ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                                  (Υπόθεση Αρ. 196/2012)

 

23 Μαΐου, 2013

 

[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ ΛΑΖΑΡΟΥ,

Αιτητής,

ν.

 

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΥΓΕΙΑΣ,

Καθ΄ων  η Αίτηση.

 

 

Ο Αιτητής εμφανίζεται προσωπικά.

Ζ. Κυριακίδου (κα), για τους Καθ΄ων η Αίτηση.

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.Η απόρριψη του αιτήματος του Αιτητή για κάλυψη εξόδων τα οποία προέκυψαν από διαγνωστική εξέταση και εγχείριση στην οποία υποβλήθηκε στον ιδιωτικό τομέα, αποτελεί το επίδικο θέμα στην παρούσα.

 

Τα γεγονότα της υπόθεσης

Ο Αιτητής από το 2005 υποφέρει από καρδιολογικό πρόβλημα. Τον Ιούνιο του 2011 επισκέφθηκε το Αμερικανικό Καρδιολογικό Ινστιτούτο για διαγνωστικό έλεγχο. Κρίθηκε αναγκαία η διεξαγωγή διαγνωστικής στεφανογραφίας η οποία διενεργήθηκε στις 15.6.2011 και η οποία κατέδειξε την ανάγκη για άμεση αγγειοπλαστική η οποία και διενεργήθηκε αυθημερόν.

 

Ο Αιτητής στις 30.6.2011 υπέβαλε στο Γενικό Διευθυντή Υπουργείου Υγείας (στο εξής «ο Γενικός Διευθυντής») αίτημα για να του καλυφθούν τα έξοδα της πιο πάνω στεφανογραφίας και αγγειοπλαστικής. Στις 25.8.2011, η Επιτροπή Ειδικών Καρδιολογίας μελέτησε την περίπτωση του Αιτητή, βάσει του άρθρου 2 του Σχεδίου Παροχής Οικονομικής Αρωγής για Υπηρεσίες Υγείας που δεν προσφέρονται στο Δημόσιο Τομέα (στο εξής «το Σχέδιο») και πληροφόρησε το Γενικό Διευθυντή ότι η διαγνωστική και θεραπευτική διαδικασία στην οποία υποβλήθηκε ο Αιτητής, διενεργείται στα δημόσια νοσηλευτήρια.

 

Ο Αιτητής ενημερώθηκε από το Γενικό Διευθυντή, με επιστολή ημερ. 14.9.2011, ότι το αίτημά του απορρίφθηκε καθότι «δεν ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις που θέτουν οι σχετικοί κανονισμοί» του Σχεδίου. Με επιστολή ημερ. 12.10.2011, ο Αιτητής ζήτησε την επανεξέταση του αιτήματός του «λαμβάνοντας υπόψη ότι και αν ακόμα η αγγειοπλαστική εγχείρηση μου προσφερόταν από το Δημόσιο Τομέα, θα έπρεπε ο Δημόσιος Τομέας να επωμιστεί το κόστος αγοράς των γεφυρών (δακτυλιδιών) που σίγουρα θα συμφωνείται ότι αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος της δαπάνης της αγγειοπλαστικής εγχείρησης. Εφόσον δεν εγκρίνετε την παροχή υπηρεσιών στον ιδιωτικό τομέα, τουλάχιστο πιστεύω ότι θα πρέπει το Υπουργείο σας να εγκρίνει τα υλικά (δακτυλίδια) που έτσι και αλλιώς θα ήταν κόστος το οποίο θα επωμιζόταν».

 

Συνήλθε συναφώς, το Αναθεωρητικό Συμβούλιο το οποίο μελέτησε την περίπτωση του Αιτητή, και κατέληξε, όπως φαίνεται στην επιστολή ημερ. 1.11.2011 προς τον Υπουργό Υγείας, πως «τόσο η διαγνωστική αρτηριογραφία, όσο και η αγγειοπλαστική στην οποία υποβλήθηκε ο ασθενής στον ιδιωτικό τομέα θα μπορούσαν να γίνουν στα κρατικά νοσηλευτήρια».  Ο Αιτητής ενημερώθηκε σχετικά με επιστολή του Γενικού Διευθυντή ημερ. 22.11.2011 και ειδικότερα πως «το Αναθεωρητικό Συμβούλιο ήταν σύμφωνο με την γνωμοδότηση της επιτροπής ειδικών Καρδιολογίας ότι η διαγνωστική αρτηριογραφία και η αγγειοπλαστική γίνονται στα κρατικά νοσηλευτήρια».

 

Λόγοι ακυρότητας

Προβάλλεται ως ο μόνος λόγος ακυρότητας ότι η αρμόδια Επιτροπή Ειδικών δεν έχει προβεί στη δέουσα έρευνα και δεν έχει λάβει υπόψη της τη σοβαρότητα και κρισιμότητα της περίπτωσης του Αιτητή με 98% και 95% στενώσεις των αρτηριών της καρδίας του καθώς και το γεγονός ότι είχε υποστεί το 2005 καρδιακό επεισόδιο και ότι είναι ασθενής με καρδιακό πρόβλημα υψηλού κινδύνου με αθηρωματικές αρτηρίες καρδίας. Παραπέμπει σχετικά στην έκθεση κλινικού καρδιολογικού καθετηριασμού και στην επιστολή του Επεμβατικού Καρδιολόγου ημερ. 15.10.2012 στην οποία φαίνεται η σύστασή του για άμεση επέμβαση κατά τον Ιούνιο διότι ο Αιτητής κινδύνευε να πάθει καρδιακό επεισόδιο ανά πάσα στιγμή.  Τονίζοντας την κρισιμότητα της κατάστασής του, ο Αιτητής παραπονείται πως οι πιο πάνω επιστολές των Καθ' ων η αίτηση «δεν τεκμηριώνουν τους λόγους απόρριψης όπως προβλέπεται από την παράγραφο 5 του άρθρου 10 του Σχεδίου με το να δηλώνουν ότι η διαγνωστική αρτηριογραφία και η αγγειοπλαστική μπορούν να γίνουν σε κρατικά νοσηλευτήρια».  Στη βάση δε της επιστολής του ημερ. 30.6.2011 η αρμόδια επιτροπή είχε υποχρέωση να ζητήσει διευκρινιστική βεβαίωση ή έκθεση του θεράποντα ιατρού προτού λάβει την απόφαση της.

Παραπέμπει, δε, σχετικά στη Μάριος Αντωνίου ν. Υπουργείου Υγείας, Υπόθεση αρ. 815/2011, ημερ. 12.9.2012.  Εισηγείται εξάλλου, πως η Καλογήρου ν. Δημοκρατίας Υπόθεση αρ. 1104/2008, ημερ. 5.10.2010 στην οποία παραπέμπουν οι Καθ' ων η αίτηση διαφοροποιείται από την περίπτωσή του εφόσον η επέμβαση του εκεί αιτητή διενεργήθηκε την επομένη της εισαγωγής του σε κλινική ενώ εν προκειμένω η επέμβαση στον Αιτητή έγινε άμεσα την ίδια μέρα και ώρα.

 

Η δικηγόρος των Καθ' ων η αίτηση από την πλευρά της παρατηρεί πως τα όσα καταγράφει η επιστολή του ενός από τους θεράποντες ιατρούς ημερ. 15.10.2012 σε σχέση με την κρισιμότητα και το επείγον της κατάστασης του Αιτητή δεν προκύπτουν από την έκθεση των θεράποντων ιατρών η οποία φανερώνει, σύμφωνα με τους Καθ' ων η αίτηση, πως η θεραπεία ήταν προγραμματισμένη ώστε να υπήρχαν περιθώρια τήρησης της διαδικασίας για την εκ των υστέρων έγκριση σύμφωνα με το άρθρο 9 του παρ. 2.  Η εν λόγω επιστολή είναι εν πάση περιπτώσει μεταγενέστερη του ουσιώδους χρόνου και ως εκ τούτου δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη.  Συνεπώς, η επέμβαση μπορούσε να γίνει σε κρατικό νοσηλευτήριο μέσα σε χρονικά όρια που από ιατρική άποψη επέβαλλε η κατάσταση της υγείας του Αιτητή.  Ως αποτέλεσμα, η απόφαση της Επιτροπής στη βάση των ενώπιόν της στοιχείων ήταν ευλόγως επιτρεπτή.

Η κατάληξη

Ο λόγος ακυρότητας ευσταθεί.

Το Άρθρο 9(1) και (2) του Σχεδίου προβλέπει:-

«1. Ασθενής ο οποίος μετέβη εκτός κρατικών νοσηλευτηρίων για διάγνωση ή θεραπεία χωρίς προηγουμένως να ακολουθήσει τη διαδικασία που προβλέπεται στα προηγούμενα άρθρα, δικαιούται να ζητήσει, με αίτησή του προς το Γενικό Διευθυντή, το αργότερο μέσα σε δύο μήνες από την ημερομηνία διάγνωσης/θεραπείας την καταβολή μέρους των σχετικών εξόδων από τη Δημοκρατία.

2. Αφού ληφθούν υπόψην οι περιστάσεις και η σοβαρότητα της περίπτωσης κι εφόσον ικανοποιηθεί ότι εύλογα δεν υπήρχαν περιθώρια τήρησης της διαδικασίας εκ των προτέρων έγκρισης, η αίτηση παραπέμπεται για εξέταση από την Επιτροπή Ειδικών, όπως προβλέπεται στα άρθρα 6 έως 8.»

 

Ο Γενικός Διευθυντής παρέπεμψε την αίτηση για εξέταση από την Επιτροπή Ειδικών. Η πιο πάνω παράγραφος 2 του Άρθρου 9 θέλει το Γενικό Διευθυντή να προβαίνει σε τέτοια παραπομπή εφόσον ο ίδιος «ικανοποιηθεί ότι εύλογα δεν υπήρχαν περιθώρια τήρησης της διαδικασίας για εκ των προτέρων έγκριση». Οπότε θεωρώ αυτό ως δεδομένο. Το αιτιολογικό στήριγμα της απόφασης για απόρριψη του αιτήματος τόσο από την Επιτροπή Ειδικών και ακολούθως από το Αναθεωρητικό Ιατρικό Συμβούλιο πως, δηλαδή, τόσο η στεφανογραφία όσο και η αγγειοπλαστική διενεργούνται στα δημόσια νοσηλευτήρια, παραγνωρίζει το ουσιαστικό πως ακριβώς, η ενώπιόν τους παραπομπή της αίτησης από το Γενικό Διευθυντή έγινε με δεδομένη την αμεσότητα της κατάστασης γεγονός το οποίο καθιστά πλέον, κατά τη γνώμη μου, άσχετη την παροχή της εξέτασης και της θεραπείας από τα κρατικά νοσηλευτήρια. Δεν είναι δυνατό, με διαγνωσμένο ήδη το επείγον της κατάστασης από το Γενικό Διευθυντή, στη βάση του οποίου κινήθηκε η από μέρους του παραπομπή, να εισηγούνται τόσο η Επιτροπή Ειδικών όσο και το Αναθεωρητικό Ιατρικό Συμβούλιο στη συνέχεια, όπως βεβαίως και οι Καθ' ων η αίτηση στην αγόρευσή τους, ουσιαστικά πως ο Αιτητής μπορούσε να κατέφευγε για τα πιο πάνω στα κρατικά νοσηλευτήρια. Η διαπίστωση αυτή συγκρούεται κάθετα με το δεδομένο του επείγοντος της κατάστασης. Συνεπώς, και τα όσα η δικηγόρος των Καθ' ων η αίτηση προβάλλει επιχειρώντας να καταδείξει το αδύναμο του ισχυρισμού του Αιτητή ως προς την κρισιμότητα της κατάστασής του δεν ευσταθούν.

 

Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω, θεωρώ βάσιμους τους ισχυρισμούς του Αιτητή περί έλλειψης δέουσας έρευνας και αιτιολογίας στην κρίση τόσο της Επιτροπής Ειδικών όσο και του Αναθεωρητικού Ιατρικού Συμβουλίου.  Η εισήγηση της δικηγόρου των Καθ' ων η αίτηση ότι η προσφερθείσα αιτιολογία είναι επαρκής και εν πάση περιπτώσει συμπληρώνεται από τα στοιχεία του φακέλου, υπό αυτά τα δεδομένα, δεν μπορεί να γίνει δεκτή.

 

Θεωρώ απαραίτητο να αναφερθώ και στο ακόλουθο, το οποίο αν και δεν επισημαίνεται από τον Αιτητή ούτε προωθήθηκε ως θέση των Καθ' ων η αίτηση στην αγόρευσή τους, εν τούτοις καταγράφεται στα γεγονότα της ένστασης των Καθ' ων η αίτηση και προβληματίζει.  Καταγράφεται ειδικότερα στην παράγραφο 1(β) αυτής πως «σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1 του Σχεδίου Οικονομικής Αρωγής το αίτημα του αιτητή διαβιβάστηκε στην αρμόδια Επιτροπή Ειδικών για απόψεις χωρίς ωστόσο να εξεταστούν οι περιστάσεις και η σοβαρότητα της περίπτωσης και να ικανοποιηθεί ο Γενικός Διευθυντής ότι εύλογα δεν υπήρχαν περιθώρια τήρησης της διαδικασίας εκ των προτέρων έγκρισης όπως προβλέπεται στην παράγραφο 2 του Άρθρου 9 του Σχεδίου». Παρατηρώ πως, εάν γίνει δεκτή η πιο πάνω παράθεση των γεγονότων, τότε ούτως ή άλλως η προσβαλλόμενη πράξη θα υπέκειτο σε ακύρωση για έλλειψη δέουσας έρευνας από μέρους του Γενικού Διευθυντή, κατά παράβαση του πιο πάνω άρθρου 9(2) του Σχεδίου.

 

Ενόψει των πιο πάνω, η προσφυγή επιτυγχάνει και εφόσον ο Αιτητής ενεργούσε χωρίς τις υπηρεσίες δικηγόρου, επιδικάζονται υπέρ του τα πραγματικά του έξοδα.  Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται, δυνάμει του Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος.

 

 

 (Υπ.) Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.

 

/ΕΠσ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο