ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                                            (Υπόθεση Αρ. 1364/2015)

 

22 Δεκεμβρίου, 2015

 

[ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ/ΣΤΗΣ]

                                                                

1.     ΝΟUALIN RANJANI MUHANDIRAMGE

ΥΠHKOOY ΣΡΙ ΛΑΝΚΑΣ ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΜΟΝΙΜΗ ΚΑΤΟΙΚΟΣ

ΚΥΠΡΟΥ,

2.     ΛΕΟΝΤΙΟΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ,

                          

                                                                               Αιτητών,

  ΚΑΙ

 

 ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ

 1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,

 2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ 

     ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ,

                            

Καθ'ων  η αίτηση.                              

_ _ _ _ _ _

 

Α. Τουμάζου, για τους Αιτητές.

 

Κ. Σταυρινός, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους

 Καθ΄ων η Αίτηση.

_ _ _ _ _ _

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή οι αιτητές προσβάλλουν την απόφαση του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, ημερομηνίας 23.9.2015, με την οποία εκδόθηκαν διατάγματα κράτησης και απέλασης της αιτήτριας υπ' αρ. 1, ως απαγορευμένης μετανάστριας.

   

Η αιτήτρια Noyalin Ranjani Muhandiramge κατάγεται από τη Σρι Λάνκα και αφίχθηκε για πρώτη φορά στη Δημοκρατία στις 14.3.2009 με άδεια εισόδου και παραμονής ως οικιακή βοηθός της ηλικιωμένης Λευκούς Χριστοφή, στην Αργάκα της Πάφου. Η προσωρινή άδειά της ανανεώθηκε μέχρι τις 14.3.2013.

 

Σε τρεις ξεχωριστές ημερομηνίες, στις 5.7.2011 στις 2.8.2012 και στις 6.9.2012, η αιτήτρια συνελήφθη από μέλη της Υπηρεσίας Αλλοδαπών Πάφου να εργάζεται παράνομα σε εστιατόριο στο Λατσί. Σε όλες στις περιπτώσεις η αιτήτρια, αφού κατηγορήθηκε γραπτώς, αφέθηκε ελεύθερη και παρουσιάστηκε αργότερα ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου, το οποίο της επέβαλε ποινές προστίμου και χρηματικής εγγύησης.

 

Στο μεταξύ, στις 5.3.2012 η εργοδότρια της αιτήτριας απεβίωσε και  ένα χρόνο αργότερα, στις 14.3.2013, η αιτήτρια τέλεσε πολιτικό γάμο με το Λεόντιο Χριστοδούλου, σύζυγο της αποβιωσάσης (αιτητή αρ. 2), στο Δημαρχείο Λευκωσίας και, ακολούθως, υπέβαλε αίτηση για παράταση της άδειας παραμονής της.

 

Εκκρεμούσης της αίτησης, οι αρμόδιες Αρχές προέβησαν σε εξέταση της γνησιότητας του γάμου των αιτητών, στα πλαίσια της οποίας διενεργήθηκε επίσκεψη στη δοθείσα κατοικία τους, στην οδό Χρίστου Μαζαράκη 29, στην Αργάκα.

 

Κατά την έρευνα στο χώρο, εντοπίστηκαν ρούχα και προσωπικά αντικείμενα μόνο του Χριστοδούλου, ο οποίος ισχυρίσθηκε ότι η αιτήτρια είχε επισκεφθεί κάποια φίλη της, την οποία δεν ήταν σε θέση να κατονομάσει. Κληθείς να επικοινωνήσει με τη σύζυγό του, ο Χριστοδούλου ανέφερε ότι δεν είχαν κινητά και ερωτηθείς περαιτέρω κατά πόσον αντιμετώπιζε προβλήματα στο γάμο του, απάντησε ότι παντρεύτηκε την αιτήτρια αρ. 1 για να τον φροντίζει ότι ήταν πάρα πολύ καλού χαρακτήρα και επιθυμούσε να παραμείνει στην Κύπρο. Επίσης, κάποια συγχωριανή του Χριστοδούλου, η οποία κλήθηκε να υποδείξει στους αστυνομικούς την κατοικία του ζεύγους, έδειξε ότι δε γνώριζε για την τέλεση του συγκεκριμένου γάμου.

 

Επειδή, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Αστυνομίας, επρόκειτο για γάμο σκοπιμότητας, η υπόθεση τέθηκε ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής για Εικονικούς Γάμους, η οποία αποφάνθηκε στις 22.1.2014 ότι ο γάμος ήταν εικονικός.

 

Στις 19.6.2014, η Διευθύντρια του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, βασιζόμενη στην άποψη της Συμβουλευτικής Επιτροπής και λαμβάνοντας υπόψη το ιστορικό της παραμονής της αιτήτριας αρ. 1, θεώρησε το γάμο των αιτητών ως εικονικό και απέρριψε την αίτηση για παράταση της άδειας παραμονής της, καλώντας την συνάμα να εγκαταλείψει άμεσα τη Δημοκρατία.

 

Εναντίον της απόφασης για την εικονικότητα του γάμου τους οι αιτητές άσκησαν ιεραρχική προσφυγή στον Υπουργό Εσωτερικών, η οποία απορρίφθηκε στις 10.6.2015 και, στη συνέχεια, καταχώρησαν την προσφυγή αρ. 1050/2015, η οποία εκκρεμεί ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

 

Στις 23.9.2015, η αιτήτρια εντοπίστηκε στο Λατσί από μέλη της ΥΑΜ Πάφου, τα οποία, αφού διαπίστωσαν ότι διέμενε παράνομα στη Δημοκρατία, τη συνέλαβαν και την έθεσαν υπό κράτηση.

 

Την ίδια μέρα, ο Διοικητικός Λειτουργός του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, Ρηγίνος Πολυδεύκης, ενεργώντας «για Αναπλ. Διευθύντρια», κήρυξε την αιτήτρια ως «απαγορευμένη μετανάστρια» και εξέδωσε εναντίον της διατάγματα κράτησης και απέλασης, τα οποία οι αιτητές προσβάλλουν με την παρούσα προσφυγή.

 

Είναι η θέση των καθ' ων η αίτηση ότι, εφόσον τα επίδικα διατάγματα αφορούν αποκλειστικά την αιτήτρια, ο Χριστοδούλου δεν έχει αποδείξει, ούτε και έχει το απαιτούμενο άμεσο και προσωπικό έννομο συμφέρον για να συμπεριλαμβάνεται ως διάδικος στην παρούσα προσφυγή.

 

Έχει νομολογηθεί ότι ο αιτητής έχει το βάρος να αποδείξει ότι έχει έννομο συμφέρον να προσβάλει μια διοικητική πράξη (Papantoniou v. E.A.C. (1986) 3 CLR 105). Στην παρούσα περίπτωση, δεδομένου ότι ο γάμος των αιτητών, ο οποίος κρίθηκε ως εικονικός, θεωρείται για το λόγο αυτό, δυνάμει του άρθρου 19 του περί Γάμου Νόμου του 2003 (Ν.104(Ι)/2003, ως έχει τροποποιηθεί), ως ανυπόστατος, ο Χριστοδούλου δεν έχει οποιοδήποτε άμεσο και προσωπικό έννομο συμφέρον για την ακύρωση των διαταγμάτων, των οποίων οι έννομες συνέπειες αφορούν αποκλειστικά και μόνο την αιτήτρια.

 

Συνακόλουθα, η προσφυγή αναφορικά με τον αιτητή αρ. 2 είναι απαράδεκτη και θα πρέπει να απορριφθεί λόγω έλλειψης έννομου συμφέροντος.

 

Η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι τα επίδικα διατάγματα αποτελούν προϊόν πλάνης περί το Νόμο και ότι εκδόθηκαν κατά παράβαση της αρχής της καλής πίστης και με κακή άσκηση διακριτικής ευχέρειας.

 

Συγκεκριμένα, υποβάλλεται ότι,  εφόσον στην παρούσα υπόθεση ο γάμος της αιτήτριας είναι σε ισχύ και δεν έχει ακυρωθεί από το Οικογενειακό Δικαστήριο, οι καθ'ων οι αίτηση δεν έπρεπε να ενεργήσουν βάσει των διατάξεων του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ.105, αλλά αυτών του περί του Δικαιώματος των Πολιτών της Ένωσης και των Μελών των Οικογενειών τους να Κυκλοφορούν και να Διαμένουν Ελεύθερα στη Δημοκρατία Νόμου του 2007 (Ν.7(Ι)/2007, ως έχει τροποποιηθεί), αλλά και του Ευρωπαϊκού δικαίου γενικότερα, οι οποίες, κατά την αιτήτρια, δεν απαιτούν την ύπαρξη συμβίωσης του κατοίκου κράτους μέλους της Ε.Ε. και του συζύγου από τρίτη χώρα για σκοπούς δικαιώματος διαμονής του υπηκόου τρίτης χώρας.

 

Επιχειρηματολογώντας όμως, περαιτέρω, η αιτήτρια επικαλείται παραβίαση του άρθρου 18ΟΘ, του Κεφ. 105, το οποίο προβλέπει ότι πρέπει να παρέχεται ένα κατάλληλο χρονικό διάστημα (7 - 30 ημερών) για οικειοθελή αναχώρηση των υπηκόων τρίτων χωρών εναντίον των οποίων λήφθηκε απόφαση επιστροφής, κάτι το οποίο, όπως ισχυρίζεται, δεν εφαρμόστηκε στην περίπτωσή της.

 

Επιπρόσθετα, η αιτήτρια θέτει ζήτημα αναρμοδιότητας του οργάνου που εξέδωσε τα επίδικα διατάγματα, επισημαίνοντας ότι το προβλεπόμενο στο άρθρο 18ΠΣΤ(1), του Κεφ. 105, διάταγμα κράτησης υπηκόου τρίτης χώρας για σκοπούς απομάκρυνσής του από τη Δημοκρατία, εκδίδεται από τον Υπουργό Εσωτερικών, ο οποίος στην παρούσα περίπτωση δε φαίνεται να έχει εκχωρήσει τη σχετική αρμοδιότητα στον υπογράφοντα Διοικητικό Λειτουργό Ρηγίνο Πολυδεύκη.

 

Παράλληλα, η αιτήτρια υποστηρίζει ότι το διάταγμα κράτησής της στερείται της δέουσας υπό τις περιστάσεις αιτιολογίας και ότι το διάταγμα απέλασής της εκδόθηκε χωρίς να προηγηθεί δέουσα έρευνα των προσωπικών περιστάσεων του ζεύγους και χωρίς να ληφθούν οι απόψεις των παιδιών του Χαραλάμπους, με αποτέλεσμα οι καθ'ων η αίτηση, κατά την άσκηση της διακριτικής ευχέρειάς τους, να ενεργήσουν κάτω από συνθήκες πλάνης. Πλάνη η οποία, κατά την αιτήτρια, ήταν απόρροια και των εσφαλμένων και αντιφατικών πληροφοριών που κατεγράφησαν στο σημείωμα της ΥΑΜ κατά την επίσκεψή τους στην κατοικία του ζεύγους, στα πλαίσια της έρευνας για τη γνησιότητα του γάμου τους και το οποίο απετέλεσε τη βάση των επίδικων διαταγμάτων.

 

Τέλος, η αιτήτρια εγείρει, με πολύ συνοπτικό και γενικό τρόπο, ισχυρισμούς για παράβαση των αρχών της καλής πίστης και της χρηστής διοίκησης, αλλά και του συνταγματικού δικαιώματος στην οικογενειακή ζωή, επειδή με την σκοπούμενη απέλασή της επιχειρείται η βίαιη διάλυση του γάμου τους και ο χωρισμός του ζεύγους.

 

Η πλευρά των καθ'ων η αίτηση αντικρούει τα πιο πάνω επιχειρήματα, υποστηρίζοντας ότι ορθά εφαρμόστηκε ο περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμος, Κεφ. 105, και πιο συγκεκριμένα το άρθρο 6(1)(κ), για σκοπούς έκδοσης των επίδικων διαταγμάτων, εφόσον η αιτήτρια, κατά τον ουσιώδη χρόνο, είχε την ιδιότητα της «αλλοδαπής», όπως καθορίζεται στις ερμηνευτικές διατάξεις του άρθρου 2, του Κεφ. 105, και υπό αυτή την ιδιότητα παραβίασε τους όρους της άδειας παραμονής της και τέλεσε εικονικό γάμο.

 

Αντίθετα ο Ν.7(1)/2007 δεν τυγχάνει εφαρμογής, διότι σύμφωνα με το άρθρο 2 αυτού, «πολίτης της Ένωσης» σημαίνει κάθε πρόσωπο που έχει την ιθαγένεια κράτους μέλους της Ε.Ε. άλλου από τη Δημοκρατία, με αποτέλεσμα οι πρόνοιές του να μην καλύπτουν τον Χαραλάμπους και, συνεπακόλουθα, ούτε και την αιτήτρια.

 

Οι καθ'ων η αίτηση επισημαίνουν ότι οι ισχυρισμοί της αιτήτριας αναφορικά με τα δικαιώματα υπηκόων τρίτων κρατών, οι οποίοι είναι σύζυγοι πολιτών της Ε.Ε., καθώς και ότι αφορά το ζήτημα της κήρυξης του γάμου της ως εικονικού, δεν εμπίπτουν στα επίδικα θέματα της παρούσας προσφυγής και θα εξεταστούν στην εκκρεμούσα Προσφυγή αρ. 1050/15.

 

Απαντώντας στην εισήγηση περί αναρμοδιότητας, οι καθ'ων η αίτηση υποβάλλουν ότι η αρμοδιότητα του Υπουργού έχει εκχωρηθεί στο Διευθυντή του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, ο οποίος νόμιμα ενήργησε μέσω Διοικητικού Λειτουργού του Τμήματος.

 

Τα δε επίδικα διατάγματα περιέχουν στο σώμα τους την απαραίτητη αιτιολογία, η οποία συμπληρώνεται και από τα στοιχεία του φακέλου.

 

Σύμφωνα με τη γραπτή εκχώρηση, ημερομηνίας 12.2.2014, η οποία έχει παρουσιαστεί, ο Υπουργός Εσωτερικών έχει εξουσιοδοτήσει το Διευθυντή του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης για να ασκεί τις εξουσίες που του παρέχονται, δυνάμει των άρθρων 18Π(3) και 18ΠΣΤ, του Κεφ.105, τα οποία προβλέπουν για την έκδοση διαταγμάτων κράτησης και απέλασης αλλοδαπών - υπηκόων τρίτων χωρών.

 

Όπως προκύπτει, περαιτέρω, από τα έγγραφα του διοικητικού φακέλου, η Διευθύντρια του Τμήματος στις 19.6.2014 απαγόρευσε στην αιτήτρια να παραμείνει στη Δημοκρατία, απορρίπτοντας συνάμα και την αίτησή της για παράταση της άδειάς της.

 

Στην ίδια απόφαση, δίδονται από τη Διευθύντρια σαφείς οδηγίες προς τους υφισταμένους τους, για ενημέρωση των αιτητών και για το δικαίωμά τους για άσκηση ιεραρχικής προσφυγής εναντίον της απόφασης για εικονικότητα του γάμου τους. Δίδονται επίσης οδηγίες όπως, σε περίπτωση μη υποβολής ιεραρχικής προσφυγής, εκδοθούν εναντίον της αιτήτριας διατάγματα κράτησης και απέλασης.

 

Μετά την απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής, ο Αναπλ. Διευθυντής του Τμήματος, με σημείωμά του ημερομηνίας 12.6.2015, έδωσε οδηγίες στο Διοικητή της ΥΑΜ για εντοπισμό και σύλληψη της αιτήτριας με σκοπό την απέλασή της.

 

Συνεπώς, τα επίδικα διατάγματα, τα οποία εκδόθηκαν στις 23.9.2015 και  υπογράφονται από το Διοικητικό Λειτουργό Ρηγίνο Πολυδεύκη «για Αναπλ. Διευθυντή», εκδόθηκαν από αρμόδιο όργανο - τον Αναπλ. Διευθυντή, ο οποίος ασκεί όλες τις αρμοδιότητες και εξουσίες του Διευθυντή στην απουσία του. Αυτό επιβεβαιώνεται και από το ίδιο το περιεχόμενο των διαταγμάτων, στο οποίο συμπεριλαμβάνεται η φράση «.εγώ, ο Αναπλ. Διευθυντής, με το παρόν διατάσσω όπως η/ο ALUTH MUHANDIRAMGE NOVALIN RANJAN παραμείνει υπό κράτηση μέχρις ότου απελαθεί». Υπό τις περιστάσεις, η υπογραφή του Ρ. Πολυδεύκη δε συνιστά περαιτέρω εκχώρηση της αποφασιστικής αρμοδιότητας του Υπουργού ή του Διευθυντή σ' αυτόν, αλλά απλή κοινοποίηση της αρμοδίως ληφθείσας απόφασης του Αναπλ. Διευθυντή στους επηρεαζόμενους αποδέκτες.

 

Η εισήγηση της αιτήτριας ότι δεν έπρεπε να εφαρμοστεί το Κεφ. 105, αλλά ο Ν.7(Ι)/2007, βρίσκεται κατ' αρχήν σε αντίφαση με την θέση της ότι δεν της παραχωρήθηκε το προβλεπόμενο στο άρθρο 18ΟΘ, του Κεφ. 105, εύλογο χρονικό διάστημα για οικειοθελή αναχώρηση. Οι πιο πάνω αντικρουόμενες νομικές θέσεις φέρνουν στο προσκήνιο το δόγμα της ανεπίτρεπτης ταυτόχρονης αποδοκιμασίας και επιδοκιμασίας, οι προεκτάσεις του οποίου έχουν εξεταστεί σε σειρά υποθέσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Σύμφωνα με τη νομολογία, δεν είναι επιτρεπτό ένας διάδικος να ισχυρίζεται ταυτόχρονα δύο διαφορετικά πράγματα - να επιδοκιμάζει και να αποδοκιμάζει στην ίδια υπόθεση προς προσπορισμό μεγαλύτερου οφέλους (βλ. Σαββίδης κ.ά. v. Δημοκρατίας (1993) 3 ΑΑΔ 249, Ηλία κ.ά. v. Δημοκρατίας (1999) 3 ΑΑΔ 884, Κάππας v. Oργανισμού Κυπριακής Γαλακτοκομικής Βιομηχανίας (2000) 3 ΑΑΔ 36 κλπ).

 

Ανεξαρτήτως τούτου, τα επίδικα διατάγματα εκδόθηκαν μετά τη λήψη της απόφασης για την εικονικότητα του γάμου, η οποία, όπως ήδη επισημάνθηκε, κατέστησε το γάμο ανυπόστατο, συνέπεια που προβλέπεται στο άρθρο 19 του περί Γάμου Νόμου.

 

Επομένως, με ανυπόστατο πλέον το γάμο της με τον Χριστοδούλου, η αιτήτρια δεν μπορεί να επικαλείται τις πρόνοιες του Ν.7(Ι)/2007 και τα δικαιώματα που εκεί παρέχονται στους πολίτες της Ε.Ε. και στα μέλη της οικογένειάς τους.

 

Ορθά επί του προκειμένου εφαρμόστηκαν οι σχετικές διατάξεις του ΚΕΦ.105, του οποίου το άρθρο 2 ορίζει σαφώς ότι «αλλοδαπός», σημαίνει πρόσωπο το οποίο δεν είναι Κύπριος υπήκοος και ότι «εικονικός γάμος» σημαίνει γάμο ο οποίος τελέστηκε μεταξύ πολίτου της Δημοκρατίας ή αλλοδαπού που διαμένει νόμιμα στην Κυπριακή Δημοκρατία με αλλοδαπό, με αποκλειστικό σκοπό την είσοδο και παραμονή του τελευταίου στη Δημοκρατία.

 

Σύμφωνα με το άρθρο 7Α, του Κεφ. 105:

 

«αν ο Διευθυντής διαπιστώσει με βάση τα στοιχεία που αναφέρονται στο εδάφιο (3) του παρόντος άρθρου ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο και αφού συμβουλευθεί τη Συμβουλευτική Επιτροπή που ιδρύεται με το άρθρο 7Β του παρόντος Νόμου, ότι αλλοδαπός συνήψε εικονικό γάμο, τότε-

 

(α) απαγορεύει στον αλλοδαπό να παραμείνει στη Δημοκρατία·

 

(β) ακυρώνει ή δεν ανανεώνει την άδεια διαμονής που παραχωρήθηκε στον αλλοδαπό και διατάζει την απέλαση του, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14».

 

Στο άρθρο 6(1) ορίζονται σε σχέση με τους «απαγορευμένους μετανάστες» τα ακόλουθα:

 

«Τα ακόλουθα πρόσωπα θα είναι απαγορευμένοι μετανάστες και, τηρουμένων των διατάξεων του Νόμου αυτού ή των διατάξεων που δυνατό να περιέχονται σε οποιουσδήποτε Κανονισμούς που εκδόθηκαν δυνάμει αυτού ή σε οποιοδήποτε Διάταγμα του Υπουργικού Συμβουλίου, δεν θα επιτρέπεται η είσοδος στη Δημοκρατία σε:-

 

(α).............................

 

(κ) οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο εισέρχεται ή διαμένει στη Δημοκρατία κατά παράβαση οποιασδήποτε απαγόρευσης, όρου, περιορισμού ή επιφύλαξης που περιλαμβάνεται στο Νόμο αυτό ή σε οποιουσδήποτε Κανονισμούς που εκδόθηκαν βάσει του Νόμου αυτού ή σε οποιαδήποτε άδεια που παραχωρήθηκε ή εκδόθηκε βάσει του Νόμου αυτού ή των Κανονισμών αυτών·».

   

Στην υπό κρίση υπόθεση, η απόφαση της Διευθύντριας, ημερομηνίας 19.6.2014, ότι ο γάμος της αιτήτριας ήταν εικονικός και η ταυτόχρονη απαγόρευση της διαμονής της στη Δημοκρατία, με τη συναφή απόρριψη και της εκκρεμούσας αίτησης παράτασης της προσωρινής της άδειας, απετέλεσαν τη γενεσιουργό αιτία των επίδικων διαταγμάτων που ακολούθησαν.

 

Η αιτήτρια είχε ειδοποιηθεί από τον Ιούλιο του 2014 ότι θα έπρεπε να εγκαταλείψει την Κύπρο, καθώς και για το δικαίωμά της για ιεραρχική προσφυγή κατά της εικονικότητας, το οποίο τελικά άσκησε. Η απορριπτική απόφαση κοινοποιήθηκε από το Υπουργείο Εσωτερικών στο δικηγόρο της με επιστολή ημερομηνίας 10.6.2015, όμως η αιτήτρια συνέχισε να παραμένει στην Δημοκρατία μέχρι τον εντοπισμό και σύλληψή της από την Αστυνομία στις 23.9.2015.

 

Δεν ευσταθεί, επομένως, ο ισχυρισμός ότι δεν παρασχέθηκε σ' αυτήν εύλογο χρονικό διάστημα για οικειοθελή αναχώρηση.

 

Κατά τα άλλα, τα επίδικα διατάγματα φέρουν επαρκή αιτιολογία και σαφή αναφορά της νομικής τους βάσης, με επίκληση για την μεν κράτηση, του κινδύνου διαφυγής και παρεμπόδισης της διαδικασίας απέλασης (άρθρο 18ΠΣΤ(1), του Κεφ. 105), για τη δε απέλαση, του γεγονότος ότι η αιτήτρια κατέστη απαγορευμένη μετανάστρια, λόγω της παράνομης παραμονής της στην Κύπρο (άρθρο 6(1)(κ)). Η αιτιολογία στην περίπτωση αυτή συμπληρώνεται και από τα έγγραφα του διοικητικού φακέλου.

 

Οι εισηγήσεις που αναπτύχθηκαν αναφορικά με την επάρκεια της έρευνας που προηγήθηκε της απόφασης για την εικονικότητα του γάμου και σε σχέση με τις προσωπικές περιστάσεις του ζεύγους, την πιθανότητα πλάνης αναφορικά με τα σχετικά ευρήματα της ΥΑΜ, καθώς και το δικαίωμα στην οικογενειακή ζωή, δεν αφορούν τα επίδικα διατάγματα, τα οποία προσβάλλονται εδώ αυτοτελώς.

 

Η απόφαση για την εικονικότητα του γάμου και οι συνθήκες της νομιμότητάς της αποτελούν αντικείμενο της προσφυγής αρ. 1050/2015, στα πλαίσια της οποίας υπάρχει δυνατότητα έγερσης και συζήτησης των πιο πάνω ζητημάτων.

 

Όπως έχει νομολογηθεί, δεν είναι επιτρεπτό να επιχειρείται δια της προσβολής των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης, τα οποία δεν πάσχουν αφ' εαυτών, η ακύρωση προηγούμενων αποφάσεων, ακόμα και αν απετέλεσαν το υπόβαθρο για την έκδοσή τους και οι οποίες δεν προσεβλήθησαν (βλ. Δημοκρατία v. Dejic (2008) 3 AAΔ 358, Chrikar Trading Limited κ.ά. v. Δημοκρατίας (2011) 3 ΑΑΔ 541).

 

Αβάσιμη, τέλος, είναι και η εισήγηση για παραβίαση της αρχής της καλής πίστης και της χρηστής διοίκησης. Η αιτήτρια δεν είχε κατοχυρωμένο δικαίωμα διαμονής στη Δημοκρατία, αλλά μόνο προσδοκία καλόπιστης εξέτασης της αίτησης για παράτασή της, ούτως ή άλλως, χρονικά περιορισμένης διάρκειας παραμονής της. Δεν έχει αποδειχθεί και ούτε προκύπτει από το φάκελο ότι η περίπτωσή της αντιμετωπίστηκε κακόπιστα. Αντίθετα, μπορεί να λεχθεί ότι έτυχε της επιείκειας των αρμόδιων Αρχών, όταν σε τρεις περιπτώσεις παραβίασε τους όρους της άδειάς της, εργαζόμενη παράνομα σε άλλον εργοδότη. Η διαπίστωση, στη συνέχεια, της τέλεσης εικονικού γάμου, έθεσε σε κίνηση τις προβλεπόμενες στο Νόμο διαδικασίες, οι οποίες αναπόφευκτα οδήγησαν στην έκδοση των προσβαλλόμενων διαταγμάτων.

 

Όπως έχει διευκρινιστεί στην Tamassos Suppliers v. Δημοκρατίας (1992) 3 ΑΑΔ 60, η αρχή της καλής πίστης σκοπεί στον αποκλεισμό της αυθαιρεσίας στη διοικητική λειτουργία. Δεν υπερφαλαγγίζει όμως την αρχή της σύννομης λειτουργίας της Διοίκησης, που είναι συνυφασμένη, όπως και κάθε κρατική λειτουργία, με την αρχή του κράτους δικαίου.

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα εναντίον των αιτητών, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

                                                                Κ. Σταματίου,

                                                                          Δ.

 

 

 

 

/ΧΤΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο