ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Υπόθεση Αρ. 883/2010)

 

20 Ιουνίου, 2013

 

[K. ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤO ΑΡΘΡO 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΝΙΚΟΣ ΚΟΝΝΙΔΗΣ,

 

Αιτητής,

 

-ΚΑΙ-

 

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΤΕΧΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ (ΕΤΕΚ),

 

Καθ΄ου η Aίτηση.

- - - - - -

 

Σ. Δράκος, για τον Αιτητή.

 

Α. Κουντουρή, για το Καθ΄ου η Αίτηση.

 

- - - - - -                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                            

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ.: Ο αιτητής αξιώνει ακύρωση της απόφασης του καθ΄ου η αίτηση ΕΤΕΚ, ημερομηνίας 22.4.2010, με την οποία απέρριψε την αίτησή του για εγγραφή στο Μητρώο Μελών του Επιμελητηρίου, στον κλάδο της Επιμέτρησης και Εκτίμησης Γης, στην Επιμέτρηση.

 

Ο αιτητής είναι εγγεγραμμένος στον ειδικό κατάλογο των εξ επαγγέλματος Επιμετρητών Ποσοτήτων του ΕΤΕΚ.

 

Προηγήθηκε της παρούσας διαδικασίας, αίτηση που υπέβαλε για πρώτη φορά ο αιτητής για εγγραφή του στο Μητρώο Μελών του Επιμελητηρίου στον κλάδο Επιμέτρησης και Εκτίμησης Γης, στην Επιμέτρηση, στις 20.6.2000. Η αίτησή του απορρίφθηκε και εναντίον της απόφασης αυτής ο αιτητής καταχώρησε την προσφυγή αρ. 339/2001 η οποία απορρίφθηκε πρωτόδικα, όπως επίσης απορρίφθηκε και έφεση την οποία άσκησε.

 

Ο αιτητής υπέβαλε στις 9.2.2010 νέα αίτηση για εγγραφή του στο Μητρώο Μελών του Επιμελητηρίου, στον κλάδο Επιμέτρησης, με βάση τα επαγγελματικά προσόντα του τίτλου του Royal Institution of Chartered Surveyors (RICS) της Αγγλίας, που απέκτησε το 2004.

 

Η αρμόδια Επιτροπή Εγγραφής Μελών του ΕΤΕΚ, αφού εξέτασε την αίτηση και έλαβε υπόψη και την απορριπτική εισήγηση της Υπεπιτροπής Εγγραφής Μελών του Κλάδου Επιμέτρησης, εισηγήθηκε στη Διοικούσα Επιτροπή του Επιμελητηρίου την απόρριψη της αίτησης. Παραθέτω το πιο κάτω απόσπασμα από την εισήγηση της Επιτροπής, ημερομηνίας 8.3.2010, όπου ρητά αναφέρονται οι λόγοι της απόρριψης της αίτησης του αιτητή:

 

"Ο αιτητής είναι μέλος του ΕΤΕΚ ως Εξ΄ Επαγγέλματος.

 

Ο αιτητής έχει υποβάλει βεβαίωση (Professional Member) του RICS.

 

Ο αιτητής έχει υποβάλει επιστολή ημ. 09.03.2010 με την οποία επιθυμεί να εξεταστεί η αίτησή του στα πλαίσια της Οδηγίας 2005/36.

 

Ο αιτητής δεν κατέχει προσόν που να έχει τύχει αναγνώρισης στον εν λόγω κλάδο από το Επιμελητήριο (αρμόδιο σώμα αναγνώρισης τίτλων σπουδών, δυνάμει του άρθρου 7 του Ν.224/90) για τους σκοπούς του Νόμου του ΕΤΕΚ.

 

Ο αιτητής δεν κατέχει προσόν που να ικανοποιεί τις πρόνοιες του άρθρου 7(1)(α) του περί ΕΤΕΚ Νόμου για σκοπούς εγγραφής στο Μητρώο Μελών του ΕΤΕΚ. Δεν είναι πτυχίο ή δίπλωμα πανεπιστημίου ή άλλο ισοδύναμο προσόν στην Επιμέτρηση, όπως απαιτείται από το αναφερόμενο άρθρο του Νόμου."

 

Στη συνέχεια, η Διοικούσα Επιτροπή του Επιμελητηρίου, ασκώντας τις εξουσίες που της παρέχει το άρθρο 14 του Νόμου, επιλήφθηκε της αίτησης του αιτητή στη συνεδρία της ημερομηνίας 13.4.2012, και αποφάσισε την απόρριψή της, κοινοποιώντας την απόφασή της με επιστολή ημερομηνίας 22.4.2010. Με την εν λόγω επιστολή ο αιτητής πληροφορήθηκε ότι δε δικαιούται να εγγραφεί στο Μητρώο Μελών του Επιμελητηρίου, γιατί δεν κατέχει τα υπό του Νόμου απαιτούμενα ακαδημαϊκά προσόντα.

 

Η απόφαση αυτή αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής με την οποία ο αιτητής προσβάλλει τη νομιμότητα της πιο πάνω απορριπτικής απόφασης του καθ΄ου η αίτηση και επιζητεί την ακύρωσή της.

 

Προέχει η εξέταση των προδικαστικών ενστάσεων που υπέβαλε το καθ΄ου η αίτηση Επιμελητήριο.

 

Προδικαστικές ενστάσεις.

 

Η πρώτη προδικαστική ένσταση αναφέρεται στην κατ΄ ισχυρισμό έλλειψη εκτελεστότητας της επίδικης απόφασης και, συγκεκριμένα στη θέση ότι αυτή είναι βεβαιωτική της προηγούμενης απόφασης η οποία προσβλήθηκε με την προσφυγή αρ. 339/2001 και επικυρώθηκε.

 

Ο καθ΄ου η αίτηση στη γραπτή του αγόρευση ορθά δήλωσε ότι αποσύρει την εν λόγω προδικαστική ένσταση, οπότε αυτή δε θα απασχολήσει.

 

Με άλλη προδικαστική ένσταση την οποία ήγειρε, ο καθ΄ου η αίτηση ισχυρίζεται ότι ο αιτητής στερείται εννόμου συμφέροντος για προσβολή της επίδικης απόφασης, εφόσον ήδη είναι εγγεγραμμένος στο Μητρώο Μελών του Επιμελητηρίου ως Επιμετρητής εξ Επαγγέλματος και, επομένως, κανένα όφελος θα αποκομίσει από τυχόν εγγραφή του στο Μητρώο των Επιμετρητών.

 

Αναφέρεται το καθ΄ου η αίτηση σε σχετική νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην οποία τονίζεται, μεταξύ άλλων, ότι το συμφέρον πρέπει να είναι έννομο, δηλαδή να έχει νομικό έρεισμα και να αναγνωρίζεται από το δίκαιο ως άξιο έννομης προστασίας. Στην παρούσα περίπτωση, ισχυρίζεται, κανένα συμφέρον του αιτητή δεχτικό προστασίας επηρεάζεται από τη μη εγγραφή του στο Μητρώο Μελών των Επιμετρητών, εφόσον είναι ήδη εγγεγραμμένος στο Μητρώο Μελών των εξ Επαγγέλματος Επιμετρητών και ασκεί απρόσωπα και ανεμπόδιστα την εργασία του Επιμετρητή. Καμιά διαφορά δε θα έχει στην εκτέλεση της εργασίας του η όποια πιθανή εγγραφή του για δεύτερη φορά στο Μητρώο των Επιμετρητών.

 

Ο αιτητής, απορρίπτοντας την πιο πάνω προδικαστική ένσταση του καθ΄ου η  αίτηση, υποβάλλει ότι το γεγονός πως είναι εγγεγραμμένος στον ειδικό κατάλογο των εξ Επαγγέλματος Επιμετρητών που τηρεί το ΕΤΕΚ και όχι στο κανονικό Μητρώο, έχει ως αποτέλεσμα τη δυσμενή μεταχείρισή του. Και αυτό γιατί, όπως υποστηρίζει, οι εξ Επαγγέλματος Επιμετρητές δεν μπορούν να λαμβάνουν μέρος στις αποφάσεις του Κλάδου τους στο ΕΤΕΚ, ούτε έχουν δικαίωμα ψήφου, εφόσον είναι εγγεγραμμένοι σ΄ ένα ειδικό κατάλογο και δεν αναγνωρίζονται ως Μέλη. Δεν έχουν το κύρος που προσδίδει στα Μέλη η άδεια του ΕΤΕΚ. Επιπλέον, οι πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όταν εγγράφονται για να εργαστούν στην Κύπρο, εγγράφονται στο Μητρώο Μελών του ΕΤΕΚ. Δεν μπορεί, υπογραμμίζει, κάποιος να ανήκει σ΄ ένα επαγγελματικό σώμα αλλά να έχει μόνο υποχρεώσεις και κανένα δικαίωμα, εκτός από την έκδοση διαφοροποιημένης άδειας. Όπως επίσης, τονίζει ο αιτητής, το ΕΤΕΚ δεν τον αντιμετωπίζει με τον ίδιο τρόπο όπως τους εγγεγραμμένους στο κανονικό Μητρώο, με αποτέλεσμα να μην μπορεί ν΄ ασκεί απρόσκοπτα και ανεμπόδιστα την εργασία του Επιμετρητή.

 

Δεν μπορώ παρά να συμφωνήσω, ότι με βάση τους λόγους που παρέθεσε πιο πάνω ο αιτητής, θα πρέπει ν΄ απορριφθεί αυτή η προδικαστική ένσταση του καθ΄ου η αίτηση. Επιπρόσθετα, θα πρέπει να αναφερθεί ότι και ο ίδιος ο Νόμος του ΕΤΕΚ, (Ν. 224/1990), προβαίνει σε διαφορετική πρόνοια για την εγγραφή προσώπου στο Μητρώο Μελών του Επιμελητηρίου με το άρθρο 7(1), όπου καταγράφεται τι απαιτείται προς εγγραφή, και διαφορετική πρόνοια για την άδεια άσκησης επαγγέλματος με εγγραφή σε ειδικό κατάλογο που θα τηρεί το Επιμελητήριο οπότε ο εγγραφής θα χαρακτηρίζεται ως Επιμετρητής εξ Επαγγέλματος, σύμφωνα με το άρθρο 25(1Β)(1Γ) του Νόμου.

 

Επιπλέον, το ίδιο το ΕΤΕΚ φαίνεται και στην πράξη ότι αντιμετωπίζει με διαφορετικό τρόπο τα Μέλη που είναι εξ επαγγέλματος Επιμετρητές από αυτά που είναι εγγεγραμμένα στο Μητρώο Μελών του Επιμελητηρίου. Αναφέρεται, ως παράδειγμα, επιστολή του  ΕΤΕΚ προς το Δήμαρχο Αθηένου αναφορικά με προκήρυξη δημόσιου διαγωνισμού σε σχέση με ανάθεση υπηρεσιών Επιμετρητή Ποσοτήτων, στην οποία απαιτεί τα πρόσωπα να είναι εγγεγραμμένα στο αντίστοιχο Μητρώο του Τεχνικού Επιμελητηρίου.

 

Συνεπώς, αυτή η προδικαστική ένσταση δεν ευσταθεί.

 

Θα προχωρήσω να εξετάσω την ουσία των εγερθέντων λόγων ακύρωσης.

 

Ο αιτητής επικαλείται αριθμό νομικών ισχυρισμών για να επιτύχει ακύρωση της επίδικης απόφασης.

 

Ισχυρίζεται κατ΄ αρχάς ότι η προσβαλλόμενη απόφαση συνιστά αντίστροφη διάκριση εις βάρος του και εσφαλμένη ερμηνεία του Ν.224/1990, του περί Αναγνώρισης των Επαγγελματικών Προσόντων Νόμου του 2008, (Νόμος αρ. 31(1)/2008) και της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2005/36/ΕΚ.

 

Σε σχέση με τούτο, ο αιτητής προβάλλει τη θέση ότι εδικαιούτο να εγγραφεί στο Μητρώο Μελών του Επιμελητηρίου, στον κλάδο της Επιμέτρησης και Εκτίμησης Γης, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 31(1)/2008, καθώς το άρθρο 3 αναφέρεται σε κάθε πολίτη κράτους-μέλους, ο οποίος απέκτησε τα επαγγελματικά του προσόντα σε άλλη χώρα εκτός της Δημοκρατίας. Άρα ο Νόμος αυτός, υποστηρίζει, έχει εφαρμογή τόσο σε πολίτες της Δημοκρατίας, όσο και σε πολίτες άλλου κράτους μέλους, που επιθυμούν ν΄ ασκήσουν το επάγγελμα στη Δημοκρατία, ενώ απέκτησαν τα επαγγελματικά τους προσόντα σε άλλο κράτος-μέλος. Υποβάλλει ο αιτητής ότι η περίπτωση του υπάγεται στις πιο πάνω πρόνοιες του Ν. 31(1)/2008, εφόσον ο ίδιος είναι μέλος από το 2004 του RICS (Royal Institution of Chartered Surveyors), το οποίο είναι η αντίστοιχη αρχή στο Ηνωμένο Βασίλειο μ΄ αυτή του ΕΤΕΚ, στην Κύπρο, και το οποίο περιλαμβάνεται στο Παράρτημα 1 του Ν. 31(1)/2008, "Κατάλογος επαγγελματικών ενώσεων ή οργανισμών που πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 6" και οι οποίες τυγχάνουν αναγνώρισης σε κράτος-μέλος.

 

Συνεπώς, υποστηρίζει, η μη αναγνώριση των επαγγελματικών του προσόντων, συνιστά περίπτωση "αντίστροφης διάκρισης", εφόσον το κράτος-μέλος προβαίνει σε δυσμενή διάκριση εις βάρος του υπηκόου του, αρνούμενο ν΄ αναγνωρίσει τα επαγγελματικά προσόντα που αποκτήθηκαν σε άλλο κράτος-μέλος.

 

Σε σχέση με αυτές τις θέσεις του αιτητή, θα πρέπει να παρατηρήσω τα ακόλουθα:

 

Όπως έχει προαναφερθεί, η αίτηση του αιτητή απορρίφθηκε γιατί δεν κατέχει τα υπό του Νόμου απαραίτητα ακαδημαϊκά προσόντα, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 7(1)(α) του περί Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου Νόμου του 1990-2012, Ν. 224/1990. Αυτούσιο το κείμενο της επίδικης απόφασης είχε ως εξής:

 

"Αναφέρομαι στην αίτησή σας ημερομηνίας 09.02.2010, για να εγγραφείτε ως μέλος του Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου (ΕΤΕΚ) στον κλάδο της Επιμέτρησης και Εκτίμησης Γης στην Επιμέτρηση και λυπούμαι να σας πληροφορήσω ότι, η Διοικούσα Επιτροπή μετά από εξέταση της αίτησής σας, στη συνεδρία της ημερομηνίας 13.04.2010, αποφάσισε ότι δεν δικαιούστε να εγγραφείτε στο Μητρώο Μελών του Επιμελητηρίου στον πιο πάνω κλάδο γιατί δεν κατέχετε τα υπό του Νόμου απαιτούμενα ακαδημαϊκά προσόντα.

 

1.     Σύμφωνα με το άρθρο 7(1)(α) του περί Επιστημονικού Τεχνικού  Επιμελητηρίου Κύπρου Νόμου 224/90-

 

«Κάθε πρόσωπο δικαιούται να εγγραφεί στο Μητρώο Μελών του Επιμελητηρίου και να είναι μέλος του Επιμελητηρίου αν -

 

(α) Κατέχει πτυχίο ή δίπλωμα Πανεπιστημίου ή άλλο ισοδύναμο προσόν σε οποιοδήποτε κλάδο της Μηχανικής Επιστήμης, το οποίο να του επιτρέπει να ασκεί το επάγγελμα στη χώρα που αποκτήθηκε και να είναι αναγνωρισμένο από το Επιμελητήριο σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο ή Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει αυτού.

...»

 

2.     Επιπρόσθετα πληροφορείστε ότι, δεν κατέχετε προσόντα που να ικανοποιούν τις πρόνοιες του άρθρου 7(1)(α) του Περί ΕΤΕΚ Νόμου για σκοπούς εγγραφής στο Μητρώο Μελών του ΕΤΕΚ. Δεν κατέχετε πτυχίο ή δίπλωμα πανεπιστημίου ή άλλο ισοδύναμο προσόν στην Επιμέτρηση και Εκτίμηση Γης, στην Επιμέτρηση όπως απαιτείται από το αναφερόμενο άρθρο του Νόμου.

 

3.     Πιστοποιητικά εγγραφής ή άλλα που παραχωρούνται από επαγγελματικά σώματα, χωρίς την ικανοποίηση των προϋποθέσεων που θέτει το Επιμελητήριο, δεν είναι δυνατόν να αναγνωριστούν ως ισοδύναμα προσόντα προς πτυχίο ή δίπλωμα πανεπιστημίου.

 

Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να επικοινωνείτε με το Επιμελητήριο.

 

Σύμφωνα με τους κανονισμούς του ΕΤΕΚ, το ποσό που καταβάλλετε με την αίτηση σας έχει κατακρατηθεί για τα έξοδα εξέτασης της αίτησης σας.

 

Παρακαλώ σημειώστε ότι, με βάση τις πρόνοιες της σχετικής νομοθεσίας, μόνο άτομα που είναι εγγεγραμμένα στο ΕΤΕΚ και τους έχει εκδοθεί η αναγκαία ετήσια άδεια άσκησης επαγγέλματος, δικαιούνται να ασκούν επάγγελμα σε κλάδο της Μηχανικής Επιστήμης."

 

 

Σύμφωνα με το άρθρο 7(1)(α) του Ν. 224/1990, πρόσωπο δικαιούται να εγγραφεί στο Μητρώο Μελών του Επιμελητηρίου και να είναι μέλος του Επιμελητηρίου εφόσον είναι κάτοχος πτυχίου ή διπλώματος Πανεπιστημίου ή άλλου ισοδύναμου προσόντος σε οποιοδήποτε κλάδο της Μηχανικής Επιστήμης. Το άρθρο έχει ως εξής:

 

"7.-(1) Με την επιφύλαξη των εδαφίων (1Α) και (11), κάθε πρόσωπο δικαιούται να εγγραφεί στο Μητρώο Μελών του Επιμελητηρίου και να είναι  μέλος του Επιμελητηρίου αν -

 

(α) Κατέχει πτυχίο ή δίπλωμα Πανεπιστημίου ή άλλο ισοδύναμο προσόν σε οποιοδήποτε κλάδο της Μηχανικής Επιστήμης, το οποίο να του επιτρέπει να ασκεί το επάγγελμα στη χώρα που αποκτήθηκε, και να είναι αναγνωρισμένου από το Επιμελητήριο σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο ή Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει αυτού:

 

Νοείται ότι, σε περίπτωση αμφιβολίας για την ακαδημαϊκή αναγνώριση τίτλου σπουδών οποιουδήποτε αιτητή, το Επιμελητήριο  μπορεί να απευθύνεται στο ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. για γνωμοδότηση:

 

Νοείται περαιτέρω ότι, για την εγγραφή πολιτών κρατών-μελών στα μητρώα του Επιμελητηρίου σε οποιοδήποτε κλάδο της μηχανικής επιστήμης εξαιρουμένης της αρχιτεκτονικής, ισχύουν και οι διατάξεις του περί Αναγνώρισης των Επαγγελματικών Προσόντων Νόμου."

 

Κατά συνέπεια, για την εγγραφή ενός προσώπου στο Μητρώο Μελών του Επιμελητηρίου, θα πρέπει το πρόσωπο αυτό είτε να είναι κάτοχος πτυχίου ή διπλώματος Πανεπιστημίου ή άλλου ισοδύναμου προσόντος σε οποιοδήποτε κλάδο της Μηχανικής Επιστήμης, το οποίο να του επιτρέπει ν΄ ασκεί  το επάγγελμα στη χώρα που αποκτήθηκε και να είναι αναγνωρισμένο από το Επιμελητήριο, είτε να ικανοποιεί τις απαιτήσεις των διατάξεών του περί  Αναγνώρισης των Επαγγελματικών Προσόντων Νόμου του 2008, Ν. 31(1)/2008, νοουμένου ότι πρόκειται για πολίτη κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης. [Βλ. 2η επιφύλαξη, άρθρο 7(1)(α)].

 

Ο αιτητής, όπως και ο ίδιος καταγράφει στην επιστολή που συνοδεύει την αίτησή του, διεκδικεί εγγραφή όχι με βάση ακαδημαϊκά προσόντα, αλλά με βάση επαγγελματικά προσόντα, στηριζόμενος αποκλειστικά στις πρόνοιες του Ν. 31(1)/2008 και της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ. Είναι ξεκάθαρο ότι ακαδημαϊκό προσόν δεν κατέχει ο αιτητής.

 

Όπως προβλέπεται στο άρθρο 3 του Ν. 31(1)/2008, ο Νόμος αυτός εφαρμόζεται σε κάθε πολίτη κράτους-μέλους ο οποίος απέκτησε τα επαγγελματικά του προσόντα εκτός της Δημοκρατίας και επιθυμεί ν΄ ασκήσει νομοθετικά κατοχυρωμένο επάγγελμα στη Δημοκρατία:

 

"3.-(1) Ο παρών Νόμος εφαρμόζεται σε κάθε πολίτη κράτους μέλους ο οποίος απέκτησε τα επαγγελματικά του προσόντα εκτός της Δημοκρατίας και επιθυμεί να ασκήσει νομοθετικά κατοχυρωμένο επάγγελμα στη Δημοκρατία είτε ως αυτοαπασχολούμενος είτε ως μισθωτός, συμπεριλαμβανομένων των ασκούντων ελεύθερα επαγγέλματα καθώς και σε πολίτη τρίτης χώρας, ο οποίος δυνάμει άλλου ειδικού νόμου έχει τα ίδια δικαιώματα ως προς την αναγνώριση πιστοποιητικών, πτυχίων ή άλλων επαγγελματικών προσόντων, με πολίτες της Δημοκατίας."

 

Το θέμα της εφαρμογής της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ και του Ν. 31(1)/2008 σε σχέση με ημεδαπούς πολίτες εξετάστηκε από το παρόν Δικαστήριο στην υπόθεση Μαρκιτανής ν. ΕΤΕΚ, Υπόθεση αρ. 1306/2005, 26.1.2012. Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα από την απόφαση:

 

"Άλλος λόγος ακύρωσης τον οποίο εγείρει ο αιτητής είναι ότι η προσβαλλόμενη απόφαση συνιστά παραβίαση της αρχής της ισότητας σε σχέση αφενός με πολίτες κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αφετέρου σε σχέση με αποφοίτους του Α.Τ.Ι. στον Κλάδο της Πολιτικής Μηχανικής.

 

Εύστοχες είναι και σε σχέση με αυτό το θέμα οι επισημάνσεις της δικηγόρου του καθ΄ου  η αίτηση, οι οποίες απαντούν πλήρως στη θέση αυτή του αιτητή. Τις μεταφέρω εδώ αυτούσιες:

 

"σκοπός της θέσπισης του Γενικού Συστήματος Αναγνώρισης Επαγγελματικών Προσόντων (Οδηγία 2005/36/ΕΚ) είναι η κατάργηση εμποδίων στην ελεύθερη εγκατάσταση και παροχή υπηρεσιών μεταξύ των κρατών μελών χωρίς όμως να θίγεται η αρμοδιότητα των κρατών μελών αναφορικά με τη λήψη και εφαρμογή μέτρων και προϋποθέσεων για τη διασφάλιση της ποιότητας των υπηρεσιών που προσφέρονται στο έδαφός τους (βλ. τα όσα σχετικά εκτίθενται ανωτέρω υπό το στοιχείο 2.4. στην παρούσα αγόρευση). Δεν πρόκειται δηλαδή για θέσπιση ενός συστήματος αναγνώρισης προσόντων προς εξάλειψη της ανισότητας μεταξύ των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά πρόκειται για τη θέσπιση ενός συστήματος μέσω του οποίου οι ευρωπαίοι πολίτες διασφαλίζουν το δικαίωμα τους για ελεύθερη μετακίνηση, εγκατάσταση και παροχή υπηρεσιών μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

 

Πέραν αυτού υπενθυμίζουμε ότι στη 12η αιτιολογική σκέψη της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ καταγράφεται ρητώς ότι: «άτομα που διαθέτουν επαγγελματικά προσόντα που έχουν αναγνωριστεί σύμφωνα με την παρούσα οδηγία δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιούν αυτή την αναγνώριση για να αποκτήσουν στο κράτος μέλος καταγωγής τους δικαιώματα διαφορετικά από αυτά που διαθέτουν με βάση τα επαγγελματικά προσόντα που απέκτησαν σε εκείνο το κράτος μέλος, εκτός εάν αποδεικνύουν ότι έχουν αποκτήσει περαιτέρω επαγγελματικά προσόντα στο κράτος μέλος υποδοχής», γεγονός το οποίο κατά την άποψή μας καθιστά τον υπό εξέταση ισχυρισμό του αιτητή ανεδαφικό και άνευ αντικειμένου."

 

...όπως υποδεικνύει και η συνήγορος του καθ΄ου η αίτηση, ο ίδιος ο αιτητής δεν είχε ζητήσει από το καθ΄ου η αίτηση ή εισηγηθεί προς αυτό τη δημιουργία υποδιαίρεσης του Κλάδου στην οποία να τον εντάξει και εγγράψει ως Μέλος του Ε.Τ.Ε.Κ. Με την αίτησή του, ο ίδιος ο αιτητής είχε ζητήσει όπως εγγραφεί ως Μηχανολόγος Μηχανικός, βάσει του προσόντος που κατείχε, το οποίο γνώριζε ότι ήταν ανεπαρκές."

 

Συνεπώς, οι διατάξεις του Ν. 31(1)(2008 δεν τυγχάνουν εφαρμογής στην παρούσα περίπτωση. Εξάλλου η δεύτερη επιφύλαξη του άρθρου 7(1)(α) του Ν. 224/1990, όπως προκύπτει από το ίδιο το κείμενό της (βλ. σελίδα 8 της εισήγησης μου), δεν αναφέρεται σε πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας που αιτούνται την εγγραφή τους, αλλ΄ αντίθετα αφορά μόνο στις εγγραφές πολιτών κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο ίδιος μάλιστα ο Νομοθέτης επιβεβαιώνει τη θέση αυτή, διαχωρίζοντας με ξεκάθαρο και σαφή τρόπο τους πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας από τους πολίτες κρατών-μελών στο επόμενο εδάφιο του άρθρου αυτού, 7(1)(β)(ι) και (ιι). Κάτι το οποίο είχε τονισθεί στην απόφαση στην υπόθεση Μαρκιτανής ν. ΕΤΕΚ (ανωτέρω). Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα:

 

"Ενώ επομένως δυνατότητα εγγραφής έχουν τόσο οι πολίτες της Δημοκρατίας όσο και οι πολίτες άλλου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εν τούτοις η επιφύλαξη στο άρθρο 7(α) ως προς τις πρόνοιες του περί Αναγνώρισης των Επαγγελματικών Προσόντων Νόμου, ρητά παραπέμπει μόνο στην περίπτωση "πολιτών κρατών μελών"."

 

"(β)(ι) Είναι πολίτης της Δημοκρατίας ή κατά την ημέρα υποβολής της αίτησης είναι σύζυγος πολίτη της Δημοκρατίας και έχει τη συνήθη διαμονή του στην Κύπρο· ή

 

(ιι) είναι πολίτης κράτους μέλους ο οποίος είναι εγκατεστημένος στη Δημοκρατία:

 

Νοείται ότι, εγκατάσταση δεν προϋποθέτει μόνιμη διαμονή·"

 

Η πρόθεση λοιπόν του Νομοθέτη καθίσταται σαφής, με αποτέλεσμα οι διατάξεις του Ν. 31(1)/2008 να έχουν ισχύ μόνο για την εγγραφή πολιτών κρατών-μελών και όχι της Κυπριακής Δημοκρατίας.

 

Όπως έχει νομολογηθεί, η πρόθεση του Νομοθέτη και ο σκοπός για τον οποίο θεσπίζεται η εκάστοτε νομοθεσία, λαμβάνονται πάντοτε υπόψη κατά την ερμηνεία νομοθετικών διατάξεων. (Βλ. σχετικά απόφαση Ολομέλειας Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Ξενοδοχειακές Επιχειρήσεις Πλάζα Λτδ κ.ά. ν. Συμβουλίου Βελτιώσεως Γερμασόγειας (1998) 3 ΑΑΔ 348.)

 

Επίρρωση της θέσης ότι ο Ν.31(1)/2008 δεν αφορά πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας, παρέχεται και από το άρθρο 8(1) του Νόμου, το οποίο με τον πλαγιότιτλο, "Αποτελέσματα αναγνώρισης", καθορίζει τα πιο κάτω:

 

"8.-(1) Η αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων στη Δημοκρατία παρέχει στο δικαιούχο τη δυνατότητα να αποκτήσει, πρόσβαση στο ίδιο επάγγελμα για το οποίο διαθέτει τα προσόντα στο κράτος μέλος καταγωγής του, και να το ασκεί στη Δημοκρατία, υπό τις ίδιες προϋποθέσεις όπως και οι πολίτες της Δημοκρατίας."

 

Επίσης, καθοριστικής σημασίας είναι και το άρθρο 17(1) του Ν.31(1)/2008, όπου προβλέπεται ότι το αρμόδιο όργανο, δηλαδή το ΕΤΕΚ, παρέχει τη δυνατότητα ανάληψης του οικείου επαγγέλματος και της άσκησής του, υπό τους ίδιους όρους με εκείνους που ισχύουν για τους πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας στους κατόχους "βεβαίωσης επάρκειας". Το άρθρο 17(1) έχει ως εξής:

 

"17.-(1) Εάν στη Δημοκρατία απαιτείται για την ανάληψη ή την άσκηση νομοθετικά κατοχυρωμένου επαγγέλματος η κατοχή συγκεκριμένων επαγγελματικών προσόντων, το αρμόδιο όργανο παρέχει την δυνατότητα ανάληψης του οικείου επαγγέλματος και της άσκησής του, υπό τους ίδιους όρους με εκείνους που ισχύουν για τους πολίτες της Δημοκρατίας στους αιτητές που είναι κάτοχοι της βεβαίωσης επάρκειας ή του τίτλου εκπαίδευσης που απαιτείται από άλλο κράτος μέλος για την ανάληψη ή την άσκηση του ίδιου επαγγέλματος στην επικράτειά του."

 

Συμπεραίνεται επομένως ότι, με δεδομένο ότι ο αιτητής υπέβαλε την επίδικη αίτηση ως πολίτης της Κυπριακής Δημοκρατίας, δεν μπορεί να επικαλείται τις διατάξεις του Ν. 31(1)/2008.

 

Πρόσθετα, παρατηρώ ότι προκύπτει μέσα από τις αιτιολογικές σκέψεις της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2005/36/ΕΚ, προς εναρμόνιση με την οποία θεσπίστηκαν οι διατάξεις του Ν. 31(1)/2008, ότι πρόθεση και σκοπός της και κατά συνέπεια πρόθεση και σκοπός του Ν. 31(1)/2008, είναι η εξάλειψη εμποδίων στην ελεύθερη διακίνηση και εγκατάσταση ενός μετανάστη επαγγελματία, χωρίς μάλιστα να επηρεάζονται τα δικαιώματα εκάστου κράτους-μέλους προς απαίτηση ορισμένων προϋποθέσεων και επιπέδων προσόντων.

 

Σχετική με το θέμα της αντίστροφης διάκρισης, το οποίο επικαλείται ο αιτητής, είναι και η απόφαση του Δικαστηρίου Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-29/94, C-30/94, C-31/94, C-32/94, C-33/94, C34/84 και C35/94 - ημερομηνίας 16.2.1995, η οποία εκδόθηκε στα πλαίσια ποινικών δικών.

 

Στην απόφαση αυτή παραπέμπει ο καθ΄ου η αίτηση, απ΄ όπου και το σχετικό απόσπασμα:

"Το κοινοτικό δίκαιο, και ειδικότερα η οδηγία 82/489/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 19ης Ιουλίου 1982, για τα μέτρα που προορίζονται να διευκολύνουν την πραγματική άσκηση του δικαιώματος εγκαταστάσεως και της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών των κομμωτών, έχει την έννοια ότι δεν αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση η οποία, για την εκμετάλλευση κομμωτηρίου, απαιτεί από τους υπηκόους αυτού του κράτους μέλους την κατοχή διπλώματος, ενώ επιτρέπει στους κομμωτές υπηκόους των άλλων κρατών μελών να εκμεταλλεύονται κομμωτήριο χωρίς να είναι κάτοχοι τέτοιου διπλώματος και χωρίς να υποχρεούνται να αναθέτουν την εκμετάλλευσή του σε τεχνικό διαχειριστή κάτοχο του διπλώματος αυτού."

 

Μπορεί ακόμα να προστεθεί ότι, και εάν ετύγχανε εφαρμογής ο Ν. 38(1)/2008 και η Οδηγία 2005/36/ΕΚ, ο αιτητής, προφανώς και πάλι, δε θα εδικαιούτο σε εγγραφή.

 

Η πιο πάνω Οδηγία δεν περιορίζει με οποιοδήποτε τρόπο την ευχέρεια των κρατών-μελών για καθορισμό προϋποθέσεων και ελάχιστων επιπέδων προσόντων που τα ίδια απαιτούν. Τούτο δε επιβεβαιώνεται μέσα από το άρθρο 17(2)(β), σε συνδυασμό με το άρθρο 15 του Ν. 31(1)/2008, που καθορίζει το ελάχιστο επίπεδο προσόντων. Το άρθρο 17(1)(2)(α)(β) έχει ως εξής:

 

"17.-(1) Εάν στη Δημοκρατία απαιτείται για την ανάληψη ή την άσκηση νομοθετικά κατοχυρωμένου επαγγέλματος η κατοχή συγκεκριμένων επαγγελματικών προσόντων, το αρμόδιο όργανο παρέχει την δυνατότητα ανάληψης του οικείου επαγγέλματος και της άσκησής του, υπό τους ίδιους όρους με εκείνους που ισχύουν για τους πολίτες της Δημοκρατίας, στους αιτητές που είναι κάτοχοι της βεβαίωσης επάρκειας ή του τίτλου εκπαίδευσης που απαιτείται από άλλο κράτος μέλος για την ανάληψη ή την άσκηση του ίδιου επαγγέλματος στην επικράτειά του.

 

(2) Οι βεβαιώσεις επάρκειας ή οι τίτλοι εκπαίδευσης που αναφέρονται στο εδάφιο (1), πρέπει να πληρούν τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

 

     (α) να έχουν χορηγηθεί από αρμόδια αρχή κράτους μέλους, η οποία έχει οριστεί σύμφωνα με τις νομοθετικές κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις του εν λόγω κράτους·

 

(β) να βεβαιώνουν επίπεδο επαγγελματικών προσόντων τουλάχιστον ισοδύναμο με το αμέσως προηγούμενο επίπεδο εκείνου που απαιτείται στη Δημοκρατία, όπως ορίζεται στο άρθρο 15."

 

Το Επιμελητήριο καθόρισε ως ελάχιστο επίπεδο προσόντων αυτό που περιγράφεται στο άρθρο 15(ε):

 

"(ε) δίπλωμα που πιστοποιεί ότι ο κάτοχος ολοκλήρωσε επιτυχώς κύκλο μεταδευτεροβάθμιων σπουδών ελάχιστης διάρκειας τεσσάρων ετών ή αντίστοιχης διάρκειας υπό καθεστώς μερικής παρακολούθησης, σε πανεπιστήμιο ή ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα ή σε άλλο ίδρυμα ανάλογου επιπέδου, καθώς και, ενδεχομένως, την επαγγελματική κατάρτιση που μπορεί να απαιτείται συμπληρωματικά προς τον εν λόγω κύκλο μεταδευτεροβάθμιων σπουδών."

 

Το γεγονός επομένως ότι ο αιτητής είναι μέλος του RICS δεν του δίνει το δικαίωμα για εγγραφή του στο Μητρώο Μελών του Επιμελητηρίου. Σύμφωνα με τις διατάξεις των πιο πάνω άρθρων, οι βεβαιώσεις επάρκειας ή οι τίτλοι εκπαίδευσης, που στην παρούσα περίπτωση είναι η βεβαίωση εγγραφής του αιτητή στο RICS, πρέπει να βεβαιώνουν επίπεδο επαγγελματικών προσόντων τουλάχιστον ισοδύναμο με το αμέσως προηγούμενο επίπεδο εκείνου που απαιτείται από το Επιμελητήριο, δηλαδή θα πρέπει να βεβαιώνουν επιτυχή ολοκλήρωση εκπαίδευσης μεταδευτεροβάθμιου επιπέδου, διάρκειας τουλάχιστον τριών και όχι άνω των τεσσάρων ετών. Ο αιτητής όμως κανένα τίτλο σπουδών δεν ολοκλήρωσε, ούτε κατέχει οποιοδήποτε ακαδημαϊκό προσόν. Κατά συνέπεια, καμιά βεβαίωση επάρκειας διαθέτει ο αιτητής που να βεβαιώνει ότι το επίπεδο επαγγελματικών του προσόντων είναι τουλάχιστον ισοδύναμο με το αμέσως προηγούμενο εκείνου που απαιτείτο από το Επιμελητήριο, όπως επιβάλλεται από το άρθρο 17(2)(β) του Ν. 31(1)/2008.

 

Λαμβανομένων υπόψη των όσων έχουν προαναφερθεί, θα πρέπει να απορριφθούν και άλλοι ισχυρισμοί του αιτητή σύμφωνα με τους οποίους ο καθ΄ου η αίτηση δεν προέβη στη δέουσα έρευνα που χρειαζόταν υπό τις περιστάσεις, ότι η επίδικη απόφαση είναι αναιτιολόγητη και ότι λήφθηκε κατά παράβαση των αρχών της χρηστής διοίκησης και/ή ότι υπήρξε κατάχρηση εξουσίας.

 

Τέλος, απορριπτέος είναι, με βάση όλα τα πιο πάνω, και ο ισχυρισμός του αιτητή ότι η επίδικη απόφαση θα πρέπει ν΄ ακυρωθεί γιατί υπήρξε πλάνη ως προς το νόμο και/ή τα πράγματα. Όπως επίσης θα πρέπει να απορριφθεί ως ατεκμηρίωτος περαιτέρω ισχυρισμός του ότι υπήρξε παράβαση του Άρθρου 28 του Συντάγματος και των αρχών της ίσης μεταχείρισης μεταξύ των Ευρωπαίων πολιτών και/ή μεταξύ πολιτών άλλων κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του αιτητή στη βάση της εθνικής καταγωγής και/ή εθνικότητας του και/ή άλλως πως.

Πρόσθετα, δεν τίθεται ούτε θέμα άνισης μεταχείρισης του αιτητή  με υπηκόους κρατών-μελών, εφόσον, σύμφωνα με το άρθρο 17(2)(β) του Ν.31(1)/2008, ακόμη και αν πρόκειται για πολίτη π.χ. του Ηνωμένου Βασιλείου, αρχικά φαίνεται ότι και πάλι δε θα εδικαιούτο να εγγραφεί στο Μητρώο μελών του Επιμελητηρίου, αφού δεν κατέχει το αμέσως προηγούμενο επίπεδο προσόντων από αυτά που απαιτεί το Επιμελητήριο για να εγγράψει κάποιον στο Μητρώο Μελών του.

 

Όπως είχε λεχθεί και στην προαναφερθείσα απόφαση στην υπόθεση Μαρκιτανής (ανωτέρω), το Γενικό Σύστημα Αναγνώρισης Επαγγελματικών Προσόντων / Οδηγία 2005/36/ΕΚ δεν έγινε για εξάλειψη της ανισότητας μεταξύ των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά πρόκειται για τη θέσπιση ενός συστήματος μέσω του οποίου οι Ευρωπαίοι πολίτες διασφαλίζουν το δικαίωμά τους για ελεύθερη μετακίνηση, εγκατάσταση και παροχή  υπηρεσιών μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

 

Η προσφυγή απορρίπτεται και, ακολουθώντας το αποτέλεσμα, τα έξοδα επιδικάζονται υπέρ του καθ΄ου η αίτηση, όπως αυτά θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

   K. Κληρίδης,

/ΧΤΘ                                                                 Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο