ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπóθεση Αρ. 1686/2010)
21 Σεπτεμβρίου, 2012
[ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΜΑΡΙΑ ΕΥΖΩΝΑ,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΧΛΩΡΑΚΑΣ,
Καθ'ου η αίτηση.
Αιτήτρια παρούσα αυτοπροσώπως.
Γ. Μαυρέσης, για τον Καθ'ου η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Η αιτήτρια είναι κατά ¼ μερίδιο συνιδιοκτήτρια 10 διαμερισμάτων στο κτιριακό συγκρότημα «Δήμητρα Κωρτ», που βρίσκεται στη Λεωφ. Γρίβα Διγενή στη Χλώρακα της Επαρχίας Πάφου.
Με απόφαση τους την οποία κοινοποίησαν στην αιτήτρια με επιστολή τους ημερομηνίας 26/11/2010, οι καθ'ων η αίτηση επέβαλαν στην αιτήτρια με τη μορφή φόρου Κοινοτικών Υπηρεσιών, το ποσό των €200.
Με την παρούσα προσφυγή της η αιτήτρια επιδιώκει την ανατροπή της πιο πάνω απόφασης. Ισχυρίζεται ότι η εν λόγω απόφαση λήφθηκε κατά παράβαση του περί Κοινοτήτων Νόμου, Ν. 186(Ι)/99 και των περί Διοίκησης των Τοπικών Υποθέσεων (Γενικών) Κανονισμών του Κοινοτικού Συμβουλίου Χλώρακας (Κ.Δ.Π. 440/2002). Θα πρέπει να λεχθεί ότι οι εν λόγω Κανονισμοί υιοθετούν τους περί Διοίκησης των Τοπικών Υποθέσεων (Γενικούς) Κανονισμούς του Κοινοτικού Συμβουλίου Κοκκινοτριμιθιάς (Κ.Δ.Π. 294/2002). Είναι η θέση της αιτήτριας ότι οι καθ'ων η αίτηση δεν επέβαλαν την αμφισβητούμενη φορολογία με βάση την αξία της περιουσίας της, όπως προβλέπεται στο Νόμο και τους Κανονισμούς, ούτε και έλαβαν υπόψη οποιουσδήποτε άλλους φόρους οι οποίοι είχαν καταβληθεί. Η αιτήτρια ισχυρίζεται επίσης ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αναιτιολόγητη, συνιστά προϊόν ελλιπούς και/ή καθόλου έρευνας, λήφθηκε καθ' υπέρβαση και/ή κατάχρηση εξουσίας και παραβιάζει το άρθρο 28 του Συντάγματος και/ή την αρχή της ισότητας. Τέλος είναι η θέση της αιτήτριας ότι η προσβαλλόμενη απόφαση θα πρέπει να ακυρωθεί γιατί είναι το αποτέλεσμα νομικής και πραγματικής πλάνης, όπως και γιατί λήφθηκε από μη νόμιμα συγκροτημένο όργανο.
Στην αντίπερα όχθη οι καθ'ων η αίτηση ισχυρίζονται ότι στα πλαίσια της έρευνας στην οποία προέβησαν για σκοπούς επιβολής της φορολογίας, έλαβαν υπόψη κατάλογο των ιδιοκτητών περιουσιών στην κοινότητα Χλώρακας, τον οποίο είχαν εξασφαλίσει από το Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας Πάφου. Στον εν λόγω κατάλογο, μεταξύ άλλων στοιχείων, περιλαμβάνονται πληροφορίες για το είδος των κτημάτων, την αξία τους, όπως και το εμβαδόν τους (Παράρτημα Α στην Ένσταση). Μεταξύ των ιδιοκτητών περιουσιών που αναφέροντο στον κατάλογο ήταν και η αιτήτρια.
Επειδή στις πλείστες των περιπτώσεων των ιδιοκτητών που περιλαμβάνοντο στον εν λόγω κατάλογο, δινόταν μεν η συνολική έκταση του τεμαχίου, δεν παρείχοντο όμως λεπτομέρειες της αξίας ή του εμβαδού του ακινήτου ή του αριθμού των υπνοδωματίων ενός εκάστου διαμερίσματος για σκοπούς υπολογισμού και καταβολής τελών και φορολογίας για την παροχή κοινοτικών υπηρεσιών, οι καθ'ων η αίτηση απέστειλαν σε όλους τους ιδιοκτήτες περιουσιών στην κοινότητα Χλώρακας, σχετικό έντυπο, ζητώντας από αυτούς όπως τους ενημερώσουν για το είδος του υποστατικού που κατείχαν, το εμβαδόν του, τη χρήση του, όπως και τον αριθμό ατόμων που διέμεναν σ' αυτά.
Επειδή όμως αριθμός ιδιοκτητών είτε αρνήθηκαν είτε παρέλειψαν να συμπληρώσουν το πιο πάνω έντυπο, οι καθ'ων η αίτηση εφαρμόζοντας αντικειμενικά, όπως ισχυρίζονται, κριτήρια αναφορικά με τον καθορισμό του ύψους της ετήσιας εισφοράς για την παροχή κοινοτικών υπηρεσιών, προχώρησαν και σε συνεδρία τους που έλαβε χώρα στις 24/6/2010, αποφάσισαν όπως για κάθε «μονάρι» διαμέρισμα καταβληθεί το ποσό των €80, για κάθε «δυάρι» ή μονοκατοικία το ποσό των €85 και για κάθε «τριάρι» ή μονοκατοικία €90.
Μεταξύ των ιδιοκτητών που δεν συμπλήρωσαν το σχετικό έντυπο ήταν και η αιτήτρια. Γι' αυτό και οι καθ'ων η αίτηση, χωρίς να γνωρίζουν το είδος των υποστατικών ιδιοκτησίας της αιτήτριας ή των υποστατικών που αυτή κατείχε, με βάση μόνο τον αριθμό των εν λόγω υποστατικών, επέβαλαν στην αιτήτρια το ποσό των €200 ως εισφορά Κοινοτικών Υπηρεσιών, λαμβάνοντας υπόψη ότι το ανώτατο ποσό που μπορούσε να επιβληθεί σε ένα ιδιοκτήτη για τέτοια εισφορά ήταν €855.
Σύμφωνα με το άρθρο 83(ιζ) του περί Κοινοτήτων Νόμου 86(Ι)/99, «το Κοινοτικό Συμβούλιο έχει εξουσία να επιβάλλει ετήσια εισφορά για την παροχή κοινοτικών υπηρεσιών, που δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες λίρες (€854.30 σ.) σε κάθε κάτοχο περιουσίας που βρίσκεται στην κοινότητα, η οποία υπολογίζεται από το Συμβούλιο σύμφωνα με την περιουσία κάθε τέτοιου κατόχου, λαμβανομένων πάντοτε υπόψη οποιωνδήποτε άλλων φόρων που επιβάλλονται στον κάτοχο αυτό από το Συμβούλιο».
Σύμφωνα με το άρθρο 2 του πιο πάνω Νόμου:
"«κάτοχος» σημαίνει κάθε πρόσωπο που έχει πραγματική κατοχή οποιασδήποτε ακίνητης ιδιοκτησίας μέσα στην κοινότητα χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ο τίτλος δυνάμει του οποίου κατέχει την ιδιοκτησία αυτή ή σε περίπτωση μη κατεχόμενης ιδιοκτησίας το πρόσωπο που δικαιούται να την κατέχει και περιλαμβάνει και τον ιδιοκτήτη κάθε κινητής περιουσίας."
Για τους πιο κάτω λόγους θεωρώ ότι η επίδικη απόφαση πάσχει λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας και αιτιολογίας, γι' αυτό και θα πρέπει να ακυρωθεί.
Στην επίδικη απόφαση αναφέρεται ρητά ότι για τον υπολογισμό του ύψους της επιβληθείσας φορολογίας «λήφθηκαν υπόψη η περιουσία κάθε κατόχου (λαμβανομένου υπόψη και οποιοσδήποτε άλλος φόρος έχει επιβληθεί από το Συμβούλιο σ' αυτόν .....».
Η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι ενώ οι καθ'ων η αίτηση επέβαλαν φορολογία στους κατόχους δύο διαμερισμάτων δικής της ιδιοκτησίας, φορολόγησαν και την ίδια για τα εν λόγω διαμερίσματα. Ισχυρίζεται επίσης ότι ενώ αναφορικά με περιουσία - δύο κατοικίες - στις οποίες είναι μαζί με δύο άλλα πρόσωπα συνιδιοκτήτρια, φορολογήθηκαν οι δύο συνιδιοκτήτες, η εν λόγω περιουσία λήφθηκε υπόψη από τους καθ'ων η αίτηση για σκοπούς υπολογισμού της δικής της φορολογίας.
Αναφορικά με τα δύο διαμερίσματα ιδιοκτησίας της αιτήτριας, τα οποία βρίσκονται στην κατοχή τρίτων, οι καθ'ων η αίτηση ισχυρίζονται ότι φορολογήθηκαν μόνο οι κάτοχοι τους και όχι η αιτήτρια. Αναφορικά με την περίπτωση των δύο κατοικιών στις οποίες η αιτήτρια είναι συνιδιοκτήτρια μαζί με δύο άλλα πρόσωπα, η θέση των καθ'ων η αίτηση είναι ότι αυτό «φανερώνει ότι τα κριτήρια που εφαρμόζει το Κοινοτικό Συμβούλιο διαφέρουν από κάτοχο σε κάτοχο, αφού λαμβάνει υπόψη και τις άλλες παραμέτρους που θέτει ο νόμος και ότι επίσης το Κοινοτικό Συμβούλιο λαμβάνει υπόψη του όλα τα κριτήρια και παραμέτρους για τον κάθε κάτοχο ξεχωριστά και δεν εξαντλεί την άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας αποκλειστικά και μόνο στις κατηγοριοποιήσεις τις οποίες έχει θέσει για την επιβολή εισφοράς κοινοτικών υπηρεσιών».
Διεξήλθα προσεκτικά το φάκελο, όπως και το υπόλοιπο υλικό που τέθηκε ενώπιον μου, έχοντας κατά νου τις νομικές αρχές που διέπουν τους πιο πάνω δύο λόγους ακύρωσης. Επισημαίνω την απουσία στοιχείων τα οποία να καταδεικνύουν τον τρόπο υπολογισμού της φορολογίας που επιβλήθηκε στην αιτήτρια, έτσι ώστε να καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος. Η απουσία τέτοιων στοιχείων στερεί από το Δικαστήριο τη δυνατότητα ελέγχου κατά πόσο η επιβληθείσα φορολογία ήταν ανάλογη της περιουσίας της αιτήτριας, όπως και ότι αυτή υπολογίστηκε στη βάση αντικειμενικών, λογικών και δίκαιων κριτηρίων. Ούτε και από το υλικό που τέθηκε ενώπιον μου προκύπτει ότι οι καθ'ων η αίτηση ερεύνησαν κατά πόσο η αιτήτρια ήταν κάτοχος των υποστατικών για τα οποία της επιβλήθηκε η αμφισβητούμενη φορολογία.
Στην υπόθεση 1657/07, Α. Εύζωνας ν. Κοινοτικού Συμβουλίου Χλώρακας, ημερομηνίας 16/7/2009, λέχθηκαν τα εξής τα οποία τυγχάνουν, κατά τη γνώμη μου, εφαρμογής στην παρούσα περίπτωση, εξ' ου και τα υιοθετώ για σκοπούς της απόφασής μου:
"... δεν παραγνωρίζω την δυσκολία των καθ'ων η αίτηση στην εφαρμογή του προαναφερόμενου κανονισμού και της προσβαλλόμενης απόφασης, ιδιαίτερα στην περίπτωση που οι ιδιοκτήτες ενοικιαζομένων υποστατικών δεν δίνουν στοιχεία (αποδείξεις ή ενοικιαστήρια έγγραφα) ως προς το εισπραχθέν, κατά τον ουσιώδη χρόνο ενοίκιο. Παρά την δυσκολία όμως αυτή, συμφωνώ με τον αιτητή ότι, προς εφαρμογή του κανονισμού 235 και της προσβαλλόμενης υπόθεσης, οι καθ'ων η αίτηση θα έπρεπε να είχαν θεσπίσει ή εφαρμόσει αντικειμενικά κριτήρια υπολογισμού του τεκμαρτού ενοικίου, έτσι ώστε να υπάρχει η απαραίτητη αναλογία μεταξύ του τεκμαρτού ενοικίου από τη μια και του επιβαλλομένου δικαιώματος ή φόρου ενοικίου από την άλλη. Τέτοια κριτήρια θα ήταν, ενδεικτικά, το κατά πόσον ένα διαμέρισμα ή οικία είναι του ενός, δύο ή περισσοτέρων υπνοδωματίων αν είναι επιπλωμένα ή όχι, κλπ."
Παρά την ομολογουμένως πρακτική δυσκολία που αντιμετωπίζουν οι καθ'ων η αίτηση στην εφαρμογή του Κανονισμού και η οποία έχει επισημανθεί στην υπόθεση Α. Εύζωνας (πιο πάνω), οι καθ'ων η αίτηση όφειλαν να είχαν επιβάλει φορολογία στη βάση αντικειμενικών κριτηρίων υπολογισμού, έτσι ώστε να τηρείται η απαραίτητη αναλογία μεταξύ της αξίας της περιουσίας από τη μια και του επιβαλλόμενου φόρου από την άλλη. Στα λίγα έγγραφα που συνθέτουν το διοικητικό φάκελο δεν έχω εντοπίσει οτιδήποτε που να δείχνει προς την κατεύθυνση έρευνας αναφορικά με την αξία της περιουσίας της αιτήτριας ή προς το εάν η τελευταία ήταν ή όχι κάτοχος των υποστατικών, το οποίο να παρέχει πραγματικό έρεισμα για οποιαδήποτε κατάληξη.
Ενόψει όλων των πιο πάνω, η προσφυγή επιτυγχάνει. Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται. Στην αιτήτρια επιδικάζονται μόνο τα πραγματικά έξοδα, εφόσον την υπόθεση χειρίστηκε η ίδια αυτοπροσώπως.
Α. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ,
Δ.
/ΔΓ