ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Δεν έχει εντοπιστεί νομοθεσία ή απόφαση ή δικονομικός θεσμός στον οποίο να κάνει αναφορά η απόφαση αυτή
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υποθ. Αρ.647 /2010)
30 Αυγούστου, 2012
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στης]
Αναφορικά με τα ΄Αρθρα 146 του Συντάγματος
ΕΥΤΥΧΙΑ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ - ΚΑΛΛΕΠΙΤΗ
Αιτήτρια,
-και -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, μέσω
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ
Καθ΄ων η αίτηση.
------------------------
Δ. Aποστολίδης, για Α.Σ.Αγγελίδη, για την Αιτήτρια.
K.Λοϊζου, (κα.), για τους Καθ΄ων η αίτηση
Σ. Ανδρέου, για Ενδιαφερόμενο μέρος
-----------------------
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια αμφισβητεί τη νομιμότητα της απόφασης της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (Ε.Ε.Υ.), με την οποία είχε προαχθεί η ΄Ολγα Παπαγιάννη (ενδιαφερόμενο μέρος), στη θέση του Επιθεωρητή Α΄ (Μέση Εκπαίδευση) για Μαθηματικά από την 1η Σεπτεμβρίου 2010 (η θέση).
Στις 24 Νοεμβρίου 2009 είχε ζητηθεί, από τη Γενική Διευθύντρια του Υπουργείου Παιδείας, η πλήρωση της πιο πάνω θέσης. Η ΕΕΥ προχώρησε στις 4 Δεκεμβρίου 2009 σε προκήρυξη της και υποβλήθηκαν 6 συνολικά αιτήσεις.
Στην ΄Εκθεση που υποβλήθηκε από τη Συμβουλευτική Επιτροπή Επιλογής προτάθηκαν 4 υποψήφιοι, μεταξύ των οποίων η αιτήτρια και το ενδιαφερόμενο μέρος.
Η ΕΕΥ προχώρησε σε προφορικές συνεντεύξεις στις 29 Απριλίου 2010 και αποφάσισε, κατά πλειοψηφία, την προαγωγή του ενδιαφερομένου μέρους.
Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια εισηγήθηκε ότι υπερέχει έναντι του ενδιαφερομένου μέρους, τόσο στην τελική αξιολόγηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, όσο και στο θέμα των ετήσιων εκθέσεων. Εισηγήθηκε περαιτέρω ότι κατέχει υπέρμετρα προσόντα και δεν υστερεί στο θέμα της αρχαιότητας. Είχε υψηλότερη αξιολόγηση από τη Διευθύντρια Μέσης και κατά την εισήγηση της είναι ορθότερη η απόφαση των μειοψηφησάντων μελών της Ε.Ε.Υ.
Από τα στοιχεία του φακέλου καταδεικνύεται ότι στο στάδιο της Συμβουλευτικής Επιτροπής, η αιτήτρια είχε βαθμολογηθεί ως Εξαίρετη, ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος ως Σχεδόν Εξαίρετη. Από την ανάλυση των ετήσιων εκθέσεων των τελευταίων χρόνων, είχε μέσο όρο βαθμολογίας 36.75 έναντι 36.25 του ενδιαφερόμενου μέρους. Παρόλο που η διαφορά είναι μικρή, αυτή έχει τη δική της σημασία, υποστήριξε ο συνήγορος, της αιτήτριας και αποτελεί αυθαίρετο συμπέρασμα η ύπαρξη ισοψηφίας, αφού υφίσταται έστω και μια μικρή διαφορά μισής μονάδας.
Η αιτήτρια κατέχει επιπλέον προσόν, ήτοι Postgraduate Diploma in Management από το Μεσογειακό Ινστιτούτο Διεύθυνσης (ΜΙΜ). Αυτό είναι σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης και υποβαθμίστηκε από την πλειοψηφία, εισηγήθηκε ο συνήγορος της αιτήτριας.
Αναφορικά με την αρχαιότητα, τόσο η αιτήτρια όσο και το ενδιαφερόμενο μέρος είχαν προαχθεί στη θέση του Βοηθού Διευθυντή την ιδία ημερομηνία, 1η Σεπτεμβρίου 2007. Η συνολική όμως προϋπηρεσία της αιτήτριας, ήταν μεγαλύτερη λαμβανομένου υπόψη ότι διορίστηκε την 1η Σεπτεμβρίου 1993, σ΄αντίθεση με το ενδιαφερόμενο μέρος που διορίστηκε την 1η Σεπτεμβρίου 1994.
Επίσης ήταν η εισήγηση της αιτήτριας ότι υπερείχε, και, κατά το στάδιο της κρίσης που έγινε από τη Διευθύντρια Μέσης Εκπαίδευσης, ενώπιον της ΕΕΥ, αφού αξιολογήθηκε ως Σχεδόν Εξαίρετη, ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος ως Σχεδόν Πάρα Πολύ Καλή. Αυτή η διαφοροποίηση δεν αιτιολογήθηκε από την ΕΕΥ, κατέληξε η αιτήτρια. Δόθηκε, υποστήριξε τέλος ο συνήγορος, υπέρμετρη βαρύτητα στην κρίση της ΕΕΥ για το διορισμό, που κατά το στάδιο της συνέντευξης, το ενδιαφερόμενο μέρος αξιολογήθηκε ως Εξαίρετο, σ΄αντίθεση με την αιτήτρια που χαρακτηρίστηκε ως Σχεδόν Εξαίρετη.
Η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ΄ων η αίτηση, υποστήριξε ότι η απόφαση της Επιτροπής, ακολούθησε τα θεσμοθετημένα κριτήρια και έλαβε υπόψη της την προφορική συνέντευξη, αφού η επίδικη θέση είναι η τρίτη ψηλότερη στην ιεραρχία του Υπουργείου Παιδείας, για την εκπαίδευση. Υπήρχε ισοδυναμία μεταξύ των υποψηφίων με μια μικρή, οριακή, διαφορά υπέρ της αιτήτριας, η οποία, όμως, δεν επηρεάζει την όλη εικόνα ότι οι δύο υποψήφιες ήταν ισοδύναμες. Η συνολική αρχαιότητα δεν πρέπει να ληφθεί υπόψη αλλά να εξεταστεί η θέση των υποψηφίων κατά την τελευταία προαγωγή η οποία έγινε την ίδια ημέρα. Αναφορικά με το πρόσθετο προσόν η Ε.Ε.Υ. έχει αποφανθεί ότι δεν ήταν συναφές με τα καθήκοντα της θέσης. Ως προς το θέμα της κρίσης της Διευθύντριας, που έγινε κατά το στάδιο της συνέντευξης, η Επιτροπή δεν έχει υποχρέωση ούτε να σχολιάσει, αλλά ούτε και να ακολουθήσει την εισήγηση αυτή.
Με το δεύτερο λόγο ακυρώσεως η αιτήτρια εισηγείται ότι η Επιτροπή δεν συνεκτίμησε το πρόσθετο προσόν της αιτήτριας το οποίο ενισχύει το κριτήριο της αξίας, αιτιολογία γι΄αυτό το θέμα δεν υπήρξε. Η συνήγορος των καθ΄ων η αίτηση υποστήριξε τη θέση ότι το εν λόγω προσόν δεν ήταν συναφές.
Το τελευταίο σκέλος της επιχειρηματολογίας της αιτήτριας εδράζεται στη σημασία που δόθηκε στη συνέντευξη η οποία είχε αποτελέσει, κατά την εισήγηση του συνήγορου, το κυρίαρχο στοιχείο στην αξιολόγηση των υποψηφίων και το διορισμό του ενδιαφερόμενου μέρους. Η συνήγορος των καθ΄ων η αίτηση επανέλαβε ότι αυτή η θέση βρίσκεται ψηλά στην ιεραρχία και η προσωπική συνέντευξη έχει τη δική της σημασία.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος του ενδιαφερομένου μέρους, πέραν από τα λεχθέντα από τους καθ΄ων η αίτηση, υποστήριξε ότι η ενέργεια της ΕΕΥ ήταν, με βάση τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης, εύλογα επιτρεπτή. Ούτε πρόσθεσε θα πρέπει το Δικαστήριο να υποκαταστήσει τη δική του κρίση αναφορικά με την επιλογή του καταλληλότερου υποψήφιου. Ταυτοχρόνως, εισηγήθηκε ότι η αιτήτρια απέτυχε να αποδείξει έκδηλη υπεροχή, έναντι της διορισθείσης.
Αναφορικά με το επιπρόσθετο προσόν που κατέχει η αιτήτρια ο κ.Ανδρέου εισηγήθηκε ότι το διορίζον όργανο, ως το μόνο αρμόδιο για την αξιολόγηση του, το χαρακτήρισε ως μη συναφές, μη προνοούμενο από το σχέδιο υπηρεσίας. Τέλος, ο συνήγορος εισηγήθηκε ότι από τη στιγμή που η επίδικη θέση ήταν ψηλά στην ιεραρχία, η προφορική συνέντευξη αποκτά τη δική της ιδιαίτερη σημασία, όπως έγινε στην προκείμενη περίπτωση.
Από τα γεγονότα της υπόθεσης προκύπτει ότι το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης δεν αναφέρεται σε επιπρόσθετα προσόντα. Θα μπορούσε, όμως, η ύπαρξη εντός τέτοιου προσόντος να αποτελέσει παράγοντα βελτιωτικό της εικόνας της αιτήτριας; Σαφώς ναι, κρίνοντας το θέμα βέβαια θεωρητικώς. Τι πτυχίο είναι, τι ρόλο μπορεί να διαδραματίσουν οι γνώσεις που αποκτήθηκαν από την αιτήτρια, κατά την άσκηση των καθηκόντων της επίδικης θέσης; Αυτά είναι ερωτήματα τα οποία παραμένουν αναπάντητα. Από το κείμενο της απόφαση της ΕΕΥ, παρατηρώ τα εξής:
«Σημειώνεται ότι σύμφωνα με τη νομολογία, επειδή το οικείο Σχέδιο Υπηρεσίας, δεν προνοεί ότι πρόσθετα προσόντα συνιστούν πλεονέκτημα, το προσόν αυτό δεν δίνει προβάδισμα στην υποψήφια αλλά έχει μόνο οριακή σημασία».
Εξάντλησε την υποχρέωση που είχε η ΕΕΥ να επιλέξει τον καλύτερο υποψήφιο; Η απάντηση παραμένει μετέωρη γιατί δεν έχουμε την άποψη του διορίζοντος οργάνου, ως προς τη σημασία, που θα μπορούσε να έχει η στάθμιση του μεταπτυχιακού πρόσθετου προσόντος της αιτήτριας, συνδυαζόμενο με ένα μικρό οριακό προβάδισμα στις ετήσιες εκθέσεις.
Η σιγή του σχεδίου υπηρεσίας που επικαλείται η ΕΕΥ, δεν αποτελεί ικανοποιητική απάντηση. Η όλη επαγγελματική και εκπαιδευτική πορεία ενός υποψήφιου είναι δεδομένα που πρέπει να αξιολογηθούν δεόντως.
Με γνώμονα τα πιο πάνω, θεωρώ ότι η απόφαση της ΕΕΥ είναι αναιτιολόγητη και ως εκ τούτου η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει, χωρίς να παρίσταται ανάγκη να ασχοληθώ με τα υπόλοιπα εγειρόμενα θέματα.
Η προσφυγή επιτυγχάνει. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρούται. Τα έξοδα επιδικάζονται υπέρ της αιτήτριας.
Κ. Παμπαλλής,
Δ.