ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


 ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 254/2008 και 637/2008)

 

26 Ιουλίου, 2012

 

[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]

 

 

(Υπόθεση Αρ. 254/2008)

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ  ΜΕ  ΤΑ  ΑΡΘΡΑ  146,  28  ΤΟΥ  ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ  Μ.  ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ,

 

Αιτητής,

ν.

 

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ  ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,  ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ  ΔΗΜΟΣΙΑΣ  ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

 

Καθ' ης η Αίτηση.

________________________

 

(Υπόθεση Αρ. 637/2008)

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ  ΜΕ  ΤΑ  ΑΡΘΡΑ  146  ΚΑΙ  28  ΤΟΥ  ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΤΑΚΗΣ  ΠΑΠΑΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ,

 

Αιτητής,

ν.

 

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ  ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,  ΜΕΣΩ  ΤΗΣ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ  ΔΗΜΟΣΙΑΣ  ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

 

Καθ' ης η Αίτηση.

_________________________

 

Ανδρέας Αποστολίδης, για Ανδρέα Σ. Αγγελίδη, για τον Αιτητή στην Υπόθεση Αρ. 254/2008.

Δώρα Κωνσταντίνου (κα), για Κύπρο Χρυσοστομίδη, για τον Αιτητή στην Υπόθεση Αρ. 637/2008.

Δρ. Μαρίνα Σπηλιωτοπούλου (κα), Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για την Καθ' ης η Αίτηση.

________________________

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.:  Οι αιτητές, με τις πιο πάνω συνεκδικαζόμενες προσφυγές, αμφισβητούν τη νομιμότητα της απόφασης της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, (η «Επιτροπή»), ημερομηνίας 15/1/2008, με την οποία τα ενδιαφερόμενα μέρη Ξενοφών Τσουδερός, Γεώργιος Κυρατζή και Σάββας Βαλανίδης προήχθησαν στη μόνιμη θέση Ανώτερου Δασικού Λειτουργού, Τμήμα Δασών, (η «θέση»), από 1/2/2008.

 

Η Επιτροπή, σε συνεδρία της ημερομηνίας 15/1/2008, στα πλαίσια της διαδικασίας πλήρωσης τριών κενών μόνιμων θέσεων Ανώτερου Δασικού Λειτουργού στο Τμήμα Δασών, (θέση Προαγωγής),  αφού μελέτησε τον κατάλογο των υποψηφίων για προαγωγή, προέβη σε διαπιστώσεις αναφορικά με την κατοχή από αυτούς των απαιτουμένων προσόντων του Σχεδίου Υπηρεσίας και έλαβε τη σύσταση του Διευθυντή του Τμήματος, (ο «Διευθυντής»), ο οποίος πρότεινε ως καταλληλότερα για προαγωγή τα ενδιαφερόμενα μέρη, αξιολόγησε και σύγκρινε τους υποψηφίους.  Ακολούθως, αφού, όπως σημείωσε στα πρακτικά της, έλαβε υπόψη της τα τρία θεσμοθετημένα κριτήρια - (αξία, προσόντα, αρχαιότητα) - σταθμίζοντας και συνεκτιμώντας αυτά στο σύνολό τους, καθώς και τη σύσταση του Διευθυντή, έκρινε ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη υπερείχαν των άλλων υποψηφίων και αποφάσισε να τους προσφέρει προαγωγή στη θέση από 1/2/2008, αιτιολογώντας τις επιλογές της.

 

Μεγάλο μέρος της επιχειρηματολογίας των αιτητών αφορά τη σύσταση του Διευθυντή, η οποία έχει ως εξής:-

 

«Γνωρίζω προσωπικά όλους της υποψηφίους.  Προκειμένου όμως να προβώ στη σύστασή μου έχω διαβουλευθεί και έχω πάρει στοιχεία και πληροφορίες και από τους κατά καιρούς προϊσταμένους τους.  ΄Εχω, επίσης, μελετήσει τα στοιχεία τόσο των Προσωπικών Φακέλων όσο και των Φακέλων των Ετήσιων Υπηρεσιακών Εκθέσεων των υποψηφίων.

 

΄Εχοντας υπόψη τα αντικειμενικά στοιχεία κρίσης, που απορρέουν από τη μελέτη των Υπηρεσιακών Φακέλων των υποψηφίων, τις ικανότητές τους και γενικά την προσφορά τους στο Τμήμα, και αφού έλαβα υπόψη μου τα νομολογημένα κριτήρια - αξία, προσόντα, αρχαιότητα - στο σύνολό τους, τις απαιτήσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας των υπό πλήρωση θέσεων, την καταλληλότητα των υποψηφίων για τη θέση, η οποία απαιτεί οργανωτικές και διοικητικές ικανότητες, και την ευθύνη που θα αναλάβει ο επιλεγεισόμενος να αντιμετωπίσει προβλήματα προστασίας και διαχείρισης του δάσους καθώς και την ικανότητα των υποψηφίων να ανταποκρίνονται στις ειδικές συνθήκες που δημιουργούνται σε περιπτώσεις πυρκαγιών, κρίνω ως τους πιο κατάλληλους για τις υπό πλήρωση θέσεις τους Ξενοφώντα Τσουδερό, Κυρατζή Γεώργιο και Βαλανίδη Σάββα.

 

΄Οσον αφορά την αρχαιότητα, οι συστηνόμενοι υστερούν έναντι ορισμένων υποψηφίων, πλην όμως υπερτερούν αυτών σε αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις ετήσιες αξιολογήσεις, με έμφαση στα τελευταία χρόνια.

 

΄Οσον αφορά τα προσόντα, όλοι οι υποψήφιοι είναι απόφοιτοι του Δασικού Κολλεγίου Κύπρου και υπηρετούν στο Τμήμα, στη θέση του Δασικού Λειτουργού, πέραν των τριών ετών και, επομένως, πληρούν τα προσόντα του Σχεδίου Υπηρεσίας.  Δεν παρέλειψα να λάβω υπόψη ότι ορισμένοι από τους μη συστηνόμενους και συγκεκριμένα ο Ανδρέου Ανδρέας, Παπαχριστοφόρου Τάκης και Καταλάνος Αλέξανδρος κατέχουν επιπρόσθετα προσόντα ως ακολούθως:  Ο Ανδρέου παρακολούθησε σειρά μαθημάτων διάρκειας πέντε μηνών περίπου στη Δασική Παθολογία και Δασική Εντομολογία, ο Παπαχριστοφόρου, παρακολούθησε σειρά μαθημάτων διάρκειας ενός έτους στη Δασολογία και ο Καταλάνος κατέχει Bachelor of Science in Forest Management, το οποίο απέκτησε με σπουδές εξ αποστάσεως στη Μ. Βρετανία.  Τα εν λόγω προσόντα δεν προβλέπονται ως πλεονέκτημα ή πρόσθετο προσόν από το Σχέδιο Υπηρεσίας, αλλά είναι σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης και, ως εκ τούτου, τους απέδωσα την ανάλογη βαρύτητα, έχοντας υπόψη ότι οι κάτοχοί τους υστερούν σε αξία έναντι των συστηνομένων και στις περιπτώσεις των Τσουδερού και Κυρατζιή και σε αρχαιότητα.  Επίσης, σημειώνω ότι στην περίπτωση του Βαλανίδη η διαφορά του σε αρχαιότητα από τον Ανδρέου οφείλεται μόνο στην ημερομηνία γέννησης.

 

΄Οσον αφορά την αξία των υποψηφίων, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις των υποψηφίων, με έμφαση στα τελευταία έτη, οι συστηνόμενοι βρίσκονται στο ίδιο περίπου επίπεδο ή και υπερτερούν έναντι των άλλων υποψηφίων.

 

Συμπερασματικά, αφού προέβηκα σε μια συλλογική σύγκριση όλων των υποψηφίων και συνεκτίμησα όλα τα στοιχεία κρίσης - αξία, προσόντα, αρχαιότητα -, όπως τα έχω αναλύσει πιο πάνω, και αφού έλαβα υπόψη μου και τις απαιτήσεις των υπό πλήρωση θέσεων, θεωρώ τους Τσουδερό Ξενοφώντα, Κυρατζή Γεώργιο και Βαλανίδη Σάββα σαν τους πιο κατάλληλους για να αναλάβουν τα καθήκοντα των υπό πλήρωση θέσεων.»

 

 

 

Αμφισβητώντας τη νομιμότητα της πιο πάνω σύστασης, ο αιτητής Κ. Δημητρίου ισχυρίζεται ότι, με αυτή, λήφθηκαν υπόψη εξωγενή, άνισα και άγνωστα στοιχεία, όπως οι διαβουλεύσεις με τους κατά καιρούς προϊσταμένους των υποψηφίων, οι οποίες έλαβαν χώρα υπό ασαφείς συνθήκες και πριν ακόμα κριθούν από την Επιτροπή οι προσοντούχοι υποψήφιοι.  Οι άγνωστες αυτές πληροφορίες, που, κατά την εισήγησή του, λήφθηκαν πέραν των στοιχείων των φακέλων και από άγνωστα πρόσωπα και ενώ υπήρχε ως καταγεγραμμένο στοιχείο η προσωπική γνώση του Διευθυντή, συνιστούν εξωγενείς παράγοντες και εμποδίζουν το δικαστικό έλεγχο.  Επιπρόσθετα, εισηγείται ότι η σύσταση πάσχει, γιατί ο Διευθυντής, ενεργώντας υπό πλάνη, αγνόησε τα πρόσθετα σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης προσόντα που αυτός είχε και που, για χρόνια, αξιοποιούνταν από το Τμήμα Δασών, (το «Τμήμα»), ενώ, στην περίπτωση άλλων υποψηφίων, έγινε αναφορά από το Διευθυντή σε τέτοια προσόντα.  Η έννοια των «πρόσθετων προσόντων», που ο Διευθυντής επιλεκτικά χρησιμοποίησε, κατά παράβαση του ενιαίου μέτρου κρίσεως και αντίθετα με τη νομολογία, δεν είχε προκαθοριστεί από αυτόν.  Σύμφωνα με την εισήγησή του, παραγνωρίστηκε και η «σημαντική υπεροχή» του σε αρχαιότητα έναντι του ενδιαφερομένου μέρους Σ. Βαλανίδη - (δυόμισι χρόνια) - η οποία συνιστούσε και υπέρτερη πείρα και μετέβαλλε το ισοζύγιο της αξίας. 

 

O αιτητής Τ. Παπαχριστοφόρου ισχυρίζεται ότι τα όσα ο Διευθυντής ανέφερε στη σύστασή του για να αιτιολογήσει την επιλογή των ενδιαφερομένων μερών περιλαμβάνονται στα στοιχεία αξιολόγησης των Ετήσιων Υπηρεσιακών Εκθέσεών τους, οι οποίες, όμως, δεν αποκαλύπτουν υπεροχή τους.  Αντίθετα, αποδεικνύουν προβάδισμά του έναντι των Ξ. Τσουδερού και Γ. Κυρατζή.  Η σύσταση, καταλήγει, ανατρέπει τα υπηρεσιακά δεδομένα των φακέλων και, παράλληλα, πάσχει, γιατί δεν αποδίδει τη δέουσα βαρύτητα στο επιπρόσθετο προσόν του σε θέμα σχετικό με τις αρμοδιότητες του Τμήματος και τα καθήκοντα της θέσης και δεν αιτιολογεί την προτίμηση των ενδιαφερομένων μερών που δε διαθέτουν ανάλογο προσόν.

 

Η δικηγόρος της καθ' ης η αίτηση, κατ' επίκληση των προνοιών του ΄Αρθρου 35 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, (Ν. 1/90), (όπως έχει τροποποιηθεί), (ο «Νόμος»), εισηγείται ότι ο ρόλος του Διευθυντή στη διαδικασία είναι απλά βοηθητικός και ότι η εκτίμησή του για την απόδοση των υποψηφίων δεν αποτελεί κριτήριο επιλογής, αλλά είναι παράγοντας που βοηθά την Επιτροπή να μορφώσει την κρίση της για την απόδοση των υποψηφίων.  Εισηγείται, επίσης, ότι δεν ήταν απαραίτητη η καταγραφή των απόψεων που ο Διευθυντής άκουσε από άλλους προϊσταμένους των υποψηφίων και ότι δεν υπήρχε υποχρέωση ειδικής αναφοράς σε όλους τους υποψηφίους.  Αναφορικά με τον ισχυρισμό ότι η σύσταση είναι αντίθετη με τα στοιχεία των φακέλων, η καθ' ης η αίτηση παραπέμπει στις  Κουζούλη ν. Δημοκρατίας (1995) 4 Α.Α.Δ. 499 και Σοφοκλής Φυττής ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 1043/97, 30/9/98, η οποία, όμως, έχει ανατραπεί κατ' έφεση - (βλ. Φυττής ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 442).  Τέλος, με παραπομπή στο πρακτικό της προσβαλλόμενης απόφασης, απορρίπτει και τις εισηγήσεις για έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας εκ μέρους της Επιτροπής.

 

Το θέμα της λεπτομερούς καταγραφής της προσωπικής γνώσης του Διευθυντή και των πληροφοριών που αυτός συνέλεξε για τους υποψηφίους από τους προϊσταμένους τους, έχει αποφασιστεί - (βλ. Δημοκρατία ν. Βασιλείου (1990) 3 Α.Α.Δ. 226· Γεωργιάδου ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 2480 και Δημοκρατία ν. Πιτσιλλίδη κ.ά. (1990) 3 Α.Α.Δ. 4330).  Δεν είναι απαραίτητη η καταγραφή των απόψεων που ο Διευθυντής ακούει από άλλους προϊσταμένους, εφόσον ο τρόπος αξιολόγησής τους από αυτόν δεν ελέγχεται δικαστικά.  Είναι αρκετό να αποκαλύπτονται οι πηγές που μορφώνουν τη γνώμη του.  Είναι επιτρεπτό γι' αυτόν, να ακούει τις απόψεις λειτουργών που προΐστανται των υποψηφίων και να αντλεί πληροφορίες από αυτούς, ώστε να μπορεί ο ίδιος να μορφώνει γνώμη.

Το ερώτημα εδώ είναι κατά πόσο η σύσταση έρχεται σε αντίθεση με τα στοιχεία των φακέλων, ή εάν επαναλαμβάνει το περιεχόμενό τους, χωρίς οτιδήποτε περισσότερο, το οποίο θα συνιστούσε και την απαιτούμενη κατά το Νόμο - (΄Αρθρο 35(4) - και κατά τη νομολογία - (βλ. Μοδίτης ν. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 695) - αιτιολογία της.

 

Ως προς τη βαθμολογημένη αξία των υποψηφίων, οι Υπηρεσιακές Εκθέσεις που λήφθηκαν υπόψη - (1997 - 2001) - δεν παρουσιάζουν αξιόλογες διαφοροποιήσεις στη συνολική εικόνα τους.  Συγκεκριμένα, για την πιο πάνω περίοδο, συγκέντρωσαν:  ο αιτητής Τ. Παπαχριστοφόρου και το ενδιαφερόμενο μέρος Σ. Βαλανίδης 40 «εξαίρετος», τα ενδιαφερόμενα μέρη Ξ. Τσουδερός και Γ. Κυρατζή 39 «εξαίρετος» και 1 «πολύ ικανοποιητικός» και ο αιτητής Κ. Δημητρίου 35 «εξαίρετος» και 5 «πολύ ικανοποιητικός».

 

΄Εχει νομολογηθεί ότι, στην αξιολόγηση των υπαλλήλων, η βαθμολόγηση κάποιου, σε μια περίοδο πέντε ετών, με τρία - πέντε «εξαίρετος» περισσότερα από άλλους δεν του προσδίδει υπεροχή σε αξία έναντί τους και ότι πρέπει οι υπάλληλοι να θεωρούνται ισοδύναμοι - (βλ. Σωφρόνης Πατσαλίδης κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 183/08, 2/11/11).

 

Οι αιτητές και τα ενδιαφερόμενα μέρη ήταν διπλωματούχοι του Δασικού Κολλεγίου, είχαν συμπληρώσει την προβλεπόμενη από το Σχέδιο Υπηρεσίας «τριετή τουλάχιστον υπηρεσία στη θέση Δασικού Λειτουργού» και κατείχαν, όπως έκρινε η Επιτροπή, την απαιτούμενη πολύ καλή γνώση της ελληνικής και καλή γνώση της αγγλικής γλώσσας.   Επιπρόσθετα, όμως, παρακολούθησαν:  ο αιτητής Τ. Παπαχριστοφόρου σειρά μαθημάτων Δασολογίας στη Γερμανία - (1/11/1990 - 12/11/1991) - και ο αιτητής Κ. Δημητρίου το πρόγραμμα «Χλωρίδα, Πανίδα, Περιβάλλον, Αναψυχή, Φωτογραφική Τέχνη, Προστασία από Πυρκαγιές», του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, διάρκειας 100 ωρών - (1998).

 

΄Οπως έχει νομολογηθεί, προσόντα πέραν των απαιτουμένων από το Σχέδιο Υπηρεσίας, που δεν αποτελούν πλεονέκτημα ή πρόσθετο προσόν, εφόσον είναι σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης, λαμβάνονται υπόψη στην εκτίμηση της ικανότητας υποψηφίου για καλύτερη εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης και συνεκτιμούνται με τα υπόλοιπα στοιχεία στη γενική αξιολόγηση των υποψηφίων - (βλ. Χρυσοστόμου ν. Ε.Ε.Υ. (1989) 3 Α.Α.Δ. 3186).  Η βαρύτητά τους αξιολογείται και σταθμίζεται ανάλογα με τις απαιτήσεις της κάθε περίπτωσης, αποτελούν δε ουσιώδη και σχετικό παράγοντα στη διαδικασία αξιολόγησης και σύγκρισης των υποψηφίων - (βλ. Πούρος κ.ά. ν. Χατζηστεφάνου κ.ά. (2001) 3 Α.Α.Δ. 374).  Η νομολογία διευκρινίζει ότι «πρόσθετο προσόν»  συνιστούν οι ακαδημαϊκοί τίτλοι, τα πτυχία ή τα μεταπτυχιακά, όμως, κάτω από τις συνθήκες της παρούσας περίπτωσης, τα πιο πάνω προγράμματα που παρακολούθησαν οι αιτητές έχουν τη σημασία τους, έστω και αν δεν αποτελούν πρόσθετο προσόν.

 

Σε σχέση με το κριτήριο της αρχαιότητας, είχαν προαχθεί στην αμέσως προηγούμενη θέση - (Δασικός Λειτουργός):  ο αιτητής Κ. Δημητρίου και τα ενδιαφερόμενα μέρη Γ. Κυρατζή και Ξ. Τσουδερός την 1/7/1996 και το ενδιαφερόμενο μέρος Σ. Βαλανίδης και ο αιτητής Τ. Παπαχριστοφόρου την 1/12/1998 και τη 15/9/2000, αντίστοιχα.  Στην προηγούμενη ιεραρχικά της κατεχόμενης θέση - (Βοηθός Δασικός Λειτουργός) - είχαν προαχθεί:  το ενδιαφερόμενο μέρος Ξ. Τσουδερός τη 15/3/1982, ο αιτητής Κ. Δημητρίου και το ενδιαφερόμενο μέρος Γ. Κυρατζή τη 15/2/1983, το ενδιαφερόμενο μέρος Σ. Βαλανίδης τη 15/6/1984 και ο αιτητής Τ. Παπαχριστοφόρου την 1/5/1988.

 

΄Οπως προκύπτει από το κείμενο της σύστασης, ο Διευθυντής κατέληξε στις επιλογές του έχοντας μελετήσει, όπως σημείωσε, τα στοιχεία των Προσωπικών Φακέλων και των Ετήσιων Υπηρεσιακών Εκθέσεων των υποψηφίων.  Δεν παρέλειψε να αναφέρει ότι, αναφορικά με την αρχαιότητα, οι υποψήφιοι που σύστησε υστερούσαν έναντι ορισμένων υποψηφίων - (ο αιτητής Κ. Δημητρίου υπερτερούσε έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους Σ. Βαλανίδη, έχοντας προβάδισμα στην προηγούμενη θέση, και έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους Γ. Κυρατζή, έχοντας προβάδισμα λόγω ηλικίας) - πρόσθεσε, όμως, ότι οι συστηνόμενοι «... υπερτερούν αυτών σε αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις ετήσιες αξιολογήσεις, με έμφαση στα τελευταία χρόνια».  Η ανάλυση, όμως, της βαθμολογικής εικόνας των υποψηφίων, με τις διακυμάνσεις που εντοπίστηκαν, θεωρώ ότι δε δικαιολογεί τη σύσταση του Διευθυντή.  Επρόκειτο, ουσιαστικά, για ισοδύναμους υπαλλήλους και, επομένως, η δήλωση περί υπεροχής αυτών που συστήθηκαν σε αξία και, η ένεκα τούτης, εξουδετέρωση της αρχαιότητας του αιτητή Κ. Δημητρίου δε συνάδει με το περιεχόμενο των φακέλων.

 

Η σύσταση πάσχει και σε σχέση με το θέμα των προσόντων.  ΄Οπως σημειώθηκε από το Διευθυντή, η θέση απαιτούσε ευθύνη και ικανότητα αντιμετώπισης προβλημάτων προστασίας και διαχείρισης του δάσους, καθώς και ικανότητα ανταπόκρισης στις ειδικές συνθήκες που δημιουργούνται σε περιπτώσεις πυρκαγιών.  Οι αιτητές παρακολούθησαν τη σειρά μαθημάτων που προαναφέρθηκε.  Ο Διευθυντής αναφέρθηκε μόνο στο προσόν του αιτητή Τ. Παπαχριστοφόρου, σημειώνοντας πως αυτό ήταν σχετικό και ότι του απέδωσε την «ανάλογη βαρύτητα» και προσθέτοντας, ότι είχε υπόψη, προφανώς κατά την αξιολόγηση της βαρύτητας που θα του προσέδιδε, ότι ο κάτοχός του υστερούσε σε αξία και αρχαιότητα.  Ενήργησε, δηλαδή, υπό πλάνη, εφόσον θεώρησε ότι οι μη κάτοχοι ανάλογων προσόντων υπερτερούσαν σε αξία.  Ενδεχόμενα, εάν τους θεωρούσε ισοδύναμους σε βαθμολογημένη αξία, η εικόνα για τον Τ. Παπαχριστοφόρου, τουλάχιστον ως προς το κριτήριο των προσόντων, να ήταν διαφορετική.

 

Σε ό,τι αφορά τον αιτητή Κ. Δημητρίου, το πρόγραμμα που αυτός παρακολούθησε δε φαίνεται να απασχόλησε.  Ενώ, σε άλλες περιπτώσεις, ο Διευθυντής προέβη σε σχετικές αναφορές, στην περίπτωσή του, απουσιάζει οποιοδήποτε σχόλιο για το συγκεκριμένο πρόγραμμα και, κυρίως, ότι αυτό αφορούσε τις δασικές πυρκαγιές.    Συνεπώς, η παράλειψη συνεκτίμησής του φανερώνει ότι η σύγκριση των υποψηφίων δεν έγινε επί ίσοις όροις.  Με δεδομένη την απουσία προκαταρκτικής τοποθέτησης του Διευθυντή σε σχέση με το τι θα μπορούσε να θεωρηθεί ως πρόσθετο προσόν, η σύστασή του, ως προς αυτό το σκέλος, είναι ελλιπής.

 

Απουσιάζουν, από τη σύσταση, οι αναγκαίες συγκρίσεις των υποψηφίων και δεν επεξηγείται από το Διευθυντή οποιοδήποτε στοιχείο, στη βάση του οποίου να διαφαίνεται γιατί αυτός προτίμησε να συστήσει τα ενδιαφερόμενα μέρη αντί τους αιτητές.  Τα όσα κατέγραψε στη σύστασή του αποτελούν είτε αναπαραγωγή των στοιχείων των φακέλων - ελλιπή μάλιστα όπως τέθηκε πιο πάνω - είτε ευρίσκονται σε αντίθεση με αυτά.

 

Στη Μοδίτης ν. Δημοκρατίας, (πιο πάνω), σε σχέση με τη σύσταση, αναφέρθηκαν τα εξής:- (σελ. 719)

 

«Καταλήγουμε πως η σύσταση του προϊσταμένου εκδήλως δεν μπορεί να προσθέτει ή να αφαιρεί από την υπηρεσιακή εικόνα των υπαλλήλων.  Δεν είναι πηγή τέτοιας πληροφόρησης και δε συναρτάται προς την αξία, ως του ενός από τα κριτήρια που προβλέπει ο Νόμος.  Η σύσταση, στην οποία αναφέρεται ο Νόμος, εμπεριέχει μόνο τη συμβουλή ή γνώμη του προϊσταμένου ως προς τον κατάλληλο για προαγωγή στη βάση του συνόλου των κριτηρίων, με δοσμένη την υπηρεσιακή τους εικόνα όπως την αποτυπώνουν οι φάκελοι.  Ο προϊστάμενος του τμήματος στο οποίο υφίσταται η κενή θέση γνωρίζει στην πράξη τις ανάγκες εκείνης της θέσης και εξ αυτού προκύπτει και ο ρόλος του.  Να επισημάνει τι από τα δεδομένα, δηλαδή από τις ιδιότητες και τις ικανότητες που καταφαίνεται ότι έχει ένας υπάλληλος, ταιριάζει καλύτερα σ' αυτές τις ανάγκες ώστε αυτός να αναδεικνύεται ως ο καταλληλότερος.»

 

 

 

Η πάσχουσα σύσταση του Διευθυντή υιοθετήθηκε από την Επιτροπή, ως συνάδουσα με τα στοιχεία των φακέλων, με αποτέλεσμα να συμπαρασύρεται σε ακυρότητα και η δική της τελική απόφαση.

 

Οι προσφυγές επιτυγχάνουν, με έξοδα υπέρ των αιτητών, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.

 

Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται, με βάση το ΄Αρθρο 146.4(β) του Συντάγματος.

 

 

 

                                                                            Ε. Παπαδοπούλου,

                                                                                         Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΚΧ"Π, ΜΠ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο