ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Kαμένος Aνδρέας ν. Kυπριακής Δημοκρατίας, μέσω της Eπιτροπής Δημόσιας Yπηρεσίας (1996) 3 ΑΑΔ 24
Mιχαηλίδου Kάννα Στέλλα ν. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 112
Γιαγκουλλής Όθωνας ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1999) 3 ΑΑΔ 481
Μικελλίδου Γεωργία ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2001) 3 ΑΑΔ 105
Μεστάνας Πέτρος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2001) 3 ΑΑΔ 213
Πούρος Πανίκος και Άλλοι ν. Άννας Μαρίας Χατζηστεφάνου και Άλλων (2001) 3 ΑΑΔ 374
Χριστοδούλου Ειρήνη ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2009) 3 ΑΑΔ 164
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υποθ. Αρ.326/2011)
28 Φεβρουαρίου, 2013
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στης]
Αναφορικά με τα ΄Αρθρα 28 και 146 του Συντάγματος
ΑΘΗΝΑ ΣΤΕΦΑΝΟΥ
Αιτήτρια,
-και -
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, μέσω
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ
Καθ΄ων η αίτηση.
-----------------------
Ξ.Ευγενίου, (κα.), για Α.Σ.Αγγελίδη, για την αιτήτρια
Μ.Κυπριανού, (κα.), - δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ΄ων η αίτηση
---------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Η αιτήτρια προσβάλλει το διορισμό δύο ενδιαφερομένων στη θέση του Πρώτου Λειτουργού Εσωτερικών Προσόδων, Τμήμα Εσωτερικών Προσόδων. Σε κάποιο στάδιο της διαδικασίας, το δικόγραφο της προσφυγής διαχωρίστηκε και παρέμεινε, ως ενδιαφερόμενος, μόνο ο Ρένος Ιωάννου.
Με επιστολή ημερ. 17 Αυγούστου 2010, ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Οικονομικών, ζήτησε την πλήρωση μιας θέσης Πρώτου Λειτουργού Εσωτερικών Προσόδων.
Δοθέντος ότι το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης ήταν θέση προαγωγής, η ΕΔΥ αποφάσισε στις 31 Αυγούστου 2010 να επιληφθεί του θέματος, σε μεταγενέστερη ημερομηνία, παρισταμένου και του Διευθυντή του Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων. Η επόμενη συνεδρία ήταν στις 14 Νοεμβρίου 2011. Ο Διευθυντής, αφού μελέτησε τους προσωπικούς φακέλους και τις υπηρεσιακές εκθέσεις των υποψηφίων, σύστησε για προαγωγή τον ενδιαφερόμενο.
Η σύσταση ανέφερε τα εξής:
Έχω μελετήσει του Προσωπικούς Φάκελους και τους Φάκελους των Ετήσιων Υπηρεσιακών Εκθέσεων των Υποψήφιων, διαβουλεύτηκα με τους άμεσα Προϊσταμένους τους και έλαβα επίσης υπόψη τα ακαδημαϊκά ή και άλλα προσόντα τους.
Με βάση τα καθιερωμένα κριτήρια στο σύνολο τους - αξία, προσόντα, αρχαιότητα - τις απαιτήσεις της υπό πλήρωση θέσης καθώς και την καταλληλότητα των υποψηφίων γι΄αυτήν, συστήνω ως καταλληλότερο για προαγωγή τον Ιωάννου Ρένο.
Ο Ιωάννου υπηρετεί στο Επαρχιακό Γραφείο Φόρου Εισοδήματος Λευκωσίας. Υπερέχει όλων των υποψηφίων που δεν συστήνω σε αρχαιότητα στην παρούσα θέση και δεν υστερεί σε αξία ή προσόντα, καθότι διαθέτει και πανεπιστημιακό δίπλωμα σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης καθώς και επαγγελματικό προσόν, με εξαίρεση την Κυριακίδου Κωνσταντία, για την οποία κάνω αναφορά πιο κάτω.
Όσον αφορά τα προσόντα των υποψηφίων που δεν συστήνω, σημειώνω ότι τα πανεπιστημιακά διπλώματα που διαθέτουν οι υποψήφιοι με α/α 4,6,7 είναι σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης, αλλά δεν αποτελούν πλεονέκτημα ή πρόσθετο προσόν σύμφωνα με το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης, ως εκ τούτου, και τους δόθηκε η ανάλογη βαρύτητα.
Έλαβα επίσης υπόψη μου ότι η υποψήφια με α/α 6 Κυριακίδου Κωνσταντία, διαθέτει πέραν του πανεπιστημιακού διπλώματος και του επαγγελματικού προσόντος, και μεταπτυχιακό προσόν. Η Κυριακίδου, όμως υστερεί έναντι του συστηνόμενου πολύ ουσιωδώς σε αρχαιότητα στην παρούσα θέση.»
Στη συνέχεια η ΕΔΥ, προβαίνοντας σε σύγκριση, αξιολόγηση των υποψηφίων μετά από εξέταση των σχετικών φακέλων, και έχοντας υπόψη και τη σύσταση του Διευθυντή, αποφάσισε ότι ο ενδιαφερόμενος υπερείχε των υπολοίπων και τον προήγαγε στην επίδικη θέση.
Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια εισηγήθηκε ότι η σύσταση του Διευθυντή πάσχει, καθότι εισήγαγε εξωγενή στοιχεία τα οποία δεν θα μπορούσαν να τύχουν δικαστικού ελέγχου, συγκεκριμενοποιώντας ότι, ο Διευθυντής πήρε στοιχεία και πληροφορίες από τους προϊσταμένους των υποψηφίων. Περαιτέρω, προβλήθηκε ότι δεν ήταν δυνατό να ζητηθούν πληροφορίες από τη στιγμή που δεν ήταν γνωστό ποίοι ήταν οι προσοντούχοι υποψήφιοι.
Ο ισχυρισμός αυτός κρίνεται αβάσιμος. Από τη στιγμή που κλήθηκε στη συνεδρία της ΕΔΥ ο Διευθυντής, που έγινε στις 31 Αυγούστου 2010, αυτός γνώριζε από τότε, ότι θα καλείτο με σκοπό να προβεί σε σχετική σύσταση. Επί τούτου υπάρχει ρητή αναφορά στο πρακτικό της συνεδρίας της ΕΔΥ, ημερ. 14 Νοεμβρίου 2011, ότι ο Διευθυντής, προτού προβεί στη σύσταση του, είχε στη διάθεση του όλους τους προσωπικούς φακέλους και τους φακέλους των ετήσιων υπηρεσιακών εκθέσεων των υποψηφίων.
Αποτελεί, νομολογιακά, αποδεκτή μέθοδο, η αναζήτηση πληροφοριών από τους άμεσα προϊσταμένους των υποψηφίων και δεν απαιτείται η καταγραφή των απόψεων που συνέλεξε ο Διευθυντής ούτε η αποκάλυψη των σχετικών πηγών. (Μεστάνας ν. της Δημοκρατίας, (2001) 3 Α.Α.Δ. 213. Περαιτέρω, στην Υποθ. αρ. 1078/2004 Κιττής κ.ά. ν. της Δημοκρατίας, ημερ. 6 Απριλίου 2006, αναφέρονται τα εξής με τα οποία συμφωνώ:
"Πρόσθετα αναφέρω ότι η ανταλλαγή απόψεων με τους προϊσταμένους των διαφόρων υπηρεσιών στις οποίες εργάζονται οι υποψήφιοι, δεν οδηγεί σε ακύρωση της πράξης. Το θέμα αυτό της καταγραφής με λεπτομέρεια της προσωπικής γνώσης του διευθυντή και των πληροφοριών που συνέλεξε για τους υποψηφίους από τους προϊσταμένους τους εγέρθηκε κατ' επανάληψη ενώπιον του δικαστηρίου. Στις αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου, διαφαίνεται, ότι είναι αρκετό να αποκαλύπτονται οι πηγές που διαμόρφωσαν την κρίση του διευθυντή και την προσωπική του γνώση και δεν είναι απαραίτητη η καταγραφή των απόψεων που άκουσε από άλλους προϊσταμένους μια και ο τρόπος που ο διευθυντής αξιολογεί τις απόψεις των λειτουργών που συμβουλεύεται δεν ελέγχεται δικαστικά. Είναι επιτρεπτό για το διευθυντή να ακούσει τις απόψεις λειτουργών που προΐστανται των υπαλλήλων και να αντλήσει πληροφορίες από αυτούς ώστε να μπορέσει να διαμορφώσει ο ίδιος γνώμη"
Προβλήθηκε περαιτέρω από την αιτήτρια, ότι η συγκεκριμένη σύσταση του Διευθυντή, ήταν αναιτιολόγητη. Προέβηκε, όπως είναι ο ισχυρισμός, σε απλή ανάπλαση των στοιχείων του φακέλου χωρίς να εξειδικεύσει τους λόγους για τους οποίους ο ενδιαφερόμενος κρίθηκε ως ο καταλληλότερος για προαγωγή στην επίδικη θέση.
Σε περιπτώσεις προαγωγής, όπως στην παρούσα, η αναγκαιότητα αιτιολογημένης σύστασης, εκπηγάζει από τη σαφή πρόνοια του άρθρου 35(4) του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου 1990, Ν.1/90. Αποτελεί δε, η σύσταση, ένα αυτοτελές και ανεξάρτητο στοιχείο κρίσης της αξίας. (Χριστοδούλου ν. Δημοκρατία (2009) 3 Α.Α.Δ. 164).
Είμαι της γνώμης ότι ο προβληθείς λόγος ακυρώσεως δεν ευσταθεί. Με τη σύσταση του ο Διευθυντής κάνει αναφορά στα θεσμοθετημένα κριτήρια επιλογής και προσδιορίζονται σαφώς ποίοι ήταν οι λόγοι που τον ώθησαν να καταλήξει στη συγκεκριμένη απόφαση, αναφορικά με την καταλληλότητα του ενδιαφερομένου για προαγωγή. Σημειώνεται επί τούτου, ότι ο ενδιαφερόμενος δεν υστερεί σε αξία και προσόντα από τους άλλους υποψήφιους, υπερέχει όμως σε αρχαιότητα. Η νομολογία καθιέρωσε και αναφέρομαι στην υπόθεση Μικελλίδου ν. της Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 105, ότι η αρχαιότητα, αποκτά αποφασιστική σημασία, εκεί όπου τα άλλα κριτήρια, ήτοι της αξίας και των προσόντων, είναι ίσα. Καθίσταται συναφώς έκδηλο ότι, στην προκείμενη περίπτωση, η υφιστάμενη αρχαιότητα λειτούργησε προς όφελος του ενδιαφερομένου.
Χαρακτηριστικό απόσπασμα προς επιβεβαίωση του πιο πάνω, λέχθηκε στην ΑΕ119/2008 Γιάλλουρου κ.ά. ν. της Δημοκρατίας, ημερ. 2 Ιουνίου 2011:
«Κατ΄ επέκταση θεωρούμε και ως θεμιτή την απόφαση της καθ΄ ης η αίτηση να προάξει τα ενδιαφερόμενα μέρη βασισμένη στην αρχαιότητα τους και την υπέρ τους σύσταση του Διευθυντή και πάλι έναντι της οριακά μεγαλύτερης αξίας μερικών από τους αιτητές σε σχέση με μερικά από τα ενδιαφερόμενα μέρη»
Αναφορικά με τον προβληθέντα, από την αιτήτρια ισχυρισμό, που άπτεται των καθηκόντων που εκτελούσε, τα οποία, όπως προβλήθηκε, αγνοήθηκαν ή δεν συνεκτιμήθηκαν, λαμβανομένης υπόψη της πείρας που αποκόμισε κατά την εκτέλεση των εν λόγω καθηκόντων, θεωρώ ότι ούτε αυτός ο λόγος ευσταθεί. Είμαι της γνώμης ότι ορθώς, ο Διευθυντής και κατ΄επέκταση οι καθ΄ων η αίτηση, δεν έλαβαν υπόψη τα καθήκοντα που εκτελούσε η αιτήτρια, καθότι, κάτι τέτοιο θα αποτελούσε εξωγενή παράγοντα κρίσης.
Σε σχέση με το πάνω θέμα, παραθέτω απόσπασμα από την Υποθ.αρ.182/2008 Χρυσοστόμου ν. Δήμου Παραλιμνίου, ημερ. 5 Φεβρουαρίου 2010, το οποίο είναι σχετικό.
«Έχει καταστεί ξεκάθαρο από τη νομολογία και αναφέρομαι στις υποθέσεις μεταξύ άλλων Γεωργιάδης ν. ΑΗΚ (1996) 3 Α.Α.Δ. 24. και στην πρόσφατη ΑΕ.3862 Παπαδοπούλου κ.ά. ν. ΡΙΚ, 18.6.2009, ότι η δυνατότητα διεκδίκησης από υπάλληλο μιας θέσης για προαγωγή, δεν μπορεί να επηρεαστεί δυσμενώς από το γεγονός ότι ο κύκλος καθηκόντων που του είχαν ανατεθεί, μέσα στα πλαίσια της υπηρεσίας του, ήταν περιορισμένος. Η αρχή της χρηστής διοίκησης επιβάλλει την ίση μεταχείριση των υποψηφίων για προαγωγή. Η αρχή αυτή απαιτεί την αξιολόγηση του κάθε υποψήφιου σύμφωνα με τα καθήκοντα τα οποία του είχαν ανατεθεί μέσα στο πλαίσιο του σχεδίου υπηρεσίας του. Αντίθετη περίπτωση θα αφήνετο η διοίκηση να επαυξάνει τις πιθανότητες για προαγωγή υπαλλήλων που υπηρετούν στην ίδια θέση, αναλόγως των καθηκόντων τα οποία τους ανατίθενται. Διαφορετική προσέγγιση θα απέληγε σε θυματοποίηση υποψήφιου για λόγους ανεξάρτητους από την ετοιμότητα του ιδίου να εκτελέσει, κάθε πτυχή των καθηκόντων της θέσης την οποία κατέχει.»
Υπήρξε περαιτέρω εισήγηση από την αιτήτρια ότι οι καθ΄ων η αίτηση αγνόησαν την πείρα την οποία η ιδία είχε αποκτήσει, όντας στην υπηρεσία για μεγαλύτερο διάστημα από το ενδιαφερόμενο μέρος. Η εισήγηση αυτή δεν με βρίσκει σύμφωνο. Στην αμέσως προηγούμενη θέση, που αποτελεί και το στοιχείο κρίσης, η αιτήτρια και ο ενδιαφερόμενος είχαν την ιδία αρχαιότητα. Η υπεροχή που επικαλείται η αιτήτρια, είναι απομακρυσμένη, γιατί αναφέρεται σε μια πιο προηγούμενη θέση. ΄Εχει νομολογιακά καθιερωθεί ότι η πείρα, ως παράγων καθορισμού σε περιπτώσεις προαγωγών, για να είναι αποφασιστικής σημασίας θα πρέπει να έχει αποκτηθεί κατά την εκτέλεση καθηκόντων σε θέση που προηγείται της επίδικης. Πείρα αποκτηθείσα σε κατώτερες θέσεις δεν μπορεί να έχει αποφασιστική βαρύτητα. Ταυτοχρόνως, η απόκτηση πείρας δεν μπορεί να συναρτάται αποκλειστικώς με τον παράγοντα χρόνο. Η πείρα δεν εξαρτάται μόνο από τη χρονική διάρκεια της υπηρεσίας, αλλά και από την αξία του κάθε υπαλλήλου. (Μιχαηλίδου ν. της Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 112.
Η αιτήτρια πρόβαλε επίσης ότι η απόφαση των καθ΄ων η αίτηση πάσχει λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας και αιτιολογίας. ΄Ηταν ο ισχυρισμός ότι οι καθ΄ων η αίτηση στηρίχθηκαν στη σύσταση του Διευθυντή χωρίς οι ίδιοι να προβούν σε οποιαδήποτε άλλη έρευνα. Όπως έχω προγενέστερα σημειώσει, η σύσταση ήταν απολύτως νόμιμη και αιτιολογημένη, συνεπώς ορθώς λήφθηκε υπόψη και υιοθετήθηκε από τους καθ΄ων η αίτηση. Πέραν όμως τούτου οι καθ΄ων η αίτηση είχαν προβεί και οι ίδιοι σε έρευνα αναφορικά με τους υποψήφιους και κατέληξαν σε αιτιολογημένη απόφαση.
Τέλος, η αιτήτρια εισηγήθηκε ότι οι καθ΄ων η αίτηση δεν είχαν προβεί σε δέουσα έρευνα αναφορικά με τη σχετικότητα των πρόσθετων προσόντων του ενδιαφερομένου μέρους. ΄Ηταν η κρίση του Διευθυντή, ότι το προσόν του ενδιαφερομένου, ήταν σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης. Την ίδια προσέγγιση, μετά από σχετική εξέταση, υιοθέτησαν και οι καθ΄ων η αίτηση. Η στάθμιση και αξιολόγηση υφισταμένων πρόσθετων προσόντων, μη απαιτουμένων από το σχέδιο υπηρεσίας, εναπόκειται στην αρμόδια αρχή και το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει στη σχετική διεργασία. Βλ. Γιαγκουλλής ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 481 και Πούρος κ.ά. ν. Χ΄Στεφάνου κ.ά. (2001) 3 Α.Α.Δ. 374.
Είμαι της γνώμης ότι οι καθ΄ων η αίτηση έχουν συνεκτιμήσει και αξιολογήσει όλα τα κριτήρια, περιλαμβανομένων και των προσόντων των υποψηφίων, όπως και το περιεχόμενο των σχετικών φακέλων προτού προβούν στην προαγωγή του ενδιαφερομένου.
Ως εκ τούτου η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των καθ΄ων η αίτηση και εναντίον της αιτήτριας.
Κ. Παμπαλλής,
Δ.