ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                                  (Υπόθεση Αρ. 392/2011)

 

4 Μαρτίου, 2013

 

[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

SEYED MAHDI RASHIDI AZAR,

Αιτητής,

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1.    ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,

2.    ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ,

3.    ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ,

Καθ΄ων  η Αίτηση.

 

 

Χρ. Ματθαίου, για τον Αιτητή.

Δ. Νικολάτου (κα), για τους Καθ΄ων η Αίτηση.

 

 

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.:   Ο Αιτητής ο οποίος είναι Ιρανός υπήκοος, ζητά την ακύρωση της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 13.1.2011, με την οποία απέρριψαν τη διοικητική προσφυγή που άσκησε κατά της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου. 

 

Τα γεγονότα της υπόθεσης

Ο Αιτητής στις 10.11.2004 εισήλθε παράνομα στο έδαφος Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω των κατεχομένων και την 1.12.2004 υπέβαλε αίτηση για απόκτηση της ιδιότητας του πολιτικού πρόσφυγα. 

 

Ορίστηκε συνέντευξη στις 26.8.2005.  Έγινε προσπάθεια μέσω επιδότη για επίδοση της πρόσκλησης, αλλά ο Αιτητής δεν διέμενε στη διεύθυνση που είχε δώσει.  Ενόψει της μη εμφάνισης του στη συνέντευξη, ο Αν. Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου μετά από εισήγηση της αρμόδιας Λειτουργού της Υπηρεσίας, αποφάσισε στις 14.10.2005 το κλείσιμο του φακέλου και τη διακοπή της διαδικασίας εξέτασης του αιτήματος.

 

Σύμφωνα με τα στοιχεία που κρατούνται στο ηλεκτρονικό σύστημα του Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, ο Αιτητής στις 8.4.2006 απελάθηκε στη χώρα καταγωγής του.

Στις 30.4.2008 ο Αιτητής μεταφέρθηκε στην Κύπρο από την Αγγλία, όπου είχε ζητήσει άσυλο και μεταφορά πίσω στην Κύπρο.  Ως εκ τούτου η Υπηρεσία Ασύλου αποφάσισε το επανάνοιγμα του φακέλου του, ώστε να επανεξεταστεί το αίτημα του για πολιτικό άσυλο.  Στη συνέχεια έγιναν τρεις συνεντεύξεις του Αιτητή από την Υπηρεσία Ασύλου.  Επειδή σ' αυτές ισχυρίστηκε ότι στη χώρα του είχε υποστεί βασανιστήρια επειδή είχε προσηλυτιστεί τον Χριστιανισμό, η Υπηρεσία Ασύλου με επιστολή της ενημέρωσε τη Μονάδα Αποκατάστασης Θυμάτων Βασανιστηρίων, ζητώντας ιατρική εξέταση του Αιτητή.  Το Ιατρικό Πιστοποιητικό που εξεδόθη, αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι ο Αιτητής παρουσίαζε «συμπτώματα διαταραχής μετά από τραυματικό στρες καθώς και γενικευμένης αγχώδους διαταραχής» τα οποία ήταν το αποτέλεσμα των βασανιστηρίων που υπέστη.

 

Στις 5.1.2009 η αρμόδια Λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου εισηγήθηκε στον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας, την απόρριψη της αίτησης.  Η εισήγηση έγινε δεχτή και στις 8.1.2009 απορρίφθηκε η αίτησή του.  Ο Αιτητής ενημερώθηκε με σχετική επιστολή της ίδιας ημερομηνίας, στην οποία του εξηγήθηκαν οι λόγοι απόρριψης και ότι δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19(1) και (2) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 (Ν. 6(Ι)/2000), στο εξής «ο Νόμος».

.

Στις 16.1.2009 ο Αιτητής, μέσω του δικηγόρου του, καταχώρησε διοικητική προσφυγή ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, στο εξής «η Αρχή», η οποία στις 13.1.2011, μετά από μελέτη της σχετικής Έκθεσης που είχε ετοιμαστεί από Λειτουργό της, απέρριψε τη διοικητική προσφυγή.

 

Ο Αιτητής εναντίον της απόφασης αυτής, ουσιαστικά προβάλλει τρεις λόγους ακύρωσης.

 

Με τον πρώτο, ισχυρίζεται ότι παραβιάσθηκε το δικαίωμα της προηγούμενης ακρόασης του αφού, κατά παράβαση του άρθρου 28Ζ του Νόμου, δεν του δόθηκε η ευκαιρία να εμφανισθεί ενώπιον της Αρχής κατά την εξέταση της ιεραρχικής του προσφυγής.

 

Ο λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί.  Κατά την άποψή μου, η Αρχή δεν είχε τέτοια υποχρέωση.  Σύμφωνα με το Άρθρο 28Ζ(3) του  Νόμου, είναι στη διακριτική ευχέρεια της Αρχής, κατά πόσον θα καλούσε ή όχι τον Αιτητή σε συνέντευξη.  Η πρόνοια στο συγκεκριμένο άρθρο ότι η Αρχή και ο αρμόδιος Λειτουργός «δύνανται να καλούν τον αιτητή σε προσωπική συνέντευξη», φανερώνει το δυνητικό χαρακτήρα της πρόνοιας.  Στην προκειμένη περίπτωση η απόφαση της Αρχής να μην καλέσει τον Αιτητή σε νέα συνέντευξη, ήταν εντός των ορίων της εύλογης άσκησης της διακριτικής της ευχέρειας.  Με βάση τα στοιχεία που είχε ενώπιον της η Αρχή και ενόψει του γεγονότος ότι ο Αιτητής δεν κατέθεσε κάτι καινούργιο που να διαφοροποιεί τα στοιχεία της αίτησης του, δεν διαπιστώνω να συνέτρεχε λόγος για κλήση του Αιτητή.  Σχετική είναι η υπόθεση της Πλήρους Ολομέλειας στην Harpreet Singh v. Δημοκρατίας (2006) 3 ΑΑΔ 393.

 

Με τον δεύτερο λόγο, ο Αιτητής προβάλλει ότι κατά την εξέταση της ιεραρχικής του προσφυγής, οι Καθ' ων η αίτηση παρέλειψαν να εξετάσουν και να ικανοποιήσουν το αίτημα του για παροχή των εγγράφων που λήφθηκαν υπόψη κατά τη διάρκεια της εξέτασης της υπόθεσης του ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου, ώστε να μπορέσει να τα σχολιάσει.

 

Ούτε αυτός ο λόγος ακύρωσης ευσταθεί.

 

Όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου της υπόθεσης, ο Αιτητής είχε πρόσβαση στα έγγραφα της Αρχής και ουδέποτε του είχε απαγορευθεί να τα ερευνήσει, είτε ο ίδιος, είτε μέσω του δικηγόρου του.  Κλήθηκε τρεις φορές για συνέντευξη ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου και έθεσε ενώπιον της όλα τα στοιχεία που κατά την άποψή του θα βοηθούσαν την αίτηση του.  Επίσης του δόθηκε και δεύτερη ευκαιρία κατά την υποβολή της ιεραρχικής του προσφυγής ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων να θέσει πρόσθετα στοιχεία. 

 

Με τον τρίτο και τελευταίο λόγο, ο Αιτητής προβάλλει ότι κατά την εξέταση της διοικητικής προσφυγής του, καθώς και της διαδικασίας ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου, δεν λήφθηκαν υπόψη τα συμπεράσματα της Μονάδας Αποκατάστασης Θυμάτων Βασανιστηρίων.

 

Ούτε αυτός ο λόγος ακύρωσης ευσταθεί.  Κατά την άποψή μου οι Καθ' ων η αίτηση σε όλα τα στάδια της διαδικασίας εξέτασης της αίτησης του, έλαβαν υπόψη τα συμπεράσματα της Μονάδας Αποκατάστασης Θυμάτων Βασανιστηρίων και αιτιολόγησαν δεόντως την απόφασή τους να διαφοροποιηθούν από τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξε η Μονάδα Αποκατάστασης Θυμάτων Βασανιστηρίων.  Πιο συγκεκριμένα, η αρμόδια Λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου, όπως φαίνεται από την εισήγηση της, εξέτασε το περιεχόμενο του σχετικού Πιστοποιητικού που είχε εκδοθεί από τη Μονάδα και σχολίασε τις αντιφάσεις μεταξύ των όσων ο Αιτητής δήλωσε στις τρεις συνεντεύξεις ενώπιον της και των όσων δήλωσε στη Μονάδα Αποκατάστασης Θυμάτων Βασανιστηρίων.  Κατά την άποψή μου, η Λειτουργός αιτιολόγησε δεόντως την κατάληξή της ότι ο Αιτητής ήταν αναξιόπιστος.  Ο Αιτητής παρουσιάζει τα συμπεράσματα της Μονάδας Αποκατάστασης κατά τρόπο που αφήνει να νοηθεί ότι αυτά θα έπρεπε να θεωρηθούν τελεσίδικα από τους Καθ' ων η αίτηση και επομένως θα έπρεπε να ικανοποιήσουν το αίτημα του για παραχώρηση του καθεστώτος του πολιτικού πρόσφυγα.  Η εισήγηση δεν μπορεί να γίνει δεκτή.  Ο ρόλος της Μονάδας είναι γνωμοδοτικός και η έκθεση της δεν αποσκοπεί στο να υποκαταστήσει το ρόλο της Υπηρεσίας Ασύλου ή της Αναθεωρητικής Αρχής, οι οποίες είναι επιφορτισμένες διά νόμου με το καθήκον να κρίνουν αιτήσεις ασύλου.  Στην προκειμένη περίπτωση η Αρχή έκρινε εύλογα ότι είχε κλονισθεί η αξιοπιστία του Αιτητή ως προς το αν υπέστη δίωξη και βασανιστήρια ως εκ του γεγονότος ότι δήλωσε, μεταξύ άλλων, ότι έφυγε από τη χώρα του και αργότερα επέστρεψε σ' αυτήν χωρίς να αντιμετωπίσει οποιοδήποτε πρόβλημα.  Έχω ελέγξει τα στοιχεία που βρίσκονται στο φάκελο και κατά την άποψή μου, η κρίση των Καθ' ων η αίτηση ότι ο Αιτητής απέτυχε να αποδείξει ότι αντιμετώπιζε ή διέτρεχε οποιονδήποτε κίνδυνο ή φόβο δίωξης, ήταν εύλογα επιτρεπτή.

 

Με βάση τα πιο πάνω η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε νομότυπα και θα πρέπει να επικυρωθεί.

 

 

Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με €500 έξοδα υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.  Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, δυνάμει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.

 

 

 

 

 (Υπ.) Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΕΠσ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο