ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υποθ. Αρ.1495 /2009)
4 Σεπτεμβρίου, 2012
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στης]
Αναφορικά με τα ΄Αρθρα 146 του Συντάγματος
ΣΩΤΗΡΙΑ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΔΙΑ,
Αιτήτρια,
-και -
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΑΠΟΧΕΤEΥΣΕΩΝ ΠΑΦΟΥ
Καθ΄ων η αίτηση.
------------------------
Α.Σ.Αγγελίδης, για την Αιτήτρια.
Α.Κακογιάννη, (κα.), για τους Καθ΄ων η αίτηση
Α.Χρίστου, (κα.) με την Μ.Γιωρκάτζη, (κα.), για Α.Κορακίδου, (κα.), για το ενδιαφερόμενο μέρος
-----------------------
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια αμφισβητεί τη νομιμότητα του διορισμού του κ.Κωνσταντίνου Τζιώλη στη θέση Τεχνικού, στους καθ΄ων η αίτηση.
Στις 6 Φεβρουαρίου 2009 δημοσιεύθηκε η πρόθεση των καθ΄ων η αίτηση για την πλήρωση δύο κενών θέσεων Τεχνικού, θέση πρώτου διορισμού. Μεταξύ των υποψηφίων ήταν και η αιτήτρια η οποία τη δεδομένη περίοδο ήταν υπάλληλος των καθ΄ων η αίτηση.
Κατά το στάδιο της επιλογής και του διορισμού του ενδιαφερομένου μέρους οι καθ΄ων η αίτηση αποφάσισαν ότι η αιτήτρια δεν μπορούσε να διοριστεί, γιατί κατείχε την ιδία, με την υπό πλήρωση, θέση και έτσι δεν της προσφέρθηκε διορισμός.
Η αιτήτρια πρόβαλε, και είναι αποδεκτό, ότι είχε καταταγεί πρώτη στη σειρά κατάταξης και πρώτη σε αξία, μεταξύ των υποψηφίων. Οι καθ΄ων η αίτηση προχώρησαν σε προσφορά διορισμού στο δεύτερο στη σειρά υποψήφιο, και στη συνέχεια αφού ανέβαλαν τη συνεδρία ζήτησαν νομική συμβουλή και αποφάσισαν να μη προσφέρουν διορισμό στην αιτήτρια. Αυτή η διαδικασία, πρόβαλε ο ευπαίδευτος συνήγορος, ισοδυναμεί με κακή εφαρμογή της εφαρμοστέας διαδικασίας επιλογής.
Το σχέδιο υπηρεσίας που ίσχυε από το 1994, συγκρινόμενο με το νέο σχέδιο του 2007, παρουσιάζει διαφορές αναφορικά με τη βαθμίδα τοποθέτησης του υποψήφιου προς διορισμό, και περαιτέρω υπάρχει διαφορά ως προς το είδος της προβλεπόμενων καθηκόντων της θέσης. Αυτό, έπρεπε, κατά την εισήγηση του συνήγορου, να ερμηνευθεί ως διαφορετική θέση που θα μπορούσε ένας υπάλληλος των καθ΄ων η αίτηση να διοριστεί με βάση τη διαδικασία του πρώτου διορισμού. Ο τρόπος αντιμετώπισης της αιτήτριας οδηγεί σε προφανή ανισότητα.
Η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ΄ων η αίτηση υποστήριξε ότι δεν ήταν δυνατό να προσφερθεί διορισμός στην αιτήτρια από τη στιγμή που τα σχέδια υπηρεσίας είχαν ένα και το αυτό περιεχόμενο. Η αιτήτρια τοποθετήθηκε στη δεύτερη βαθμίδα, όπως προνοούσε και το νέο σχέδιο υπηρεσίας, το ίδιο έχει συμβεί και με τα καθήκοντα της θέσης που εκτελεί.
Οι καθ΄ων η αίτηση ενήργησαν εναντίον του καθήκοντος τους για καλή πίστη. Τούτο, καταδεικνύεται όπως υποστήριξε ο συνήγορος της αιτήτριας, από το γεγονός ότι η αιτήτρια κρίθηκε ότι ήταν δυνατό να συμπεριληφθεί στον κατάλογο των υποψηφίων, κλήθηκε στη συνέχεια σε συνέντευξη και αποκλείστηκε μετά από γνωμοδότηση του συνηγόρου των καθ΄ων η αίτηση.
Η συνήγορος των καθ΄ων η αίτηση αντιπρότεινε επί του προκειμένου ότι οι καθ΄ων η αίτηση επέτρεψαν στην αιτήτρια να λάβει μέρος στη διαδικασία, πλην όμως θα ήταν παράνομο να προχωρήσουν στο διορισμό της.
Η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει, πρόβαλε περαιτέρω η αιτήτρια, γιατί δεν της δόθηκε το δικαίωμα της προηγούμενης ακρόασης. Οι καθ΄ων η αίτηση υποστήριξε, είχαν υποχρέωση προτού λάβουν τη δυσμενή για την αιτήτρια απόφαση να την καλέσουν για να υποστηρίξει τη θέση της. Ο αποκλεισμός της ήταν ένα δυσμενές μέτρο για το οποίο η παροχή δυνατότητας ακρόασης επιβαλλόταν.
Η συνήγορος των καθ΄ων η αίτηση υποστήριξε ότι η υποχρέωση κλήσης της αιτήτριας για ακρόαση δεν είναι από τις περιπτώσεις που καλύπτονται από τις πρόνοιες του νόμου.
Τέλος, υποστηρίχθηκε από την αιτήτρια, ότι υπήρχε κακή συγκρότηση του Συμβουλίου των καθ΄ων η αίτηση, όταν είχαν παρθεί οι αποφάσεις αναφορικά με την παρούσα υπόθεση. Συγκεκριμένα, υποστηρίχθηκε από το συνήγορο ότι στις 9 Ιουλίου 2009, απουσίαζαν από τη συνεδρία δύο μέλη, χωρίς να υπάρχει αναφορά στο κατά πόσον αυτοί είχαν νομότυπα κληθεί για να εμφανιστούν, ούτε προσδιορίζεται ο λόγος της απουσίας τους. Στη συνεδρία ημερ. 27 Αυγούστου 2009, οι δύο πιο πάνω σύμβουλοι ήταν παρόντες, αλλά έλειπαν άλλοι πέντε, χωρίς να υπάρχει οποιαδήποτε αναφορά για την διαδικασία που ακολουθήθηκε. Το άρθρο 22 του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999, Ν.58(1)/99 έχει πλήρη εφαρμογή, όπως είπε ο συνήγορος.
Απαντώντας επί του προκειμένου η συνήγορος των καθ΄ων η αίτηση υποστήριξε ότι από το φάκελο που τηρείτο στη διαδικασία φαίνεται ότι είχαν τα μέλη δεόντως κλητευθεί.
Η ευπαίδευτη συνήγορος του ενδιαφερομένου μέρους υποστήριξε την απόφαση των καθ΄ων η αίτηση να μη προχωρήσουν σε διορισμό της αιτήτριας στη θέση του Τεχνικού, γιατί όπως προβλήθηκε, τέτοια ενέργεια θα ερχόταν σε αντίθεση με τους περί Συμβουλίου Αποχετεύσεων Πάφου (Διάρθρωση και ΄Οροι Υπηρεσίας) Κανονισμούς του 2004 ΚΔΠ 220/2004 και ιδιαιτέρως των Κανονισμών 15 και 17, που αποκλείει το διορισμό ήδη υφιστάμενου υπαλλήλου, όπως ήταν η αιτήτρια η οποία κατείχε μόνιμη θέση στην υπηρεσία των καθ΄ων η αίτηση. Αναφορικά με τα υπόλοιπα εγειρόμενα θέματα η συνήγορος υιοθέτησε την αγόρευση των καθ΄ων η αίτηση.
Σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 22 των περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου του 1999 (Ν.158(Ι)/99), επιβάλλεται όπως η διαδικασία συζήτησης και λήψης απόφασης για ορισμένο θέμα, διεξάγεται, από την αρχή μέχρι το τέλος, από τα ίδια μέλη του συλλογικού οργάνου. Ως προς την εμβέλεια και το πλαίσιο εφαρμογής του εν λόγω άρθρου σχετική είναι η υπόθεση Πειθαρχικό Συμβούλιο Ιατρών ν. Παυλίδη κ.ά. (2010)3 Α.Α.Δ. 251. Τονίστηκε στην εν λόγω απόφαση ιδιαιτέρως η απαίτηση της νομολογίας, ότι θα πρέπει να παραμένει αναλλοίωτη η σύνθεση του συλλογικού οργάνου, καθ΄ολη τη διάρκεια διαδικασίας εξέτασης ενός δεδομένου θέματος.
Στην προκείμενη περίπτωση, όπως φαίνεται από τα πρακτικά που έχουν κατατεθεί με την ένσταση, κατά τη συνεδρία του Συμβουλίου των καθ΄ων η αίτηση, ημερ. 9 Ιουλίου 2009, απουσίαζαν οι κ.Ν.Σιμιλλίδης και κ.Κ.Φουκαράς. Κατά την εν λόγω συνεδρία εξετάστηκε το θέμα κατά πόσο η αιτήτρια θα μπορούσε να υποβάλει αίτηση, ενόψει του γεγονότος ότι κατείχε την ίδια θέση. Σημειώνω στο μεταξύ ότι, κατά την εν λόγω συνεδρία, είχε γνωστοποιηθεί στα μέλη του Συμβουλίου ότι κλήθηκαν για συνέντευξη 5 υποψήφιοι, μεταξύ των οποίων και η αιτήτρια. Αναφέρεται δε σχετικώς το εξής:
«Μετά από συζήτηση και ανταλλαγή απόψεων αποφασίστηκε όπως συνεχιστεί και ολοκληρωθεί η διαδικασία με τις προσωπικές συνεντεύξεις και πριν την προσφορά διορισμού και αφού εξασφαλιστεί γραπτή νομική γνωμάτευση, να ληφθεί απόφαση αν θα προσφερθεί διορισμός στην κα.Γεωργίου.»
Κατά την επόμενη συνεδρία του Συμβουλίου που έλαβε χώρα στις 27 Αυγούστου 2009 οι κ.κ.Σιμιλλίδης και Φουκαράς ήταν παρόντες, απουσίαζαν όμως άλλα πέντε μέλη του Συμβουλίου. Κατά την εν λόγω συνεδρία αποφασίστηκε η διαδικασία ολοκλήρωσης της πλήρωσης της θέσης του Τεχνικού, αφού παρουσιάστηκε και η γνωμάτευση του νομικού συμβούλου των καθ΄ων η αίτηση. ΄Εγινε ψηφοφορία ως προς το ποια διαδικασία θα ακολουθείτο και επεκράτησε η άποψη ότι πρέπει να προσφερθεί διορισμός στον επόμενο επιτυχόντα που ήταν το ενδιαφερόμενο μέρος και να μη κληθεί η αιτήτρια για να ακουστεί.
Το κρίσιμο θέμα το οποίο εγείρεται στην παρούσα υπόθεση, είναι κατά πόσο οι καθ΄ων η αίτηση ακολούθησαν την προβλεπόμενη από το άρθρο 22 του Ν.158(Ι)/99 διαδικασία. Δεν φαίνεται πουθενά κατά πόσο τα απόντα στις προηγούμενες συνεδριάσεις μέλη ενημερώθηκαν, συμφώνησαν ή η διαδικασία είχε επαναληφθεί από την αρχή. Όπως φαίνεται, όμως, από το πρακτικό 9 Ιουλίου 2009, τα θέματα που απασχόλησαν το Συμβούλιο, αναφορικά με το διορισμό Τεχνικού, δεν ήταν προκαταρκτικά αλλά θέματα ουσίας, ιδιαιτέρως όταν δόθηκαν στα μέλη του Συμβουλίου τα ονόματα των υποψηφίων, τα αποτελέσματα της γραπτής εξέτασης και αφού μελετήθηκαν οι φάκελοι των υποψηφίων, με βάση το πλαίσιο της αξιολόγησης τους κατέληξαν στην βαθμολογία των κριτηρίων, αναφορικά με τα ακαδημαϊκά προσόντα και τη σημασία του πλεονεκτήματος αν υπάρχει. Το σημαντικότερο είναι ότι ακολούθησε και η προσωπική συνέντευξη των πέντε υποψηφίων. Μετά από αυτό οι υποψήφιοι βαθμολογήθηκαν από τα μέλη του Συμβουλίου.
Αυτή η διαδικασία σαφώς και είναι μεμπτή, ιδιαιτέρως λόγω της συμμετοχής στο δεύτερο σκέλος της διαδικασίας περισσοτέρων μελών του Συμβουλίου, τα οποία ήταν απόντα κατά το πρώτο στάδιο της διαδικασίας.
Ως αποτέλεσμα της πιο πάνω διαπίστωσης και της παράβασης της σχετικής νομοθεσίας αναφορικά με τον τρόπο λειτουργίας ενός συλλογικού οργάνου, θεωρώ ότι δεν είναι απαραίτητο να ασχοληθώ και με τους άλλους λόγους ακυρώσεως.
Συνακόλουθα η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρούται με έξοδα υπέρ της αιτήτριας και εναντίον των καθ΄ων η αίτηση.
Κ. Παμπαλλής,
Δ.