ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

                                                            (Υποθ. Αρ.732/2012)

26 Μαρτίου, 2013

 

[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στης]

 

Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος

 

ΕΥΡΙΔΙΚΗ ΣΥΜΕΟΥ

                                                              Αιτήτρια,

-και -

 

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ

ΤΜΗΜΑ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΕΥΗΜΕΡΙΑΣ

 

                                                            Καθ΄ων η αίτηση.

-----------------------

Αιτήτρια προσωπικά

Αρ.Ζερβού, (κα.), -  Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ΄ων η αίτηση.

---------------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.:   Η αιτήτρια υπέβαλε στις 7 Σεπτεμβρίου 1994 αίτηση για παροχή δημοσίου βοηθήματος.  Την περίοδο εκείνη η αιτήτρια είχε προσωρινώς εγκαταλειφτεί από το σύζυγο της και η ίδια δεν ήταν ικανή για εργασία.  Αφού προσκόμισε ιατρικές βεβαιώσεις, σύμφωνα με τις οποίες παρουσίαζε προβλήματα ψυχικής και σωματικής υγείας, το αίτημα της εγκρίθηκε.  Το εν λόγω βοήθημα διδόταν κατά διαστήματα, επειδή η διάσταση του ζευγαριού δεν ήταν συνεχής.  Μετά τη διάσταση και την οριστική εγκατάλειψη της αιτήτριας από  το σύζυγο της, υπέβαλε, στις 28 Φεβρουαρίου 1999, αίτηση για δημόσιο βοήθημα, η οποία εγκρίθηκε. 

 

Τον Ιούνιο του 2007, η αιτήτρια υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση αναπηρικού επιδόματος το οποίο εγκρίθηκε στις 16 Νοεμβρίου 2007.  Τον Οκτώβρη του 2011, λόγω της μετακόμισης της αιτήτριας σε ιδιόκτητο διαμέρισμα, το ποσό του δημοσίου βοηθήματος αναθεωρήθηκε, με την αφαίρεση του χρηματικού ποσού που λάμβανε για κάλυψη του μέχρι τότε πληρωθέντος ενοικίου. 

 

Λειτουργός των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, η οποία ήταν επιφορτισμένη με την εξέταση της υπόθεσης της αιτήτριας, διαπίστωσε ότι παρόλο που η αιτήτρια αντιμετώπιζε πολλά προβλήματα υγείας, αυτά δεν την καθιστούσαν ανάπηρη για εργασία.  Ως αποτέλεσμα τούτου, το Φεβρουάριο του 2012, μετά από σχετική αναθεώρηση αφαιρέθηκαν τα αναπηρικά δικαιώματα που λάμβανε η αιτήτρια, αλλά, συνεχίστηκε η καταβολή μηνιαίου δημοσίου βοηθήματος για κάλυψη των βασικών της αναγκών.  Ενημερώθηκε σχετικώς, με επιστολή ημερ. 22 Φεβρουαρίου 2012, το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

 

Από το λεκτικό της αίτησης ακυρώσεως, που σημειώνω ότι καταχωρήθηκε από την ίδια την αιτήτρια προσωπικώς, διαπιστώνεται ότι δεν περιλαμβάνονται, ουσιαστικώς, νομικοί λόγοι ακυρώσεως, αλλά η αμφισβήτηση εδράζεται στη διακοπή του αναπηρικού βοηθήματος που παραχωρείτο στην αιτήτρια μέχρι το Φεβρουάριο του 2012.  Αυστηρή συμμόρφωση με τον Καν.7 των Διαδικαστικών Κανονισμών του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, δεν απαιτείται, λαμβανομένου υπόψη ότι προωθείται η αίτηση από την ίδια την αιτήτρια.

 

Παρόλο που δεν τέθηκε από πλευράς αιτήτριας οποιοδήποτε θέμα αρμοδιότητας  του οργάνου που έλαβε την προσβαλλόμενη απόφαση, έχοντας υπόψη, ότι πρόκειται περί θέματος δημοσίας τάξεως, θα το εξετάσω και αυτεπαγγέλτως.  Βλ. Σύνδεσμος Ασφαλιστικών Εταιρειών Κύπρου ν. Επιτροπής Προστασίας του Ανταγωνισμού (2002) 3 Α.Α.Δ. 314

 

Η Λειτουργός η οποία εξέτασε την υπόθεση της αιτήτριας ετοίμασε σχετική έκθεση με εισήγηση τη διακοπή της καταβολής του αναπηρικού επιδόματος προς την αιτήτρια.  Η εν λόγω εισήγηση εγκρίθηκε στις 18 Ιανουαρίου 2012 από την Επόπτρια και στη συνέχεια από τη Βοηθό Επαρχιακή Λειτουργό Ευημερίας. Στο Παράρτημα 22 της ΄Ενστασης, επιστολή ημερ. 22 Φεβρουαρίου 2012, που σημειώνω, αποτελεί τη γνωστοποίηση της πιο πάνω απόφασης στην αιτήτρια αναφέρεται ότι υπογράφεται από τον Προϊστάμενο Γραφείου Κοινωνικών Υπηρεσιών.  

 

Στο άρθρο 5 του Περί Δημοσίων Βοηθημάτων Νόμου, Ν.95(Ι)/2006, (ο «Νόμος») αναφέρεται ότι:

 

«Η απόφαση αν κάποιος αιτητής ή λήπτης πληροί τις προϋποθέσεις για παροχή σ' αυτόν δημόσιου βοηθήματος καθώς και για το ύψος του βοηθήματος το οποίο δικαιούται, αποτελεί καθήκον του Διευθυντή και κάθε τέτοια απόφαση πρέπει να είναι σύμφωνη με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και οποιωνδήποτε Κανονισμών που εκδίδονται με βάση αυτόν:

 

Νοείται ότι ο Διευθυντής δύναται να αναθέτει σε οποιοδήποτε Λειτουργό των Υπηρεσιών του ή σε επιτροπή αποτελούμενη από Λειτουργούς των Υπηρεσιών του ή από άλλα άτομα, να εξετάζει ορισμένα θέματα που αναφύονται από την αίτηση και να υποβάλλει στον ίδιο σχετική έκθεση.»

 

Στο άρθρο 2 του Νόμου «Διευθυντής» σημαίνει το Διευθυντή των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας ή τον κατάλληλα εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του·

 

΄Εχω διεξέλθει το φάκελο της υπόθεσης, που κατατέθηκε ως τεκμ.1 στην παρούσα υπόθεση, και δεν έχω εντοπίσει εξουσιοδότηση ή ανάθεση σε Λειτουργό για έγκριση της εισήγησης για λήψη απόφασης. 

 

Μια πράξη για να είναι έγκυρη, ως εκδιδόμενη από διοικητικό όργανο, θα πρέπει να συνοδεύεται από τη δέουσα εξουσιοδότηση.  Καθίσταται, συναφώς η εν λόγω πράξη έγκυρη και θεωρείται νόμιμη η υπόσταση του οργάνου που την έχει εκδώσει.  Η προσβαλλόμενη απόφαση δεν συνοδεύεται από επίσημη εξουσιοδότηση του Διευθυντή ο οποίος, σύμφωνα με τις πιο πάνω πρόνοιες του Νόμου, είναι το αρμόδιο διοικητικό όργανο για έκδοση της ούτε υπάρχει εξουσιοδότηση, η δε απουσία γνωστοποίησης της εξουσιοδότησης δεν τυγχάνει της αναλόγου επισημότητος, που θα έπρεπε υπό τας περιστάσεις, να έχει. 

 

Στην υπόθεση Κούτσιου ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 987, στη σελ. 994, λέχθηκαν τα εξής σχετικά, από την πλειοψηφία της Ολομέλειας:

 

 "Στην απουσία έγγραφης καταχώρισης που να επιβεβαιώνει ότι η απόφαση για τη μετάθεση έχει ληφθεί από το όργανο στο οποίο ο Νόμος έχει εναποθέσει την σχετική αρμοδιότητα θεωρούμε ότι το τεκμήριο της κανονικότητας των διοικητικών πράξεων δεν διαθέτει την εμβέλεια να ενδύει με τον μανδύα της νομιμότητας τα όσα χρειάζονται να συντελεσθούν για να διενεργηθεί νόμιμα μια μετάθεση - καταγράφονται στις παραγ. (1) - (3), πιο πάνω. Αντίθετη προσέγγιση θα ισοδυναμούσε με καταστρατήγηση των αρχών της χρηστής διοίκησης οι οποίες υπαγορεύουν την τήρηση εγγράφων καταχωρίσεων το δε τεκμήριο της κανονικότητας θα προσέφερε ασυλία σε πράξεις αναρμοδίων οργάνων με τη δικαιολογία ότι είχαν ενεργήσει ύστερα από οδηγίες των αρμοδίων οργάνων."»

 

Παρόμοιο θέμα είχε εγερθεί στην Υπόθ. Αρ. 339/07 Χρίστου κ.ά ν. Δημοκρατίας, 24.7.2009 όπου αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:

«Οι Καθ΄ων η Αίτηση προς υποστήριξη του νόμιμου της απόφασης παραπέμπουν στο άρθρο 2 του περί Δημοσίων Βοηθημάτων και Υπηρεσιών Νόμου του 2006 (Ν. 95(Ι)/2006) (ο Νόμος) όπου η ερμηνεία της λέξης «Διευθυντής» δίδεται να σημαίνει «το Διευθυντή των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας ή τον κατάλληλα εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο του» και στο άρθρο 5 του Νόμου όπου αναφέρεται ότι «ο Διευθυντής δύναται να αναθέσει σε οποιοδήποτε Λειτουργό των Υπηρεσιών του ή σε επιτροπή αποτελούμενη από Λειτουργούς των Υπηρεσιών ή από άλλα άτομα, να εξετάζει ορισμένα θέματα που αναφύονται από την αίτηση και να υποβάλλει στον ίδιο σχετική έκθεση».

 

Δεν υπήρξε αμφισβήτηση ότι αρμόδιος για τη λήψη απόφασης σε σχέση με επιδόματα όπως αυτά των Αιτητών είναι ο Διευθυντής.

 

Το επιχείρημα των Καθ΄ων η Αίτηση ακόμη κι΄αν ευσταθούσε, δηλαδή ότι η λειτουργός Ανδρούλλα Αναστασίου είχε εξουσιοδότηση, δεν φαίνεται ότι η απόφαση λήφθηκε από αυτή αλλά από την Επαρχιακή Λειτουργό Ευημερίας για λογαριασμό της οποίας υπογράφεται η επιστολή και η οποία δεν προκύπτει να είχε τέτοια εξουσία.

 

Καθίσταται συναφώς έκδηλο ότι η προσβαλλόμενη απόφαση έχει ληφθεί από αναρμόδιο όργανο. 

 

Ανεξαρτήτως των πιο πάνω, θα προχωρήσω να εξετάσω και την ουσία της προσφυγής. 

 

Ένα από τα βασικά θέματα, που εγείρει η αιτήτρια με την παρούσα προσφυγή, είναι ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας.  Προβλήθηκε, ότι η Λειτουργός Ευημερίας κατέληξε σε συμπέρασμα και αποφάσισε ότι η αιτήτρια δεν ήταν ανάπηρο άτομο, δικαιούμενο σε βοήθεια, χωρίς να εξετάσει τα πιστοποιητικά που η τελευταία είχε προσκομίσει. 

 

Στην αιτήτρια χορηγείτο αναπηρικό επίδομα από το 2007 στη βάση των, τότε εκδοθέντων, ιατρικών πιστοποιητικών.  Στην εν λόγω έκθεση η Λειτουργός σημειώνει ότι ζήτησε νέα ιατρικά πιστοποιητικά αναφορικά με τα ιατρικά προβλήματα της αιτήτριας.  Στο ένα, από αυτά τα πιστοποιητικά, αναφέρεται ότι η αιτήτρια είναι μονίμως ανίκανη για εργασία.  Η Λειτουργός αιτιολόγησε τη διαφορετική της προσέγγιση, επί του θέματος αυτού, στη βάση των όσων η ιδία διαπίστωσε και συγκεκριμένα ότι κατά την επίσκεψη στην οικία της αιτήτριας η ιδία αυτοεξυπηρετείτο και επίσης φρόντιζε το γιο και την κόρη της. 

 

Σύμφωνα με το άρθρο 2 του Νόμου:

«ανάπηρος» σημαίνει άτομο το οποίο εκ γενετής ή λόγω γεγονότος που του συνέβηκε πριν συμπληρώσει το 65ο έτος της ηλικίας του, παρουσιάζει οποιαδήποτε μορφής ανεπάρκεια ή μειονεξία, η οποία προκαλεί μόνιμο ή απροσδιόριστης διάρκειας σωματικό, διανοητικό ή ψυχικό περιορισμό σ΄αυτό και η οποία, λαμβάνοντας υπόψη το ιστορικό και άλλα προσωπικά στοιχεία του εν λόγω ατόμου, μειώνει ουσιωδώς ή αποκλείει τη δυνατότητα εκτέλεσης μιας ή περισσότερων δραστηριοτήτων ή λειτουργιών που θεωρούνται ως φυσιολογικές και ουσιώδεις για την ποιότητα ζωής κάθε ατόμου της ίδιας ηλικίας που δεν παρουσιάζει τέτοια ανεπάρκεια ή μειονεξία.»

 

Όπως έχω σημειώσει πιο πάνω, η αιτήτρια είχε κηρυχθεί ως ανάπηρο άτομο.  Τροποποίηση αυτού του καθεστώτος επέβαλλε την κατάδειξη βελτίωσης της κατάστασης της υγείας της.  Δεν έχω διαπιστώσει να υπήρχε οτιδήποτε ενώπιον των καθ΄ων η αίτηση, πέραν από τα όσα ανέφερε η Λειτουργός τα οποία, όμως, δεν υποστηρίζονται από ιατρικά πιστοποιητικά, το οποίο να καταδεικνύει ότι υπήρχε βελτίωση της υγείας της αιτήτριας.  Αντιθέτως, υπήρχαν δύο ιατρικές βεβαιώσεις, σύμφωνα με τις οποίες, η αιτήτρια ήταν ανίκανη για εργασία.  Τούτου δοθέντος, θεωρώ, ότι δεν υπήρξε οποιαδήποτε αλλαγή των συνθηκών της αιτήτριας η οποία να δικαιολογούσε τον τερματισμό του παραχωρηθέντος αναπηρικού βοηθήματος που λάμβανε.  Η διοίκηση είχε υποχρέωση να προβεί σε δέουσα έρευνα, έτσι ώστε να διαπιστώσει την πραγματική κατάσταση της αιτήτριας, κάτι το οποίο δεν έχει γίνει.  Βλ. Υπόθ. Αρ. 1498/2011 Χριστοδούλου ν. Υπουργείου Εργασίας, ημερ. 22 Φεβρουαρίου 2013. 

 

Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω η προσφυγή επιτυγχάνει, η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρούται.  Αναφορικά με τα έξοδα, λαμβανομένου υπόψη ότι η αιτήτρια χειρίστηκε την υπόθεση προσωπικώς, θεωρώ ότι έξοδα €400 είναι ικανοποιητικό ποσό, και επιδικάζεται υπέρ της αιτήτριας και εναντίον των καθ΄ων η αίτηση.

 

 

                                                            Κ. Παμπαλλής,

                                                                      Δ.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο