ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Παγιάτας Iωσήφ ν. Aρχής Λιμένων Kύπρου και Άλλων (1998) 3 ΑΑΔ 700
Νικοδήμου Άννα ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2001) 3 ΑΑΔ 571
Χατζηβασιλείου Παναγιώτης ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου (2008) 3 ΑΑΔ 219
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ.1121/2010)
23 Iουλίου 2013
[ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δικαστής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΕΛΕΝΑΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ
Αιτήτριας
ν.
ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΔΙΑ
ΜΕΣΩ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΟΥΣΑΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΑΥΤΟΥ
Καθ΄Ου η Αίτηση.
_________
Χρ. Μ. Τριανταφυλλίδης, για την Αιτήτρια.
Α. Αιμιλιανίδης, για το Καθ΄Ου η Αίτηση.
_________________
ΑΠΟΦΑΣΗ
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Η αιτήτρια, Προϊστάμενη της Υπηρεσίας Σπουδών, Δημοσίων Σχέσεων, Ερευνητικών και Ευρωπαϊκών Προγραμμάτων του Ανοικτού Πανεπιστημίου Κύπρου, κατά τον ουσιώδη χρόνο, με την παρούσα προσφυγή αμφισβητεί τη νομιμότητα της απόφασης της 65ης συνόδου της Διοικούσας Επιτροπής του, ημερ. 7.6.2010, με την οποία, στα πλαίσια ανακατανομής και αναδιοργάνωσης των διοικητικών υπηρεσιών, αποφασίστηκε η τοποθέτηση της ως Προϊσταμένης στην Υπηρεσία Φοιτητικής Μέριμνας.
Η αναδιοργάνωση των διοικητικών υπηρεσιών του Ανοικτού Πανεπιστημίου η οποία αποφασίστηκε από τη Διοικούσα Επιτροπή του κατά την 64η σύνοδό της, περιλάμβανε μεταξύ άλλων τη δημιουργία Υπηρεσίας Φοιτητικής Μέριμνας και την κατάργηση της Υπηρεσίας Σπουδών, Δημοσίων Σχέσεων, Ερευνητικών και Ευρωπαϊκών Προγραμμάτων, της οποίας ήταν προϊσταμένη η αιτήτρια. Για την υλοποίηση της πιο πάνω απόφασης δόθηκαν οδηγίες στο Διευθυντή Διοίκησης και Οικονομικών («ο Διευθυντής») όπως προχωρήσει σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες και στην κατανομή του προσωπικού σε Υπηρεσίες με βάση το νέο οργανόγραμμα. Ο τελευταίος με επιστολή του ημερομηνίας 4.5.2010 πληροφόρησε την αιτήτρια ότι, κατά την άποψή του, ήταν η καταλληλότερη για να αναλάβει την ηγεσία της πιο πάνω υπηρεσίας άμεσα. Στη συνέχεια με επιστολή του ημερ. 7.5.2010 κάλεσε την αιτήτρια να υποβάλει τις προτάσεις της για τη στρατηγική, τους στόχους και την πιθανή στελέχωση της νέας υπηρεσίας και να διευθετήσει προς το σκοπό αυτό συνάντησή μαζί του.
Η αιτήτρια απάντησε με επιστολές του δικηγόρου της ημερ. 6.5.2010 και 18.5.2010, ότι ο Διευθυντής ενήργησε αναρμοδίως και ότι η απόφαση του συνιστούσε παράνομη επέμβαση στο Σχέδιο Υπηρεσίας της.
Η θέση του Διευθυντή όπως διατυπώθηκε στην επιστολή του προς το δικηγόρο της αιτήτριας, ημερ. 20.5.2010, ήταν ότι επρόκειτο για εσωτερική μετακίνηση προς το σκοπό υλοποίησης της απόφασης της Διοικούσας Επιτροπής και ζήτημα για το οποίο είχε αρμοδιότητα δυνάμει του άρθρου 23 του περί Ανοικτού Πανεπιστημίου Νόμου του 2002 (Ν. 234(Ι)/2002) ως έχει τροποποιηθεί). Περαιτέρω επισημάνθηκε η πρόνοια του Σχεδίου Υπηρεσίας της αιτήτριας σύμφωνα με την οποία ο κάτοχος της θέσης τοποθετείται ή και μετακινείται σε οποιαδήποτε υπηρεσία του Πανεπιστημίου.
Στις 7.6.2010 η Διοικούσα Επιτροπή ενέκρινε την κατανομή του διοικητικού προσωπικού σύμφωνα με την εισήγηση του Διευθυντή και στις 18.8.2010 η αιτήτρια καταχώρησε την παρούσα προσφυγή.
Ο καθ΄ου η αίτηση προσβάλλει προδικαστικά ζητήματα εκτελεστότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, έννομου συμφέροντος της αιτήτριας και εκπροθέσμου της προσφυγής.
Υποστηρίζεται από τον καθ΄ου η αίτηση ότι η προσβαλλόμενη απόφαση αποτελεί εσωτερική μετακίνηση του προσωπικού από μια υπηρεσία σε άλλη, και ως τέτοια δεν υπόκειται σε αναθεώρηση λόγω έλλειψης εκτελεστότητας (Νικοδήμου ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 571).
Η αιτήτρια απαντά ότι δεν ήταν σε θέση να γνωρίζει την απόφαση της Διοικούσας Επιτροπής της 26.4.2010 για την κατάργηση της Υπηρεσίας της και ούτε μπορούσε να συναχθεί κάτι τέτοιο από το περιεχόμενο της επιστολής του Διευθυντή ημερ. 4.5.2010 με την οποία πληροφορήθηκε τη δημιουργία της Υπηρεσίας Φοιτητικής Μέριμνας. Αντίθετα, όπως υποστηρίζει, έλαβε γνώση για την κατάργηση της Υπηρεσίας Σπουδών, Δημοσίων Σχέσεων, Ερευνητικών και Ευρωπαϊκών Προγραμμάτων, της οποίας μέχρι τότε προΐστατο, μετά τη σύνοδο της Διοικούσας Επιτροπής της 7.6.2010 στην οποία λήφθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση κατανομής του διοικητικού προσωπικού. Με την εν λόγω απόφαση προέκυψε, κατά την εισήγησή της, για πρώτη φορά, άμεσος και δυσμενής επηρεασμός των δικαιωμάτων της, αφού ουσιαστικά στερήθηκε με αυτή των Υπηρεσιών που προνοούνταν στο Σχέδιο Υπηρεσίας της (Georghiou v.1. The Electricity Authority of Cyprus (1965) 3 CLR 177).
Όπως προκύπτει από το αιτητικό της προσφυγής, ό,τι αμφισβητείται είναι η νομιμότητα της απόφασης της 65ης συνόδου της Διοικούσας Επιτροπής ημερ. 7.6.2010 με την οποία εγκρίθηκε η κατανομή του διοικητικού προσωπικού στις εννέα νέες υπηρεσίες και κατ΄επέκταση η μετακίνηση της αιτήτριας στη θέση της Προϊστάμενης της Υπηρεσίας Φοιτητικής Μέριμνας, στα πλαίσια υλοποίησης της αναδιοργάνωσης που είχε αποφασιστεί σε προγενέστερο στάδιο. Δεν τίθεται θέμα εκπροθέσμου εφ΄όσον η καταχώριση της προσφυγής στις 18.8.2010 ήταν μέσα στα πλαίσια της συνταγματικής προθεσμίας, όμως τίθεται το ερώτημα κατά πόσο η προσβαλλόμενη πράξη αποτελεί εκτελεστή διοικητική απόφαση.
Σύμφωνα με διαχρονική νομολογία οι αποφάσεις συλλογικών οργάνων που αφορούν την κατανομή καθηκόντων υπαλλήλων με βάση συγκεκριμένο Σχέδιο Υπηρεσίας για σκοπούς ορθής και σύννομης λειτουργίας της υπηρεσίας που αφορά η συγκεκριμένη θέση, δεν αποτελούν εκτελεστές διοικητικές πράξεις γιατί δεν επιφέρουν αλλαγή στο νομικό καθεστώς του υπαλλήλου (βλ. Γιαννάκης Θεοδώρου κ.α. ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου, Υπόθ. Αρ. 95/1996 και 97/1996, 30.6.1998). Όπως έχει επίσης νομολογηθεί, η φύση των καθηκόντων των υπαλλήλων καθορίζεται από τη διοίκηση στα πλαίσια των οικείων Σχεδίων Υπηρεσίας και δεν εξαρτάται από τη δική τους πρωτοβουλία (βλ. Χατζηβασιλείου ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου (2008) 3 Α.Α.Δ. 219, Παγιάτας ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου (1998) 3 Α.Α.Δ. 700).
Στην υπόθεση Ζύγκας ν. Δημοκρατίας κ.α. (1991) 4Δ Α.Α.Δ. 3327, λέχθηκε ότι η ανάθεση καθηκόντων ή/και η αναδιανομή νέων καθηκόντων δεν υπόκειται στον αναθεωρητικό έλεγχο του Δικαστηρίου.
Στη Νικοδήμου ν. Δημοκρατίας (πιο πάνω) επισημάνθηκε ο εσωτερικός χαρακτήρας της μετακίνησης υπαλλήλου η οποία δεν μεταβάλλει τη θεσμική του υπόσταση κατ΄αντιδιαστολή με το ρυθμιστικό για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του μέτρο της μετάθεσης.
Σύμφωνα με το Σχέδιο Υπηρεσίας της αιτήτριας (βλ. Παράρτημα Α της Ένστασης), ο Προϊστάμενος Προγράμματος Σπουδών είναι υπεύθυνος στο Διευθυντή για Θέματα Σπουδών όπως εξειδικεύονται στην παράγραφο (1) των καθηκόντων και ευθυνών της θέσης και για Θέματα Μέριμνας και Στήριξης Εκπαιδευτικών Διαδικασιών και Φοιτητών όπως επίσης εξειδικεύονται στην παράγραφο (2). Σύμφωνα δε με τη «Σημείωση» αρ. 2 του Σχεδίου Υπηρεσίας «ο κάτοχος της θέσης τοποθετείται ή μετακινείται σε οποιαδήποτε υπηρεσία του Πανεπιστημίου».
Στην παρούσα περίπτωση η προσβαλλόμενη απόφαση δεν αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη αφού δεν παράγει άμεσα έννομα αποτελέσματα για την αιτήτρια. Δεν μεταβάλλει την υπηρεσιακή της κατάσταση και ούτε δημιουργεί κάποια υποχρέωση που εξέρχεται των ορίων του Σχεδίου Υπηρεσίας της.
Πρόκειται για διοικητικό μέτρο εσωτερικής φύσεως με το οποίο ο καθ΄ου η αίτηση προβαίνει σε εσωτερική αναδιάρθρωση των υπηρεσιών του κατά τρόπο που ο ίδιος κρίνει προσφορότερο για την εύρυθμη λειτουργία του. Επομένως η απόφαση μετακίνησης της αιτήτριας στην Υπηρεσία Φοιτητικής Μέριμνας στερείται εκτελεστού χαρακτήρα. Αξίζει, να σημειωθεί ότι στην περίπτωση της αιτήτριας όπως προκύπτει από την επιστολή του Διευθυντή 13.7.2010 συμβαίνει το εξής παράδοξο. Ενώ το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης της προνοεί μισθοδοσία στην κλίμακα Α13, αυτή μετά από σχετική απόφαση λαμβάνει μισθό στην κλίμακα Α14 χωρίς το σχέδιο υπηρεσίας της να τροποποιηθεί.
Η προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη με έξοδα υπέρ τoυ καθ΄ου η αίτηση τα οποία θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.
/ΚΧ»Π