ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Δημοκρατία ν. Sunoll Bunkering Ltd (1994) 3 ΑΑΔ 26
Zίττης Aρχιμίδης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 394
Γεναγρίτης Αντώνης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2001) 3 ΑΑΔ 1029
Aλεξάνδρου Aντιγόνη και Άλλος ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (2009) 3 ΑΑΔ 368
Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας στους οποίους κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας Δ.109
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπóθεση Αρ. 57/2011)
29 Ιανουαρίου, 2013
[ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
1. TRYFONAS SPYROU & SON LTD
2. ΜΑΡΩ Α. ΠΕΤΤΕΜΕΡΙΔΟΥ
3. ΠΩΛΕΤ Α. ΠΕΤΤΕΜΕΡΙΔΟΥ
4. ΓΙΑΝΝΟΣ Α. ΠΕΤΤΕΜΕΡΙΔΗΣ
5. ΛΙΑΝΑ Α. ΠΕΤΤΕΜΕΡΙΔΟΥ
Αιτητές,
ν.
ΔΗΜΟΥ ΛΑΚΑΤΑΜΙΑΣ
Καθ'ου η αίτηση.
Μ. Μενελάου για Λ. Πελεκάνο, για τους Αιτητές αρ. 1.
Μ. Μενελάου, για τους Αιτητές 2-5.
Χρ. Χριστοφίδης, για Λ. Παπαφιλίππου & Σία, για τον Καθ'ου η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Στις 21/4/1989, οι αιτητές 1, 2, 4 και 5, ιδιοκτήτες του υπ' αρ. 279 τεμαχίου, Φ/Σχ. ΧΧΧ/21.W.I, το οποίο βρίσκεται στην Κάτω Λακατάμια, υπέβαλαν στους καθ'ων η αίτηση την αίτηση Δ.109/89 για διαχωρισμό του εν λόγω τεμαχίου σε οικόπεδα. Μετά την υποβολή της αίτησης, στον κατάλογο των ιδιοκτητών του τεμαχίου προστέθηκε και η αιτήτρια 3.
Δεκαέξι χρόνια αργότερα και συγκεκριμένα στις 17/2/2005, οι αιτητές απέστειλαν στους καθ'ων η αίτηση επιστολή με την οποία ζητούσαν να πληροφορηθούν αναφορικά με την τύχη της πιο πάνω αίτησης τους.
Στην εν λόγω επιστολή των αιτητών οι καθ'ων η αίτηση απάντησαν με επιστολή τους, ημερομηνίας 16/3/2005, της οποίας το περιεχόμενο, κρίνω σκόπιμο να παραθέσω αυτούσιο:
"Κύριοι,
Διαχωρισμός οικοπέδων με αρ. φακ. Δ.109/89
Σε απάντηση της επιστολής σας ημερ. 17/2/2005, θα ήθελα να σας πληροφορήσω ότι η αίτηση για άδεια διαχωρισμού δεν είχε προχωρήσει γιατί το τεμάχιο βρισκόταν εκτός της καθορισμένης περιοχής υδατοπρομήθειας του Δήμου.
Σε περίπτωση που επιθυμείτε να προχωρήσετε στην διαίρεση του τεμαχίου θα πρέπει να προχωρήσετε εκ νέου σε αίτηση στο Τμήμα Πολεοδομίας & Οικήσεως για εξασφάλιση πολεοδομικής άδειας και ακολούθως να αποταθείτε στον Δήμο για άδεια διαχωρισμού."
Την πιο πάνω επιστολή των καθ'ων η αίτηση ακολούθησε η επιστολή των αιτητών ημερομηνίας 19/10/2010, στην οποία αναφέρεται: «Παρακαλούμε όπως προχωρήσετε στην έκδοση άδειας διαχωρισμού σύμφωνα με την αίτηση μας με ημερομηνία 21/4/1989 με αριθμό Δ.109/89».
Σε απάντηση της πιο πάνω επιστολής των αιτητών οι καθ'ων η αίτηση απέστειλαν στους τελευταίους την πιο κάτω επιστολή ημερομηνίας 1/11/2010:
"Επιθυμώ να αναφερθώ στην επιστολή σας με ημερομηνία 19/10/2010, η οποία λήφθηκε στο Δήμο στις 21/10/2010 και να σας πληροφορήσω ότι το αίτημα σας δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό από το Δήμο σχετική είναι και η προηγούμενη επιστολή του Δήμου με ημερομηνία 16/3/2005, ένα αντίγραφο της οποίας επισυνάπτεται.
Σημειώνεται ότι για το διαχωρισμό του τεμαχίου με αρ. 279, Φ/Σχέδιο XXX/21.W.1, τμήμα 6, θα πρέπει να εξασφαλισθεί άδεια διαχωρισμού από το Επαρχιακό Τμήμα Πολεοδομίας, η οποία ακολούθως να κατατεθεί στο Δήμο μαζί με αίτηση και όλα τα σχετικά έγγραφα για εξέταση του ενδεχόμενου έκδοσης άδειας διαίρεσης γης."
(Η υπογράμμιση είναι του κειμένου)
Αντιδρώντας οι αιτητές καταχώρισαν την παρούσα προσφυγή, στα πλαίσια της οποίας εγείρουν αριθμό λόγων ακύρωσης με προεξάρχουσες τις θέσεις ότι η επίδικη απόφαση είναι προϊόν μη επαρκούς και/ή μη δέουσας έρευνας, στερείται αιτιολογίας και παραβιάζει τις αρχές της χρηστής διοίκησης. Οι αιτητές ισχυρίζονται επίσης ότι οι καθ'ων η αίτηση λειτούργησαν κατά τρόπο αντιφατικό, κακόπιστο και ασυνεπή και/ή ενήργησαν υπό το καθεστώς πραγματικής και/ή νομικής πλάνης και/ή ενήργησαν καταχρηστικά και/ή καθ' υπέρβαση εξουσίας.
Στον αντίποδα οι καθ'ων η αίτηση, πέραν των ενστάσεων τους επί της ουσίας των λόγων ακύρωσης, εγείρουν με τη μορφή προδικαστικών ενστάσεων τις πιο κάτω δύο ενστάσεις, με τις οποίες θεωρώ ορθό να ασχοληθώ σ' αυτό το στάδιο καθότι και οι δύο είναι συνυφασμένες με τη δικαιοδοσία του δικαστηρίου και συνεπώς επιτυχία οποιασδήποτε από αυτές θα σημαίνει και τον τερματισμό της διαδικασίας σ' αυτό το προκαταρκτικό στάδιο, χωρίς να παρίσταται ανάγκη εξέτασης της ουσίας της προσφυγής.
1. Η προσβαλλόμενη απόφαση δεν συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη, αλλά πράξη βεβαιωτικού χαρακτήρα.
2. Η προσφυγή είναι εκπρόθεσμη.
Η σχετική με τις πιο πάνω δύο ενστάσεις επιχειρηματολογία του ευπαίδευτου συνηγόρου των καθ'ων η αίτηση περιστρέφεται γύρω από τη θέση ότι, με την προσβαλλόμενη απόφαση επιβεβαιώνεται η απόφαση των καθ'ων η αίτηση που κοινοποιήθηκε στους αιτητές με την επιστολή 16/3/2005, με την οποία απόφαση απορρίφθηκε ουσιαστικά η αίτηση των αιτητών Δ.109/89, για διαχωρισμό του τεμαχίου τους σε οικόπεδα.
Στην αντίπερα όχθη, ο ευπαίδευτος συνήγορος των αιτητών παραπέμποντας στην υπόθεση Αντώνης Γεναγρίτης ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 1029 και στην εκεί νομολογία και συγγράμματα που η απόφαση της Ολομέλειας παραπέμπει, ισχυρίζεται ότι η απόφαση των καθ'ων η αίτηση 16/3/2005, συνιστά πράξη πληροφοριακού χαρακτήρα και συνεπώς δεν συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη.
Συνιστά πάγια νομολογιακή αρχή ότι βεβαιωτικές πράξεις και πράξεις πληροφοριακού χαρακτήρα δεν συνιστούν εκτελεστές διοικητικές πράξεις. Εκείνο που προκύπτει από τη νομολογία είναι πως το κριτήριο κατά πόσο πράξη ή απόφαση συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη εντός της εννοίας του άρθρου 146 του Συντάγματος, «είναι η παραγωγή έννομων αποτελεσμάτων, δηλαδή η γένεση εξ' αυτών δικαιωμάτων και υποχρεώσεων». (Βλ. Δημοκρατία ν. Sunoil Bankering Ltd (1994) 3 Α.Α.Δ. 26). Όπως χαρακτηριστικά επισημαίνεται στην απόφαση της Ολομέλειας στην εν λόγω υπόθεση, «Πράξη είναι εκτελεστή εφόσον επιβάλλει υποχρεώσεις στο διοικούμενο, μη παριστάμενες πριν την έκδοση της, η μη εκπλήρωση των οποίων παρέχει το δικαίωμα στη Διοίκηση να επικαλεσθεί τα μέσα του δικαίου για την εκτέλεση της». (Βλ. επίσης Στασινόπουλου, Δίκαιο των Διοικητικών Πράξεων, Έκδοση 1982, σελ. 170, Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου Επικρατείας, 1929-1959, σελ. 236-237 και Ελληνικό Διοικητικό Δίκαιο, του Α.Ι. Τάχου, 4η Έκδοση, 1993, σελ. 356).
Αναφορικά με την έννοια της πράξης πληροφοριακού χαρακτήρα, χρήσιμη αναφορά μπορεί να γίνει στην υπόθεση Α. Γεναγρίτης (πιο πάνω), όπως και στην υπόθεση Α.Ε. 35/2007, ημερομηνίας 26/6/2009, Αντιγόνη Αλεξάνδρου κ.ά. ν. Δημοκρατίας, μέσω Υπουργείου Εσωτερικών και/ή Επαρχιακής Διοίκησης Λάρνακας. Στη μεν πρώτη από τις εν λόγω δύο υποθέσεις η Ολομέλεια, υπενθυμίζοντας την αρχή ότι πράξεις πληροφοριακού χαρακτήρα δεν συνιστούν εκτελεστές διοικητικές πράξεις, υπέδειξε ότι τέτοιες πράξεις είναι για παράδειγμα οι πράξεις που πληροφορούν τον αιτητή για μια κατάσταση πραγμάτων ή για τις πρόνοιες ενός νόμου, ή με αυτές εκφράζεται η πρόθεση αλλά όχι η βούληση της διοίκησης, στη δε δεύτερη συζητείται από την Ολομέλεια η έννοια της πράξης πληροφοριακού χαρακτήρα μέσα στο γενικότερο πλαίσιο της ευρύτερης έννοιας του όρου εκτελεστή διοικητική πράξη.
Αναφορικά με την έννοια της πράξης βεβαιωτικού χαρακτήρα χρήσιμη αναφορά μπορεί να γίνει στην υπόθεση Ζίττης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 394, στην οποία επαναβεβαιώθηκε η αρχή ότι η βεβαιωτική πράξη δεν αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη, εκτός και αν λήφθηκε ύστερα από νέα έρευνα και λήφθηκαν υπόψη νέα στοιχεία τα οποία, έστω και αν προϋπήρχαν, δεν λήφθηκαν υπόψη νωρίτερα ή ήταν άγνωστα.
Διεξήλθα προσεκτικά τόσο το περιεχόμενο της επιστολής των καθ'ων η αίτηση ημερομηνίας 16/3/2005, όσο και το περιεχόμενο της επιστολής τους ημερομηνίας 1/11/2010. Το περιεχόμενο της πρώτης παραγράφου της επιστολής 16/3/2005, στο οποίο ο κ. Μενελάου παραπέμπει για σκοπούς τεκμηρίωσης της επί του προκειμένου θέσης του, όντως είναι πληροφοριακού χαρακτήρα. Πληροφορεί τους αιτητές αναφορικά με τους λόγους που η αίτηση τους έμεινε για τόσα χρόνια στάσιμη. Όμως, το ίδιο δεν συμβαίνει και με τη δεύτερη παράγραφο της εν λόγω επιστολής. Μπορεί με τη δεύτερη παράγραφο οι καθ'ων η αίτηση να πληροφορούν τους αιτητές αναφορικά με τις ενέργειες στις οποίες θα πρέπει να προβούν, αν επιθυμούν να προχωρήσουν με τη διαίρεση του τεμαχίου τους σε οικόπεδα, ταυτόχρονα όμως τους καθιστά σαφές ότι γι' αυτό απαιτείται η υποβολή «νέας αίτησης». Η αναφορά σε «νέα αίτηση» δεν μπορεί παρά να υπονοεί, εμμέσως πλην σαφώς, ότι η παλαιά αίτηση, ήτοι η αίτηση Δ.109/89, δεν είχε εγκριθεί. Πρόσθετα με την επιστολή ημερομηνίας 16/3/2005, οι καθ'ων η αίτηση υπέδειξαν και τους λόγους για τους οποίους η αίτηση δεν μπορούσε να προχωρήσει. Οι λόγοι εκείνοι είχαν σχέση με τη δυνατότητα υδατοπρομήθειας. Εάν όπως ισχυρίζονται οι αιτητές το τεμάχιο διέθετε νερό, τότε οι αιτητές είχαν την ευχέρεια προσβάλλοντας την απόφαση της 16/3/2005, να προβάλουν την παράλειψη των καθ'ων η αίτηση να διερευνήσουν επαρκώς το θέμα της υδατοπρομήθειας, ως έναν από τους λόγους ακύρωσης. Συνεπώς, η προσβαλλόμενη απόφαση συνιστά απόφαση βεβαιωτικής φύσης εντός της εννοίας του συγκεκριμένου όρου, ως η εν λόγω έννοια ερμηνεύθηκε από την πιο πάνω νομολογία, καθότι με την εν λόγω απόφαση επαναλαμβάνεται η εμμονή της διοίκησης στην προγενέστερη απόφαση της και συγκεκριμένα στην απόφαση της που κοινοποιήθηκε στους αιτητές με την επιστολή της ημερομηνίας 16/3/2005 και ως τέτοια δεν δημιουργεί έννομα αποτελέσματα και συνεπώς στερείται εκτελεστού χαρακτήρα.
Η πιο πάνω κατάληξη μου προδιαγράφει και την επιτυχία της δεύτερης προδικαστικής ένστασης, εφόσον η προσφυγή καταχωρήθηκε πολύ μετά την εκπνοή της προθεσμίας των 75 ημερών.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους, οι προδικαστικές ενστάσεις επιτυγχάνουν και συνακόλουθα η προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί.
Ως αποτέλεσμα, η προσφυγή απορρίπτεται, με έξοδα €1.350 υπέρ των καθ'ων η αίτηση, πλέον Φ.Π.Α.
Α. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ,
Δ.
/ΔΓ