ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υποθ. Αρ.738/11)
12 Ιουνίου, 2013
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στης]
Αναφορικά με τα ΄Αρθρα 23 και 146 του Συντάγματος
1. ΠΕΤΡΟΣ ΠΕΤΡΟΥ
2. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ
3. ΑΝΝΑ ΧΡΙΣΤΟΦΙΔΟΥ
4. ΑΧΙΛΛΕΑΣ ΣΩΤΗΡΕΛΛΗΣ
5. ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΓΕΩΡΓΑΡΑΚΗ
6. ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ
Αιτητές,
-και -
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, μέσω
Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας
Καθ΄ων η αίτηση.
-----------------------
Ξ.Ευγενίου, (κα.), για Α.Σ.Αγγελίδη, για τους αιτητές
Κ.Σταυρινός, δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ΄ων η αίτηση
---------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Mε την παρούσα προσφυγή οι αιτητές,[1] αμφισβητούν της απόφασης της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας («η ΕΔΥ») με την οποία δεν έγινε αποδεκτό το αίτημα τους να διοριστούν αναδρομικά, στη θέση Λειτουργού Βιομηχανικών Εφαρμογών, Υπηρεσίες Εμπορίου και Βιομηχανίας.
Η παρούσα υπόθεση παρουσιάζει μια ιδιομορφία. Από τη μια, έκδηλα, υπάρχει καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της διαδικασίας διορισμού, αλλά, από την άλλη η αποδοχή του διορισμού εκ μέρους των αιτητών, δημιουργεί θέμα ύπαρξης εννόμου συμφέροντος, το οποίο θα με απασχολήσει μεταγενέστερα.
Το ιστορικό της υπόθεσης έχει ως ακολούθως:
Υποβλήθηκε αίτημα από το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εμπορίας, Βιομηχανίας και Τουρισμού με επιστολή ημερ. 16 Μαρτίου 2004, για την πλήρωση 8 μόνιμων θέσεων Λειτουργού Βιομηχανικών Εφαρμογών, Υπηρεσίες Εμπορίου και Βιομηχανίας («οι θέσεις»).
Η ΕΔΥ σε συνεδρία της ημερ. 31 Μαρτίου 2004 αποφάσισε ότι οι υποψήφιοι για τις οκτώ θέσεις θα πρέπει να κατέχουν πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλο ή ισότιμο προσόν, στα ακόλουθα θέματα:
Δύο θέσεις στον κλάδο Μηχανολογικής Μηχανικής.
Μία θέση στον κλάδο Πολιτικής Μηχανικής
Τρεις θέσεις στον κλάδο Χημικής Μηχανικής
Και δύο θέσεις στον κλάδο της Ηλεκτρολογικής Μηχανικής ή σε Θέματα Ενέργειας.
Η δημοσίευση, για πλήρωση των εν λόγω θέσεων, έγινε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ημερ. 16 Απριλίου 2004 και υποβλήθηκαν συνολικώς 306 θέσεις. Στις 6 Μαϊου 2004 ζητήθηκε από τη Διοίκηση η πλήρωση μιας ακόμη κενής θέσης Λειτουργού Βιομηχανικών Εφαρμογών, με προσόντα πανεπιστημιακό δίπλωμα ή ισότιμο προσόν στον κλάδο της Χημικής Μηχανικής. Η ΕΔΥ αποφάσισε όπως η εν λόγω θέση ενταχθεί στην υφιστάμενη διαδικασία πλήρωσης των πιο πάνω θέσεων, έτσι ώστε ο αριθμός τους να ανέλθει στις εννέα.
Στις 28 Σεπτεμβρίου 2004 οι υποβληθείσες αιτήσεις απεστάλησαν στον Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εμπορίου, υπό την ιδιότητα του ως προέδρου της αρμοδίας συμβουλευτικής Επιτροπής, (άρθρο 33(3) του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, (Ν.1/90).
Επειδή προκλήθηκε καθυστέρηση ο Πρόεδρος της ΕΔΥ ζήτησε με επιστολή του ημερ. 13 Απριλίου 2007, να ενημερωθεί για τους λόγους της καθυστέρησης υποβολής της έκθεσης και ταυτοχρόνως ζήτησε επίσπευση της διαδικασίας. Παράλληλα, με νέα επιστολή ημερ. 24 Μαϊου 2007, ο Πρόεδρος της ΕΔΥ ζήτησε από τη Συμβουλευτική Επιτροπή να εντάξει στην υπό εξέλιξη διαδικασία, και μια άλλη θέση Λειτουργού Βιομηχανικών Εφαρμογών στον κλάδο Χημικής Μηχανικής, η οποία είχε στο μεταξύ κενωθεί.
Τελικώς η έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής υποβλήθηκε στην ΕΔΥ στις 27 Ιουλίου 2007 και σ΄αυτή συμπεριλαμβάνοντο 27 υποψήφιοι. Στις 9 Σεπτεμβρίου 2008 η ΕΔΥ, μετά από μελέτη της εν λόγω έκθεσης, την παρέπεμψε ξανά στη Συμβουλευτική Επιτροπή με εντολή τη δημιουργία νέας, ενόψει των υποβληθεισών παρατηρήσεων. Η νέα έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής αποστάληκε στην ΕΔΥ στις 10 Ιανουαρίου 2010.
Η ΕΔΥ σε συνεδρία της ημερ. 11 Οκτωβρίου 2010 αποφάσισε όπως ζητήσει πληροφορίες από το ΕΤΕΚ αναφορικά με το χρόνο και τον κλάδο εγγραφής των υποψηφίων, έτσι, ώστε να διαπιστωθεί αν ήταν εγγεγραμμένοι στον ουσιώδη χρόνο. Ο πρόεδρος του ΕΤΕΚ με επιστολή του ημερ. 18 Οκτωβρίου 2010, έδωσε τις ζητηθείσες πληροφορίες.
Η ΕΔΥ κατάρτισε τον τελικό κατάλογο των υποψηφίων την 1η Νοεμβρίου 2010 και τους κάλεσε σε προφορική συνέντευξη στις 6 και 7 Δεκεμβρίου 2010. Κατά την πιο πάνω ημερομηνία η ΕΔΥ αποφάσισε και πρόσφερε διορισμό σε όλους τους αιτητές, με ημερομηνία έναρξης την 17 Ιανουαρίου 2011. Σε σχετική επιστολή προσφοράς της συγκεκριμένης θέσης όλοι οι υποψήφιοι απάντησαν θετικά, πλην του αιτητή αριθμός 6, του οποίου ο διορισμός καθορίστηκε ότι θα αρχίσει από τις 4 Απριλίου 2011, αντί την 17 Ιανουαρίου 2011, που ίσχυε για τους υπόλοιπους. Ο διορισμός των αιτητών αριθμ.1-4 δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, ημερ. 28 Ιανουαρίου 2011, ενώ για τον αιτητή αριθμ.6 στις 11 Μαρτίου 2011.
Στις 25 Φεβρουαρίου 2011 ο δικηγόρος των αιτητών με σχετική επιστολή του έθεσε στην Επιτροπή γεγονότα, με τα οποία, στο μεσοδιάστημα από της προκήρυξης της θέσης το 2004, μέχρι το διορισμό που έγινε το 2011, μεσολάβησαν πέντε νέες προκηρύξεις, αναλόγων θέσεων, οι οποίες πληρώθηκαν έγκαιρα. Ως αποτέλεσμα τούτου ο συνήγορος ζήτησε την άρση της αδικίας σε βάρος των πελατών του, όπως πρόβαλε, και ταυτοχρόνως την αναδρομική ισχύ του διορισμού τους. Η ΕΔΥ με επιστολή της ημερ. 24 Μαρτίου 2011 απέρριψε το αίτημα και καταχωρήθηκε η παρούσα προσφυγή με την οποία ζητείται η άρση της άνισης μεταχείρισης των αιτητών που διαμορφώθηκε αφού στο μεταξύ πληρώθηκαν οι άλλες θέσεις.
Από πλευράς καθ΄ων η αίτηση προβλήθηκε η ανυπαρξία εννόμου συμφέροντος εκ μέρους των αιτητών γιατί είχαν, όπως αναφέρθηκε, ανεπιφύλακτα αποδεχτεί το διορισμό τους.
Οι αιτητές αντιπρόβαλαν, επί του προκειμένου, ότι κατά το στάδιο αποδοχής του διορισμού τους δεν είχαν υπόψη τους ότι υπήρχαν μεταγενέστερες προκηρύξεις, για τις ίδιες θέσεις, και έγιναν διορισμοί, που ως αποτέλεσμα τούτου, οι εκ των υστέρων διορισθέντες απέκτησαν αρχαιότητα έναντι τους. Πρόβαλαν επίσης ότι είχαν πλανηθεί κατά την αποδοχή του διορισμού τους, εφόσον οι καθ΄ων η αίτηση απέκρυψαν τη διενέργεια μεταγενέστερης, από τη δική τους προκήρυξη και συνακόλουθους διορισμούς.
Πριν εξετάσω το θέμα της προδικαστικής ενστάσεως θα πρέπει να ανατρέξω στο φάκελο της υπόθεσης, όπου με επιστολή της ΕΔΥ, ημερ. 13 Δεκεμβρίου 2010, καταγράφονται τα εξής:
«....... Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας αποφάσισε να σας προσφέρει διορισμό με δοκιμασία στη μόνιμη θέση Λειτουργού Βιομηχανικών Εφαρμογών, Υπηρεσίες Εμπορίου και Βιομηχανίας, από 17.1.2011, σύμφωνα με τους όρους και τις υπηρεσίες που επισυνάπτονται.
2. Παρακαλείστε να μας πληροφορήσετε γραπτώς το αργότερο μέσα σε 15 ημέρες από την ημερομηνία της παρούσας επιστολής κατά πόσο αποδέχεστε ή όχι την πιο πάνω προσφορά .....»
Η επιστολή αποδοχής από τον αιτητή 1 ημερ. 13 Δεκεμβρίου 2010 ανέφερε ότι, «ευχαρίστως αποδέχομαι την πάρα πάνω θέση». Ο αιτητής αριθμ.2 με επιστολή του ημερ. 16 Δεκεμβρίου 2010 ανέφερε ότι, «αποδέχομαι την πιο πάνω θέση». Η αιτήτρια αριθμ. 3 με επιστολή της ημερ. 20 Δεκεμβρίου 2010 ανέφερε ότι «.. αποδέχομαι το διορισμό .... στη μόνιμη θέση .... από 17.1.2011». Ο αιτητής αριθμ.4 με επιστολή του ημερ. 20 Δεκεμβρίου 200 ανέφερε ότι, «αποδέχομαι το διορισμό στη μόνιμη θέση .... από 17 Ιανουαρίου 2011.» Ο αιτητής αριθμ.6 ανέφερε ότι, «αποδέχομαι τη θέση πλην όμως αδυνατώ να ξεκινήσω την εργασία μου κατά την πιο πάνω ημερομηνία ...». Είναι σ΄αυτή την περίπτωση που ο διορισμός του εν λόγω αιτητή άρχισε σε μεταγενέστερο στάδιο απ΄ότι των υπολοίπων.
Από τα πιο πάνω παρατηρώ ότι υπάρχει μια ανεπιφύλακτη αποδοχή εκ μέρους των αιτητών στους όρους του διορισμού τους, που περιλάμβανε, μεταξύ άλλων και την ημερομηνία έναρξης του εν λόγω διορισμού. Στις περιπτώσεις όπου υπάρχει πλήρης γνώση των πραγματικών γεγονότων, η ύπαρξη αμφισβήτησης, τους οδηγεί σε έλλειψη εννόμου συμφέροντος εκ μέρους ενός αιτητή. Βλ. Papadopoulou and another v. C.B.C. (1987) 3 C.L.R. 685.
Η γνώση πρέπει να είναι πραγματική και με βάση τις γενικές αρχές του διοικητικού δικαίου, ένας αιτητής θεωρείται ότι έλαβε τέτοια γνώση όταν περιέλθει στην αντίληψη του ολόκληρο το φάσμα των γεγονότων, περιλαμβανομένου του περιεχομένου της πράξης απόφασης ή παράλειψης της διοίκησης. Η γνώση του περιεχομένου της απόφασης πρέπει να είναι εκτεταμένη και επαρκής, ώστε ο επηρεαζόμενος να γνωρίζει τις επιπτώσεις που η απόφαση ενδεχομένως επιφέρει. Βλ. Ακίνητα Λούλλα Ιωνίδου ν. Εφόρου Φόρου Εισοδήματος (2001) 3 Α.Α.Δ. 1011.
Κατά τεκμήριο δεν υπάρχει έννομο συμφέρον και το ένδικο μέσο προσβολής μιας πράξης κρίνεται ως απαράδεκτο στις περιπτώσεις αποδοχής της προσβαλλόμενης πράξης. Η αποδοχή όπως, τονίζεται στο Σύγγραμμα του Π.Δ.Δαγτόγλου Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο, 3η έκδοση, παρα.548, μπορεί να είναι άμεση, ή μπορεί να είναι σιωπηρή. Υπαρχούσης τέτοιας αποδοχής, ο παρεμπίπτων έλεγχος, αναφέρεται στη συνέχεια, δεν μπορεί να γίνει μεταγενεστέρως. Περαιτέρω, τονίζεται στο ίδιο σύγγραμμα ότι η αποδοχή πρέπει να προκύπτει σαφώς είτε από ρητή δήλωση του διοικούμενου, είτε από τη συμπεριφορά του που δεν πρέπει να αφήνει αμφιβολία σχετικά με την έννοια της. Δεν αρκεί, αναφέρεται στη συνέχεια, η συναγωγή ανεπιφύλακτης και σαφούς αποδοχής, αλλά πρέπει: (α) όταν πρόκειται για σύνθετη διοικητική ενέργεια, με διακεκριμένα στάδια, να συμμετέχει ο διοικούμενος σε κάθε στάδιο, (β) οι τυχόν βλαπτικές συνέπειες από την ανεπιφύλακτη συμμετοχή να ήταν εξ αρχής προβλέψιμες και (γ) ειδικότερα σε περιπτώσεις διαγωνισμών ανάθεσης δημοσίων έργων να προβάλλεται αμφισβήτηση κατά της προκήρυξης πριν τη σύναψη συμβάσεως.
Από τα πιο πάνω το μόνο στοιχείο που θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο έρευνας, στην προκείμενη περίπτωση, είναι κατά πόσο οι αιτητές είχαν πλήρη γνώση των βλαπτικών συνεπειών που θα είχε η αποδοχή της προσφοράς που τους έγινε για διορισμό.
Με βάση το περιεχόμενο της επιστολής προσφοράς που έγινε από την ΕΔΥ, ημερ. 13 Δεκεμβρίου 2010 καθίσταται σαφές ότι δεν υπήρχε οποιοδήποτε στοιχείο που να μη είχε συμπεριληφθεί στην εν λόγω προσφορά. Γνωστοποιήθηκε η θέση για την οποία έγινε η προσφορά, και η ημερομηνία έναρξης της ισχύος του διορισμού. Σ΄αυτή την προσφορά υπήρξε ανεπιφύλακτη αποδοχή. Δεν υπάρχει οποιοδήποτε στοιχείο το οποίο θα μπορούσε να εκληφθεί ότι ελλείπει, έτσι ώστε, οι αιτητές να προβάλουν ότι δεν είχαν πλήρη γνώση των βλαπτικών γι΄αυτούς στοιχείων της υπόθεσης. Σε κανένα στάδιο της διαδικασίας δεν έχει προβληθεί ότι οι αιτητές είχαν στερηθεί του δικαιώματος υποβολής οποιασδήποτε αίτησης για πλήρωση των θέσεων οι οποίες είχαν προκηρυχθεί μετά το 2004 που έγινε η συγκεκριμένη προκήρυξη για τις επίδικες θέσεις.
Οι αιτητές είχαν πλήρη γνώση ότι η διαδικασία άρχισε το 2004 χωρίς αμφιβολία η ολοκλήρωση της καθυστέρησε. Το ζητούμενο δεν είναι ο χρονικός ορίζοντας αλλά η ανυπαρξία γνώσης των δεδομένων όταν γινόταν η ανεπιφύλακτη αποδοχή διορισμού με τις αντίστοιχες επιστολές από τους αιτητές. Υπήρχε η αναγκαία γνώση για την καθυστέρηση.
Ως αποτέλεσμα τούτου θεωρώ ότι η ανεπιφύλακτη αποδοχή εκ μέρους των αιτητών της προσφοράς για διορισμό, καθιστά το ένδικο μέσο, δηλαδή την παρούσα προσφυγή, ως απαράδεκτη και απορριπτέα.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των καθ΄ων η αίτηση και εναντίον των αιτητών 1, 2, 3, 4 και 6.
Κ. Παμπαλλής,
Δ.
[1] η αιτήτρια αριθμός 5 απέσυρε την προσφυγή της,