ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Υπόθεση Αρ. 1588/2010)

 

31 Ιανουαρίου, 2013

 

[K. ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤA ΑΡΘΡΑ 23, 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΕΤΡΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΜΑΜΜΑΚΑΣ,

 

Αιτητής,

 

-ν-

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ

ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΩΝ,

 

Καθ΄ου η Aίτηση.

 

- - - - - -

 

Α. Χαραλάμπους, για τον Αιτητή.

 

Κ. Σταυρινός, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για το Καθ΄ου η

 Αίτηση.

- - - - - -                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                            

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ.: Τεμάχιο γης του αιτητή που βρίσκεται στο χωριό Καλαβασός της επαρχίας Λάρνακας, απαλλοτριώθηκε με διάταγμα του καθ΄ου η αίτηση που δημοσιεύθηκε στις 17.11.1995, με την προηγηθείσα Γνωστοποίηση ημερομηνίας 29.9.1995 να αναφέρει ότι η απαλλοτρίωση ήταν αναγκαία για σκοπούς δημόσιας ωφέλειας, ήτοι για αρχαιολογικές ανασκαφές, ή τη συντήρηση ή αξιοποίηση αρχαίων μνημείων κλπ.

 

Οι δικηγόροι του αιτητή, με επιστολή τους ημερομηνίας 22.6.2010 προς το καθ΄ου η αίτηση Υπουργείο, παρατηρούσαν ότι, ενώ είχαν παρέλθει 15 σχεδόν χρόνια από την απαλλοτρίωση, καμιά αρχαιολογική ανασκαφή ή άλλη συναφής εργασία έλαβε χώρα στο τεμάχιο και, ως εκ τούτου, ζητούσαν την επιστροφή του απαλλοτριωθέντος κτήματος, βάσει του Άρθρου 23(9) του Συντάγματος.

 

Επειδή δυστυχώς καμιά απάντηση δε φαίνεται να λήφθηκε στο αίτημα εκείνο, ούτε και σε επαναποστολή της ίδιας επιστολής που έγινε κατά την 21.7.2010, μετά την πάροδο 3 μηνών η παράλειψη του καθ΄ου η αίτηση θεωρήθηκε από τον αιτητή ως άρνηση ικανοποίησης του αιτήματός του, οπότε και καταχώρησε την παρούσα προσφυγή.

 

Με την προσφυγή του ο αιτητής αξιώνει την ακύρωση της παράλειψης απάντησης και, συνακόλουθα, της απόρριψης από τον καθ΄ου η αίτηση του αιτήματός του για επιστροφή σ΄ αυτόν του τεμαχίου του που απαλλοτριώθηκε.

 

Στο σημείο τούτο θα πρέπει να παρατηρήσω ότι ο ισχυρισμός του αιτητή ότι δεν έτυχε καμιάς ανταπόκρισης στο αίτημά του, ούτε ως απάντηση στην πρώτη σταλείσα επιστολή του, ούτε στη δεύτερη, δεν έχει αντικρουσθεί από πλευράς διοίκησης και, επομένως, εκλαμβάνεται ως αληθής. Με αυτό δε ως δεδομένο, διαπιστώνεται μια απαράδεκτη εκτροπή από τη συνταγματικά θεσμοθετημένη υποχρέωση της διοίκησης να απαντά σε αναφορές και αιτήματα των διοικουμένων, όπως εξίσου απαράδεκτη κρίνεται και η παράλειψη της διοίκησης να δώσει κάποια εξήγηση έστω, για τη μη απάντησή της.

 

Εν πάση όμως περιπτώσει, θα επιληφθώ στη συνέχεια των λόγων ακύρωσης που εγείρει ο αιτητής.

 

Ο αιτητής παραπέμπει στο κείμενο του Άρθρου 23.5 του Συντάγματος και του άρθρου 15(1) του περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως Νόμου - Νόμος αρ. 15/1962, όπως επίσης και σε νομολογία σχετική με το θέμα της υποχρέωσης επιστροφής στον ιδιοκτήτη, γης η οποία απαλλοτριώθηκε. Ως προς τα γεγονότα, ο αιτητής ισχυρίζεται ότι η αδράνεια και/ή παράλειψη του καθ΄ου η αίτηση να πράξει οτιδήποτε προς εξυπηρέτηση του σκοπού για τον οποίο απαλλοτριώθηκε το ακίνητο για 17 τώρα χρόνια, δημιουργεί υποχρέωση προς επιστροφή του στον ίδιο, ως ιδιοκτήτη του προ της απαλλοτριώσεως. Όπως περαιτέρω ισχυρίζεται ο αιτητής, οι αόριστες αναφορές στην Ένσταση του καθ΄ου η αίτηση, ότι το επίδικο τεμάχιο μαζί με άλλα δύο βρίσκονται στον πυρήνα του αρχαίου οικισμού και ότι η απαλλοτρίωση τους θεωρήθηκε όθεν αναγκαία, δεν συνεπάγεται επίτευξη του σκοπού της απαλλοτρίωσης. Ακόμα, σύμφωνα πάντα με τον αιτητή, το καθ΄ου η αίτηση επέτρεψε την οικοδόμηση υποστατικών επί ιδιοκτησιών που γειτνιάζουν με το επίδικο, οπότε εύλογα μπορεί να υποτεθεί ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης εγκαταλείφθηκε. Η σύζυγος του αιτητή εξέφρασε με επιστολή της προς τον καθ΄ου η αίτηση, κατά το 1997, τη δυσφορία και ενόχλησή της για την άνιση αυτή μεταχείριση και ο Διευθυντής του Τμήματος Αρχαιοτήτων απάντησε, χωρίς να αρνείται την έγκριση της άδειας οικοδόμησης του εν λόγω άλλου ακινήτου.

 

Τελικά, ο αιτητής ισχυρίζεται ότι, πέραν της άνισης αυτής μεταχείρισης της οποίας τυγχάνει, το καθ΄ου η αίτηση ενήργησε χωρίς τη δέουσα έρευνα και κατά παράβαση της υποχρέωσης της διοίκησης όπως, προτού προχωρήσει στη λήψη της απόφασης για απαλλοτρίωση, έχει διαθέσιμη ολοκληρωμένη μελέτη ως προς το σκοπό της. Ότι ακόμα, η διοίκηση έχει την υποχρέωση να αναζητά την ολιγότερο επαχθή για τον διοικούμενο λύση, πριν την έκδοση διατάγματος απαλλοτρίωσης.

 

Βρισκόμενος σ΄ αυτό το σημείο, θα πρέπει να παρατηρήσω ότι οι τελευταίες από τις πιο πάνω αναφορές του αιτητή, ως προς τις υποχρεώσεις της διοίκησης, αν και είναι ασφαλώς ορθές και καθιερωμένες νομικά, εν τούτοις, καμιάς εφαρμογής δεν μπορούν να τύχουν στην παρούσα υπόθεση. Υπενθυμίζεται ότι με την παρούσα προσφυγή του, ο αιτητής δεν προσβάλλει, ούτε και θα μπορούσε ασφαλώς να προσβάλει τώρα τη νομιμότητα του προ πολλών ετών εκδοθέντος διατάγματος απαλλοτρίωσης, η έκδοση του οποίου δεν προσβλήθηκε με εμπρόθεσμη προσφυγή. Επομένως, οτιδήποτε αναφέρεται σε πράξεις ή παραλείψεις που ενδεχόμενα να καθάπτονται του ίδιου του διατάγματος απαλλοτρίωσης ή της έκδοσής του, δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη. Το παρόν Δικαστήριο θα περιοριστεί μόνο στον έλεγχο της νομιμότητας ή μη, της άρνησης επιστροφής του απαλλοτριωθέντος ακινήτου όταν αυτή ζητήθηκε.

 

Οι σχετικές νομικές διατάξεις, αφενός του Άρθρου 23.5 του Συντάγματος και, αφετέρου, του άρθρου 15(1) του περί Αναγκαστικής Απαλλοτρίωσης Νόμου, προνοούν τα ακόλουθα:

 

Άρθρο 23.5

"Οιαδήποτε ακίνητος ιδιοκτησία, ή δικαίωμα ή συμφέρον επί τοιαύτης ιδιοκτησίας απαλλοτριωθείσα αναγκαστικώς θα χρησιμοποιηθή αποκλειστικώς προς τον δι ον απηλλοτριώθη σκοπόν. Εάν εντός τριών ετών από της απαλλοτριώσεως δεν καταστή εφικτός ο τοιούτος σκοπός, η απαλλοτριώσασα αρχή, ευθύς μετά την εκπνοήν της ρηθείσης προθεσμίας των τριών ετών υποχρεούται να προσφέρη την ιδιοκτησίαν επί καταβολή της τιμής κτήσεως εις το πρόσωπον παρ΄ου απηλλοτρίωσεν αυτήν."

 

 

Άρθρο 15(1)

 

"Οσάκις ακίνητος ιδιοκτησία απηλλοτριώθη κατά την έναρξιν της ισχύος του Συντάγματος, και εντός τριών ετών, από της ημερομηνίας καθ΄ην η ιδιοκτησία περιήλθεν εις την απαλλοτριούσαν αρχήν, δεν επετεύχθη ο σκοπός δι ον εγένετο η απαλλοτρίωσις ή η επίτευξις του τοιούτου σκοπού εγκατελείφθη υπό της απαλλοτριούσης αρχής, ή το όλον ή μέρος της τοιαύτης ιδιοκτησίας απεδείχθη ότι υπερβαίνει τας πραγματικάς ανάγκας της απαλλοτριούσης αρχής, θα εφαρμόζωνται αι ακόλουθαι διατάξεις, ήτοι-

 

(α) η απαλλοτριούσα αρχή δι΄ εγγράφου αυτής γνωστοποιήσεως προσφέρει την ιδιοκτησίαν εις ην τιμήν απέκτησεν ταύτης, εις το πρόσωπον εις ο αύτη ανήκε προς της απαλλοτριώσεως."

 

Όπως είχε τονισθεί στην σημαντική επί του θέματος τούτου απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Ζήνων Ευθυμιάδης Εστέιτς Λτδ ν. Δημοκρατίας (2006) 3 ΑΑΔ 166:

 

"Συμμεριζόμαστε την ανησυχία που εκφράστηκε στη Συμεωνίδης και φρονούμε ότι η παραπομπή στο εφικτά υλοποιήσιμο του σκοπού της απαλλοτρίωσης αποκαθιστά την ορθή διατύπωση του συνταγματικού κριτηρίου η οποία συναρτά την εφαρμογή του Άρθρου 23.5 προς τη διαρκή υποχρέωση της διοίκησης να χρησιμοποιήσει το κτήμα για το σκοπό για τον οποίο απαλλοτριώθηκε και έτσι να καθιστά συνεχώς, και βεβαίως όχι μόνο μέσα στην περίοδο των τριών ετών από την απαλλοτρίωση, εφικτά πραγματοποιήσιμο το σκοπό αυτό. Το να τίθεται το ερώτημα με άλλους όρους, δηλαδή κατά πόσο ο σκοπός της απαλλοτρίωσης εγκατελείφθη ή δεν κατέστη ανέφικτος, δεν συνιστά απλώς αλλαγή έμφασης αλλά εμπεριέχει τον κίνδυνο να διολισθήσει η διερεύνηση από τα πραγματικά αντικειμενικά δεδομένα που διέπουν το εφικτά πραγματοποιήσιμο του σκοπού σε πεδίο όχι πολύ πέραν των υποκειμενικών διαθέσεων της διοίκησης με ανάλογες συνέπειες, ως εκ της προκύπτουσας διαφοροποίησης του επιπέδου των απαιτούμενων ενεργειών της διοίκησης, στο αποτέλεσμα της όποιας συγκεκριμένης υπόθεσης. Το βάρος στον πρώην ιδιοκτήτη δεν είναι να αποδείξει ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης εγκατελείφθη ή δεν κατέστη ανέφικτος, αλλά ότι η διοίκηση δεν προέβη στις ενέργειες εκείνες που, αναλόγως βεβαίως της περίπτωσης, θα εκρίνοντο ευλόγως αναγκαίες προς υλοποίηση του έργου. Η σαφής ορολογία του Άρθρου 23.5 αντανακλά δεόντως την αντίληψη μας για την ουσιαστική διάσταση του όπως την έχουμε εκφράσει."

 

Σε επιστολή της ημερομηνίας 14.5.2012, την οποία απέστειλε η Διευθύντρια του Τμήματος Αρχαιοτήτων προς το Γενικό Εισαγγελέα και επισυνάφθηκε στην αγόρευση του συνηγόρου του καθ΄ου η αίτηση, αναφέρονταν και τα ακόλουθα:

 

"1) Τόσο το τεμ. 1 όσο και το τεμ. 3 είναι κηρυγμένα Αρχαία Μνημεία με την ΚΔΠ 205/77 ως ο χώρος και τα κατάλοιπα αρχαίου συνοικισμού. Όμως θα πρέπει να διευκρινιστεί το εξής: Η κήρυξη τότε αφορούσε, μεταξύ άλλων, ολόκληρο το τεμάχιο 438/1 και το τεμάχιο 438/2 (νέο τεμάχιο 3). Σε μεταγενέστερο στάδιο έγινε ο διαχωρισμός του τεμαχίου 438/1 και δόθηκαν νέοι αριθμοί τεμαχίων 1 και 2 (επισυνάπτονται τοπογραφικά ως Παράρτημα Α΄). Όπως θα διαπιστώσετε το τεμάχιο 1 όπου ανεγέρθηκε η οικία δεν συνορεύει με το επίδικο τεμάχιο αφού παρεμβάλλεται το τεμ. 2.

 

2) Πολεοδομικοί όροι σε προτιθέμενες αναπτύξεις ακινήτων τίθενται από το Τμήμα Αρχαιοτήτων, σύμφωνα με τη Δήλωση Πολιτικής, σε περιπτώσεις αιτήσεων για ανάπτυξη σε περιοχές που επηρεάζουν Αρχαία Μνημεία και Αρχαιότητες ή εμπίπτουν μέσα σε γειτονικές με αυτά περιοχές ή σε Ελεγχόμενες Περιοχές. Σε αυτές τις περιπτώσεις απαράβατος όρος είναι η επίβλεψη των χωματουργικών εργασιών, ισοπεδώσεων, επιχωματώσεων και εκσκαφών θεμελίων και λάκκων από Λειτουργούς του Τμήματος Αρχαιοτήτων. Η επίβλεψη είναι απαραίτητη ακόμη και στην περίπτωση κατασκευής ενιαίου πεδίλου. Σε περίπτωση που ανευρεθούν αρχαία κατάλοιπα τότε οι εργασίες θα σταματήσουν και θα διεξαχθεί η απαιτούμενη έρευνα από το Τμήμα Αρχαιοτήτων. Επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια του Διευθυντή του Τμήματος Αρχαιοτήτων η τύχη των καταλοίπων εάν και εφόσον βρεθούν.

 

3) Αυτό συνέβη και στην περίπτωση του τεμ. 1 στο οποίο μετά από επιτόπια έρευνα και επισκόπηση και αξιολογώντας τα υπάρχοντα δεδομένα τα οποία υποδήλωναν ότι ο πυρήνας του αρχαίου οικισμού βρισκόταν εντός των τεμαχίων 3, 19 και 21, το Τμήμα Αρχαιοτήτων αποφάσισε όπως εξαιρέσει το συγκεκριμένο τεμάχιο από την αναγκαστική απαλλοτρίωση θέτοντας όμως συγκεκριμένους όρους επίβλεψης των χωματουργικών εργασιών (επισυνάπτεται ως Παράρτημα Β΄). Βέβαια την τύχη του τεμαχίου 1 θα έκρινε η ανεύρεση η μη αρχαιοτήτων κατά τη διάρκεια των χωματουργικών εργασιών. Κατά την επίβλεψη των χωματουργικών εργασιών δεν ανευρέθηκαν αρχαιότητες με αποτέλεσμα την ανέγερση της οικίας.

 

4) Αντίθετα όμως, η ύπαρξη αρχαιοτήτων εντός του τεμαχίου 3 ήταν πέραν πάσης αμφιβολίας. Στο χώρο ανέσκαψε πρώτα ο Κύπριος αρχαιολόγος Πορφύριος Δίκαιος την δεκαετία του 40, τα αποτελέσματα των οποίων δημοσιεύτηκαν περιληπτικά στην έκθεση της Σουηδικής Αρχαιολογικής Αποστολής (επισυνάπτονται ως Παράρτημα Γ΄) ενώ ακολούθησαν ανασκαφές το 2002 από το Πανεπιστήμιο του East Anglia, Norwich κάτω από τη διεύθυνση της Δρος Joanna Clarke (έχουν ήδη επισυναφθεί με ταυτάριθμη επιστολή ημερομηνίας 7 Ιουλίου 2012)."

 

Αυτή η αναφορά στο περιεχόμενο της επιστολής της Διευθύντριας γίνεται, παρά το γεγονός ότι αυτή είναι μεταγενέστερη της καταχώρησης της παρούσας προσφυγής, απλά διότι με αυτό συνοψίζεται η όλη κατάσταση που επικρατεί στη συγκεκριμένη περιοχή, από στοιχεία τα οποία περιέχονται στο διοικητικό φάκελο. Σημειώνεται ακόμα ότι στην επιστολή της συζύγου του αιτητή, ημερομηνίας 2.6.1997, στην οποία αναφέρθηκε ο αιτητής, δόθηκε απάντηση με επιστολή του τότε Διευθυντή του Τμήματος Αρχαιοτήτων, ημερομηνίας 4.7.1997 (Κυανούν 40 στο διοικητικό φάκελο, Τεκμήριο 1), στην οποία και εκεί αναφέρονται οι ίδιοι λόγοι της σημασίας που αποδίδεται από αρχαιολογικής άποψης στο τεμάχιο του αιτητή και απορρίπτεται ο ισχυρισμός περί άνισης μεταχείρισης με άλλο ιδιοκτήτη γειτνιάζοντος τεμαχίου.

 

Στο σημείο τούτο παρεμβάλλω ότι το Ανώτατο Δικαστήριο επιλήφθηκε του ίδιου θέματος σχετικά με αιτήματα πρώην ιδιοκτητών για επιστροφή τεμαχίων γης που γειτνιάζουν με το εδώ επίδικο, στον ίδιο αρχαιολογικό χώρο. Πρόκειται για τις υποθέσεις Ντίνος Ραμόν ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 764/2007, ημερομηνίας 22.7.2009 και Ανδρούλα Παυλή ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 1573/2008, ημερομηνίας 22.11.2011 (Αποφάσεις Φρ. Νικολαϊδη, Δ.).

 

Προσεγγίζοντας παρόμοιες παραστάσεις από τους αντίστοιχους αιτητές και λαμβάνοντας υπόψη όμοιες εξηγήσεις που είχαν δοθεί από το Τμήμα Αρχαιοτήτων, ο αδελφός Δικαστής, αφού παρέπεμψε και στο άρθρο 3(2)(η) του Νόμου αρ. 15/1962, σύμφωνα με το οποίο οι αρχαιολογικές ανασκαφές ή η συντήρηση ή αξιοποίηση αρχαίων μνημείων ή αρχαιοτήτων ή η ανάπτυξη των πέριξ κειμένων χώρων, αποτελούν σκοπό δημόσιας ωφελείας για προτεινόμενη απαλλοτρίωση, παρατήρησε και τα εξής, στη σελίδα 3 της απόφασης στην Ντίνος Ραμόν (ανωτέρω):

 

"Ο πρώην ιδιοκτήτης βαρύνεται να αποδείξει όχι ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης έχει εγκαταλειφθεί ή ότι κατέστη ανέφικτος, αλλά ότι η διοίκηση δεν έχει προβεί στις ενέργειες εκείνες που αναλόγως της περίπτωσης θα κρίνονταν ευλόγως αναγκαίες προς υλοποίηση του έργου.

 

Στην παρούσα υπόθεση πρόκειται περί σημαντικών αρχαιοτήτων της Νεολιθικής Εποχής οι οποίες βρίσκονται εντός του απαλλοτριωθέντος ακινήτου. Αυτό το γεγονός από μόνο του δηλώνει ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης δεν έχει κατ΄ ουδένα τρόπο εγκαταλειφθεί. Η διατήρηση των αρχαιολογικών καταλοίπων και της στρωματογραφίας του αρχαιολογικού χώρου είναι σκοποί αυθύπαρκτοι που δεν απαιτούν οποιαδήποτε περαιτέρω έργα για να θεωρείται ότι υλοποιήθηκε ο σκοπός της απαλλοτρίωσης. Ο σκοπός της απαλλοτρίωσης έχει υλοποιηθεί μόνο και μόνο με τη διατήρηση του αρχαιολογικού χώρου. Ακύρωση της απαλλοτρίωσης θα αντιστοιχούσε σε παραβίαση των νόμων για την προστασία των αρχαιοτήτων."

 

Συμφωνώ πλήρως με την ανωτέρω προσέγγιση και υπερθεματίζω.

 

Ως προς τον άλλο ισχυρισμό του αιτητή σχετικά με το ότι επιτράπηκε σε ιδιοκτήτη γειτνιάζοντος τεμαχίου κάποια οικοδομική ανάπτυξη, η Διευθύντρια του Τμήματος Αρχαιοτήτων στην προαναφερθείσα επιστολή της, παρατήρησε τα εξής:

 

"... 3) Αυτό συνέβη και στην περίπτωση του τεμ. 1 στο οποίο μετά από επιτόπια έρευνα και επισκόπηση και αξιολογώντας τα υπάρχοντα δεδομένα τα οποία υποδήλωναν ότι ο πυρήνας του αρχαίου οικισμού βρισκόταν εντός των τεμαχίων 3, 19 και 21, το Τμήμα Αρχαιοτήτων αποφάσισε όπως εξαιρέσει το συγκεκριμένο τεμάχιο από την αναγκαστική απαλλοτρίωση θέτοντας όμως συγκεκριμένους όρους επίβλεψης των χωματουργικών εργασιών (επισυνάπτεται ως Παράρτημα Β΄). Βέβαια την τύχη του τεμαχίου 1 θα έκρινε η ανεύρεση η μη αρχαιοτήτων κατά τη διάρκεια των χωματουργικών εργασιών. Κατά την επίβλεψη των χωματουργικών εργασιών δεν ανευρέθηκαν αρχαιότητες με αποτέλεσμα την ανέγερση της οικίας.

 

4) Αντίθετα όμως, η ύπαρξη αρχαιοτήτων εντός του τεμαχίου 3 ήταν πέραν πάσης αμφιβολίας. Στο χώρο ανέσκαψε πρώτα ο Κύπριος αρχαιολόγος Πορφύριος Δίκαιος την δεκαετία του 40, τα αποτελέσματα των οποίων δημοσιεύτηκαν περιληπτικά στην έκθεση της Σουηδικής Αρχαιολογικής Αποστολής (επισυνάπτονται ως Παράρτημα Γ΄) ενώ ακολούθησαν ανασκαφές το 2002 από το Πανεπιστήμιο του East Anglia, Norwich κάτω από τη διεύθυνση της Δρος Joanna Clarke (έχουν ήδη επισυναφθεί με ταυτάριθμη επιστολή ημερομηνίας 7 Ιουλίου 2012)."

 

5) Το συγκεκριμένο επιχείρημα, ότι δηλαδή επετράπη ανοικοδόμηση οικίας στο τεμ. 1 υπό όρους, χρησιμοποιήθηκε και στη υπόθεση Ντίνου Ραμόν ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (Υπόθεση Αρ. 764/2007). Ο κος Ραμόν, τότε ιδιοκτήτης των τεμαχίων 19, 21 τα οποία γειτνιάζουν με το επίδικο τεμάχιο, επικαλέστηκε την ίση και ομοιόμορφη μεταχείριση όλων των πολιτών που τελούν υπό τις ίδιες ή παρόμοιες συνθήκες. Βέβαια όπως αποδείχθηκε τότε, ότι οι δύο υποθέσεις είναι ανόμοιες, ισχύει και στην συγκεκριμένη υπόθεση. Στην περίπτωση του τεμαχίου 1, εκ των ενόντων κρίθηκε ότι πρέπει  να εξαιρεθεί, ενώ στην περίπτωση των τεμαχίων 19, 21 κρίθηκε ότι αυτά ενέπιπταν σε ένα πολύ σημαντικό αρχαιολογικό χώρο και συνεπώς θα έπρεπε να παραμείνουν απαλλοτριωθέντα. Στον ίδιο αρχαιολογικό χώρο εμπίπτει και το τεμ. 3."

 

Πιστεύω ότι αυτές οι εξηγήσεις δίδουν την απάντηση και στο αίσθημα αδικίας και άνισης μεταχείρισης το οποίο αισθάνεται και προβάλλει εδώ ο αιτητής.

 

Ισότης και ίση μεταχείριση νοείται όπως υπάρχει μεταξύ ομοίων και όχι ανομοίων καταστάσεων ή περιπτώσεων. Και εδώ η περίπτωση του τεμαχίου του αιτητή σαφώς διαφοροποιείται από την περίπτωση του άλλου τεμαχίου την οποία επικαλείται.

 

Η προσφυγή δεν μπορεί να επιτύχει και απορρίπτεται. Ως προς τα έξοδα, όμως, έχοντας υπόψη τις παρατηρήσεις στις οποίες έχω προβεί προηγουμένως, αναφορικά με το ανεπίτρεπτο της μη απάντησης στο αίτημα του αιτητή από πλευράς διοίκησης, δεν εκδίδεται καμιά διαταγή εξόδων.

 

 

   K. Κληρίδης,

                                                                        Δ.

 

 

 

 

 

/ΧΤΘ

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο