ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 448/2010)
10 Αυγούστου, 2012
[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146 ΚΑΙ 28 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΑΘΗΝΟΥΛΑ ΜΕΛΕΤΙΕ - ΠΑΝΑΓΙΔΗ,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
΄Αντης Μ. Κωνσταντίνου, για την Αιτήτρια.
Δένα Μαρία Εργατούδη (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η Αίτηση.
Μαρίκα Καλλιγέρου (κα), για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή, η αιτήτρια αμφισβητεί τη νομιμότητα της προαγωγής του Χριστάκη Κωμοδρόμου, («ενδιαφερόμενο μέρος»), στη θέση Επιθεωρητή Εναέριας Κυκλοφορίας, Τμήμα Πολιτικής Αεροπορίας, από 1/2/2010.
Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, (η «Ε.Δ.Υ.»), μετά από διάβημα του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων, προχώρησε στην πλήρωση μιας μόνιμης θέσης Επιθεωρητή Εναέριας Κυκλοφορίας στο Τμήμα Πολιτικής Αεροπορίας, (η «θέση»), της οποίας τα καθήκοντα και τα απαιτούμενα προσόντα, σύμφωνα με το Σχέδιο Υπηρεσίας, είναι τα εξής:-
«Κ α θ ή κ ο ν τ α κ α ι ε υ θ ύ ν ε ς:
(α) Επιβλέπει και συντονίζει την ομαλή λειτουργία Κέντρου Ελέγχου Περιοχής ή Γραφείου Ελέγχου Προσεγγίσεως και Αεροδρομίου.
(β) Εκτελεί καθήκοντα ελεγκτή εναέριας κυκλοφορίας ανάλογα με τις ανάγκες της υπηρεσίας.
(γ) Συνεργάζεται στενά με το προσωπικό άλλων υπηρεσιών που σχετίζονται με τον έλεγχο εναέριας κυκλοφορίας.
(δ) Καθοδηγεί και εκπαιδεύει κατώτερο προσωπικό.
(ε) Εκτελεί οποιαδήποτε άλλα καθήκοντα που θα του ανατεθούν.
Σημ.: Τα καθήκοντα της θέσης συνεπάγονται απασχόληση πάνω σε 24-ώρη βάση με το σύστημα εναλλασσόμενων φυλάκων.
Α π α ι τ ο ύ μ ε ν α π ρ ο σ ό ν τ α:
(1) Τριετής τουλάχιστον υπηρεσία στη θέση Ελεγκτή Εναέριας Κυκλοφορίας 1ης Τάξης ή/και στην προηγούμενη θέση Ελεγκτή Εναέριας Κυκλοφορίας.
(2) Πτυχίο Ελεγκτή Εναέριας Κυκλοφορίας μετά πιστοποιητικών ισχύος (α) στον έλεγχο αεροδρομίου, (β) στον έλεγχο προσεγγίσεως, (γ) στον έλεγχο περιοχής και (δ) στον έλεγχο με σύστημα Ραντάρ. Τα πιστοποιητικά ισχύος θα πρέπει να είναι σχετικά με τις υπηρεσίες του Τμήματος Πολιτικής Αεροπορίας της Κυπριακής Δημοκρατίας.
(3) Ακεραιότητα χαρακτήρα, οργανωτική και διοικητική ικανότητα, υπευθυνότητα, πρωτοβουλία και ευθυκρισία.
(4) Επίπεδο υγείας όπως καθορίζεται από το Διεθνή Οργανισμό Πολιτικής Αεροπορίας.
(5) Πολύ καλή γνώση της Ελληνικής και Αγγλικής γλώσσας.
Σημ.: Ο κάτοχος της θέσης υποχρεούται να παρακολουθήσει οποιαδήποτε σειρά επιμορφωτικών μαθημάτων που θα καθοριστεί.»
Η Ε.Δ.Υ., σε συνεδρία της στις 15/1/2010, αφού έκρινε ποιοι από τους υποψηφίους είχαν δικαίωμα προαγωγής και διαπίστωσε την, κατά τεκμήριο, γνώση από αυτούς της απαιτούμενης πολύ καλής γνώσης της ελληνικής και της αγγλικής γλώσσας, έλαβε τη σύσταση του Διευθυντή του Τμήματος Πολιτικής Αεροπορίας, (ο «Διευθυντής»), ο οποίος ανέφερε τα εξής:-
«΄Εχω διαβουλευτεί με τους άμεσα προϊσταμένους όλων των υποψηφίων και έχω μελετήσει τόσο τους Προσωπικούς Φακέλους όσο και τους Φακέλους των Ετήσιων Υπηρεσιακών τους Εκθέσεων. Με βάση τα πιο πάνω και έχοντας υπόψη τα νομοθετημένα κριτήρια στο σύνολό τους (αξία, προσόντα και αρχαιότητα) καθώς επίσης και τις απαιτήσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας, κρίνω ως κατάλληλο και συστήνω για προαγωγή στη θέση Επιθεωρητή Ελέγχου Εναέριας Κυκλοφορίας τη Μελετιέ Αθηνούλα.
Η Μελετιέ έχει άριστη βαθμολογία και δεν υστερεί σε αξία των υπολοίπων υποψηφίων. Συνοψίζοντας όλα τα κριτήρια, η Μελετιέ Αθηνούλα κρίνεται να υπερτερεί συνολικά των άλλων υποψηφίων.
Σημειώνω ότι τα πρόσθετα προσόντα που κατέχουν όλοι οι υποψήφιοι είναι σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης.»
Στη συνέχεια και μετά την αποχώρηση του Διευθυντή, η Ε.Δ.Υ. προχώρησε στη δική της αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων, αποφάσισε δε να μην υιοθετήσει τη σύστασή του. Ως καταλληλότερο για προαγωγή στη θέση επέλεξε το ενδιαφερόμενο μέρος. Αιτιολογώντας την επιλογή της ανέφερε, μεταξύ άλλων, τα εξής:-
«Τέλος, η πλειοψηφία της Επιτροπής επιλέγοντας τον Κωμοδρόμο, δεν παρέλειψε να σημειώσει ότι αυτός υστερεί σε αρχαιότητα έναντι των υποψηφίων με α/α 1, Μακρή Χαράλαμπου και 2, Στυλιανού Κλεόπα, αρχαιότητα η οποία είναι απομακρυσμένη και οφείλεται στην ημερομηνία Πρώτου Διορισμού τους. Ωστόσο, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι αυτοί, παρόλο που κατέχουν επιπρόσθετα προσόντα και συγκεκριμένα ο μεν Μακρής κατέχει Δίπλωμα Α.Τ.Ι. ο δε Στυλιανού κατέχει Δίπλωμα Δόκιμου Αξιωματικού Ασυρμάτου, Ανώτερη Δημόσια Σχολή Εμπορικού Ναυτικού, και Δίπλωμα Ραδιοτηλεγραφητή Β΄ Τάξης, Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας, προσόντα τα οποία κρίνονται και αυτά σχετικά με τα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης, εντούτοις έκρινε ότι τα προσόντα του επιλεγέντα, όπως και όλων των υπολοίπων υποψηφίων είναι υψηλότερου επιπέδου (επιπέδου Master).»
Η αιτήτρια, για ακύρωση της πιο πάνω απόφασης, ισχυρίζεται ότι υπήρξε πλάνη της Ε.Δ.Υ. σε σχέση με τα προσόντα των υποψηφίων, δεν εδόθη η δέουσα και ειδική αιτιολογία για την παραγνώριση της σύστασης του Διευθυντή, τα υπέρτερα προσόντα της υπερίσχυαν της αρχαιότητας του ενδιαφερομένου μέρους και, τέλος, η Ε.Δ.Υ. δεν αξιολόγησε τα πρόσθετα προσόντα αυτής και του ενδιαφερομένου μέρους.
Αιτήτρια και ενδιαφερόμενο μέρος, κατά τον ουσιώδη χρόνο, κατείχαν τη θέση του Ελεγκτή Εναέριας Κυκλοφορίας, 1ης Τάξης, με το ενδιαφερόμενο μέρος να έχει προβάδισμα εννέα μηνών σε αρχαιότητα - (διορίστηκαν: 1/2/2001 και 1/5/2000, αντίστοιχα). Ημερομηνία πρώτου διορισμού και των δύο στη θέση Ελεγκτή Εναέριας Κυκλοφορίας, 2ης Τάξης, ήταν η 17/10/1994. Και οι δύο, στις Υπηρεσιακές Εκθέσεις των τελευταίων πέντε χρόνων - (2004 - 2008) - αξιολογήθηκαν σε όλα τα στοιχεία «Εξαίρετα». Κατείχαν δε επιπρόσθετα ακαδημαϊκά προσόντα μεταπτυχιακού επιπέδου - η αιτήτρια Master in Public Sector Management και Master in Business Administration του Cyprus International Institute of Management και το ενδιαφερόμενο μέρος Master of Science του University of Maryland των Η.Π.Α. Οι πρώτοι ακαδημαϊκοί τίτλοι ήταν, για μεν την αιτήτρια, Δίπλωμα Πολιτικής Μηχανικής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, το οποίο έχει αναγνωριστεί από το ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. ως ισότιμο με μεταπτυχιακό δίπλωμα επιπέδου Master, για δε το ενδιαφερόμενο μέρος, Bachelor of Science in Mechanical Engineering του The George Washington University των Η.Π.Α.
Τα πιο πάνω οδήγησαν την αιτήτρια να ισχυριστεί ότι αυτή κατείχε τρία επιπρόσθετα μεταπτυχιακά προσόντα, ισχυρισμός, όμως, που δεν ευσταθεί, αφού, σύμφωνα με τις Δημητρίου ν. Δημοκρατίας (Αρ. 1) (1990) 3 Α.Α.Δ. 1426 και Αργυρίδης ν. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 376, Master που απονέμεται μετά από πενταετή φοίτηση και αποτελεί το πρώτο πτυχίο του κατόχου δεν μπορεί να λογιστεί και ως βασικός και ως μεταπτυχιακός τίτλος, ούτε να ενεργήσει προς όφελός του δύο φορές. Η Ε.Δ.Υ., στα πρακτικά της, κατέγραψε ότι τόσο το ενδιαφερόμενο μέρος όσο και υποψήφιοι που ακολουθούν σε αρχαιότητα διέθεταν επιπρόσθετα προσόντα, επιπέδου Master, σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης. Συνεπώς, η αναφορά της Ε.Δ.Υ. ότι το ενδιαφερόμενο μέρος δεν υστερούσε σε προσόντα δεν ήταν, όπως ισχυρίζεται η αιτήτρια, πεπλανημένη. Είναι, περαιτέρω, η θέση της ότι αυτή υπερέχει του ενδιαφερομένου μέρους σε αξία, ένεκα της υπέρ της σύστασης του Διευθυντή και ότι η Ε.Δ.Υ. εσφαλμένα επέλεξε το ενδιαφερόμενο μέρος, παραγνωρίζοντας, χωρίς ειδική αιτιολογία, τη σύσταση. Παραβιάστηκε, ισχυρίστηκε, η αρχή της νομολογίας ότι η αρχαιότητα αποτελεί αποφασιστικό παράγοντα μόνο όταν οι υποψήφιοι είναι ισοδύναμοι σε αξία και προσόντα.
Σύμφωνα με το ΄Αρθρο 35(4) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, (Ν. 1/90), (όπως τροποποιήθηκε), η σύσταση σε διαδικασία πλήρωσης θέσεων προαγωγής πρέπει να είναι αιτιολογημένη. Απλή αναφορά στα θεσμοθετημένα κριτήρια - (αξία προσόντα αρχαιότητα) - δεν ικανοποιεί αυτήν την απαίτηση, η οποία ικανοποιείται όταν η σύσταση περιέχει την άποψη του Διευθυντή για τις ικανότητες, αρετές και ιδιότητες που χρειάζονται για την επιτυχή εκτέλεση των καθηκόντων μιας θέσης και τα δεδομένα στη βάση των οποίων έχει διαμορφωθεί η κρίση του ότι ο υποψήφιος που συστήνεται είναι ο καταλληλότερος. Σύσταση που επαναλαμβάνει, απλά, τα μετρήσιμα στοιχεία του φακέλου δεν αρκεί - (βλ. Στυλιανού κ.α. ν. Δημοκρατίας κ.α. (1994) 3 Α.Α.Δ. 387· Λεωνίδου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 385). Στη Μοδίτης ν. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 695, σε σχέση με τη σύσταση, αναφέρθηκαν τα εξής:- (σελ. 719, 720-721)
«Καταλήγουμε πως η σύσταση του προϊσταμένου εκδήλως δεν μπορεί να προσθέτει ή να αφαιρεί από την υπηρεσιακή εικόνα των υπαλλήλων. Δεν είναι πηγή τέτοιας πληροφόρησης και δε συναρτάται προς την αξία, ως του ενός από τα κριτήρια που προβλέπει ο Νόμος. Η σύσταση, στην οποία αναφέρεται ο Νόμος, εμπεριέχει μόνο τη συμβουλή ή γνώμη του προϊσταμένου ως προς τον κατάλληλο για προαγωγή στη βάση του συνόλου των κριτηρίων, με δοσμένη την υπηρεσιακή τους εικόνα όπως την αποτυπώνουν οι φάκελοι. Ο προϊστάμενος του τμήματος στο οποίο υφίσταται η κενή θέση γνωρίζει στην πράξη τις ανάγκες εκείνης της θέσης και εξ αυτού προκύπτει και ο ρόλος του. Να επισημάνει τι από τα δεδομένα, δηλαδή από τις ιδιότητες και τις ικανότητες που καταφαίνεται ότι έχει ένας υπάλληλος, ταιριάζει καλύτερα σ' αυτές τις ανάγκες ώστε αυτός να αναδεικνύεται ως ο καταλληλότερος. Οπότε, και στην περίπτωση που η ΕΔΥ έχει άλλη άποψη ως προς το ποιος είναι ο καταλληλότερος, να χρειάζεται να αιτιολογήσει αυτή την απόκλιση ειδικά.
..............................................................................................................
΄Οσα εξειδικεύει ως ικανότητες και ιδιότητες των συστηθέντων, αναμφιβόλως είναι σχετικά και θα μπορούσαν να είχαν αποτελέσει τους λόγους της επιλογής που έκαμε. Εννοείται όμως πως τα αναφέρει συγκριτικά. Δεν μπορεί να του αποδοθεί πως προτείνει ορισμένους για προαγωγή για συγκεκριμένους λόγους όταν θεωρεί πως οι ίδιοι οι λόγοι συντρέχουν και για εκείνους που δε συστήνει. Κατ' ανάγκην όσα εξειδικεύει μεταφέρουν το μήνυμα της υπεροχής εκείνων που συστήνονται στους αντίστοιχους τομείς. ΄Ωστε αυτοί να αναδεικνύονται ως οι καταλληλότεροι. (Βλ. συναφώς Κίκης Ονουφρίου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 833). Δεν προκύπτει όμως τέτοια υπεροχή από τους φακέλους και η επίκληση από τον προϊστάμενο της προσωπικής του γνώσης, εισάγει πηγή πληροφόρησης αντίθετη προς το Νόμο και, πάντως, η σύσταση συγκρούεται προς τα στοιχεία των φακέλων. Σημειώνουμε συναφώς πως ο ίδιος προϊστάμενος αξιολόγησε τον αιτητή τα δυο τελευταία χρόνια, το 1996 και το 1997. Και τον βρήκε εξαίρετο σε όλα ανεξαιρέτως τα στοιχεία αξιολόγησης. Οπότε, κατά την πάγια νομολογία μας, δεν θα έπρεπε να της είχε προσδοθεί βαρύτητα. Συνυπολογίστηκε κατά την τελική επιλογή, στοιχειοθετείται λόγος ακυρότητας και η έφεση επιτυγχάνει. Η προσβαλλόμενη απόφαση παραμερίζεται. Τα έξοδα πρωτοδίκως και κατ' έφεση επιδικάζονται υπέρ του εφεσείοντα.»
Ανάλογα αναφέρθηκαν και στη Χρυσάνθου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2003) 3 Α.Α.Δ. 494.
Στην παρούσα περίπτωση, η σύσταση του Διευθυντή, την οποία έχω, ήδη, παραθέσει, δε φαίνεται να είναι σύμφωνη με τις νομολογιακές αρχές. Ουσιαστικά, περιλαμβάνει αόριστες αναφορές στα τρία θεσμοθετημένα κριτήρια, με βάση τα οποία, όπως αφήνεται να εννοηθεί, προέκυπτε η καταλληλότητα της αιτήτριας, για την οποία, στη συνέχεια, αναφέρθηκε λακωνικά και αόριστα ότι αυτή «υπερτερεί συνολικά των άλλων υποψηφίων». Δεν έχουν επισημανθεί από το Διευθυντή συγκεκριμένες ικανότητες ή ιδιότητες, που, κατά την άποψή του, η αιτήτρια διέθετε και οι οποίες, σε συσχετισμό με τα καθήκοντα και τις ανάγκες της θέσης, θα δικαιολογούσαν τη σύστασή της ως της καταλληλότερης. Η άριστη βαθμολογία της, σύμφωνα με την αναφορά του Διευθυντή, με δεδομένη την ισοδυναμία των μερών, όπως αυτή προκύπτει από τις Υπηρεσιακές τους Εκθέσεις, συνιστά απλή αναπαραγωγή αξιολογημένων στοιχείων των φακέλων και δεν μπορεί να αποτελέσει έρεισμα της επιλογής του. Κατά τον ίδιο τρόπο και χωρίς ουσιαστική σημασία είναι και η τελευταία αναφορά της σύστασης, ότι, δηλαδή, «τα πρόσθετα προσόντα που κατέχουν όλοι οι υποψήφιοι είναι σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης». Με αυτή, δεν αποκαλύπτεται οποιοσδήποτε συσχετισμός ή συγκριτική αξιολόγηση των υποψηφίων, που θα βοηθούσε στην εκτίμηση για την καταλληλότητα της υποψήφιας που ο Διευθυντής επέλεξε να συστήσει. Ενόψει των πιο πάνω, θεωρώ ότι η Ε.Δ.Υ. εύλογα κατέληξε να μην υιοθετήσει την αναιτιολόγητη σύσταση του Διευθυντή, εφόσον το ενδιαφερόμενο μέρος δεν υστερούσε σε βαθμολογημένη αξία, κατείχε, όπως και ορισμένοι άλλοι υποψήφιοι, περιλαμβανομένης της αιτήτριας, μεταπτυχιακό τίτλο ως επιπρόσθετο προσόν σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης και υπερείχε σε αρχαιότητα έναντι της αιτήτριας κατά εννέα μήνες στην προηγούμενη θέση.
Ο ισχυρισμός της αιτήτριας ότι δεν έγινε η δέουσα αξιολόγηση των πρόσθετων προσόντων, επίσης, δεν ευσταθεί. Καθώς προκύπτει από τα πρακτικά ημερομηνίας 15/1/2010, η Ε.Δ.Υ. δεν παρέλειψε να σημειώσει ότι δύο άλλοι υποψήφιοι, που προηγούνταν σε αρχαιότητα, κατείχαν επιπρόσθετα διπλώματα που ήταν σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης, αυτά, όμως, δεν ήταν μεταπτυχιακού επιπέδου Master, ενώ τα προσόντα του ενδιαφερομένου μέρους ήταν σε υψηλότερο επίπεδο. Η Ε.Δ.Υ., καθώς προκύπτει, έλαβε υπόψη της όλα τα πρόσθετα προσόντα, εξέτασε τη σχετικότητα τους και απέδωσε, ως ήταν αναμενόμενο, μεγαλύτερη βαρύτητα στους πανεπιστημιακούς τίτλους μεταπτυχιακού επιπέδου. Με δεδομένη την κατοχή τόσο από την αιτήτρια όσο και από το ενδιαφερόμενο μέρος μεταπτυχιακών ακαδημαϊκών προσόντων και τη, συνακόλουθη, ισοδυναμία τους στο σχετικό κριτήριο, ως και τις πανομοιότυπες ετήσιες αξιολογήσεις τους, η εννεάμηνη αρχαιότητα του ενδιαφερομένου μέρους αποκτούσε σημασία, εφόσον αυτή πρόσθετε στην πείρα. Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω, καταλήγω ότι η επιλογή του ενδιαφερομένου μέρους ήταν εντός των πλαισίων της διακριτικής ευχέρειας της Ε.Δ.Υ.
Η προσφυγή απορρίπτεται, με έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.
Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, σύμφωνα με το ΄Αρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
Ε. Παπαδοπούλου,
Δ.
/ΕΘ, ΜΠ