ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 500/2009)
28 Σεπτεμβρίου, 2012
[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΠΕΤΡΟΣ ΑΥΓΟΥΣΤΗ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΥΓΕΙΑΣ,
Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Μαριάννα Στυλιανού (κα), για Χρίστο Κληρίδη, για τον Αιτητή.
Ζωή Κυριακίδου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή, ο αιτητής ζητά από το Δικαστήριο όπως κηρυχθεί άκυρη και χωρίς νομικό αποτέλεσμα απόφαση του Υπουργείου Υγείας, ημερομηνίας 13/2/2009, με την οποία αίτημά του για παραχώρηση δωρεάν περίθαλψης στο ιδιωτικό Ιατρικό Κέντρο American Heart Institute, (το «Κέντρο»), απορρίφθηκε.
Σύμφωνα με τα γεγονότα, ο αιτητής, συνταξιούχος δημόσιος υπάλληλος, με επιστολή του ημερομηνίας 3/2/2009, στην οποία επισύναψε ιατρικό πιστοποιητικό, ζήτησε από τη Γενική Διευθύντρια Ιατρικών Υπηρεσιών και Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας, (η «Διευθύντρια»), όπως εγκριθεί η δωρεάν περίθαλψή του στο Κέντρο. Το αίτημά του, με βάση το Σχέδιο Παροχής Οικονομικής Αρωγής για Υπηρεσίες που δεν προσφέρονται στο Δημόσιο Τομέα εστάλη από τη Διευθύντρια στην Επιτροπή Ειδικών Χειρουργικής Καρδίας Θώρακα και Αγγείων, (η «Επιτροπή»), η οποία, αφού το εξέτασε, το απέρριψε. ΄Οπως κατέγραψε σε ΄Εκθεσή της, η εγχείρηση αορτοστεφανιαίας παράκαμψης και αντικατάστασης αορτικής βαλβίδας, στην οποία αφορούσε το αίτημα, γίνεται στο Χειρουργικό Τμήμα Καρδίας Αγγείων και Θώρακα του Γενικού Νοσοκομείου Λευκωσίας. Η Διευθύντρια, ενόψει της ΄Εκθεσης της Επιτροπής, απέρριψε το αίτημα και ενημέρωσε τον αιτητή, με επιστολή της ημερομηνίας 13/2/2009, ως ακολούθως:-
«Αξιότιμε κύριε,
Θέμα: Αίτημα για παροχή οικονομικής βοήθειας για θεραπεία στον ιδιωτικό τομέα
΄Εχω οδηγίες να αναφερθώ στην επιστολή σας προς τον Γενικό Διευθυντή και να σας ενημερώσω ότι με βάση το Σχέδιο Παροχής Οικονομικής Αρωγής για υπηρεσίες Υγείας που δεν προσφέρονται στο Δημόσιο τομέα, άρθρο 2 το αίτημα σας στάληκε στην επιτροπή Χειρουργικής Καρδίας Αγγείων και Θώρακα για εξέταση και απορρίφθηκε επειδή κρίνει ότι η εγχείρηση αορτοστεφανιαίας παράκαμψης και αντικατάστασης αορτικής βαλβίδας προσφέρεται στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας.»
Οι καθ' ων η αίτηση, με την ένστασή τους, ήγειραν προδικαστικά ζήτημα δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου, ισχυριζόμενοι ότι η προσβαλλόμενη πράξη αφορά χρηματική διαφορά και, συνεπώς, εμπίπτει στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων, με τη γραπτή αγόρευση, όμως, του συνηγόρου τους, ορθά δεν το προώθησαν.
Με την προσφυγή του, ο αιτητής, για ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης, θέτει τα πιο κάτω νομικά σημεία:-
«1. Η πράξη ή απόφαση της καθ' ης η Αίτηση είναι παράνομη και αντίθετη προς το Σύνταγμα, το άρθρο 146(5) αυτού, το Ν.158(1)/99 και τις γενικές αρχές του Διοικητικού Δικαίου όπως καθορίζονται από το Νόμο και τη Νομολογία.
2. Η Καθ' ης η Αίτηση ενήργησε κατά παράβαση του Νόμου, Κανονισμών και Διαδικασίας, ή/και κατά κατάχρηση ή/και υπέρβαση εξουσίας.
3. Η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε χωρίς δέουσα έρευνα.
4. Η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε κακόπιστα και/ή κατά παράβαση των αρχών της χρηστής διοίκησης.
5. Η προσβαλλόμενη πράξη ή απόφαση είναι προϊόν αλλότριου σκοπού και παραβιάζει τα κεκτημένα δικαιώματα της Αιτήτριας, τους κανόνες της φυσικής δικαιοσύνης, των ίσων ευκαιριών και ίσης μεταχείρισης.
6. Η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται αιτιολογίας και δέουσας έρευνας.
7. Η προσβαλλόμενη πράξη ή απόφαση είναι αποτέλεσμα εσφαλμένης εφαρμογής του Νόμου, Κανονισμών, Διαδικασίας και λήφθηκε κάτω από συνθήκες που ισοδυναμούν με κατάχρηση εξουσίας.
8. Ο Αιτητής επιφυλάσσει το δικαίωμά του να προσθέσει και/ή να τροποποιήσει και/ή να διαφοροποιήσει τους νομικούς λόγους της προσφυγής του σε μεταγενέστερο στάδιο.»
Με τη γραπτή αγόρευση του συνηγόρου του, προβάλλει ότι έχουν παραβιαστεί τα ΄Αρθρα 5, 6(1), 7(4) και 8 του Σχεδίου, ως επίσης και τα ΄Αρθρα 28, 45 - 47 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999, (Ν. 158(Ι)/99). Υποστηρίζει ότι η μη συμμετοχή στην Επιτροπή του ιδιώτη ιατρού Δ/ρος Ν. Αγγελίδη, με το αιτιολογικό «ότι αυτός δε θέλει να παρευρεθεί» επιδρά στο νόμιμο της σύστασής της, ανεξάρτητα αν αυτός κλήθηκε ή δεν κλήθηκε να παραστεί σ' αυτήν. Περαιτέρω, ισχυρίζεται ότι δεν έγινε από τον Υπουργό η δέουσα έρευνα, ούτε και υπάρχει αιτιολογία για την απόρριψη του αιτήματός του. Απλή αναφορά στην ΄Εκθεση της Επιτροπής του ΄Αρθρου 8(2) του Σχεδίου, το οποίο προβλέπει τι αυτή θα πρέπει να περιλαμβάνει, δε διασώζει την προσβαλλόμενη απόφαση. Τέλος, αναφέρει, η Επιτροπή δεν προέβη σε οποιαδήποτε έρευνα για να διαπιστώσει και να λάβει υπόψη της τις συνθήκες που επικρατούν στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας, τις οποίες ο ίδιος γνωρίζει, αφού τις βίωσε, πριν γίνει η δική του διάγνωση, μέσω της νοσηλείας του αποβιώσαντος αδελφού του. Τις χαρακτήρισε να είναι «οι χείριστες, χαμηλού επιπέδου, εντελώς αναποτελεσματικές και με χαρακτηριστική βραδύτητα». Προβάλλει, επίσης, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση παραβιάζει το ΄Αρθρο 3 του Σχεδίου, εφόσον η απόφαση δε λήφθηκε από τον Υπουργό Υγείας αλλά τη Διευθύντρια. Τέλος, ότι παραβιάζει την αρχή της καλής πίστης και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του πολίτη προς τη Διοίκηση.
Απορρίπτοντας τα πιο πάνω η πλευρά των καθ' ων η αίτηση, σε σχέση με τους ισχυρισμούς που αφορούν στο Σχέδιο, παραπέμπουν στους λόγους ακυρότητας της προσφυγής και υποστηρίζουν ότι οι εν λόγω ισχυρισμοί δεν καλύπτονται. Σε ό,τι αφορά το Σχέδιο που ίσχυε κατά το χρόνο λήψης της προσβαλλόμενης απόφασης, αυτό, υπέβαλαν, είναι το Σχέδιο του 2007, επισυνημμένο στην ένσταση, και όχι αυτό το οποίο επικαλείται ο αιτητής, το οποίο τέθηκε σε ισχύ στις 15/5/2009, δηλαδή μετά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης.
Σε συμφωνία με το συνήγορο των καθ' ων η αίτηση, παρατηρώ ότι στους λόγους ακυρότητας, τους οποίους έχω, ήδη, παραθέσει, δεν εγείρεται οτιδήποτε που να αφορά τους μετέπειτα ισχυρισμούς του αιτητή για παράβαση του Σχεδίου.
Ο Κ. 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962 προβλέπει ότι:-
«7. ΄Εκαστος διάδικος δέον διά των εγγράφων προτάσεων αυτού να εκθέτη τα νομικά σημεία επί των οποίων στηρίζεται, αιτιολογών συγχρόνως ταύτα πλήρως. Διάδικος εμφανιζόμενος άνευ συνηγόρου δεν υποχρεούται εις συμμόρφωσιν προς τον κανονισμόν τούτον.»
Η σημασία του πιο πάνω Κανονισμού εξετάστηκε στη Latomia Estate Ltd κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672, όπου αναφέρθηκαν τα εξής:- (σελ. 685)
«Η αιτιολόγηση των νομικών σημείων πάνω στα οποία βασίζεται μια προσφυγή είναι απαραίτητη για την εξέταση από ένα Διοικητικό Δικαστήριο των λόγων που προσβάλλουν τη νομιμότητα μιας διοικητικής πράξης.»
Είναι θεμελιωμένο ότι τα επίδικα θέματα στοιχειοθετούνται από τη δικογραφία. Ο εξεταστικός χαρακτήρας της διαδικασίας του ΄Αρθρου 146 του Συντάγματος δεν καταργεί τη δικογραφία ως μέσο προσδιορισμού των επίδικων θεμάτων. ΄Οπως, κατ' επανάληψη λέχθηκε, οι γραπτές αγορεύσεις δεν αντικαθιστούν τα δικόγραφα. Με αυτές, απλά, αναπτύσσονται τα επιχειρήματα του διαδίκου. Στη Βασιλείου ν. Δήμου Παραλιμνίου κ.ά. (1995) 4 Α.Α.Δ. 1275 αναφέρεται:- (σελ. 1277-1278)
«Η γραπτή διατύπωση δεν μεταβάλλει τη φύση της αγόρευσης, ούτε αλλοιώνει το σκοπό για τον οποίο υποβάλλεται. Η γραπτή, εξυπηρετεί τον ίδιο σκοπό όπως και η προφορική αγόρευση· και περιορίζεται στα ίδια πλαίσια. Η αγόρευση είναι το μέσο για την προβολή και ανάπτυξη της επιχειρηματολογίας των διαδίκων υπέρ των θέσεών τους. Τα επίδικα θέματα προσδιορίζονται από τη δικογραφία και στοιχειοθετούνται από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου.»
Στην παρούσα περίπτωση, απλή επίκληση στους λόγους ακυρότητας 1 και 2 παραβίασης του Συντάγματος, του Νόμου, των Κανονισμών, χωρίς οποιαδήποτε συγκεκριμενοποίηση, δεν αρκεί. Η παράλειψη του αιτητή να συνοδεύσει τους ισχυρισμούς των λόγων ακυρότητας 1 και 2 με εκείνα τα στοιχεία και γεγονότα που θα εφοδίαζαν το Δικαστήριο με το απαραίτητο υλικό για εξέταση της νομιμότητας της προσβαλλόμενης απόφασης αφήνει τους μετέπειτα ισχυρισμούς του χωρίς υπόβαθρο. Οι μετέπειτα ισχυρισμοί του, που αφορούν το Σχέδιο δεν είναι δυνατό, κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες, να ενταχθούν στους πιο πάνω λόγους, όταν, μάλιστα, ο αιτητής, από την πρώτη στιγμή, γνώριζε, από την επιστολή των καθ' ων η αίτηση, ότι το αίτημά του απορρίφθηκε στη βάση του συγκεκριμένου σχεδίου. Ανεξάρτητα, όμως, από την απόρριψη της προσφυγής για τους πιο πάνω λόγους, ούτε οι πρόσθετοι λόγοι που προβάλλονται και αφορούν το σχέδιο φαίνεται να ευσταθούν. Κατά το χρόνο λήψης της προσβαλλόμενης απόφασης, το Σχέδιο που ίσχυε ήταν το Σχέδιο του 2007 και όχι το μεταγενέστερο του χρόνου λήψης της, που επικαλείται ο αιτητής. Ούτε ο ισχυρισμός ότι η σύνθεση της Επιτροπής δεν ήταν νόμιμη ευσταθεί. Το κατά το χρόνο λήψης της προσβαλλόμενης απόφασης Σχέδιο, στο ΄Αρθρο 7(5) αυτού, προβλέπει ότι, σε περίπτωση που μέλος της Επιτροπής δεν μπορεί να παραστεί σε συνεδρία της, αυτή συνεδριάζει, εφόσον παρίστανται δύο μέλη της.
Τα περί έλλειψης δέουσας έρευνας και αιτιολογίας και πάλι δεν ευσταθούν. Προκύπτει από το φάκελο ότι, στην περίπτωση του αιτητή, και επαρκής έρευνα έγινε και σαφής αιτιολογία υπάρχει για την απόρριψη του αιτήματος.
Η προσφυγή απορρίπτεται, με έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.
Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, σύμφωνα με το ΄Αρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
Ε. Παπαδοπούλου,
Δ.
/ΜΠ