ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Υπόθεση Αρ. 5651/2013)

 

26 Ιουνίου, 2013

 

[K. ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤO ΑΡΘΡO 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΑΡΧΗ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,

 

Αιτήτρια,

-ΚΑΙ-

 

1.     ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ,

2.     ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

    ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ,

 

Καθ΄ων η Aίτηση.

- - - - - -

Κ. Χατζηιωάννου, για την Αιτήτρια.

 

- - - - - -                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                            

 

Ε Ν Δ Ι Α Μ Ε Σ Η    Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ.: Η αιτήτρια, δυνάμει γραπτής συμφωνίας ημερομηνίας 8.2.2008, εκχώρησε στην εταιρεία Primetel PLC δικαιώματα χρήσης χωρητικότητας επί του υποθαλάσσιου καλωδιακού συστήματος LEV-MED NAUTILUS το οποίο ανήκει στην εταιρεία LAND-MED NAUTILUS LTD που είχε αγοραστεί από την αιτήτρια. Με άλλη συμφωνία ημερομηνίας 5.11.2009 η αιτήτρια εκχώρησε πρόσθετη χωρητικότητα και τροποποίησε την προηγουμένως παραχωρηθείσα χωρητικότητα που είχε παραχωρηθεί με τη συμφωνία της 8.2.2008. Με βάση τις σχετικές συμφωνίες, ρυθμίστηκαν οι πληρωμές στις οποίες θα προέβαινε η Primetel, τόσο δηλαδή με εφάπαξ χρέωση, όσο και ετήσιες χρεώσεις λειτουργίας και συντήρησης. Μεταγενέστερα, όμως, η Primetel αποτάθηκε στην καθ΄ης η αίτηση 1 Επιτροπή Προστασίας του Ανταγωνισμού (ΕΠΑ) υποβάλλοντας καταγγελία εναντίον της αιτήτριας ΑΤΗΚ στις 6.11.2008 επικαλούμενη πιθανή παράβαση προνοιών του περί Προστασίας του Ανταγωνισμού Νόμου, Νόμος αρ. 13(I)/2008 και ζήτησε τη λήψη προσωρινών μέτρων ενεργοποίησης πρόσθετης χωρητικότητας, χωρίς την πληρωμή οποιουδήποτε επιπλέον ποσού μέχρι την ολοκλήρωση της έρευνας από την ΕΠΑ. Η ΕΠΑ με απόφαση 8.12.2008 απέρριψε το αίτημα της Primetel και, έκτοτε, η Primetel προέβαινε σε τμηματικές πληρωμές έναντι των συμφωνηθεισών χρεώσεων. Ακολούθως, όμως, η Primetel παρουσιάζεται να υποβάλλει προς την αιτήτρια διάφορα αιτήματα με τα οποία ζητούσε κυρίως την καταβολή εκπρόθεσμων οφειλών της σε μηνιαίες δόσεις, παρατάσεις κλπ. Τελικά, η αιτήτρια διέκοψε την προσφερόμενη καλωδιακή χωρητικότητα προς την Primetel και προειδοποίησε ότι, σε περίπτωση μη πληρωμής οφειλομένων ποσών μέχρι τις 17.6.2013, τότε θα προχωρούσε σε επανάκτηση της χωρητικότητας και τερματισμό της σύμβασης με βάση τους όρους της. Τότε, η Primetel αποτάθηκε στις 5.6.2013 στην καθ΄ης η αίτηση ΕΠΑ ζητώντας τη λήψη ενδιάμεσων μέτρων που αφορούσαν τη συμφωνία της με την αιτήτρια. Η καθ΄ης η αίτηση επιλήφθηκε της εγερθείσας καταγγελίας της Primetel και, αφού άκουσε τις θέσεις και των δύο πλευρών, τόσο γραπτώς, όσο και προφορικώς, στις 17.6.2013 απέστειλε προς τους εμπλεκομένους στη διαφορά την απόφασή της.  Ουσιαστικά με την απόφασή της η ΕΠΑ κατέληξε στο εύρημα ότι ενυπήρχε ισχυρή εκ πρώτης όψεως υπόθεση παράβασης του άρθρου 6 του Νόμου και εξέδωσε προσωρινό διάταγμα στη βάση των άρθρων 23(2) και 28 του Νόμου με το οποίο διατάσσεται η αιτήτρια όπως μη τερματίσει τη μεταξύ αυτής και της Primetel συμφωνία ημερομηνίας 8.2.2008 και τη συμφωνία με ημερομηνία 5.11.2009 για το λόγο της μη εξόφλησης εκ μέρους της Primetel του πληρωτέου ποσού, όπως μη ανακτήσει την υπό αναφορά χωρητικότητα και περαιτέρω όπως επαναφέρει και επανασυνδέσει με τον ενδεδειγμένο τεχνικό ή άλλο τρόπο τη χωρητικότητα επί της οποίας η Primetel αγόρασε δικαίωμα χρήσης από την αιτήτρια στο προαναφερθέν καλωδιακό σύστημα και την οποία η αιτήτρια αποσύνδεσε από τις 3.6.2013. Το μέρος του διατάγματος περί της επαναφοράς και επανασύνδεσης της χωρητικότητας τελούσε υπό τον όρο ότι η Primetel θα καταβάλει το οφειλόμενο ποσό πλέον κόστος επανασύνδεσης, τμηματικά με ποσά και ημερομηνίες οι οποίες προνοούνται στο διάταγμα.

 

Με την παρούσα προσφυγή της η αιτήτρια προσβάλλει τη νομιμότητα της απόφασης της καθ΄ης η αίτηση ΕΠΑ η οποία της κοινοποιήθηκε στις 18.6.2013 ως προς την επιβολή του προσωρινού διατάγματος.

 

Περαιτέρω, με μονομερή αίτησή της, η αιτήτρια ζητά από το Δικαστήριο διάταγμα με το οποίο να αναστέλλεται η ισχύς της προσβαλλόμενης απόφασης των καθ΄ων η αίτηση για τη λήψη προσωρινών μέτρων μέχρι την εκδίκαση και τελική αποπεράτωση της προσφυγής της. Σε σχετική ένορκη δήλωση προς υποστήριξη της αίτησης η οποία υπογράφεται από διευθυντικό στέλεχος της αιτήτριας, εκτίθενται τα γεγονότα και οι νομικοί ισχυρισμοί που προβάλλει η αιτήτρια για υποστήριξη του αιτήματός της για έκδοση προσωρινής θεραπείας. Σύμφωνα με τα κύρια σημεία της ένορκης δήλωσης, με την προσβαλλόμενη απόφαση εμποδίζεται η λειτουργία και/ή η διακοπή της συμφωνίας ημερομηνίας 5.11.2009 η οποία όμως ουδέποτε υπήρξε αντικείμενο καταγγελίας, ενώ παραχωρείται από την ΕΠΑ παράταση ακόμα μεγαλύτερη απ΄ότι είχε αρχικά ζητηθεί από την ίδια την Primetel. Περαιτέρω, τίθεται ο ισχυρισμός ότι με το εκδοθέν διάταγμα προνοείται μέθοδος αποπληρωμής οφειλόμενου ποσού κατά τρόπο ο οποίος εκβαίνει των εξουσιών της καθ΄ης η αίτηση και των όρων της υφιστάμενης σύμβασης. Με την ίδια ένορκη δήλωση απορρίπτεται το εύρημα της καθ΄ης η αίτηση περί πρόκλησης ανεπανόρθωτης ζημιάς στην Primetel αν δεν λαμβάνονταν τα προσβαλλόμενα προσωρινά μέτρα, για τους τεχνικής φύσεως κυρίως λόγους οι οποίοι εξηγούνται στην ένορκη δήλωση.

 

Όπως ξεκάθαρα εξάγεται από τη νομολογία, η δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου μπορεί να ασκηθεί παρέχοντας ενδιάμεση-προσωρινή θεραπεία, εκεί μόνο που ο αιτητής αποδεικνύει την ύπαρξη ενός από δύο παράγοντες:

 

α. Έκδηλη παρανομία στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, ή

 

β. Επιφορά ανεπανόρθωτης ζημιάς στον ίδιο από τη μη έκδοση του διατάγματος.

 

(Βλ. π.χ. Economides v. Republic (1982) 3 CLR 837, Mayo and another v. Republic (1988) 3 CLR 1203, Frangos and others v. Republic (1982) 3 CLR 53).

 

Πολλές, αλλά συγκλίνουσες ερμηνείες έχουν δοθεί στον όρο "έκδηλη παρανομία" σε κατά καιρούς εκδοθείσες αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Στην απόφση της Ολομέλειας στην υπόθεση Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς Κύπρου ν. Marfin Popular Bank Public Ltd (2007) 3 ΑΑΔ 32, λέχθηκαν τα εξής στη σελίδα 36 του τόμου αποφάσεων:

 

"Η έννοια της έκδηλης παρανομίας έχει επίσης πάγια νομολογηθεί, και υπενθυμίζουμε την απόφαση της Ολομέλειας στη Λοϊζίδης ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 234. Θα πρέπει η παρανομία, αν δεν αναδύεται αυτόματα, να προκύπτει στη βάση του υπάρχοντος διαθέσιμου υλικού, ως αντικειμενικά αναντίλεκτη και μη υποκείμενη σε στάθμιση και έκφραση κρίσης."

 

Στην ίδια την απόφαση Λοϊζίδης (ανωτέρω), στην οποία και παραπέμπει το πιο πάνω απόσπασμα, επεξηγήθηκε ότι:

 

"Έκδηλη παρανομία είναι εκείνη που, αν δεν αναδύεται αυτόματα, ανακύπτει κατόπιν αναλογισμού ως προς τις επιπτώσεις στοιχείων ενυπαρχόντων στο διαθέσιμο υλικό εφόσον βέβαια ό,τι απορρέει παραμένει αντικειμενικά αναντίλεκτο και μη υποκείμενο σε στάθμιση για έκφραση κρίσης."

 

Στην υπόθεση Frangos and others v. Republic (ανωτέρω) λέχθηκε ότι:

 

"For the court to act, the illegality must be palpably identifiable without having to probe into disputed facts."

 

Δηλαδή, η παρανομία θα πρέπει να είναι απτή, ή όπως έχει άλλως χαρακτηρισθεί, θα πρέπει να είναι εξόφθαλμη.

 

Ως προς τον παράγοντα της πρόκλησης ανεπανόρθωτης ζημιάς, απαιτείται η απόδειξη από τον αιτητή σοβαρής πιθανότητας ότι θα υποστεί ανεπανόρθωτη ζημιά αν δεν εκδοθεί το ζητούμενο προσωρινό διάταγμα. Προς τούτο, είναι αναγκαία η προσαγωγή μαρτυρίας από την οποία να αποδεικνύεται ότι η ζημιά την οποία θα υποστεί ο αιτητής δεν θα μπορεί να αποκατασταθεί με οποιαδήποτε από τις θεραπείες που μπορούν να χορηγηθούν με την ακύρωση της προσβαλλόμενης διοικητικής πράξης, ή με άλλο τρόπο. Ακόμα δε και στην περίπτωση κατά την οποία μπορεί να διαφαίνεται πιθανότητα πρόκλησης τέτοιας ζημιάς, το Δικαστήριο δύναται να αρνηθεί να εκδώσει προσωρινό διάταγμα, αν αυτό είναι βέβαιο ότι θα δημιουργήσει ανυπέρβλητα εμπόδια στο έργο της Διοίκησης. Επανειλημμένα δε έχει νομολογηθεί ότι η πρόκληση κάποιας χρηματικής ζημιάς κατά κανόνα δεν θεωρείται ανεπανόρθωτη για σκοπούς έκδοσης προσωρινού διατάγματος μέχρι την έκδίκαση προσφυγής, εκτός εάν η αποτίμηση και επανόρθωση της ζημιάς που επικαλείται ο αιτητής είναι αδύνατη. (Κροκίδου ν. Δημοκρατίας (ανωτέρω), Μαρκουλλίδου ν. Δημοκρατίας (1989) 3 ΑΑΔ 3413).

 

Αγορεύοντας, ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας, αφού υιοθέτησε το υλικό που τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου μέσω της αίτησης, της ένορκης δήλωσης που την υποστηρίζει και των τεκμηρίων τα οποία είναι συνημμένα τόσο στην ενδιάμεση αίτηση όσο και στην κυρίως Αίτηση, ενδιέτριψε κυρίως επί του θέματος της κατάδειξης του στοιχείου της έκδηλης παρανομίας στην υπό εξέταση περίπτωση από πλευράς της καθ΄ης η αίτηση ΕΠΑ. Τα κύρια σημεία που στοιχειοθετούν κατά την εισήγησή του την έκδηλη παρανομία, τα συγκεκριμενοποίησε ως ακολούθως:

 

1.     Ότι η εκδοθείσα απόφαση και τα διαταχθέντα μέτρα καλύπτουν και τη συμφωνία ημερομηνίας 5.11.2009, η οποία όμως ουδέποτε υπήρξε αντικείμενο καταγγελίας.

 

2.     Ότι η καθ΄ης η αίτηση έλαβε υπόψη επιστολή ημερομηνίας 13.6.2013 από τον Επίτροπο Ρύθμισης Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομείων η οποία περιείχε περιεχόμενο αρνητικό για τις θέσεις της αιτήτριας ενώ η υποβολή των παραστάσεων των δύο πλευρών στη διαφορά είχε ήδη συμπληρωθεί και έτσι η αιτήτρια δεν είχε την ευκαιρία να απαντήσει στα θέματα που εγείροντο στην επιστολή εκείνη.

 

3.     Ότι η καθ΄ης η αίτηση στήριξε την απόφασή της στην ΚΔΠ 253/2011 αναφερόμενη στην εναλλακτική διόδευση σε περίπτωση βλάβης, θέμα που δεν είχε τεθεί ενώπιον της αιτήτριας κατά την ακρόαση, έτσι ώστε να μπορούσε να το αντιμετωπίσει κατάλληλα.

 

4.     Ότι με τον τρόπο που ενήργησε, ουσιαστικά η καθ΄ης η αίτηση ΕΠΑ επενέβη στη μεταξύ των συμβαλλομένων σύμβαση και ρύθμισε από μόνη της τον τρόπο πληρωμής οφειλομένων ποσών, πράγμα που εκφεύγει της δικαιοδοσίας της, αφού δε διαπιστώνεται στην υπό εξέταση περίπτωση παράβαση προνοιών του Δικαίου του Ανταγωνισμού.

 

5.     Επιπρόσθετα, η καθ΄ης αίτηση ΕΠΑ ενήργησε κατά τρόπο αντινομικό αφού επιλαμβανόμενη του ίδιου αιτήματος από την Primetel προηγουμένως, είχε αποφανθεί πως δεν είχε αποδειχθεί ούτε εκ πρώτης όψεως υπόθεση στην καταγγελία της εναντίον της αιτήτριας, ούτε και ανεπανόρθωτη ζημιά, εν αντιθέσει με διαφορετικά ευρήματα στα οποία κατέληξε στο πλαίσιο της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

Εξετάζοντας τις πιο πάνω θέσεις υπό το φως των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, παρατηρώ τα ακόλουθα:

 

Ως προς το θέμα σύμφωνα με το οποίο η μεταξύ της αιτήτριας και της Primetel συμφωνία ημερομηνίας 5.11.2009, δεν μπορούσε να καλύπτεται από την προσβαλλόμενη απόφαση της καθ΄ης η αίτηση και τα εκδοθέντα διατάγματα, επειδή αυτή η συμφωνία ουδέποτε υπήρξε αντικείμενο καταγγελίας, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη τα ακόλουθα:

 

Είναι γεγονός ότι, όπως άλλωστε αναφέρεται και στην ίδια την προσβαλλόμενη απόφαση της ΕΠΑ, αντικείμενο της καταγγελίας της Primetel είναι η συμφωνία ημερομηνίας 8.2.2008. Όμως, όπως αναφέρεται περαιτέρω στην απόφαση και αυτό επιβεβαιώνεται και από τον ομνύοντα στην ένορκη δήλωση προς υποστήριξη της αίτησης, οι υπηρεσίες που περιέχοντο στην Primetel από την αιτήτρια με τη συμφωνία της 8.2.2008, αναβαθμίστηκαν με τη συμφωνία της 5.11.2009 με την απόκτηση πρόσθετης χωρητικότητας. Όπως δε προστίθεται, συνακόλουθα, οι χωρητικότητες που εκχωρήθηκαν προς την Primetel με βάση το δεύτερο συμβόλαιο, ενοποιήθηκαν τεχνικά με την παροχή μιας ενοποιημένης μονάδας χωρητικότητας, οδηγώντας έτσι σε εφάπαξ χρέωση των συμβολαίων της αιτήτριας με την Primetel. Με αυτά ως δεδομένα, η συμπερίληψη της συμφωνίας της 5.11.2009 στην απόφαση ως μέρος της καταγγελίας και των ληφθέντων μέτρων, παρουσιάζεται να ήταν αναπόφευκτη.

 

Δεύτερο θέμα έκδηλης παρανομίας το οποίο προβάλλει η αιτήτρια είναι το ότι η καθ΄ης η αίτηση έλαβε υπόψη της επιστολή του Επιτρόπου Ρύθμισης Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομείων ημερομηνίας 13.6.2013, ενώ η υποβολή παραστάσεων των εμπλεκομένων στην καταγγελία μερών, συμπληρώθηκε λίγες μέρες προηγουμένως. Όπως διαπιστώνεται από τη σελίδα 11 της προσβαλλόμενης απόφασης, στις 12.6.2013, μετά που παραλήφθηκαν από την καθ΄ης η αίτηση οι συμπληρωματικές θέσεις των μερών και μελετήθηκαν, η καθ΄ης η αίτηση αποφάσισε όπως απευθύνει στον Επίτροπο κάποια ερωτήματα ώστε να διευκρινιστούν ζητήματα που προέκυψαν. Οι απαντήσεις δόθηκαν και λήφθηκαν υπόψη στην υπό κρίση απόφαση. Ανεξάρτητα βέβαια από την ορθότητα ή μη των διευκρινίσεων που δόθηκαν, το μόνο θέμα που μπορεί εδώ να απασχολήσει είναι το κατά πόσο οι διευκρινίσεις του Επιτρόπου θα έπρεπε να ετίθεντο υπόψη των εμπλεκομένων μερών έτσι ώστε να τις σχολιάσουν, αν επιθυμούσαν. Αυτό το θέμα ενδεχόμενα να πρέπει να απασχολήσει κατά την εξέταση της ουσίας της προσφυγής, έτσι ώστε κατόπιν ενδελεχούς εξέτασής του να διασαφηνιστεί κατά πόσο επρόκειτο περί καθαρά τεχνικής φύσεως θεμάτων επί των οποίων θα μπορούσε να ζητήσει συμβουλή η καθ΄ης η αίτηση μονομερώς, κατά πόσο οι διευκρινίσεις ήταν εσφαλμένες τελικά κλπ. Στο παρόν όμως στάδιο, δεν μπορεί να λεχθεί ότι, ενεργώντας όπως ενήργησε, η καθ΄ης η αίτηση διέπραξε παρανομία και μάλιστα έκδηλη.

 

Άλλο θέμα που ηγέρθη, είναι ότι η καθ΄ης η αίτηση στήριξε την απόφασή της στην ΚΔΠ 253/2011 ως προς το θέμα της εναλλακτικής διόδευσης σε περίπτωση βλάβης, χωρίς να είχε τεθεί τέτοιο θέμα κατά τη διαδικασία έτσι ώστε να μπορούσε να αντιμετωπισθεί από την αιτήτρια. Σε σχέση με το θέμα τούτο, θα πρέπει να σημειωθεί ότι η προσβαλλόμενη απόφαση παρουσιάζεται να στηρίχτηκε στις ουσιαστικές πρόνοιες του Νόμου, οι οποίες επεξηγούνται και έτυχαν εφαρμογής στην απόφαση. Η αναφορά στην ΚΔΠ 253/2011 φαίνεται να είναι επικουρική και επιπρόσθετη και, εν πάση περιπτώσει, δεν συνιστά παρανομία, ένα οποιοδήποτε διοικητικό όργανο το οποίο εφαρμόζει διαδικασίες που μπορούν να θεωρηθούν οιωνοί δικαστικές, να παραπέμπει προς υποστήριξη ή περαιτέρω υποστήριξη της απόφασής του σε δευτερογενή νομοθεσία στην οποία δεν έγινε αναφορά κατά τη διαδικασία.

 

Το τέταρτο θέμα που εγείρει η αιτήτρια είναι ότι η καθ΄ης η αίτηση ΕΠΑ επενέβη στη μεταξύ των συμβαλλομένων σύμβαση και ρύθμισε από μόνη της τον τρόπο πληρωμής οφειλόμενων ποσών, κάτι που εκφεύγει της δικαιοδοσίας της, αφού δε διαπιστώνεται εδώ παράβαση προνοιών του Δικαίου του Ανταγωνισμού. Σε σχέση με αυτή τη θέση, θα πρέπει κατ΄ αρχάς να σημειωθεί ότι το κατά πόσο υπήρξε ή όχι παράβαση των προνοιών του Δικαίου του Ανταγωνισμού, είναι ένα νομικό θέμα ουσίας που θα πρέπει να εξετασθεί στην προσφυγή και όχι στην παρούσα αίτηση και, επίσης, να εξετασθεί τελικά και από την καθ΄ης η αίτηση η οποία επιλήφθηκε επί του παρόντος, μόνο αιτήματος για λήψη προσωρινών μέτρων. Ήταν όμως το εύρημα της καθ΄η ς η αίτηση ότι η αιτήτρια ενήργησε υπό συνθήκες που συνιστούσαν εκ πρώτης όψεως καταχρηστική εκμετάλλευση της δεσπόζουσας θέσης που κατέχει στην αγορά, κατά παράβαση του Νόμου. Αυτό το στοιχείο, το οποίο είναι προϋπόθεση για λήψη προσωρινών μέτρων, δεν μπορεί ασφαλώς να ελεγχθεί στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, κατά την οποία μπορεί μόνο να ανιχνευθεί η ύπαρξη ή μη έκδηλης παρανομίας και όχι η νομιμότητα ή ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

Τελικά, ήταν η θέση της αιτήτριας ότι, πέραν των ανωτέρω, η καθ΄ης η αίτηση ενήργησε κατά τρόπο αντινομικό επειδή, επιλαμβανόμενη του ιδίου αιτήματος της Primetel προηγουμένως, είχε αποφανθεί κατά τρόπο αντίθετο.

 

Έχοντας εξετάσει τη σχετική καταγγελία της Primetel και την υπό αναφορά απόφαση της καθ΄ης η αίτηση ημερομηνίας 8.12.2008, θα πρέπει να παρατηρήσω ότι καμιά σύγκριση μεταξύ της προηγηθείσας εκείνης διαδικασίας μπορεί να γίνει με την υπό εξέταση εδώ διαδικασία, αφού οι δύο διαδικασίες σχετίζονται με  διαφορετικές καταγγελίες για ανόμοια θέματα. Με την προηγηθείσα καταγγελία της, η Primetel ισχυρίζετο ότι οι τιμές της συμφωνίας ημερομηνίας 8.2.2008 που είχαν συμφωνηθεί με την αιτήτρια για την αγορά χωρητικότητας στο καλωδιακό σύστημα, καθώς και οι όροι της συμφωνίας, παραβίαζαν το Νόμο, αφού η αιτήτρια είχε πωλήσει την ίδια χωρητικότητα των ιδίων χαρακτηριστικών, σε άλλη εταιρεία, σε τιμή χαμηλότερη από την τιμή που την πώλησε στην Primetel. Δε φαίνεται επομένως αξιοπερίεργο και σίγουρα όχι έκδηλα παράνομο, η εξετάζουσα Επιτροπή να κατέληγε σε διαφορετικά ευρήματα ως προς τις ίδιες προϋποθέσεις για λήψη προσωρινών μέτρων, σε δύο καταγγελίες με τελείως διαφορετικό αντικείμενο.

 

Καταλήγω στο ότι στο πλαίσιο της παρούσας αίτησης δεν έχει στοιχειοθετηθεί η προϋπόθεση της ύπαρξης έκδηλης παρανομίας στην προσβαλλόμενη απόφαση.

 

Ως προς την ενδεχόμενη κατάδειξη της άλλης προϋπόθεσης, αυτής δηλαδή της πρόκλησης ανεπανόρθωτης ζημιάς στην αιτήτρια, διαπιστώνεται ότι καμιά σχετική αναφορά ως προς κάτι τέτοιο γίνεται στην ένορκη δήλωση προς υποστήριξη της αίτησης, ούτε και λέχθηκε οτιδήποτε από το συνήγορο της αιτήτριας.

 

Επομένως, δε μπορώ παρά να καταλήξω σε εύρημα μη στοιχειοθέτησης ούτε και αυτής της προϋπόθεσης.

 

Με τα πιο πάνω δεδομένα, η αίτηση αναπόφευκτα απορρίπτεται.

 

 

   K. Κληρίδης,

                                                                        Δ.

 

 

 

 

 

 

 

/ΧΤΘ

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο