ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1366/2010)
20 Ιουνίου, 2013
[K. ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 7, 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
1. ΧΑΡΗΣ ΑΝΤΩΝΙΑΔΗΣ,
2. ΡΟΓΗΡΟΣ ΠΑΓΙΑΣΗΣ,
3. ΕΛΙΣΑΒΕΤ (ΕΛΣΗ) ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ,
4. ΝΙΝΑ ΣΑΒΒΙΔΟΥ,
5. ΑΝΔΡΟΥΛΛΑ ΑΝΤΩΝΙΑΔΟΥ,
6. ΜΑΡΙΑ ΠΑΓΙΑΣΗ,
7. ΑΝΤΡΕΑΣ ΣΤΕΦΑΝΟΥ,
8. ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΚΑΨΑΛΗΣ,
9. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΨΑΛΗΣ,
Αιτητές,
-ΚΑΙ-
1. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ
ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΗΣΕΩΣ ΚΑΙ/Ή
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ
ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ,
2. ΔΗΜΟΣ ΛΕΜΕΣΟΥ,
Καθ΄ων η Aίτηση.
- - - - - -
Α. Σ. Αγγελίδης, για τους Αιτητές.
Δ. Εργατούδη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Καθ΄ης η Αίτηση 1.
Μ. Αγιομαμίτης, για τον Καθ΄ου η Αίτηση 2.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ.: Οι αιτητές αξιώνουν ακύρωση της απόφασης του καθ΄ου η αίτηση 2 - Δήμου Λεμεσού, η οποία λήφθηκε με τη συγκατάθεση ή έγκριση του καθ΄ου η αίτηση 1 - Τμήματος Πολεοδομίας, με την οποία αποφασίστηκε η κατασκευή υπόγειου χώρου στάθμευσης και καταστημάτων στην οδό Ανδρέα Θεμιστοκλέους, στη Λεμεσό, καθώς και ακύρωση της απόφασης του καθ΄ου η αίτηση 2 να προκηρύξει στις 30.7.2010 δημόσιο διαγωνισμό για την ανάθεση του συγκεκριμένου έργου ανάπλασης / μελέτης / κατασκευής / χρηματοδότησης / διαχείρισης / συντήρησης του νέου υπόγειου χώρου στάθμευσης και καταστημάτων, δια της οποίας κατέστη γνωστή η απόφαση για το έργο.
Όλοι οι αιτητές είναι μέλη της "Επιτροπής Αγώνα Κατοίκων του Κέντρου Λεμεσού" και ιδιοκτήτες ακίνητης περιουσίας και οικοδομών τα οποία, όπως ισχυρίζονται, επηρεάζονται άμεσα και δυσμενώς από την απόφαση να δημιουργηθεί πολυόροφος χώρος στάθμευσης έμπροσθεν ή δίπλα από την περιουσία τους όπου διαμένουν και την οποία χρησιμοποιούν καθημερινά.
Όπως διαπιστώνεται από τα γεγονότα που παρατέθηκαν μέσω της Ένστασης, το προτεινόμενο έργο αφορά τη δημιουργία οργανωμένου χώρου στάθμευσης επί της οδού Ανδρέα Θεμιστοκλέους στο κέντρο της Λεμεσού, ο οποίος εντάσσεται στο πλαίσιο μιας συνολικής προσέγγισης του ζητήματος της στάθμευσης στο ευρύτερο κέντρο της πόλης, που περιλαμβάνει και τη δημιουργία παρόμοιων χώρων στην περιφέρεια. Βασικός στόχος του έργου είναι η μερική ικανοποίηση των αυξανόμενων αναγκών στάθμευσης στην ευρύτερη περιοχή του Κέντρου, στο πλαίσιο μιας προσπάθειας ορθολογιστικής διαχείρισης της στάθμευσης στην περιοχή.
Η δημιουργία του εν λόγω χώρου στάθμευσης βασίζεται σε σχετικές πρόνοιες των ισχυόντων εγκεκριμένων δημοσιευμένων Σχεδίων Ανάπτυξης της ευρύτερης περιοχής Λεμεσού, δηλαδή του Τοπικού Σχεδίου Λεμεσού και ειδικότερα του Σχεδίου Περιοχής Κέντρου Λεμεσού. Το Σχέδιο Περιοχής Κέντρου Λεμεσού αποτελεί Σχέδιο Ανάπτυξης, σύμφωνα με τα καθοριζόμενα στον περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμο.
Μετά από την εξέταση των ενστάσεων που υποβλήθηκαν εναντίον του Σχεδίου Περιοχής Κέντρου Λεμεσού κατά το Νοέμβριο 2002, δημοσιεύθηκε το Τροποποιημένο Σχέδιο Περιοχής Κέντρου Λεμεσού το Φεβρουάριο του 2006, με βάση τα εδάφια (8) και (9) του άρθρου 18 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου.
Στο πλαίσιο της υλοποίησης των έργων προτεραιότητας του Σχεδίου Περιοχής Κέντρου Λεμεσού ο Δήμος Λεμεσού, σε συνεργασία με το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως, ετοίμασαν ολοκληρωμένο Ρυθμιστικό Σχέδιο Κυκλοφοριακής Διαχείρισης/Ανάπλασης του Κέντρου της Λεμεσού, στο οποίο συμπεριλαμβάνεται ο εν λόγω χώρος στάθμευσης και το οποίο έχει τύχει της έγκρισης της Τεχνικής Επιτροπής του Κεντρικού Φορέα για την Επίλυση Κυκλοφοριακών Προβλημάτων. Το εν λόγω σχέδιο παρουσιάστηκε σε δημόσια παρουσίαση στο Δήμο Λεμεσού στις 28.5.2008.
Επειδή ο προτεινόμενος χώρος στάθμευσης εμπίπτει στα "Έργα για τα οποία υποβάλλεται σε πρώτο στάδιο προκαταρκτική έκθεση επιπτώσεων στο περιβάλλον", σύμφωνα με το Δεύτερο Παράρτημα (Άρθρο 9) του περί της Εκτίμησης των Επιπτώσεων στο Περιβάλλον από Ορισμένα Έργα Νόμου του 2005, Ν.140(1)/2005, το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως ετοίμασε έκθεση Προκαταρκτικής Εκτίμησης Επιπτώσεων στο Περιβάλλον για την προαναφερόμενη ανάπτυξη και την υπέβαλε ενώπιον της Επιτροπής Εκτίμησης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων στις 30.5.2008. Η Επιτροπή εξέτασε την πιο πάνω έκθεση κατά τις συνεδρίες της ημερομηνίας 21.1.2009 και 10.9.2009, αντίστοιχα, και εξέδωσε σχετική γνωμάτευση στις 14.12.2009.
Εν τω μεταξύ, το θέμα απασχόλησε μεταξύ άλλων θεμάτων, συνεδρία ημερομηνίας 5.3.2007, προεδρεύοντος του τότε Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Παπαδόπουλου, παρισταμένων πολλών Υπουργών και άλλων παραγόντων, με θέμα "Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου", όπου αποφασίστηκε όπως εξουσιοδοτηθεί ο Δήμος Λεμεσού να προχωρήσει σε προκήρυξη προσφορών για δημιουργία πολυόροφου χώρου στάθμευσης επί της οδού Ανδρέα Θεμιστοκλέους με τη μέθοδο BOT. Επιπρόσθετα, αποφασίστηκε όπως ετοιμαστεί προκαταρκτικό σχέδιο αξιοποίησης και διαμόρφωσης του χώρου αυτού από το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως.
Η προτεινόμενη ανάπτυξη χωροθετείται επί της οδού Αντρέα Θεμιστοκλέους, εντός του οικοδομικού τετραγώνου που περιβάλλεται από τις οδούς Ανεξαρτησίας, Θεμιστοκλέους και Γεωργίου Γενναδίου, στο Κέντρο της Λεμεσού. Ο χώρος της ανάπτυξης λειτουργεί ως υφιστάμενος χώρος στάθμευσης ο οποίος καλύπτει τις ανάγκες 150 περίπου οχημάτων. Ο προτεινόμενος χώρος στάθμευσης είναι χωρητικότητας περίπου 350 θέσεων και αποτελείται από δύο υπόγειους χώρους χωρητικότητας 140 περίπου θέσεων στάθμευσης ο καθένας, ενώ στο ισόγειο προτείνονται 70 ακάλυπτες θέσεις στάθμευσης.
Η προτεινόμενη ανάπτυξη εντάσσεται στην περιοχή Κεντρικού Εμπορικού Κέντρου (ΚΕΠ) σε πολεοδομική ζώνη πα7 (Περιοχή Ιστορικών Πυρήνων Συνεχούς Δόμησης) με συντελεστή δόμησης 1.60:1, ποσοστό κάλυψης 0.70:1, ανώτατο αριθμό ορόφων 3 και ύψους 10.00μ.
Ο καθ΄ου αίτηση 2, Δήμος Λεμεσού, προέβη σε προκήρυξη στις 30.7.2010 δημόσιου διαγωνισμού για την ανάθεση του συγκεκριμένου έργου ανάπλασης μελέτης / κατασκευής / χρηματοδότησης / διαχείρισης / συντήρησης, η οποία και προσβάλλεται με την παρούσα προσφυγή μαζί με την απόφαση για την κατασκευή του έργου.
Με την αγόρευση την οποία καταχώρησαν οι καθ΄ων η αίτηση ήγειραν προδικαστικές ενστάσεις, τις οποίες, λόγω της φύσεώς τους και των ενδεχόμενων εκπτώσεων τις οποίες δυνατόν να έχει απόφαση επί τούτων, θα τις εξετάσω κατά προτεραιότητα.
Προδικαστικές ενστάσεις.
Όπως ισχυρίζονται οι καθ΄ων η αίτηση, οι αιτητές στερούνται εννόμου συμφέροντος να προσβάλουν την επίδικη απόφαση.
Όπως έχει προαναφερθεί, οι αιτητές υποβάλλουν την αίτησή τους ως μέλη της Επιτροπής Αγώνα Κατοίκων του Κέντρου Λεμεσού και, υπό την ιδιότητά τους ως κατοίκων της περιοχής στην οποία πρόκειται να δημιουργηθεί ο επίδικος χώρος στάθμευσης ισχυρίζονται ότι επηρεάζονται τα συμφέροντά τους.
Όπως έχει νομολογηθεί, για τη θεμελίωση έννομου συμφέροντος στις περιπτώσεις που ο αιτών δεν είναι αποδέκτης της προσβαλλόμενης πράξης θα πρέπει να ισχυριστεί ευλόγως ότι με την προσβαλλόμενη πράξη θίγονται δικά του συμφέροντα. (Βλ. σχετικά απόφαση στην υπόθεση Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας (Αρ. 1)(1996) 3 ΑΑΔ 73, 79):
"Η ύπαρξη εννόμου συμφέροντος τεκμαίρεται από τον ίδιο το νόμο αν η αίτηση ακυρώσεως ασκείται από αυτόν τον οποίον 'αφορά' η προσβαλλόμενη πράξη, αυτόν δηλαδή στον οποίο απευθύνεται ονομαστικώς ή υπό την ιδιότητά του ως ιδιοκτήτη συγκεκριμένου ακινήτου ή οχήματος .. Αντιθέτως, εκείνος τον οποίο δεν 'αφορά' η προσβαλλόμενη πράξη πρέπει πάντοτε να πιθανολογήσει έννομο συμφέρον ... Όταν ο αιτών δεν είναι ο αποδέκτης της πράξεως, αλλά τρίτος, πρέπει να ισχυρισθεί ευλόγως ότι εντούτοις θίγονται δικά του συμφέροντα. Στην περίπτωση αυτήν πρέπει να γίνει διάκριση ανάλογη με τον ευμενή ή δυσμενή για τον αποδέκτη της χαρακτήρα της πράξεως."
Περαιτέρω, δεν επιδέχεται αμφισβήτησης η αναγκαιότητα για την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος, όπως έχει κατ΄ επανάληψη λεχθεί από το Ανώτατο Δικαστήριο, και μάλιστα εκεί όπου το ενδιαφέρον του κοινού γι΄ αυτό, κυρίως μέσω οργανωμένων συνόλων, μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι παρέχεται γενικά η δυνατότητα προσβολής διοικητικών αποφάσεων που αφορούν το περιβάλλον, με προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, η οποία με αυτό τον τρόπο καταλήγει ως λαϊκή αγωγή (actio popularis), μη αποδεκτή στο ισχύον σύστημα της Κύπρου. Βλ. σχετικά Thanos Club Hotels Ltd v. Επιστ. Τεχν. Επιμελητηρίου Κύπρου (2000) 3 ΑΑΔ 324, 332:
"Δεν επιδέχεται αμφισβήτησης η αναγκαιότητα για την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος. Σε σχέση με το οποίο, το ενδιαφέρον του κοινού μπορεί, κυρίως μέσω οργανωμένων συνόλων, να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο. Δεν ακολουθεί όμως πως ενόψει αυτού παρέχεται γενικά η δυνατότητα προσβολής διοικητικών αποφάσεων που αφορούν στο περιβάλλον, με προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος. Δεν είναι παραδεκτή στο σύστημά μας η actio popularis: βλ. Pitsillos v. Cyprus Broadcasting Corporation (1982) 3 C.L.R. 208."
Όπως επίσης έχει νομολογηθεί, μια Χωριτική Αρχή νομιμοποιείται να προσφύγει στο Ανώτατο Δικαστήριο βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος για προστασία του περιβάλλοντος στην περιοχή της, δε νομιμοποιούνται όμως σύνδεσμοι, οργανώσεις, ή επιτροπές. Παραπέμπω σχετικά στην απόφαση στην υπόθεση Thanos Club Hotels Ltd (ανωτέρω), στις σελίδες 332, 333:
"Υπήρξε πρόσφατα δικαστική αναγνώριση της δυνατότητας αρχών τοπικής αυτοδιοίκησης να θέτουν με προσφυγή ζητήματα που αφορούν στην προστασία του περιβάλλοντος. Όχι όμως ευρύτερα. Με πρωτόδικη απόφαση του Πική, Δ., (όπως ήταν τότε), στην Κοινότητα Πυργών κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 3498 αναγνωρίστηκε ότι η Χωριτική Αρχή νομιμοποιείται να προσφύγει στο Ανώτατο Δικαστήριο βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος για προστασία του περιβάλλοντος στην περιοχή της (όχι όμως και σύνδεσμοι, οργανώσεις, επιτροπές). Η υπόθεση αφορούσε στην παραχώρηση άδειας για την εγκατάσταση και λειτουργία λατομείου. Παραθέτουμε τις επί του ζητήματος καταληκτικές παραγράφους (στις σελ. 3510-1):
"Οι προοπτικές ανάπτυξης σε συνάρτηση με τη διαμόρφωση του φυσικού περιβάλλοντος αφορούν την κοινότητα άμεσα και όπου επηρεάζονται δυσμενώς παρέχεται ανεξάρτητο έρεισμα στην κοινοτική αρχή να τις προασπίσει Simonis & Another ν. Imp. Board Latsia (1984) 3 C.L.R. 109.
Η αναγνώριση του δικαιώματος για προστασία του περιβάλλοντος δεν απαμβλύνει τις προϋποθέσεις που θέτει η παρα. 2 του άρθρου 146 για προσφυγή στο δικαστήριο, δηλαδή άμεσο δυσμενή επηρεασμό υφιστάμενου προσωπικού συμφέροντος. Το συμφέρον το οποίο η Χωριτική Αρχή προασπίζεται είναι το κοινό συμφέρον των κατοίκων της κοινότητας η προστασία του οποίου επαφίεται στην τοπική αρχή, βλ. Pantelouris v. Council of Ministers (1985) 3 C.L.R. 852, καθώς και το συμφέρον της κοινότητας για κοινοφελή ανάπτυξη. Αντίθετα οι σύνδεσμοι, οργανώσεις και επιτροπές που έχουν συνενωθεί ως διάδικοι δεν έχουν ιδιαίτερο συμφέρον το οποίο νομιμοποιούνται να προστατεύσουν με προσφυγή στο δικαστήριο.
Καταλήγω ότι μόνο η Χωριτική Αρχή Πυργών νομιμοποιείται να προσφύγει. Οι προσφυγές των υπολοίπων αιτητών απορρίπτονται.""
Με βάση τα πιο πάνω, δεν μπορεί να γίνει δεκτή η θέση των αιτητών ότι νομιμοποιούνται να προσβάλουν την επίδικη απόφαση ως μέλη της Επιτροπής Αγώνα των Κατοίκων του Κέντρου Λεμεσού.
Θα εξετάσω στη συνέχεια τη δυνατότητα ύπαρξης εννόμου συμφέροντος των αιτητών, λόγω της επικαλούμενης ιδιότητάς τους, ως περιοίκων.
Όπως έχει νομολογηθεί, η ιδιοκτησία γειτνιάζοντος ακινήτου προς κάποιο ακίνητο δε δημιουργεί από μόνη της έννομο συμφέρον υπέρ του ιδιοκτήτη για προσβολή της επίδικης πράξης με αίτηση ακυρώσεως. Παραπέμπω σχετικά στην απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Thanos Club Hotels Ltd v. Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου (ανωτέρω):
"...Νομιμοποίηση θα μπορούσε να υπάρξει μόνο όπου κάποιος έχει την ιδιότητα περιοίκου - που σημαίνει αμεσότητα λόγω εγγύτητας χώρου - οπότε, όπως και στη Σοφούλλα Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας (ανωτέρω), το περιβάλλον εξετάζεται "υπό την σκοπιά του συμφέροντος του προσφεύγοντος για την προστασία των όρων διαβίωσής του στη συγκεκριμένη περιοχή και των περιουσιακών του δικαιωμάτων στο βαθμό που επηρεάζονται από την επίδικη πράξη". Οι Α.Ε. 2723 και 2797 δεν μπορεί να γίνουν δεκτές."
Εκτενής ανάλυση των εφαρμοζόμενων αρχών ως προς τη νομιμοποίηση ή μη περιοίκων, έγινε και από το παρόν Δικαστήριο στην απόφασή του στις Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις αρ. 46/2009 και 47/2009, Αναστάσης Στρατή κ.ά. ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερομηνίας 21.12.2012.
Οι αιτητές υποστηρίζουν ότι έχουν έννομο συμφέρον καθότι είναι όλοι ιδιοκτήτες ακινήτων στην περιοχή. Υποβάλλουν ότι οι αιτητές αρ. 1 και 5 είναι ιδιοκτήτες του τεμαχίου SPL931 , οι αιτητές αρ. 2, 4 και 6 είναι ιδιοκτήτες του τεμαχίου 850/Σχ Liv. 58.5.IV, η αιτήτρια αρ. 3 είναι ιδιοκτήτρια του τεμαχίου 835Φ/Σχ Liv. 58.5.IV, οι αιτητές αρ. 8 και 9 είναι ιδιοκτήτες των τεμαχίων 834, 833 και 853 και 849 Φ/Σχ Liv. 58.5.IV και ότι όλοι επηρεάζονται αρνητικά από την επίδικη απόφαση. Υποστηρίζουν ότι η κατασκευή του επίδικου τεράστιου χώρου στάθμευσης με διακίνηση εκατοντάδων οχημάτων καθημερινά προς και εξ αυτού δημιουργεί μια κατάσταση που διαφοροποιεί το άμεσο περιβάλλον και την όλη μορφή της γειτονιάς όπου βρίσκονται οι ιδιοκτήτες τους, με θόρυβο και οχληρία, επηρεάζοντας έτσι το επίπεδο της ποιότητας ζωής και την άνεσή τους.
Παράλληλα υποβάλλουν ότι το φυσικό περιβάλλον, εν προκειμένω η γειτονιά με την πλατεία, με τα δέντρα, είναι άρρηκτα συνυφασμένο επίσης και με το δικαίωμα ζωής που κατοχυρώνει το Άρθρο 7.1 του Συντάγματος, το οποίο δημιουργεί και το απαραίτητο έννομο συμφέρον για την προσβολή απόφασης που καταπονεί το περιβάλλον. Τέλος, οι αιτητές ισχυρίζονται ότι η έννοια του έννομου συμφέροντος πρέπει να διευρύνεται όταν τα προσβαλλόμενα αγαθά είναι βασικά φυσικά περιβαλλοντικά αγαθά που ανήκουν στο κοινωνικό σύνολο και που από την προσβολή τους επηρεάζεται ο τρόπος ζωής αλλά και η υγεία.
Όπως φαίνεται από τα πιο πάνω στοιχεία, τα οποία υποβάλλουν οι αιτητές για να υποστηρίξουν ότι έχουν έννομο συμφέρον, δεν επιβεβαιώνεται ότι είναι περίοικοι και ή ιδιοκτήτες περιουσίας που γειτνιάζει με το επίδικο έργο, κάτι το οποίο άλλωστε αμφισβητούν και οι καθ΄ων η αίτηση.
Εν πρώτοις, θα πρέπει να υπομνησθεί η αρχή ότι το βάρος απόδειξης της ύπαρξης έννομου συμφέροντος φέρει ο αιτητής. Βλ. σχετικά Makrides v. Republic (1967) 3 CLR 147 και Thanos Club Hotels Ltd (ανωτέρω), στη σελίδα 331.
Οι αιτητές κάνουν μια αναφορά στα τεμάχιά τους χωρίς να προσδιορίζουν αν όντως έχουν σχέση γειτνίασης με τον επίδικο χώρο στάθμευσης, κάτι μάλιστα που τους ζητήθηκε ειδικά από τους καθ΄ων η αίτηση, όπως προαναφέρθηκε.
Δεν μπορούν επομένως οι αιτητές να πιθανολογήσουν βλάβη εκ της γειτνιάσεως, εφόσον δεν αναφέρουν σε ποια απόσταση βρίσκονται από τον σκοπούμενο χώρο στάθμευσης προκειμένου να καταδείξουν εύλογο δυσμενή επηρεασμό από τις όποιες αρνητικές περιβαλλοντικές συνέπειες. Δεν είναι έργο του Δικαστηρίου η διαπίστωση της γεωγραφικής γειτνίασης των ακινήτων των αιτητών με τον επίδικο χώρο στάθμευσης.
Παραπέμπω σχετικά στην απόφαση στην υπόθεση Ιωσήφ κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 535/2007 - 29.1.2009:
"Οι αιτητές απέτυχαν επίσης να πιθανολογήσουν βλάβη εκ της γειτνιάσεως αφού δεν αναφέρεται σε ποια απόσταση βρίσκονται από τον σκοπούμενο βιολογικό σταθμό προκειμένου να καταδείξουν εύλογο δυσμενή επηρεασμό από τις όποιες αρνητικές περιβαλλοντικές συνέπειες. Δεν είναι έργο του Δικαστηρίου η διαπίστωση της γεωγραφικής γειτνίασης από το σχεδιάγραμμα του Πίνακα Β στην αίτηση. Στην υπόθεση ΣτΕ 1483/1999 η αίτηση ακυρώσεως ιδιοκτητών ακινήτων στην περιοχή όπου θα κατασκευάζονταν οι εγκαταστάσεις επεξεργασίας αστικών λυμάτων του Δήμου Πάρου, κρίθηκε απαράδεκτη γιατί η ιδιότητα των κατοίκων ομόρων ακινήτων δεν αρκεί για τη θεμελίωση εννόμου συμφέροντος αφού δεν προκύπτει ποια είναι η συγκεκριμένη βλάβη τους από την κατασκευή στην συγκεκριμένη τοποθεσία. Παραθέτω χαρακτηριστικό απόσπασμα:
«Δεν προσδιορίζουν επίσης οι αιτούντες - με την κρινόμενη αίτηση ή με υπόμνημα υποβαλλόμενο κατά την προσκομιδή των πιο πάνω στοιχείων - σε ποια περιοχή βρίσκονται οι συγκεκριμένες πιο πάνω θέσεις όπου κείνται οι ιδιοκτησίες τους και πόσο απέχουν Οι ιδιοκτησίες αυτές από το οικόπεδο του Δήμου Πάρου, όπου θα κατασκευαστεί το επίμαχο έργο. Τα στοιχεία δε αυτά δεν αναπληρώνονται από "τεχνική έκθεση" ιδιώτη μηχανικού (του Νοεμβρίου 1997 της αρχιτεκτόνισσας, η οποία, όπως αναφέρεται σ` αυτήν, "αφορά την περιγραφή της περιοχής και σε ακτίνα μικρότερη των 500 μ. από το σημείο εγκατάστασης της μονάδας βιολογικού καθαρισμού του Δήμου Παροικίας Πάρου" και μνημονεύει, αορίστως, το είδος των ιδιοκτησιών της περιοχής αυτής. Δεν αναπληρώνονται επίσης ούτε από πίνακα ιδιοκτησιών, ο οποίος συνοδεύει την πιο πάνω έκθεση και αναφέρει, αορίστως όμως και χωρίς να παραπέμπει σε επίσημο σχεδιάγραμμα με απεικόνιση των ιδιοκτησιών της περιοχής, το είδος ή τον προορισμό της ιδιοκτησίας κάθε αιτούντος και την απόσταση κάθε ιδιοκτησίας από το οικόπεδο των εγκαταστάσεων επεξεργασίας των λυμάτων. Συνεπώς και οι αιτούντες αυτοί δεν απέδειξαν την πιο πάνω πρώτη ιδιότητα τους, στην οποία θεμελιώνουν το έννομο συμφέρον τους .»"
Αξιοσημείωτο είναι επίσης το προαναφερθέν γεγονός ότι στην οδό Αντρέα Θεμιστοκλέους και στο χώρο τον οποίο προτίθεται ο Δήμος να κατασκευάσει νέο χώρο στάθμευσης, ήδη υφίσταται και λειτουργεί χώρος στάθμευσης εδώ και αρκετές δεκαετίες, χωρητικότητας 150 θέσεων.
Αναφορικά με τις επιπτώσεις στο περιβάλλον από το επίδικο έργο, ετοιμάστηκε Γνωμάτευση από την περιβαλλοντική αρχή σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15 του περί της Εκτίμησης των Επιπτώσεων στο Περιβάλλον από Ορισμένα Έργα Νόμο του 2005, Ν.140(1)/2009 (βλ. Παράρτημα Στ - Ένσταση). Προκύπτει από τη Γνωμάτευση αυτή ότι έγινε μείωση των θέσεων στάθμευσης από 600-800 σε 350 θέσεις, για μείωση, όπως καταγράφεται, των πιθανών επιπτώσεων στις ανέσεις των κατοίκων της περιοχής. Επιπρόσθετα, φαίνεται ότι περιορίζεται η υφιστάμενη κυκλοφορία οχημάτων, γεγονός που θα οδηγήσει στη μείωση των ατμοσφαιρικών ρύπων και, επίσης, θα βελτιώσει την υφιστάμενη κατάσταση στάθμευσης, λόγω της αφαίρεσης των παρόδιων χώρων στάθμευσης. Εξάλλου, όπως έχει νομολογηθεί, η γενική αναφορά ότι ο προτιθέμενος χώρος στάθμευσης "επιβαρύνει το περιβάλλον" και επιφέρει "δυσμενή επηρεασμό των ανέσεων των κατοίκων", δεν αρκούν για να ικανοποιήσουν το βάρος το οποίο φέρουν οι κάτοικοι και συγκεκριμένα οι αιτητές.
Γενικά, μπορεί να λεχθεί ότι η κάθε δραστηριότητα μπορεί να έχει κάποιες δυσμενείς επιπτώσεις όπως και οφέλη στο φυσικό περιβάλλον και, εν γένει, στην ποιότητα της ζωής, και ουδείς αμφιβάλλει ότι ένα έργο όπως το επίδικο μπορεί να έχει τέτοιες συνέπειες. Σ΄ αυτή την περίπτωση όμως πρέπει να τηρείται η αρχή της αναλογικότητας μεταξύ των δύο και δεν αρκεί να γίνεται γενική και αόριστη επίκληση επιβάρυνσης του περιβάλλοντος και επηρεασμού των ανέσεων των κατοίκων, όπως ακριβώς συμβαίνει στην παρούσα υπόθεση. Παραπέμπω σχετικά στην απόφαση στις υποθέσεις, Κοινοτικό Συμβούλιο Αγίου Θεοδώρου Λάρνακος κ.ά. ν. Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας Κύπρου (ΡΑΕΚ) - Υποθέσεις αρ. 259/2007 και 282/2007, ημερομηνίας 8.10.2009.
Καταλήγω, με όσα πιο πάνω έχω παραθέσει, ότι οι αιτητές δεν έχουν πιθανολογήσει έννομο συμφέρον, καταδεικνύοντας ότι εύλογα θίγονται δικά τους συμφέροντα.
Παρά την πιο πάνω κατάληξη, η οποία και είναι μοιραία για την τύχη της προσφυγής, θα προχωρήσω στην εξέταση και της άλλης προδικαστικής ένστασης των καθ΄ων η αίτηση.
Σύμφωνα με αυτήν, αν και το αιτητικό της αιτούμενης με την προσφυγή θεραπείας δεν είναι σαφές, από το λεκτικό του φαίνεται ότι οι αιτητές επιχειρούν να προσβάλουν τη νομιμότητα τόσο της απόφασης και έγκρισής της για τη δημιουργία του προτεινόμενου χώρου στάθμευσης, όσο και την πράξη της προκήρυξης διαγωνισμού για την ανάθεση της κατασκευής του.
Στο σημείο τούτο αρχικά θα πρέπει να παρατηρηθεί ότι οι αιτητές, ούτε στην Αίτησή τους, ούτε και στην αγόρευσή τους προσδιορίζουν συγκεκριμένα ποια είναι η προσβαλλόμενη πράξη και ή απόφαση του Δήμου για την κατασκευή του έργου, ούτε και πότε αυτή λήφθηκε.
Η απόφαση του Δήμου να προχωρήσει στην κατασκευή χώρου στάθμευσης φαίνεται να είχε ληφθεί προ πολλών ετών και να ήταν γνωστή στους αιτητές τουλάχιστον από το 2007, οπότε και αυτοί υπέβαλαν παράπονο κατά του Δήμου στο Γραφείο του Επιτρόπου Διοικήσεως ημερομηνίας 3.8.2007 (βλ. Παράρτημα 1 στη γραπτή αγόρευση καθ΄ων η αίτηση 2), για τη δημιουργία του επίδικου χώρου στάθμευσης. Η Επίτροπος Διοικήσεως δε διαπίστωσε οποιαδήποτε μεμπτή ενέργεια των αρμόδιων υπηρεσιών η οποία να αντίκειται στις πρόνοιες του Νόμου ή και στις αρχές της χρηστής διοίκησης. Η σχετική απόφασή της κοινοποιήθηκε στους αιτητές στις 7.12.2009.
Επίσης, αξιοσημείωτο είναι ότι η δημιουργία του επίδικου χώρου στάθμευσης βασίζεται στα δημοσιευμένα σχέδια ανάπτυξης της ευρύτερης περιοχής Λεμεσού, δηλαδή του Τοπικού Σχεδίου Λεμεσού και του Σχεδίου Περιοχής Κέντρου Λεμεσού, δημοσιεύθηκε το Φεβρουάριο του 2006 και καμιά ένσταση υποβλήθηκε από τους αιτητές κατά των προνοιών του, όπως προβλέπεται στο άρθρο 18, εδάφια (5), (6) και (7) του Νόμου 90/1972, και σε σχέση με τον επίδικο χώρο στάθμευσης.
Περαιτέρω, ο Δήμος, σε συνεργασία με το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως, ετοίμασαν Ολοκληρωμένο Σχέδιο Κυκλοφοριακής Διαχείρισης / Ανάπλασης του Κέντρου της Λεμεσού, στο οποίο συμπεριλαμβάνεται ο επίδικος χώρος στάθμευσης. Αντίγραφο του Σχεδίου Περιοχής Κέντρου Λεμεσού, μαζί με τη μελέτη και λεπτομερή σχεδιασμό στην περιοχή του Κέντρου Λεμεσού, επισυνάπτονται ως Παραρτήματα Γ1 και Γ2 στη γραπτή αγόρευση των καθ΄ων η αίτηση 2.
Το πιο πάνω αναφερόμενο σχέδιο παρουσιάστηκε δημόσια από το Δήμο στις 28.5.2008. Η σχετική πρόσκληση του Δήμου για τη δημόσια παρουσίαση του Σχεδίου Ανάπλασης του Κέντρου της Πόλης επισυνάπτεται ως Παράρτημα Γ3 στη γραπτή αγόρευση καθ΄ων η αίτηση 2.
Επιπρόσθετα, οι αιτητές φαίνεται ότι ήσαν παρόντες και στη συνεδρία της Επιτροπής Εκτίμησης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων που έγινε στις 21.1.2009, κατά την οποία συζητήθηκε η Προκαταρκτική Έκθεση Επιπτώσεων στο Περιβάλλον, σύμφωνα με το Νόμο 140(1)/2005, όπου ανάμεσα στα συζητηθέντα θέματα ήταν και ο επίδικος χώρος στάθμευσης.
Σύμφωνα με όλα τα πιο πάνω στοιχεία, οι αιτητές παρουσιάζονται να γνώριζαν αρκετά χρόνια πριν τις 30.7.2010 την απόφαση του Δήμου και της Δημοκρατίας για τη δημιουργία νέου χώρου στάθμευσης στην οδό Ανδρέα Θεμιστοκλέους. Επομένως, ο ισχυρισμός ότι έλαβαν γνώση της συγκεκριμένης απόφασης του Δήμου στις 30.7.2010 μέσω της προκήρυξης του διαγωνισμού, δε φαίνεται να ευσταθεί και οδηγεί σε αδυναμία προσβολής της νομιμότητάς της, μέσω της παρούσας προσφυγής η οποία καταχωρήθηκε κατά το 2010.
Το επόμενο θέμα που πρέπει να εξεταστεί κάτω από αυτή την προδικαστική ένσταση, αναφέρεται στο κατά πόσο η προσβαλλόμενη πράξη της προκήρυξης διαγωνισμού για την ανάθεση της κατασκευής του προτεινόμενου έργου, συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη.
Όπως υποβάλλουν οι καθ΄ων η αίτηση 1 και 2, η προκήρυξη του διαγωνισμού για την ανάθεση του συγκεκριμένου διαγωνισμού δεν αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη εντός της εννοίας του Άρθρου 146 του Συντάγματος, εφόσον με αυτή δε δημιουργούνται, δεν μεταβάλλονται και δεν καταργούνται δικαιώματα και υποχρεώσεις των αιτητών.
Το τι αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη σύμφωνα με το διοικητικό δίκαιο και την ισχύουσα νομολογία εξηγήθηκε, μεταξύ άλλων, και στις αποφάσεις στις υποθέσεις Δημοκρατία ν. Sunoil Bunkering Ltd (1994) 3 ΑΑΔ 26, 31, Krashias Modern Land & Building Developmers Ltd ν. Δήμου Έγκωμης (1995) 3 ΑΑΔ 198. Παραθέτω σχετικό απόσπασμα από την απόφαση στην υπόθεση Krashias (ανωτέρω), σελίδα 205, 206:
"Για να είναι προσβλητές με αίτηση ακυρώσεως οι πράξεις της διοίκησης απαιτείται να είναι πράξεις εκτελεστές. Εκτελεστή είναι η πράξη της ενεργού διοικήσεως η παράγουσα αυτή καθ' εαυτή έννομο αποτέλεσμα, θετικό ή αρνητικό, καθώς και κάθε διοικητική πράξη εμπεριέχουσα επιταγή της οποίας η εκτέλεση είναι πλέον υποχρεωτική, αδιάφορο αν έχει ή δεν έχει πράγματι εκτελεστεί, εκτός εάν ανακληθεί εν τω συνόλω εξ υπαρχής και αποτέλεσμα της οποίας είναι η δημιουργία, τροποποίηση ή κατάργηση νομικού καθεστώτος μεν, εάν πρόκειται περί κανονιστικής πράξης, δικαιώματος, ή εννόμου προσδοκίας εάν πρόκειται περί ατομικής πράξης. (Θεμιστοκλής Τσάτσος, Η Αίτησις Ακυρώσεως Ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, Τρίτη Έκδοση, σελ. 120 και επ.). Κατ' άλλη διατύπωση (Νικόλαος Βροντάκης, Διοικητικό Δίκαιο, Δεύτερη Έκδοση, σελ. 19), εκτελεστότητα της διοικητικής πράξης σημαίνει το υποχρεωτικό της συμπεριφοράς των διοικουμένων έναντι του κανόνος δικαίου ο οποίος την θεσπίζει.
Η εκτελεστότητα της διοικητικής πράξης συνίσταται στο ότι η συμπεριφορά που καθορίζει (ενέργεια ή παράλειψη) και γενικότερα η ρύθμιση την οποία θεσπίζει, είναι υποχρεωτική χωρίς άλλο, δηλαδή χωρίς να χρειάζεται άλλη διαδικασία. Αυτό το χαρακτηριστικό της διοικητικής πράξης είναι συνέπεια του ότι με αυτή θεσπίζεται μονομερώς ένας κανόνας δικαίου. (Επαμεινώνδας Σπηλιωτόπουλος, Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου, Έκτη Έκδοση, σελ. 111).
Με τη διοικητική πράξη θεσπίζεται κανόνας δικαίου μονομερώς δηλαδή με μόνη τη βούληση του διοικητικού οργάνου. Το διοικητικό όργανο προβαίνει στην έκδοση της πράξης αυτεπαγγέλτως όταν το ίδιο διαπιστώσει ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις της έκδοσής της και συνεπώς η υποβολή σχετικής αίτησης από τον διοικούμενο, δεν αποτελεί συμμετοχή του στη διαδικασία έκδοσης της διοικητικής πράξης, αλλά απλή παρακίνηση προς το διοικητικό όργανο για την έκδοση της πράξης. (Ε. Σπηλιωτόπουλος, ανωτέρω, σελ. 98 και 99).
Κατά τον Π. Δαγτόγλου, Γενικό Διοικητικό Δίκαιο, Τρίτη Έκδοση, παραγρ. 517, "η διοικητική πράξη αποτελεί ρύθμιση, που είναι πάντοτε νομική ρύθμιση και ορίζει διαπιστωτικά ή διαπλαστικά τι αντιστοιχεί στην έννομη τάξη σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση." Υπάρχει όμως και πλήθος πράξεων της διοικήσεως που δεν αποτελούν "ρυθμίσεις περιπτώσεων" και επομένως δεν συνιστούν διοικητικές πράξεις. Πρόκειται για πράξεις εντελώς άσχετες προς οποιανδήποτε ρύθμιση, πράξεις με τις οποίες η διοίκηση επιβεβαιώνει προηγούμενη ρύθμιση. Εξ άλλου, ρύθμιση δεν αποτελούν, αλλά έπονται της ρυθμίσεως, πράξεις που συνιστούν εκτέλεση διοικητικής πράξης, όπως για παράδειγμα κοινοποιήσεις, ανακοινώσεις προς γνώση και συμμόρφωση των θιγομένων από την διοικητική πράξη, οι οχλήσεις και προειδοποιήσεις προς τους μη συμμορφουμένους κλπ. (Δαγτόγλου, ανωτέρω, παραγρ. 524).
Στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Sunoil Bunkering Limited, (1994) 3 Α.Α.Δ. 26, τονίστηκε ότι το κριτήριο για την εκτελεστότητα διοικητικής πράξης ή απόφασης είναι η παραγωγή εννόμων αποτελεσμάτων, δηλαδή η γένεση εξ αυτής δικαιωμάτων και υποχρεώσεων. Πράξη είναι εκτελεστή εφ' όσον επιβάλλει υποχρεώσεις στον διοικούμενο, μη υφιστάμενες πριν την έκδοσή της, η μη εκπλήρωση των οποίων παρέχει το δικαίωμα στη διοίκηση να επικαλεσθεί τα μέσα του δικαίου για την εκτέλεσή τους. Εάν η πράξη είναι παραγωγός εννόμων αποτελεσμάτων αυτή είναι εκτελεστή. Η υπόθεση Δημοκρατία ν. Sunoil Bunkering Limited αναφέρθηκε με επιδοκιμασία στην υπόθεση Στεφανίδης και Άλλοι ν. Δήμου Έγκωμης, (1994) 3 Α.Α.Δ. 49, στην οποία τονίστηκε επίσης ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση διαπιστώθηκε ότι δεν υπήρχε απόφαση καθοριστική για την έκβαση της αίτησης, δηλωτική της βούλησης του Δήμου."
Με βάση τα πιο πάνω στοιχεία, η προκήρυξη διαγωνισμού στην παρούσα υπόθεση δεν μπορεί να αποτελέσει εκτελεστή διοικητική πράξη, εφόσον μάλιστα δεν επιβάλλει υποχρεώσεις στους αιτητές, μη υφιστάμενες πριν την έκδοσή της, η μη εκπλήρωση των οποίων να παρέχει το δικαίωμα στη διοίκηση να επικαλεστεί τα μέσα του δικαίου για την εκτέλεσή τους, όπως καθορίζεται πιο πάνω στην απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Η προκήρυξη διαγωνισμού συνιστά, σύμφωνα με τη νομολογία, πράξη κανονιστικού περιεχομένου και παράβαση των όρων της συνεπάγεται ακυρότητα. Δεσμεύει τόσο την επί του διαγωνισμού δημόσια αρχή όσο και τους διαγωνιζόμενους. Στην παρούσα περίπτωση, οι αιτητές δε συμμετείχαν με οποιοδήποτε τρόπο στο διαγωνισμό, παρά μόνο είναι κάτοικοι της περιοχής όπου ο επίδικος χώρος στάθμευσης.
Σχετικά με την υπόσταση της διακήρυξης διαγωνισμού σχετική είναι και η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Λ. Π. Λουκαϊδης Λτδ ν. Δημοκρατίας (1990) 3 ΑΑΔ 862, 868, 869:
"Η διακήρυξη προσφορών αποτελεί πράξη κανονιστικού περιεχομένου και παράβαση των όρων συνεπάγεται ακυρότητα - (Συμβούλιο της Επικρατείας - Υπόθεση 531/49).
Στην Υπόθεση 668/74 το Συμβούλιο Επικρατείας είπε:-
"1. - Η διακήρυξις της δημοπρασίας συνιστά το νομικόν αυτής πλαίσιον, δεσμεύουσα τόσον την επί του διαγωνισμού δημοσίαν αρχήν όσον και τους διαγωνιζομένους, η δε παράβασις των ουσιωδών διατάξεων της, ήτοι των αποβλεπουσών εις την ουσιώδη εξυπηρέτησιν του δια της δημοπρασίας επιδιωκομένου σκοπού, άγει εις ακυρότητα του αποτελέσματος της δημοπρασίας και των σχετικών εγκριτικών πράξεων."
Στα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959, σελ. 267 αναφέρεται ότι όροι διακήρυξης δημοπρασίας θεωρούνται κατ' ουσίαν διατάξεις νόμων - (βλ. Αποφάσεις Συμβουλίου της Επικρατείας 132/39,245/43). Στη σελ. 431 διαβάζομε:-
"Η διακήρυξις δημοπρασίας είναι πράξις κανονιστικού χαρακτήρα, δεσμεύουσα τους συναγωνιζόμενους και την διοίκησιν, ως και τον εκδόσαντα την πράξιν ταύτην. Η παράβασις ουσιώδους όρου της διακηρύξεως συνιστά παράβασιν νόμου και συνεπάγεται ακυρότητα:... Οι όροι της διακηρύξεως δέον να ερμηνεύωνται στενώς και αυστηρώς:..."
Στο Σύγγραμμα του Μιχ. Δ. Στασινοπούλου - "Δίκαιον των Διοικητικών Πράξεων", σελ. 109 αναφέρεται:-
"Ούτως η διακήρυξις δημοπρασίας δεν περιέχει μεν άμεσον επιταγήν, φέρει εν τούτοις χαρακτήρα κανονιστικόν, η δε παράβασις αυτής συνιστά παράβασιν κανόνος δικαίου.""
Με βάση τα ανωτέρω στοιχεία, η προκήρυξη διαγωνισμού δε συνιστούσε ή προοιώνιζε άμεσα ή έμμεσα διοικητική πράξη η οποία παράγει τα έννομα αποτελέσματα τα οποία αμφισβητούν οι αιτητές. Ούτε η προκήρυξη του διαγωνισμού επηρεάζει με οποιοδήποτε τρόπο την υφιστάμενη νομική κατάσταση και τα έννομα συμφέροντα των αιτητών. Προφανώς η προκήρυξη του διαγωνισμού εντάσσεται μέσα στα πλαίσια των εσωτερικών προπαρασκευαστικών ενεργειών του Δήμου για την έκδοση της τελικής πράξης, δηλαδή για την έκδοση της πολεοδομικής άδειας και της άδειας οικοδομής (οι οποίες ακόμα δεν είχαν εκδοθεί), με βάση τις οποίες θα κατασκευαστεί ο προτεινόμενος χώρος στάθμευσης.
Με βάση το σύνολο των όσων πιο πάνω έχουν παρατεθεί, διαπιστώνεται ότι η απόφαση του Δήμου να προχωρήσει στην προκήρυξη διαγωνισμού για το επίδικο έργο, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι θίγει τα έννομα συμφέροντα των αιτητών, αφού μ΄ αυτή δεν παράγονται οποιαδήποτε άμεσα έννομα αποτελέσματα, ούτε επηρεάζεται με οποιοδήποτε τρόπο η υφιστάμενη κατάσταση, καθώς το επίδικο έργο δεν μπορεί να εκτελεστεί προτού εκδοθούν οι σχετικές άδειες οι οποίες θα επιτρέπουν την εκτέλεσή του και την ακύρωση των οποίων ουσιαστικά επιζητούν με την παρούσα προσφυγή οι αιτητές.
Για όλους τους ανωτέρω λόγους, οι προδικαστικές ενστάσεις επιτυγχάνουν και ως αποτέλεσμα η προσφυγή απορρίπτεται, χωρίς να εξεταστούν λόγοι ουσίας.
Τα έξοδα, όπως αυτά θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο, επιδικάζονται υπέρ των καθ΄ων η αίτηση αρ. 1 και 2 και εναντίον των αιτητών.
K. Κληρίδης,
Δ.
/ΧΤΘ