ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 692/2012)
26 Νοεμβρίου, 2012
[ΝΙΚΟΛΑЇΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΠΡΑΞΟΥΛΑ ΑΝΤΩΝΙΑΔΟΥ ΚΥΡΙΑΚΟΥ,
Αιτήτρια,
ν.
ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
ΜΕΣΩ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ,
Καθ΄ου η αίτηση.
_______________
Μ. Γεωργίου, για την Αιτήτρια.
Ε. Παπαγεωργίου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τον Καθ΄ ου η αίτηση.
________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή αξιώνεται μια ασυνήθιστη θα έλεγα θεραπεία:
«Δήλωση και/ή απόφαση και/ή διακήρυξη του Δικαστηρίου ότι ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας έχει παραλείψει να παύσει την Υπουργό Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού Πραξούλα Αντωνιάδου Κυριακού, προτού προχωρήσει σε ανασχηματισμό της Κυβέρνησης στις 20 Μαρτίου 2012 και/ή δήλωση και/ή απόφαση και/ή διακήρυξη του Δικαστηρίου ότι η προεδρική πράξη παράλληλου διορισμού του Νεοκλή Συλικιώτη στις 20 Μαρτίου 2012 ως Υπουργού Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού χωρίς την προηγούμενη παύση ή παραίτηση της αιτήτριας είναι παράνομη, άκυρη και στερείται κάθε νόμιμου αποτελέσματος.»
Η αιτήτρια διορίστηκε στις 5.8.2011 Υπουργός Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού δυνάμει του ΄Αρθρου 46 του Συντάγματος.
Στις 20.3.2012 ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας διόρισε τον κ. Νεοκλή Συλικιώτη ως Υπουργό Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού, ενώ η τελετή διαβεβαίωσής του έλαβε χώρα στο προεδρικό μέγαρο την ίδια μέρα.
Ο καθ΄ ου η αίτηση υποστηρίζει προδικαστικά ότι δεν προσβάλλεται εκτελεστή διοικητική πράξη μέσα στα πλαίσια του ΄Αρθρου 146 του Συντάγματος, αλλά πράξη που ανάγεται στον κυβερνητικό τομέα, δηλαδή κυβερνητική πράξη. Προς ενίσχυση των ισχυρισμών της η ευπαίδευτος συνήγορος του καθ΄ ου η αίτηση προβάλλει σειρά νομολογίας.
Αντίθετα η αιτήτρια υποστηρίζει ότι οι προδικαστικές ενστάσεις είναι ανεδαφικές και ότι η προσβαλλόμενη πράξη είναι εκτελεστή διοικητική πράξη, αφού δεν προσβάλλεται η απόφαση του Προέδρου της Δημοκρατίας να διορίσει ως υπουργό Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού τον κ. Συλικιώτη, αλλά η παράλειψή του να παύσει την αιτήτρια προτού διορίσει νέο υπουργό, όπως άλλωστε προβλέπεται και από το ΄Αρθρο 48 του Συντάγματος. Η αιτήτρια, δεν προσβάλλει την απόφαση του Προέδρου της Δημοκρατίας για το ποια πρόσωπα θα επιλέξει να απαρτίσουν το Υπουργικό Συμβούλιο, αλλά την επιλογή του Προέδρου να διορίσει νέο Υπουργό Εμπορίου, χωρίς προηγουμένως να την παύσει.
Εντός των καθηκόντων του Προέδρου της Δημοκρατίας είναι, σύμφωνα με το ΄Αρθρο 48 του Συντάγματος, η υπόδειξη και η παύση των Ελλήνων υπουργών.
Οι ονομαζόμενες «κυβερνητικές πράξεις» εκδίδονται με βάση αρμοδιότητα που παρέχεται από το Σύνταγμα και ρυθμίζουν θέματα σχετικά με τη λεγόμενη «πολιτική εξουσία ή κυβερνητική λειτουργία» (acte de gouvernement). Τα όρια αυτής καθορίζονται από τη νομολογία. Προσφυγή που προσβάλλει κυβερνητική πράξη κρίνεται ως απαράδεκτη και απορρίπτεται.
Το γεγονός ότι η εξουσία του Προέδρου της Δημοκρατίας να διορίζει και να παύει τους Υπουργούς του κείται εκτός της αναθεωρητικής δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου παραδέχεται και η αιτήτρια, η οποία όμως υποστηρίζει ότι για να διοριστεί νέος υπουργός σε αντικατάσταση υφιστάμενου άλλου, θα πρέπει προηγουμένως ο υφιστάμενος υπουργός να παυθεί.
Το όλο θέμα, σύμφωνα με την αιτήτρια, καταλήγει στο κατά πόσο υπέβαλε την παραίτησή της από τη θέση του Υπουργού Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού, έστω και προφορικά ή αν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας προέβη σε αντικατάστασή της, χωρίς να έχει προηγηθεί μια τέτοια παραίτηση.
Η αιτήτρια πάντα στο ίδιο μοτίβο ισχυρίζεται ότι το διαδικαστικό αυτό «ατόπημα του Προέδρου», όπως το χαρακτηρίζει, δεν είναι κυβερνητική πράξη. Αντίθετα συνιστά διοικητική πράξη η οποία μπορεί να ελεγχθεί από το Ανώτατο Δικαστήριο.
Η προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί. Είναι ρητά νομολογημένο ότι ο διορισμός και η παύση υπουργών από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, κείται εκτός της αναθεωρητικής δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αφού θεωρείται ως κυβερνητική πράξη και όχι εκτελεστή διοικητική πράξη.
Ορισμένες πράξεις του αρχηγού του κράτους ή συγκεκριμένων κυβερνητικών οργάνων, άνκαι έχουν όλα τα στοιχεία της διοικητικής πράξης, αποτελούν ιδιαίτερη κατηγορία, επειδή δεν υπόκεινται σε δικαστικό έλεγχο. Οι πράξεις αυτές ονομάζονται «κυβερνητικές πράξεις» ή «πράξεις κυβέρνησης», (acte de gouvernement) εκδίδονται βάσει αρμοδιότητας που παρέχεται από το Σύνταγμα και ρυθμίζουν θέματα σχετικά με τη λεγόμενη «πολιτική εξουσία ή κυβερνητική λειτουργία». Κάθε αίτηση ακυρώσεως μιας κυβερνητικής πράξης απορρίπτεται ως απαράδεκτη, αφού δεν χωρεί δικαστικός έλεγχος στον τρόπο με τον οποίο μια κυβερνητική πράξη έχει εκδοθεί (βλέπε Σπηλιωτόπουλος, Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου, 6η ΄Εκδοση, σελ. 97, παραγρ. 87, Σερδάρης ν. Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας (2005) 3 Α.Α.Δ. 369, 373, Ευθυμίου ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 148/99, ημερ. 20.10.1999 και Louca v. Republic (1983) 3 C.L.R. 783).
Δεν υπάρχει στη νομολογία σταθερό και γενικά αποδεκτό κριτήριο στη βάση του οποίου μπορεί να διαπιστωθεί ο χαρακτηρισμός συγκεκριμένης πράξης ως πράξης κυβερνητικής. Τόσο το Γαλλικό, όσο και το Ελληνικό Συμβούλιο Επικρατείας, αλλά και το Ανώτατο Δικαστήριο ακολουθεί την πρακτική μέθοδο της απαρίθμησης σύμφωνα με την οποία κυβερνητικές πράξεις είναι μόνο εκείνες οι οποίες περιλαμβάνονται στον κατάλογο, όπως διαμορφώνεται σταδιακά με τη νομολογία (Χατζηανδρέου ν. Δημοκρατίας (2001) 3Α Α.Α.Δ. 352).
Δεν έχει σημασία αν η αιτήτρια πράγματι παραιτήθηκε ή αν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας αποφάσισε να προχωρήσει σε μερικό ανασχηματισμό της κυβέρνησής του. Χωρίς να μπαίνω στην ουσία του θέματος, αφού η συγκεκριμένη πράξη δεν υπόκειται σε αναθεωρητική δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, η πράξη η οποία έγινε προσπάθεια να ελεγχθεί είναι η παύση της αιτήτριας από τη θέση της και ο διορισμός άλλου προσώπου στη θέση του Υπουργού Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού. Μπορεί ακόμα κάποιος να πει ότι με τον ανασχηματισμό του Υπουργικού Συμβουλίου και το διορισμό νέου Υπουργού αυτόματα χωρεί και παύση του διορισμού του υφιστάμενου Υπουργού. Ουσιαστικά το θέμα καταλήγει να είναι θέμα πολιτικής αξιοπιστίας και μόνο. Γεγονός παραμένει ότι η συγκεκριμένη πράξη κρίνεται ως κυβερνητική πράξη και είναι δικαστικώς ανέλεγκτη.
Η προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη, με έξοδα εναντίον της αιτήτριας, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Φρ. Νικολαΐδης, Δ.
/ΜΔ