ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 1057/2009 και 1231/2009)

 

20 Ιουλίου 2012

 

[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

(Υπόθεση Αρ. 1057/2009)

ΒΡΑΧΙΜΗΣ Ι. ΧΑΤΖΗΧΑΝΝΑΣ,

Αιτητής

- ΚΑΙ -

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ΄ ων η αίτηση

-----------------------------------

(Υπόθεση Αρ. 1231/2009)

ΚΥΠΡΟΣ ΜΑΝΟΥΛΟΣ,

Αιτητής

- ΚΑΙ -

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ΄ ων η αίτηση

-----------------------------------

Ο Αιτητής στην Υπόθεση Αρ. 1057/2009 παρουσιάζεται προσωπικά.

Βρ. Χατζηχάννας, για τον Αιτητή στην Υπόθεση Αρ. 1231/2009.

Λ. Λάμπρου-Ουστά (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄,

για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

Καμιά εμφάνιση για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.

-----------------------------------

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

         ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.:  Οι συνεκδικαζόμενες αυτές προσφυγές παραπέμπουν σε πράξεις της διοίκησης που έχουν αναδρομική ισχύ και αφορούν επανεξέταση μετά από ακυρωτική απόφαση.  Συγκεκριμένα, η Ε.Δ.Υ. με πράξη της δημοσιευθείσα στις 26.6.2009, προήγαγε εκ νέου το ενδιαφερόμενο μέρος, Γεώργιο Χρυσαφίνη, στη μόνιμη θέση του Πρώτου Διοικητικού Λειτουργού, Γενικό Διοικητικό Προσωπικό, Τμήμα Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού.  Η προαγωγή είχε αναδρομική ισχύ  από 1.8.2006.  Η επανεξέταση και νέα προαγωγή ήταν το αποτέλεσμα της απόφασης στις συνεκδικαζόμενες προσφυγές αρ. 2035/06 και 2058/06, ημερ. 19.5.2009, (Νικολάτος, Δ.), με τις οποίες ακυρώθηκε εν μέρει η προαγωγή του Γεώργιου Χρυσαφίνη έναντι του αιτητή στην υπ΄ αρ. 2058/06 προσφυγή, Κύπρου Μάνουλου.  Η προσφυγή αρ. 2035/06 του αιτητή Βραχίμη Χατζηχάννα, απερρίφθη εξ ολοκλήρου.

 

 Επιδιώκεται επομένως από αμφότερους τους αιτητές, η ακύρωση της πράξης για σειρά λόγων.  Να σημειωθεί ότι ο αιτητής Χατζηχάννας αφυπηρέτησε από τη δημόσια υπηρεσία, ώστε τυχόν επιτυχία της προσφυγής του επηρεάζει όχι οργανική θέση στο δημόσιο, αλλά μόνο τις  απολαβές και τα συνταξιοδοτικά ωφελήματα του.

 

         Η εν λόγω πράξη θεωρείται κατά τους αιτητές λανθασμένη και παράνομη, ενώ η Ε.Δ.Υ. κρίνει ότι ήταν καθόλα νόμιμη, σύμφωνα με το δεδικασμένο και στα πλαίσια της διακριτικής της ευχέρειας, υπό το φως του συνόλου των στοιχείων και δεδομένων.  Εκτεταμένες είναι οι εκατέρωθεν αγορεύσεις και είναι πρόσφορο όπως οι προτεινόμενοι λόγοι ακύρωσης εξεταστούν αμέσως, χωρίς την καταγραφή άλλων γεγονότων, τα οποία εν πάση περιπτώσει, θα αναφερθούν σταδιακά και όπου χρειάζεται στην ανάλυση που ακολουθεί.

 

         Είναι οφειλόμενο, όμως, να τεθεί εξ αρχής το πλαίσιο στο οποίο οριοθετούνται οι νέες αυτές προσφυγές.  Αποτελούν, ως ήδη αναφέρθηκε, απόφαση μετά από ακυρωτική απόφαση.  Το διοικητικό όργανο οφείλει σε μια τέτοια περίπτωση να επανεξετάσει την υπόθεση στη βάση των διαπιστώσεων του ακυρωτικού Δικαστηρίου. Προκύπτει από τις όποιες διαπιστώσεις αυτές, δεδικασμένο ώστε να προκύπτει σε περίπτωση ακυρωτικού αποτελέσματος δέσμευση έναντι πάντων, σε δε απορριπτική απόφαση, δέσμευση μόνο έναντι του αιτούντος, (άρθρο 59(1) του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου αρ. 158(Ι)/99).  Η επανεξέταση ανατρέχει πίσω στον αρχικό χρόνο της λήψης της πρώτης και ακυρωθείσας απόφασης και με τα πραγματικά και νομικά δεδομένα που ίσχυαν τότε, ώστε να μην επιτρέπεται επαναπροσδιορισμός θεμάτων που τέθηκαν και αποφασίστηκαν ή δεν αποφασίστηκαν και επί των οποίων δεν ασκήθηκε έφεση, (Δημοκρατία ν. Τούλας Κούλουμου (2010) 3 Α.Α.Δ. 293).

 

         Περαιτέρω, με βάση τη Χατζηχάννας ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 256, κάθε προσφυγή έχει τη δική της αυτοτέλεια, έτσι ώστε και αν ακόμη ορισμένες προσφυγές συνεκδικαστούν, η επιτυχία της μίας δεν εξυπακούει και επιτυχία της άλλης, όπως ακριβώς έγινε εδώ.  Η προσφυγή του αιτητή Χατζηχάννα απερρίφθη επί όλων των σημείων, η δε ασκηθείσα έφεση δεν έχει εισέτι εκδικασθεί, ούτε έχει αναφερθεί ακριβώς ποια ζητήματα της απορριπτικής απόφασης στην προσφυγή υπ΄ αρ. 2035/06, εφεσιβλήθηκαν. 

 

         Υπό το φως των ανωτέρω, η Ε.Δ.Υ., όσον αφορά τον αιτητή Χατζηχάννα, δεν είχε την ουσία να συμμορφωθεί με οτιδήποτε, ο δε αιτητής αυτός είχε εναντίον του το δεδικασμένο, που μόνο κατ΄ έφεση μπορεί να ανατραπεί. Καταχρηστικώς επομένως επαναφέρει εκ νέου με αφορμή τη νέα απόφαση της Ε.Δ.Υ., όλα τα αποσφασισθέντα ήδη ζητήματα στην υπ΄ αρ. 2035/06 προς επανεξέταση.  Η εδώ προσφυγή του είναι συνεπώς και εν πάση περιπτώσει καταδικασμένη σε αποτυχία, αλλά χάριν πληρότητας θα αναφερθούν τα πιο κάτω. 

 

         Εν πρώτοις, ο αιτητής Βρ. Χατζηχάννας προτείνει ως «μείζον θέμα», την αντισυνταγματικότητα των προνοιών του οικείου σχεδίου υπηρεσίας.  Το παράπονο αφορά την παρ. 6 του σχεδίου που προνοεί ότι «μακρά και ευδόκιμη πείρα στο Γενικό Διοικητικό Προσωπικό .. θα αποτελεί πλεονέκτημα», καθώς και την παρ. 2 που καθορίζει την πείρα αυτή να είναι «κατά προτίμηση στο Γενικό Διοικητικό Προσωπικό στη Δημόσια Υπηρεσία».  Κατά τον αιτητή, οι πρόνοιες αντιβαίνουν το Άρθρο 28.1 του Συντάγματος διότι επιφέρουν άδικη και αντισυνταγματική μεταχείριση εφόσον ευνοούνται οι δημόσιοι υπάλληλοι που υπάγονται στο γενικό διοικητικό προσωπικό, έναντι αυτών που δεν υπάγονται σ΄ αυτό.  Προκύπτει συνεπώς η θέση ότι οι πρόνοιες αυτές είναι ultra vires, εφόσον παραβιάζεται η αρχή της ισότητας.

 

         Οι πιο πάνω ισχυρισμοί τέθηκαν και στις συνεκδικαζόμενες προσφυγές υπ΄ αρ. 2035/06 και 2058/06 (Νικολάτος, Δ.) - ανωτέρω -  και απορρίφθηκαν.  Όπως ορθά υποδείχθηκε δεν υπάρχει κεκτημένο δικαίωμα στη μη τροποποίηση των σχεδίων υπηρεσίας,  (Ιωάννου ν. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 390).  Ο αιτητής αόριστα επαναφέρει το ίδιο ζήτημα.  Γενικώς και αορίστως ομιλεί για παραβίαση της αρχής της ισότητας σε σχέση με το Άρθρο 28 του Συντάγματος.  Αυτό όμως δεν είναι ορθό.  Επί ομοίων καταστάσεων για τις οποίες ισχύουν οι ίδιες συνθήκες διεκδίκησης θέσης, στη βάση δηλαδή του ιδίου σχεδίου υπηρεσίας, δεν μπορεί βάσιμα να γίνεται λόγος για ανισότητα.  Ο αιτητής λέγει  ότι εφεσίβαλε την απόφαση στην προσφυγή υπ΄ αρ. 2035/06, αλλά δεν αναφέρει αν εφεσίβαλε και την απορριπτική αυτή πτυχή της απόφασης.  Εν πάση περιπτώσει παρόμοιο ζήτημα τέθηκε ξανά από τον αιτητή στην εδώ προσφυγή υπ΄ αρ. 1057/09 και απερρίφθη στην προσφυγή υπ΄ αρ. 825/03, ημερ. 9.3.2005 (και πάλι του Νικολάτου, Δ.), απόφαση η οποία επικυρώθηκε από την Ολομέλεια στην Χατζηχάννας ν. Δημοκρατίας (αρ. 2) (2009) 3 Α.Α.Δ. 655.  Το θέμα εκεί δεν είχε τεθεί στην προσφυγή, αλλά παρεισέφρυσε στη γραπτή αγόρευση του αιτητή και πρωτόδικα και κατ΄ έφεση.  Το ζήτημα δεν ήταν ακριβώς το ίδιο, διότι εκεί η κατ΄ ισχυρισμόν ανισότητα διασυνδέθηκε από τον εφεσείοντα και νυν αιτητή στην υπ΄ αρ. 1057/09 προσφυγή, μεταξύ των εσωτερικών έναντι των εξωτερικών υποψηφίων.  Το σχέδιο εκεί αφορούσε πλεονέκτημα λόγω μακράς και ευδόκιμης πείρας τουλάχιστον επί δεκαπενταετία στο Γενικό Διοικητικό Προσωπικό, θεωρούμενη ως συντρέχουσα με την κατά προτίμηση δεκαετή πείρα και εφόσον οι υποψήφιοι ήταν κατά τα άλλα ισοδύναμοι στα υπόλοιπα κριτήρια.  Ο εφεσείων δεν διέθετε ούτε την προτίμηση, ούτε το πλεονέκτημα.

 

         Εδώ, η αιτίαση του αιτητή είναι γενική και χωρίς αναφορά σε συγκεκριμένο νόμο που παραβιάζεται.  Το θέμα, όπως ορθά αναφέρει η Δημοκρατία στην αγόρευση της, τέθηκε στις ακυρωτικές αποφάσεις υπ΄ αρ. 2035/06 και 2058/06 και απερρίφθη και επομένως το ζήτημα είναι αν η Ε.Δ.Υ. κατά την επανεξέταση συμμορφώθηκε με το δεδικασμένο που δημιουργήθηκε.  Αυτό έγινε, διότι η Ε.Δ.Υ. είχε να συμμορφωθεί ως προς την επανεξέταση μόνο ως προς το ακυρωτικό αποτέλεσμα  που  αφορούσε  την  ακύρωση   της  προαγωγής   του  Γιώργου Χρυσαφίνη  στην  προσφυγή  υπ΄ αρ. 2058/06,   που  άσκησε  ο   έτερος των εδώ αιτητών Κύπρος Μάνουλος στην υπ΄ αρ. 1231/09  προσφυγή  και   για το οποίο θέμα  θα γίνει αναφορά  αργότερα   στο κατάλληλο  σημείο  του  σκεπτικού.  Εν  πάση περιπτώσει δεν είναι ορθό να γίνεται από τον αιτητή Βρ. Χατζηχάννα επίκληση τέτοιου προβλήματος αντισυνταγματικότητας και ultra vires, επειδή ο ίδιος δεν κατέχει ούτε την προτίμηση, ούτε το πλεονέκτημα, αλλά στην έτερη και συνεκδικαζόμενη προσφυγή του Κ. Μάνουλου, επειδή αυτός κατέχει την προτίμηση και το πλεονέκτημα, να μην εγείρεται τέτοιο θέμα. Επιδοκιμάζεται και αποδοκιμάζεται έτσι, ταυτόχρονα, στις ίδιες συνεκδικαζόμενες προσφυγές, ανεπίτρεπτα, το όλο ζήτημα.

 

         Όσον αφορά το θέμα της παράνομης συγκρότησης της Συμβουλευτικής Επιτροπής, αυτό συναρτάται προς την εισήγηση ότι οι επίδικες θέσεις ήταν οι αμέσως κατώτερες της θέσης του Διευθυντή Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού και επομένως Πρόεδρος της Συμβουλευτικής Επιτροπής έπρεπε να ήταν ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Οικονομικών.  Και αυτό το ζήτημα εξετάστηκε από το Δικαστήριο στην προσφυγή υπ΄ αρ. 2035/06 και απερρίφθη, για τους λόγους που εκεί αναφέρονται.  Ορθά η Δημοκρατία απαντά ότι η Ε.Δ.Υ. δεν είχε οτιδήποτε επί του θέματος αυτού να επανεξετάσει και επομένως δεν χρειάζεται οτιδήποτε άλλο να λεχθεί, εφόσον δεν υπήρξε παραβίαση του δεδικασμένου. Οι δε υποθέσεις 741/05 κ.ά. στις οποίες βασίστηκε ο αιτητής στην προσφυγή υπ΄ αρ. 2035/06 και στις οποίες το Δικαστήριο στην απόφαση του ανέφερε ότι εκκρεμούσε τότε η Α.Ε. 113/07, ανατράπηκαν εφόσον με την απόφαση που εκδόθηκε από την Ολομέλεια στη Δημοκρατία ν. Βραχίμη Χατζηχάννα κ.ά. (2010) 3 Α.Α.Δ. 324, το ζήτημα της κακής συγκρότησης ανετράπη και επομένως δεν διαπιστώνεται κανένα απολύτως έρεισμα στην αιτίαση αυτή.  Επομένως, με βάση το άρθρο 32(1)(δ)(i) του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου και τον τότε προϋπολογισμό τότε του 2000, ορθά παρακάθισε ως Πρόεδρος της Συμβουλευτικής ο Διευθυντής Τμήματος Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού.

 

         Επαναφέρεται επίσης ζήτημα κατ΄ ισχυρισμόν πλάνης της διοίκησης ως προς το ότι ο αιτητής Χατζηχάννας, παρόλο που προάχθηκε αναδρομικά από 1.2.1998, τόσο η Συμβουλευτική Επιτροπή, όσο και η Ε.Δ.Υ., τελούσαν υπό πλάνη θεωρώντας ότι η προαγωγή έλαβε χώραν την 1.5.2001.  Και αυτό το θέμα εξετάστηκε από το Δικαστήριο και απερρίφθη με το σκεπτικό ότι το λανθασμένο της αναγραφής από τη Συμβουλευτική Επιτροπή ουδόλως επηρέασε εφόσον ο αιτητής είχε συμπεριληφθεί στον κατάλογο των προτεινομένων προς προαγωγή, η δε Ε.Δ.Υ. είχε ενώπιον της όλους τους φακέλους, καθώς και τους προσωπικούς του φακέλους.  Η αναδρομική προαγωγή που επιτεύχθηκε από τον αιτητή Χατζηχάννα, λήφθηκε υπόψη ως φαίνεται από το φάκελο της διαδικασίας και την αρχαιότητα  που σημειώθηκε προς όφελος του αιτητή στο ερυθρό 176.

 

         Είναι κατάλληλο το στάδιο αυτό να αναφερθεί και το εξής: ο αιτητής Χατζηχάννας κατά το στάδιο των διευκρινίσεων στις 5.10.2011, υποστήριξε ότι υπάρχει πλάνη στην όλη διαδικασία διότι εκ των υστέρων έτυχε αναδρομικής προαγωγής από τις 15.12.1990, καταθέτοντας ως τεκμήριο το σχετικό αντίγραφο της Επίσημης Εφημερίδας της Δημοκρατίας, ημερ. 9.9.2011, όπου δημοσιεύτηκε ο αναδρομικός διορισμός του στη θέση Ανώτερου Λειτουργού, Δημόσιας Διοίκησης από 15.12.1990, μέχρι την αφυπηρέτηση του, την 1.1.2008.

 

         Με αυτή την εξέλιξη, η αρχαιότητα του ήταν, κατά την εισήγηση, κάτι πέραν από έκδηλη και επομένως η επανεξέταση έλαβεν χώραν πάνω σε λανθασμένη βάση ως προς την πραγματική αρχαιότητα του.  Δόθηκε χρόνος στη Δημοκρατία να τοποθετηθεί, υπήρξε όμως καθυστέρηση ενόψει του ότι ο κ. Χατζηχάννας εμπλέκεται σε μεγάλο αριθμό υποθέσεων, και οποιαδήποτε απόφαση της Ε.Δ.Υ. σχετικά με το θέμα, θα επηρέαζε αριθμό άλλων υποθέσεων και υποψηφίων που έχουν προαχθεί ή ήδη αφυπηρετήσει.  Έγινε σύσκεψη στο γραφείο της Νομικής Υπηρεσίας της Δημοκρατίας, και όπως δηλώθηκε τελικώς στις 7.5.2012, η Ε.Δ.Υ. αποφάσισε όπως οι παρούσες προσφυγές προχωρήσουν ως έχουν, ενόψει του ότι το συγκεκριμένο ζήτημα δεν ήταν δικογραφημένο, γεγονός που υπέδειξε και το Δικαστήριο στις 24.10.2011.

 

         Κρίνεται ότι το θέμα της αναδρομικής προαγωγής από 15.12.1990, δεν μπορεί να εξεταστεί σ΄ αυτή την υπόθεση.  Η επανεξέταση εδώ έγινε στις 26.6.2009 και ο αναδρομικός διορισμός του αιτητή δημοσιεύτηκε στις 9.9.2011.  Φανερά, επομένως, η εξέλιξη αυτή δεν ήταν ενώπιον της Ε.Δ.Υ. και ο αιτητής δεν εξήγησε πώς και με ποιο τρόπο η Ε.Δ.Υ έπρεπε να γνωρίζει αυτό τον αναδρομικό διορισμό όταν επανεξέταζε το όλο θέμα.  Ο ίδιος το έθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου μόνο κατά τις διευκρινίσεις, διότι, ως δήλωσε στις 24.10.2011, τότε ήρθε σε γνώση του.  Όπως υποδείχθηκε, όμως, κατά τη συζήτηση, ο αιτητής όφειλε να προβεί σε τροποποίηση της προσφυγής του ώστε να διαφοροποιήσει τα γεγονότα κατά τρόπο που και η Δημοκρατία να μπορούσε να τοποθετηθεί αναλόγως.  Μέσα σ΄ αυτά τα πλαίσια, γεγονός που έλαβε χώραν μεταγενέστερα, δεν μπορεί να επηρεάσει λόγω πλάνης την απόφαση της Ε.Δ.Υ., η οποία δεν το είχε υπόψη της στην προγενέστερη διαδικασία επανεξέτασης.

 

         Εισηγείται ο αιτητής ότι το ζήτημα καλύπτεται από τις  παρ. 11 και 20 των νομικών λόγων.  Δεν είναι όμως έτσι τα πράγματα.  Δεν αρκεί η γενικότητα των παραγράφων αυτών που παραπέμπουν απλώς στο ότι ο αιτητής «έχει σωρεία επιτυχών προσφυγών και εφέσεων για ίδιες ή/και παρόμοιες θέσεις που σε μια και μόνο να δικαιωθεί ανατρέπεται κι η παρούσα λόγω πλάνης» (παρ. 11) και στο ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή «.. έπρεπε να βασισθεί σε ορθά στοιχεία και να υποβάλει νέα και νόμιμη έκθεση» (παρ. 20), λόγω αναδρομικής προαγωγής (ποιας δεν αναφέρεται), για να υπάρχει το υπόβαθρο γεγονότων σχετικά με αναδρομικό διορισμό που έγινε το 2011, με αναφορά στο 1990.  Ιδιαίτερα, σε προσφυγή που καταχωρήθηκε στις 29.7.2009.

 

         Έγινε παραπομπή από τον αιτητή στην Βραχίμης Χατζηχάννας ν. Δημοκρατίας (2007) 3 Α.Α.Δ. 373, όπου η Ολομέλεια είπε ότι η αναδρομική προαγωγή του εκεί εφεσείοντος και εδώ αιτητή, ανέτρεψε άρδην τη σειρά αρχαιότητας για τη θέση Πρώτου Λειτουργού Γεωργίας, Τμήμα Γεωργίας.  Η Ολομέλεια έκρινε ότι η Ε.Δ.Υ., έστω και εν αγνοία της, βάσισε την απόφαση της σε μη ακριβή στοιχεία, ανέτρεψε δε την πρωτόδικη απορριπτική της προσφυγής απόφασης ενόψει του ότι η Ε.Δ.Υ. δυνατό να είχε άλλη άποψη αν ήταν σε γνώση της η αναδρομική προαγωγή.  Η εν λόγω απόφαση δεν έχει εφαρμογή στα εδώ γεγονότα.  Εκτός του ότι, όπως ορθά υπέδειξε η κα Ουστά κατά τις διευκρινίσεις, ο λόγος περί αναδρομικότητας είχε εγερθεί στο εκεί δικόγραφο, υπενθυμίζεται ότι η παρούσα αφορά επανεξέταση μετά από ακυρωτική απόφαση και ως εκ τούτου το διοικητικό όργανο είχε την υποχρέωση να εξετάσει την υπόθεση στη βάση του πραγματικού και νομικού υπόβαθρου κατά τον ουσιώδη χρόνο που έλαβε την ακυρωθείσα απόφαση.  Επομένως, δεν μπορεί εδώ να γίνεται βάσιμα λόγος για έστω και εν αγνοία της Ε.Δ.Υ. στοιχείο που δεν λήφθηκε υπόψη.  Δεν υφίστατο το γεγονός για να ληφθεί υπόψη.

 

         Ως προς τις υπόλοιπες θέσεις του αιτητή Χατζηχάννα, αυτές επαναφέρονται χωρίς όμως έρεισμα.  Τόσο τα θέματα που σχετίζονταν με την αρχαιότητα, (πέραν των ανωτέρω), την πείρα, τα προσόντα, την αξία, τη δέουσα έρευνα, την αιτιολογία, τη σύσταση του διευθυντή και την αξιολόγηση των υποψηφίων από την Ε.Δ.Υ.,  αποτελούν ζητήματα που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις υπ΄ αρ. 2035/06 και 2058/06 και απορρίφθηκαν.  Κατά την επανεξέταση, η Ε.Δ.Υ. δεν είχε να συμμορφωθεί σε οτιδήποτε πέραν του ακυρωτικού αποτελέσματος που αφορούσε μόνο το ενδιαφερόμενο μέρος σε σύγκριση με τον έτερο αιτητή, Κύπρο Μάνουλο.

 

         Εν πάση περιπτώσει, δεν εντοπίζεται οτιδήποτε που να δικαιώνει τον αιτητή. Το ενδιαφερόμενο μέρος είχε υπέρ του τη σύσταση του Διευθυντή, και η Ε.Δ.Υ. την ακολούθησε.  Ο Διευθυντής είχε αξιολογήσει την απόδοση του αιτητή Χατζηχάννα, ως «πάρα πολύ καλή» και του ενδιαφερομένου μέρους ως «εξαίρετη».   Στην ίδια κρίση προέβη και η Ε.Δ.Υ.  Σημείωσε ότι το ενδιαφερόμενο μέρος υστερούσε σε αρχαιότητα έναντι του αιτητή Χατζηχάννα, αλλά είχε αξιολογηθεί σε υπέρτερο επίπεδο στην ενώπιον της προφορική εξέταση, είχε υπέρ του τη σύσταση του Διευθυντή, δεν υστερούσε σε αξία, (μάλιστα υπερείχε έναντι του αιτητή Χατζηχάννα ο οποίος στα τελευταία έτη είχε αξιολογηθεί χαμηλότερα του ενδιαφερομένου μέρους που είχε κριθεί σ΄ όλα τα στοιχεία «εξαίρετος»), ενώ λήφθηκαν υπόψη τα αντίστοιχα προσόντα τους.

 

         Το ενδιαφερόμενο μέρος δεν διέθετε ούτε την προτίμηση, ούτε το πλεονέκτημα του οικείου σχεδίου υπηρεσίας, αλλά ούτε και ο αιτητής Χατζηχάννας.  Η Συμβουλευτική Επιτροπή είχε καθορίσει, ως ήταν δικαίωμα της, ότι για την απαιτούμενη από το σχέδιο υπηρεσίας παρ. 3(2) πείρα σε κατάλληλους τομείς, θα λαμβάνονταν υπόψη καθήκοντα που εκτελούντο από τους υποψήφιους ανάλογα με τα σχέδια υπηρεσίας και όσον αφορά την ερμηνεία της παρ. 3(6) για μακρά ευδόκιμη πείρα στο Γενικό Διοικητικό Προσωπικό τουλάχιστον 15 ετών που θα αποτελούσε πλεονέκτημα, αυτή θα συνέτρεχε με την δεκαετή ευδόκιμη πείρα εκτέλεσης διοικητικών καθηκόντων κατά την παρ. 3(2) του σχεδίου υπηρεσίας.  Εν τούτοις, η Συμβουλευτική Επιτροπή, συγκρίνοντας τους υποψήφιους, σύστησε τόσο τον αιτητή, όσο και το ενδιαφερόμενο μέρος, προς προαγωγή, έχοντας ιδιαίτερα υπόψη όλα τα σχετικά προσόντα του αιτητή, για τα οποία τώρα παραπονείται ότι δεν λήφθηκαν δεόντως υπόψη.

 

         Παρά τη μη κατοχή από το ενδιαφερόμενο μέρος της προτίμησης ή της σύστασης, υπερείχε του αιτητή Χατζηχάννα για τους λόγους που ήδη αναφέρθηκαν.  Σημειώνεται εδώ  ότι ο Βρ. Χατζηχάννας και πάλι για τη θέση του Πρώτου Διοικητικού Λειτουργού, όπως και εδώ, κρίθηκε στη Χατζηχάννας ν. Δημοκρατίας (Αρ. 2) (2009) 3 Α.Α.Δ. 655, (πιο πάνω), ότι δεν διέθετε  ούτε  εκεί  είτε την προτίμηση, είτε το πλεονέκτημα (σελ. 667).

 

         Επομένως, υπό το φως όλων των ανωτέρω, ο αιτητής Χατζηχάννας εύλογα κρίθηκε από την Ε.Δ.Υ. ως μη καταλληλότερος του ενδιαφερομένου μέρους.  Το τελευταίο υπερείχε σε αξία, είχε υπέρ του τη σύσταση του Διευθυντή, και είχε αποδώσει καλύτερα στην προφορική εξέταση.  Εύλογα λοιπόν, και εφόσον πρόκειτο για θέση ψηλά στην ιεραρχία, η αρχαιότητα μπορούσε να παρακαμφθεί, (Χατζηνέστωρος ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 102 και Χαμπουλλάς ν. Σαββίδη κ.ά. (2006) 3 Α.Α.Δ. 112).

 

         Όσον αφορά τον έτερο αιτητή Κύπρο Μάνουλο, η Ε.Δ.Υ. προέβηκε στην επανεξέταση υπό το φως του ακυρωτικού αποτελέσματος στην προσφυγή υπ΄ αρ. 2058/06.  Όπως έχει αναφερθεί και προηγουμένως, το διοικητικό όργανο προβαίνοντας σε επανεξέταση, τη διενεργεί «... στη βάση του ακυρωτικού αποτελέσματος και όχι εφ΄ όλης της ύλης, χωρίς βέβαια να επηρεάζεται η νομολογιακά αναγνωρισμένη δυνατότητα του διοικητικού οργάνου να επαναδιερευνά όταν διαπιστώνεται λόγος: (βλ. Ιωσηφίδη κ.ά. ν. Δαβερώνα κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 147 και Παπαδόπουλος ν. Ιωσηφίδης κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 61).».  Αυτά λέχθηκαν στη Ναζίρης ν. Ρ.Ι.Κ. (2007) 3 Α.Α.Δ. 38, από την Πλήρη Ολομέλεια.

 

         Υπό το φως του ακυρωτικού αποτελέσματος, η Ε.Δ.Υ. κατά την επανεξέταση συμμορφώθηκε με το δεδικασμένο.  Η διαπίστωση του ακυρωτικού Δικαστηρίου αφορούσε τη μη ονομαστική σύγκριση του εδώ αιτητή με το ενδιαφερόμενο μέρος, υπό το φως του γεγονότος ότι ο αιτητής κατείχε τόσο  την προτίμηση, όσο και το πλεονέκτημα του σχεδίου υπηρεσίας, ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος, όχι.  Η Ε.Δ.Υ., κρίθηκε, δεν προέβηκε στην καταγραφή της ειδικής αιτιολογίας που απαιτείτο κατά τη λήψη της απόφασης της, ώστε να  παραγνωριστεί  το  πλεονέκτημα  του  αιτητή έναντι του  ενδιαφερόμενου μέρους.  Το ακυρωτικό αποτέλεσμα δεν διαπίστωσε πρόβλημα με τη σύσταση ή την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, η οποία παρέμεινε αλώβητη και επομένως δεν είναι ορθή η θέση που προβάλλεται από τον κ. Χατζηχάννα, ότι η επανεξέταση έπρεπε να αρχίσει από τη Συμβουλευτική Επιτροπή.  Ούτε η σύνθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής κρίθηκε πάσχουσα.  Όπως λέχθηκε και στην Ευσταθίου ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. αρ. 44/09, ημερ. 2.2.2012, «Η επανεξέταση αρχίζει από το σημείο που διαπιστώνεται η πλημμέλεια.». 

 

 Στην επανεξέταση, όμως, η Ε.Δ.Υ. προχώρησε  σε ειδική ονομαστική σύγκριση του αιτητή Κ. Μάνουλου, με το ενδιαφερόμενο μέρος.  Αναφέρθηκε στην υπό του αιτητή κατοχή του πλεονεκτήματος και της προτίμησης, αλλά προτιμήθηκε το ενδιαφερόμενο μέρος στη βάση του  ότι: (i) αξιολογήθηκε σε υψηλότερο επίπεδο στην ενώπιον της προφορική εξέταση, (η οποία και παρέμεινε αλώβητη από το ακυρωτικό αποτέλεσμα), ήτοι, «πολύ καλός» για τον αιτητή, έναντι «εξαίρετος»  για το ενδιαφερόμενο μέρος, (ii) διέθετε υπέρ του τη σύσταση του Διευθυντή, (iii) κατείχε μεταπτυχιακό προσόν, «Master of Public Administration» από το State University of New York at Albay, το οποίο δεν απαιτείτο, ούτε αποτελούσε πρόσθετο προσόν ή πλεονέκτημα, αλλά ήταν άμεσα σχετικό με τα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης.

 

         Τα πιο πάνω εύλογα αποτελούν ειδική αιτιολογία προς παράκαμψη του πλεονεκτήματος του αιτητή.  Παρέχουν την αναγκαία εξειδίκευση που αντισταθμίζει το ευεργέτημα του πλεονεκτήματος και της προτίμησης που κατείχε ο αιτητής.  Δεν υπάρχει επομένως παραβίαση του δεδικασμένου.

 

         Εδώ δεν παρακάμφθηκε το πλεονέκτημα και η προτίμηση που κατείχε ο αιτητής με μόνη την καλύτερη απόδοση στην προφορική συνέντευξη, που πράγματι κατά τη νομολογία, (Ειρήνη Χριστοδούλου ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 164) δεν αρκεί να εκτοπίσει το πλεονέκτημα.  Είναι το σύνολο των υπέρ του ενδιαφερομένου μέρους στοιχείων που λαμβάνεται υπόψη όπως έχει κατ΄ επανάληψη αποφασιστεί από τη νομολογία, (Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας (1994) 3 Α.Α.Δ. 97, Δημοκρατία ν. Αγγελή (1999) 3 Α.Α.Δ. 161 και Τρύφωνος κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2010) 3 Α.Α.Δ. 377).  Όλα τα ως άνω  υπόλοιπα στοιχεία ήταν υπέρ του ενδιαφερομένου μέρους, αυτά ήσαν υπόψη της Ε.Δ.Υ. και εναπόκειτο σ΄ αυτή να τα σταθμίσει αναλόγως ασκώντας εύλογη διακριτική ευχέρεια, στην οποία το αναθεωρητικό Δικαστήριο δεν επεμβαίνει, ούτε υποκαθιστά την κρίση της Ε.Δ.Υ.  Μέσα σ΄ αυτά τα πλαίσια λήφθηκε υπόψη και η υπέρτερη αρχαιότητα του Κ. Μάνουλου, έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους.  Έγινε γι΄ αυτό ειδική αναφορά και κρίθηκε ότι επειδή η θέση είναι ψηλά στην ιεραρχία δεν αποτελούσε καθοριστικό στοιχείο, ιδιαιτέρως υπό το φως και της διαφοράς στην απόδοση στην προφορική εξέταση μεταξύ τους.

 

         Οι προσφυγές, υπό το φως όλων των ανωτέρω, αποσυνενώνονται για σκοπούς έκδοσης απόφασης.  Εκάστη προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα εναντίον εκάστου αιτητή και υπέρ των καθ΄ ων, ως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

         Η προσβαλλόμενη πράξη επικυρώνεται με βάση το                      Άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.

 

 

                                                   Στ. Ναθαναήλ,

                                                               Δ.

/ΕΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο