ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 2019/2012)
12 Απριλίου, 2013
[ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΑΡΧΗ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ
Αιτητές,
ν.
1. ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
3. ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ,
Καθ΄ων η αίτηση.
_______________
Ν. Χατζηϊωάννου(κα), για τους Αιτητές.
Δ. Καλλή (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
Γ. Μίτλεττον, για κ.κ. Χρυσαφίνη και Πολυβίου, παρών.
________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.: Στις 5.3.2013 η εταιρεία Primetel επεζήτησε με προφορικό αίτημα μέσω του δικηγόρου της, να παρέμβει στη διαδικασία. Η «Primetel» είναι η καταγγέλλουσα προς την Επιτροπή Προστασίας του Ανταγωνισμού την αιτήτρια, Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου, ως συνέπεια της οποίας εξεδόθη η προσβαλλόμενη απόφαση.
Η ΑΤΗΚ με την προσφυγή επιδιώκει:
«Α. Δήλωση Δικαστηρίου ότι η απόφαση των καθ΄ ων η αίτηση με αρ. 47/12 και με αριθμό φακέλλου 11.17.64/2005 που κοινοποιήθηκε στους αιτητές με επιστολή ημερ. 23.10.12 «ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α» στην παρούσα με την οποία διαπίστωσαν παράβαση υπό τους αιτητές του αρ. 6(1)(β) του Ν.207/89 και/ή 13(Ι)/08 και επέβαλε στους αιτητές διοικητικό πρόστιμο είναι άκυρη, παράνομη και χωρίς οποιοδήποτε αποτέλεσμα.
Β. Διάταγμα Δικαστηρίου ακυρούν την ίδια πιο πάνω απόφαση.
Γ.΄Εξοδα.».
Τα γεγονότα δεν αμφισβητούνται και συνιστούν κοινό έδαφος μεταξύ των διαδίκων:
«Η επίδικη απόφαση με αριθμό 48/2012 εκδόθηκε στις 8.10.2012 από τους καθ΄ ων η Αίτηση (ΕΠΑ) μετά από καταγγελία της Primetel εναντίον της ΑΤΗΚ για την υπηρεσία Premium SMS - MT (Αρ. φακ. 11.17.68/2005).».
Αρχικά η κα Χατζηϊωάννου για την Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου (στο εξής η «ΑΤΗΚ»), όσο και η κα Καλλή για τη Δημοκρατία, δεν είχαν ένσταση να δοθεί το δικαίωμα στην Primetel να παρέμβει στη διαδικασία. Το Δικαστήριο ζήτησε από τα μέρη να τοποθετηθούν εμπεριστατωμένα πριν εγκρίνει το αίτημα, εφ΄ όσον έκρινε ότι το ζήτημα δεν ήταν τόσο ξεκάθαρο, όσο παρουσιάζεται εκ πρώτης όψεως.
Ο κ. Μίτλεττον, επιχειρηματολογώντας για την Primetel, κατέθεσε στο Δικαστήριο σχετικό σημείωμα, ενώ η κα Χατζηϊωάννου, για την ΑΤΗΚ, άλλαξε την αρχική της θέση και υποστήριξε ότι η Primetel δεν μπορεί να λάβει μέρος στην παρούσα διαδικασία, εφ΄ όσον δεν έχει το απαιτούμενο έννομο συμφέρον. Το μόνο που προσβάλλεται με την παρούσα προσφυγή, είναι η θέση της, είναι η απόφαση της Επιτροπής Προστασίας Ανταγωνισμού για επιβολή διοικητικού προστίμου στην ΑΤΗΚ. Η Primetel προβάλλει ένα γενικό ισχυρισμό για καταχώριση αγωγής για αποζημιώσεις εναντίον της ΑΤΗΚ, στη βάση του άρθρου 40(1) του Νόμου 13(Ι)/2008. Οποιαδήποτε λοιπόν απόφαση της Επιτροπής για καταδίκη της ΑΤΗΚ, δημιουργεί μόνο ένα μαχητό τεκμήριο υπέρ της Primetel σε μελλοντική αγωγή για αποζημιώσεις.
Η Δημοκρατία από την άλλη συνηγορεί με την Primetel στην έγκριση του αιτήματος για παρέμβαση, διευκρινίζοντας ότι η απόφαση δεν στρέφεται μόνο εναντίον της επιβολής διοικητικού προστίμου, αλλά και εναντίον της διαπίστωσης της Επιτροπής Προστασίας Ανταγωνισμού, για παράβαση από την ΑΤΗΚ, του σχετικού περί Ανταγωνισμού Νόμου, Ν.207/1989, όπως προκύπτει από τη σχετική απόφαση της τελευταίας η οποία και αποτελεί αντικείμενο της προσφυγής.
Σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου διαμόρφωσε τη νομολογία για το πότε επιτρέπεται να παρέμβει ένα πρόσωπο το οποίο θεωρείται ως επηρεαζόμενο από την επίδικη πράξη (Vorkas and Others v. The Republic of Cyprus (1984) 3A C.L.R. 87, Charalambides v. The Municipality of Limassol (1988) 3B C.L.R. 972, Κυπριακή Δημοκρατία ν. Ιωάννη Σολωμού (2001) 3Β Α.Α.Δ. 955, από όπου και το πιο κάτω απόσπασμα:
«Ο θεσμός της παρέμβασης τρίτου σε διαδικασία δεν είναι θεσμοθετημένος στην Κύπρο. Πότε και κάτω από ποίες προϋποθέσεις μπορεί να δικαιολογηθεί η παρέμβαση τρίτου σε αναθεωρητική δικαιοδοσία εξετάστηκε σε κάποια έκταση στη Vorkas and Others v. Republic (1984) 3 C.L.R. 87. Εν πρώτοις επαναλαμβάνεται ότι το δικαίωμα προσώπου του οποίου το συμφέρον διακυβεύεται ή θα επηρεαστεί δυσμενώς από την ακύρωση της υπό αναθεώρηση διοικητικής πράξης ή απόφασης, έχει δικαίωμα να ακουστεί ως ενδιαφερόμενο πρόσωπο. Τούτο αναγνωρίστηκε από την καθίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας στη Josephides v. Republic 2 R.S.C.C. 72, 75. Διαπιστώθηκε επίσης ότι η θέση του ενδιαφερομένου προσώπου παραλληλίζεται προς εκείνη του παρεμβαίνοντος στο αντίστοιχο Ελληνικό δικαιϊκό σύστημα. Το συμφέρον, που καθιστά παραδεχτή τη συμμετοχή του ενδιαφερομένου προσώπου στη διαδικασία, είναι όπως εξηγείται στη Vorkas, ανάλογο προς εκείνο του προσφεύγοντος. Ο επηρεασμός από τη δικαστική απόφαση πρέπει να διαγράφεται ως άμεσος κατ΄ ανάλογο τρόπο προς τον επηρεασμό συμφέροντος που νομιμοποιεί τον αιτητή να προσφύγει στο Δικαστήριο και να ζητήσει την ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, απόφασης ή παράλειψης. Το νομιμοποιητικό συμφέρον του προσφεύγοντος πρέπει να υφίσταται, όπως είναι καθιερωμένο και στα τρία κρίσιμα χρονικά στάδια κατά τον αντίστοιχο χρόνο έκδοσης, προσβολής και αναθεώρησης της διοικητικής απόφασης.».
Για το ίδιο θέμα στο σύγγραμμα Π.Δ. Δαγτόγλου, Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο, 1994, 2η ΄Εκδοση, σελ. 272-273, στο οποίο παρέπεμψε η κα Χατζηϊωάννου, αναφέρονται τα ακόλουθα:
«΄Εννομο συμφέρον: Εξουσία ασκήσεως παρεμβάσεως δεν έχει οποιοσδήποτε ενδιαφερόμενος, αλλά μόνο αυτός που έχει «έννομο» συμφέρον. Η ύπαρξη εννόμου συμφέροντος κρίνεται όπως και κατά την άσκηση της αιτήσεως ακυρώσεως, στο πλαίσιο της οποίας και αναπτύσσεται. Την προϋπόθεση αυτή του παραδεκτού της παρεμβάσεως εκπληρώνει πάντοτε (και γι΄ αυτό δεν απαιτείται ειδικώς) ο υπουργός που εποπτεύει το νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, του οποίου προσβάλλεται πράξη επί ακυρώσει, καθώς και ο πτωχεύσας κατά την διάρκεια της πτωχεύσεως, επί προσφυγής ή ένδικου μέσου που άσκησε ο σύνδικος. Πρέπει επίσης να πιθανολογείται ως υφιστάμενη στον τρίτο, στον οποίο ανακοινώνεται η δίκη από διάδικο ή, προ πάντων, από την εισηγητή της υποθέσεως.
Τα νομικά πρόσωπα που επιδιώκουν επαγγελματικούς σκοπούς έχουν έννομο συμφέρον να παρέμβουν, μόνο αν από την ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξεως θίγονται ως τοιαύτα ή αν θίγονται τα συμφέροντα του συνόλου των μελών του, όχι όμως αν θίγονται τα συμφέροντα ορισμένων μόνο (έστω πολλών) από τα μέλη τους, γιατί τα νομικά αυτά πρόσωπα έχουν σκοπό την εξυπηρέτηση των συμφερόντων όλων των μελών τους και όχι μόνο ορισμένων από αυτούς και μάλιστα εις βάρος, τυχόν, των συμφερόντων άλλων μελών».
«΄Εννομο συμφέρον έχει εκείνος που οφελείται από την προσβαλλόμενη πράξη και υφίσταται συγκεκριμένη βλάβη από την τυχόν ακύρωσή της» (ΣΕ 519/1983) όπως αναφέρεται στο Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου, του Επαμεινώνδα Π. Σπηλιωτόπουλου, Τόμος 2ος, 13η έκδοση, παρα. 556, σελ. 189, εκεί υποσημείωση. Σε περίπτωση δε αίτησης ακυρώσεως κατά πράξης που επιβάλλει πειθαρχική ποινή, δεν νοείται, αποφάσισε το Συμβούλιο Επικρατείας, έννομο συμφέρον τρίτου για την άσκηση παρέμβασης (ΣΕ 167/1978).
«΄Εννομο συμφέρον για την άσκηση παρέμβασης έχει εκείνος που ωφελείται από την προσβαλλόμενη πράξη (ΣΕ 519/1983) και συνεπώς υφίσταται συγκεκριμένη βλάβη από την τυχόν ακύρωση της. Το έννομο συμφέρον μπορεί να δημιουργήθηκε μετά την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης, πρέπει όμως να υπάρχει κατά την άσκηση της παρεμβάσεως και της συζήτησης (ΣΕ 2204/1993, 2173/2002, 2521/2004). Απλό ενδιαφέρον για την αποτροπή δυσμενούς για τα συμφέροντα του τρίτου ερμηνείας του νόμου εξ αφορμής εκδίκασης της αίτησης ακυρώσεως, δεν αρκεί (ΣΕ 1928/1986, 2309/1992, 5380/1995). ΄Ετσι π.χ. κρίθηκε ότι έχει έννομο συμφέρον να παρέμβει υπέρ του κύρους της πράξης αναγκαστικής απαλλοτρίωσης εκείνος υπέρ του οποίου έγινε η απαλλοτρίωση (ΣΕ 4090/1973, 2217/1987) ο δημότης υπέρ του κύρους ρυθμίσεων, κ.λ.π. Σε περίπτωση αίτησης ακυρώσεως κατά πράξης που επιβάλλει πειθαρχική ποινή, δεν νοείται έννομο συμφέρον τρίτου για την άσκηση παρέμβασης (ΣΕ 167/1978).».
Η τελική εισήγηση της κας Χατζηϊωάννου είναι ότι η εταιρεία Primetel δεν έχει να επωφεληθεί από την έκδοση της επίδικης πράξης, εφόσον το πρόστιμο είναι πληρωτέο στην ΕΠΑ, αλλά ούτε και θα υποστεί οποιαδήποτε βλάβη αν η πράξη ακυρωθεί. Τα δικαιώματά της δεν επηρεάζονται καθ΄ οιονδήποτε τρόπο, εφόσον το αγώγιμο δικαίωμά της εναντίον των αιτητών για αποζημιώσεις για παράβαση του άρθρου 6 του Ν.13(Ι)/2008, παραμένει ανεπηρέαστο, άρθρο 40(1) του Νόμου.
Για να καταλήξει ότι το συμφέρον της εταιρείας είναι έμμεσο: το μόνο που θα απωλέσει η Primetel, αν πετύχει η ΑΤΗΚ στην προσφυγή της, είναι ένα μαχητό αποδεικτικό στοιχείο σε μία μελλοντική αγωγή, και αυτό, μόνο αν έχουν υποστεί οποιαδήποτε ζημιά, η οποία, εν πάση περιπτώσει, ουδέποτε αποδείχτηκε ή έγινε προσπάθεια να αποδειχθεί εκ μέρους της Primetel.
Ο κ. Μίτλεττον αναφέρθηκε στη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, η οποία δίδει ευρύτερη έννοια στο έννομο συμφέρον που πρέπει να καταδείξει το ενδιαφερόμενο μέρος το οποίο επιθυμεί να παρέμβει στη διαδικασία προσφυγής, από το έννομο συμφέρον που οφείλει να κατέχει ο αιτητής σε περίπτωση καταχώρισης προσφυγής, και παρέπεμψε στο σύγγραμμα «Αίτησις Ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας» του Θ. Δ. Τσάτσου, έκδοση τρίτη, σελ. 379 και Εμετάκλ Αλουμινίουμ Λτδ ν. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 2964. Παρέθεσε ακόμη ο κ. Μίτλεττον την απόφαση Δημοκρατία ν. Ιωάννη Σολωμού (2001) 3 Α.Α.Δ. 955, όπου εκεί επισημάνθηκε ότι: «δικαίωμα εκπροσώπησης κατά την προσφυγή έχει άτομο του οποίου το συμφέρον είναι κατά νομική συνέπεια ενδεχόμενο να επηρεαστεί από τη θεώρηση της νομιμότητας της πράξης η οποία προσβάλλεται. Τα άτομα αυτά είναι κατά κανόνα οι ευνοηθέντες από την επίδικη διοικητική απόφαση».
Επικαλέστηκε και ο κ. Μίτλεττον το άρθρο 40(1) του Νόμου, το οποίο δίδει στην Primetel το δικαίωμα να αξιώσει αποζημιώσεις εναντίον της ΑΤΗΚ για ανάκτηση των ζημιών που υπέστη ως αποτέλεσμα της συμπεριφοράς της ΑΤΗΚ στη βάση της επίδικης απόφασης της ΕΠΑ, καθώς και τα άρθρα 6 και 15.1 του Ευρωπαϊκού Κανονισμού 1/2003 αλλά την Αγγλική απόφαση Courage v. Crehan (2002) I.C.R. 457, για να καταλήξει, ότι η άρνηση χορήγησης άδειας για παρέμβαση στην Primetel, επηρεάζει άμεσα τα συμφέροντά της να ανακτήσει αποζημιώσεις, λόγω ενδεχόμενης απώλειας του μαχητού τεκμηρίου που η Primetel απέκτησε στη βάση της προσβαλλόμενης απόφασης.
΄Εχοντας υπ΄ όψιν ότι η απόφαση της ΕΠΑ, ημερ. 8.10.2012, η οποία προσβάλλεται με την προσφυγή, είχε ως αντικείμενο την εξέταση της καταγγελίας που υπέβαλε η Primetel στην ΕΠΑ στις 11.10.2005, εναντίον της ΑΤΗΚ, αναφορικά με την μη παροχή υπηρεσιών σύντομων γραπτών μηνυμάτων προστιθέμενης αξίας «Premium SMS», κατά παράβαση του άρθρου 6 του περί Προστασίας του Ανταγωνισμού Νόμου του 1989, Ν. 207(Ι)/1989, όπως αντικαταστάθηκε από τον περί Προστασίας του Ανταγωνισμού Νόμο του 2008, Ν.13(Ι)/2008. ότι η Primetel, εκτός από παραπονούμενη, συμμετείχε σε όλα τα στάδια της διαδικασίας, από την καταγγελία μέχρι και την έκδοση της απόφασης στη διαδικασία. ότι από την απόφαση της ΕΠΑ δημιουργείται μαχητό τεκμήριο αλλά και δικαίωμα της Primetel να καταχωρήσει αγωγή για αποζημιώσεις εναντίον της ΑΤΗΚ, για οποιαδήποτε ζημία έχει υποστεί ως αδειούχος πάροχος ηλεκτρονικών επικοινωνιών στην Κύπρο και ότι η Primetel διαγνώστηκε με την εν λόγω απόφαση ότι έχει έννομο συμφέρον να υποβάλει την καταγγελία, είναι εταιρεία παροχής τηλεφωνικών υπηρεσιών που επιθυμούσε να επεκτείνει τις επιχειρηματικές της δραστηριότητες στην παροχή «Premium SMS», καταλήγω ότι η Primetel έχει έννομο συμφέρον το οποίο καθιστά παραδεκτή τη συμμετοχή της στη διαδικασία (Vorkas and Others v. The Republic of Cyprus, ανωτέρω και Κυπριακή Δημοκρατία ν. Ιωάννη Σολωμού, ανωτέρω).
Ο επηρεασμός από την απόφαση διαγράφεται ως άμεσος, κατά ανάλογο τρόπο προς τον επηρεασμό συμφέροντος που νομιμοποιεί τον αιτητή να προσφύγει στο Δικαστήριο και να ζητήσει την ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης, πράξης ή παράληψης. Κρίνω επίσης ότι το νομιμοποιητικό συμφέρον της Primetel υφίστατο σε όλα τα κρίσιμα στάδια κατά τον αντίστοιχο χρόνο έκδοσης, προσβολής και αναθεώρησης της διοικητικής απόφασης.
Το αίτημα εγκρίνεται. Επιτρέπεται στη εταιρεία Primetel όπως παρέμβει στη διαδικασία.
Καμιά διαταγή για έξοδα.
Δ. Μιχαηλίδου, Δ.
/ΜΔ