ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Πρόεδρος της Δημοκρατίας ν. Bουλής των Αντιπροσώπων (2005) 3 ΑΑΔ 274
Κυπριακή Δημοκρατία ν. Σάββα Σαββίδη (2011) 3 ΑΑΔ 43
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΕΛΕΠΕΣΙΗΣ ν. ΑΡΧΗ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ, Υπόθεση Αρ. 868/2008, 21 Δεκεμβρίου 2009
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπóθεση Αρ. 710/2010)
29 Απριλίου, 2013
[ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΕΛΕΠΕΣΙΗΣ,
Αιτητής,
ν.
ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ' ης η αίτηση.
Σ. Ανδρέου, για τον Αιτητή.
Α. Χρίστου (κα) για Ιωαννίδης, Δημητρίου, για την Καθ' ης η αίτηση.
Καμιά εμφάνιση, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος 1.
Α. Κωνσταντίνου, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος 2.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή, ο αιτητής αμφισβητεί τη νομιμότητα της απόφασης της καθ΄ ης η αίτηση ημερ. 27.4.2010 με την οποία προήχθησαν αναδρομικά από την 1.6.2008, κατόπιν επανεξέτασης συνεπεία ακυρωτικής απόφασης, οι Α. Γεωργίου και Ε. Αλεξάνδρου (Ενδιαφερόμενα Μέρη), στη θέση Ανώτερου Τεχνικού - Τεχνικού Μηχανικού (Ηλεκτρολογία), Ηλεκτρολογία, στην Επιχειρησιακή Μονάδα Δικτύων-Διεύθυνση ´Εργων Ανάπτυξης Δικτύου (Εναέρια), αντί του ιδίου.
Τα γεγονότα που περιβάλλουν την προσφυγή και τα οποία δεν αμφισβητούνται, σε συντομία έχουν ως πιο κάτω:
Με απόφαση της καθ΄ ης η αίτηση που λήφθηκε στις 6.5.2008, τα Ενδιαφερόμενα Μέρη, προήχθησαν στην επίδικη θέση αντί του αιτητή, από την 1.6.2008.
Αντιδρώντας ο αιτητής επιδίωξε την ακύρωση των εν λόγω προαγωγών, καταχωρώντας την προσφυγή 868/08, πράγμα το οποίο και πέτυχε με τη δικαστική απόφαση που εκδόθηκε στις 21.12.2009.
Σε συνεδρία που έλαβε χώρα στις 27.4.2010, η Αρχή αποφάσισε την επαναπροαγωγή των ενδιαφερομένων μερών στην επίμαχη θέση, αντί του αιτητή, αναδρομικά από την 1.6.2008. Της συνεδρίας της Αρχής, είχε προηγηθεί συνεδρία της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής για θέματα Προσωπικού (Συμβουλευτική Επιτροπή) στις 9.3.2010 κατά την οποία αποφασίστηκε η σύσταση των Ενδιαφερομένων Μερών για την εν λόγω προαγωγή.
Αντιδρώντας για δεύτερη φορά, ο αιτητής καταχώρησε την παρούσα προσφυγή, στα πλαίσια της οποίας εγείρει αριθμό λόγων για ακύρωση της επίδικης απόφασης ένας από τους οποίους είναι και ο πιο κάτω, τον οποίο προτίθεμαι να εξετάσω πρώτα:
«Η προσβαλλόμενη πράξη ή απόφαση είναι προϊόν επανεξέτασης μετά που ο αιτητής με την προσφυγή του με αριθμό 868/08 πέτυχε ακύρωση των προαγωγών των ενδιαφερομένων μερών με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου ημερομηνίας 21.12.2009, και συνιστά παράβαση δεδικασμένου ως προς την αξιολόγηση/στάθμιση των προσόντων του αιτητή και τη μη αιτιολόγηση πως τα ενδιαφερόμενα μέρη υπερέχουν σε προσόντα έναντι του αιτητή.
Η καθ΄ ης η αίτηση δεν προέβηκε στην δέουσα έρευνα για διαπίστωση των προσόντων των ενδιαφερόμενων μερών.»
´Αλλοι προβαλλόμενοι λόγοι ακύρωσης είναι και οι εξής:
«Η προσβαλλόμενη πράξη ή απόφαση παραβιάζει πάγια πρακτική των καθ΄ ων η αίτηση ως προς την αποκατάσταση επιτυχόντα αιτητή σε προσφυγή. Παράβαση της αρχής της χρηστής διοίκησης και της αρχής της καλής πίστης.»
«´Ελλειψη επαρκούς και/ή οποιασδήποτε αιτιολογίας της σύστασης του Προϊστάμενου Διευθυντή, Εκτελεστικού Διευθυντή Δικτύων, Παραπλανητική, λανθασμένη και ανακριβής σύσταση του Προϊστάμενου Διευθυντή, Σύσταση του Προϊστάμενου Διευθυντή δεν υποστηρίζεται από στοιχεία των φακέλων. Αόριστη/Αντιφατική σύσταση. Η σύσταση συγκρούεται με τα στοιχεία των φακέλων. ´Ελλειψη αιτιολογίας και δέουσας έρευνας.»
«Παράτυπη, παράνομη, πάσχουσα και λανθασμένη σύσταση του Γενικού Διευθυντή. Πλάνη περί τα πράγματα. Σύσταση συγκρούεται με τα στοιχεία των φακέλων. Γενική, αόριστη, αντιφατική και αναιτιολόγητη σύσταση. Ελλειψη δέουσας έρευνας. Παραβίαση της αρχής της χρηστής διοίκησης. Παντελής παραγνώριση του παράγοντα πείρας. Υπέρβαση και κατάχρηση εξουσίας. Υπέρμετρη βαρύτητα στην κατοχή διπλώματος ΑΤΙ.»
«´Ελλειψη επαρκούς και/ή οποιασδήποτε αιτιολογίας της σύστασης και άποψης της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής της ΑΗΚ για θέματα Προσωπικού. Παράτυπη, παράνομη, πάσχουσα, λανθασμένη και ανακριβής σύσταση και άποψη της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής. Σύσταση της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής δεν υποστηρίζεται από στοιχεία των φακέλων και είναι αντίθετη με τα στοιχεία των φακέλων. Γενική, αόριστη, αντιφατική και αναιτιολόγητη σύσταση της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής. ´Ελλειψη δέουσας έρευνας. Παραβίαση της αρχής της χρηστής διοίκησης. Πλάνη περί τον Νόμο και τα πράγματα. Παντελής παραγνώριση του παράγοντα πείρας. Υπέρβαση και κατάχρηση εξουσίας. Υπέρμετρη βαρύτητα στην κατοχή διπλώματος ΑΤΙ.»
«´Ελλειψη επαρκούς και/ή οποιασδήποτε αιτιολογίας του Διοικητικού Συμβουλίου. Απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου δεν υποστηρίζεται από στοιχεία των φακέλων και είναι αντίθετη με τα στοιχεία των φακέλων. ´Ελλειψη δέουσας έρευνας. Πλάνη περί τον Νόμο και τα πράγματα. Απόφαση βασίστηκε σε παράνομες προπαρασκευαστικές πράξεις. Παραβίαση της αρχής της χρηστής διοίκησης. Παντελής παραγνώριση του παράγοντα πείρας. Υπέρβαση και κατάχρηση εξουσίας. Υπέρμετρη βαρύτητα στην κατοχή διπλώματος ΑΤΙ.»
Κεντρικό άξονα γύρω από τον οποίο περιστρέφεται ο πιο πάνω πρώτος προβαλλόμενος λόγος ακύρωσης, συνιστά η θέση του αιτητή ότι η προσβαλλόμενη απόφαση, παραβιάζει το δεδικασμένο που δημιουργήθηκε με την ακυρωτική απόφαση στην προσφυγή 868/08. Συγκεκριμένα ο αιτητής ισχυρίζεται, και επ΄ αυτού δεν υπάρχει διαφωνία, ότι οι προαγωγές των ενδιαφερομένων μερών είχαν ακυρωθεί την πρώτη φορά, επειδή η καθ΄ ης η αίτηση είχε παραλείψει να προβεί σε στάθμιση και σύγκριση των επιπρόσθετων προσόντων του αιτητή με αυτά των ενδιαφερομένων μερών. Εφόσον τα επιπρόσθετα προσόντα των υποψηφίων ήταν στοιχεία που λήφθηκαν υπόψη και αποτέλεσαν ένα από τα κριτήρια που οδήγησαν στο διορισμό των ενδιαφερομένων μερών το θέμα της συγκριτικής στάθμισης και βαρύτητας των προσόντων, θα έπρεπε, σύμφωνα με την πρωτόδικη απόφαση στην προσφυγή 868/08, να είχε προβληματίσει τα μέλη τόσο της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής όσο και του Διοικητικού Συμβουλίου της Αρχής.
Η καθ΄ ης η αίτηση, ισχυρίζεται ο αιτητής, και επ΄ αυτού εστιάζεται και η σχετική με τον πρώτο λόγο ακύρωσης προκύψασα μεταξύ των δύο πλευρών διαφωνία, δεν προέβηκε κατά την επανεξέταση σε δέουσα έρευνα και αξιολόγηση των πρόσθετων προσόντων του όπως και των προσόντων των ενδιαφερομένων μερών και συνεπώς παραβίασε το δεδικασμένο.
Κατ΄ αρχάς θα πρέπει να λεχθεί ότι ο μεν αιτητής, ως πρόσθετο προσόν κατέχει από το City and Guilds of London Institute το πιστοποιητικό «The Full Technological Certificate for Electrical Engineering Technicians το οποίο απέκτησε κατόπιν εξετάσεων που διεξήχθησαν στο British Council, τα δε ενδιαφερόμενα μέρη, ως πρόσθετο προσόν, κατέχουν Δίπλωμα του Ανώτερου Τεχνολογικού Ινστιτούτου στον κλάδο Electrical Engineering.
Είναι η θέση του αιτητή ότι η καθ΄ ης η αίτηση εσφαλμένα έκρινε ότι το πρόσθετο προσόν των ενδιαφερομένων μερών ήταν ακαδημαϊκού επιπέδου ενώ αυτό του αιτητή ήταν επαγγελματικό προσόν. Ισχυριζόμενος ότι μόνο αρμόδιο για σκοπούς αναγνώρισης τίτλων σπουδών ανώτερης και ανώτατης εκπαίδευσης, όργανο είναι το ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ., ο αιτητής, παραπέμποντας στο έγγραφο του ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. με τίτλο «Τίτλοι Σπουδών του Ανώτερου Τεχνολογικού Ινστιτούτου (Α.Τ.Ι.) (Παράρτημα Ζ στη γραπτή αγόρευση του ευπαίδευτου συνηγόρου του αιτητή) υποστηρίζει ότι το πρόσθετο προσόν των ενδιαφερομένων μερών δεν αναγνωρίζεται ως ισότιμο πανεπιστημιακού πτυχίου αλλά ως βασικός τίτλος για σκοπούς πρόσβασης σε μεταπτυχιακά προγράμματα. Επομένως, τα ενδιαφερόμενα μέρη, δεν ήταν, σύμφωνα με τον αιτητή, κάτοχοι πανεπιστημιακών προσόντων ως εσφαλμένα θεωρήθηκαν από την καθ΄ ης η αίτηση, και συνεπώς οι τελευταίοι δεν προέβησαν σε δέουσα έρευνα αναφορικά με το επίπεδο σπουδών τους και ως εκ τούτου λειτούργησαν υπό πλάνη.
Εκ διαμέτρου αντίθετες είναι οι επί του προκειμένου θέσεις της καθ΄ ης η αίτηση και του Ενδιαφερόμενου Μέρους 2. Να σημειωθεί ότι το Ενδιαφερόμενο Μέρος 3 δεν λαμβάνει μέρος στην ενώπιό μου διαδικασία.
Σύμφωνα με την καθ΄ ης η αίτηση και το Ενδιαφερόμενο Μέρος 2, η καθ΄ ης η αίτηση προέβηκε στη δέουσα έρευνα και συνεπώς έχει συμμορφωθεί πλήρως με την ακυρωτική απόφαση. Ειδικότερα υποστηρίζουν ότι οι τίτλοι σπουδών των Ενδιαφερομένων Μερών είναι πανεπιστημιακού επιπέδου. Ισχυρίζονται ότι το ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. θεωρεί ότι ο τίτλος σπουδών του Α.Τ.Ι. έχει το ίδιο καθεστώς με πτυχίο, παραπέμποντας και αυτοί στο παράρτημα Ζ, αλλά ερμηνεύοντας το διαφορετικά. Παράλληλα, παραπέμποντας στον περί Αναγνώρισης Τίτλων Σπουδών Ανώτερης και Ανώτατης Εκπαίδευσης και Παροχής Σχετικών Πληροφοριών Νόμο του 1996 (Ν. 68(Ι)/96), όπως τροποποιήθηκε με το Νόμο 1(1)/2994, προβάλλουν τη θέση ότι το δίπλωμα του Α.Τ.Ι. είναι αντίστοιχο με πανεπιστημιακό τίτλο.
Προτού ασχοληθώ με την ουσία της εκατέρωθεν επιχειρηματολογίας, θεωρώ σκόπιμο να παραθέσω το σχετικό απόσπασμα από την απόφαση της καθ΄ ης η αίτηση:
«Περαιτέρω τα Μέλη έλαβαν υπόψη τους και στάθμισαν όλα τα πιο πάνω πρόσθετα προσόντα των προαναφερθέντων υποψήφιων. Παρότι είναι πρόσθετα και δεν προνοούνται από το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης εντούτοις τους προσέδωσαν την δέουσα βαρύτητα.
Ανέφεραν ότι το επιπρόσθετο προσόν που κατέχουν μεταξύ και άλλων υποψηφίων οι Ανδρέας Κ Γεωργίου και Ευρούλλα Αλεξάνδρου ήτοι το Δίπλωμα του Ανώτερου Τεχνολογικού Ινστιτούτου είναι ακαδημαϊκό προσόν, ενώ το πρόσθετο προσόν που κατέχει ο Παναγιώτης Κελεπέσιης και δη το πιστοποιητικό The Full Technological Certificate for Electrical Engineering Technicians του City and Guilds of London Institute, θεωρείται επαγγελματικό και όχι ακαδημαϊκό προσόν.
Από την πιο πάνω συγκριτική εικόνα των υποψηφίων Παναγιώτη Κελεπέσιη, Ανδρέα Κ Γεωργίου και Ευρουλλας Αλεξάνδρου, τα Μέλη σημείωσαν ότι σε ακαδημαϊκά προσόντα υπερέχουν οι Ανδρέας Κ Γεωργίου και Ευρούλλα Αλεξάνδρου.
Τα Μέλη επεσήμαναν ότι οι τίτλοι του Ανώτερου Τεχνολογικού Ινστιτούτου αποτελούν πανεπιστημιακά πτυχία με βάση ρητή νομοθετική διάταξη, σε αντίθεση με το πρόσθετο προσόν του Παναγιώτη Κελεπέσιη ήτοι The Full Technological Certificate of Electrical Engineering Technicians που θεωρείται επαγγελματικό προσόν.»
Σκόπιμο θεωρώ επίσης να παραθέσω σ' αυτό το στάδιο το περιεχόμενο του Παραρτήματος 2, στο οποίο υπενθυμίζω και οι δύο πλευρές παρέπεμψαν για σκοπούς τεκμηρίωσης των θέσεων τους, όπως και τις πρόνοιες των άρθρων 12 και 14 Α (2) του Ν. 68(Ι)/1996, στις οποίες επίσης οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των δύο πλευρών παρέπεμψαν:
«Τίτλοι σπουδών του Ανώτερου Τεχνολογικού Ινστιτούτου (ΑΤΙ)
Σύμφωνα με τη νομοθεσία του ΚΥΣΑΤΣ οι τίτλοι σπουδών που απονέμονται από τα δημόσια πανεπιστήμια και τις δημόσιες σχολές ανώτερης εκπαίδευσης της Κύπρου αναγνωρίζονται αυτόματα. Αυτό σημαίνει, ότι η αναγνώριση των τίτλων σπουδών των δημόσιων ιδρυμάτων ανώτερης και ανώτατης εκπαίδευσης της Κύπρου είναι αυτόδηλη με βάση τις νομοθεσίες/αποφάσεις που διέπουν την ίδρυση και λειτουργία των ιδρυμάτων αυτών, και των προσόντων στα οποία οδηγούν τα προγράμματα που προσφέρουν.
Ειδικά, όμως, για το Ανώτερο Τεχνολογικό Ίδρυμα της Κύπρου, η νομοθεσία του ΚΥΣΑΤΣ αναφέρει ότι ο τίτλος σπουδών που χορηγεί θεωρείται ως βασικός τίτλος σπουδών ανώτατης εκπαίδευσης, ο οποίος παρέχει πρόσβαση σε μεταπτυχιακά προγράμματα.
Επιπρόσθετα, σημειώνονται τα ακόλουθα:
· Σύμφωνα με τις σχετικές νομοθεσίες του κράτους (νόμοι και κανονισμοί δημόσιων πανεπιστημίων, νόμος για σχολές τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, διακρατικές συμφωνίες για την αμοιβαία αναγνώριση τίτλων σπουδών, κτλ), ο τίτλος «Πτυχίο» (πανεπιστημιακού επιπέδου), στην Κύπρο, αντιστοιχεί σε μεταλυκειακά προγράμματα σπουδών των οποίων η διάρκεια είναι τέσσερα ακαδημαϊκά έτη πλήρους φοίτησης ή το ισοδύναμο σε (Ευρωπαϊκές) πιστωτικές μονάδες, δηλαδή 240 πιστωτικές μονάδες.
· Βασική προϋπόθεση για την αναγνώριση μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών είναι η κατοχή Πτυχίου, το οποίο έχει αναγνωριστεί από το ΚΥΣΑΤΣ.
Με βάση τα πιο πάνω το Συμβούλιο αποφάσισε τα εξής:
1. Ο τίτλος σπουδών του ΑΤΙ αναγνωρίζεται ως Δίπλωμα Ανώτερης Εκπαίδευσης.
2. Επιπρόσθετα, ο τίτλος σπουδών του ΑΤΙ αναγνωρίζεται ως προσόν πρόσβασης σε μεταπτυχιακά προγράμματα, και συνεπώς, σε αντίθεση με τα υπόλοιπα Διπλώματα Ανώτερης Εκπαίδευσης, ο τίτλος σπουδών του ΑΤΙ έχει το προνόμιο ότι αποτελεί επαρκή προϋπόθεση για την αναγνωρισιμότητα μεταπτυχιακών τίτλων σπουδών.
Επομένως, σύμφωνα με την πιο πάνω απόφαση, ο μεταπτυχιακός τίτλος ενός ατόμου που κατέχει τίτλο σπουδών του ΑΤΙ μπορεί να αναγνωριστεί από το ΚΥΣΑΤΣ. Αυτό δεν μπορεί να γίνει για κατόχους άλλων Διπλωμάτων Ανώτερης Εκπαίδευσης, οι οποίοι δεν κατέχουν Πτυχίο. Κατ' επέκταση ο τίτλος σπουδών του ΑΤΙ έχει το ίδιο καθεστώς με τον τίτλο του «Πτυχίου», σε σχέση με την αναγνώριση μεταπτυχιακών προσόντων. Με βάση το προνομιούχο αυτό καθεστώς, δεν χρειάζεται να αναλωθεί ο μεταπτυχιακός τίτλος για να αναβαθμιστεί ο τίτλος σπουδών του ΑΤΙ σε πτυχίο, αλλά μπορεί να αξιοποιηθεί ως ξεχωριστός τίτλος (σε πλαίσια χρήσης όπου δεν απαιτείται κατ' ανάγκη πτυχίο).»
Άρθρο 12 του Νόμου 68(Ι)/96:
«ΜΕΡΟΣ IV - ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΙΤΛΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ
12.-(1) Το Συμβούλιο αναγνωρίζει τίτλους σπουδών που απονέμονται από δημόσιο εκπαιδευτικό ίδρυμα ανώτερης και ανώτατης εκπαίδευσης της Κύπρου.
(2) Το Συμβούλιο αναγνωρίζει τίτλους σπουδών που αποκτήθηκαν από Ιδιωτικό Πανεπιστήμιο της Κύπρου μετά από πλήρη φοίτηση του κατόχου τους, στο Πανεπιστήμιο αυτό.
(3) Το Συμβούλιο, στα πλαίσια των προνοιών του παρόντος Νόμου και των Κανονισμών που εκδίδονται με βάση αυτόν, εξετάζει και αποφαίνεται για την αναγνώριση νόμιμων και έγκυρων τίτλων σπουδών -
(α) Που απονέμονται από αναγνωρισμένα εκπαιδευτικά ιδρύματα∙ ή
(β) που αφορούν εκπαιδευτικά αξιολογημένους - πιστοποιημένους κλάδους σπουδών.
(4) Η δυνάμει του παρόντος άρθρου αναγνώριση τίτλων σπουδών δεν περιλαμβάνει και δεν επηρεάζει τίτλους σπουδών που τυγχάνουν αναγνώρισης σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, για σκοπούς εγγραφής και άσκησης συγκεκριμένου επαγγέλματος.
(5) Τίτλοι Σπουδών που είχαν εκδοθεί και έτυχαν αναγνώρισης πριν από την ψήφιση του παρόντος Νόμου δεν επηρεάζονται από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.»
Άρθρο 14(Α)(2) του Ν. 68(Ι)/96:
«(2) Αντίστοιχα με τους τίτλους σπουδών των Τεχνολογικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (ΤΕΙ) της Ελλάδας, οι τίτλοι σπουδών του Ανώτερου Τεχνολογικού Ινστιτούτου Κύπρου (ΑΤΙ) θεωρούνται ισότιμοι και αντίστοιχοι προς Βασικό Τίτλο Σπουδών Ανώτατης Εκπαίδευσης:
Νοείται ότι οι τίτλοι αυτοί μπορούν να γίνονται αποδεκτοί για εγγραφή σε προγράμματα μεταπτυχιακών σπουδών στην Κύπρο και στο εξωτερικό.»
Εκείνο που με σαφήνεια προκύπτει από τις πρόνοιες του άρθρου 12 του Ν. 68(Ι)/1996, είναι πως το αρμόδιο όργανο για να αναγνωρίσει τίτλους σπουδών που απονέμονται από δημόσιο εκπαιδευτικό ίδρυμα ανώτερης και ανώτατης εκπαίδευσης της Κύπρου, είναι το ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ.
Αναφορικά με τις πρόνοιες του άρθρου 14 Α (2) του Νόμου 68(Ι)/96, έχω την άποψη πως αυτές δεν επιδέχονται την ερμηνεία που εισηγείται η ευπαίδευτη συνήγορος της καθ'ης η αίτηση, ως αυτόματη δηλαδή αναγνώριση του τίτλου σπουδών του ΑΤΙ ως πανεπιστημιακού τίτλου. Οι συγκεκριμένες τροποποιητικές πρόνοιες δεν αφαιρούν από το ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. την εξουσία ως αρμόδιο όργανο, όπως αποφασίζει επί της ισοτιμίας των τίτλων σπουδών. Το άρθρο 14 Α (2) προβλέπει για την ακαδημαϊκή αναγνώριση του τίτλου σπουδών ώστε να θεωρείται βασικός τίτλος σπουδών για μεταπτυχιακούς σκοπούς και δεν καθιστά αυτόματα για όλους τους σκοπούς, το πτυχίο του ΑΤΙ ισότιμο πανεπιστημιακού τίτλου σπουδών, κάτι το οποίο θα παραβίαζε την αρχή της διάκρισης των εξουσιών (Πέρδικου ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 267/2009, ημερομηνίας 8/10/2010).
Στην υπόθεση Πρόεδρος της Δημοκρατίας ν. Βουλής των Αντιπροσώπων (2005) 3 Α.Α.Δ. 274, το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε ότι η τροποποίηση του Νόμου 68(Ι)/96, με την οποία προστέθηκε πρόνοια που προέβλεπε ότι «οι τίτλοι σπουδών του ΑΤΙ τυγχάνουν της ίδιας αναγνώρισης με τους τίτλους σπουδών των ΤΕΙ για σκοπούς εργοδότησης στη δημόσια υπηρεσία, στη δημόσια εκπαιδευτική υπηρεσία και στην υπηρεσία νομικών προσώπων δημόσιου δικαίου», παραβίαζε την αρχή της διάκρισης των εξουσιών.
Η θέση των καθ'ων η αίτηση, όπως προκύπτει από την επίδικη απόφαση τους είναι ότι οι τίτλοι σπουδών των ενδιαφερόμενων μερών είναι πανεπιστημιακού επιπέδου με βάση ρητή νομοθετική διάταξη. Ενόψει των όσων αναφέρω πιο πάνω, τα όσα προβλέπονται στο άρθρο 14 Α (2) δεν συνεπάγονται και αυτόματη αναγνώριση του τίτλου σπουδών των ενδιαφερόμενων μερών ως πανεπιστημιακού επιπέδου. Δεν φαίνεται από το φάκελο να έγινε οποιαδήποτε έρευνα ως προς την αναγνώριση των πτυχίων πέραν από τη νομοθετική διάταξη, που οι καθ'ων η αίτηση εισηγούνται. Δεν αναζητήθηκαν οι απόψεις του ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. επί του θέματος. Το Παράρτημα Ζ, το οποίο επικαλούνται τόσο ο αιτητής όσο και οι καθ'ων η αίτηση, αναφέρεται στα όσα προβλέπει ο νόμος αλλά παράλληλα αναφέρει ότι βασική προϋπόθεση για την αναγνώριση μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών είναι η κατοχή πτυχίου, το οποίο έχει αναγνωριστεί από το ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ.
Στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Σαββίδη, Α.Ε. 36/2008, ημερομηνίας 24/1/2011, αποφασίστηκε ότι η αναγνώριση των τίτλων σπουδών δεν είναι αυτόματη, αλλά αυτή πρέπει να γίνεται από το ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. Παραθέτω πιο κάτω το σχετικό απόσπασμα από την απόφαση:
«Εξετάσαμε το λεκτικό του εν λόγω άρθρου και έχουμε καταλήξει ότι ενόψει και των προνοιών των άρθρων 12 μέχρι 14Α του Νόμου που βρίσκονται κάτω από το «ΜΕΡΟΣ IV - ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΙΤΛΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ», η αναγνώριση αυτή πρέπει να γίνεται από το ΚΥΣΑΤΣ και δεν είναι αυτόματη με βάση την εν λόγω νομοθετική πρόνοια. Άλλωστε τούτο δεν μπορούσε να γίνει γιατί, όπως αποφασίστηκε και στην προαναφερθείσα υπόθεση 267/2009, η πρόνοια θα ήταν αντισυνταγματική αφού θα παραβίαζε την αρχή της διάκρισης των εξουσιών, όπως αποφασίστηκε στην υπόθεση Πρόεδρος της Δημοκρατίας ν. Βουλής των Αντιπροσώπων (2005) 3 Α.Α.Δ. 274. Αποφασίστηκε εκεί ότι η τροποποίηση του Ν. 68(Ι)/1996 στην οποία είχε προστεθεί το άρθρο 14 Α (2) με πρόνοια ότι οι «Τίτλοι σπουδών του Ανώτερου Τεχνολογικού Ινστιτούτου τυγχάνουν της ίδιας αναγνώρισης με τους τίτλους σπουδών των Τ.Ε.Ι, για σκοπούς εργοδότησης στη δημόσια υπηρεσία, στη δημόσια εκπαιδευτική υπηρεσία και στην υπηρεσία νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου», παραβιάζει την προαναφερθείσα αρχή της διάκρισης των εξουσιών. Στη σελ. 270 της εν λόγω απόφασης λέχθηκαν τα ακόλουθα:
«Ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, έχει, κατά τη γνώμη μας, δίκαιο. Το θέμα που ρυθμίζεται με τις πρόνοιες του επίμαχου νομοθετήματος, ανάγεται αποκλειστικά στην άσκηση των λειτουργιών της εκτελεστικής εξουσίας. Η αξιολόγηση τίτλων σπουδών ως προς το περιεχόμενο τους ανάγεται στην πιο πάνω εξουσία. Το ενδεικτικό που απονέμεται μετά τη συμπλήρωση ενός κύκλου σπουδών ή ο τίτλος που αναφέρεται σ' αυτό, αποτελεί μια απόδειξη επιτυχούς συμπλήρωσης του σχετικού κύκλου σπουδών. Το αρμόδιο όμως εκτελεστικό-διοικητικό-όργανο είναι που αξιολογεί, για οποιουσδήποτε σκοπούς, το πραγματικό και ουσιαστικό περιεχόμενο και ποιότητα των σπουδών.»
Ενόψει των πιο πάνω θεωρώ ότι η καθ'ης η αίτηση δεν προέβηκε στη δέουσα, υπό τις περιστάσεις, έρευνα αναφορικά με την αξιολόγηση των προσόντων των ενδιαφερόμενων μερών και εσφαλμένα έκρινε ότι με βάση το Νόμο 68(Ι)/96 τα πτυχία του ΑΤΙ αυτόματα αναγνωρίζονταν ως πτυχία πανεπιστημίου. Κατά συνέπεια, η κατάληξη τους ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη υπερτερούσαν έναντι του αιτητή σε προσόντα, πάσχει. Συνεπώς, ο πρώτος προβαλλόμενος λόγος ακύρωσης ευσταθεί.
Ενόψει της πιο πάνω κατάληξης μου θεωρώ περιττό να εξετάσω τους υπόλοιπους λόγους ακύρωσης.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα €1.350, πλέον Φ.Π.Α., υπέρ του αιτητή και εναντίον της καθ'ης η αίτηση. Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται.
Α. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ,
Δ.
/Σ.Φ. - Δ.Γ.