ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Σπύρου Mενέλαος Aντώνη ν. Δημοτικού Συμβουλίου Kάτω Πολεμιδιών και Άλλων (1998) 3 ΑΑΔ 307
Πιερίδη Ολυμπία ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (Αρ. 2) (2007) 3 ΑΑΔ 543
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1941/2008)
19 Φεβρουαρίου, 2013
[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146, 23, 28 ΚΑΙ 29 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
1. ΧΡΥΣΤΑΛΛΑ ΔΕΚΑΤΡΗ,
2. ΔΑΝΑΗ ΜΑΥΡΙΔΟΥ,
3. ΟΥΡΑΝΙΑ ΠΙΤΣΙΛΛΗ,
Αιτήτριες,
ν.
ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ,
2. ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,
Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Δόνα Κωνσταντίνου (κα), για Κύπρο Χρυσοστομίδη, για τις Αιτήτριες.
Μαρίνα Σπηλιωτοπούλου (κα), Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Αντικείμενο της παρούσας προσφυγής είναι η νομιμότητα Διατάγματος Απαλλοτριώσεως, με το οποίο διατάχτηκε η απαλλοτρίωση ακίνητης ιδιοκτησίας των αιτητριών στο Δήμο Λακατάμειας, για σκοπούς ανέγερσης του Β΄ Γυμνασίου Λακατάμειας, (το «σχολείο»), και του οδικού δικτύου που θα το εξυπηρετούσε, το οποίο δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας με Αρ. 4261, ημερομηνίας 10/10/2008, Παράρτημα ΙΙΙ, Μέρος ΙΙ, (Αρ. 873), (το «Διάταγμα Απαλλοτριώσεως»).
Οι αιτήτριες, συνιδιοκτήτριες κατά ένα τρίτο μερίδιο του τεμαχίου Αρ. 27, Φύλλο/Σχέδιο 30/28Ε1, στη Λακατάμεια, μέρος του οποίου επηρεάζεται από το σχεδιασμό του οδικού δικτύου που θα εξυπηρετεί το σχολείο, ισχυρίζονται ότι το Διάταγμα Απαλλοτριώσεως πρέπει να ακυρωθεί, για λόγους στους οποίους θα αναφερθώ, αφού πρώτα παραθέσω τα γεγονότα.
Ο Διευθυντής του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, με επιστολή του προς το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού, ημερομηνίας 1/9/2003, ανέφερε ότι, στη Γνωστοποίηση Απαλλοτριώσεως, που επρόκειτο να δημοσιευθεί, για εξασφάλιση των απαιτουμένων τεμαχίων για την ανέγερση του σχολείου, θα έπρεπε να περιλαμβάνεται και το οδικό δίκτυο που απαιτείτο για την ορθολογική εξυπηρέτησή του και την εύρυθμη κυκλοφοριακή λειτουργία της περιοχής. Σε χωρομετρικό σχέδιο, το οποίο απεστάλη με την επιστολή, σημειώθηκε ο χώρος που απαιτείτο για την ανέγερση του σχολείου. Σ' αυτόν, με στόχο την εύρυθμη κυκλοφοριακή λειτουργία της περιοχής και τη διασφάλιση ασφαλούς και άμεσης πρόσβασης στο σχολείο, περιλαμβάνονταν τμήματα τεμαχίων, μεταξύ των οποίων και τμήμα του τεμαχίου των αιτητριών, που έπρεπε να απαλλοτριωθούν. Ο προτεινόμενος χώρος εξετάστηκε στις 27/10/2003, σε συνεδρίες της Εθνικής και της Τεχνικής Επιτροπής Οδικής Ασφάλειας Μαθητών, (η «Επιτροπή Οδικής Ασφάλειας Μαθητών»), και έγινε αποδεκτός, υπό προϋποθέσεις. Ακολούθησε, στις 15/2/2008, δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, με Αρ. 4217, Γνωστοποίηση Απαλλοτριώσεως, Αρ. 174, (η «Γνωστοποίηση Απαλλοτριώσεως»), και Διάταγμα Επιτάξεως, Αρ. 183, (το «Διάταγμα Επιτάξεως»), συγκεκριμένης ακίνητης ιδιοκτησίας, στην οποία συμπεριλήφθηκε μέρος του τεμαχίου Αρ. 27, για τους σκοπούς ανέγερσης του σχολείου και του οδικού δικτύου που θα το εξυπηρετούσε. Εναντίον της Γνωστοποίησης Απαλλοτριώσεως υποβλήθηκαν ενστάσεις από ιδιοκτήτες επηρεαζόμενης ακίνητης ιδιοκτησίας, μεταξύ των οποίων και από τις αιτήτριες, οι οποίες εισηγήθηκαν την εξέταση του ενδεχομένου μετακίνησης του δρόμου προς το σύνορο του τεμαχίου τους, έτσι ώστε αυτό να επηρεαστεί στο λιγότερο δυνατό βαθμό.
Ο ΄Επαρχος Λευκωσίας, (ο «΄Επαρχος»), παρέπεμψε τις ενστάσεις στο Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού, συστήνοντας την απόρριψή τους, δεδομένου ότι η απαλλοτρίωση ήταν απαραίτητη για σκοπούς δημοσίου συμφέροντος. Η Γενική Διευθύντρια του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού, (η «Γενική Διευθύντρια»), με επιστολή της προς το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, (ο «Γενικός Εισαγγελέας»), ζήτησε τη γνώμη του κατά πόσο υπήρχε οποιοδήποτε νομικό κώλυμα να εισηγηθεί προς την αρμόδια Υπουργική Επιτροπή την απόρριψη των ενστάσεων. Ο Γενικός Εισαγγελέας, με επιστολή του ημερομηνίας 15/9/2008, απάντησε ότι δεν υπήρχε τέτοιο κώλυμα, αναφέροντας, επίσης, ότι, κατά την αιτιολόγηση της απάντησης που θα αποστελλόταν σε αυτούς που έθεταν με την ένστασή τους θέμα μετακίνησης του δρόμου, θα έπρεπε να γινόταν αναφορά στους λόγους για τους οποίους χρησιμοποιήθηκαν τα ακίνητά τους αντί τα κρατικά τεμάχια, τα οποία θα χρησιμοποιούνταν για την κατασκευή υπόγειας διάβασης, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που είχε θέσει η Επιτροπή Οδικής Ασφάλειας Μαθητών με την επιστολή της ημερομηνίας 11/12/2003 και ότι, αν υπήρχε περιθώριο περιορισμού του επηρεασμού των ακινήτων τους, αυτό θα έπρεπε να μελετηθεί από τις αρμόδιες Τεχνικές Υπηρεσίες. Ο Προϊστάμενος των Τεχνικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού, (ο «Προϊστάμενος των Τεχνικών Υπηρεσιών»), ο οποίος μελέτησε το θέμα, ανέφερε, σε Σημείωμά του ημερομηνίας 16/9/2008 - (βλ. Παράρτημα 8 στην ένσταση - Αρ. 4) - ότι δεν υπήρχε δυνατότητα αλλαγής στη χάραξη του οδικού δικτύου και των επηρεασμών των υπό απαλλοτρίωση τεμαχίων.
Ακολούθως, η Γενική Διευθύντρια, με κατεπείγουσα επιστολή της προς το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, ημερομηνίας 16/9/2008, του κοινοποίησε την αλληλογραφία που υπήρχε με τις απόψεις των εμπλεκομένων και τον πληροφόρησε ότι ο Υπουργός Παιδείας και Πολιτισμού, λαμβάνοντας υπόψη τα ενώπιόν του στοιχεία, εισηγείτο προς την Υπουργική Επιτροπή την απόρριψη των ενστάσεων που υποβλήθηκαν και τη δημοσίευση του σχετικού Διατάγματος Απαλλοτριώσεως.
Η Υπουργική Επιτροπή, κατά τη συνεδρία της στις 30/9/2008, αφού εξέτασε τις ενστάσεις που υποβλήθηκαν εναντίον της Γνωστοποίησης Απαλλοτριώσεως, υιοθέτησε την άποψη του Προϊσταμένου των Τεχνικών Υπηρεσιών και αποφάσισε την απόρριψή τους. Ταυτόχρονα, αποφάσισε την έκδοση του Διατάγματος Απαλλοτριώσεως.
Μετά την καταχώριση της προσφυγής στις 23/12/2008, δημοσιεύτηκε, στις 23/1/2009, Διάταγμα Παρατάσεως της περιόδου του Διατάγματος Επιτάξεως, για περαιτέρω περίοδο ενός έτους, επειδή τα συγκεκριμένα τεμάχια εξακολουθούσαν να είναι αναγκαία για τους σκοπούς που περιγράφονταν σ' αυτό.
Για ακύρωση του Διατάγματος Απαλλοτριώσεως, οι αιτήτριες προβάλλουν ότι αυτό είναι αποτέλεσμα ανεπαρκούς έρευνας, πλάνης περί τα πράγματα και παράνομης και αναιτιολόγητης απόρριψης της ένστασής τους κατά της Γνωστοποίησης Απαλλοτριώσεως, βρίσκεται σε αντίθεση με την αρχή της χρηστής διοίκησης και, τέλος, παραβιάζει τα ΄Αρθρα 23 και 28 του Συντάγματος. Είναι η θέση τους ότι το Διάταγμα Απαλλοτριώσεως και, κυρίως, το προτεινόμενο οδικό δίκτυο δε συμβαδίζει με τις Πρόνοιες του Τοπικού Σχεδίου Λευκωσίας, (το «Τοπικό Σχέδιο»), όπως αυτό ίσχυε κατά τη δημοσίευσή του. Το τεμάχιο Αρ. 27 βρίσκεται, σύμφωνα με το Τοπικό Σχέδιο, εντός καθαρά οικιστικής ζώνης, γεγονός που διέλαθε της προσοχής των καθ' ων η αίτηση. Το υπό απαλλοτρίωση μέρος του τεμαχίου Αρ. 27 ούτε άμεση ούτε εύκολη προσπέλαση σε δρόμο έχει, γεγονός που το καθιστά ακατάλληλο και ασύμφορο για τους σκοπούς της απαλλοτρίωσης, δηλαδή την ανέγερση του σχολείου, αφού η επιλογή του επιβάλλει και την κατασκευή του απαραίτητου οδικού δικτύου. Εάν οι καθ' ων η αίτηση, εισηγούνται οι αιτήτριες, ερευνούσαν, θα διαπίστωναν ότι υπήρχαν άλλα καταλληλότερα ακίνητα στην περιοχή, που ικανοποιούσαν τα πολεοδομικά κριτήρια και είχαν πρόσβαση στο υφιστάμενο οδικό δίκτυο - (βλ. Σπύρου ν. Δημοτ. Συμβ. Κ. Πολεμιδιών κ.ά. (1998) 3 Α.Α.Δ. 307). Αναφέρουν, επίσης, ότι, με την ένστασή τους, παρουσίασαν αιτιολογημένη ΄Εκθεση ιδιώτη Αρχιτέκτονα Μηχανικού - Πολεοδόμου, Συμβούλου για Ανάπτυξη, Τουρισμό και Οικιστική, (ο «ιδιώτης Αρχιτέκτονας»), με την οποία επισημαίνονταν διάφορες ασάφειες και παρατυπίες αναφορικά με τη σχεδιαζόμενη απαλλοτρίωση, καταδεικνυόταν δυσμενής διάκριση σε βάρος του τεμαχίου τους και υποβάλλονταν εναλλακτικές προτάσεις ανάπτυξης της περιοχής, με σημαντική εξοικονόμηση χρημάτων για το δημόσιο, λόγω της μείωσης της έκτασης της υπό απαλλοτρίωση γης. Τα πιο πάνω δεν εξετάστηκαν, ούτε απασχόλησαν πριν από την απόρριψη της ένστασής τους, γεγονός που καταδεικνύει ότι η εν λόγω απόφαση στερείται δέουσας έρευνας και αιτιολογίας. Επικαλούνται, περαιτέρω, την επιστολή ημερομηνίας 20/6/2008, η οποία υπογράφεται από το Ν. Βακανά, για τον ΄Επαρχο, και απευθύνεται στο Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού και με την οποία υιοθετείται η θέση τους και υποβάλλεται εισήγηση «όπως εξεταστεί το ενδεχόμενο αλλαγής της όδευσης του δρόμου». Η εν λόγω επιστολή όχι μόνο δεν απασχόλησε, αλλά παραγκωνίστηκε αναιτιολόγητα από μεταγενέστερη επιστολή άλλου λειτουργού, ημερομηνίας 25/7/2008, χωρίς να έχει μεσολαβήσει οτιδήποτε.
Οι καθ' ων η αίτηση προβάλλουν ότι τα όσα οι αιτήτριες αναφέρουν για τις πρόνοιες του Τοπικού Σχεδίου δεν είναι παραδεκτά στα πλαίσια της παρούσας προσφυγής, αφού η έγκρισή του αποτελεί αυτοτελή εκτελεστή διοικητική πράξη, ανεξάρτητη από το Διάταγμα Απαλλοτριώσεως. Η χωροθέτηση του σχολείου, υποβάλλουν, συνάδει πλήρως με τις πρόνοιες του Τοπικού Σχεδίου, το μεγαλύτερο δε τμήμα του χώρου εντός του οποίου αυτό θα ανεγερθεί αποτελεί κυβερνητική γη. Σε ό,τι αφορά το σχεδιασθέν οδικό δίκτυο, αυτό, εισηγούνται, αποτελεί επέκταση του υφισταμένου, που σχεδιάστηκε από το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως ως η καταλληλότερη υπό τις περιστάσεις λύση και εγκρίθηκε από την Επιτροπή Οδικής Ασφάλειας Μαθητών. Οι υποδείξεις των αιτητριών προς την κατεύθυνση άλλων καταλληλότερων επιλογών αφορούν θέματα τεχνικής φύσεως και, στη συγκεκριμένη περίπτωση, η κρίση της αρμόδιας αρχής για την αναγκαιότητα του έργου και η επιλογή της γης για την προώθηση της απαλλοτρίωσης δεν ελέγχονται από το ακυρωτικό δικαστήριο - (βλ. Πιερίδη ν. Δημοκρατίας (Αρ. 2) (2007) 3 Α.Α.Δ. 543).
Σε ό,τι αφορά την απόρριψη της ένστασης των αιτητριών και την Έκθεση του ιδιώτη Αρχιτέκτονα, οι καθ' ων η αίτηση ισχυρίζονται ότι δεν υπήρχε, με βάση τον περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως Νόμο του 1962, (Ν. 15/62), (όπως τροποποιήθηκε), (ο «Νόμος»), υποχρέωση της αρμόδιας Υπουργικής Επιτροπής για κοινοποίηση της απόφασής της επί των ενστάσεων, ότι η τεχνική κρίση της διοίκησης δεν μπορεί να υποκατασταθεί με την κρίση των διοικουμένων και ότι η αλλαγή της εισήγησης του Επάρχου δεν επηρέασε τη νομιμότητα του Διατάγματος Απαλλοτριώσεως, αφού, σύμφωνα με το ΄Αρθρο 6(1) του Νόμου, η υποβολή, από τον αρμόδιο Υπουργό, παρατηρήσεων και/ή υποδείξεων επί των ενστάσεων που υποβάλλονται είναι δυνητική.
Εξετάζοντας την ένσταση που υπέβαλαν οι αιτήτριες, διαπιστώνω ότι, μεταξύ άλλων, προβλήθηκαν ισχυρισμοί για ασάφειες και ελλείψεις στον ευρύτερο σχεδιασμό του οδικού δικτύου της περιοχής, για δυσμενή διάκριση σε βάρος του τεμαχίου τους, για απόκλιση της προτεινόμενης διαμόρφωσης του δρόμου από τους σκοπούς της απαλλοτρίωσης και τις πρόνοιες του Τοπικού Σχεδίου και για μη ολοκληρωμένη πρόταση από πολεοδομικής και λειτουργικής απόψεως. Στην ΄Εκθεση του ιδιώτη Αρχιτέκτονα, αναφέρονται, μεταξύ άλλων, τα εξής:-
«06. Είναι αξιοσημείωτο ότι στην περιοχή του σχολείου δεν υφίσταται ικανοποιητικό οδικό δίκτυο, (υπάρχει μόνο χωματόδρομος ο οποίος χρειάζεται διαμόρφωση). Ο προτεινόμενος δρόμος αποτελεί επέκταση υφιστάμενου δρόμου ο οποίος βρίσκεται βορειότερα μέσα σε υπό ανάπτυξη περιοχή κατοικίας και κατευθύνεται προς το σχολείο. ΄Ομως στην περιοχή του τεμαχίου 27 ο δρόμος όπως προτείνεται, αντί να κατευθύνεται προς το σχολείο, προεκτείνεται ή δείχνει να προεκτείνεται προς νότον σε κατεύθυνση η οποία δεν έχει οποιαδήποτε σχέση με το σχολείο. Στο σημείο αυτό δημιουργείται συμβολή δρόμων με τη δημιουργία νέου δρόμου ο οποίος, σαν πάροδος, κατευθύνεται προς το σχολείο. Σχέδιο 1 και 3.
07. Η προέκταση αυτή (Α) μήκους 25 περίπου μέτρων τερματίζεται στο δεικνυόμενο σημείο Α χωρίς να εξυπηρετεί οποιαδήποτε περιοχή και δεν συνοδεύεται από οποιαδήποτε επεξήγηση για τη μελλοντική πορεία και κατάληξη του δρόμου. Είναι σαφές ότι η προέκταση αυτή δεν έχει σχέση ούτε εξυπηρετεί το σχολείο, αλλά προορίζεται να εξυπηρετήσει σκοπούς πέραν των οριζομένων στο διάταγμα απαλλοτρίωσης. Οι σκοποί αυτοί όμως δεν καθορίζονται ούτε επεξηγούνται στα σχέδια και το σχετικό κείμενο που συνοδεύει την γνωστοποίηση. Αξίζει να σημειωθεί ότι δρόμος με τέτοια χάραξη δεν υπάρχει και δεν προβλέπεται στο Τοπικό Σχέδιο Λευκωσίας. (Σχέδιο 4).
08. Η γνωστοποίηση απαλλοτρίωσης αποβλέπει σε δύο στόχους.
α. να διασφαλίσει τη γη η οποία είναι απαραίτητη για την ανέγερση του σχολείου (σχέδιο 2) και
β. να διασφαλίσει το οδικό δίκτυο που θα εξυπηρετεί το σχολείο (σχέδιο 1).
09. ΄Ομως η προτεινόμενη διαμόρφωση του οδικού δικτύου επεκτείνεται έξω από το γράμμα και το πνεύμα του διατάγματος απαλλοτρίωσης το οποίο όπως αναφέρεται στη γνωστοποίηση έχει σαν σκοπό τη διασφάλιση γης 'για την ανέγερση του Β΄ Γυμνασίου Λακατάμιας και του οδικού δικτύου που θα εξυπηρετεί το σχολείο'. Κατά συνέπεια η δημιουργία του τμήματος (Α) του δρόμου και ειδικότερα η δημιουργία προϋποθέσεων για την κατασκευή πρόσθετου οδικού δικτύου στην περιοχή βρίσκεται έξω από τις πρόνοιες του διατάγματος και αποτελεί πράξη υπέρβασης εξουσίας.»
Σκοπός της απαλλοτρίωσης, όπως διατυπώθηκε στη Γνωστοποίηση Απαλλοτριώσεως ήταν η ανέγερση του σχολείου και η διασφάλιση του οδικού δικτύου που θα το εξυπηρετούσε. Οι αιτήτριες, με την ένστασή τους και την ΄Εκθεση του ιδιώτη Αρχιτέκτονα, πρόβαλλαν απόκλιση από τους σκοπούς της απαλλοτρίωσης, αφού ο προτεινόμενος δρόμος που επηρεάζει το τεμάχιό τους προεκτείνεται σε κατεύθυνση που δεν έχει σχέση με το σχολείο, χωρίς να δίδεται οποιαδήποτε εξήγηση για τη μελλοντική πορεία και κατάληξή του. Θεωρώ ότι, κατά την εξέταση της ένστασής τους, ήταν αναμενόμενο να δίδονταν κάποιες επεξηγήσεις σχετικά με τους ισχυρισμούς τους.
Η Υπουργική Επιτροπή σημείωσε στα πρακτικά της ημερομηνίας 30/9/2008 ότι, για να καταλήξει στην απόφασή της, εξέτασε τις ενστάσεις σύμφωνα με την ΄Εκθεση του Επάρχου και τις θέσεις του Προϊσταμένου των Τεχνικών Υπηρεσιών. Η ΄Εκθεση του Επάρχου προς το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού, η οποία είναι υπογεγραμμένη από το Γ. Ματθαιόπουλο, σε σχέση με την περίπτωση των αιτητριών, αναφέρει τα εξής:-
«6. Χρυστάλλα Δεκατρή, Δανάη Μαυρίδου και Ουρανία Πιτσιλλή
Οι ενιστάμενες είναι αδερφές και συνιδιοκτήτριες 1/3 μερίδιο του τεμαχίου με αριθμό 27.28.Ε1 στη Λακατάμια το οποίο κληρονόμησαν από τους γονείς τους.
Η κα. Δεκατρή είναι παντρεμένη με δύο παιδιά και διαμένει με την οικογένεια της στη Λευκωσία. Είναι δικηγόρος και εργάζεται στο δικηγορικό γραφείο του Δρ. Κ. Χρυσοστομίδη και Σία Λτδ. Ο σύζυγος της είναι Γενικός Διευθυντής σε ιδιωτική εταιρία.
Η κα Δανάη Μαυρίδου είναι παντρεμένη με δύο παιδιά και επίσης διαμένει στη Λευκωσία. Είναι δικηγόρος στο επάγγελμα αλλά μετά από ένα σοβαρό ατύχημα που είχε δεν είναι σε θέση να εργασθεί. Ο σύζυγός της εργάζεται ως Πολιτικός μηχανικός
Η κα. Ουρανία Πιτσιλλή είναι μόνιμος κάτοικος Λονδίνου επίσης παντρεμένη με 2 παιδιά. Τόσο η ίδια όσο και ο σύζυγος της είναι Αρχιτέκτονες.
Οι ενιστάμενες ήταν ιδιοκτήτριες και άλλων τεμαχίων στην περιοχή τα οποία επίσης επηρεάστηκαν από απαλλοτριώσεις για διαπλάτυνση δρόμου και για την δημιουργία σχολείου.
Εισήγηση τους είναι η εξέταση του ενδεχομένου μετακίνησης του δρόμου προς το σύνορο του τεμαχίου τους ώστε αυτό να επηρεαστεί στον λιγότερο δυνατό βαθμό.
Δεδομένου ότι η απαλλοτρίωση είναι απαραίτητη για σκοπούς δημοσίου συμφέροντος συστήνεται απόρριψη της ένστασης.»
Η επιστολή της 20/6/2008, για την οποία γίνεται παράκληση να μη ληφθεί υπόψη, χωρίς οποιαδήποτε εξήγηση, έχει τον ίδιο αποδέκτη και υπογράφεται από το Ν. Βακανά, για τον ΄Επαρχο. Στην επιστολή αυτή, αφού παρατίθενται οι ίδιες περιστάσεις των αιτητριών, όπως και στη μεταγενέστερη της 25/7/2008, γίνεται εκ διαμέτρου αντίθετη εισήγηση, δηλαδή όπως εξεταστεί το ενδεχόμενο αλλαγής της όδευσης του δρόμου. Από το διοικητικό φάκελο δε φαίνεται να υπάρχει, ούτε έχει δοθεί οποιαδήποτε εξήγηση για τη μεταβολή της στάσης του Επάρχου. Τι μεσολάβησε και δύο λειτουργοί, που ενήργησαν για τον ΄Επαρχο, εξέφρασαν διαφορετικές απόψεις σε σχέση με την ένσταση των αιτητριών δεν εξηγήθηκε. Η δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση εισηγήθηκε ότι αυτό δεν επηρεάζει τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης, γιατί πρόκειται για δυνητική υποβολή παρατηρήσεων και, περαιτέρω, ότι η μεταβολή της στάσης του Επάρχου ήταν το αποτέλεσμα σχετικού Σημειώματος του Προϊσταμένου των Τεχνικών Υπηρεσιών, ενώπιον του οποίου είχε τεθεί η επιστολή ημερομηνίας 20/6/2008. Η θέση αυτή δεν ικανοποιεί. Το ΄Αρθρο 6(1)[1] του Νόμου, το οποίο ρυθμίζει το ζήτημα της εξέτασης των ενστάσεων που υποβάλλονται, δεν υποστηρίζει τις θέσεις των καθ' ων η αίτηση.
Στην παρούσα περίπτωση, το Διάταγμα Απαλλοτριώσεως, αναπόφευκτα, διασυνδέεται με την απόρριψη των ενστάσεων. Εφόσον η Υπουργική Επιτροπή, που τις απέρριψε, αναφέρθηκε ότι αυτές εξετάστηκαν σύμφωνα με την Έκθεση του Επάρχου και τις απόψεις του Προϊσταμένου των Τεχνικών Υπηρεσιών, το ζητούμενο είναι η επάρκεια της έρευνας που προηγήθηκε και της αιτιολογίας που δόθηκε. Το Σημείωμα του Προϊσταμένου των Τεχνικών Υπηρεσιών ημερομηνίας 14/7/2008 - (βλ. Τεκμήριο 1, σελ. 31, Αρ. 120) - που μεσολάβησε μεταξύ των δύο αντίθετων εισηγήσεων των λειτουργών του Επάρχου, δεν έχει οποιοδήποτε σχόλιο αναφορικά με την ένσταση υπ' Αρ. 6 των αιτητριών. Η φράση ότι: «Η χάραξη του δρόμου στηρίχτηκε στο ευρύτερο οδικό δίκτυο της περιοχής και σε υφιστάμενη κατάσταση», που, σύμφωνα με τη δικηγόρο των καθ' ων η αίτηση, αφορά την ένσταση των αιτητριών, εκτός του ότι δεν μπορεί να θεωρηθεί ως επαρκής έρευνα και αιτιολογία για την απόρριψη αυτών που είχαν τεθεί με την ΄Εκθεση του ιδιώτη Αρχιτέκτονα, φαίνεται να συνδέεται με τις ενστάσεις 4 και 5, που υποβλήθηκαν από ιδιοκτήτες άλλων επηρεαζομένων τεμαχίων και δεν αφορά την περίπτωση των αιτητριών. Στην απουσία από το εν λόγω Σημείωμα καθαρής αναφοράς στην ένσταση των αιτητριών, μόνο εικασίες μπορούν να γίνουν, η δε γραπτή αγόρευση της δικηγόρου των καθ' ων η αίτηση δεν μπορεί, εκ των υστέρων, να αναπληρώσει το κενό της αιτιολογίας που διαπιστώνεται. Περαιτέρω, οι καθ' ων η αίτηση δε φαίνεται να ανταποκρίθηκαν στις υποδείξεις του Γενικού Εισαγγελέα, με την επιστολή του ημερομηνίας 15/9/2008, ότι «Κατά την αιτιολόγηση της απάντησης που θα σταλεί στους υπόλοιπους ενισταμένους που θέτουν θέμα μετακίνησης του δρόμου, θα πρέπει να γίνει αναφορά στους λόγους που χρησιμοποιήθηκαν τα δικά τους ακίνητα αντί των κρατικών τεμαχίων τα οποία θα χρησιμοποιηθούν για την κατασκευή υπόγειας διάβασης όπως αναφέρεται στις προϋποθέσεις που έθεσε η Επιτροπή Οδικής Ασφάλειας με την επιστολή της ημερομηνίας 11/12/03».
Ενόψει των πιο πάνω, καταλήγω ότι οι συνθήκες λήψης της προσβαλλόμενης απόφασης δεν παρέχουν τη δυνατότητα δικαστικού ελέγχου.
Η προσφυγή επιτυγχάνει, με έξοδα υπέρ των αιτητριών, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.
Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται, με βάση το ΄Αρθρο 146.4(β) του Συντάγματος.
Ε. Παπαδοπούλου,
Δ.
/ΜΠ
[1] «6. - (1) ΄Αμα τη παρόδω της εν τη γνωστοποιήσει απαλλοτριώσεως καθοριζομένης προθεσμίας, η απαλλοτριούσα αρχή ή, οσάκις απαλλοτριούσα αρχή είναι η Δημοκρατία, ο αρμόδιος Υπουργός, προβαίνει το ταχύτερον δυνατόν εις την εξέτασιν οιωνδήποτε ενστάσεων κατά της απαλλοτριώσεως αίτινες ήθελον υποβληθή διαρκούσης της ως είρηται προθεσμίας, και, εκτός εάν η τοιαύτη αρχή είναι δημοτική αρχή ή Κοινοτική Συνέλευσις, τας διαβιβάζει εις το Υπουργικόν Συμβούλιον ομού μετά τοιούτων παρατηρήσεων και υποδείξεων ως η απαλλοτριούσα αρχή ή, αναλόγως της περιπτώσεως, ο αρμόδιος Υπουργός, ήθελε κρίνει καταλλήλους.»