ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 818/2010
17 Σεπτεμβρίου, 2012
[Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ/ΣΤΗΣ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28, 29 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
SENTHIL THEVATHAS
Aιτητής
- ΚΑΙ -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
1. ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ
2. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΤΜΗΜΑΤΟΣ
ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΚΑΙ/Η
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ
ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
3. ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΣΥΛΟΥ
Καθ' ων η αίτηση
.................
Αίτηση για προσωρινό διάταγμα ημερ. 30/4/2012
Μ. Παρασκευάς, για τον αιτητή
Λ. Χριστοδουλίδου-Ζαννέτου (κα) Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση
...................................
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ: Στις 23/6/2010 καταχωρήθηκε η υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο προσφυγή (που τροποποιήθηκε στις 5/10/2011 σύμφωνα με διάταγμα του δικαστηρίου ημερ. 22/9/2011), με την οποία ζητείται η ακόλουθη θεραπεία:
«Α. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 13/8/2008 για απόρριψη του αιτήματος του για παραχώρηση ασύλου είναι παράνομη είναι άκυρη και/ή στερείται οιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.
Β. Οποιαδήποτε άλλη ή/και περαιτέρω θεραπεία, την οποία το Σεβαστό Δικαστήριο ήθελε θεωρήσει δίκαιη ή/και εύλογη υπό τις περιστάσεις.
Γ. Έξοδα.»
Aρχικά το αιτητικό Α περιοριζόταν σε αίτημα για ακύρωση απόφασης για «άρνηση ανανέωσης άδειας παραμονής στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας ως φοιτητή» αλλά η τροποποίηση επιτράπηκε, παρά την ένσταση των καθ' ων η αίτηση, για τους λόγους που φαίνονται στην απόφαση μου ημερ. 22/9/2011.
Κάπου δυο χρόνια μετά και συγκεκριμένα στις 30/4/2012 (και αφού καταχωρήθηκαν η γραπτή αγόρευση αιτητή και καθ' ων η αίτηση) ο αιτητής καταχώρησε μονομερή αίτηση για προσωρινό διάταγμα με το οποίο (Α) «να ανασταλούν άμεσα οι παράνομες διαδικασίες απέλασης του», (Β) όπως ο αιτητής «αφεθεί άμεσα ελεύθερος καθότι η κράτηση του μετά από παράνομη σύλληψη του στις 27/4/2012 από την αστυνομία σε τυπικό έλεγχο στο δρόμο είναι παντελώς παράνομη» και (Γ) όπως διαταχθούν οι καθ' ων η αίτηση «να θεωρούν νόμιμη την παραμονή του στη Δημοκρατία μέχρι την αποπεράτωση της προσφυγής». Στην αίτηση αυτή (που επιδόθηκε με οδηγίες του Δικαστηρίου), καταχωρήθηκε ένσταση και το Δικαστήριο άρχισε να ακούει την αίτηση. Ουσιαστικά ολοκληρώθηκε η διαδικασία αλλά όταν δόθηκε το δικαίωμα στον συνήγορο του αιτητή να προσθέσει οτιδήποτε υπό μορφή απάντησης δήλωσε ότι θα ζητούσε παραπομπή νομικού θέματος στο Δικαστήριο Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Έτσι η διαδικασία διακόπηκε και ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή, στις 14/6/2012 καταχώρησε αίτηση ζητώντας την προδικαστική παραπομπή στο Δικαστήριο Ευρωπαϊκής Ένωσης νομικού ερωτήματος, αίτημα στο οποίο υπήρξε ένσταση από τους καθ' ων η αίτηση και που το δικαστήριο τελικά αρνήθηκε να παραπέμψει, ως η απόφαση ημερ. 9/8/2012.
Αποτέλεσμα των πιο πάνω ήταν η συνέχιση της ακρόασης της αίτησης για προσωρινό διάταγμα στις 5/9/2012, οπότε και επιφυλάχθηκε η απόφαση.
Την αίτηση για προσωρινό διάταγμα συνοδεύει σχετική ένορκη δήλωση του Παναγιώτη Σαββίδη, ο οποίος, όπως δηλώνει, είναι ασκούμενος δικηγόρος στο δικηγορικό γραφείο του κ. Μιχάλη Παρασκευά, δηλαδή του δικηγόρου του αιτητή. Η ένορκη δήλωση είναι μακροσκελής. Η ουσία της είναι ότι ο αιτητής ευρίσκεται στην Κύπρο νόμιμα υπό το καθεστώς αιτητή ασύλου και ότι «ουδέποτε εν πάση περιπτώσει εκδόθηκαν διατάγματα με τα οποία ο αιτητής κηρύχθηκε παράνομος ή διάταγμα απέλασης του αιτητή». Ότι σε τυπικό έλεγχο από την Αστυνομία στην επαρχία Λευκωσίας που έγινε το βράδυ της 27/4/2012 η αστυνομία έθεσε τον αιτητή υπο κράτηση αρχικά στον Αστυνομικό Σταθμό Πύλης Πάφου και την επομένη στον Αστυνομικό Σταθμό Αγίας Νάπας. Σε τηλεφωνική επικοινωνία, που είχε ο δικηγόρος του, αστυνομικοί του Τμήματος Μετανάστευσης τον πληροφόρησαν ότι «επίκειται ίσως και εντός της ημέρας η με συνοπτικές διαδικασίες απέλαση του αιτητή». Ο αιτητής στη χώρα του ήταν αντάρτης του ένοπλου Τμήματος των Τίγρεων των Ταμίλ, απελευθερωτικό κίνημα. Έχει σφαίρα στον ώμο και θραύσματα σφαίρας στο κρανίο. Αν απελαθεί η ζωή του κινδυνεύει. Η κράτηση και «επιχειρούμενη απέλασή του» είναι παράνομες. Προβαίνει ο ίδιος (ο ασκούμενος δικηγόρος) στην ένορκη δήλωση «λόγω της άμεσης και ταχείας ανάγκης παύσης αυτής της παράνομης διαδικασίας που θέτει σε κίνδυνο τη ζωή του αιτητή». Εφόσον η αίτηση ασύλου δεν έχει εξεταστεί από το δικαστήριο ο αιτητής έχει δικαίωμα σύμφωνα και με άρθρο 7 της Οδηγίας 2005/85 παραμονής του στην Κύπρο έως ότου εξεταστεί η αίτηση ασύλου από το δικαστήριο. Επικαλέστηκε μεταξύ άλλων και την υπόθεση 493/2010 ημερ. 20/9/2010. Αναφέρει ο ενόρκως δηλών (Παράγραφοι 12-17 της ένορκης δήλωσης) αριθμό παραλείψεων του Κράτους σχετικά με ταχεία δικαστική εξέταση της νομιμότητας κράτησης, ότι δεν δόθηκαν στον αιτητή συστηματικά πληροφορίες σχετικά με τα δικαιώματα του σύμφωνα με την Οδηγία 2008/115/ΕΚ και ότι δεν τήρησαν οι καθ' ων η αίτηση τη δεσμευτική απόφαση του ΔΕΚ C-61/11 PPU ημερ. 28/4/2011.
Από πλευράς της ευπαιδεύτου δικηγόρου των καθ' ων η αίτηση με την καταχωρηθείσα ένσταση προβάλλονται τόσο προδικαστικές ενστάσεις όσο και ένσταση επί της ουσίας της αίτησης.
Προδικαστικά εγείρονται τα εξής:
«1. Εγείρεται προδικαστική ένσταση, ότι με την προσφυγή του ο αιτητής προσβάλλει πράξη της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ενώ με την ενδιάμεση αίτηση του αξιώνει την αναστολή πράξεων άλλου διοικητικού οργάνου, ήτοι της Διευθύντριας Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης.
2. Εγείρεται, περαιτέρω, προδικαστική ένσταση, ότι η προσφυγή, στα πλαίσια της οποίας ασκήθηκε η παρούσα ενδιάμεση αίτηση για έκδοση προσωρινών διαταγμάτων, ασκήθηκε εκπρόθεσμα.
3. Εγείρεται, επίσης, περαιτέρω προδικαστική ένσταση, ότι με την προσφυγή του ο αιτητής δεν προσβάλλει τα διατάγματα κράτησης και απέλασης και ως εκ τούτου δεν μπορεί να ζητά αναστολή των διαταγμάτων με την ενδιάμεση αίτηση.
4. Εγείρεται, πρόσθετα, προδικαστική ένσταση ότι ο αιτητής δεν νομιμοποιείται να ζητά την αιτούμενη θεραπεία καθ' ότι δεν έχει έννομο συμφέρον, αφού δεν κατέχει νόμιμη άδεια παραμονής στη Δημοκρατία και είναι απαγορευμένος μετανάστης.
5. Εγείρεται, περαιτέρω, προδικαστική ένσταση, ότι η Ένορκος Δήλωση που συνοδεύει την αίτηση του αιτητή είναι αντικανονική.
6. Εγείρεται τέλος, προδικαστική ένσταση, ότι η αίτηση αυτή αποτελεί κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας.»
Διαζευκτικά των πιο πάνω προδικαστικών ενστάσεων και επί της ουσίας της αίτησης, η πλευρά των καθ' ων η αίτηση υποστηρίζει ότι ο αιτητής δεν έχει ικανοποιήσει τις απαιτήσεις και προϋποθέσεις που διέπουν την έκδοση προσωρινών διαταγμάτων αφού δεν απέδειξε είτε (α) έκδηλη παρανομία, είτε (β) ανεπανόρθωτη ζημιά. Όλοι οι νομικοί λόγοι που εγείρει ο αιτητής είναι λόγοι που θα πρέπει να εξεταστούν στα πλαίσια της ουσίας της κυρίως προσφυγής και όχι σ' αυτό το στάδιο.
Η ένσταση υποστηρίζεται από την ένορκη δήλωση της Σωτηρίας Γιωργούλα, Διοικητικής Λειτουργού στο Τμήμα Αρχείου, Πληθυσμού και Μετανάστευσης. Αναφέρει ότι σύμφωνα με τα σχετικά στοιχεία ο αιτητής είναι από τη Σρι Λάνκα, γεννήθηκε στις 19/11/1973 και αφού υπέβαλε αίτηση για άδεια εισόδου στην Κύπρο ως φοιτητής στο The Philips College, του παραχωρήθηκε άδεια στις 23/1/2003. Αφίχθηκε στην Κύπρο στις 19/2/2003 και αντί να μεταβεί στο κολλέγιο υπέβαλε στις 11/6/2003 αίτηση για άδεια προσωρινής παραμονής ως αιτητής ασύλου. Του παραχωρήθηκε άδεια αρχικά με ισχύ «for so long" και μετά από νέα αίτηση ημερ. 12/1/2005 μέχρι 1/3/2006. Νυμφεύθηκε ομοεθνή του στις 3/6/2005 αλλά στις 22/4/2007 πήρε διαζύγιο από το Οικογενειακό Δικαστήριο Λευκωσίας.
Το αίτημα του αιτητή για άσυλο απορρίφθηκε πρώτα από την Υπηρεσία Ασύλου και στη συνέχεια από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων στις 13/8/2008 με αποτέλεσμα την παρούσα προσφυγή.
Ο αιτητής τέλεσε δεύτερο γάμο με ευρωπαία, ο οποίος γάμος αργότερα διαφάνηκε ότι ήταν εικονικός και κηρύχθηκε ως τέτοιος από τη Διευθύντρια αφού βασίστηκε στη γνώμη της Συμβουλευτικής Επιτροπής Εικονικών Γάμων. Ως αποτέλεσμα ακυρώθηκε το Δελτίο Διαμονής και ειδοποιήθηκε ο αιτητής με επιστολή ημερ. 20/2/2012 και κλήθηκε να αναχωρήσει από την Κύπρο. Πληροφορήθηκε ότι έχει και δικαίωμα ιεραρχικής προσφυγής, κάτι όμως που παρέλειψε να πράξει. Ως αποτέλεσμα στις 28/4/2012 που εντοπίστηκε, συνελήφθηκε από την Αστυνομία, αφού ήταν παράνομα στην Κύπρο. Επίσης εκδόθηκαν διατάγματα κράτησης και απέλασης (τεκμ. 30 και 31 στην ένσταση στην κυρίως προσφυγή).
Αμφότεροι οι ευπαίδευτοι συνήγοροι υποστήριξαν τις αντίστοιχες θέσεις τους με αναφορά και σε σχετική νομολογία.
Πρέπει εδώ να σημειώσω ότι στις 10/5/2012 που εμφανίστηκε για πρώτη φορά στην αίτηση για προσωρινό διάταγμα η ευπαίδευτη δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση δήλωσε ότι δεν θα προχωρούσαν σε απέλαση του αιτητή ενόσω εκκρεμούσε η υπόθεση. Επίσης αναφέρω από αυτό το στάδιο ότι η αιτούμενη με την παράγραφο (Γ) της αίτησης θεραπεία, να διαταχθούν δηλαδή οι καθ' ων η αίτηση να θεωρούν νόμιμη την εδώ παραμονή του αιτητή, σίγουρα δεν μπορεί να έχει επιτυχή κατάληξη και γι' αυτό απορρίπτεται. Επομένως τα όσα ακολουθούν αφορούν βασικά τη θεραπεία (Β) της αίτησης που ζητά να αφεθεί άμεσα ελεύθερος ο αιτητής μετά από την παράνομη σύλληψη του από την αστυνομία.
Αναφορικά με τη νομική πτυχή αρκούμαι να αναφερθώ σε μερικές μόνο από τις πολλές αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Στην υπόθεση Ιωάννης Αντωνίου ν. Συμβουλίου Κεντρικού Σφαγείου Κοφίνου, (2001) 3 (Α) Α.Α.Δ. 164, ο Νικήτας, Δ. (όπως ήταν τότε) στη σελ. 167 ανάφερε τα ακόλουθα:
«Ο καν. 13 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962 είναι η δικονομική βάση για την παροχή προσωρινής προστασίας στις διοικητικές υποθέσεις. Αποτέλεσε δε και σ' αυτή την περίπτωση το νομικό έρεισμα της αίτησης. Είναι κοινός τόπος, αλλά πρέπει να υπογραμμισθεί, ότι η εξουσία αυτή του δικαστηρίου είναι διακριτικού χαρακτήρα και ότι ασκείται με φειδώ. Για να πετύχει ένα τέτοιο διάβημα χρειάζεται η συνδρομή δύο προϋποθέσεων: (1) έκδηλη παρανομία της πράξης, και (2) ανεπανόρθωτη ζημία, που μπορεί να προκαλέσει στο διοικούμενο η άμεση εφαρμογή της (βλ. για εκτενή ανάλυση την απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση 141/89 Κροκίδου κ.α. ν. Δημοκρατίας ημερ. 29/5/90 και Λοϊζίδη ν. Υπουργού Εξωτερικών (1995) 3 Α.Α.Δ. 233). Δεν είναι όμως απαραίτητο να συντρέχουν και οι δύο παραπάνω όροι προτού το Δικαστήριο εκδώσει διάταγμα.»
Στην υπόθεση Sigma Radio T.V. Ltd. v. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, προσφ. αρ. 1140/03, ημερ. 1/12/03, ο Καλλής Δ. στη σελ. 5 διατύπωσε τη νομική πτυχή ως εξής:
«Έχει νομολογηθεί ότι η έκδηλη παρανομία αποτελεί λόγο για χορήγηση προσωρινού διατάγματος έστω και αν δεν έχει αποδειχθεί ανεπανόρθωτη ζημία και έστω και αν θα προκληθούν σοβαρά προβλήματα στην Διοίκηση. Ωστόσο αποτελεί λόγο που θα πρέπει να προσεγγίζεται με μεγάλη προσοχή γιατί δυνατόν να ισοδυναμεί με έκδοση απόφασης επί της ουσίας. Η αναστολή αποτελεί πάντοτε ζήτημα διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου και όχι ζήτημα δικαιώματος (βλ. Σοφοκλέους, πιο πάνω). Επίσης, είναι νομολογημένο ότι τα νομικά ζητήματα πρέπει να επιλύονται κατά τη δίκη. Επίλυση τους στο στάδιο της διαδικασίας για χορήγηση προσωρινού διατάγματος αποτελεί σοβαρή επέμβαση στην πορεία της δίκης και στα επίδικα θέματα τα οποία θα εξεταστούν από τον δικάζοντα Δικαστή (βλ. Οικονομίδης ν. Δημοκρατίας (1982) 3 Α.Α.Δ. 837 (απόφαση Ολομέλειας).»
Στην υπόθεση ΑΤΗΚ ν. Δημοκρατίας (2003) 3 Α.Α.Δ. 248, ο Κωνσταντινίδης Δ., με αναφορά στην υπόθεση Λοϊζίδης ν. Υπουργού Εξωτερικών (1995) 3 Α.Α.Δ. 233 συνοψίζει την έννοια της έκδηλης παρανομίας ως εξής:
«Έκδηλη παρανομία είναι εκείνη που, αν δεν αναδύεται αυτόματα, ανακύπτει κατόπιν αναλογισμού ως προς τις επιπτώσεις στοιχείων ενυπαρχόντων στο διαθέσιμο υλικό εφόσον βέβαια ό,τι απορρέει παραμένει αντικειμενικά αναντίλεκτο και μη υποκείμενο σε στάθμιση για έκφραση κρίσης.»
Εφόσον υπάρχουν προδικαστικές ενστάσεις είναι ορθό όπως εξεταστούν πρώτα αυτές. Αναφορικά με τη 2η προδικαστική ένσταση ότι δηλαδή η προσφυγή στα πλαίσια της οποίας υποβάλλεται η παρούσα αίτηση είναι εκπρόθεσμη, σημειώνω ότι η ένσταση αυτή υπάρχει και στην ένσταση στην κυρίως προσφυγή.
Ο αιτητής με την κυρίως προσφυγή (όπως τροποποιήθηκε) προσβάλλει απόφαση ημερ. 13/8/2008. Η προσφυγή καταχωρήθηκε στις 23/6/2010, κάτι που εκ πρώτης όψεως δείχνει ότι είναι εκπρόθεσμη. Όμως ενόψει του ισχυρισμού του αιτητή (βλ. παράγραφος 14 της γραπτής του αγόρευσης στην κυρίως προσφυγή) ότι έλαβε γνώση για πρώτη φορά της εν λόγω απόφασης στις 13/4/2010, για σκοπούς της παρούσας αίτησης θα θεωρήσω απλώς ότι έχει μια, εκ πρώτης όψεως αδύνατη υπόθεση, όσον αφορά την κυρίως προσφυγή αλλά δε θα ήταν ορθό να προβώ στα πλαίσια αυτής της αίτησης σε εύρημα ότι είναι πράγματι εκπρόθεσμη, γιατί αυτό θα οδηγούσε όχι μόνο στην απόρριψη της αίτησης αλλά και της κυρίως προσφυγής. Επομένως έχουμε θέμα που θα πρέπει να εξετασθεί στα πλαίσια της κυρίως προσφυγής.
Η άλλη προδικαστική ένσταση (αρ. 1) βρίσκω να είναι συναφής με την υπ' αρ. 3. Έτσι θα τις εξετάσω μαζί. Ισχυρίζεται η ευπαίδευτη δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση ότι ενώ με την προσφυγή προσβάλλεται μόνο η απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων ημερ. 13/8/2008, με την αίτηση για προσωρινό διάταγμα ο αιτητής ζητά την αναστολή απόφασης άλλου οργάνου, δηλαδή της Διευθύντριας Αρχείου, Πληθυσμού, Μετανάστευσης.
Από τα αναντίλεκτα γεγονότα φαίνεται ότι όταν καταχωρήθηκε η προσφυγή δεν υπήρξαν διατάγματα κράτησης και απέλασης. Αυτά εκδόθηκαν στις 28/4/2012 όταν συνελήφθηκε ο αιτητής και πράγματι δεν φαίνεται αυτά να έχουν προσβληθεί με προσφυγή. Επομένως βρίσκω ορθή τη θέση της ευπαιδεύτου δικηγόρου των καθ' ων η αίτηση ότι δεν μπορεί ο αιτητής με αίτηση για προσωρινό διάταγμα να ζητά την αναστολή διαταγμάτων που δεν προσβάλλει με την προσφυγή. Ήδη ανέφερα ότι με την ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την αίτηση για προσωρινό διάταγμα διατυπώνεται η θέση ότι «ουδέποτε εν πάση περιπτώσει εκδόθηκαν διατάγματα με τα οποία ο αιτητής κηρύχθηκε παράνομος ή διάταγμα απέλασης του αιτητή». Η εν λόγω ένορκη δήλωση φέρει ημερομηνία 30/4/2012 ενώ με τα όσα αναφέρονται στην παράγραφο 25 της ένορκης δήλωσης που υποστηρίζει την ένσταση εκδόθηκαν διατάγματα κράτησης και απέλασης στις 28/4/2012 που γνωστοποιήθηκαν στον ίδιο τον αιτητή.
Τα πιο πάνω φέρνουν στο προσκήνιο και την προδικαστική ένσταση αρ. 5 ότι η ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την αίτηση είναι αντικανονική αφού αφορά γεγονότα που γνωρίζει προσωπικά ο αιτητής, ενώ η ένορκη δήλωση γίνεται ουσιαστικά από το δικηγόρο του, κάτι που σύμφωνα με τη νομολογία είναι ανεπιθύμητο. Η δικαιολογία που δίνει ο ενόρκως δηλών γιατί να ορκιστεί αυτός και όχι ο αιτητής, κρίνω ότι δεν είναι ικανοποιητική.
Καταλήγω ότι ο συνδυασμός των πιο πάνω οδηγεί στην αποδοχή των προδικαστικών ενστάσεων 1, 3 και 5 και επομένως αποτελούν αρκετό λόγο για απόρριψη της αίτησης.
Παρά τα πιο πάνω θα εξετάσω και την 6η προδικαστική ένσταση ότι δηλαδή η αίτηση αποτελεί κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας.
Από τα ενώπιον μου γεγονότα, όπως τα παρέθεσα πιο πάνω, προκύπτει ότι ενώ στις 10/5/2012 η κυρίως προσφυγή με καταχωρημένες την γραπτή αγόρευση του αιτητή και των καθ' ων η αίτηση ορίστηκε στις 28/5/2012 με οδηγίες για καταχώρηση απαντητικής αγόρευσης εκ μέρους του αιτητή οπότε και θα αποπερατώνετο η ακρόασή της, η πλευρά του αιτητή παρέλειψε να καταχωρήσει απαντητική αγόρευση στην κυρίως προσφυγή και καταχώρησε την παρούσα αίτηση με συνέπεια την όλη καθυστέρηση στην εκδίκαση της προσφυγής. Ενόψει του ότι η παραχώρηση προσωρινών διαταγμάτων είναι στην διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου, κρίνω ότι κι' αν ακόμα κατά τα άλλα η αίτηση θα μπορούσε να επιτύχει, θα απέρριπτα αυτή λόγω κατάχρησης της δικαστικής διαδικασίας.
Με βάση όλα τα πιο πάνω η αίτηση για προσωρινό διάταγμα απορρίπτεται με €500 έξοδα (πλέον ΦΠΑ αν υπάρχει) εναντίον του αιτητή.
Μ. Φωτίου, Δ.
/ΚΑΣ