ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ  ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Υπόθεση  Αρ.  1471/2011)

 

28 Φεβρουαρίου, 2013

 

[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στης]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΓΛΑΥΚΟΣ  ΧΟΥΤΡΗΣ,

Αιτητής,

ΚΑΙ

 

ΑΡΧΗ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,

Καθ΄ ων η αίτηση.

____________________

 

Α. Κωνσταντίνου, για τον Αιτητή.

Κ. Χ΄΄ Ιωάννου, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

Μ. Καλλιγέρου (κα.), για το Ε/Μ αρ. 1, Ιωάννη Κέυ-Σουρουλλά.

Α.Σ. Αγγελίδης, για το Ε/Μ αρ. 2, Μάριο Καρατζιά.


Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.:      Με την προσφυγή του ο αιτητής ζητά δήλωση του δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των καθ΄ ων η αίτηση, που κοινοποιήθηκε στον αιτητή με εγκύκλιο ημερ. 2.11.11 και με την οποίαν αυτοί προήγαγαν τους κ. Ιωάννη Κέυ-Σουρουλλά, κ. Μάριο Καρατζιά και κ. Άριστο Ριρή (Ε/Μ) στη μόνιμη θέση Ανώτερου Διευθυντή, Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου, από 19.6.09, αντί του αιτητή, είναι άκυρη και στερημένη εννόμου αποτελέσματος.

 

Τα νομικά σημεία στα οποία βασίζεται η προσφυγή περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, καταφανή πλάνη περί τα πράγματα, εφόσον οι καθ΄ ων η αίτηση δεν έλαβαν υπόψιν ότι ο αιτητής, κατ΄ ισχυρισμόν, υπερτερεί (α) έναντι των Ε/Μ 2 και 3, σε αξία, λόγω της σύστασης του Προϊσταμένου, και (β)  σε αρχαιότητα και πείρα, έναντι όλων των Ε/Μ.  Επίσης, οι καθ΄ ων η αίτηση έσφαλαν  λόγω του ότι, κατά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, έλαβαν υπόψιν τους στοιχεία τα οποία δεν δικαιούντο νόμιμα να λάβουν υπόψιν, και επιπρόσθετα, έλαβαν την προσβαλλόμενη απόφαση κατά παράβαση δικαστικού δεδικασμένου. 

 

Οι καθ΄ ων η αίτηση αλλά και τα Ε/Μ 1 και 2 ισχυρίζονται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι καθόλα νόμιμη, δεν παραβιάζει το δικαστικό δεδικασμένο και λήφθηκε μέσα στα ορθά πλαίσια της άσκησης της διακριτικής ευχέρειας των καθ΄  ων η αίτηση και σύμφωνα με τους σχετικούς Κανονισμούς της Α.ΤΗ.Κ..

 

Στην Υπόθεση 847/09, Γλαύκος Χούτρης ν. Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου (CYTA), ημερ. 7.10.11, ο παρών αιτητής προσέβαλε την προαγωγή στη μόνιμη θέση Ανώτερου Διευθυντή, από 18.6.09, των τριών Ε/Μ.     Ο Έντιμος Δικαστής Κωνσταντινίδης στην απόφαση του αναφέρει μεταξύ άλλων ότι ο αιτητής και οι ενδιαφερόμενοι ήταν ισοδύναμοι στη βαθμολογία κατά τα τελευταία χρόνια.  Περαιτέρω δεν εντοπίστηκε ή συζητήθηκε διαφορά τους ως προς τα προσόντα.  Ο αιτητής όμως ήταν αρχαιότερος των ενδιαφερομένων, με συνακόλουθη υπέρτερη πείρα.  Από τα στοιχεία των φακέλων προέκυπτε υπεροχή του αιτητή στην αρχαιότητα και ισότητα του αιτητή με τα Ε/Μ ως προς τα άλλα.  Επίσης υπέρ του αιτητή υπήρχε και η εισήγηση του Ανώτερου Εκτελεστικού Διευθυντή.  Με αυτά τα δεδομένα ο Έντιμος Δικαστής έκρινε ότι η πρόσδοση αποφασιστικής βαρύτητας στα αποτελέσματα προσωπικής συνέντευξης, που ευνοούσαν τα Ε/Μ, με αποτέλεσμα να επιλεγούν τα Ε/Μ και όχι ο αιτητής, ήταν πεπλανημένη. 

 

Στην προκείμενη περίπτωση, μετά την ακύρωση της προαγωγής των Ε/Μ, με την απόφαση στην προαναφερόμενη υπόθεση 847/09, έγινε επανεξέταση της υπόθεσης κατά την οποίαν ο προαναφερόμενος Διευθυντής σύστησε τον αιτητή και το Ε/Μ Ιωάννη Κέυ-Σουρουλλά ενώ ως προς τα άλλα δύο Ε/Μ, Καρατζιά και Ριρή, ο Διευθυντής είπε ότι τα θεωρούσε ως ισάξια και επομένως εισηγήθηκε την πλήρωση της τρίτης θέσης με ένα εξ αυτών.

 

Είναι η θέση του αιτητή ότι, σύμφωνα με το δεδικασμένο που  προκύπτει από την Υπόθεση 847/09, οι καθ΄ ων η αίτηση δεν μπορούσαν να αμφισβητήσουν ή να επανεξετάσουν ζητήματα αξίας, προσόντων και αρχαιότητας του αιτητή και των τριών Ε/Μ.   Ο αιτητής ήταν, σύμφωνα με το δεδικασμένο, ίσος σε  προσόντα με τα τρία Ε/Μ ενώ υπερτερούσε σε αξία των Ε/Μ 2 και 3, Καρατζιά και Ριρή, ένεκα του ότι είχε υπέρ του τη σύσταση του Διευθυντή ενώ, υπό τις προαναφερόμενες περιστάσεις, δεν μπορούσε να θεωρηθεί ότι τα Ε/Μ 2 και 3 είχαν και εκείνα υπέρ τους τη σύσταση του Διευθυντή, εφόσον ο Διευθυντής τους θεώρησε ισάξιους και επομένως και τους δύο, το ίδιο, κατάλληλους για την τρίτη θέση.  Ο αιτητής, επιπρόσθετα, ήταν αρχαιότερος και επομένως είχε μεγαλύτερη πείρα συγκρινόμενος και με τα τρία Ε/Μ.  Η αξιολόγηση των τριών Ε/Μ κατά την προφορική συνέντευξη, ως καταλληλοτέρων του αιτητή σε διάφορους τομείς, δεν μπορούσε να ληφθεί υπόψιν γιατί έρχεται σε αντίθεση με την αναλυτική βαθμολογία των υποψηφίων, όπως φαίνεται στους φακέλους τους, όπου τόσο ο αιτητής όσο και τα Ε/Μ βαθμολογούνται με το βαθμό 5, ήτοι εξαίρετα, σε όλα τα στοιχεία αξιολόγησης, κατά τα κρίσιμα έτη 2002-2008.  

 

Υποδεικνύει  συναφώς ο αιτητής, ότι για το Ε/Μ 1 λέχθηκε, μετά την προφορική συνέντευξη, ότι συνεργάζεται άψογα, πετυχαίνει στρατηγικούς στόχους, διακρίνεται για την αφοσίωση του και την ηγετική και καθοριστική συμβολή του στην επίλυση θεμάτων, διακρίνεται για την οργάνωση και διεύθυνση του προσωπικού, ενώ σ΄ αυτά τα θέματα τόσο το Ε/Μ 1 όσο και ο αιτητής έχουν βαθμολογηθεί (στην αναλυτική βαθμολογία) με τον ίδιο βαθμό 5, εξαίρετα.   Στην αναλυτική βαθμολογία περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, η πρωτοβουλία, καινοτομία, αποφασιστικότητα, συνεργασία, οργάνωση, απόδοση κλπ..    Το ίδιο ισχύει και για το Ε/Μ 2 για το οποίο τονίζεται ο ψηλός βαθμός πρωτοβουλίας, η άρτια επαγγελματική  κατάρτιση και οι διοικητικές ικανότητες του για την εφαρμογή καινοτόμων λύσεων, ενώ στα στοιχεία αυτά, τόσο το Ε/Μ 2 όσο και ο αιτητής, βαθμολογούνται με τον ίδιο βαθμό 5, εξαίρετα, στην αναλυτική βαθμολογία.  Για το Ε/Μ 3 Ριρή επίσης τονίζεται το ψηλό αίσθημα ευθύνης, οι ηγετικές του ικανότητες, η αντοχή του στη μεγάλη πίεση και τη σκληρή δουλειά και η ευρεία αποδοχή του από το προσωπικό, ενώ και πάλι, σε γενικές γραμμές, στα ίδια θέματα, τόσο το Ε/Μ 3 όσο και ο αιτητής, βαθμολογούνται με το βαθμό 5, εξαίρετα.  Παρατηρώ, συναφώς, ότι το ζήτημα των ηγετικών ικανοτήτων περιλαμβάνεται στο στοιχείο (δ) της αναλυτικής βαθμολογίας, όπου αναγράφεται οργάνωση/ικανότητα κατανομής εργασίας, ενώ όσον αφορά το ψηλό αίσθημα ευθύνης, θεωρώ ότι εμπεριέχεται στο στοιχείο (ι) αξιοπιστία.  

 

Με βάση τα προαναφερόμενα θεωρώ ότι, πεπλανημένα, αποδόθηκαν ιδιότητες και ικανότητες στα Ε/Μ υπέρτερες του αιτητή, ενώ ο αιτητής ισοβαθμούσε με τα Ε/Μ, καθόλα τα ουσιώδη χρόνια, στην αναλυτική βαθμολογία, όπως διαπιστώθηκε και στην απόφαση στην Υπόθεση 847/09, διαπίστωση που δημιουργεί δικαστικό δεδικασμένο.  Η πεπλανημένη αυτή αντιμετώπιση των Ε/Μ έναντι του αιτητή, από τους καθ΄  ων η αίτηση, έρχεται σε αντίθεση και με την πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Δέστε:  Μοδίτης ν. Δημοκρατίας (2002) 3 ΑΑΔ, 695).

 

Ενόψει των προαναφερομένων θεωρώ ότι οι καθ΄ ων η αίτηση ενήργησαν με πλάνη περί τα πράγματα, λαμβάνοντας υπόψιν τους στοιχεία που δεν θα έπρεπε να είχαν λάβει υπόψιν, αλλά και παραγνωρίζοντας το δικαστικό δεδικασμένο.  Έλαβαν δηλαδή υπόψιν τους υποτιθέμενες ικανότητες και ιδιότητες στις οποίες υπερτερούσαν τα Ε/Μ έναντι του αιτητή, ενώ αυτό δεν ήταν επιτρεπτό, εφόσον ο αιτητής ισοβαθμούσε με τα Ε/Μ σε όλα τα σχετικά θέματα, καθόλα τα ουσιώδη χρόνια, αλλά και παραγνώρισαν την υπεροχή του αιτητή, σε αξία, έναντι των Ε/Μ 2 και 3 και την υπεροχή του, σε αρχαιότητα, έναντι όλων των Ε/Μ, στοιχεία που είχαν διαπιστωθεί από το δικαστήριο στην προαναφερόμενη υπόθεση 847/09 και επομένως αποτελούσαν δικαστικό δεδικασμένο.

 

Είναι γεγονός και μου έχει υποδειχθεί και από τις δύο πλευρές ότι, στην περίπτωση των υπαλλήλων της Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου, οι προαγωγές διενεργούνται σύμφωνα με τον Κανονισμό 10(7) των περί Προσωπικού της Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου Γενικών Κανονισμών, όπως έχει τροποποιηθεί με την Κ.Δ.Π. 163/90 της 13.7.90.   Σύμφωνα με τις πρόνοιες του Κανονισμού αυτού οι, προς προαγωγή κρίσεις, διενεργούνται ενόψει της υπηρεσιακής επιδόσεως και αποδόσεως και της, εν γένει, ουσιαστικής καταλληλότητος εκάστου, ελεγχομένων εκ των στοιχείων του ατομικού του φακέλου, εκ των φύλλων ποιότητος και των φύλλων προαγωγής του, σε συνδυασμό με την προσωπική αντίληψη των Μελών της Αρχής, περί του κρινομένου.   

 

Παρά τη μή αναφορά, στον Κανονισμό 10(7), στην αξία, τα προσόντα και την αρχαιότητα, θεωρώ ότι η αναφορά στον Κανονισμό σε επίδοση, απόδοση και καταλληλότητα, ουσιαστικά υπονοεί την αξία, ενώ τα στοιχεία των προσόντων και της αρχαιότητος, αν και δεν είναι ξεχωριστά κριτήρια, συνιστούν στοιχεία που λαμβάνονται υπόψιν κατά τη στάθμιση του κριτηρίου της ουσιαστικής καταλληλότητας (Δέστε: Α.ΤΗ.Κ. ν. Περικλέους (1999) 3 ΑΑΔ 170).   Επομένως οι καθ΄ ων η αίτηση, κατά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, θα έπρεπε να είχαν λάβει υπόψιν τους την υπέρτερη αξία του αιτητή έναντι των Ε/Μ 2 και 3 και την υπέρτερη αρχαιότητα του έναντι και των τριών Ε/Μ, ενώ ζήτημα διαφοράς ως προς τα προσόντα ουδέποτε τέθηκε κατά την όλη διαδικασία, όπως διαπίστωσε και το δικαστήριο στην προαναφερόμενη υπόθεση 847/09. 

 

Όπως ήδη παρατήρησα η προσωπική αντίληψη των Μελών της Αρχής για τους κρινόμενους (αιτητή και Ε/Μ) ήταν ουσιαστικά πεπλανημένη εφόσον τα Μέλη θεώρησαν ότι τα Ε/Μ υπερείχαν του αιτητή σε τομείς στους οποίους ο αιτητής ισοβαθμούσε βαθμολογικά με τα Ε/Μ. 

 

Για τους λόγους που προσπάθησα να εξηγήσω η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση, αναφορικά και με τα τρία Ε/Μ, ακυρώνεται.  Έξοδα €1.200.-, πλέον Φ.Π.Α., αν υπάρχει, υπέρ του αιτητή και εις βάρος των καθ΄ ων η αίτηση.  Καμιά διαταγή τα έξοδα αναφορικά με τα Ε/Μ.

 

 

 

 

                                                        Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,

                                                                      Δ.

 

 

/ΕΑΠ.                   

                    

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο