ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1724/2011)
13 Iουλίου 2012
[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δικαστής]
Αναφορικά με το αρθρο 146 του Συντάγματος
MUSTAFA HAGHILO
Αιτητής
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
1. ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΚΑΙ
2. ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Καθ΄Ων η Αίτηση.
_________
Ν. Χαραλαμπίδου (κα), για τον Αιτητή.
Ζ. Κυριακίδου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ΄ων η Αίτηση.
_________________
ΑΠΟΦΑΣΗ
ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Ο Αιτητής είναι πολίτης του Ιραν. Αφιχθείς στην Κύπρο παρανόμως μέσω των κατεχομένων, όπως ο ίδιος ανέφερε, την 21.3.2011, συνελήφθη την 28.3.2011 όταν παρουσίασε πλαστό διαβατήριο στο Αεροδρόμιο Λάρνακας για να ταξιδεύσει προς Λονδίνο. Κηρυχθείς απαγορευμένος μετανάστης, την 4.4.2011 εξεδόθησαν εναντίον του διατάγματα απέλασης και κράτησης με σκοπό την απέλαση, ενώ η τροχιοδρομηθείσα ποινική διαδικασία εναντίον του διακόπηκε εφ΄όσον εκρίθη ότι δεν εξυπηρετείτο το δημόσιο συμφέρον. Ενώ τελούσε υπό κράτηση, την 12.4.2011 υπέβαλε αίτημα για Διεθνή Προστασία, οπότε η εκτέλεση του διατάγματος απέλασης ανεστάλη διαρκούσης της εξέτασης του αιτήματος. Το αίτημα εξετάσθηκε και την 30.4.2011 απερρίφθη από την Υπηρεσία Ασύλου, όπως εξετάσθη και απερρίφθη στη συνέχεια την 10.8.2011 ιεραρχική προσφυγή του Αιτητή από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων (ΑΑΠ). Εναντίον της απόφασης της ΑΑΠ ο Αιτητής κατεχώρησε την προσφυγή 1320/2011. Την 11.11.2011 απεφασίσθη η προώθηση της απέλασης του Αιτητή, η οποία όμως δεν κατέστη δυνατή εφ΄όσον αυτός δεν συνεργάζετο για την εξασφάλιση ταξιδιωτικού εγγράφου. Την 22.12.2011 ο Αιτητής αφέθη ελεύθερος με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου σε αίτηση του Habeas Corpus (133/2011) καθ΄όσον εκρίθη ότι η κράτηση του πέραν των 6 μηνών ήταν παράνομη. Την ίδια ημέρα όμως εξεδόθησαν νέα διατάγματα απέλασης και κράτησής του με σκοπό την απέλαση, οπότε συνελήφθη εκ νέου. Τη νομιμότητα των διαταγμάτων αυτών προσβάλλει με την προσφυγή του.
Η εισήγηση του Αιτητή για αντισυνταγματικότητα του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου ως προς την έκδοση διαταγμάτων απέλασης και κράτησης με σκοπό την απέλαση, σε συνάρτηση με τα Άρθρα 188 και 50 του Συντάγματος, δεν μπορεί να εξετασθεί αφού τέτοιο θέμα ουδόλως εγείρεται στην προσφυγή όπου δεν γίνεται ουδεμία αναφορά σε αντισυνταγματικότητα ή σε οποιαδήποτε Άρθρα του Συντάγματος. Κατά τις διευκρινίσεις εξ άλλου, η ευπαίδευτη συνήγορος για τον Αιτητή, στην οποία το θέμα ετέθη, εδήλωσε ότι δεν θα επιμένει.
Εισηγείται επίσης ο Αιτητής ότι παρανόμως τα διατάγματα απέλασης και κράτησης εξεδόθησαν δυνάμει του άρθρου 14 του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου αντί δυνάμει του άρθρου 180Η του ιδίου Νόμου το οποίο εθεσπίσθη προς εναρμόνιση με την Οδηγία 2008/115/ΕΚ. Και πάλι, δεν θα εξετάσω την εισήγηση αφού η γενική αναφορά που γίνεται στα νομικά σημεία της προσφυγής στην Οδηγία 2008/115/ΕΚ ουδόλως θεωρείται επαρκής προς έγερση νομικού σημείου ως προς τα άρθρα 14 και 180Η του Νόμου, αφού μάλιστα ουδεμία διατύπωση τέτοιου παραπόνου γίνεται οπουδήποτε στην προσφυγή. Παρατηρεί όμως συναφώς και η Δημοκρατία ότι, εφ΄όσον ο Αιτητής είχε κηρυχθεί απαγορευμένος μετανάστης, το άρθρο 180 δεν θα είχε εν πάση περιπτώσει εφαρμογή στην περίπτωσή του.
Βασική θέση του Αιτητή είναι ότι δεν διέμενε παρανόμως στη Δημοκρατία και έτσι δεν μπορούσε να θεωρηθεί απαγορευμένος μετανάστης. Ισχυρίζεται προς τούτο ότι είχε δικαίωμα παραμονής το οποίο απορρέει αυτοδικαίως από το άρθρο 8 του περί Προσφύγων Νόμου ως αιτητής ασύλου, εφ΄όσον μάλιστα έχει ασκήσει δικαίωμα σε αποτελεσματικό ένδικο μέσο, εκείνο της προσφυγής κατά της απόφασης της ΑΑΠ με προσφυγή ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Είναι ως εκ τούτου παράνομη, καταλήγει ο Αιτητής, η στήριξη της κήρυξης του ως απαγορευμένος μετανάστης και των διαταγμάτων απέλασης και κράτησης του στο άρθρο 61(κ)(ζ) του Νόμου.
Ούτε τέτοιο νομικό σημείο εγείρεται επαρκώς στα νομικά σημεία και τα γεγονότα της προσφυγής, όπου γίνεται μόνο γενική αναφορά στους περί Προσφύγων Νόμους, για να δικαιούται να εξετασθεί. Ως θέμα όμως εκ πρώτης όψεως νομικής άποψης, και χωρίς να εξετάζω περαιτέρω το θέμα, παρατηρώ ότι δεν με ελκύει η εισήγηση του Αιτητή, στην οποία προβαίνει σε στήριξη της θέσης του, ότι ο όρος «τελική απόφαση» επεκτείνεται πέραν της διοικητικής και στη δικαστική διαδικασία. Είναι η διοικητική διαδικασία που κρίνει την αίτηση για παραχώρηση του καθεστώτος του πρόσφυγα επί της ουσίας της και όχι η δικαστική διαδικασία η οποία αποσκοπεί και μόνο στον έλεγχο της νομιμότητας της διοικητικής διαδικασίας. Πέραν τούτου, είναι εύστοχη και η παρατήρηση της Δημοκρατίας ότι, καθ΄όσον υπήρξε νομοθεσία προς ενσωμάτωση της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ στο ημεδαπό δίκαιο, δεν μπορεί να εξετάζεται μέσω προσφυγής η επάρκεια της ημεδαπής νομοθεσίας.
Η προσφυγή απορρίπτεται. Ο Αιτητής θα καταβάλει €500 έξοδα στη Δημοκρατία.
Δ. Χατζηχαμπής, Δ.
/ΚΧ"Π