ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

[Υπόθεση Αρ. 151/2011]

 

25 Ιουλίου, 2012

 

 [ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΒΕΑΤΡΙΚΗ ΑΡΙΣΤΕΙΔΟΥ - ΑΣΙΗΚΑΛΗ

 

Αιτήτρια

 

ν.

 

ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ

Καθ' ης η αίτηση

 

 

 

Ανδρέας Σ. Αγγελίδης για Ανδρέας Σ. Αγγελίδης δ.ε.π.ε. για την αιτήτρια.

Κάλια Στιβαρού για Ιωαννίδης Δημητρίου Δ.Ε.Π.Ε για τους καθ' ων η αίτηση.

 

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ,  Δ.:  Προσβάλλεται η απόφαση των καθ' ων η αίτηση, ημερομηνίας 30.11.10, με την οποία ο Θεοφάνης Κολοκοτρώνης (ο ενδιαφερόμενος) προάχθηκε στη θέση Διευθυντή Πληροφορικής, Κλίμακα Ν1, Διεύθυνση Πληροφορικής Επιχειρησιακή Μονάδα Υποστήριξης.  Κατά τη συνεδρία της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής της Αρχής για  Θέματα Προσωπικού (η Συμβουλευτική), ημερομηνίας 21.9.10, ο Γενικός Διευθυντής των καθ' ων η αίτηση προέβη σε σύσταση υπέρ του ενδιαφερομένου.  Αυτή, σε σχέση με την αιτήτρια, την καθόρισε η διαπίστωση του πως ο ενδιαφερόμενος στην αξία, «υπερέχει αισθητά έναντι της .».  Ο ενδιαφερόμενος στις ετήσιες αξιολογήσεις των 2005-2009 είχε συγκεντρώσει 34Α ενώ η αιτήτρια 26Α.  Περαιτέρω, καθόρισε τη σύσταση και η διαπίστωση του Διευθυντή ότι ο ενδιαφερόμενος υπερείχε της αιτήτριας αλλά και όλων των άλλων σε αρχαιότητα.  Ως προς τα προσόντα, που δεν απαιτούνταν από το σχέδιο υπηρεσίας, αναγνώρισε ως σχετικά προς τα οποία έδωσε «τη δέουσα σημασία», στην περίπτωση του ενδιαφερομένου το ΜΒΑ του Henley Business School και υπέρ της αιτήτριας το ΜΒΑ από το Cyprus International Institute of Management.  Αυτή τη σύσταση την αναπαρήγαγε και η Συμβουλευτική και στη συνέχεια το Διοικητικό Συμβούλιο των καθ' ων η αίτηση το οποίο, σ' αυτή τη βάση, επέλεξε τον ενδιαφερόμενο.

 

Η αιτήτρια έθεσε ζήτημα σε σχέση με την αρχαιότητα του ενδιαφερομένου και αναπτύχθηκαν επιχειρήματα.  Στο τέλος, όμως, αναγνώρισε πως, πράγματι, ο ενδιαφερόμενος ήταν αρχαιότερός της.  Επίσης συζήτησε το θέμα των πρόσθετων προσόντων που δεν απαιτούνταν από το σχέδιο υπηρεσίας.  Επειδή στον κατάλογο των υποψηφίων που είχε ετοιμαστεί αναφερόταν ότι ο ενδιαφερόμενος κατείχε και Diploma in Management, κατά την εισήγηση της, προκύπτει ζήτημα πλάνης.  Αυτό, αφού το πιο πάνω δίπλωμα ήταν μέρος του ΜΒΑ που του αναγνωρίστηκε και, συνεπώς, δεν έπρεπε να  είχε ληφθεί υπόψη.  Είναι γεγονός ότι γίνεται αναφορά σ' αυτό, ως δίπλωμα που κατείχε όμως.  Όπως ορθά υποδεικνύουν οι καθ' ων η αίτηση δεν είχε ληφθεί υπόψη ως πρόσθετο.  Ως προς τον ενδιαφερόμενο η μόνη σχετική αναφορά, από το Διευθυντή και τα συλλογικά όργανα στη συνέχεια, αφορούσε στο ΜΒΑ του Henley Business School.  Είναι αυτό, όπως ρητά σημειώθηκε, που λήφθηκε υπόψη και είναι σ' αυτό που προσδόθηκε η «δέουσα σημασία».  Επομένως, η εισήγηση για  πλάνη της φύσης που αναφέρθηκε, δεν είναι βάσιμη.

 

Η αιτήτρια αναφέρθηκε και στο χρόνο που χρειάστηκε για  την απόκτηση από τον ενδιαφερόμενο του πιο πάνω ΜΒΑ.  Με αναφορά σε στοιχεία που η ίδια περισυνέλεξε και που παρέθεσε στην αγόρευσή της, εισηγήθηκε πως θα έπρεπε να είχε ερευνηθεί για να διαπιστωθεί αν ίσχυε αυτός ο τίτλος.  Οι καθ' ων η αίτηση απαντούν πως τα στοιχεία που περισυνέλεξε η αιτήτρια δεν αφορούσαν στην περίοδο απόκτησης του τίτλου από τον ενδιαφερόμενο αλλά δεν θεωρώ πως δικαιολογείται να εμπλακώ στην κατ' ουσία συζήτηση τέτοιου θέματος στη βάση ισχυρισμών που προβάλλονται στην αγόρευση της αιτήτριας και στοιχείων που επικαλείται αλλά που δεν προσκομίστηκαν δεόντως ως μαρτυρία.  Είναι πάγιο πως οι αγορεύσεις δεν μπορούν να συνιστούν μέσο θεμελίωσης γεγονότων.

 

Το μεγαλύτερο, εν τούτοις, μέρος της συζήτησης αφιερώθηκε στο ζήτημα του κύρους των τριών τελευταίων από τις ετήσιες αξιολογήσεις των υποψηφίων, εκείνες των ετών 2007, 2008 και 2009.  Ο Κανονισμός 7 των περί Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμών του 1986 (ΚΔΠ 291/86 όπως τροποποιήθηκε ειδικά από την ΚΔΠ 77/96) απαιτεί, στην περίπτωση, την ετήσια συμπλήρωση των υπηρεσιακών εκθέσεων αξιολόγησης που θα καλύπτει τους 12 μήνες που προηγούνται της 31ης Δεκεμβρίου κάθε χρόνου, για να φθάνουν στο Διευθυντή Προσωπικού ή στον Αρχιμηχανικό και Γενικό Διευθυντή, «μεταξύ της 1ης Ιανουαρίου και 31ης Μαρτίου κάθε χρόνου».  Με τη διευκρίνιση όμως πως η διαδικασία αξιολόγησης δεν θα θεωρείται αντικανονική αν καταγραφεί εύλογη αιτία για καθυστέρηση.  Συναφώς ο Κανονισμός 9 προνοεί παράδοση αντιγράφου της υπηρεσιακής έκθεσης σε κάθε υπάλληλο «πριν από τις 30 Απριλίου κάθε έτους..».  Ως προς τα εδώ συμβάντα, στο τέλος έγιναν διευκρινίσεις και τα πιο κάτω προκύπτουν ως το υπόβαθρο.

 

Οι ετήσιες εκθέσεις αξιολόγησης για  τα πιο πάνω χρόνια όχι μόνο δεν είχαν δοθεί στους υπαλλήλους σύμφωνα με τους Κανονισμούς αλλά δεν είχαν ετοιμαστεί κιόλας, κατ' έτος.  Συμπληρώθηκαν και δόθηκαν σωρευτικά στο τέλος, λίγες μέρες πριν από τη συνεδρία της Συμβουλευτικής.  Μάλιστα με υπογράφοντα, ως αξιολογούντα, λειτουργό που πλέον είχε αφυπηρετήσει.  Είναι μου φαίνεται ξεκάθαρο και δεν χρειάζεται να με απασχολήσει οποιοδήποτε άλλο επιμέρους ζήτημα ως προς τους ιδιαίτερους χειρισμούς της «ένστασης» που υπέβαλε η αιτήτρια, πως βρισκόμαστε μπροστά σε ριζικά αντικανονικές εκθέσεις που δεν έπρεπε να είχαν ληφθεί υπόψη ως στοιχείο κρίσης.

 

Προκύπτει, εν τούτοις, προβληματισμός αναφορικά με το κατά πόσο αυτή η διαπίστωση δικαιολογεί την ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης.  Εγείρουν το θέμα οι καθ' ων η αίτηση με την επισήμανση πως και αφαιρουμένων των τριών πιο πάνω εκθέσεων, η εικόνα όπως βασικά οδήγησε στην επιλογή του ενδιαφερομένου, παραμένει αναλλοίωτη.  Η αιτήτρια υποστηρίζει πως αυτά δεν είναι θέματα του Δικαστηρίου το οποίο δεν κρίνει ή αποφασίζει πρωτογενώς.  Κατά την εισήγησή της θα εναπόκειται στη διοίκηση να επανεξετάσει στη βάση, πλέον, νόμιμων στοιχείων.

 

Έχουμε δει πως ο ενδιαφερόμενος είναι αρχαιότερος της αιτήτριας και πως, ως προς τα προσόντα, δεν διακρίνεται απόδοση υπεροχής τού ενός έναντι του άλλου.  Ως προς την αξία, αφαιρουμένων και των τριών εκθέσεων, για  τα υπόλοιπα έτη που αναφέρθηκαν αλλά και προηγουμένως, υπάρχει σταθερή υπεροχή του ενδιαφερομένου.  Σύμφωνα με τα φύλλα αξιολόγησης που περιέχονται στο φάκελο που κατατέθηκε από το 2003 μέχρι το 2006, ο ενδιαφερόμενος συγκέντρωσε 25Α ενώ η αιτήτρια 18Α.  Αυτή η διαφορά των 7Α με τις τρεις αντικανονικές εκθέσεις απλώς αυξήθηκε σε 8Α.  Επομένως, δεν έχει ανατραπεί η βάση της σκέψης της διοίκησης πως ο ενδιαφερόμενος υπερέχει στην αξία.  Ούτως ή άλλως δε, δεν υπάρχει τίποτε που θα μπορούσε να συσχετιστεί προς την αξία, τα προσόντα και την αρχαιότητα που θα ήταν δυνατό να κλίνει την πλάστιγγα υπέρ της αιτήτριας.   Είναι ορθό πως το Δικαστήριο δεν προβαίνει σε πρωτογενείς διαπιστώσεις και εκτιμήσεις.  Όμως εδώ μας απασχολεί η επίπτωση της παρανομίας στη βάση των αντικειμενικών δεδομένων.  Καταλήγω πως η βασική σκέψη της διοίκησης πως ο ενδιαφερόμενος υπερέχει στην αξία και στην αρχαιότητα παραμένει ακλόνητη και πως, παρά τη διαπίστωση μου αναφορικά με τις τρεις εκθέσεις, δεν δικαιολογείται, κάτω από τις περιστάσεις, ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης.  Δεν θα εκδώσω, όμως, διαταγή για έξοδα.

 

Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται.  Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.  Καμιά διαταγή για έξοδα.

 

 

Γ. Κωνσταντινίδης, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/μσι


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο