ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ  ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση  Αρ.  470/2009)

 

16 Νοεμβρίου, 2012

 

[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στης]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 7, 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΣΩΜΑΤΕΙΟ ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ ΑΠΟΔΗΜΩΝ ΚΑΙ ΦΙΛΩΝ ΤΗΣ ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΑΣ ΔΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΟΥ κ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΣΑΟΥΣΗ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ,

Αιτητές,

ΚΑΙ

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ/Ή

ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΗΣΕΩΣ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ,

Καθ΄ ων η αίτηση.

____________________

 

Α. Σ. Αγγελίδης, για  τους Αιτητές.

Θ. Πιπερή (κα.), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.


Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.:  Με την προσφυγή τους οι αιτητές ζητούν:

 

«Α. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των καθ' ων η αίτηση που στάληκε στους αιτητές με επιστολή ημερ. 10.2.2009 και με την οποία έλαβαν γνώση ότι (α) στις 9.7.2008 χορηγήθηκε στην εταιρεία D. Κ. Windsupply Ltd η Πολεοδομική άδεια αρ. ΠΑΦ/1212/2006 για την εγκατάσταση αιολικού πάρκου στην περιοχή του δάσους Ορείτες της Επαρχίας Πάφου και ειδικότερα σε αριθμό τεμαχίων που ευρίσκονται στα χωριά Κούκλια, Σουσκιού, Π. Αρχιμανδρίτα και Φασούλα και (β) η πολεοδομική έγκριση ΠΑΦ/1212/2006 Α με την οποία εγκρίθηκαν τροποποιημένα σχέδια της εγκατάστασης αιολικού πάρκου στην περιοχή του δάσους Ορείτες της Επαρχίας Πάφου είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε αποτελέσματος.»

 

Οι αιτητές με την αίτησή τους, προσβάλλουν την πολεοδομική άδεια που χορηγήθηκε στην εταιρεία D. Κ. Windsupply Ltd, με την οποία εγκρίθηκε η εγκατάσταση αιολικού πάρκου από τη διοίκηση, στις 9.7.2008. Στις 03.08.2006, το Τμήμα Δασών και ο Κηδεμόνας Τουρκοκυπριακών Περιουσιών υπέβαλαν εκ μέρους της εταιρείας D. Κ. Windsupply Ltd (που στο εξής θα αναφέρεται ως η Εταιρεία) αίτηση στην Πολεοδομική Αρχή, για δημιουργία αιολικού πάρκου στην περιοχή Ορείτες της Επαρχία Πάφου που συγκεκριμένα εμπίπτει στις Κοινότητες Φασούλας, Σουσκιού, Κούκλια και Πάνω Αρχιμαντρίτας.

 

Οι  καθ΄ ων η αίτηση προβάλλουν ως πρώτη προδικαστική ένσταση ότι, οι αιτητές κωλύονται να εγείρουν την εξεταζόμενη προσφυγή, καθότι είναι εκπρόθεσμη. Συγκεκριμένα υποδεικνύουν ότι η προσφυγή καταχωρήθηκε στις 27.4.2009, ξεπερνώντας κατά πολύ την ταχθείσα, από το Άρθρο 146.3 του Συντάγματος, προθεσμία των 75 ημερών.

 

Από την άλλη πλευρά οι  αιτητές  ισχυρίζονται ότι έλαβαν γνώση της προσβαλλόμενης πράξης «.. στις 10.2.2009 με επιστολή που τους στάληκε» και επομένως η προσφυγή καταχωρήθηκε  εμπρόθεσμα.

 

Στην  προκείμενη περίπτωση οι αιτητές δεν είναι οι άμεσα επηρεαζόμενοι από την επίδικη ανάπτυξη και δεν υπάρχει μαρτυρία η οποία, μετά βεβαιότητας, να δείχνει πότε οι αιτητές έλαβαν πλήρη γνώση της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

Λαμβάνοντας υπόψη ότι η γνώση που κινεί την προθεσμία τεκμαίρεται από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που την περιβάλλουν και ότι  σε περίπτωση αμφιβολίας αυτή λύεται υπέρ του αιτητή, η προδικαστική ένσταση περί εκπρόθεσμου απορρίπτεται, εφόσον δεν έχω πεισθεί ότι οι αιτητές έλαβαν γνώση πριν τις 10.2.2009.

 

Οι καθ΄ ων η αίτηση προβάλλουν ως δεύτερη προδικαστική ένσταση, ότι η διαφορά εκφεύγει του Αναθεωρητικού Ελέγχου που διενεργείται με βάση το Άρθρο 146 του Συντάγματος, καθότι οι αιτητές δεν έχουν καταδείξει με την αίτησή τους, έννομο συμφέρον να προσβάλουν την πολεοδομική άδεια και έγκριση για την εγκατάσταση αιολικού πάρκου στην περιοχή του δάσους Ορείτες.

 

Υποδεικνύουν συναφώς ότι οι αιτητές 2, 3 και 4 εμφανίζονται ως ιδιοκτήτες ακινήτων στην περιοχή χωρίς ωστόσο να καθορίζουν την  εγγύτητα των ακινήτων τους με την έκταση εκείνη της επίδικης ανάπτυξης και χωρίς  να αναλύουν και να θεμελιώνουν ειδικά και εμπεριστατωμένα τον επηρεασμό των ακινήτων τους από τη δημιουργία αιολικού πάρκου. Η γενική επίκληση της προστασίας του δάσους και κατ΄ επέκταση του περιβάλλοντος δεν παρέχει στους αιτητές το απαιτούμενο νομιμοποιητικό έρεισμα για προσβολή της επίδικης πράξης. 

 

Αναπτύσσοντας τις θέσεις τους, οι καθ΄ ων η αίτηση προέβησαν σε λεπτομερή αναφορά στις αρχές που διέπουν το θέμα όπως και σε εκτενή παραπομπή τόσο σε συγγράμματα όσο και σε νομολογία Κυπριακή και Ελλαδική.

 

 Το βάρος απόδειξης εννόμου συμφέροντος το φέρουν οι αιτητές[1].

 

Η εξέταση του κατά πόσο οι αιτητές έχουν στοιχειοθετήσει έννομο συμφέρον, το οποίο τους νομιμοποιεί να προσφύγουν στο Δικαστήριο, εξετάζεται με αναφορά στα δικόγραφα.

 

Το συμφέρον θα πρέπει να είναι ενεστώς (υφιστάμενο) και δεν αρκεί μία απλή προσδοκία οικονομικών ωφελημάτων ή ένα απλό ενδιαφέρον για πολιτικά, κοινωνικά, περιβαλλοντικά  ή θρησκευτικά θέματα.

 

Στην  Άδωνης Παπαντωνίου κ.α. ν.   Υπουργικού Συμβουλίου   (Αρ.1) (1993) 4 CLR 399 λέχθηκαν τα εξής:

 

 «Το έννομο συμφέρον πρέπει να είναι άμεσο και προσωπικό. Αναφέρεται στον ειδικό δεσμό ο οποίος υπάρχει μεταξύ του αιτητή και της προσβαλλόμενης πράξης, λόγω της σχέσης του αιτητή με τη νομική ή/και πραγματική κατάσταση, την οποία θίγει κατά τρόπο βλαπτικό η πράξη ή η παράλειψη. Έννομο  συμφέρον υπάρχει όταν συντρέχουν δυο προϋποθέσεις:-

 

(α) Η προσβαλλόμενη πράξη προκαλεί υλική ή ηθική βλάβη στον αιτητή, και

 

(β) Ο αιτητής υφίσταται τη βλάβη με ορισμένη ιδιότητα, που αναγνωρίζεται από τους κανόνες του δικαίου, δηλαδή να υπάρχει μια ειδική έννομη σχέση του αιτητή με την προσβαλλόμενη πράξη (Βλ. Αποφάσεις Σ.Ε. 3606/1971, 4037/1979).

 

Ο κάτοικος ή ο ιδιοκτήτης όμορου ακίνητου, μπορεί να προσβάλει μόνο τις διοικητικές αποφάσεις, που η προσωπική του κατάσταση τον τοποθετεί σε άμεση και ειδική σχέση με αυτές.»

 

 

Στην  υπόθεση Σοφούλλα Χαραλάμπους (Αρ. 1) ν. Δημοκρατίας (1996) 3 ΑΑΔ 73, η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου συνόψισε τις αρχές για τη θεμελίωση εννόμου συμφέροντος, σε υποθέσεις που το περιβάλλον εξετάζεται «υπό την σκοπιά του συμφέροντος του προσφεύγοντος για την προστασία των όρων διαβίωσης του στη συγκεκριμένη περιοχή και των περιουσιακών του δικαιωμάτων στο βαθμό που επηρεάζονται από την επίδικη πράξη».

 

Λέχθηκαν μεταξύ άλλων τα ακόλουθα σχετικά:

 

«Πρέπει να τονιστεί ότι για τη θεμελίωση της ύπαρξης έννομου συμφέροντος αρκεί ο εύλογος (δηλαδή όχι προφανώς ασύστατος) ισχυρισμός ότι η προσβαλλόμενη πράξη θίγει έννομο συμφέρον του προσφεύγοντος · δεν απαιτείται δηλαδή απόδειξη, αλλ' αρκεί η πιθανολόγηση (Δαγτόγλου, πιο πάνω, παρα. 549).

 

 ....................

 

Θεωρούμε ότι ο ισχυρισμός της για ενδεχόμενη οχληρία και δυσοσμία αφόρητη για την υγεία και την ευημερία της δεν είναι προφανώς ασύστατος αλλά, αντιθέτως, είναι εύλογος. Η ύπαρξη της ισχυριζόμενης δυσοσμίας θα προκαλέσει επιδείνωση των όρων διαβίωσης της εφεσείουσας. Η τελευταία είναι ιδιοκτήτρια κτήματος σε περιοχή στην οποία σύμφωνα με την ισχύουσα πολεοδομική ρύθμιση απαγορεύεται η ανέγερση πτηνοτροφικών μονάδων (βλ. Κ.Δ.Π. 199/79). Έχει έννομο συμφέρον να διεκδικεί όπως η ισχύουσα πολεοδομική ρύθμιση μη τροποποιηθεί ή χαλαρωθεί με τρόπο που να έχει ως αποτέλεσμα την επιδείνωση των όρων διαβιώσεως της. (ΣτΕ 10/88). Έχει έννομο συμφέρον να διεκδικεί όπως οι κανονισμοί οι οποίοι απαγορεύουν την ανέγερση πτηνοτροφικών μονάδων στην περιοχή του κτήματός της, η οποία είναι οικιστική, μη τυγχάνουν οποιασδήποτε χαλάρωσης. Η επίδικη χαλάρωση και η συνεπακόλουθη ανέγερση πτηνοτροφικών υποστατικών σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της θα της προκαλέσει οχληρία. Περαιτέρω είναι βέβαιο ότι η οικονομική αξία της γης της θα μειωθεί γιατί η ανέγερση πτηνοτροφικής μονάδας σε οικιστική περιοχή αποτελεί παράγοντα επιβαρυντικό για την αξία της γης. Η έννοια του έννομου συμφέροντος των ιδιοκτητών της γης αναφορικά με ισχυριζόμενες παράνομες διοικητικές πράξεις οι οποίες αφορούν στην χορήγηση άδειας οικοδομής, μετά μάλιστα από χαλάρωση των σχετικών πολεοδομικών ρυθμίσεων, δεν πρέπει να περιορίζεται στους ιδιοκτήτες όμορων ακινήτων πρέπει να επεκτείνεται και στους ιδιοκτήτες ακινήτων οι οποίοι πιθανολογούν ότι με την επίδικη άδεια θα προκληθεί επιδείνωση των όρων διαβίωσης τους. Άλλωστε το έννομο συμφέρον δε χρειάζεται να είναι υλικό. (Βλ. Δαγτόγλου,.πιο πάνω, παρα. 546). Δεν έχει σημασία ότι η κατοικία της εφεσείουσας βρίσκετο υπό ανέγερση κατά τον κρίσιμο χρόνο. Δεν εγείρεται θέμα μελλοντικής προστασίας των δικαιωμάτων της, όπως έχει αποφανθεί το πρωτόδικο δικαστήριο, γιατί ενεστώς συμφέρον θεωρείται και εκείνο που απειλείται με βεβαιότητα στο άμεσο μέλλον - στην παρούσα υπόθεση μετά την περάτωση της ανέγερσης της οικίας.»

 

 

Συμφωνώ με τους καθ΄ ων η αίτηση ότι οι  αιτητές στην εξεταζόμενη προσφυγή αναφέρονται γενικά και αόριστα σε  δυσμενή  επηρεασμό της ιδιοκτησίας τους χωρίς να θεμελιώνουν τους ισχυρισμούς τους, πέραν κάποιων γενικών αναφορών ότι το έργο «εκθέτει σε απροσδιόριστους κινδύνους τους κατοίκους της περιοχής και/ή παραβιάζει τα δικαιώματα ποιότητας ζωής και αξιοπρεπούς διαβίωσης»[2] . Οι αιτητές δεν εξειδικεύουν τη βλάβη την οποία ισχυρίζονται ότι πρόκειται να υποστούν από την επίδικη ανάπτυξη και συγκεκριμένα πώς  πρόκειται να επηρεαστούν τα ακίνητα τους στην περιοχή.

 

Η νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου επιτάσσει την εξειδίκευση του  έννομου συμφέροντος  σε κάθε περίπτωση ξεχωριστά.

 

Στην υπόθεση Οικονομίδης ν. Επιτροπής Δημόσιας Υγείας Κάτω Ακουρδάλιας, κ.α. (1990) 3 (Β) Α.Α.Δ. 928,  αναφέρθηκαν τα ακόλουθα σχετικά ως προς την ανάγκη αμεσότητας του συμφέροντος του προσφεύγοντος: «Η ιδιότητα του περίοικου καθαυτή δεν φτάνει για να μπορεί να επικαλεσθεί την ακυρωτική δικαιοδοσία του δικαστηρίου με προσφυγή, γιατί η σύγχρονη έννομη τάξη δεν αναγνωρίζει τη λαϊκή αγωγή».

 

 Με βάση λοιπόν τις πιο πάνω νομολογιακές αρχές, κρίνω ότι οι αιτητές απέτυχαν  να αποδείξουν το απαιτούμενο έννομο συμφέρον για προώθηση της προσφυγής τους.  

 

Οι καθ΄ ων η αίτηση, εγείρουν  παράλληλα και /ή διαζευκτικά πέραν των δύο πιο πάνω προδικαστικών ενστάσεων, ως τρίτη προδικαστική ένσταση, ότι το Σωματείον-Αιτητές 1  δεν δύνανται να θεμελιώσουν έννομο συμφέρον.

 

Αντίθετα, οι αιτητές 1  ισχυρίζονται ότι έχουν έννομο συμφέρον  να επιδιώξουν την ακύρωση της επίδικης πράξης επειδή αυτή επηρεάζει αρνητικά το φυσικό περιβάλλον της περιοχής και επομένως καταστρατηγεί τους σκοπούς  του καταστατικού τους. 

 

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Thanos Club Hotels Ltd. v. ΕΤΕΚ (2000) 3 Α.Α.Δ. 323 έκρινε κατά τρόπο δεσμευτικό παρόμοιο ζήτημα  κατά την εξέταση της   ύπαρξης εννόμου συμφέροντος του Σωματείου «Φίλοι του Ακάμα» . Το Σωματείο ήταν ένας από τους αιτητές στην υπόθεση εκείνη που είχαν προσβάλει   την  απόφαση του Έπαρχου να χορηγήσει άδεια οικοδομής, για την ανέγερση στο Νέο Χωριό της Πάφου, ξενοδοχείου 5 αστέρων.

 

Το Ανώτατο Δικαστήριο στην υπόθεση Thanos (ως ανωτέρω), υπογράμμισε τα ακόλουθα σχετικά:

 

«Δεν επιδέχεται αμφισβήτησης η αναγκαιότητα για την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος. Σε σχέση με το οποίο, το ενδιαφέρον του κοινού μπορεί, κυρίως μέσω οργανωμένων συνόλων, να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο. Δεν ακολουθεί όμως πως ενόψει αυτού παρέχεται γενικά η δυνατότητα προσβολής διοικητικών αποφάσεων που αφορούν στο περιβάλλον, με προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος. Δεν είναι παραδεκτή στο σύστημά μας η actio popularis (Βλ. Pitsillos v. Cyprus Broadcasting Corporation (1982) 3 CLR 208).

 

........ στην Κοινότητα Πυργών κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 3498 αναγνωρίστηκε ότι η Χωριτική Αρχή νομιμοποιείται να προσφύγει στο Ανώτατο Δικαστήριο βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος για προστασία του περιβάλλοντος στην περιοχή της· όχι όμως και σύνδεσμοι, οργανώσεις, επιτροπές ............................ .................................

 

Η νομιμοποίηση προκύπτει λοιπόν από το συμφέρον το εγγενές στη φύση της αποστολής των αρχών τοπικής αυτοδιοίκησης. Θεμελιώνεται στην πολιτική του δικαίου - που δεν είναι ποτέ στατική - σε μια σύγχρονη κοινωνία με αναφορά σε ό,τι εγγενώς και νόμιμα καλύπτει από άποψης πεδίου ο ρόλος των αρχών τοπικής αυτοδιοίκησης.

 

...............................

... ένα Σωματείο δεν μπορεί να έχει, σε σχέση με το φυσικό περιβάλλον, νομική υπόσταση υπέρτερη από εκείνη του ιδιώτη: ο αριθμός προσώπων που συνθέτουν το Σωματείο δεν αποτελεί παράγοντα προς διαφοροποίηση· ούτε και τα όσα το Σωματείο επιλέγει να συμπεριλάβει στο καταστατικό του ως τους σκοπούς του, θα μπορούσαν να του προσδώσουν επ' αυτού δυνατότητες που δεν θα μπορούσε να έχει ο ιδιώτης. Αν λοιπόν σε τέτοιες περιπτώσεις δεν νομιμοποιείται ο ιδιώτης, δεν νομιμοποιείται ούτε το Σωματείο. Η νομολογία δεν αναγνώρισε τη νομιμοποίηση ούτε στη μια περίπτωση ούτε στην άλλη· γιατί η γενική νομιμοποίηση θα σήμαινε την αναγνώριση του actio popularis. Νομιμοποίηση θα μπορούσε να υπάρξει μόνο όπου κάποιος έχει την ιδιότητα περιοίκου - που σημαίνει αμεσότητα λόγω εγγύτητας χώρου - οπότε, το περιβάλλον εξετάζεται "υπό την σκοπιά του συμφέροντος του προσφεύγοντος για την προστασία των όρων διαβίωσής του στη συγκεκριμένη περιοχή και των περιουσιακών του δικαιωμάτων στο βαθμό που επηρεάζονται από την επίδικη πράξη.»

 

 

Έχοντας υπόψη τις ρητές πρόνοιες του άρθρου 146 του Συντάγματος, τις νομολογιακές αρχές σε σχέση με το ζήτημα, και ειδικά την απόφαση στην υπόθεση Κοινότητα Πυργών (ανωτέρω), καταλήγω στο  ότι και η προδικαστική ένσταση, που αφορά το ζήτημα της νομιμοποίησης του  σωματείου Σύνδεσμος Αποδήμων και Φίλων της Αρχιμανδρίτας-αιτητών 1, ευσταθεί.

 

Παρόλον που από  το καταστατικό του Σωματείου (Αιτητών 1) προκύπτει ότι μεταξύ των κύριων σκοπών του, είναι η προστασία της κοινότητας Αρχιμανδρίτας, η επίλυση των προβλημάτων της καθώς και η ανάπτυξη της, εντούτοις στην αίτηση ακυρώσεως και στην αγόρευση των αιτητών παρατηρώ ότι η επίκληση επιβάρυνσης του περιβάλλοντος είναι γενική και αόριστη.   Επίσης  γενική και αόριστη είναι και η αναφορά στον κατ΄ ισχυρισμό  επηρεασμό  των ανέσεων και της ποιότητας ζωής των κατοίκων της Αρχιμανδρίτας. Συνακόλουθα κρίνω ότι ελλείπουν τα στοιχεία εκείνα που δείχνουν δυσμενή επηρεασμό της κοινότητας και  άμεσο επηρεασμό των συμφερόντων ενός εκάστου των μελών του Σωματείου.

 

Στο πλαίσιο αυτό κρίνω ότι και η τρίτη προδικαστική ένσταση που εγείρουν οι καθ΄ ων η αίτηση επιτυγχάνει.

 

Με τη διαπίστωση ότι οι αιτητές στερούνται έννομου συμφέροντος, η προσφυγή δεν είναι παραδεκτή και απορρίπτεται, με €1200 έξοδα εις βάρος των αιτητών. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

 

 

 

                                                        Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,

                                                                       Δ.

 

 

/ΕΑΠ.



[1] Δήμος 'Εγκωμης v. Δημοκρατίας (1997) 3 ΑΑΔ 346 και Δημοκρατία ν. Συμβουλίου Βελτιώσεως Γερίου κ.α. (1998) 3 ΑΑΔ 210.

 

[2] Δέστε: Συμβούλιο Βελτιώσεως Γερίου ν. Δημοκρατίας (1995) 4 A.A.Δ. 2133 και Κοινότητα Ιδαλίου και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (1992) 4 A.A.Δ. 4577. Το δικαίωμα ενός περιοίκου ή ενός ιδιοκτήτη γειτνιάζοντος κτήματος να προσβάλει μια απόφαση της Διοίκησης που παραβλάπτει την ακίνητη ιδιοκτησία του εξετάστηκε σε αριθμό υποθέσεων από το Ανώτατο Δικαστήριο. (Δέστε: Kritiotis v. Municipality of Paphos (1986) 3 CLR 322 και Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας (1996) 3 A.A.Δ. 73).

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο