιτητή. Στον αιτητή παραχωρήθηκε το δικαίωμα υποβολής αίτησης ασύλου, το αίτημα εξετάστηκε από την Υπηρεσία Ασύλου, ενώπιον της οποίας ο αιτητής είχε και προφορική συνέντευξη, και η αίτηση του απορρίφθηκε με αιτιολογημένη απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου. Ο αιτητής, στη συνέχεια υπέβαλε ιεραρχική προσφυγή ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων (ΑΑΠ), η οποία επίσης απέρριψε την ιεραρχική προσφυγή του με αιτιολογημένη απόφαση. Δεν παραχωρήθηκε στον αιτητή δικαίωμα δεύτερης προφορικής συνέντευξης ενώπιον την ΑΑΠ επειδή ο αιτητής δεν υπέβαλε οποιαδήποτε νέα στοιχεία. Σήμερα ο αιτητής βρίσκεται ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου με αίτηση ακύρωσης της προσβαλλόμενης απόφασης δυνάμει του άρθρου 146 του Συντάγματος. Με αυτά τα στοιχεία δεν μπορώ να καταλήξω στο συμπέρασμα ότι ο αιτητής αποστερήθηκε οποιουδήποτε δικαιώματος να παρουσιάσει ορθά και δίκαια την αίτησή του ή ότι οι διαδικασίες που ακολουθήθηκαν, στα διάφορα στάδια, δεν συνάδουν με το ευρωπαϊκό ή το κοινοτικό κεκτημένο ή και τους κανόνες της φυσικής δικαιοσύνης. Σχετική είναι και η πολύ πρόσφατη απόφαση στην Υπόθεση 862/13, Demian κ.α. ν. Δημοκρατίας, ημερ. 12.7.2013. Ούτε και μπορώ να καταλήξω στο συμπέρασμα ότι παραβιάστηκε κάποιο ανθρώπινο ή άλλο δικαίωμα του αιτητή.
Το κρίσιμο θέμα, στην παρούσα προσφυγή, είναι ουσιαστικά εκείνο της αξιοπιστίας του αιτητή όπως διαφάνηκε από την αίτηση του για άσυλο και τα όσα αυτός ανέφερε στην προφορική του συνέντευξη ενώπιον της αρμοδίας λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου. Είναι ισχυρισμός του αιτητή ότι τα στοιχεία που ο ίδιος έδωσε δεν λήφθηκαν επαρκώς υπόψη και ότι η αρμόδια λειτουργός ήταν κακά πληροφορημένη για τα γεγονότα που συνέβαιναν στο Ιράν κατά τον ουσιώδη χρόνο, εφόσον η πληροφόρηση της δεν ήταν από αξιόπιστες και βάσιμες πηγές αλλά από αναξιόπιστες πηγές όπως το Google και η Wikipedia (η ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια). Είναι ακόμα θέση του αιτητή ότι οι ισχυρισμοί του δεν εξετάστηκαν με βάση τα ορθά κριτήρια του Νόμου, που είναι το κατά πόσον αυτός είχε αντικειμενικό και υποκειμενικό φόβο δίωξης του εξαιτίας των πολιτικών, θρησκευτικών και άλλων πεποιθήσεων του.
Εξέτασα με ιδιαίτερη προσοχή το ζήτημα της αξιοπιστίας του αιτητή, όπως κρίθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου και την ΑΑΠ. Είναι γεγονός ότι κατά την αξιολόγηση της αξιοπιστίας του αιτητή ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου έγινε κάποιο λάθος από την αρμόδια λειτουργό και συγκεκριμένα ότι εσφαλμένα θεωρήθηκε ότι ο κ. Moeen δεν ήταν ένας από τους ανθυποψηφίους του μετέπειτα εκλεγέντος Προέδρου του Ιράν, κατά τις εκλογές του 2005. Αυτό όμως το λάθος συνυπολογίστηκε, στην προσβαλλόμενη απόφασης της ΑΑΠ και θεωρήθηκε ότι δεν ήταν τόσο σοβαρό ώστε να ανατραπεί η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου σε σχέση με την αξιοπιστία του αιτητή. Θεωρώ ότι η ΑΑΠ ορθά αντιμετώπισε και χειρίστηκε το όλο ζήτημα. Πράγματι έγινε ένα λάθος αλλά αποτιμούμενο μέσα στο όλο πλαίσιο της αξιολόγησης της αξιοπιστίας του αιτητή θεωρώ ότι δεν είχε ιδιαίτερη βαρύτητα. Ο αιτητής κρίθηκε ως αναξιόπιστος τόσο ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου όσο και ενώπιον της ΑΑΠ για ουσιαστικούς λόγους και συγκεκριμένα για αντιφατικές και εσφαλμένες θέσεις. Παραδείγματα αντιφατικών και εσφαλμένων θέσεων του αιτητή είναι και τα εξής:
Ισχυρίστηκε ότι υποστήριξε ανοικτά τον ανθυποψήφιο του μετέπειτα Προέδρου και ότι αυτός ήταν λόγος για τον οποίον θεωρήθηκε ύποπτος και αντιμετώπισε κίνδυνο δίωξης από τις Αρχές, αλλά αυτό δεν συνάδει με το ότι οι εκλογές έγιναν το 2005, ο αιτητής διατήρησε τη θέση του στο πανεπιστήμιο μέχρι το 2007 και εγκατέλειψε το Ιράν, νόμιμα και με νόμιμο διαβατήριο, το 2008, χωρίς να υποστεί οποιαδήποτε δίωξη. Όσον αφορά την εγκατάλειψη του Ιράν, στην αίτηση του ανέφερε ότι έφυγε απ΄ εκεί νόμιμα και με διαβατήριο ενώ κατά την συνέντευξη του είπε ότι δεν είχε άδεια εξόδου από τη χώρα. Αναφορικά με την πληροφόρηση του αιτητή ότι η ζωή του κινδύνευε, και πάλι υπάρχουν αντιφάσεις εφόσον αυτός είπε ότι πήρε την πληροφορία αυτή ένα μήνα πριν απολυθεί από τον πανεπιστήμιο, κάποιους μήνες πριν απολυθεί από το πανεπιστήμιο και το βράδυ πριν αναχωρήσει από τη χώρα, δηλαδή σε τρεις διαφορετικούς χρόνους. Ο αιτητής επίσης δεν έδωσε κάποια λογική εξήγηση γιατί το πανεπιστήμιο του ανανέωσε το συμβόλαιο εργασίας του τον Ιούλιο του 2007 και το ακύρωσε τον Αύγουστο του 2007. Ακόμα ο αιτητής σε κάποιο σημείο είπε ότι κρατούσε σε μυστικότητα τις πολιτικές του δραστηριότητες προφανώς για να μην υποστεί συνέπειες, ενώ σε άλλο σημείο είπε ότι υποστήριξε δημόσια τον προαναφερόμενο υποψήφιο στις εκλογές του 2005.
Ενόψει των προαναφερομένων αντιφάσεων και λαθών θεωρώ ότι το συμπέρασμα των καθ΄ ων η αίτηση ότι ο αιτητής δεν ήταν αξιόπιστος μάρτυρας, είναι απόλυτα δικαιολογημένο και ότι οι καθ΄ ων η αίτηση ενήργησαν μέσα στα νόμιμα πλαίσια της άσκησης των αρμοδιοτήτων και της διακριτικής τους ευχέρειας. Επομένως, με την κατάρρευση της αξιοπιστίας του αιτητή, η αίτηση του παρέμεινε μετέωρη και ατεκμηρίωτη και ως εκ τούτου οι καθ΄ ων η αίτηση ορθά κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι αυτός απέτυχε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, σύμφωνα με τα σχετικά άρθρα του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, όπως τροποποιήθηκε και της Σύμβασης της Γενεύης του 1951. Η κάθε υπόθεση κρίνεται με βάση τα δικά της δεδομένα και όχι με βάση το τί, γενικά και αόριστα, συμβαίνει σε κάποια χώρα. Στην ίδια βάση, θεωρώ ότι ορθά οι καθ΄ ων η αίτηση δεν αναγνώρισαν στον αιτητή το καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας που προβλέπεται από το άρθρο 19 του προαναφερόμενου νόμου, καθότι ο αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο ότι θα υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη, αν επιστρέψει στην πατρίδα του, και τούτο λόγω της κατάρρευσης της εκδοχής του ως αναξιόπιστης. Κατ΄ επέκταση ορθή είναι και η απόφαση των καθ΄ ων η αίτηση για μή παραχώρηση στον αιτητή, του καθεστώτος προσωρινής διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους, όπως προβλέπει το άρθρο 19Α του ίδιου νόμου.
Για τους λόγους που προσπάθησα να εξηγήσω η προσφυγή απορρίπτεται, με €800.- έξοδα εις βάρος του αιτητή και υπέρ των καθ΄ ων η αίτηση.
Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,
Δ.
/ΕΑΠ.