ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
PIERIS ν. REPUBLIC (1983) 3 CLR 1054
Ρούσος Νίκος ν. Πάνου Σ. Ιωαννίδη και Άλλων (1999) 3 ΑΑΔ 549
Γρηγορίου (Mιχαηλίδου) Πολυξένη ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (2007) 3 ΑΑΔ 275
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Ν. 1/1990 - Ο περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμος του 1990
Ν. 158(I)/1999 - Ο περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμος του 1999
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 516/2011)
5 Φεβρουαρίου, 2013
[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΜΙΧΑΛΗΣ ΧΑΤΖΗΡΟΥΣΟΣ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ΄ων η Αίτηση.
Βρ. Χατζηχάννας, για τον Αιτητή.
Λ. Λάμπρου-Ουστά (κα), για τους Καθ΄ων η Αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση των Καθ' ων η αίτηση με την οποία, κατόπιν δεύτερης επανεξέτασης, επαναπροήγαγε το ΕΜ Ανδρέα Χαραλάμπους, αντί του Αιτητή, στη μόνιμη θέση Πρώτου Ηλεκτρολόγου Μηχανικού, Τμήμα Ηλεκτρομηχανολογικών Υπηρεσιών, αναδρομικά από την 1.3.2005.
Τα γεγονότα της υπόθεσης
Η θέση αρχικά προκηρύχθηκε το 2004. Ήταν θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής. Στις 9.2.2005 η ΕΔΥ πρόσφερε τη θέση στο ΕΜ το οποίο είχε και τη σύσταση του Διευθυντή. Ο Αιτητής με την προσφυγή 614/2005 πρόσβαλε την απόφαση της ΕΔΥ και πέτυχε στις 15.5.2007 να ακυρώσει την απόφαση της ΕΔΥ, λόγω μη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας εκ μέρους της Συμβουλευτικής Επιτροπής και της ΕΔΥ ως προς τα προσόντα του Αιτητή. Η απόφαση ακυρώθηκε και για τους πρόσθετους λόγους ότι ο Διευθυντής λόγω εκκρεμούσας αντιδικίας με τον Αιτητή, δεν παρείχε τα απαιτούμενα εχέγγυα αμεροληπτικής και αντικειμενικής κρίσης.
Ως αποτέλεσμα της ακυρωτικής απόφασης, η ΕΔΥ, σύμφωνα με το άρθρο 34Α του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου του 1990 (Ν. 1/1990), προχώρησε σε επανεξέταση λαμβάνοντας υπόψη τα ευρήματα του Δικαστηρίου στην ακυρωτική του απόφαση. Μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας, προήγαγε και πάλιν το ΕΜ στην επίδικη θέση.
Ακολούθησε νέα προσφυγή από τον Αιτητή. Πρόκειται για την Υπόθ. Αρ. 396/08, ημερ. 4.3.2010. Το Δικαστήριο για άλλη μια φορά ακύρωσε την προαγωγή του ΕΜ, κρίνοντας ότι η Έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής στην οποία στηρίχθηκε η ΕΔΥ και με την οποία το ΕΜ κρίθηκε «Εξαίρετος», ήταν και πάλιν αναιτιολόγητη.
Η ΕΔΥ μετά την πιο πάνω ακυρωτική απόφαση, προχώρησε σε δεύτερη επανεξέταση, το αποτέλεσμα της οποίας ήταν στις 11.2.2011 να προάξει εκ νέου το ΕΜ.
Ο Αιτητής προσβάλλει για τρίτη φορά την απόφαση της ΕΔΥ. Προς ακύρωση της προβάλλει ότι: (1) Παραβιάζεται το δεδικασμένο και οι αρχές της επανεξέτασης, (2) πάσχει η σύσταση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, (3) πάσχει η σύσταση του Διευθυντή και (4) πάσχει από έλλειψη επαρκούς έρευνας και αιτιολογίας η απόφαση της ΕΔΥ, αφού αγνοεί τα υπέρτερα προσόντα, αρχαιότητα, πείρα και αξία του Αιτητή, ο οποίος υπερείχε έκδηλα του ΕΜ.
Παραβίαση του δεδικασμένου, των αρχών της επανεξέτασης και πάσχουσα σύσταση της Συμβουλευτικής Επιτροπής - Λόγοι ακύρωσης 1 και 2
Εκείνο που στην ουσία προβάλλει ο Αιτητής, είναι ότι μετά τα σχόλια του Δικαστηρίου στην προηγούμενη απόφαση (Υπόθ. Αρ. 396/08), η ΕΔΥ δεν αιτιολόγησε γιατί επέλεξε εκ νέου το ΕΜ. Από την άλλη, οι Καθ' ων η αίτηση ισχυρίζονται ότι η Έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής ήταν δεόντως αιτιολογημένη και έλαβε υπόψη όλα τα αξιολογικά κριτήρια σύμφωνα με τους φακέλους και τις υπηρεσιακές εκθέσεις των υποψηφίων.
Για σκοπούς πληρότητας, παραθέτω το σκεπτικό του δικαστηρίου, το οποίο αποτελεί και το δεδικασμένο:-
«Κατά την άποψη μου η έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής δεν είναι δεόντως αιτιολογημένη. Αυτή τη φορά η έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής μπορεί να παραθέτει όλα τα στοιχεία των φακέλων, αξία, αρχαιότητα πείρα και συμμορφούμενη προς το δεδικασμένο να κάνει ιδιαίτερη αναφορά στα προσόντα του Αιτητή, όμως δεν αιτιολογεί πώς κατέληξε στο να αξιολογήσει το ΕΜ ως «Εξαίρετο» και τον Αιτητή ως «Πάρα πολύ καλό» όταν συγκριτικά ο Αιτητής υπερτερεί σε προσόντα, όπου η πληρέστερη ακαδημαϊκή κατάρτιση παίζει σημαντικό ρόλο όταν πρόκειται για θέσεις ψηλά στην ιεραρχία, όπως η επίδικη. Επίσης ο Αιτητής υπερέχει σε αρχαιότητα στην προηγούμενη θέση κατά 14 μήνες, η οποία μπορεί να μην έχει τόση σημασία, λόγω του ότι πρόκειται για ψηλή στην ιεραρχία θέση, αλλά λαμβάνεται υπόψη. Ακόμη, όπως αναφέρεται στην αξιολόγηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, ο Αιτητής υπερέχει και σε πείρα στην υπηρεσία έναντι του ΕΜ, αφού έχει 32 χρόνια στην υπηρεσία έναντι 26 του ΕΜ, η οποία ως γνωστό προσμετρά στην αξία του υπαλλήλου. Στο μόνο αξιολογικό κριτήριο στο οποίο υπερέχει το ΕΜ έναντι του Αιτητή είναι στην αξία κατά 4Ε, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις ετήσιες υπηρεσιακές εκθέσεις των πέντε τελευταίων χρόνων ήτοι 1999-2003. Η Συμβουλευτική Επιτροπή όφειλε να προβεί σε ουσιαστική σύγκριση μεταξύ των δύο υποψηφίων και να αιτιολογήσει τη μεγαλύτερη βαθμολογία υπέρ του ΕΜ. Η υποχρέωση αιτιολόγησης επιβάλλεται από την ανάγκη υποβοήθησης του αποφασίζοντος οργάνου, ώστε να επιλέξει τον καλύτερο δυνατό υποψήφιο. Επίσης αυτό επιβάλλεται και από το άρθρο 26 του περί Γενικών Αρχών Διοικητικού Δικαίου Νόμου (Ν. 158(Ι)/1999).
Η ΕΔΥ στη συνέχεια, με βάση τα όσα αναφέρονται στην απόφαση της, προχώρησε να επιλέξει και πάλι για τη θέση το ΕΜ, υιοθετώντας ουσιαστικά πλήρως την έκθεση-σύσταση της Συμβουλευτικής Επιτροπής και καθιστώντας το περιεχόμενο της, μέρος της τελικής της κρίσης. Έτσι, κατά την άποψη μου, η υιοθέτηση από μέρους της ΕΔΥ, της σύστασης της Συμβουλευτικής Επιτροπής χωρίς προηγουμένως να προβεί σε δική της έρευνα, επιφέρει σ' αυτήν ακυρότητα (βλ. Νίκος Ρούσος ν. Δημοκρατίας (1999) 3 ΑΑΔ 549).»
Η Συμβουλευτική Επιτροπή συμμορφούμενη με το πιο πάνω δεδικασμένο, κατά την επανεξέταση προχώρησε σε γενική αξιολόγηση των υποψηφίων αιτιολογώντας στην Έκθεση της με τον πιο κάτω τρόπο, την υπέρτερη βαθμολόγηση του ΕΜ:-
«(α) Η θέση είναι διευθυντική και γι' αυτό δόθηκε μεγαλύτερη βαρύτητα στην προφορική εξέταση και στην αξία των υποψηφίων όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις ετήσιες υπηρεσιακές εκθέσεις.
(β) Μέσα από την προφορική εξέταση μπορεί να ανιχνεύσει κανείς τις γνώσεις, τη σοβαρότητα, στοχοπροσήλωση, ευθυκρισία, τη λακωνικότητα ή φλυαρία, τις ηγετικές ικανότητες και γενικά την προσωπικότητα των υποψηφίων. Όλα τα πιο πάνω μαζί, αξιολογήθηκαν από τα μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής όπως και η γενική κατάρτιση και προσωπικότητα των δύο υποψηφίων και διαπιστώθηκε σαφής υπεροχή του Χαραλάμπους.
(γ) Η υπεροχή στην αξία όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις ετήσιες υπηρεσιακές εκθέσεις των πέντε τελευταίων χρόνων, είναι σαφής και διαχρονική υπέρ του υποψηφίου Χαραλάμπους Ανδρέα που υπερέχει στα τέσσερα από τα πέντε χρόνια.
(δ) Κατέχουν και οι δύο το πλεονέκτημα του Σχεδίου Υπηρεσίας δηλαδή μεταπτυχιακό δίπλωμα ο δε Χατζηρούσος κατέχει και διδακτορικό. Ωστόσο η βαρύτητά του δεν μπορεί να ανατρέψει τη σειρά των υποψηφίων όπως αυτή προέκυψε από την προφορική εξέταση και την αξία.
(ε) Η υπεροχή σε αρχαιότητα και πείρα μπορεί να έχει και ο πλέον αδύνατος σε αξία υποψήφιος. Η αρχαιότητα και η πείρα στην υπηρεσία προσδίδει πολύ περισσότερη αξία σε άτομα ικανά και αποτελεσματικά παρά σε άτομα που δυνατόν να μην ξεχωρίζουν για τις ικανότητές τους ή την αποτελεσματικότητά τους. Τα πιο πάνω συνεκτιμήθηκαν από τη Συμβουλευτική Επιτροπή προτού καταλήξει στα τελικά της συμπεράσματα.»
Στη συνέχεια η ΕΔΥ αφού μελέτησε την Έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, την υιοθέτησε και προχώρησε στην επανεξέταση της πλήρωσης της θέσης.
Ο λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί.
Ο ισχυρισμός περί παραβίασης του δεδικασμένου εξετάζεται πάντα σε συνάρτηση με το περιεχόμενο της απόφασης του Δικαστηρίου για την οποία διατυπώνεται και συγκεκριμένα μόνο σε σχέση με αυτά τα οποία το Δικαστήριο εξέτασε και αποφάσισε. Μόνο για αυτά υπάρχει η δέσμευση του δεδικασμένου και η διοίκηση είναι υποχρεωμένη κατά την επανεξέταση να τα λάβει υπόψη και να συμμορφωθεί πλήρως ως προς το περιεχόμενό τους. Σχετικές είναι και οι αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου στις Pieris v. Republic (1983) 3 CLR 1054 και Γεωργίου ν. Δημοκρατίας (1995) 3 ΑΑΔ 349.
Στην προηγούμενη επανεξέταση, κρίθηκε ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή δεν είχε αιτιολογήσει την υπέρτερη βαθμολόγηση του ΕΜ. Αυτή τη φορά όμως, συμμορφούμενη πλήρως με το δεδικασμένο, προχώρησε σε «ουσιαστική σύγκριση» των υποψηφίων, ώστε να αιτιολογήσει την απόδοση υπέρτερης βαθμολογίας στο ΕΜ. Από τη συγκεκριμένη αιτιολογία, η οποία υιοθετήθηκε και από την ΕΔΥ, παρέχονται στο δικαστήριο τα απαραίτητα στοιχεία για τη διακρίβωση του τρόπου με τον οποίο κρίθηκαν οι υποψήφιοι. Η Συμβουλευτική Επιτροπή εξηγεί με την απαιτούμενη σαφήνεια τους λόγους που την οδήγησαν στο να δώσει υπέρτερη βαθμολογία στο ΕΜ, παρά τους 14 μήνες αρχαιότητα του Αιτητή στην υφιστάμενη θέση και την κατοχή από τον ίδιο Διδακτορικού Διπλώματος. Η θέση ήταν διευθυντική και η Συμβουλευτική Επιτροπή, και στη συνέχεια η ΕΔΥ που την υιοθέτησε, είχαν τη διακριτική ευχέρεια να προσδώσουν μεγαλύτερη βαρύτητα στην υπέρτερη κατά 4Ε αξία του ΕΜ και στα αποτελέσματα της προφορικής εξέτασης, εφόσον για θέσεις ψηλά στην ιεραρχία το διορίζον όργανο έχει ευρεία διακριτική ευχέρεια επιλογής του υποψηφίου που διαθέτει την προσωπικότητα και τις ικανότητες που αρμόζουν για τη συγκεκριμένη θέση. Η αιτιολογία της Επιτροπής κατά την κρίση μου είναι σαφής και συγκεκριμένη. Το δικαστήριο δεν προσπαθεί να υποκαταστήσει την κρίση του οργάνου με τη δική του, αλλά περιορίζεται στο να ελέγξει τη νομιμότητα της αιτιολογίας και όχι την ορθότητά της.
Πάσχουσα σύσταση του Διευθυντή - Λόγος ακύρωσης 3
Ο λόγος ακύρωσης δεν μπορεί να εγερθεί, εφόσον παραβιάζει το δεδικασμένο. Ο Αιτητής ήγειρε παρόμοιο λόγο στην προσφυγή 396/2008 και απορρίφθηκε με αποτέλεσμα να δεσμεύεται από το δεδικασμένο.
Κατά πόσον η απόφαση της ΕΔΥ πάσχει λόγω έλλειψης επαρκούς έρευνας, αιτιολογίας και έκδηλης υπεροχής του Αιτητή έναντι του ΕΜ - Λόγος ακύρωσης 4
Ως προς την έλλειψη έρευνας, δεν ευσταθεί το παράπονο του Αιτητή. Από τα στοιχεία του φακέλου και την προσβαλλόμενη απόφαση της ΕΔΥ, προκύπτει ότι η ΕΔΥ ερεύνησε με επάρκεια όλα τα στοιχεία που σχετίζονταν με τους υποψηφίους προτού λάβει την απόφασή της. Εν πάση περιπτώσει, επρόκειτο για επανεξέταση και η προσοχή της ορθά επικεντρώθηκε στο δεδικασμένο που προέκυπτε από την ακυρωτική απόφαση 396/2008 και στην αιτιολογία της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Ο ευπαίδευτος συνήγορος του Αιτητή, αν και εγείρει το θέμα της έρευνας, δεν προσδιορίζει στην αγόρευση του τι παραλήφθηκε να ερευνηθεί από την ΕΔΥ. Από την απόφαση της ΕΔΥ προκύπτει ότι όλα τα στοιχεία είχαν διερευνηθεί και ληφθεί υπόψη.
Εγείρεται επίσης λόγος ως προς την αιτιολογία της ΕΔΥ. Προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι η ΕΔΥ απλώς αντιγράφει την Έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, χωρίς «να αιτιολογήσει ιδιαίτερα την απόφασή της». Ούτε αυτός ο λόγος ακύρωσης ευσταθεί. Η απόφαση της ΕΔΥ αναφέρεται με επάρκεια σε όλο το ιστορικό που οδήγησε στην επανεξέταση και στη νέα αιτιολόγηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής για την υπέρτερη βαθμολόγηση του ΕΜ. Η ΕΔΥ έλαβε επίσης υπόψη όλα τα προσμετρήσιμα κριτήρια, την ενώπιον της προφορική εξέταση, στην οποία το ΕΜ βαθμολογήθηκε «Εξαίρετος», ενώ ο Αιτητής «Πάρα Πολύ Καλός», την υπέρ του ΕΜ σύσταση του Διευθυντή και την κατά 4Ε υπεροχή σε αξία του ΕΜ έναντι του Αιτητή. Ταυτόχρονα η ΕΔΥ έλαβε υπόψη τα σημεία στα οποία υπερτερούσε ο Αιτητής, 14 μήνες αρχαιότητα στην τελευταία θέση και την κατοχή Διδακτορικού. Κατά την άποψή μου, η αιτιολογία που έδωσε η ΕΔΥ μετά τη συνεκτίμηση όλων των στοιχείων, είναι σαφής και πειστική και προσδιορίζει με επάρκεια τους λόγους που την οδήγησαν στην επιλογή του ΕΜ. Με κανένα τρόπο ο Αιτητής δεν έχει αποδείξει ότι υπερέχει έκδηλα του ΕΜ και ότι η ΕΔΥ επιλέγοντας το ΕΜ, αντί τον Αιτητή, υπερέβη τα ακραία όρια της διακριτικής της ευχέρειας. Εξάλλου, όπως λέχθηκε στη Γρηγορίου (Μιχαηλίδου) ν. Δημοκρατίας (2007) 3 ΑΑΔ 275, «δεν θα ήταν νοητό να προκαθοριστεί, ως εάν να ήταν θέμα νόμου, ορισμένη βαρύτητα οποιουδήποτε στοιχείου κρίσης, απαρεγκλίτως».
Ενόψει των πιο πάνω, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται, με €1.400 έξοδα υπέρ των Καθ' ων η αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται σύμφωνα με το Άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
(Υπ.) Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.
/ΕΠς