ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 1719/10 και 86/2011)
23 Μαΐου, 2013
[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
(Υπόθεση Αρ. 1719/10)
ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΕΜΠΕΤΣΙΟΣ,
Αιτητής,
ν.
ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ΄ων η Αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 86/2011)
ΜΙΧΑΛΗΣ ΑΓΑΠΙΟΥ,
Αιτητής,
ν.
ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ΄ων η Αίτηση.
Ρ. Καλλιγέρου (κα), για τον Αιτητή στην 1719/2010.
Α. Ευσταθίου (κα), για τον Αιτητή στην 86/2011
Θ. Ραφτοπούλου (κα) για Α. Ευαγγέλου, για τους Καθ΄ων η Αίτηση.
Μ. Σπανού (κα), για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Οι Αιτητές ζητούν ακύρωση της απόφασης των Καθ' ων η αίτηση, ημερ. 8.11.2010, σύμφωνα με την οποία το ενδιαφερόμενο μέρος Κώστας Κουλλές, στο εξής «το ΕΜ», προήχθη στη θέση Τεχνικού Α', αντί οι Αιτητές.
Επειδή οι δύο προσφυγές στρέφονται εναντίον της ίδιας διοικητικής πράξης και έχουν κοινά πραγματικά γεγονότα, διατάχθηκε η συνεκδίκασή τους.
Τα γεγονότα της υπόθεσης
Ο Αιτητής Αντρέας Πεμπέτσιος (Αιτητής 1) διορίστηκε στη θέση Τεχνικού Βοηθού την 1.6.1994, ενώ ο Αιτητής Μιχάλης Αγαπίου (Αιτητής 2) στις 25.11.1993. Ο Αιτητής 1 είναι κάτοχος των πιο κάτω προσόντων:-
(α) Πιστοποιητικό Συμπληρώσεως Μαθητείας στην Ειδικότητα του Ηλεκτροτεχνίτη (1989) του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Συμβούλιο Μαθητείας.
(β) Απολυτήριο Εξατάξιας Ιδιωτικής Σχολής Κ.Τ.Ε.Ε. στον Κλάδο Οικονομικής Κατεύθυνσης, Τμήμα Εμπορικών (1996), με γενικό βαθμό 16 1/11.
(γ) Παρακολούθηση σειράς μαθημάτων σχετικά με ηλεκτρικές εγκαταστάσεις και εγκαταστάσεις τηλεπικοινωνιακού δικτύου οικοδομής και κάτοχος δύο Πιστοποιητικών «Ικανότητας Εργολήπτη Ηλεκτρικών Εγκαταστάσεων» (2004) και «Συντηρητή Ηλεκτροσκευών (Πρώτης Τάξης)» (1993).
Ο Αιτητής 2 είναι κάτοχος:-
(α) Απολυτηρίου Εξατάξιας Ιδιωτικής Σχολής Κ.Τ.Ε.Ε. στον Κλάδο Τεχνικής Κατεύθυνσης, Τμήμα Ηλεκτρολογίας (1973) με βαθμό 16 2/9.
(β) Βεβαιώσεων παρακολούθησης σειράς μαθημάτων σχετικά με ηλεκτρικές εγκαταστάσεις και εγκαταστάσεις τηλεπικοινωνιακού δικτύου οικοδομής και κάτοχος τριών Πιστοποιητικών Ικανότητας: (α) «Συντηρητή Ηλεκτροσυσκευών» (Πρώτης Τάξεως) (1986), (β) «Εργολήπτη Ηλεκτρικών Εγκαταστάσεων» (1986), και (γ) «Εργολήπτη Ηλεκτρικών Εγκαταστάσεων» (1993).
Σύμφωνα με τις περί Υπαλλήλων της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Οδηγίες του 2004 (ΚΔΠ 233/2004), στο εξής «οι Οδηγίες», τα απαιτούμενα προσόντα για τη θέση του Τεχνικού Α΄ είναι τα εξής:-
«(α) Απολυτήριο αναγνωρισμένης Τεχνικής Σχολής Μέσης Εκπαίδευσης σε κατάλληλο θέμα ή ισότιμη μόρφωση.
(β) Δεκαετής κατάλληλη πείρα στη θέση Τεχνικού.
(γ) Πολύ καλή γνώση της Ελληνικής ή της Τουρκικής και καλή γνώση της Αγγλικής γλώσσας.
(δ) Υπευθυνότητα, πρωτοβουλία και ευθυκρισία.»
Στις αρχές του 1997, στα πλαίσια εξέτασης αιτήματος του Αιτητή 1 για προαγωγή στη θέση Τεχνικού, οι Καθ΄ ων η αίτηση ζήτησαν από το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού ενημέρωση κατά πόσον τα προσόντα που κατείχε ο Αιτητής μπορούσαν να θεωρηθούν ως ισότιμα με τα προσόντα της θέσης του Τεχνικού, δηλαδή με «Απολυτήριο αναγνωρισμένης Τεχνικής Σχολής Μέσης Εκπαίδευσης σε κατάλληλο θέμα ή ισότιμη μόρφωση». Σημειώνεται ότι με απόφαση της Επιτροπής Προσωπικού ημερ. 1.7.1993, «κατάλληλο θέμα» θεωρήθηκε η Ηλεκτρολογία. Το Υπουργείο με επιστολή του ημερ. 20.3.1997, πληροφόρησε τους Καθ' ων η αίτηση ότι τα προσόντα που κατείχε ο Αιτητής δεν μπορούσαν να θεωρηθούν ως ισότιμα με το «Απολυτήριο αναγνωρισμένης Δημόσιας Τεχνικής Σχολής Μέσης Εκπαίδευσης».
Ωστόσο, επειδή η παράγραφος 12(γ) της Συλλογικής Σύμβασης για τη διετία 1997-1998 προνοούσε την κατάργηση της θέσης του Τεχνικού Βοηθού και μετάταξη του κατόχου της στην κλίμακα του Τεχνικού, η Επιτροπή Προσωπικού σε συνεδρία της στις 18.12.1997 ενέκρινε το διορισμό του Αιτητή 1 στη θέση Τεχνικού με ισχύ από 1.1.1998.
Στη συνέχεια η Υπεπιτροπή, η οποία εξουσιοδοτήθηκε από την Επιτροπή Προσωπικού, δυνάμει του άρθρου 22(1) του Νόμου, σε συνεδρία της στις 8.11.2010, μεταξύ άλλων, μελέτησε και το θέμα πλήρωσης μίας κενής θέσης Τεχνικού Α΄. Κατά την επιλογή του υποψήφιου που θα σύστηνε, συνεκτίμησε όλα τα στοιχεία που είχε ενώπιον της, στη βάση των θεσμοθετημένων κριτηρίων, όπως αυτά καθορίζονται στην παράγραφο 11 των Οδηγιών, δηλαδή αξία, πείρα και προσόντα, και τις αρχές του διοικητικού δικαίου.
Επίσης η Υπεπιτροπή έκρινε ότι τόσο οι δύο Αιτητές όσο και το ΕΜ πληρούσαν τα απαιτούμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας προσόντα. Όσον αφορά τον Αιτητή 1, η Υπεπιτροπή σημείωσε ότι διορίστηκε στη θέση του Βοηθού Τεχνικού από την 1.6.1994, ενώ με απόφαση της Επιτροπής Προσωπικού ημερομηνίας 18.12.1997, διορίστηκε στη θέση Τεχνικού. Ωστόσο, με βάση επιστολή του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού ημερ. 20.3.1997, τα προσόντα του δεν μπορούσαν να θεωρηθούν ισότιμα με το απολυτήριο αναγνωρισμένης Δημόσιας Τεχνικής Σχολής Μέσης Εκπαίδευσης, που περιλαμβάνεται στα απαιτούμενα προσόντα της θέσης του Τεχνικού Α΄. Ενόψει των πιο πάνω, η Υπεπιπροπή διατύπωσε αμφιβολία κατά πόσο ο Αιτητής 1 πληρούσε κατά τον ουσιώδη χρόνο τα απαιτούμενα προσόντα για τη θέση του Τεχνικού Α΄ και συνέστησε όπως επανεξεταστεί το θέμα και κοινοποιηθεί άμεσα η σχετική απόφαση προς τον υποψήφιο. Παρά την πιο πάνω απόφαση, για σκοπούς τήρησης της αρχής της ισότητας, η Υπεπιτροπή αποφάσισε όπως ο Αιτητής 1 παραμείνει στη διαδικασία για σκοπούς σύγκρισης με τους υπόλοιπους υποψηφίους.
Περαιτέρω, η Υπεπιτροπή μελέτησε την αξία όλων των υποψηφίων. Αφού σημείωσε την αξία τους, όπως αυτή εμφανίζεται στο σύνολο των Υπηρεσιακών Εκθέσεων, έδωσε ιδιαίτερη σημασία στην αξιολόγηση της απόδοσης τους που αφορά τα έτη 2007-2009. Η Υπεπιτροπή, σταθμίζοντας όλα τα στοιχεία που είχε ενώπιον της, έκρινε ως καταλληλότερο και συνέστησε για προαγωγή στη θέση Τεχνικού Α΄ το ΕΜ.
Ακολούθως ο Διοικητής, ασκώντας τις εξουσίες που του χορηγούνται από το άρθρο 20 του περί της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου Νόμου του 2002 (Ν. 138(Ι)/02, όπως τροποποιήθηκε) και τους σχετικούς Κανονισμούς, αφού μελέτησε και έλαβε υπόψη όλα τα δεδομένα και ειδικά την Έκθεση της Υπεπιτροπής και όλα τα συναφή στοιχεία για κάθε υποψήφιο, καθώς και τις γενικές αρχές που διέπουν τις προαγωγές, όπως αυτές καθορίζονται στην παράγραφο 11 των Οδηγιών, κατέληξε στην απόφαση να υιοθετήσει τις συστάσεις της Υπεπιτροπής και να προαγάγει το ΕΜ από 1.12.2010 στη θέση Τεχνικού Α΄, κρίνοντας τον ως τον πιο κατάλληλο μεταξύ όλων των υποψηφίων.
Οι λόγοι ακυρότητας
Εναντίον της πιο πάνω προσβαλλόμενης απόφασης προβάλλονται συνολικά 5 λόγοι ακύρωσης. Ο Αιτητής 1 προβάλλει 4 λόγους ακύρωσης:-
(1) Παράβαση της αρχής της αμεροληψίας,
(2) μη δέουσα αιτιολογία της απόφασης των Καθ' ων η αίτηση, ως προς την επιλογή του ΕΜ,
(3) παραγνώριση της υπέρμετρης αξίας του Αιτητή έναντι του ΕΜ και
(4) παράλειψη επιλογής του καταλληλότερου υποψηφίου.
Ο Αιτητής 2 προβάλλει ένα λόγο ακύρωσης ότι η σύσταση της Υπεπιτεροπής και κατ' επέκταση η απόφαση του Διοικητή που την υιοθέτησε, πάσχει για το λόγο ότι η Υπεπιτροπή στήριξε την προτίμηση της στο ΕΜ στην πεπλανημένη θέση ότι το ΕΜ υπερέχει του Αιτητή, σε σχέση με τις αξιολογικές εκθέσεις της περιόδου 2007-2009.
Η προδικαστική ένσταση
Οι Καθ' ων η αίτηση προβάλλουν προδικαστική ένσταση ότι ο Αιτητής 1 δεν έχει έννομο συμφέρον προσβολής της επίδικης απόφασης, αφού δεν πληρούσε τα απαιτούμενα προσόντα για διεκδίκηση της επίδικης θέσης, εφόσον δεν κατείχε δίπλωμα ηλεκτρολογίας από «Τεχνική Σχολή» αλλά κατείχε Απολυτήριο από την Σχολή Κ.Τ.Ε.Ε.
Η προδικαστική ένσταση δεν ευσταθεί αφού, παρά τις αμφιβολίες που εξέφρασε η Υπεπιτροπή επί του θέματος το 1997, δεν δόθηκε συνέχεια στο θέμα από τον Διευθυντή ή άλλα όργανα των Καθ' ων η αίτηση. Αν ληφθεί υπόψη το μεγάλο χρονικό διάστημα που διέρρευσε, η έγερση μιας τέτοιας ένστασης εκ μέρους των Καθ' ων η αίτηση καθόλου δεν συνάδει με τις αρχές της χρηστής διοίκησης και της καλής πίστης. Εν πάση περιπτώσει, οι Καθ' ων η αίτηση δεν δικαιούνται, επικαλούμενοι τις ίδιες τους τις παραλείψεις, να αγνοούν μια ευνοϊκή για τον Αιτητή κατάσταση η οποία έχει διαρκέσει για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα (βλ. άρθρο 51(2) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν. 158(Ι)/99).
Προσφυγή 1719/10
Παράβαση της αρχής της αμεροληψίας - Λόγος ακύρωσης 1
Ο Αιτητής 1 ισχυρίζεται ότι κατά την ετοιμασία των επίδικων αξιολογικών εκθέσεων της περιόδου 2007-2009 συμμετείχε ως ένα από τα τρία μέλη της Επιτροπής Αξιολόγησης, συγγενής εξ αγχιστείας με το ΕΜ, ήτοι ο κ. Κύπρος Κυπριανού, ο οποίος ήταν σύζυγος της αδερφής του ΕΜ. Αυτό κατά το δικηγόρο του Αιτητή 1 παραβιάζει τις πρόνοιες του άρθρου 42(1) του Ν. 158(Ι)/99.
Από την άλλη, οι Καθ' ων η αίτηση θεωρούν ότι η περίπτωση καλύπτεται από το άρθρο 42(3) του Ν. 158(Ι)/99, το οποίο προβλέπει ότι η συμμετοχή συγγενικών προσώπων επιτρέπεται όταν η διοικητική πράξη δεν μπορεί να εκδοθεί από άλλο κατά νόμο αρμόδιο όργανο. Όπως προβάλλει η ευπαίδευτη δικηγόρος τους, οι Εκθέσεις Αξιολόγησης, σύμφωνα με την Οδηγία 12 των Οδηγιών, δεν θα μπορούσαν να συνταχθούν από άλλο πρόσωπο εκτός από τον κ. Κ. Κυπριανού, ο οποίος ήταν ο άμεσα Προϊστάμενος των υποψηφίων.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση ο κ. Κ. Κυπριανού όφειλε, σύμφωνα με την αρχή της αμεροληψίας, να απέχει από την επίδικη αξιολόγηση, εφόσον σχετιζόταν με άτομο που αφορούσε η αξιολόγηση και το οποίο είχε έννομο συμφέρον από την έκβασή της. Με τη συμμετοχή του κ. Κυπριανού, συγγενή εξ αγχιστείας του ΕΜ, στην ετοιμασία των αξιολογικών εκθέσεων της περιόδου 2007-2009, στις οποίες βασίστηκε τόσο η Υπεπιτροπή όσο και ο Διοικητής για την προαγωγή του ΕΜ στην επίδικη θέση, παραβιάστηκε η γενική αρχή αφού η Επιτροπή Αξιολόγησης απώλεσε το εχέγγυο της αμερόληπτης κρίσης. Σύμφωνα με τις καλά καθιερωμένες αρχές του διοικητικού δικαίου, το κριτήριο της αμεροληψίας δεν είναι υποκειμενικό, ώστε να απαιτείται απόδειξη πραγματικής μεροληψίας, αλλά είναι αντικειμενικό (βλ. Δημοκρατία ν. Χατζηχάννα (2003) 3 ΑΑΔ 554, 558 και Δημοκρατία ν. Αντωνίου, Α.Ε. 39/09, ημερ. 13.7.2012). Γι' αυτό και ο τρόπος που τελικά αξιολογήθηκαν οι υποψήφιοι δεν έχει σημασία. Εκείνο που προέχει είναι η ύπαρξη της συγγένειας (βλ. Δημοκρατία ν. Αντωνίου, ανωτέρω και Λεωνίδου ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 819/12, ημερ. 22.2.2013).
Η εξαίρεση του άρθρου 42(3) του Νόμου, την οποία προβάλλουν οι Καθ' ων η αίτηση για να αιτιολογήσουν τη συμμετοχή του κ. Κ. Κυπριανού στην επίδικη αξιολόγηση κατά την άποψη μου δεν ισχύει, αφού θα έπρεπε να είχαν εξεταστεί οι εναλλακτικές λύσεις που προσφέρει η Οδηγία 12 ή και άλλες λύσεις οι οποίες υπό τις περιστάσεις, θα διαφύλασσαν την αρχή της αμεροληψίας η οποία ήταν υψίστης σημασίας και η οποία προείχε της αυστηρής εφαρμογής της Οδηγίας 12. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας η Επιτροπή Αξιολόγησης όφειλε να είχε σταθμίσει τα ενώπιον της δεδομένα και να επιλέξει μεταξύ των διαφόρων λύσεων εκείνη που θα ήταν λιγότερο επαχθής, ιδιαίτερα για τους άλλους υποψηφίους και θα διασφάλιζε το αδιάβλητο της κρίσης τους. Σύμφωνα με τις πάγιες αρχές της νομολογίας, η συμμετοχή μέλους για το οποίο υφίσταται το προαναφερόμενο κώλυμα, δημιουργεί κακή σύνθεση του διοικητικού οργάνου με επακόλουθο την ακυρότητα των πράξεων του (βλ. Μαντζιαρής ν. Δημοκρατίας (2010) 3 ΑΑΔ 429).
Ενόψει της επιτυχίας του πρώτου λόγου ακύρωσης, η προσβαλλόμενη απόφαση θεωρείται εξ' υπαρχής άκυρη και κατά την άποψή μου δεν υπάρχει λόγος να εξετασθούν οι υπόλοιποι λόγοι ακύρωσης. Η ακυρότητα της πράξης στα πλαίσια της προσφυγής 1719/10, επηρεάζει καταλυτικά και την προσφυγή 86/11, εφόσον ο λόγος ακυρότητας αφορά στη σύνθεση.
Οι δύο προσφυγές επιτυγχάνουν, με €1.200 έξοδα στην κάθε μια, πλέον ΦΠΑ. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται δυνάμει του Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος.
(Υπ.) Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.
/ΕΠς