ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

                                                            (Υποθ. Αρ.1301 /2010)

 

13 Σεπτεμβρίου, 2012

 

[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στης]

 

Αναφορικά με τα ΄Αρθρα 146 του Συντάγματος

 

ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΠΙΛΛΑ

 

                                                              Αιτητή,

-και -

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, μέσω

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ

 

Kαθ΄ων η αίτηση,

----------------

A. Κωνσταντίνου, για αιτητή

Μ.Σπηλιωτοπούλου, (κα.), - δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ων η αίτηση

Α.Σ.Αγγελίδης, για το Ενδιαφερόμενο μέρος.

----------------

A Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.:  Η Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (ΕΕΥ), στα πλαίσια επανεξέτασης του ακυρωθέντος διορισμού του κ.Ανδρέα Χαραλάμπους, στη θέση του Διευθυντή του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, στο Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού, επαναδιόρισε, με απόφαση της ημερ. 9 Ιουλίου 2010, τον πιο πάνω αναφερόμενο. 

 

Με την παρούσα προσφυγή αμφισβητείται η νομιμότητα του εν λόγω διορισμού. 

 

Με την υπόθεση αριθμ.1938/2008 Πιλλάς ν. Δημοκρατία, ημερ. 15 Ιουνίου 2010, ακυρώθηκε η απόφαση της ΕΕΥ για προαγωγή, του πιο πάνω αναφερόμενου, στη θέση του Διευθυντή Παιδαγωγικού Ινστιτούτου.  Ο επαναδιορισμός του ιδίου υποψηφίου, υποστήριξε ο συνήγορος του αιτητή, οδηγεί σε παραβίαση του δεδικασμένου, όπως αυτό καθορίζεται στο άρθρο 59(1) του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου νόμου του 1999, (Ν.158(Ι)/99).  Η διοίκηση, υποστήριξε ο συνήγορος, όπως προβλέπεται στη νομοθεσία, δεσμεύεται από το διατακτικό της δικαστικής απόφασης και τις διαπιστώσεις του δικαστηρίου επί των νομικών και πραγματικών καταστάσεων που υφίσταντο, κατά το χρόνο έκδοσης της πράξης. Στην προκείμενη περίπτωση το δικαστήριο είχε, στα πλαίσια της πιο πάνω προσφυγής, αποφασίσει ότι υπήρχε αδιαμφισβήτητη υπεροχή του αιτητή έναντι του ενδιαφερομένου προσώπου και η απόφαση της Ε.Ε.Υ. στηρίχτηκε αποκλειστικά στην προφορική συνέντευξη δίδοντας της ένα υπερκριτήριο, όπως χαρακτηρίστηκε επί του προκειμένου.  Ακριβώς τα ίδια στοιχεία εφαρμόστηκαν και στην παρούσα περίπτωση και η ΕΕΥ ενήργησε κατά παράβαση της πιο πάνω απόφασης.  

 

Συγκεκριμενοποίησε την εισήγηση του ο συνήγορος λέγοντας ότι ο αιτητής υπερείχε κατά 3Ε και 3 μονάδες στη συνολική βαθμολογία, έναντι του ενδιαφερομένου προσώπου.  Αυτή η μικρή υπεροχή σε αξία έχει τη σημασία της, όπως αποφασίστηκε στο πλαίσιο της προσφυγής 1938/2008.  Η ιδία η ΕΕΥ αποδέχεται ότι υπάρχει υπεροχή, η οποία, όμως, χαρακτηρίστηκε ως οριακή, κατ΄αντίθεση με το λεκτικό της απόφασης του Δικαστηρίου που χαρακτήρισε την υπεροχή του αιτητή, ως αδιαμφισβήτητη. 

 

Αναφορικά με τα προσόντα των υποψηφίων ο αιτητής και το ενδιαφερόμενο μέρος έχουν τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα του πτυχιακού και μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών.  Ο αιτητής,  óμως, κατέχει και δεύτερο μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών, όπως και διδακτορικό.  Κρίθηκε στο πλαίσιο της προσφυγής 1938/2008 ότι εφόσον το μεταπτυχιακό του αιτητή στη ψυχολογία, θεωρείται, με βάση το σχέδιο υπηρεσίας, ως προτιμητέο, συνακόλουθα σχετικό, δεν μπορεί να έχει μόνο οριακή σημασία, όπως αποφάσισε η ΕΕΥ.

 

Προηγείται στην αρχαιότητα ο αιτητής κατά δύο έτη αφού είχε προαχθεί στην προηγούμενη θέση την 1η Οκτωβρίου 2004, κατ΄αντίθεση με το ενδιαφερόμενο μέρος που κατέλαβε τη θέση την 1η Σεπτεμβρίου 2006. 

 

Το προβάδισμα, στηριζόμενο στην αρχαιότητα, του αιτητή σε συνδυασμό με την ύπαρξη καλυτέρων αξιολογήσεων, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, προσθέτουν στην πείρα του αιτητή, κατ΄αντίθεση με το ενδιαφερόμενο μέρος.  Επιπρόσθετα, τονίστηκε, ο αιτητής ήταν Αναπληρωτής Διευθυντής του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου για την περίοδο 2004-2008, γεγονός που προσθέτει επίσης στο προσόν της πείρας του.

 

Κατά το στάδιο της προφορικής συνέντευξης ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής ο αιτητής χαρακτηρίστηκε ως Πάρα Πολύ Καλός, ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος ως Σχεδόν Πάρα Πολύ Καλός.  Η ίδια καλύτερη εικόνα, παρουσιάζεται και στο πλαίσιο της τελικής αξιολόγησης της Συμβουλευτικής Επιτροπής, η οποία χαρακτήρισε τον αιτητή ως εξαίρετο, ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος ως σχεδόν Πάρα Πολύ Καλό.  Η αξιολόγηση αυτή αποσκοπεί, όπως ανέφερε ο συνήγορος, στη διαπίστωση της αντικειμενικής αξίας των υποψηφίων.  Στο πλαίσιο της αξιολόγησης που έγινε, από το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Παιδείας ενώπιον της ΕΕΥ, ο αιτητής και πάλι χαρακτηρίστηκε ως Εξαίρετος, ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος ως Σχεδόν Εξαίρετος. 

 

Στο μόνο στοιχείο που το ενδιαφερόμενο μέρος υπερτερούσε, κατέληξε ο συνήγορος, ήταν στην αξιολόγηση, κατά τη προφορική συνέντευξη που έγινε από τα μέλη της ΕΕΥ, όπου το ενδιαφερόμενο μέρος χαρακτηρίστηκε ως Σχεδόν Εξαίρετο, ο δε αιτητής ως Καλός. 

 

Η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ΄ων η αίτηση υποστήριξε ότι οι καθ΄ων η αίτηση υιοθέτησαν κατά τη λήψη της απόφασης τους την αρχή που πηγάζει από τον Κανονισμό 29 των περί Επιθεώρησης και Αξιολόγησης Κανονισμών του 1976 (ΚΔΠ 223/76), όπου βαθμολογία 36 και άνω, θεωρείται ως εξαίρετη.  Η μικρή διαφορά που υπήρχε υπέρ του αιτητή δεν θα μπορούσε, όπως υποστήριξε, να προσδώσει στον αιτητή υπεροχή σε αξία. 

 

Αναφορικά με τα προσόντα των υποψηφίων, η ΕΕΥ η οποία, όπως υποστήριξε η συνήγορος, είχε το δικαίωμα και το καθήκον αξιολόγησης των ακαδημαϊκών προσόντων, θεώρησε ότι τα πρόσθετα προσόντα που κατέχει ο αιτητής λήφθηκαν υπόψη πλην, όμως, δεν δίδουν προβάδισμα σε ένα υποψήφιο, έχουν δε οριακή σημασία, εφόσον το σχέδιο υπηρεσίας δεν προνοεί ότι τα πρόσθετα προσόντα συνιστούν πλεονέκτημα. 

 

Σε συνάρτηση με την αρχαιότητα η ΕΕΥ αποδέχεται ότι το ενδιαφερόμενο μέρος υστερεί έναντι των ανθυποψηφίων του πλην, όμως, αυτή η αρχαιότητα δεν μπορούσε να υπερσκελίσει την υπεροχή του ενδιαφερόμενου μέρους σε αξία, όπως εκτιμήθηκε κατά τη συνέντευξη πλήρωσης υψηλόβαθμων θέσεων.  Αυτή η θέση είναι από τις πλέον ψηλές στο Υπουργείο Παιδείας, εισηγήθηκε η συνήγορος. 

 

Η θέση είναι ψηλά στην ιεραρχία και η απόδοση στη συνέντευξη είναι ένα ουσιαστικό στοιχείο. Πρέπει να λαμβάνεται υπόψη και να του δίδεται αυξημένη βαρύτητα όταν κρίνεται η προσωπικότητα και οι ικανότητες των υποψηφίων, που είναι σημαντικές ιδιότητες για την εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης.  Αυτό, όπως είπε η συνήγορος, αποτέλεσε το σκεπτικό της ΕΕΥ κατά τη λήψη της απόφασης για προαγωγή του ενδιαφερομένου μέρους.  Αναφορικά με το ρόλο της Συμβουλευτικής Επιτροπής, που, όπως είπε, δεν είναι άλλος παρά συμβουλευτικός, ούτε προσδίδεται από το νόμο οποιαδήποτε βαρύτητα στις εισηγήσεις της Συμβουλευτικής, η δε υποχρέωση κατάληξης σε απόφαση βρίσκεται στους ώμους του διορίζοντος οργάνου, που στην προκείμενη περίπτωση, ήταν η ΕΕΥ, η οποία έλαβε και τη σχετική απόφαση. 

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος του ενδιαφερόμενου μέρους υποστήριξε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι νόμιμη, βρισκόμενη μέσα στο πλαίσιο της ορθής άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του διορίζοντος οργάνου.  Το δικαστήριο, υποστήριξε, δεν υποκαθιστά τη διοικητική κρίση, ούτε προβαίνει σε πρωτογενή δικαστική κρίση.  Από τα ενώπιον του δικαστηρίου τεθέντα στοιχεία δεν καταδεικνύεται η ύπαρξη έκδηλης υπεροχής έτσι ώστε να δικαιολογείται η δικαστική επέμβαση. 

 

Ως προς την αξία των δύο υποψηφίων, η εισήγηση του συνήγορου, ήταν ότι ορθώς χαρακτηρίστηκαν από την ΕΕΥ, ως ισοδύναμοι, αφού και οι δύο είχαν βαθμολογία άνω των 36 μονάδων, όπως προνοείται στο σχετικό Καν. 29 της ΚΔΠ 223/76.  Η μικρή διαφορά, λιγότερη της μονάδος, δεν μπορεί να έχει σημασία, κατέληξε επί του προκειμένου. 

 

Αναφορικά με τα προσόντα του αιτητή και τον προβληθέντα από πλευράς αιτητή, ισχυρισμό, ότι κατέχει μεταπτυχιακό, που εμπίπτει στις προτιμήσεις του σχεδίου υπηρεσίας, δεν ευσταθεί, υποστήριξε ο συνήγορος, γιατί και οι δύο κατέχουν τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα.

 

Η υφιστάμενη αρχαιότης του αιτητή, λαμβανομένου υπόψη ότι η θέση ήταν πρώτου διορισμού και προαγωγής, έχει μικρή σημασία, όπως είπε. 

 

Ούτε το επιχείρημα ότι υπάρχει παραβίαση του δεδικασμένου μπορεί να ευσταθήσει, υποστήριξε ο κ.Αγγελίδης δεδομένου ότι η ΕΕΥ προχώρησε σε επανεξέταση, όπως απαιτείτο, πλην, όμως, με βάση τη νομολογία, επειδή η θέση ήταν στην ανώτατη ιεραρχία, το αρμόδιο όργανο έχει διευρυμένη διακριτική ευχέρεια να αποφασίσει, λαμβάνοντας υπόψη την απόδοση των υποψηφίων στην ενώπιον του προφορική εξέταση. 

 

Στο πρακτικό της συνεδρίας της ΕΕΥ ημερ. 9 Ιουλίου 2010, παρατηρούμε στην παραγρ.3 ότι καταγράφονται οι λόγοι ακύρωσης του προηγούμενου διορισμού του ενδιαφερομένου μέρους (20 Νοεμβρίου 2008), που εστιάζονται, μεταξύ άλλων, στη διαπιστωθείσα  πλάνη ως προς τη διαφορά αξίας μεταξύ των υποψηφίων.

 

Αποτέλεσε δικαστικό εύρημα στο πλαίσιο της προσφυγής 1938/2008 ότι,  η θεώρηση των υποψηφίων, τότε αιτητή και ενδιαφερόμενου μέρους, από την ΕΕΥ, ως «περίπου ισοδυνάμων», ήταν προϊόν πλάνης και μάλιστα, ουσιώδους, τοιαύτης.  Το Δικαστήριο κάνοντας αναφορά στα γεγονότα της υπόθεσης, όπως τη διετή αρχαιότητα του αιτητή, την υπέρτερη αξία, δυνάμει των υπηρεσιακών εκθέσεων 3Ε και 3 μονάδες, που οδηγούν κατ΄επέκταση στο τεκμήριο ύπαρξης μεγαλύτερης πείρας, τα πρόσθετα προσόντα του αιτητή, συνδιαζόμενα με την καλύτερη αξιολόγηση τόσο στην προφορική συνέντευξη στη Συμβουλευτική όσο και στη γενική κατάταξη της Συμβουλευτικής, όπως επίσης και την αξιολόγηση του Διευθυντή για την απόδοση των υποψηφίων ενώπιον της ΕΕΥ, που και πάλιν ήταν σε ψηλότερο επίπεδο απ΄ότι το ενδιαφερόμενο μέρος, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι υπήρχε αδιαμφισβήτητη υπεροχή του αιτητή.

 

Χαρακτηριστικό είναι το πιο κάτω απόσπασμα από την απόφαση του αδελφού Δικαστή Κραμβή.

 

«Η θέση του διευθυντή του παιδαγωγικού Ινστιτούτου είναι από τις ψηλές στην ιεραρχία της εκπαίδευσης και η Επιτροπή είχε ευρεία διακριτική ευχέρεια στην επιλογή του καταλληλότερου υποψηφίου.  ΄Ηταν επίσης εύλογο να προκρίνει ως κριτήριο την ουσιαστική και σαφή, όπως ορθά την χαρακτήρισε, διαφορά στην προφορική συνέντευξη που επαύξησε καταλυτικά την αξία του ενδιαφερομένου μέρους.  Ωστόσο αν συνυπολογιστούν τα δεδομένα της παρούσας υπόθεσης, η υπεροχή του ενδιαφερομένου μέρους στη συνέντευξη επικάλυψε τα πάντα.  Η αξιολόγηση έγινε εδώ ο μόνος ουσιαστικός παράγοντας που λήφθηκε υπόψη ως υπερκριτήριο για την επικράτηση της υποψηφιότητας του ενδιαφερομένου μέρους, υποσκελίζοντας την αδιαμφισβήτητη υπεροχή του αιτητή στο σύνολο των υπολοίπων κριτηρίων.  Διαπιστώνεται έτσι υπέρβαση της εύλογης διακριτικής ευχέρειας της ΕΕΥ, παρά την πάγια αρχή της αυξημένης βαρύτητας που νομίμως δίνεται στα αποτελέσματα της συνέντευξης σε θέσεις όπως η επίδικη, (βλ. σχετικά Ειρήνη Χριστοδούλου ν. Δημοκρατίας, Υποθ.Αρ.862/2007, ημερ. 3.04.09)

 

Στη συνέχεια καταγράφεται στην απόφαση της ΕΕΥ ημερ. 9 Ιουλίου 2010, ότι απασχολεί για σκοπούς της παρούσας προσφυγής:

 

Με την παραγρ.4 μελετήθηκε η έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής ημερ. 17 Ιουλίου 2008.

 

Με την παραγρ.7, υιοθέτησε όσα διαπίστωσε από τη μελέτη των προσωπικών φακέλων και υπηρεσιακών εκθέσεων, που έγιναν τότε.

 

Με την παραγρ.8, λήφθησαν υπόψη οι προσωπικές συνεντεύξεις που έλαβαν χώρα στις 20 Νοεμβρίου 2008.

 

Με την παραγρ.9, η ΕΕΥ αφού έλαβε υπόψη τα πιο πάνω προέβη σε αξιολόγηση με βάση τα κριτήρια αξία, προσόντα, αρχαιότητα.

 

Με την παραγρ.10, αναφορικά με την επιμέτρηση της αξίας, κατέληξε:

 

«Επομένως, όσον αφορά το περιεχόμενο των προσωπικών φακέλων και των φακέλων υπηρεσιακών εκθέσεων οι τρεις υποψήφιοι κρίνονται ισοδύναμοι»

(υπογράμμιση δική μου).

 

Το δικαστήριο στην υπόθεση 1938/2008 ανέφερε τα εξής επί του προκειμένου:

«Η ΕΕΥ θεώρησε ότι συνολικά συγκρινόμενοι οι υποψήφιοι μπορούν να θεωρηθούν περίπου ισοδύναμοι όσον αφορά το σύνολο των υπηρεσιακών τους εκθέσεων.  Προκύπτει πλάνη και μάλιστα ουσιώδης, αφού το Δικαστήριο δεν μπορεί να προβλέψει αν η τελική συγκριτική αποτίμηση της γενικής αξίας των διαδίκων θα ήταν διαφορετική, αν δεν μεσολαβούσε η πεπλανημένη εκτίμηση της αντικειμενικής τους αξίας».

 

Παρατηρώ συναφώς ότι η ΕΕΥ, παραγνώρισε το σκεπτικό και το διατακτικό μέρος της πιο πάνω απόφασης, που αποτελεί δεσμευτικό δεδικασμένο.  Όπως αναφέρθηκε στην υπόθεση Κυπριακό Συμβούλιο Αναγνώρισης Τίτλων Σπουδών (ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ.) ν. Ιακώβου (Αρ.1) (2010) 3 Α.Α.Δ. 201, που υιοθέτησε παλαιότερη νομολογία (Ναζίρης ν. ΡΙΚ, (2007) 3 Α.Α.Δ. 38).  Ο έλεγχος διοικητικής απόφασης, μετά από επανεξέταση διενεργείται στη βάση όσων προκύπτουν από το ακυρωτικό αποτέλεσμα.

 

Στην προκείμενη περίπτωση προέκυψε ότι οι τότε, 20 Νοεμβρίου 2008, κρινόμενοι υποψήφιοι, με βάση την αντικειμενική τους αξία, όπως προέκυπτε από τις υπηρεσιακές τους εκθέσεις, ως ισοδύναμοι, ήταν προϊόν πλάνης.

 

Η ΕΕΥ σημειώνει στην απόφαση της ότι οι υποψήφιοι ήταν ισοδύναμοι, και «ενώ στις υπηρεσιακές εκθέσεις υπερέχει οριακά ο Πιλλάς Κυριάκος, αφού η διαφορά στο μέσο όρο βαθμολογία των υποψηφίων είναι οριακή (κατά 0,50 μονάδος)».

 

Το Δικαστήριο στην υπόθεση 1938/2008 ανέλυσε το θέμα των βαθμολογιών των δύο υποψηφίων και κατέληξε στο συμπέρασμα, ότι επειδή τούτο δε λήφθηκε υπόψη οδήγησε σε ουσιώδη πλάνη, με το τελικό σκεπτικό «την αδιαμφισβήτητη υπεροχή του αιτητή στο σύνολο των υπολοίπων κριτηρίων».

 

Συνακόλουθα θεωρώ ότι υπήρξε, από πλευράς ΕΕΥ, παράβαση του δεδικασμένου, που όριζε το σκεπτικό της υπόθεσης 1938/2008 και θα προχωρούσα σε ακύρωση της απόφασης.

 

Θα εξετάσω,  όμως, και τα υπόλοιπα θέματα που εγείρονται.

 

Καταλήγει η απόφαση της ΕΕΥ.

 

«Συμπερασματικά, η Επιτροπή, αφού έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιον της στοιχεία, όπως αυτά αναλύθηκαν με βάση τα τρία νόμιμα κριτήρια - αξία, προσόντα, αρχαιότητα -, έκρινε ότι ο υποψήφιος Χαραλάμπους Ανδρέας υπερείχε των ανθυποψηφίων του και τον επέλεξε ως τον πιο κατάλληλο για προαγωγή στη θέση Διευθυντή Παιδαγωγικού Ινστιτούτου.  Η Επιτροπή αιτιολόγησε την απόφασή της με βάση το πιο κάτω σκεπτικό:

 

          Ο υποψήφιος Χαραλάμπους Ανδρέας υπερέχει των ανθυποψηφίων του σε αξία.  Πιο συγκεκριμένα, είναι ισοδύναμος με αυτούς στο περιεχόμενο των προσωπικών φακέλων και των φακέλων υπηρεσιακών εκθέσεων, ενώ στο σύνολο των υπηρεσιακών εκθέσεων υπερέχει οριακά ο Πιλλάς Κυριάκος.  Ο Χαραλάμπους Ανδρέας, όμως, υπερέχει έκδηλα έναντι των ανθυποψηφίων του όσον αφορά στην απόδοση στην προσωπική συνέντευξη.»

 

«Παρόλο που τα επιπρόσθετα προσόντα που κατέχουν οι δυο ανθυποψήφιοι του επιλεγέντος λήφθηκαν υπόψη κατά τη συνεκτίμηση των τριών νόμιμων κριτηρίων, η Επιτροπή έκρινε ότι αυτά δε δίνουν προβάδισμα σε οποιοδήποτε υποψήφιο και έχουν οριακή σημασία, εφόσον το Σχέδιο Υπηρεσίας δεν προνοεί ότι πρόσθετα προσόντα συνιστούν πλεονέκτημα.

 

Σε ό,τι αφορά την αρχαιότητα, ο Χαραλάμπους Ανδρέας υστερεί έναντι των ανθυποψηφίων του.  Η Επιτροπή, όμως, έκρινε ότι, σύμφωνα και με σχετική νομολογία (Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ.Ε3232 - Ανδρέας Π.Παπανδρέου Vs Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω ΕΕΥ), η υπεροχή σε αρχαιότητα δεν μπορεί να υπερσκελίσει την υπεροχή σε αξία για πλήρωση υψηλόβαθμων θέσεων».

 

Παρατηρώ συναφώς ότι η ΕΕΥ, έκρινε ως καταλυτικό, παραγνώρισης κάθε άλλου στοιχείου, την εμβέλεια και έκταση της προφορικής συνέντευξης.

 

Σ΄ένα υποψήφιο, τον αιτητή, που υπερέχει με δικαστική απόφαση στις υπηρεσιακές εκθέσεις, βαθμολογήθηκε ψηλότερα στην προφορική και τελική εισήγηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, αξιολογήθηκε πιο ψηλά από τη Διευθύντρια ενώπιον της ΕΕΥ, είναι αρχαιότερος κατά δυο έτη του ανθυποψηφίου του, κατέχει πρόσθετα προσόντα, μεταξύ άλλων ένα που σημειώνεται στο σχέδιο υπηρεσίας ως προτιμητέο, η ΕΕΥ αντιπροτείνει, για σκοπούς επιλογής του καλυτέρου υποψηφίου, την υπέρτερη βαθμολόγηση στην προφορική συνέντευξη.

 

Συμφωνώ με το σκεπτικό του αδελφού Δικαστή Κραμβή στην υπόθεση 1938/2008 υπήρχε «υποσκέληση» της «αδιαμφισβήτητης υπεροχής» του αιτητή στο σύνολο των υπολοίπων κριτηρίων.

 

Το σκεπτικό της υπόθεσης Χριστοδούλου ν. Δημοκρατίας

(2009) 3 Α.Α.Δ. 164 για τη σημασία της προφορικής συνέντευξης  επί του προκειμένου, τυγχάνει εφαρμογής.

 

Δεν υπάρχει «υπερκριτήριο» αλλά αναγκαιότητα στάθμισης όλων των κριτηρίων, αξία, προσόντα, αρχαιότητα, ισομερώς.  Κάτι τέτοιο στην προκείμενη υπόθεση δεν έγινε.

 

Συνακόλουθα η προσφυγή επιτυγχάνει.  Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρούται.  Τα έξοδα επιδικάζονται υπέρ του αιτητή.

 

                                                  Κ. Παμπαλλής,

                                                                Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο