ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 1022/2010)

 

4 Μαρτίου, 2013

 

[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ  ΜΕ  ΤΟ  ΑΡΘΡΟ  146  ΤΟΥ  ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΑΡΧΗ  ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ  ΚΥΠΡΟΥ,

Αιτητές,

ν.

 

1.  ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ  ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

2.  ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ  ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,

Καθ' ων η Αίτηση.

________________________

 

Νίτσα Χατζηϊωάννου (κα), για Α.Κ. Χατζηϊωάννου & Υιούς, για τους Αιτητές.

Μαρίνα Σπηλιωτοπούλου (κα), Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η Αίτηση.

________________________

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.:  Αντικείμενο της παρούσας προσφυγής είναι η απόφαση Υπουργικής Επιτροπής, ημερομηνίας 20/4/2010, με την οποία απορρίφθηκε η ιεραρχική προσφυγή των αιτητών εναντίον της απόρριψης από την Πολεοδομική Αρχή του αιτήματός τους για χορήγηση πολεοδομικής άδειας, για εγκατάσταση κεραίας και σταθμού βάσης (εξοπλισμού) κινητής τηλεφωνίας στην Πάνω Δευτερά. 

 

Στις 7/12/2007, το Αθλητικό Σωματείο Εθνικός Δευτεράς υπέβαλε, εκ μέρους των αιτητών, αίτηση για χορήγηση πολεοδομικής άδειας, για εγκατάσταση των πιο πάνω, σε συγκεκριμένο τεμάχιο, στην Πάνω Δευτερά.  Το Επαρχιακό Γραφείο Πολεοδομίας Λευκωσίας, (η «Πολεοδομική Αρχή»), απέρριψε την αίτηση, γιατί:-  (βλ. Παράρτημα 1 στην ένσταση - «ΛΟΓΟΙ ΑΡΝΗΣΕΩΣ ΧΟΡΗΓΗΣΕΩΣ ΑΔΕΙΑΣ» - που κοινοποιήθηκε στους αιτητές):-

 

«(500)  Η αιτούμενη ανάπτυξη (εγκατάσταση σταθμού βάσης κινητής τηλεφωνίας με κεραία ύψους 24μ. από το συνεχόμενο έδαφος) εντός της περιοχής ανάπτυξης και της οικιστικής Ζώνης Η2 Πάνω Δευτεράς δεν πληροί τα γενικά κριτήρια χωροθέτησης που καθορίζονται στην παράγραφο 2 της Εντολής 3/2006.  (Σταθμοί Ραδιοεπικοινωνίας) που εκδόθηκε από τον Υπουργό Εσωτερικών με αποτέλεσμα να θεωρείται ότι αυτή θα επηρεάζει δυσμενώς, το Τοπικό Περιβάλλον και τις ανέσεις των κατοίκων της περιοχής, κατά παράβαση των προνοιών της παραγράφου (β) της Πολιτικής 9(Τ) της Δήλωσης Πολιτικής.»

 

 

 

Η ορθότητα της πιο πάνω απόφασης αμφισβητήθηκε με ιεραρχική προσφυγή, για συγκεκριμένους λόγους, την οποία επιλήφθηκε το Υπουργείο Εσωτερικών.  Αυτό, αφού έλαβε υπόψη τις εκθέσεις και εισηγήσεις των διαφόρων φορέων και τμημάτων, συμπεριλαμβανομένων των αρνητικών απόψεων της Πολεοδομικής Αρχής και του Κοινοτικού Συμβουλίου Κάτω Δευτεράς και των ενστάσεων των κατοίκων της περιοχής, αλλά και τη θετική στάση του Αναπληρωτή Διευθυντή του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, (ο «Αναπληρωτής Διευθυντής»),  της Υπηρεσίας Περιβάλλοντος και τη θέση του Επάρχου Λευκωσίας, (ο «΄Επαρχος»), με Σημείωμά του προς την Υπουργική Επιτροπή, εισηγήθηκε αποδοχή της ιεραρχικής προσφυγής και χορήγηση της αιτούμενης άδειας.  Σύμφωνα με την εν λόγω εισήγηση, πριν από τη χορήγηση της άδειας η Πολεοδομική Αρχή θα έπρεπε να διαβουλευθεί με τον ΄Επαρχο, ως την αρμόδια αρχή, για τη λήψη μέτρων «χρωματικής και άλλης προσαρμογής της κεραίας στο ευρύτερο περιβάλλον, τα οποία εάν κριθεί σκόπιμο να υποδειχθούν στην Α.ΤΗ.Κ. και να περιληφθούν στους όρους της πολεοδομικής άδειας». 

 

Στις 20/4/2010, η Υπουργική Επιτροπή, αφού εξέτασε το ζήτημα, αποφάσισε να απορρίψει την ιεραρχική προσφυγή, κρίνοντας ότι η απόφαση της Πολεοδομικής Αρχής ήταν ορθή και σύμφωνη με τις πρόνοιες της πολεοδομικής νομοθεσίας και της Εντολής 3/2006 του Υπουργού Εσωτερικών, (η «Εντολή 3/2006»). 

 

Για ακύρωση της πιο πάνω απόφασης, οι αιτητές προβάλλουν ότι αυτή είναι αποτέλεσμα έλλειψης δέουσας έρευνας και αιτιολογίας, πλάνης περί τα πράγματα και/ή το νόμο και παραβίασης της Εντολής 3/2006.  Ισχυρίζονται ότι, παρά την ευνοϊκή για το αίτημά τους εισήγηση του Αναπληρωτή Διευθυντή και την πρόταση του Υπουργείου Εσωτερικών για αποδοχή της ιεραρχικής προσφυγής και έγκριση της αιτούμενης ανάπτυξης υπό όρους, η Υπουργική Επιτροπή, χωρίς αιτιολογία, επέλεξε να υιοθετήσει την απόφαση της Πολεοδομικής Αρχής, η οποία, επίσης, έπασχε, λόγω ανεπαρκούς έρευνας και αιτιολογίας.  Προς υποστήριξη της επιχειρηματολογίας τους, παραπέμπουν στις επισημάνσεις του Αναπληρωτή Διευθυντή, όπως αυτές καταγράφονται στο Σημείωμα του Υπουργείου Εσωτερικών - (παράγραφοι (δ) - (θ) - (βλ. Παράρτημα 3 στην ένσταση)).  Σύμφωνα με αυτόν, οι ενστάσεις των κατοίκων της περιοχής δεν ήταν τεκμηριωμένες και, συνεπώς, το θέμα θα έπρεπε να διερευνηθεί από την Πολεοδομική Αρχή.  Επικαλούνται, επίσης, τη θετική Εισήγηση του Υπουργείου Εσωτερικών, η οποία δεν έγινε αποδεκτή από την Υπουργική Επιτροπή, χωρίς να δοθεί, ισχυρίζονται, αιτιολογία, από την οποία να προκύπτουν οι λόγοι που γνώμες αρμοδίων οργάνων δεν έγιναν αποδεκτές.  Αναιτιολόγητο χαρακτηρίζουν και το εύρημα της Πολεοδομικής Αρχής, που έγινε αποδεκτό από την Υπουργική Επιτροπή, ότι η αιτούμενη ανάπτυξη θα επηρεάσει δυσμενώς το τοπικό περιβάλλον και τις ανέσεις των κατοίκων της περιοχής.  Αυτό, εισηγούνται, αποτελεί μια γενική αναφορά, που δεν έχει έρεισμα στο διοικητικό φάκελο και που βρίσκεται σε αντίθεση με την άποψη της Υπηρεσίας Περιβάλλοντος και του Επάρχου, ο οποίος υπέδειξε ότι μπορούσαν να διερευνηθούν τρόποι προσαρμογής της κεραίας στο περιβάλλον της περιοχής - (βλ. Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας κ.ά., Υπόθεση Αρ. 1037/07, 8/9/09, και Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας κ.ά. Υπόθεση Αρ. 345/10, 9/12/11).    

 

Εκ διαμέτρου αντίθετη είναι η θέση των καθ' ων η αίτηση, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι η Υπουργική Επιτροπή υιοθέτησε την αιτιολογία της Πολεοδομικής Αρχής, μετά από μελέτη όλων των σχετικών, πραγματικών και νομικών δεδομένων, η δε αιτιολογία της απόφασής της συμπληρώνεται από το ίδιο το Σημείωμα του Υπουργείου Εσωτερικών, από το οποίο προέκυπτε ότι η απορριπτική απόφαση της Πολεοδομικής Αρχής είχε ως βάση, μεταξύ άλλων, το γεγονός ότι η αιτούμενη ανάπτυξη είχε, ήδη, υλοποιηθεί αυθαίρετα, υπήρχαν ενστάσεις από το Κοινοτικό Συμβούλιο Κάτω Δευτεράς και από 140, περίπου, κατοίκους της περιοχής και ότι η περιοχή στην οποία είχε εγκατασταθεί η κεραία ενέπιπτε σε οικιστική ζώνη, όπου υπήρχαν αρκετές κατοικίες. 

 

Καθώς προκύπτει από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου και, ιδιαίτερα, από το Σημείωμα του Υπουργού Εσωτερικών, ενώπιον της Υπουργικής Επιτροπής υπήρχαν αντικρουόμενες απόψεις αρμοδίων αρχών.  Η Πολεοδομική Αρχή, υποστηρίζοντας την ορθότητα της απόφασής της, επικαλέστηκε την αυθαίρετη υλοποίηση της αιτούμενης ανάπτυξης, τις ενστάσεις των κατοίκων της περιοχής και το γεγονός ότι η περιοχή στην οποία είχε εγκατασταθεί η κεραία ενέπιπτε σε οικιστική ζώνη. 

 

Τα πιο πάνω επισημάνθηκαν και από τον Αναπληρωτή Διευθυντή, ο οποίος, όμως, εισηγείτο αποδοχή της ιεραρχικής προσφυγής και χορήγηση της άδειας, μετά από διερεύνηση από την Πολεοδομική Αρχή τρόπων απόκρυψης της κεραίας.    

 

Οι παρατηρήσεις του Αναπληρωτή Διευθυντή, με τις οποίες αμφισβητούνταν οι διαπιστώσεις της Πολεοδομικής Αρχής σε σχέση με τις ενστάσεις των περιοίκων και την τήρηση των προνοιών της Εντολής 3/2006 και της Δήλωσης Πολιτικής ήταν ουσιώδους σημασίας.  Εφόσον ενώπιον της Υπουργικής Επιτροπής υπήρχαν αντίθετες απόψεις, η επιλογή μιας από αυτές χωρίς το λόγο απόρριψης των άλλων, καθιστούν την προσβαλλόμενη απόφαση αναιτιολόγητη.  Η Υπουργική Επιτροπή διατηρούσε, βέβαια, την ευχέρεια επιλογής μιας από τις διαφορετικές προτάσεις, ακόμα και την ευχέρεια της εξ αρχής διερεύνησης του αιτήματος, είχε, όμως, υποχρέωση να εξηγήσει γιατί επέλεξε ως ορθή την άποψη της Πολεοδομικής Αρχής, ή να δώσει λόγους για την απόρριψη των εισηγήσεων του Αναπληρωτή Διευθυντή, του Υπουργείου Εσωτερικών, του Επάρχου και της Υπηρεσίας Περιβάλλοντος.

 

Στη Γιαννάκη Λυσιώτη ν. Υπουργού Οικονομικών κ.ά., Υπόθεση Αρ. 1002/97, 17/2/99, αναφέρθηκαν, σε σχέση με το ζήτημα που εδώ απασχολεί, τα εξής:-

 

«Επομένως αντιμετωπίζουμε κατάσταση όπου υπάρχουν δύο αντίθετες γνωμοδοτήσεις και υιοθέτηση της μιας από τις δύο χωρίς αναφορά στους λόγους απόρριψης της μιας από τις δύο.  Σε τέτοια περίπτωση η ληφθείσα απόφαση τυγχάνει αναιτιολόγητη (Βλ. Δαγτόγλου 'Γενικό Διοικητικό Δίκαιο', 3η έκδοση, παραγ. 642.  Βλ. και Σαρμά 'Η Συνταγματική και Διοικητική Νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας', Β΄ έκδοση, σελ. 132:  'Κατά την παγία νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ 482/1996, 369/1978, 1704/1981) επί απλής γνωμοδοτήσεως το αποφασίζον όργανον δεν οφείλει μεν να συμμορφωθή προς την γνωμοδότησιν ή επί πλειόνων γνωμοδοτήσεων προς ωρισμένην εκ τούτων, πλην υποχρεούται να αιτιολογήση την απόκλισιν του από της ληφθείσης γνώμης και δη εφ' όσον η γνώμη αυτή προέρχεται εξ οργάνου συντεθειμένου εκ προσώπων, κεκτημένων ειδικάς γνώσεις και εμπειρίαν' - Βλ. και Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-59, σελ. 188:  'Ελλείπουσα αιτιολογία δεν δύναται να συμπληρωθή εκ συγκρουομένων προς άλληλα στοιχείων του φακέλλου').

 

Ακολουθεί πως ο λόγος ακύρωσης που σχετίζεται με την έλλειψη αιτιολογίας πρέπει να πετύχει.»

 

 

 

΄Εχοντας υπόψη τα πιο πάνω, καταλήγω ότι η προσφυγή πρέπει να επιτύχει, για λόγους που αφορούν μη δέουσα έρευνα και έλλειψη αιτιολογίας της απόφασης.

 

Η προσφυγή επιτυγχάνει, με έξοδα υπέρ των αιτητών, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.

 

Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται, σύμφωνα με το ΄Αρθρο 146.4(β) του Συντάγματος. 

 

                                                                            Ε. Παπαδοπούλου,

                                                                                         Δ.

/ΜΠ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο