ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υποθ. Αρ.800 /2009)
28 Νοεμβρίου, 2012
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στης]
Αναφορικά με τα ΄Αρθρα 146 του Συντάγματος
1. KOINOTIKO ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΑΧΕΛΕΙΑΣ
2. ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΙΜΗΣ
3. ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΑΓΙΑΣ ΒΑΡΒΑΡΑΣ
Αιτητών,
- και -
1. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
(α) Υπουργικού Συμβουλίου
(β) Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και
Περιβάλλοντος
(γ) Επάρχου Πάφου
καθ΄ων η αίτηση
------------------------
Α.Δημητριάδης, για την Αιτήτρια.
Αρ.Ζερβού, (κα.) - δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ων η αίτηση αρ.1
A.Koρακίδου (κα.), για το ενδιαφερόμενο μέρος
-----------------------
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή οι αιτητές αμφισβητούν τη νομιμότητα της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου ημερ. 29 Οκτωβρίου 2008, με την οποία παραχωρήθηκε στο Δήμο Πάφου (ενδιαφερόμενο μέρος) το τεμάχιο με αριθμό 83 Φ.Σχ.L1/29, περιοχή Αχέλεια, στην Πάφο, για τη δημιουργία του περιφερειακού κοιμητηρίου Πάφου.
Προβλήθηκε τόσο από τους καθ΄ων η αίτηση, όσο και από το ενδιαφερόμενο μέρος, προδικαστικώς ότι η εκδικαζόμενη προσφυγή είναι εκπρόθεσμη, καθότι η καταχώρηση της έγινε εκτός του πλαισίου των 75 ημερών που προνοείται με βάση το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος. Η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε, όπως σημείωσα πιο πάνω, στις 29 Οκτωβρίου 2008 και η προσφυγή καταχωρήθηκε στις 29 Ιουνίου 2009.
Στο πλαίσιο της παρεχόμενης δυνατότητας προσαρμογής μαρτυρίας, οι αιτητές, μετά από σχετική απόφαση μου ημερ. 4 Νοεμβρίου 2010, προχώρησαν και κατέθεσαν ένορκες δηλώσεις ως προς το έννομο συμφέρον των αιτητών και το εκπρόθεσμο της προσφυγής.
Είναι ή όχι εκπρόθεσμη η καταχωρηθείσα προσφυγή εκ μέρους των αιτητών; Αυτό ως θεμελιακό ζήτημα εξετάζεται κατά προτεραιότητα, και είναι το αντικείμενο της παρούσας υπόθεσης.
Οι αιτητές ισχυρίστηκαν ότι έλαβαν γνώση της προσβαλλόμενης απόφασης μόλις στις 8 Μαϊου 2009, όταν αυτή τους γνωστοποιήθηκε με σχετική επιστολή.
Αντιπρόβαλαν επί τούτου οι καθ΄ων η αίτηση, ότι οι αιτητές είχαν λάβει γνώση της σχετικής απόφασης πολύ πριν την 8η Μαϊου 2009, καθότι η απόφαση είχε δημοσιευθεί σε διάφορες εφημερίδες και περαιτέρω υπήρξε ανάλογη πληροφόρηση από τον ΄Επαρχο Πάφου. Παράλληλα είχε σταλεί από το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών, επιστολή προς τον Πρόεδρο του Κοινοτικού Συμβουλίου των αιτητών, αριθμ.1, ημερ. 18 Φεβρουαρίου 2009.
Συναφώς, η ύπαρξη ή όχι γνώσης από πλευράς αιτητών στηρίζεται σε δύο σκέλη:
(α) Παραλήφθηκε ή όχι η επιστολή ημερ. 18 Φεβρουαρίου 2009 και
(β) κατά πόσο έλαβαν γνώση της απόφασης με άλλο τρόπο, ήτοι μέσω των δημοσιεύσεων που έγιναν ή της πληροφόρησης που έτυχαν.
Επί τούτου οι αιτητές προσκόμισαν μαρτυρία από ταχυδρομικό υπάλληλο των αιτητών 1, σύμφωνα με τη μαρτυρία του οποίου δεν παρελήφθη, και κατ΄επέκταση, δεν παρεδόθη προς τους αιτητές 1, η επιστολή του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών ημερ. 18 Φεβρουαρίου 2009. Σημειώθηκε περαιτέρω, ότι η διεύθυνση της επιστολής ήταν ελλιπής και με βάση την εμπειρία του, ως ταχυδρόμος, αυτή ενδεχομένως να είχε σταλεί σε λάθος διεύθυνση από τα ηλεκτρονικά μηχανήματα που ταξινομούν την αλληλογραφία στο κέντρο διανομής του ταχυδρομείου και ως εκ τούτου να είχε χαθεί. Ενισχύθηκε η θέση αυτή με την ένορκη δήλωση του Προέδρου του Κοινοτικού Συμβουλίου των αιτητών 1, ότι ο ίδιος ουδέποτε παρέλαβε την πιο πάνω αναφερόμενη επιστολή.
Από πλευράς καθ΄ων η αίτηση και για σκοπούς αντίκρουσης των ισχυρισμών των αιτητών, κατατέθηκε ένορκη δήλωση από το Δημοτικό Γραμματέα του Δήμου Πάφου, σύμφωνα με την οποία, η προσβαλλόμενη απόφαση ανακοινώθηκε από το Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών και εν συνεχεία δημοσιεύθηκε στον ημερήσιο τύπο. Για να ενισχύσει την εισήγηση του ότι οι αιτητές είχαν λάβει γνώση, ανέφερε ότι σε επιστολή τους προς το Υπουργικό Συμβούλιο, αναφέρουν την τοποθεσία «Μωρόκαμπος» για χωροθέτηση του κοιμητηρίου Πάφου. Περαιτέρω, κατατέθηκε ένορκη δήλωση από τη Βοηθό Γραμματειακό Λειτουργό στο Αρχείο της Προεδρίας, ότι, στις 29 Δεκεμβρίου 2008 στάληκε μέσω τηλεομοιότυπου επιστολή από τα Κοινοτικά Συμβούλια Αχέλειας, Τίμης και Αγίας Βαρβάρας, αναφορικά με το περιφερειακό κοιμητήριο Πάφου. Για συμπλήρωση της μαρτυρίας που επιθυμούσαν να προσάξουν οι καθ΄ων η αίτηση, κατατέθηκε ένορκη δήλωση από τον τότε ΄Επαρχο Πάφου, Α.Χριστοδουλίδη, ο οποίος ανέφερε ότι σε συνάντηση που είχε με τους Προέδρους των Κοινοτικών Συμβουλίων των αιτητών, το Νοέμβριο ή Δεκέμβριο του 2008, τους είχε αναφέρει για τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης.
Απαντώντας στα πιο πάνω, ένα μέλος του Κοινοτικού Συμβουλίου, των αιτητών 1, ισχυρίστηκε ότι είχε όντως σταλεί η επιστολή που αναφέρεται στην πιο πάνω παράγραφο, αλλά αυτή αφορούσε διευθέτηση συνάντησης με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, και δεν είχαν, όπως αναφέρεται, ακριβή γνώση του περιεχόμενου της επιστολής του Υπουργείου Γεωργίας στην οποία κάνουν αναφορά με τη δική τους επιστολή. Πρόβαλαν, περαιτέρω, ότι οι δημοσιεύσεις, που ενδεχομένως έγιναν, στον ημερήσιο τύπο δεν είχαν έλθει ποτέ σε γνώση τους και άλλες ανακοινώσεις για τις οποίες είχαν λάβει γνώση δεν ήταν πλήρεις ούτε τεκμηριωμένες έτσι ώστε να στοιχειοθετείται γνώση.
Όπως έχω σημειώσει πιο πάνω η προθεσμία για την άσκηση του δικαιώματος καταχώρησης προσφυγής ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου για τη νομιμότητα μιας διοικητικής πράξης πρέπει, με βάση την παρ. 3 του άρθρου 146 του Συντάγματος, να ασκηθεί εντός 75 ημερών. Για να αρχίσει να μετρά η πιο πάνω προθεσμία απαιτείται όπως:
(α) σε περίπτωση δημοσίευσης της προσβαλλόμενης απόφασης στην επίσημη εφημερίδα της Δημοκρατίας, από την ημερομηνία αυτή. Και,
(β) σε κάθε άλλη περίπτωση από την ημέρα που ο ενδιαφερόμενος έχει λάβει πραγματική γνώση της απόφασης.
Η ύπαρξη πραγματικής γνώσης τεκμαίρεται ότι υπάρχει όταν ο αιτητής έχει γνώση του περιεχομένου, της πράξεως, ή αποφάσεων ή και παραλείψεως. Στην υπόθεση Ακίνητα Λούλλα Ιωνίδου Λτδ ν Εφόρου Φόρου Εισοδήματος (2001) 3 Α.Α.Δ. 1011 αναφέρθηκαν τα πιο κάτω:
«Έχει νομολογηθεί ότι για να κινήσει την προθεσμία για την άσκηση προσφυγής η κοινοποίηση πρέπει να είναι πλήρης και η πράξη να είναι με τέτοιο τρόπο διατυπωμένη ώστε να προκύπτει σαφώς το περιεχόμενο της (βλ. Pissas (No.1) v. E.A.C. (1966) 3 C.L.R. 634, 638).
Πλήρης είναι η γνώση η οποία επιτρέπει εις τον ενδιαφερόμενο να γνώσει με βεβαιότητα και ακρίβεια την υλική ή την ηθική ζημιά την οποία υφίσταται από τη δημοσιευόμενη ή κοινοποιούμενη πράξη (βλ. Θ.Δ. Τσάτσου «Η Αίτησις Ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας», σελ. 74, Aspri ν. Republic (1979) 3 C.L.R. 490, 497, 498).
Στην Papaioannou v. Republic (1982) 3 Α.Α.Δ. 103, 108, 109, ο Πικής, Δ. - όταν τότε - υποδεικνύει πως από την επισκόπηση της σχετικής ελληνικής νομολογίας πηγάζουν οι πιο κάτω προτάσεις οι οποίες πρέπει να καθοδηγούν το δικαστήριο στο θέμα της προθεσμίας:
(1) Οσάκις ο Νόμος απαιτεί δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα τέτοια δημοσίευση είναι απαραίτητη για να θέσει σε κίνηση την προθεσμία σε σχέση με τρίτα πρόσωπα.
(2) Η γνωστοποίηση της απόφασης οσάκις προβλέπεται από το Νόμο δεν είναι ανάγκη να γίνεται με οποιοδήποτε επίσημο τύπο. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί οποιοσδήποτε τύπος νοουμένου ότι είναι αποτελεσματικός.
(3) Η γνωστοποίηση δεν είναι ανάγκη να επεκτείνεται στην κάθε λεπτομέρεια της απόφασης. Εφόσον ενημερώνει τον επηρεαζόμενο για το αποτέλεσμα και τη βάση της αιτιολογίας θα θεωρηθεί επαρκής παρά την απουσία ασήμαντων λεπτομερειών.
(4) Οσάκις ο Νόμος απαιτεί έγγραφη γνωστοποίηση η αποστολή της γνωστοποίησης δεν αποτελεί κατ' ανάγκη προϋπόθεση για την ενεργοποίηση της προθεσμίας. Η προθεσμία κινείται από την στιγμή που ο επηρεαζόμενος λαμβάνει γνώση της απόφασης. Έτσι αν η γνώση αποκτηθεί με άλλο τρόπο η προθεσμία αρχίζει να κινείται από τότε.
(5) Η γνώση η οποία απαιτείται για να θέσει σε κίνηση την προθεσμία που προβλέπεται από το άρθρο 146.3 του Συντάγματος πρέπει να είναι αρκετά εκτεταμένη έτσι που να πληροφορεί τον επηρεαζόμενο διάδικο επαρκώς για τις επιπτώσεις της απόφασης επί της κατάστασης και θέσης του και να τον καθιστά ικανό να λάβει τα θεραπευτικά μέτρα που προσφέρονται από το Νόμο.»
Σύμφωνα με τη νομολογία και αναφέρομαι στις υποθέσεις Αρ.846/2001 Χ΄Γιάννη ν. Υπουργικού Συμβουλίου, ημερ. 30 Μαϊου, 2003 και άρ.341/2010 Σάββα ν. Δημοκρατίας, ημερ. 6 Φεβρουαρίου 2012, αν μια επιστολή γίνει αποδεκτό ότι είχε ταχυδρομηθεί αλλά δεν είχε επιστραφεί, τότε δημιουργείται μαχητό τεκμήριο παράδοσης της επιστολής στο πρόσωπο προς το οποίο απευθύνεται. Το βάρος απόδειξης ότι η επιστολή έφερε τη σωστή διεύθυνση και παράλληλα ότι δεν έχει επιστραφεί, βρίσκεται στους ώμους του προβάλλοντος αυτό τον ισχυρισμό.
Στην προκείμενη περίπτωση το βάρος απόδειξης ότι ο φάκελος με την επιστολή ημερ. 18 Φεβρουαρίου 2009, για την οποία έγινε λόγος πιο πάνω, έφερε την ορθή διεύθυνση, ταχυδρομήθηκε και δεν έχει επιστραφεί, το φέρουν οι καθ΄ων η αίτηση και δεν το έχουν αποσείσει. Αντίθετα, η μαρτυρία που έχει προσαχθεί επί του προκειμένου, την οποία και αποδέχομαι είναι ότι οι αιτητές δεν παρέλαβαν αυτή την επιστολή συνεπώς θεωρώ ότι δεν έλαβαν γνώση του περιεχόμενου της απόφασης με αυτό τον τρόπο.
Παραμένει, όμως, προς εξέταση το κατά πόσο η εν λόγω απόφαση περιήλθε σε γνώση των αιτητών με άλλο τρόπο.
Από το περιεχόμενο των εγγράφων που κατατέθηκαν και γενικά από το σύνολο του υλικού που τέθηκε ενώπιον μου, με τη μορφή των ενόρκων δηλώσεων και των επισυνάψεων, προκύπτει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση περιήλθε σε πλήρη γνώση των αιτητών, όχι στο χρόνο που αυτοί ισχυρίζονται ότι έγινε, αλλά πολύ προηγουμένως και συγκεκριμένα από το Δεκέμβριο του 2008. Τούτο εξάγεται από τα πιο κάτω γεγονότα:
(α) στην επιστολή των αιτητών προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ημερ. 29 Δεκεμβρίου 2008, την οποία οι αιτητές αποδέχονται ότι απέστειλαν, γίνεται αναφορά στην «επιστολή που πήρε πρόσφατα ο Δήμος Πάφου από τον Υπουργό Γεωργίας κ.Μιχάλη Πολυνίκη ότι το Υπουργικό Συμβούλιο έκρινε την τοποθεσία Μωρόκαμπος για χωροθέτηση του περιφερειακού κοιμητηρίου Πάφου». Στη δε επιστολή του Υπουργού Γεωργίας ημερ. 8 Δεκεμβρίου 2008, γίνεται ρητή αναφορά στην απόφαση για παραχώρηση του επίδικου τεμαχίου στο ενδιαφερόμενο μέρος. Παράλληλα, υπάρχει η ένορκη δήλωση του τότε Επάρχου Πάφου, την οποία και αποδέχομαι ότι ο ίδιος πληροφόρησε τους αιτητές για την προσβαλλόμενη απόφαση από το Νοέμβριο ή Δεκέμβριο του 2008. Και
(β) διαπίστωση γνώσης μπορεί να τεκμηριωθεί και από τα δημοσιεύματα στον ημερήσιο τύπο στα οποία γίνεται αναφορά στην προσβαλλόμενη πράξη. Οι αιτητές δεν αμφισβητούν την ύπαρξη τους, πλην, όμως, προβάλλουν ότι δεν είχαν έλθει σε γνώση τους, ή και αν τούτο έγινε τα στοιχεία που συμπεριλαμβάνοντο σ΄αυτά ήταν ελλιπή και δεν τεκμηριώνουν πλήρη γνώση.
Βεβαίως, δεν αναμένεται σε μια δημοσίευση να υπάρχει και λεπτομερής αναφορά στην προσβαλλόμενη απόφαση. Παρά ταύτα, όμως, από μια ανάγνωση των δημοσιευμάτων που περιλαμβάνονται ως παραρτήματα 6 και 7 στην ένσταση του ενδιαφερόμενου μέρους, προκύπτει ότι υπάρχει λεπτομερής αναφορά στα στοιχεία που αφορούν την προσβαλλόμενη απόφαση, συνεπώς θεμελιώνουν πλήρη γνώση του περιεχομένου της.
Η νομολογία καθιέρωσε, αναφορικά με το επίπεδο γνώσης, ότι δεν είναι απαραίτητο όπως τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα κατέχουν το σύνολο των στοιχείων που έχουν αξιολογηθεί από τη διοίκηση προτού ληφθεί η σχετική απόφαση. Στην υπόθεση Αλίκη Γεωργίου ν. Δήμου Λάρνακας (αρ.1) 1998 (3) Α.Α.Δ. 197 αναφέρεται:
«Η προθεσμία που τίθεται από το Άρθρο 146 του Συντάγματος είναι ανατρεπτική και αναμφίβολα αρχίζει με την πλήρη γνώση της προσβαλλόμενης απόφασης από το διοικούμενο. Το θέμα απασχόλησε επανειλημμένα τόσο την ελληνική θεωρία και νομολογία, όσο και την κυπριακή.
Στο σύγγραμμα του Θ. Τσάτσου Η Αίτησις Ακυρώσεως Ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, Τρίτη Έκδοση, παραγρ. 30, αναφέρεται ότι πλήρης είναι η γνώση που επιτρέπει στον ενδιαφερόμενο να διαγνώσει με βεβαιότητα και ακρίβεια την υλική ή ηθική ζημιά που υφίσταται από τη δημοσιευόμενη ή κοινοποιούμενη πράξη. Για να είναι πλήρης η γνώση δεν απαιτείται η δημοσίευση ή κοινοποίηση του συνόλου των στοιχείων από τα οποία προκύπτει η τήρηση των προδιαγεγραμμένων τύπων και όλων των στοιχείων που η διοίκηση έλαβε υπ΄ όψη για να αιτιολογήσει την πράξη της.
Αν η πράξη είναι εύκολα προσιτή στον ενδιαφερόμενο, η ουχί εντός εύλογου χρόνου ενέργεια των απαιτουμένων προς λήψη πλήρους γνώσης της πράξης, αποτελεί παράλειψη της οποίας οι συνέπειες εξομοιώνονται προς τη μη εμπρόθεσμο άσκηση της αίτησης ακύρωσης.
Η επάρκεια της γνώσης που κτάται κρίνεται κατά περίπτωση στο πλαίσιο των περιστατικών της κάθε υπόθεσης Ευθυμία Σωφρονίου ν. Συμβουλίου Βελτιώσεως Κακοπετριάς, Υποθ. Αρ. 1179/91, ημερ. 13.9.1993 και Τροοδία Ιωνά Αριστοδήμου ν. Δημοκρατίας, (1992)4 Α.Α.Δ. 2498).»
Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω, θεωρώ ότι η προσφυγή καταχωρήθηκε εκπροθέσμως, συνακόλουθα απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των καθ΄ων η αίτηση και εναντίον των αιτητών.
Κ. Παμπαλλής,
Δ.