ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 492/2013)
30 Απριλίου 2013
[ΠΑΝΑΓΗ, Δ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 1Α, 12, 17, 25, 26, 28, 33, 35 169(3), 179(2) ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΡΘΡΑ 49, 56, 101 ΚΑΙ 102 ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΓΙΑ ΤΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ Ε.Ε. ΤΗΝ ΟΔΗΓΙΑ 98/34/ΕΚ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΘΙΕΡΩΣΗ ΜΙΑΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΩΝ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΠΡΟΤΥΠΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΚΑΝΟΝΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ Της ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΤΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΟ ΠΕΡΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ ΟΡΙΣΜΕΝΩΝ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΚΑΝΟΝΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2003 Ν. 72(I)/2003» ΚΑΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΣΤΟΙΧΗΜΑΤΩΝ ΝΟΜΟ ΤΟΥ 2012 (Ν. 106(Ι)/2003
BETFAIR INTERNATIONAL PLC'S
Αιτητές
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΣΤΟΙΧΗΜΑΤΩΝ
Καθ' ων η αίτηση
ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΣΩΡΙΝΟΥ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 13.3.2013
Άνδρος Πελεκάνος και Γιάννης Πολυχρόνης για τους αιτητές.
Καμιά εμφάνιση για τους καθ' ων η αίτηση. [Με οδηγίες του Δικαστηρίου η αίτηση επιδόθηκε στους καθ' ων η αίτηση].
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ.: Με προσφυγή που οι αιτητές καταχώρησαν στις 13.3.2013, επιζητούν την ακύρωση απόφασης των καθ' ων η αίτηση, ημερομηνίας 26.2.2013, με την οποία οι τελευταίοι τοποθέτησαν στην ιστοσελίδα "http: blocking.nba.com.cy", κατάλογο στον οποίο συμπεριλαμβάνονται οι διευθύνσεις διαδικτύου των αιτητών, http://sports.betfair.com και "http:www.betfair.com/exchange", με την οποία η εταιρεία CYTACOM Solutions Ltd, η οποία παρέχει διαδικτυακές υπηρεσίες στους πελάτες των αιτητών, υποχρεώθηκε να εφαρμόσει σύστημα φραγής στην ιστοσελίδα των αιτητών, με αποτέλεσμα να παρεμποδίζεται η πρόσβαση των χρηστών - πελατών των αιτητών στις υπηρεσίες που οι αιτητές παρέχουν. Την ίδια μέρα, οι αιτητές καταχώρησαν μονομερή αίτηση με την οποία επεδίωξαν την έκδοση διαταγμάτων με τα οποία να αναστέλλεται η ως άνω απόφαση των καθ' ων η αίτηση «μέχρι την εκδίκαση και αποπεράτωση της προσφυγής των αιτητών και/ή μέχρι την εκδίκαση της ενδιάμεσης τούτης αίτησης».
Ασκώντας τη διακριτική του ευχέρεια, το Δικαστήριο διέταξε όπως δοθεί ειδοποίηση για την αίτηση στην άλλη πλευρά και προς τούτο όρισε την αίτηση στις 28.3.2013. Παρόλον ότι η αίτηση επιδόθηκε στους καθ' ων η αίτηση αυτοί επέλεξαν να μην εμφανιστούν στο Δικαστήριο. Περαιτέρω, δεν εμφανίστηκαν ούτε στις 16.4.2013, ημερομηνία κατά την οποία ορίστηκε εκ νέου η αίτηση - μετά την καταχώρηση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης προς περαιτέρω υποστήριξη της παρούσας αίτησης - με οδηγίες του Δικαστηρίου όπως αυτή επιδοθεί στους καθ' ων η αίτηση και τους γνωστοποιηθεί η νέα ημερομηνία, όπως και έγινε. Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο δεν έχει ενώπιον του τα στοιχεία που συνθέτουν την απόφαση, ενώ οι ισχυρισμοί και θέσεις των αιτητών, όπως προβάλλονται στις ένορκες δηλώσεις που υποστηρίζουν την αίτηση, με τα επισυνημμένα σ' αυτές τεκμήρια, παραμένουν αναντίλεκτοι.
Οι αιτητές, όπως παρουσιάζεται στην αρχική τους ένορκη δήλωση, είναι δημόσια εταιρεία, μέλος του ομίλου εταιρειών με την ονομασία "Betfair group of companies". Από τον Ιούνιο 2000 που λειτουργούν, παρέχουν υπηρεσίες τυχερών παιγνιδιών μέσω του διαδικτύου ανά το παγκόσμιο. Για την παροχή των υπηρεσιών τους, εξασφάλισαν σχετική άδεια από την χώρα καταγωγής τους, την Μάλτα και κατά τον ουσιώδη χρόνο, οι υπηρεσίες αυτές παρέχονταν αποκλειστικά μέσω διαδικτύου και απευθείας, μέσω προσωπικού διαδικτυακού λογαριασμού του κάθε πελάτη τους. Το παράπονο των αιτητών, όπως διευκρινίζουν στην εν λόγω ένορκη δήλωση, δεν αφορά οποιαδήποτε απόφαση των καθ' ων η αίτηση που σχετίζεται με την επιβολή συστήματος φραγής σε υπηρεσίες παιγνιομηχανημάτων περιορισμένου οφέλους, τυχερών παιχνιδιών καζίνο και ιπποδρομιακού ηλεκτρονικού στοιχήματος, αλλά μόνο τη φραγή που αφορά στις υπηρεσίες ηλεκτρονικού στοιχήματος που διαθέτουν οι αιτητές. Αναφέρουν σχετικά ότι «προσφέρουν/παρέχουν δύο προϊόντα/υπηρεσίες ηλεκτρονικού αθλητικού στοιχήματος, συγκεκριμένα το sportsbook και στο exchange».
Οι όροι και προϋποθέσεις για να μπορέσει ένας παίχτης να λάβει μέρος σε στοίχημα, διαφοροποιούνται ανάλογα με τη χώρα καταγωγής που είναι εγγεγραμμένος ο παίχτης. Το οποιοδήποτε στοίχημα δεν γίνεται απευθείας μεταξύ πελατών εφόσον οι πελάτες των αιτητών συνάπτουν, ουσιαστικά, σύμβαση με τους αιτητές, όπως καταγράφεται στο έντυπο (Τεκμήριο 5) που υπάρχει στον ισότοπο των αιτητών και το οποίο περιέχει τους ειδικούς Όρους και Προϋποθέσεις και καθορίζει τη συμβατική σχέση μεταξύ των αιτητών και του πελάτη τους.
Στις 11.7.2012, δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ο περί Στοιχημάτων Νόμος, Ν.106(Ι)/2012, ενώ στις 2.8.2012 διορίστηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο η Εθνική Αρχή Στοιχημάτων, καθ' ων η αίτηση.
Οι καθ' ων η αίτηση, με επιστολή που απέστειλαν κατά ή περί την 8.2.2013 πληροφόρησαν τους παροχείς διαδικτυακών υπηρεσιών που ενεργούν στη Δημοκρατία (Τεκμήριο 20) ότι είχαν δημιουργήσει την ιστοσελίδα "http:blocking.nba.com.cy" για σκοπούς ανάρτησης του καταλόγου των «url» που θα πρέπει να φραγούν σύμφωνα με το άρθρο 65 του Ν.106(Ι)/2012. Ακολούθως, κατά η περί την 12.2.2013, οι καθ' ων η αίτηση ανάρτησαν κατάλογο στην ως άνω ιστοσελίδα στον οποίο συμπεριλαμβανόταν και η ιστοσελίδα των αιτητών με την ηλεκτρονική διεύθυνση http://www.betfair.com/exchange, ενώ ανάρτησαν τελικό κατάλογο κατά η περί τις 26.2.2013 στον οποίο τοποθέτησαν, μεταξύ άλλων, διάφορες ηλεκτρονικές διευθύνσεις των αιτητών μέσω των οποίων παρέχουν τις υπηρεσίες ή/και τα προϊόντα τους στην κυπριακή αγορά. Δύο από τις ηλεκτρονικές διευθύνσεις των αιτητών που συμπεριλήφθηκαν στον τελικό κατάλογο ήσαν η "http://www.betfair.com/exchange" και η "sports.betfair.com". Με την ανάρτηση του συγκεκριμένου καταλόγου, οι παροχείς επέβαλαν φραγή πρόσβασης στις εν λόγω ιστοσελίδες των αιτητών, συμμορφούμενοι με την απόφαση των καθ' ων η αίτηση.
Είναι η θέση των αιτητών ότι οι καθ' ων η αίτηση, με αυτό τον τρόπο, επέβαλαν ουσιαστικά απόλυτη απαγόρευση στους αιτητές να παρέχουν οποιεσδήποτε υπηρεσίες ή/και προϊόντα τους στην κυπριακή αγορά, όπως προβλέπει το άρθρο 12(2)(β) του Νόμου 106(Ι)/2012. Υπάρχει δε έκδηλη παρανομία στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης αφού σύμφωνα με τις μεταβατικές διατάξεις του περί Στοιχημάτων Νόμου, οι αιτητές δύνανται, μέχρι την έκδοση κανονισμών, να συνεχίσουν την παροχή των υπηρεσιών τους και παρά ταύτα έχει απαγορευτεί στους πελάτες των αιτητών η πρόσβαση στις υπηρεσίες "SPORTS BOOK" και "BETTING EXCHANGE" χωρίς προηγουμένως οι αιτητές να είχαν την ευκαιρία να ακουστούν. Οι αιτητές προβάλλουν ακόμη ότι με τη ψήφιση και δημοσίευση του εν λόγω Νόμου, παραβιάζονται συγκεκριμένες πρόνοιες Ευρωπαϊκών οδηγιών - αναφορά στις οποίες γίνεται πιο κάτω - και άρθρα του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Σε περίπτωση που δεν εκδοθεί το ζητούμενο διάταγμα, είναι η θέση των αιτητών ότι θα υποστούν ανεπανόρθωτη ζημιά, ισχυρισμός που αναπτύσσεται λεπτομερώς στη συμπληρωματική ένορκη δήλωση των αιτητών.
Σύμφωνα με τις αρχές που ανέπτυξε η νομολογία μας - βλ. Moyo and Another v. Republic (1988) 3 Α.Α.Δ. 1203, 1208, Σοφοκλέους ν. Δημοκρατίας (1971) 3 Α.Α.Δ. 345, Γεωργιάδης (αρ. 1) ν. Δημοκρατίας (1965) 3 Α.Α.Δ. 392 - προσωρινά διατάγματα δυνάμει του Καν. 13 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου (όπως ο Κανονισμός αυτός έχει τροποποιηθεί), στον οποίο εδράζεται η αίτηση, δύνανται να εκδοθούν στις εξής δύο περιπτώσεις:
(α) Όπου προκύπτει έκδηλη παρανομία· ή
(β) Όπου καταφαίνεται η έλευση ανεπανόρθωτης ζημίας εφόσον σε αυτή τη δεύτερη περίπτωση δεν δημιουργούνται ανυπέρβλητα εμπόδια στη Διοίκηση οπότε λόγοι δημόσιου συμφέροντος κωλύουν την προσωρινή θεραπεία.
Οι δύο αυτές προϋποθέσεις δεν είναι όμως απαραίτητο να συντρέχουν (Αντωνίου ν. Συμβουλίου Κεντρικού Σφαγείου Κοφίνου (2001) 3 Α.Α.Δ. 164, 167). Ικανοποίηση οποιασδήποτε από αυτές είναι αρκετή για να ενεργοποιήσει θετικά για τον αιτητή τη συγκεκριμένη εξουσία του Δικαστηρίου.
Στη Λοϊζίδη ν. Υπουργού Εσωτερικών (1995) 3 ΑΑΔ 233 η έκδηλη παρανομία συνοψίστηκε (στη σελ. 249) ως «. εκείνη που, αν δεν αναδύεται αυτόματα, ανακύπτει κατόπιν αναλογισμού ως προς τις επιπτώσεις στοιχείων ενυπαρχόντων στο διαθέσιμο υλικό εφόσον βέβαια ό,τι απορρέει παραμένει αντικειμενικά αναντίλεκτο και μη υποκείμενο σε στάθμιση για έκφραση κρίσης.»
Σχετική είναι και η απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας στην υπόθεση Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς Κύπρου ν. Marfin Popular Bank Public Co. Ltd. (2007) 3 A.A.Δ. 32, 36, στην οποία υιοθετήθηκε με ρητή αναφορά η έννοια του όρου που δόθηκε στην υπόθεση Λοϊζίδης (ανωτέρω).
Στην υπόθεση Πολύβιος Νικολάου ν. ΕΔΥ (1992) 4(Ε) ΑΑΔ 3959, τονίστηκε ότι η έκδηλη παρανομία μπορεί να έχει τη μορφή της καθαρής παραβίασης της διαδικασίας που προβλέπεται από το νόμο ή της εξόφθαλμης παραβίασης των αρχών του διοικητικού δικαίου.
Με βάση τις πιο πάνω αρχές προχωρώ να εξετάσω κατά πόσο συντρέχουν οι προϋποθέσεις για την έκδοση των ζητουμένων με την αίτηση διαταγμάτων.
Όπως παρουσιάζεται από την επιστολή των καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 8.2.2013 (Τεκμήριο 20) προς τους παροχείς διαδικτυακών υπηρεσιών που ενεργούν στη Δημοκρατία, αυτοί (οι Καθ' ων η αίτηση) ενήργησαν δυνάμει του άρθρου 65 του περί Στοιχημάτων Νόμου του 2012 (Ν.106(Ι)/2012) το εδάφιο (1) του οποίου προβλέπει ότι οι παροχείς διαδικτυακών υπηρεσιών υποχρεούνται να εφαρμόσουν σύστημα φραγής το οποίο να εμποδίζει την πρόσβαση χρηστών-πελατών τους, μεταξύ άλλων, σε παροχείς υπηρεσιών στοιχήματος οι οποίοι δεν κατέχουν άδεια αποδέκτη Κλάσης Β.
Σύμφωνα με τα άρθρα 12 και 13 του ιδίου Νόμου, υπηρεσίες στοιχήματος παρέχονται μόνο από πρόσωπο που κατέχει άδεια αποδέκτη Κλάσης Α ή Κλάσης Β, η οποία εκδίδεται από τους καθ' ων η αίτηση κατόπιν υποβολής σχετικής αίτησης, και η οποία εξουσιοδοτεί, ανάλογα με την Κλάση κάθε άδειας, την παροχή των υπηρεσιών στοιχήματος όπως αυτές καθορίζονται στο εδάφιο (2) του άρθρου 12. Το εδάφιο (2)(β) του εν λόγω άρθρου προνοεί για την έκδοση από την Αρχή άδειας αποδέκτη Κλάσης Β με την οποία εξουσιοδοτείται η παροχή «. υπηρεσιών ηλεκτρονικού στοιχήματος εξαιρουμένων των παιγνιομηχανημάτων περιορισμένου οφέλους, των τυχερών παιχνιδιών καζίνο παρεχόμενων με απευθείας σύνδεση και του ιπποδρομιακού ηλεκτρονικού στοιχήματος».
Το άρθρο 13 προνοεί για τον τύπο της άδειας αποδέκτη Κλάσης Α ή Β ή εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου η οποία «.εκδίδεται σε έντυπο που καθορίζεται με κανονισμούς που εκδίδονται από την Αρχή». Η σύνταξη Κανονισμών εμπίπτει στις αρμοδιότητες των καθ' ων η αίτηση -βλ. άρθρο 11(α) του Νόμου - οι οποίοι υποβάλλονται στο Υπουργικό Συμβούλιο μέσω του αρμοδίου Υπουργού και κατατίθενται στη Βουλή των Αντιπροσώπων. Σύμφωνα δε με το άρθρο 11(β) αποτελεί επίσης αρμοδιότητα της Αρχής η σύνταξη και έκδοση κανονισμών και οδηγιών για την καλύτερη εφαρμογή του Νόμου με την ακόλουθη επιφύλαξη:
«Νοείται ότι, οι εν λόγω κανονισμοί και οδηγίες είναι δεσμευτικοί και υποχρεωτικοί ως προς την εφαρμογή τους για τα πρόσωπα προς τα οποία απευθύνονται και η Αρχή εποπτεύει την εφαρμογή τους από τους αδειούχους αποδέκτες Κλάσης Α ή Β και τους εξουσιοδοτημένους αντιπροσώπους·»
Οι αιτητές έθεσαν θέμα ότι οι καθ' ων η αίτηση, μέχρι σήμερα, δεν έχουν προωθήσει τη σύνταξη κανονισμών όπως προβλέπεται από το άρθρο 11 του Νόμου, πράγμα που επιβεβαιώνει και η σχετική έρευνα του Δικαστηρίου. Το γεγονός αυτό φέρνει στο προσκήνιο τις πρόνοιες του άρθρου 91 του Νόμου το οποίο προβλέπει:
«91.(1) Κάθε αίτηση για την οποία η Αρχή απαιτεί συγκεκριμένο τύπο, το έντυπο καθορίζεται από την Αρχή με κανονισμούς.
(2) Οι Κανονισμοί, τα διατάγματα, οι άδειες και οι γνωστοποιήσεις, που εκδόθηκαν δυνάμει του περί Συλλογικών Στοιχημάτων (Ρύθμιση και Φόρος) Νόμου, θεωρούνται ότι εκδόθηκαν δυνάμει του παρόντος Νόμου και εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι να καταργηθούν ή αντικατασταθούν.
(3) Νομικά πρόσωπα τα οποία, κατά την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, κατέχουν άδεια για διεξαγωγή ηλεκτρονικού στοιχήματος που εκδόθηκε από κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δύνανται να συνεχίσουν την παροχή υπηρεσιών στοιχήματος μόνο καθόσον αφορά το στοίχημα που επιτρέπεται από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και θεωρείται ότι λειτουργούν στα πλαίσια του νόμου αυτού μέχρι την έκδοση σχετικής άδειας από την Αρχή, νοουμένου ότι έχουν υποβάλει αίτηση για εξασφάλιση άδειας σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου εντός ενός (1) μηνός από της γνωστοποίησης της ημερομηνίας που η Αρχή αποδέχεται αιτήσεις.».
Είναι η θέση των αιτητών ότι η έκδηλη παρανομία στην προκείμενη περίπτωση συνίσταται στο γεγονός ότι ενώ οι καθ΄ων η αίτηση δεν έχουν συντάξει κανονισμούς αλλά ούτε έχουν ανακοινώσει ότι αποδέχονται την υποβολή αιτήσεων για άδεια αποδέκτη Κλάσης Β, ως όφειλαν δυνάμει του Νόμου, εντούτοις προχώρησαν σε φραγή των υπηρεσιών στοιχημάτων που οι αιτητές νόμιμα προσφέρουν αφού, ως νομικά πρόσωπα που κατέχουν άδεια για τη διεξαγωγή ηλεκτρονικού στοιχήματος που εκδόθηκε από κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ήτοι τη Μάλτα, καλύπτονται, υπό τις περιστάσεις, από τη μεταβατική διάταξη του άρθρου 91(3) του Νόμου. Διατείνονται, περαιτέρω, ότι οι απαγορεύσεις διεξαγωγής παροχής υπηρεσιών στοιχημάτων που έχουν τεθεί στους αιτητές από τους καθ' ων η αίτηση, προσκρούουν στο άρθρο 56 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης («ΣΛΕΕ») σύμφωνα με το οποίο:
«.restrictions of freedom to provide services within the Union shall be prohibited in respect of nationals of Member States who are established in a Member State other than that of the person for whom the services are intended».
Οι αιτητές παραπέμπουν σε επιστολή ημερομηνίας 10.12.2010 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προς τον τότε Υπουργό Εξωτερικών και το Υπουργείο Εμπορίου και Βιομηχανίας (Τεκμήριο 8) στην οποία υποδεικνύεται, σε σχέση με το τότε νομοσχέδιο για τη Ρύθμιση των Στοιχημάτων, με αναφορά και σε σχετική νομολογία του ΔΕΕ, ότι:
«The European Court of Justice, according to settled case law has resolved that Article 56 of the TFEU" -ΣΛΕΕ - " requires the abolition of restrictions on the freedom to provide services. All measures which prohibit, impede or render less attractive the exercise of such frededoms must be regarded as constituting such restrictions (Judgment of the Court (Fifth Chamber) of 15 January 2002, case C-439/99, Commission against Italy, [2002] ECR I-00305, paragraph 22; See also, to that effect, with regard to freedom to provide services Case C-205/99 Analir and Others [2001] ECR 1-1271, paragraph 21.
The Court of Justice has further resolved that with regard to services of sports betting, Article 56 of the TFEU relates to services provided through the internet by a provider established in a Member State - without moving - to recipients in another Member State .».
Η ως άνω θέση των αιτητών βρίσκει σύμφωνο το Δικαστήριο. Σύμφωνα με το μαρτυρικό υλικό και άλλα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, οι αιτητές είναι νομικά πρόσωπα τα οποία κατά την έναρξη της ισχύος του Νόμου κατείχαν άδεια για τη διεξαγωγή ηλεκτρονικού στοιχήματος, η οποία εκδόθηκε από κράτος μέλος της Ευρωπαϊκή Ένωσης, ενώ νομίμως φαίνεται να λειτουργούν στα πλαίσια του Νόμου 106((Ι)/2012 (βλ. άρθρο 91(3)). Δεν υπάρχει ενώπιον του Δικαστηρίου οποιοδήποτε υλικό που να αιτιολογεί καθ' οιονδήποτε τρόπο την ενέργεια φραγής της πρόσβασης στον ισότοπο των αιτητών, ιδιαίτερα εφόσον δεν δόθηκε οποιοδήποτε δικαίωμα ακρόασης στους αιτητές να θέσουν τις θέσεις τους ενώπιον των καθ' ων η αίτηση αναφορικά με την εν λόγω φραγή ή που να φανερώνει ότι η περίπτωση των αιτητών εμπίπτει στις εξαιρέσεις του Άρθρου 56 του ΣΛΕΕ, οι οποίες καθορίζονται στα Άρθρα 51 και 52 της Συνθήκης. Αντιθέτως, μέσα από το ενώπιον του Δικαστηρίου υλικό και από μια πρώτη εξέταση της υπόθεσης, η παρανομία προβάλλει ως αυταπόδεικτη και άμεσα αναγνωρίσιμη.
Ο άλλος λόγος που συνηγορεί υπέρ της έκδοσης ενός προσωρινού διατάγματος είναι η σοβαρή πιθανότητα πρόκλησης ανεπανόρθωτης ζημιάς στον αιτητή αν δεν εκδοθεί το διάταγμα. Λεπτομέρειες της θέσης των αιτητών ότι θα υποστούν ανεπανόρθωτη ζημιά σε περίπτωση που δεν εκδοθούν τα ζητούμενα με την αίτηση διατάγματα, παρατίθενται σε συμπληρωματική ένορκη δήλωση η οποία καταχωρήθηκε κατόπιν σχετικής άδειας του Δικαστηρίου. Σε αυτήν οι αιτητές ουσιαστικά κάνουν λόγο για «τεράστιο πλήγμα» που έχει υποστεί η φήμη τους, ενώ συνεργαζόμενες με τους αιτητές εταιρείες, μετά από δημοσιεύματα σε σχέση με την πρόθεση της Εθνικής Αρχής Στοιχήματος να εφαρμόσουν σύστημα φραγής, έδωσαν προειδοποίηση για τερματισμό της μεταξύ τους συμφωνίας, την οποία όμως στη συνέχεια απέσυραν μετά από παρέμβαση του δικηγόρου των αιτητών. Περαιτέρω, σε συνέχεια των εν λόγω δημοσιευμάτων, η μετοχή των αιτητών, η οποία διαπραγματεύεται στο Χρηματιστήριο του Λονδίνου, είχε άμεση πτώση με αποτέλεσμα οι αιτητές να υποστούν ανεπανόρθωτη ζημιά.
Σύμφωνα με τη νομολογία, ανεπανόρθωτη ζημιά είναι η ζημιά η οποία δεν μπορεί να αποκατασταθεί με οποιαδήποτε από τις θεραπείες που μπορούν να παραχωρηθούν με την ακύρωση της συγκεκριμένης διοικητικής πράξης. Υποδεικνύεται σχετικά στην υπόθεση Frangos and others v. Republic (1982) 3 C.L.R. 53:
«Irreparable damage encompasses damage of a kind that is irretrievable by subsequent legal or administrative action, such as the destruction of the res and irreversible physical deterioration.»
Το βάρος απόδειξης ανεπανόρθωτης ζημιάς βρίσκεται στους ώμους του αιτητή, ο οποίος πρέπει να εξειδικεύσει στην αίτηση του με συγκεκριμένο τρόπο την ζημιά που θα προκύψει από την επικείμενη εκτέλεση της επίδικης διοικητικής πράξης (βλ. Sofocleous v. The Republic (1971) 3 C.L.R. 345). Η πρόκληση χρηματικής ζημιάς δεν εξυπακούει κατ' ανάγκη πρόκληση «ανεπανόρθωτης ζημιάς» εντός της έννοιας του Κανονισμού 13. (Μαρκουλίδου κ.ά. ν. Δημοκρατίας κ.ά. (1989) 3 Α.Α.Δ 3413).
Αφού εξέτασα προσεκτικά όλα τα στοιχεία που οι αιτητές έθεσαν υπόψη του Δικαστηρίου για το ζήτημα, θεωρώ ότι δεν έχουν τεκμηριώσει τον ισχυρισμό τους. Εκτός από το γεγονός ότι στην περίπτωση της πτώσης της μετοχής των αιτητών, η ζημιά παρουσιάζεται να έχει ήδη προκληθεί και να μην εξαρτάται από την έκδοση ή μη των διαταγμάτων, δεν έχω ικανοποιηθεί ότι η όποια ζημιά ήθελε προκληθεί στους αιτητές θα είναι ανεπανόρθωτη ή τέτοιας φύσης που δεν θα μπορεί να εκτιμηθεί σε αργότερο στάδιο.
Συνακόλουθα των πιο πάνω, κρίνω ότι υπάρχει έκδηλη παρανομία. Η διαπίστωση αυτή σφραγίζει και τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης χωρίς να διεξαχθεί ακρόαση της προσφυγής (Βλ. Hellenic Petroleum Cyprus Ltd. v. Κυπριακής Δημοκρατίας κ.α. (2007) 3 ΑΑΔ 602).
Η προσφυγή επιτυγχάνει. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται. Τα έξοδα επιδικάζονται υπέρ των αιτητών και εναντίον των καθ' ων η αίτηση, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Π. Παναγή, Δ.