ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 533/2011)
22 Φεβρουαρίου, 2013
[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΒΙΚΗ ΑΡΙΣΤΕΙΔΟΥ,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ΄ων η Αίτηση.
Ξ. Ευγενίου (κα) για Α. Σ. Αγγελίδη, για την Αιτήτρια.
Μ. Σπηλιωτοπούλου (κα), για τους Καθ΄ων η Αίτηση.
Α. Ποιητής, για τα Ενδιαφερόμενα Μέρη.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Επιδιώκεται η ακύρωση της απόφασης της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ) ημερ. 3.3.2011 να προαγάγει τη Χαρούλα Ευθυμίου (ΕΜ 1), Κάλια Ζηνιέρη (ΕΜ 2) και Αγλαΐα Καραγιώργη (ΕΜ 3) αντί την Αιτήτρια, στη μόνιμη θέση Λειτουργού Εσωτερικού Ελέγχου Α΄, Υπηρεσία Εσωτερικού Ελέγχου. Η θέση είναι πρώτου διορισμού και προαγωγής και τα ΕΜ, σε αντίθεση με την Αιτήτρια, διεκδίκησαν τη θέση ως προαγωγής.
Τα γεγονότα της υπόθεσης
Υποβλήθηκαν συνολικά 187 αιτήσεις. Συστάθηκε Συμβουλευτική Επιτροπή η οποία αποφάσισε τη διεξαγωγή γραπτής εξέτασης η βαρύτητα της οποίας θα ανερχόταν στο 80% ενώ το υπόλοιπο 20% θα αποδιδόταν στην προφορική εξέταση.
Στη γραπτή εξέταση η Αιτήτρια εξασφάλισε 68 από 100, όπως και το ΕΜ 1, το ΕΜ 2, 66 από 100 και το ΕΜ 3, 63 από 100. Στην προφορική εξέταση η Συμβουλευτική Επιτροπή αξιολόγησε την Αιτήτρια ως Εξαίρετη (18.20), το ΕΜ 1 ως Εξαίρετη (18.50), το ΕΜ 2 ως Εξαίρετη (19) και το ΕΜ 3 ως Πάρα Πολύ Καλή (17.40). Στη βάση και των δύο αυτών εξετάσεων η Αιτήτρια εξασφάλισε συνολικώς 72,60%, το ΕΜ 1, 72,90%, το ΕΜ 2, 71,80% και το ΕΜ 3, 67,80%.
Αναφορικά με την Αιτήτρια η Συμβουλευτική Επιτροπή σημείωσε πως κατέχει πτυχίο στα Οικονομικά (Bachelor of Economics with Second Class Honours (Upper Division) in Economics) από το University of London του Ηνωμένου Βασιλείου καθώς και ότι είναι μέλος του Συνδέσμου Εγκεκριμένων Λογιστών Κύπρου από τις 19.1.2010, ενώ διαθέτει πείρα εννέα ετών περίπου σε θέματα εσωτερικού ή/και εξωτερικού ελέγχου ή/και οικονομικής διαχείρισης. Σημειώθηκε η κατοχή της απαιτούμενης πολύ καλής γνώσης της Ελληνικής και της Αγγλικής και ότι διαθέτει μεταπτυχιακό δίπλωμα στη Διοίκηση Επιχειρήσεων (Master of Business Administration in Management) από το University of London. Καταγράφηκε επίσης πως είναι μέλος του Institute of Chartered Accountants in England and Wales.
Σε σχέση με το ΕΜ 1, η Συμβουλευτική Επιτροπή σημείωσε πως κατέχει πτυχίο στη Δημόσια Διοίκηση και Διοίκηση Επιχειρήσεων με ειδίκευση στη Λογιστική από το Πανεπιστήμιο Κύπρου και ότι είναι μέλος του Συνδέσμου Εγκεκριμένων Λογιστών Κύπρου καθώς και ότι διαθέτει πείρα εννέα ετών και έξι μηνών περίπου σε θέματα εσωτερικού ή/και εξωτερικού ελέγχου ή/και οικονομικής διαχείρισης. Σημειώθηκε η πολύ καλή γνώση της Ελληνικής και της Αγγλικής και ότι είναι μέλος του Institute of Chartered Accountants in England and Wales. Διαθέτει την πιστοποίηση Certified Internal Auditor και οι ετήσιες υπηρεσιακές της εκθέσεις για τα έτη 2008 και 2009 ήταν καθόλα εξαίρετες.
Αναφορικά με το ΕΜ 2 καταγράφηκε πως κατέχει πτυχίο στη Δημόσια Διοίκηση και Διοίκηση Επιχειρήσεων με ειδίκευση στη Λογιστική από το Πανεπιστήμιο Κύπρου και ότι είναι μέλος του Συνδέσμου Εγκεκριμένων Λογιστών Κύπρου καθώς και ότι διαθέτει δεκαετή περίπου πείρα σε θέματα εσωτερικού ή/και εξωτερικού ελέγχου ή/και οικονομικής διαχείρισης. Σημειώθηκε η κατοχή της απαιτούμενης πολύ καλής γνώσης της Ελληνικής και της Αγγλικής και ότι είναι μέλος του Association of Chartered Certified Accountants in England and Wales και μέλος του Institute of Internal Auditors.
Αναφορικά με το ΕΜ 3 καταγράφηκε πως κατέχει πτυχίο στη Δημόσια Διοίκηση και Διοίκηση Επιχειρήσεων με ειδίκευση στη Λογιστική από το Πανεπιστήμιο Κύπρου και ότι είναι μέλος του Συνδέσμου Εγκεκριμένων Λογιστών Κύπρου καθώς και ότι διαθέτει εξαετή περίπου πείρα σε θέματα εσωτερικού ή/και εξωτερικού ελέγχου ή/και οικονομικής διαχείρισης. Σημειώθηκε η πολύ καλή γνώση της Ελληνικής και της Αγγλικής και ότι είναι μέλος του Association of Chartered Accountants in England and Wales. Oι ετήσιες υπηρεσιακές εκθέσεις του ΕΜ 3 για τα έτη 2008 και 2009 ήταν καθόλα εξαίρετες.
Τόσο η Αιτήτρια όσο και τα ΕΜ ήταν μεταξύ των συστηνομένων από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, όπως φαίνεται στην έκθεσή της ημερ. 2.11.2010, η οποία υποβλήθηκε στην ΕΔΥ.
Στην ενώπιον της ΕΔΥ προφορικής εξέτασης, ο Έφορος Εσωτερικού Ελέγχου αξιολόγησε την Αιτήτρια ως Πάρα Πολύ Καλή, το ΕΜ 1 ως Εξαίρετη, το ΕΜ 2 ως Εξαίρετη και το ΕΜ 3 ως Σχεδόν Εξαίρετη. Σύστησε δε για προαγωγή τα ΕΜ. Η ΕΔΥ αξιολόγησε στην πιο πάνω προφορική εξέταση την Αιτήτρια ως Πάρα Πολύ Καλή και τα τρία ΕΜ ως Εξαίρετες.
Οι λόγοι ακύρωσης και τα συμπεράσματα
Η διαμαρτυρία του δικηγόρου της Αιτήτριας πως ο Έφορος Εσωτερικού Ελέγχου με τη σύσταση «για προαγωγή» των ΕΜ κατηγοριοποίησε μεροληπτικά υπέρ των ήδη υπηρετούντων θεωρώ πως δεν ευσταθεί καθόσον τα ΕΜ πράγματι είναι για προαγωγή που συστάθηκαν, χωρίς να έχει προκύψει από την τέτοια σύσταση, οποιαδήποτε μεροληψία από μέρους του Εφόρου.
Οι ισχυρισμοί της Αιτήτριας συνοψίζονται στα ακόλουθα: λανθασμένα επιλέγηκαν τα ΕΜ αντί αυτής εφόσον συγκέντρωσε καλύτερη βαθμολογία στη γραπτή εξέταση από τα ΕΜ 2 και 3 ενώ πέτυχε την ίδια βαθμολογία με το ΕΜ 1. Η Αιτήτρια υπερέχει στην αξιολόγηση από τη Συμβουλευτική Επιτροπή στο σύνολο της γραπτής και προφορικής εξέτασης, ενώ παραγνωρίστηκε όχι μόνο το μη απαιτούμενο αλλά σχετικό μεταπτυχιακό της προσόν, χωρίς ειδική αιτιολογία, αλλά και εν γένει τα επιπρόσθετά της προσόντα. Υπερέχει σε πείρα σε θέματα εσωτερικού ή/και εξωτερικού ελέγχου ή/και οικονομικής διαχείρισης ιδίως έναντι του ΕΜ 3 η οποία διαθέτει μόνο εξαετή πείρα έναντι της πέραν των 9 ετών πείρας της Αιτήτριας. Η σύσταση του Προϊσταμένου πάσχει, κατά την εισήγηση, ως αναιτιολόγητη, γενική και αόριστη εφόσον σύστησε τα ΕΜ τα οποία υστερούσαν και ενώ η αξιολόγηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής της οποίας ο Έφορος προΐστατο κατέταξε την Αιτήτρια ως εξαίρετη. Η ΕΔΥ στην επιλογή της, αυθαίρετα και αναιτιολόγητα, απέδωσε υπερβολική βαρύτητα στα αποτελέσματα της ενώπιόν της προφορικής εξέτασης παραγκωνίζοντας όλα τα υπόλοιπα κριτήρια επιλογής.
Το ΕΜ 1 υιοθετεί την αγόρευση των Καθ' ων η αίτηση. Τα ΕΜ 2 και 3 δε συμμετέχουν στη διαδικασία. Στην αγόρευση των Καθ' ων η αίτηση στην ουσία παρατίθενται τα γεγονότα όπως αυτά εκτίθενται στην ένσταση, χωρίς ουσιαστικά επιχειρήματα που να αντικρούουν αυτά της δικηγόρου της Αιτήτριας.
Βρίσκω βάσιμη τη διαμαρτυρία της Αιτήτριας αναφορικά με τη νομιμότητα της σύστασης του Εφόρου Εσωτερικού Ελέγχου ειδικώς ως προς το ΕΜ 3. Τα ενώπιόν του δεδομένα τα οποία περιλάμβαναν εκτενέστερη πείρα της Αιτήτριας, κατοχής από μέρους της μεταπτυχιακού, υπεροχή στη γραπτή εξέταση καθώς και υπεροχή στην προφορική εξέταση ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής ήταν, κατά την κρίση μου, αδύνατο να αντισταθμιστούν από την οριακή υπεροχή του ΕΜ 3 στην αξιολόγηση του Εφόρου κατά την προφορική εξέταση ενώπιον της ΕΔΥ και ως εκ τούτου η σύσταση υπέρ του ΕΜ 3 πάσχει. Η σύσταση αποτέλεσε το ένα από τα δύο στοιχεία τα οποία βάρυναν στην κρίση της ΕΔΥ υπέρ του ΕΜ 3. Με αφαιρεμένη πλέον τη σύσταση του Εφόρου παραμένει ως η μόνη βάση επιλογής του ΕΜ 3 η υπεροχή της στην προφορική εξέταση ενώπιον της ΕΔΥ και η νομολογία είναι σταθερή πως, στην απουσία άλλων παραγόντων υπεροχής, η οριακή διαφορά στην προφορική εξέταση δεν αποτελεί επαρκές στήριγμα στην επιλογή του διοικητικού οργάνου (βλ. Χριστοδούλου ν. Δημοκρατίας (2009) 3 ΑΑΔ 164).
Ως προς τα ΕΜ 1 και 2 έχω την άποψη πως η προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί. Η υπεροχή της Αιτήτριας περιορίζεται στην κατοχή μεταπτυχιακού και στην κατά δύο μονάδες υπεροχή στη γραπτή εξέταση έναντι μόνον του ΕΜ 2. Αντιθέτως, τα ΕΜ 1 και 2 υπερέχουν σε έκταση πείρας και παρά το ότι κατατάγηκαν και οι τρεις ως Εξαίρετες στην προφορική εξέταση ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής, εντούτοις τα ΕΜ 1 και 2 έχουν ψηλότερη βαθμολογία στην εν λόγω εξέταση. Διαθέτουν επαγγελματικά προσόντα τα οποία η Αιτήτρια δεν διαθέτει, έχουν αξιολογηθεί ως Εξαίρετες από τον Έφορο Εσωτερικού Ελέγχου κατά την ενώπιον της ΕΔΥ προφορική εξέταση έναντι Πάρα Πολύ Καλής της Αιτήτριας, διαθέτουν τη νόμιμη, καθώς προκύπτει, σύσταση του προϊσταμένου αλλά και υπερέχουν στην αξιολόγηση της ΕΔΥ στην ενώπιόν της προφορική εξέταση. Με αυτά τα δεδομένα, η επιλογή των ΕΜ ήταν νόμιμη και επαρκώς αιτιολογημένη.
Σύμφωνα με τη νομολογία, η Αιτήτρια για να επιτύχει έναντι των ΕΜ 1 και 2, όφειλε να αποδείξει ότι υπερείχε έκδηλα έναντι της. Όμως απέτυχε να αποδείξει τέτοια έκδηλη υπεροχή η οποία να είναι αντικειμενικά αναντίλεκτη και αυταπόδεικτη (βλ. Alexandrou v. C.Τ.Ο. (1980) 3 CLR 360, Δημοκρατία κ.α. ν. Παπαχριστοδούλου κ.α. (2002) 3 ΑΑΔ 329, Χ΄΄Πέτρου κ.α. ν. Οργανισμού Γεωργικής Ασφάλισης (2005) 3 ΑΑΔ 502 και Ιορδάνου ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 839/10, ημερ. 11.9.2012).
Με βάση τα πιο πάνω, η προσφυγή κατά της προαγωγής των ΕΜ 1 και 2 αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Επιτυγχάνει όμως ως προς την προαγωγή του ΕΜ3. Κατά συνέπεια, η προσφυγή επιτυγχάνει μερικώς και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται αναφορικά με το ΕΜ 3, ενώ επικυρώνεται αναφορικά με τα ΕΜ 1 και 2, δυνάμει του Άρθρου 146.4(β) και (α), αντίστοιχα. Επιδικάζονται €1.300 έξοδα, πλέον ΦΠΑ, υπέρ της Αιτήτριας.
(Υπ.) Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.
/ΕΠσ