ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπóθεση Αρ. 161/2009)
3 Ιουλίου, 2012
[ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
BLADE ENTERPRISES LTD.,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ/Ή
ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΤΥΠΟΥ ΚΑΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ,
Καθ'ων η αίτηση.
Λ. Λουκαϊδης και Α. Αποστολίδης για Α.Σ. Αγγελίδη, για την Αιτήτρια.
Δ. Καλλή (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ'ων η αίτηση.
Ξ. Ξενοφώντος, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Με σημείωμα του το οποίο υπέβαλε στις 4/12/2008 στο Διευθυντή του Γραφείου Τύπου και Πληροφοριών (Γ.Τ.Π.), ο κλάδος Δημοσίων Σχέσεων του εν λόγω Γραφείου εισηγείτο την αποστολή σε τρεις συγκεκριμένες εταιρείες, μεταξύ των οποίων οι αιτητές και το ενδιαφερόμενο μέρος, των εγγράφων προσφοράς αναφορικά με τη μίσθωση υπηρεσιών για την παροχή αποκομμάτων του κυπριακού τύπου σε ηλεκτρονική μορφή, για περίοδο ενός έτους και συγκεκριμένα για το 2009. Η εισήγηση υιοθετήθηκε από το Διευθυντή.
Μέχρι τότε η συγκεκριμένη υπηρεσία παρείχετο από τους αιτητές, με βάση συμφωνία η οποία έληγε στις 31/12/2008. Ως τελευταία μέρα υποβολής των προσφορών καθορίστηκε η 23/12/2008. Κατά το χρόνο που υποβλήθηκε η εισήγηση, το Γ.Τ.Π. δεν είχε υπόψη του άλλη εταιρεία στην Κύπρο που να προσφέρει τέτοιας φύσης υπηρεσίες.
Με το ίδιο σημείωμα ο κλάδος εισηγείτο παράλληλα, εισήγηση η οποία επίσης υιοθετήθηκε από το Διευθυντή, τη σύσταση τριμελούς επιτροπής αξιολόγησης, (η Επιτροπή).
Διευκρινίζεται ότι αποκόμματα του κυπριακού τύπου σε ηλεκτρονική μορφή λαμβάνονταν καθημερινά για σκοπούς ενημέρωσης αξιωματούχων του κράτους, περιλαμβανομένου του Προέδρου της Δημοκρατίας. Διευκρινίζεται επίσης ότι επειδή οι συνολικές δαπάνες για την παροχή της συγκεκριμένης υπηρεσίας κυμαίνοντο μεταξύ 3000 και 4000 ευρώ, ακολουθήθηκε η συνοπτική διαδικασία της ζήτησης προσφορών από περιορισμένο αριθμό οικονομικών φορέων.
Τελικά υπέβαλαν προσφορές μόνο οι αιτητές και το ενδιαφερόμενο μέρος.
Με απόφαση της Επιτροπής, η οποία κοινοποιήθηκε στους αιτητές με επιστολή ημερομηνίας 16/1/2009, η προσφορά κατακυρώθηκε στο ενδιαφερόμενο μέρος. Η απόφαση έχει ως πιο κάτω:
"Η τριμελής Επιτροπή Αξιολόγησης Προσφορών, μετά και τις διευκρινήσεις που δόθηκαν από τις δυο εταιρείες, διαπίστωσε ότι η μεν εταιρεία Matrix Media, για σκοπούς της υπηρεσίας press clippings, έχει σχετική συμφωνία με τις κυπριακές εφημερίδες όσον αφορά τα πνευματικά δικαιώματα και τη χρησιμοποίηση της ύλης τους και μάλιστα η ύλη της αποστέλλεται από τις εφημερίδες σε μορφή PDF. Αντίθετα, η εταιρεία Blade Enterprises Ltd δεν έχει τέτοια συμφωνία και «σκανάρει» τις εφημερίδες για την υπηρεσία press clippings.
Η Επιτροπή θεώρει ότι το Γ.Τ.Π., ως κυβερνητική υπηρεσία, δεν μπορεί να συνεργαστεί με εταιρεία η οποία δεν έχει τη σχετική νενομισμένη συμφωνία με τις κυπριακές εφημερίδες κάτι που εμπεριέχει τον κίνδυνο κίνησης νομικών διαδικασιών εναντίον της εταιρείας Blade Enterprises Ltd εκ μέρους των εφημερίδων και τερματισμού της παροχής της υπηρεσίας press clippings από τη συγκεκριμένη εταιρεία.
Ως εκ τούτου, ενόψει του γεγονότος ότι δεν υπάρχει άλλος οίκος που να προσφέρει την εν λόγω υπηρεσία στην Κύπρο, η επιτροπή θεώρησε άνευ ουσίας τη σύγκριση των οικονομικών ή άλλων δεδομένων των προσφορών και αποφάσισε ότι η προσφορά της εταιρείας Matrix Media καλύπτει τους όρους της προσφοράς, η οικονομική πτυχή της είναι εντός λογικών πλαισίων και ως εκ τούτου κατακυρώνει την προσφορά στην Εταιρεία Matrix Media."
Αντιδρώντας οι αιτητές απέστειλαν στην Αν. Διευθύντρια του Γραφείου Τύπου και Πληροφοριών επιστολή, εκφράζοντας τη διαφωνία τους με την απόφαση, της οποίας και ζήτησαν την ανάκληση. Στην εν λόγω επιστολή τους οι αιτητές, μεταξύ άλλων, αναφέρουν και τα εξής:
"..... εκφράζουμε την απογοήτευση μας για το ότι η πολυετής συνεργασία μας, που ποτέ, δεν είχε διασαλευθεί, ή ενοχληθεί από οποιουσδήποτε εξωγενείς παράγοντες, παραβλέπεται ξαφνικά και εισάγεται σημείο κρίσης που δεν είχε ποτέ και ουδαμού αναφερθεί ως τέτοιο και να χρησιμοποιείται τούτο το κριτήριο παράνομα και έξω από την προκήρυξη και πρακτική ως ο μοναδικός όρος και να θεωρείται άνευ ουσίας οποιοδήποτε άλλο κριτήριο.
Θεωρούμε ότι η απόφαση στηρίζεται σε εξωγενή και εξωνομικά κριτήρια και άρα είναι εντελώς παράτυπη και εκτός προδιαγραφών και στερείται οποιασδήποτε λογικής τεκμηρίωσης. Αποτελεί μια εντελώς αυθαίρετη προσέγγιση που, εξ όσων γνωρίζουμε, δε χρησιμοποιήθηκε ποτέ από κανένα προγενέστερα. Αφήνει δε σε μας υποψίες ότι είναι η δεύτερη πράξη της προ καιρού, όπως πρόσφατα πληροφορηθήκαμε, ανάθεσης από το Γραφείο σας, της τηλεοπτικής και ραδιοφωνικής παρακολούθησης στην ίδια ανταγωνιστική εταιρεία χωρίς προσφορές.
Ως εκ τούτου καλείστε όπως
1. ανακαλέσετε την απόφαση σας και προχωρήσετε στην αξιολόγηση των προσφορών βάσει των ορθών κριτηρίων, όπως αυτά διατυπώθηκαν στην σχετική επιστολή σας με ημερομηνία 4 Δεκεμβρίου 2008 αρ. φακ. 16.21.018, προς όφελος του δικαίου.
2. Προχωρήσετε στην άμεση ακύρωση της συνεργασίας σας με την ανταγωνιστική εταιρεία, όσον αφορά τηλεοπτική και ραδιοφωνική κάλυψη, και να βγείτε με νέα προσφορά που να δίνει και στο γραφείο μας την ευκαιρία υποβολής σχετικής πρότασης."
Με επιστολή της 21/1/2009, η Επιτροπή πληροφόρησε τους αιτητές ότι εμμένει στην απόφαση της. Ως αποτέλεσμα καταχωρήθηκε από τους αιτητές η παρούσα προσφυγή, με την οποία επιδιώκεται η ανατροπή της απόφασης για κατακύρωση της προσφοράς στο ενδιαφερόμενο μέρος, αντί στους αιτητές.
Οι αιτητές προβάλλουν αριθμό λόγων ακύρωσης, ανάμεσα στους οποίους προεξάρχουσα θέση κατέχει ο ισχυρισμός ότι οι καθ'ων η αίτηση ενήργησαν καταχρηστικά και κατά παράβαση των αρχών της καλής πίστης, της χρηστής διοίκησης και της φυσικής δικαιοσύνης. Προτού όμως ασχοληθώ με τους συγκεκριμένους λόγους ακύρωσης, θεωρώ σκόπιμο να αναφέρω και τα πιο κάτω τα οποία, σύμφωνα με την ένσταση, έλαβαν χώρα πριν τη λήψη της επίδικης απόφασης.
Οι δύο προσφοροδότες κλήθηκαν και παρείχαν στην Επιτροπή διευκρινίσεις, αναφορικά με τη λειτουργία των συστημάτων που διέθεταν, το μεν ενδιαφερόμενο μέρος στις 8/1/2009, οι δε αιτητές στις 12/1/2009. Κατά τις εν λόγω ημερομηνίες οι εκπρόσωποι των δύο εταιρειών ρωτήθηκαν κατά πόσο είχαν άδεια αναφορικά με πνευματικά δικαιώματα για χρήση της ύλης των εφημερίδων και των περιοδικών για εμπορικούς σκοπούς. Οι αιτητές απάντησαν αρνητικά, ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος ανέφερε ότι έχει τη σχετική άδεια οπόταν και του ζητήθηκε να την προσκομίσει, πράγμα το οποίο και έκαμε. Πρακτικά σε σχέση με τις εν λόγω δύο συναντήσεις δεν τηρήθηκαν.
Η απόφαση να κληθούν οι δύο προσφοροδότες για να δώσουν διευκρινίσεις αναφορικά με τη λειτουργία των συστημάτων που διέθεταν, λήφθηκε, σύμφωνα με την ένσταση, σε συνεδρία της Επιτροπής στις 29/12/2008. Σύμφωνα πάντα με την ένσταση, κατά την εν λόγω συνεδρία συζητήθηκαν μεν, οι προσφορές, όχι όμως η ουσία τους. Ούτε σε σχέση με την εν λόγω συνεδρία τηρήθηκαν πρακτικά.
Σύμφωνα με τα πρακτικά που τηρήθηκαν, η συνεδρία της Επιτροπής κατά την οποία λήφθηκε η επίδικη απόφαση, έλαβε χώρα στις 10/1/2009. Σύμφωνα με την ένσταση, η αναφορά στην εν λόγω ημερομηνία, είναι εσφαλμένη. Η συνεδρία έλαβε χώρα, σύμφωνα πάντα με την ένσταση, μετά τις 12/1/2009, ημερομηνία κατά την οποία η Επιτροπή είχε συνάντηση με τους αιτητές, πριν όμως τις 16/1/2009, που η απόφαση κοινοποιήθηκε στους τελευταίους.
Στρέφομαι τώρα στους λόγους που προβάλλονται με στόχο την ακύρωση της επίδικης απόφασης. Κοινό παρονομαστή όλων των λόγων ακύρωσης συνιστά η θέση ότι ο όρος για κατοχή άδειας από τις εφημερίδες δεν περιλαμβανόταν στην προκήρυξη του διαγωνισμού, ούτε και ποτέ στο παρελθόν είχε απαιτηθεί τέτοιος όρος. Πρόκειται για «ανύπαρκτο και/ή εμφανισθέντα εκ των υστέρων», σύμφωνα με τους ευπαίδευτους συνηγόρους των αιτητών «εξωγενή όρο», ο οποίος δεν τέθηκε υπόψη των αιτητών πριν τη λήψη της επίδικης απόφασης, με αποτέλεσμα οι τελευταίοι να στερηθούν του δικαιώματος της ακρόασης σε σχέση με μια «προφανώς εξαιρετικά δυσμενούς» για τους ίδιους απόφαση και «χωρίς περί τούτου προειδοποίηση».
Εκ διαμέτρου αντίθετη είναι η θέση των καθ'ων η αίτηση και του ενδιαφερόμενου μέρους. Ισχυρίζονται ότι η ύπαρξη συμφωνίας με τις εφημερίδες και τα περιοδικά σχετικά με πνευματικά δικαιώματα και την από μέρους των εν λόγω εντύπων άδεια για χρησιμοποίηση της ύλης τους για εμπορικούς σκοπούς, ενυπήρχε ως όρος στην προκήρυξη του διαγωνισμού «ως απορρέων από νόμο του κράτους» και συνεπώς δεν χρειαζόταν να συμπεριληφθεί ρητά στους όρους του διαγωνισμού. Σημείο αναφοράς της εν λόγω θέσης αποτελούν οι πρόνοιες του περί Πνευματικής Ιδιοκτησίας και Συγγενικών Δικαιωμάτων Νόμου του 1976 (Ν. 59/76), όπως αυτές τροποποιήθηκαν (άρθρα 2, 3, 7 και 13). Σύμφωνα με τη θέση των καθ'ων η αίτηση, όπως και του ενδιαφερόμενου μέρους, οι εφημερίδες και τα περιοδικά εμπίπτουν στις κατηγορίες των φιλολογικών και καλλιτεχνικών έργων που προνοούνται από το άρθρο 3 του Ν. 59/76 και συνεπώς προστατεύονται.
Όπως έχω ήδη αναφέρει, η θέση της Διοίκησης, όπως η θέση αυτή προβάλλει μέσα από την ένσταση, είναι πως η πρώτη φορά που η Επιτροπή ασχολήθηκε με τις προσφορές ήταν στις 29/12/2008, όταν σε συνεδρία της Επιτροπής που έλαβε χώρα κατά την εν λόγω ημερομηνία, συζητήθηκαν οι προσφορές, όχι όμως η ουσία τους. Πρακτικά όμως δεν τηρήθηκαν, ούτε και έχω εντοπίσει οτιδήποτε στο φάκελο που να βεβαιώνει τους συγκεκριμένους ισχυρισμούς της Διοίκησης. Σχετική με τους εν λόγω ισχυρισμούς αναφορά, γίνεται μόνο, και αυτό ας σημειωθεί με τρόπο αόριστο και γενικό, στα πλαίσια της αλληλογραφίας που αντηλλάγη μεταξύ Διοίκησης και συνηγόρου των καθ'ων η αίτηση, μετά την καταχώριση της παρούσας προσφυγής και συγκεκριμένα για σκοπούς ετοιμασίας της ένστασης.
Η τήρηση άρτιων πρακτικών συνιστά υποχρέωση κάθε οργάνου που ασκεί διοικητική λειτουργία. Όπως έχει κατ' επανάληψη λεχθεί, αποτελεί προϋπόθεση της χρηστής διοίκησης, καθότι τα πρακτικά συνιστούν τη μόνη αυθεντική πηγή για τα όσα συνθέτουν τη διαδικασία και καθιστούν το δικαστικό έλεγχο εφικτό. Όπως λέχθηκε στην Medcon Construction and others v. The Republic (1968) C.L.R. 535. "It is essential for the propriety of proceedings of public collective organs that they should keep such written records of such proceedings as are required for purposes of good and proper administration." Χρήσιμη αναφορά μπορεί επίσης να γίνει στην υπόθεση Χρυσάφη ν. Δημοκρατίας (2005) 3 Α.Α.Δ. 550. Θα πρέπει βέβαια να διευκρινιστεί ότι η μη τήρηση πρακτικών από πλευράς της διοίκησης δεν οδηγεί αφ' εαυτής και κατ' ανάγκη σε ακύρωση της ληφθείσας απόφασης, εκτός και αν η απουσία πρακτικών ή η ασάφεια τους τείνει να στερήσει την απόφαση από τη δέουσα αιτιολογία (Ράφτης ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 345).
Στη συγκεκριμένη περίπτωση η θέση της Δημοκρατίας, σύμφωνα με την ένσταση, είναι ότι δεν τηρήθηκαν πρακτικά σε σχέση με τη συνεδρία της 29/12/2008, γιατί κατά την εν λόγω συνεδρία δεν συζητήθηκε η ουσία των προσφορών. Όμως, στην εν λόγω συνεδρία μελετήθηκαν, σύμφωνα πάντα με την ένσταση, οι προσφορές και μάλιστα κρίθηκε ότι αυτές έχρηζαν διευκρινίσεων σε σχέση με τη λειτουργία των συστημάτων που οι προσφοροδότες διέθεταν. Έστω και αν έτσι έχουν τα γεγονότα, διερωτώμαι πώς είναι δυνατό για την Επιτροπή να διαμορφώσει τη συγκεκριμένη κρίση χωρίς να μελετήσει τις προσφορές στην ουσία τους. Το λιγότερο που μπορώ να πω για τον τρόπο που η διοίκηση χειρίστηκε το συγκεκριμένο θέμα, είναι πως αυτός χαρακτηρίζεται από έκδηλη παραβίαση των αρχών της χρηστής διοίκησης, όπως αυτές έχουν διατυπωθεί στη Medcon Construction and others (πιο πάνω).
Πέραν όμως από την παράλειψη τήρησης πρακτικών σε σχέση με τη συνεδρία της 29/12/2008, και ο μετέπειτα τρόπος με τον οποίο η Επιτροπή χειρίστηκε τις προσφορές και εν γένει λειτούργησε, χαρακτηρίζεται από πλήρη ασέβεια προς τις αρχές της χρηστής διοίκησης. Τα πιο κάτω συνθέτουν τη φτωχή εικόνα που αναδύεται μέσα από τον τρόπο που η Επιτροπή λειτούργησε:
(α) Αιτητές και καθ'ων η αίτηση συνεργάστηκαν στο συγκεκριμένο τομέα και στο παρελθόν. Υπενθυμίζω ότι η σχετική συμφωνία συνεργασίας των δύο πλευρών βρισκόταν σε ισχύ όταν προκηρύχθηκε ο επίδικος διαγωνισμός. Ποτέ όμως στο παρελθόν δεν τέθηκε στους αιτητές από τους καθ'ων η αίτηση θέμα πνευματικών δικαιωμάτων και άδειας από πλευράς των εφημερίδων και των περιοδικών για χρησιμοποίηση του υλικού τους για εμπορικούς σκοπούς. Για να είμαι δε πιο συγκεκριμένος, οι καθ'ων η αίτηση ουδέποτε στο παρελθόν, έστω και ακροθιγώς, έθιξαν στους αιτητές ένα τέτοιο θέμα. Αλλά και όταν, σύμφωνα με την ένσταση, το έπραξαν - αυτό έγινε για πρώτη φορά, σύμφωνα πάντα με την ένσταση, στις 12/1/2009 στα πλαίσια της συνάντησης που η Επιτροπή είχε με τους αιτητές για σκοπούς περαιτέρω διευκρινίσεων σε σχέση με τη λειτουργία των συστημάτων που οι αιτητές διέθεταν - η Επιτροπή περιορίστηκε αποκλειστικά στο να ρωτήσει τους αιτητές αν είχαν τέτοια άδεια από τα συγκεκριμένα έντυπα, χωρίς είτε να επισύρει την προσοχή των αιτητών στις καταλυτικές για την προσφυγή τους συνέπειες που η μη εξασφάλιση τέτοιας άδειας συνεπάγεται, είτε να επιδιώξει να πληροφορηθεί, κατά πόσο ενόψει αυτών των καταλυτικών συνεπειών οι αιτητές θα ήταν διατεθημένοι να εξασφαλίσουν τέτοια άδεια αν τους χορηγείτο ο απαιτούμενος χρόνος. Ας μη μας διαφεύγει ότι η απόφαση για κατακύρωση της προσφοράς στο ενδιαφερόμενο μέρος λήφθηκε αμέσως μετά τη συνάντηση της Επιτροπής με τους αιτητές και αφού είχε προηγηθεί η συνάντηση με το ενδιαφερόμενο μέρος, στο οποίο δόθηκε χρόνος να προσκομίσει την άδεια.
(β) Το ενδιαφερόμενο μέρος προσκόμισε αριθμό αδειών, οι οποίες όμως για «άγνωστο» όπως αναφέρεται στο φάκελο, «λόγο» απωλέσθηκαν, με αποτέλεσμα να ζητηθεί, και αυτό μετά την καταχώριση της προσφυγής, από το ενδιαφερόμενο μέρος να αποστείλει αντίγραφα των αδειών που απωλέσθηκαν, πράγμα το οποίο και έκαμε. Εξετάζοντας τα αντίγραφα διαπιστώνουμε τα εξής. Οι δύο - Συμφωνίες με Financial Mirror και Phileleftheros Public Company Limited - φέρουν ημερομηνία συνομολόγησης 30/4/2009 και 1/5/2009, αντίστοιχα, ενώ μία - Συμφωνία με την εταιρεία Άτρωτος Λτδ - είχε λήξει στις 6/1/2008 και δεν προσκομίστηκε συμφωνία ανανέωσης της. Οι υπόλοιπες τέσσερις Συμφωνίες φέρουν ημερομηνία συνομολόγησης την 1/1/2009.
Πέραν και ανεξάρτητα από το γεγονός ότι σημαντικά έγγραφα έχουν απωλεσθεί και οι καθ'ων η αίτηση αδυνατούν να εξειδικεύσουν τις συνθήκες κάτω από τις οποίες απωλέσθηκαν, το γεγονός ότι δύο από τις Συμφωνίες συνομολογήθηκαν μετά την κατακύρωση της προσφοράς, ενώ μία είχε ήδη λήξει πριν την κατακύρωση και η Επιτροπή δεν είχε οτιδήποτε ενώπιον της που να συνηγορεί υπέρ της ανανέωσης της, στην ουσία δεν φαίνεται να έχει προβληματίσει ούτε και απασχόλησε την Επιτροπή, όπως δεν φαίνεται να την έχει απασχολήσει το γεγονός ότι οι υπόλοιπες Συμφωνίες συνομολογήθηκαν μετά που οι προσφορές είχαν κλείσει και συγκεκριμένα την 1/1/2009, δηλαδή δύο μέρες μετά τη συνεδρίαση της Επιτροπής που έλαβε χώρα στις 29/12/2008.
Είναι βέβαια η θέση της διοίκησης ότι επειδή η Συμφωνία με την Financial Mirror, έφερε ημερομηνία 30/4/2009, δηλαδή μεταγενέστερη της προσβαλλόμενης απόφασης, δεν πρέπει να είχε υποβληθεί μαζί με τις υπόλοιπες. Αν έτσι έχουν τα πράγματα, τότε ποιας ημερομηνίας ήταν η Συμφωνία με την Financial Mirror που υποβλήθηκε από το ενδιαφερόμενο μέρος; Για τη Συμφωνία με την Phileleftheros Public Company Limited, η οποία επίσης φέρει μεταγενέστερη ημερομηνία, δεν δίνεται οποιαδήποτε εξήγηση.
(γ) Παρά το γεγονός ότι, σύμφωνα με την ένσταση, η συνεδρία της Επιτροπής κατά την οποία λήφθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση έλαβε χώρα μετά τις 10/1/2009, δεν φαίνεται να είχε απασχολήσει την Επιτροπή σε οποιοδήποτε στάδιο πριν την καταχώριση της παρούσας προσφυγής το γεγονός ότι σύμφωνα με τα πρακτικά της συνεδρίας, η συνεδρία έλαβε χώρα στις 10/1/2009.
Είναι πρόδηλο ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση οι καθ'ων η αίτηση, κάθε άλλο παρά χειρίστηκαν το όλο θέμα σύμφωνα με τους κανόνες της χρηστής και εύρυθμης διοίκησης. Η κατάδηλη παραβίαση των εν λόγω κανόνων είναι διάχυτη στον τρόπο με τον οποίο η διοίκηση χειρίστηκε το θέμα και γενικά λειτούργησε.
Πέραν όμως των πιο πάνω, από το ενώπιον μου υλικό διαπιστώνεται ακόμα μια πολύ σοβαρή πλημμέλεια από πλευράς της διοίκησης. Όπως έχει υποδειχθεί, η συγκεκριμένη υπηρεσία παρείχετο από τους αιτητές στους καθ'ων η αίτηση με βάση συμφωνία η οποία έληγε στις 31/12/2008. Κατά την εν λόγω προηγούμενη συνεργασία των δύο πλευρών, δεν είχε ποτέ ζητηθεί όπως οι αιτητές προσκομίσουν συγκατάθεση των ιδιοκτητών των μέσων μαζικής ενημέρωσης σχετικά με πνευματικά δικαιώματα και τη χρησιμοποίηση της ύλης τους για εμπορικούς σκοπούς. Ενόψει της προηγούμενης πρακτικής, το ελάχιστο που θα ανέμενε ένας τη διοίκηση να πράξει ήταν να παράσχει εύλογο χρόνο στους αιτητές με σκοπό να συμμορφωθούν με το νέο όρο. Αυτό επέβαλλαν οι αρχές της χρηστής διοίκησης, της καλής πίστης και της συνεπούς και μη αντιφατικής συμπεριφοράς, αρχές οι οποίες έχουν κωδικοποιηθεί από τα άρθρα 50[1] και 51(1), (2)[2] του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου, 1999 (158(Ι)/99).
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η εισαγωγή του νέου όρου χωρίς να συνοδεύεται με παροχή εύλογου χρόνου στους αιτητές για συμμόρφωση, συνιστά, ενόψει της προηγούμενης πρακτικής, μια ανεπιεική και άδικη λύση. (Βλ. άρθρο 50 του Νόμου 158(Ι)/99, τις πρόνοιες του οποίου έχω παραθέσει πιο πάνω). Συνιστά επίσης ασυνεπή και αντιφατική συμπεριφορά και παραγνώριση μιας ευνοϊκής για τους αιτητές κατάστασης, η οποία είχε διαρκέσει αρκετό χρόνο.
Είναι επομένως η άποψη μου ότι η συγκεκριμένη συμπεριφορά των καθ'ων η αίτηση, κρινόμενη υπό το φως των συγκεκριμένων περιστάσεων, δεν μπορεί παρά να οδηγήσει σε ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης λόγω παραβίασης των αρχών της χρηστής διοίκησης, της καλής πίστης και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του διοικούμενου, όπως και λόγω αντιφατικής συμπεριφοράς από πλευράς της διοίκησης.
Ανεξάρτητα από τα πιο πάνω θεωρώ ότι η μεταβολή των όρων του διαγωνισμού, κάτω από τις συνθήκες που έλαβε χώρα, δεν ήταν νόμιμη για τους πιο κάτω λόγους.
Στην παρούσα υπόθεση είναι πρόδηλο ότι ο όρος που προνοεί για συγκατάθεση των ιδιοκτητών των ΜΜΕ για τους συγκεκριμένους σκοπούς, αποτελούσε ένα πολύ ουσιώδη όρο. Ο όρος αυτός εισήχθη στο διαγωνισμό μετά τη λήξη του μειοδοτικού διαγωνισμού, μεταβάλλοντας έτσι τους όρους του. Η μεταβολή των όρων ενός διαγωνισμού μετά τη λήξη του, όπως έχει νομολογηθεί, συνιστά παραβίαση των αρχών της χρηστής διοίκησης (Καμένος ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 25, 36 και Σελεάρης ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 602, 608). Τα κίνητρα για την εισαγωγή του επίμαχου όρου δεν διαδραματίζουν οποιοδήποτε ρόλο. Η απουσία του από τη διακήρυξη της προσφοράς αποτελούσε νόμιμο έρεισμα για ανάκληση της διακήρυξης και έκδοση νέας, η οποία θα περιλάμβανε τον εν λόγω όρο (Χ.Π.Θ. Αλεξάνδρου Λτδ. ν. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 409, 414).
Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω καταλήξεων μου, περιττεύει η εξέταση του κατά πόσο οι εφημερίδες και τα περιοδικά εμπίπτουν στις κατηγορίες των φιλολογικών και καλλιτεχνικών έργων που προνοούνται από το άρθρο 3 του Νόμου 59/76, έτσι ώστε να απαιτείται άδεια για χρήση του περιεχομένου τους για εμπορικούς σκοπούς και συνακόλουθα του κατά πόσο η κατοχή τέτοιας άδειας ενυπήρχε ως όρος στην προκήρυξη του διαγωνισμού «ως όρος απορρέων από νόμο του κράτους» ή πρόκειται για «εξωγενή όρο».
Για τους ίδιους λόγους περιττεύει και η εξέταση των υπόλοιπων λόγων ακύρωσης.
Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω, η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα υπέρ των αιτητών €1.300. Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται.
Α. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ,
Δ.
/ΔΓ
[1] 50. Οι αρχές της χρηστής διοίκησης επιβάλλουν στα διοικητικά όργανα, κατά την άσκηση της διακριτικής τους εξουσίας, να ενεργούν σύμφωνα με το περί δικαίου αίσθημα, ώστε κατά την εφαρμογή των σχετικών νομοθετικών διατάξεων σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση να αποφεύγονται ανεπιεικείς και άδικες λύσεις.
[2] 51.-(1) Η διοίκηση δεν επιτρέπεται να ενεργεί με τρόπο ασυνεπή, αντιφατικό ή κακόπιστο, ώστε να εξαπατά ή να ταλαιπωρεί χωρίς λόγο το διοικούμενο.
(2) Η διοίκηση δε δικαιούται, επικαλούμενη τις ίδιές της τις παραλείψεις για τις οποίες δεν είναι υπαίτιος ο διοικούμενος, να αγνοεί μια ευνοϊκή γι' αυτόν κατάσταση η οποία έχει διαρκέσει αρκετό χρόνο και να αρνείται την υπέρ του διοικουμένου συναγωγή των ωφελημάτων και των νόμιμων συνεπειών που προκύπτουν από την κατάσταση αυτή.