ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
SOFOCLES SOFOCLEOUS ν. REPUBLIC (MINISTRY OF EDUCATION) (1971) 3 CLR 345
FRANGOS & OTHERS ν. REPUBLIC (1982) 3 CLR 53
Λοϊζίδης Σταύρος ν. Yπουργού Eξωτερικών. (1995) 3 ΑΑΔ 233
Eπιτροπή Kεφαλαιαγοράς Kύπρου ν. Marfin Popular BankPublic Co Ltd (2007) 3 ΑΑΔ 32
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Κωνσταντίνου Ανδρέας ν. Aστυνομίας (2016) 2 ΑΑΔ 705, ECLI:CY:AD:2016:B335
ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ν. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Ποινική Έφεση 166/15 , 8/7/2016, ECLI:CY:AD:2016:B335
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υποθ. Αρ.848 /2012)
12 Ιoυλίου, 2012
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στης]
Αναφορικά με τα άρθρα 28, 29 και 146 του Συντάγματος
ΜΑRTA AYEREDIN MOHAMMED
Αιτήτρια,
-και -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, μέσω
1. Υπουργείου Εσωτερικών Γενικού Διευθυντή
2. Διευθύντριας Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης και/ή
3. Επαρχιακό Γραφείο Τμήματος Αλλοδαπών και Μετανάστευσης
Καθ΄ων η αίτηση.
------------------------
Μ.Παρασκευάς, με Π.Σαββίδη, για την Αιτήτρια.
Γ. Χ΄Χάννα, (κα.), για τους Καθ΄ων η αίτηση
-----------------------
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: H αιτήτρια κατάγεται από την Αιθιοπία και αφήχθηκε στην Κύπρο στις 9.7.2006, με σκοπό να εργαστεί ως οικιακή βοηθός, στη Λεμεσό. Στις 20 Απριλίου 2007 ζήτησε και της παραχωρήθηκε άδεια προσωρινής παραμονής, ως οικιακή βοηθό, σε άλλο εργοδότη στο χωριό Γεράσα.
Στις 24 Αυγούστου 2007 η αιτήτρια υπέβαλε αίτηση ασύλου και μετά από σχετική αίτηση της παραχωρήθηκε άδεια παραμονής μέχρι 15 Οκτωβρίου 2008. Στο μεταξύ, όμως, στις 30 Απριλίου 2008, ο φάκελος της υπόθεσης της είχε θεωρηθεί ως κλειστός, αφού η αιτήτρια δεν είχε εμφανιστεί σε προγραμματισθείσα συνάντηση με την Υπηρεσία Ασύλου.
Στις 7 Μαϊου 2008 είχε η αιτήτρια συνάψει γάμο με πολίτη της ΄Ενωσης κάποιο Vasile Lazar, υπήκοο Ρουμανίας. Ως αποτέλεσμα τούτου υπέβαλε στις 19 Μαρτίου 2009 αίτηση για παραχώρηση Δελτίου Διαμονής λόγω γάμου. Ανάλογη αίτηση που υπέβαλε ο εν λόγω σύζυγος και δόθηκε Βεβαίωση Εγγραφής ημερ. 19 Μαρτίου 2009. ΄Εγινε, στις 14 Ιουνίου 2009, έλεγχος, από την Υπηρεσία Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως, ως προς την γνησιότητα του γάμου, και διαπιστώθηκε ότι το ζεύγος διέμενε κάτω από την ίδια στέγη. Ως αποτέλεσμα αυτού του ελέγχου εκδόθηκε Δελτίο Διαμονής της αιτήτριας ημερ. 1ης Ιουλίου 2009 με ισχύ μέχρι 16 Οκτωβρίου 2010, καθότι το διαβατήριο της αιτήτριας έληγε στις 16 Νοεμβρίου 2010. ΄Εκτοτε δεν υποβλήθηκε αίτηση για ανανέωση του εν λόγω Δελτίου Διαμονής, παρά μόνο στις 14 Μαρτίου 2012 όταν η αιτήτρια επισκέφθηκε την Υπηρεσία Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως στη Λεμεσό με σκοπό την ανανέωση του. Διαπιστώθηκε τότε ότι η αιτήτρια βρισκόταν στην Κύπρου άνευ αδείας παραμονής, καταχωρήθηκε ποινική υπόθεση εναντίον της και αφού εμφανίστηκε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού, έγινε παραδοχή από μέρους της και το Δικαστήριο της επέβαλε ποινή φυλάκισης 20 ημερών.
Στις 2 Απριλίου 2012 η αιτήτρια θεωρήθηκε από τη Διευθύντρια του Τμήματος Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως ως ανεπιθύμητος μετανάστης, ενόψει της καταδίκης της σε φυλάκιση, και εκδόθηκαν την ίδια ημέρα εναντίον της διατάγματα κράτησης και απέλασης. Τα εν λόγω διατάγματα της γνωστοποιήθηκαν στις 3 Απριλίου 2012, η δε αιτήτρια αρνήθηκε να υπογράψει βεβαίωση παραλαβής.
Στις 17 Μαϊου 2012 η αιτήτρια καταχώρισε αίτηση για έκδοση προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus αρ.79/12 η οποία απερρίφθη με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στις 28 Μαϊου 2012.
Στις 29 Μαϊου 2012, η αιτήτρια καταχώρισε την παρούσα προσφυγή, με την οποία αμφισβητεί τη νομιμότητα της απόφασης της διευθύντριας του τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης ημερ. 2 Απριλίου 2012, με την οποία κρίθηκε ανεπιθύμητος μετανάστης. Την ίδια ημέρα καταχώρισε αίτηση δια κλήσεως με την οποία ζητεί: την έκδοση διατάγματος «(Α) όπως ανασταλούν άμεσα οι παράνομες διαδικασίες απέλασης της αιτήτριας μέχρι εκδικάσεως και τελικής αποπερατώσεως της παρούσας προσφυγής και/ή μέχρι νεωτέρας διαταγής του Δικαστηρίου και (Β) όπως η αιτήτρια αφεθεί άμεσα ελεύθερη καθότι η κράτηση της είναι παντελώς παράνομη.»
Με την ένσταση που καταχωρήθηκε και την ένορκη δήλωση της κας.Σωτηρίας Νικολάου, επισημαίνεται ότι μετά τη διαπίστωση της γνησιότητας του γάμου που έγινε στις 14 Ιουνίου 2009 εκδόθηκε Δελτίο Διαμονής της αιτήτριας με ισχύ μέχρι 16 Οκτωβρίου 2010, λαμβανομένου υπόψη, όπως αναφέρθηκε, ότι το διαβατήριο της αιτήτριας έληγε στις 16 Νοεμβρίου 2010. ΄Εκτοτε δεν ανανεώθηκε, όπως αναφέρει η ενόρκως δηλούσα, και η αιτήτρια συνελήφθη στις 15 Μαρτίου 2012 όταν επισκέφθηκε, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, την Υπηρεσία Μετανάστευσης για ανανέωση του Δελτίου Διαμονής της. Στη συνέχεια ακολούθησε η προσαγωγή της ενώπιον του Δικαστηρίου και η επιβολή της ποινής 20ημέρου φυλακίσεως.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος ισχυρίστηκε, κατ΄αρχήν, ότι παρανόμως επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης και στο σημείο αυτό έγκειται μεταξύ άλλων και η έκδηλη παρανομία, που είναι απαραίτητο να υπάρχει, για να θεμελιώσει η αιτήτρια την αίτηση της για έκδοση προσωρινού διατάγματος.
Πρέπει από την αρχή να σημειώσω ότι η πιο πάνω εισήγηση περί παρανομίας στην επιβληθείσα ποινή, είναι εντελώς εκτός του πλαισίου συζήτησης της παρούσας υπόθεσης. Η αιτήτρια συνελήφθη, προσήχθη ενώπιον Δικαστηρίου, κατηγορήθηκε, απάντησε στην κατηγορία και το Δικαστήριο επέβαλε, την κατά την άποψη του, αρμόζουσα ποινή. Σημειώνεται ότι αυτό το αποτέλεσμα δεν αμφισβητήθηκε από την αιτήτρια ενώπιον του αρμοδίου βήματος, που δεν είναι άλλο, παρά το εφετείο. Συνακόλουθα, η ποινή υπάρχει και συνυπολογίζεται μέσα από τα γεγονότα της όλης υπόθεσης. Παράλληλα τα περί απουσίας ενημέρωσης ως προς τα δικαιώματα της αιτήτριας σίγουρα δεν μπορούν να αποτελέσουν βάσιμο λόγο συζήτησης, λαμβανομένου υπόψη ότι, σε κανένα στάδιο δεν αμφισβητήθηκε, με το κατάλληλο ένδικο μέσο, η επιβληθείσα ποινή.
Το δεύτερο σκέλος της επιχειρηματολογίας του κ.Παρασκευά έγκειται στο γεγονός ότι, το 2009, ο γάμος της αιτήτριας με πολίτη της ΄Ενωσης, κρίθηκε ως γνήσιος. Ανεξαρτήτως οποιοδήποτε άλλου διαβήματος, υποστήριξε ο συνήγορος, από τη στιγμή που η αιτήτρια έχει συμπληρώσει μια τριετία γάμου, θεμελιώνει αυτόνομο δικαίωμα παραμονής της στην Κύπρο. Τούτο δε ασχέτως ανεξαρτήτως αν υπάρχει ή όχι διαδικασία διαζυγίου. Ταυτοχρόνως, ο συνήγορος ισχυρίστηκε ότι η περίπτωση της αιτήτριας καλύπτεται από το άρθρο 15 της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2008/115/8. Περαιτέρω, ήταν η θέση της αιτήτριας ότι παραβιάστηκε η αρχή της αναλογικότητας και δεν είχε παρασχεθεί σε αυτήν, το δικαίωμα της οικειοθελούς αποχώρησης, κατά παράβαση της κείμενης νομοθεσίας.
Η ανεπανόρθωτη ζημιά την οποία θα υποστεί η αιτήτρια, είναι δεδομένη, κατά την εισήγηση του συνήγορου, αφού η αιτήτρια αν τελικώς απελαθεί θα χάσει τη δυνατότητα προσφυγής της ενώπιον του Δικαστηρίου.
Η ευπαίδευτη συνήγορος της Δημοκρατίας, ισχυρίστηκε ότι η αιτήτρια απέτυχε να τεκμηριώσει τον ισχυρισμό περί ύπαρξης έκδηλης παρανομίας. Η αιτήτρια βρίσκεται στην Κύπρο χωρίς άδεια παραμονής και για το σκοπό αυτό καταδικάστηκε από αρμόδιο Δικαστήριο.
Η αιτήτρια δεν αποκτά, κατά την εισήγηση της συνηγόρου, αυτόματο δικαίωμα παραμονής στην Κύπρο, αλλά η διαμονή με το σύζυγο της έχει τη δική της σημασία, ως προς την έκδοση ή όχι Δελτίου Διαμονής. Η μη χορήγηση του Δελτίου Διαμονής δεν έχει αμφισβητηθεί από την αιτήτρια. Ούτε, συνέχισε με οποιοδήποτε τρόπο, έχει καταδειχθεί η ανεπανόρθωτη ζημιά την οποία επικαλείται η αιτήτρια, λαμβανομένου υπόψη ότι της έχει δοθεί η δυνατότητα καταχώρησης προσφυγής και η εκδίκαση της συνεχίζεται, ανεξαρτήτως εάν η αιτήτρια είναι στην Κύπρο ή όχι.
Η προσφερόμενη στο Δικαστήριο δυνατότητα έκδοσης προσωρινών διαταγμάτων, μέχρι την εκδίκαση και αποπεράτωση μιας προσφυγής εδράζεται στον Καν.13 των Διαδικαστικών Κανονισμών του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου. Η δικαιοδοσία αυτή ασκείται με φειδώ και μόνο όταν στοιχειοθετηθούν ένα από τα δυο πιο κάτω απαραίτητα στοιχεία ήτοι:
α) ΄Εκδηλη παρανομία στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης ή
β) Πρόκληση ανεπανόρθωτης ζημιάς στον αιτητή από τη μη έκδοση του διατάγματος.
Όπως αναφέρθηκε στην υπόθεση Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ν. Marfin Popular Bank (2007) 3 Α.Α.Δ. 32.
«η εξαιρετική δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου για έκδοση προσωρινού διατάγματος όπως είναι πάγια νομολογημένο, αναλαμβάνεται μόνο εφόσον διαπιστώνεται πως η προσβαλλόμενη διοικητική απόφαση είναι έκδηλα παράνομη ή εφόσον, στο πλαίσιο του συνόλου των δεδομένων, δικαιολογείται να εκδοθεί ενόψει επαπειλούμενης, εξαιτίας της, ανεπανόρθωτης βλάβης.»
Στην υπόθεση Frangos & Οthers v. Republic (1982) 3 Α.Α.Δ.53, ιδιαίτερα στη σελίδα 57, αναφέρεται σε μετάφραση ότι:
«για να ενεργήσει το Δικαστήριο, η παρανομία πρέπει να είναι πρόδηλα αναγνωρίσιμη χωρίς να χρειάζεται να διερευνηθούν τα αμφισβητούμενα γεγονότα».
Περαιτέρω στην ίδια υπόθεση αναφέρεται το πιο κάτω απόσπασμα επίσης σε μετάφραση:
«αν και το τι αποτελεί έκδηλη παρανομία δεν έχει εξαντλητικά οριστεί φαίνεται ότι συνεπάγεται καθαρή παράβαση της διαδικασίας που προβλέπεται από το νόμο ή αδιαμφισβήτητη περιφρόνηση των θεμελιωδών αρχών του διοικητικού δικαίου.»
Ο ορισμός της «έκδηλης παρανομίας» απαντάται επίσης στην υπόθεση Λοϊζίδης ν. Yπ. Εξωτερικών (1995) 3 Α.Α.Δ. 233 ως εξής:
«έκδηλη παρανομία είναι εκείνη που, αν δεν αναδύεται αυτόματα ανακύπτει κατόπιν αναλογισμού ως προς τις επιπτώσεις στοιχείων ενυπαρχόντων στο διαθέσιμο υλικό εφόσον βέβαια ότι απορρέει παραμένει αντικειμενικά αναντίλεκτο και μη υποκείμενο σε στάθμιση για έκφραση κρίσης».
Το πιο κάτω απόσπασμα σε μετάφραση από την απόφαση Sofocleous ν. Republic (1971) 3 Α.Α.Δ. 345, δίδει πιστεύω το στίγμα και προσδιορίζει τις παραμέτρους μέσα από τις οποίες το Δικαστήριο μπορεί να προχωρήσει για να διαπιστώσει την ύπαρξη ανεπανόρθωτης ζημιάς.
«αποτελεί καλώς θεμελιωμένη αρχή του διοικητικού δικαίου ότι η κατ΄ισχυρισμόν ζημιά που θα προκύψει από την επικείμενη εκτέλεση της επίδικης διοικητικής πράξης πρέπει να εξειδικεύεται στην αίτηση με συγκεκριμένο τρόπο. Ασαφείς ισχυρισμοί για τη ζημιά καθιστούν δύσκολη την αξιολόγηση της και γι΄αυτό και μόνο το λόγο η αίτηση για προσωρινό διάταγμα μπορεί να απορριφθεί.»
Εξετάζοντας το αιτητικό της ενδιάμεσης αυτής αίτησης, ουσιαστικώς επιζητείται η κήρυξη των διαδικασιών κράτησης και απέλασης της αιτήτριας ως παρανόμων, έχοντας ως βάση την επιστολή των καθ΄ων η αίτηση ημερ. 2 Απριλίου 2012, που αποτελεί και το αιτητικό στην κυρίως προσφυγή.
Η θεμελιακή βάση του αιτήματος εδράζεται στο γεγονός ότι η αιτήτρια διέμενε στην Κύπρο νομίμως, ως σύζυγος πολίτη της ΄Ενωσης. Υπάρχει όμως η καταδικαστική απόφαση από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού, σύμφωνα με την οποία η αιτήτρια βρισκόταν παρανόμως στην Κύπρο, γεγονός που παραμένει ένα δεδομένο.
Το αν η αιτήτρια θεμελιώνει αυτοτελές δικαίωμα παραμονής ή όχι είναι αμφισβητούμενο, όπως επίσης αμφισβητούμενη είναι και η διατήρηση ή μη της έγγαμης σχέσης της με πολίτη της ΄Ενωσης. Αυτά τα θέματα χρήζουν περαιτέρω συζήτησης. Συναφώς, δεν μπορεί να τεκμηριωθεί το επιχείρημα της αιτήτριας ότι υπάρχει έκδηλη παρανομία, στο βαθμό που απαιτείται, με βάση την πιο πάνω αναφερόμενη νομολογία, ώστε να είναι αντικειμενικώς διαπιστούμενη χωρίς τη στάθμιση διαφοράς γνώμης.
Η διαπίστωση ύπαρξης ανεπανόρθωτης ζημιάς πρέπει να τεκμηριώνεται επί γεγονότων, σαφώς διατυπωμένων, τα οποία στην προκείμενη περίπτωση ελλείπουν. Είναι αναφαίρετο δικαίωμα κάθε ατόμου, προστατευόμενο και συνταγματικώς διασφαλισμένο, να έχει ελεύθερη πρόσβαση στο Δικαστήριο, έτσι ώστε να αμφισβητήσει τη νομιμότητα οποιασδήποτε απόφασης της διοίκησης, που τον αφορά. Στην προκείμενη περίπτωση, όπως είναι αποδεκτό, η αιτήτρια αμφισβητώντας την κράτηση της, καταχώρισε διαδικασία προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus αρ.79/2012 ημερ. 28 Μαϊου 2012. Στη συνέχεια, καταχωρήθηκε η παρούσα προσφυγή, η εκδίκαση της οποίας εκκρεμεί. Σε κανένα σημείο δεν έχει τεκμηριωθεί ότι η αιτήτρια δεν θα δυνηθεί να προωθήσει την υπόθεση της αν η ίδια βρίσκεται εντός ή εκτός του εδάφους της Δημοκρατίας.
Με γνώμονα τα πιο πάνω η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των καθ΄ων η αίτηση. Τα έξοδα θα είναι πληρωτέα στο τέλος της υπόθεσης.
Κ. Παμπαλλής,
Δ.