ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Yπουργικό Συμβούλιο και Άλλoι, Mαρίνα Nεοφύτου ν. (Aρ. 1) (2006) 3 ΑΑΔ 478
Δήμος Λευκωσίας ν. Νιόβης Παπαϊωάννου και Άλλων (2010) 3 ΑΑΔ 102
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υποθ. Αρ.1132 /2009)
25 Οκτωβρίου, 2012
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στης]
Αναφορικά με τα ΄Αρθρα 23, 25, 26, 28 και 146 του Συντάγματος
ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΑΓΙΑΣ ΒΑΡΒΑΡΑΣ
Αιτητές,
-και -
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, μέσω
1. Υπουργείου Εσωτερικών, και
2. Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως
Καθ΄ων η αίτηση.
------------------------
Α.Σ.Αγγελίδης, για τους Αιτητές.
Δ.Καλλίγερος - Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τους Καθ΄ων η αίτηση
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή οι αιτητές αμφισβητούν τη νομιμότητα της εκδοθείσας πολεοδομικής αδείας προς όφελος του Σκοπευτικού Ομίλου Πάφου.
Οι καθ΄ων η αίτηση είχαν προχωρήσει, στις 16 Απριλίου 2008, σε συμφωνία εκμίσθωσης προς τον Κυπριακό Οργανισμό Αθλητισμού του κρατικού τεμαχίου, αρ.108, Φ.Σχ.LI.21 στην Αγία Βαρβάρα Πάφου. Η εκμίσθωση ήταν για 33 χρόνια. Υπήρχε ρητός όρος στη σύμβαση ότι το κτήμα θα χρησιμοποιείτο, αποκλειστικά, ως σκοπευτήριο με την προϋπόθεση ότι θα εξασφαλίζοντο όλες οι απαιτούμενες άδειες. Ταυτοχρόνως, παρεχόταν δικαίωμα εκμίσθωσης του κτήματος στο Σκοπευτικό ΄Ομιλο Πάφου.
Στις 5 Μαϊου 2008, ο Κυπριακός Οργανισμός Αθλητισμού, προχώρησε σε μίσθωση του κτήματος στο Σκοπευτικό ΄Ομιλο Πάφου, στο ενδιαφερόμενο μέρος. Οι τελευταίοι προχώρησαν στις 13 Μαϊου 2008 και καταχώρισαν την αίτηση υπ΄αριθμό ΠΑΦ/0545/2008 με σκοπό την παραχώρηση πολεοδομικής αδείας για το σκοπευτήριο, το οποίο, ήδη υφίστατο. Η πολεοδομική αρχή προχώρησε, στις 16 Ιουνίου 2009, στην παραχώρηση της ζητηθείσας πολεοδομικής αδείας Υλοποιώντας τον όρο 516 της αδείας, είχε συναφθεί συμφωνία μεταξύ της πολεοδομικής αρχής και του ενδιαφερόμενου μέρους, με σκοπό τη διασφάλιση υλοποίησης των όρων 504, 508 και 512 της εν λόγω αδείας. Στη συνέχεια το ενδιαφερόμενο μέρος υπέβαλε στις 24 Ιουνίου 2009 αίτηση για έγκριση θεμάτων που είχαν διαφυλαχθεί στην εν λόγω άδεια, αίτηση η οποία εγκρίθηκε στις 30 Ιουνίου 2009. Ακολούθως στις 8 Οκτωβρίου 2009 εκδόθηκε η άδεια οικοδομής και άδεια λειτουργίας του σκοπευτηρίου, με διάρκεια ισχύος μέχρι τις 30 Ιουνίου 2010.
Όπως έχω σημειώσει πιο πάνω, ο αιτητές προσβάλλουν την απόφαση για χορήγηση της εν λόγω πολεοδομικής αδείας.
Κατά το στάδιο της συζήτησης της υπόθεσης τέθηκε θέμα κατά πόσο η προσφυγή καθίσταται αλυσιτελής λαμβανομένου υπόψη ότι προσβάλλεται μόνο η παραχωρηθείσα πολεοδομική άδεια και όχι και η άδεια οικοδομής.
Αναφορικά με το θέμα αυτό ο ευπαίδευτος συνήγορος των αιτητών εισηγήθηκε ότι σε περίπτωση ακυρώσεως της πολεοδομικής αδείας δημιουργείται δεδικασμένο με το οποίο η διοίκηση οφείλει να συμμορφωθεί. Η ακύρωση της πολεοδομικής αδείας συμπαρασύρει, όπως είπε, σε ακυρότητα και την άδεια οικοδομής.
Όπως έχει τονιστεί στην υπόθεση Νεοφύτου ν. της Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 478, η προσβολή μόνο της πολεοδομικής αδείας, χωρίς ταυτόχρονη προσβολή και της αδείας οικοδομής, δημιουργεί ένα κενό που σε περίπτωση ακύρωσης της πρώτης αφήνει άθικτο τη δεύτερη. Περαιτέρω, στην υπόθεση Δήμος Λευκωσίας ν. Παπαϊωάννου κ.ά. (2010) 3 Α.Α.Δ. 102, τονίστηκε ότι η άδεια οικοδομής στην έκταση που στηρίζεται στην πολεοδομική άδεια δεν μπορεί από μόνη της επιτυχώς να προσβληθεί, παρά μόνο, στην έκταση που προσβάλλονται άλλα στοιχεία ανεξάρτητα της. Θα πρέπει περαιτέρω τονίστηκε, ότι η συμπροσβολή των δύο αδειών, πολεοδομικής και οικοδομικής, με την ίδια προσφυγή είναι αναγκαία και απαραίτητη, άλλως η προσφυγή θα είναι καταδικαστέα σε αποτυχία. Ανάλογο θέμα με είχε απασχολήσει και στην υπόθεση 1260/2008 Παρασκευά ν. της Δημοκρατίας, 8 Σεπτεμβρίου 2011.
Στην υπό κρίση υπόθεση οι αιτητές προσβάλλουν μόνο την πολεοδομική άδεια. Από τη στιγμή που δεν έχει αμφισβητηθεί, με οποιοδήποτε τρόπο, η νομιμότητα της εκδοθείσας μεταγενέστερα, (8 Οκτωβρίου 2009) αδείας οικοδομής, είμαι της γνώμης ότι το ένδικο μέσο, είναι αλυσιτελές.
Ως αποτέλεσμα τούτου, η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των καθ΄ων η αίτηση και εναντίον των αιτητών.
Κ.Παμπαλλής, Δ.