ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 496/2009)
11 Ιουνίου, 2012
[ΝΙΚΟΛΑЇΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΔΗΜΗΤΡΑΚΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ/Η
ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΡΙΣΕΩΝ ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΩΝ,
Καθ΄ων η αίτηση.
_______________
Σ. Οικονομίδης, για τον Αιτητή.
Μ. Σπηλιωτοπούλου (κα), Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Ο αιτητής ο οποίος κατά τον ουσιώδη χρόνο έφερε το βαθμό του Συνταγματάρχη Πεζικού και υπηρετούσε στην Εθνική Φρουρά, αξιώνει την ακύρωση της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου με την οποία κυρώθηκε η κρίση του Ανωτάτου Συμβουλίου Κρίσεων Αξιωματικών, ως προακτέος κατ΄ εκλογήν, κατά την τακτική του σύνοδο για το έτος 2008.
Ο αιτητής κατέχει από την 1.9.2004 το βαθμό του συνταγματάρχη. Επειδή το 2008 πληρούσε τις προϋποθέσεις κρίσης που καθορίζονται στον κανονισμό 27 των περί Αξιωματικών του Στρατού της Δημοκρατίας (Διορισμοί, Ιεραρχία, Προαγωγές και Αφυπηρετήσεις) Κανονισμών του 1990 μέχρι 2006, Κ.Δ.Π. 90/90, κρίθηκε από το Ανώτατο Συμβούλιο Κρίσεων κατά την τακτική του σύνοδο για το έτος 2008, που έγινε στις 30.12.2008, ως προακτέος κατ΄ εκλογήν.
Σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού 41(1)(γ), οι διαβαθμίσεις των κρίσεων για τους αξιωματικούς βαθμού συνταγματάρχη, είναι προακτέοι κατ΄ απόλυτον εκλογήν, προακτέοι κατ΄ εκλογήν και διατηρητέοι. Αξιωματικός βαθμού συνταγματάρχη κρίνεται ως προακτέος κατ΄ απόλυτον εκλογήν εφ΄ όσον πληρούνται οι προϋποθέσεις που καθορίζονται στον κανονισμό 41(4)(α). Καθορίζεται, μεταξύ άλλων, ότι για την κατάληψη ανώτερης θέσης, στις εκθέσεις ικανότητας, αξιωματικός πρέπει να βαθμολογηθεί «εξαίρετος» σε όλα τα ιδιάζοντα, κατά την κρίση του Ανωτάτου Συμβουλίου Κρίσεων, ουσιαστικά προσόντα.
Ο αιτητής στην έκθεση ικανότητάς του για την περίοδο από 1.1.2007 μέχρι 15.6.2007, έχει βαθμολογίες κάτω του «εξαίρετος» σε ορισμένα ουσιαστικά προσόντα τα οποία καθορίστηκαν ως ιδιάζοντα από το Ανώτατο Συμβούλιο Κρίσεων κατά τη συγκεκριμένη σύνοδό του και συνεπώς δεν κρίθηκε ως προακτέος κατ΄ απόλυτον εκλογήν, με βάση τις διατάξεις του κανονισμού 41(4)(α).
Με πρόταση του Υπουργείου ΄Αμυνας, το Υπουργικό Συμβούλιο στις 29.1.2009 κύρωσε τους πίνακες που υποβλήθηκαν και οι οποίοι περιείχαν τα ονόματα των αξιωματικών που κρίθηκαν. Ο αιτητής ενημερώθηκε σχετικά τόσο για την κύρωση των σχετικών πινάκων από τη Διεύθυνση Προσωπικού του ΓΕΕΦ, όσο και τους λόγους της απόφασης.
Με την παρούσα προσφυγή αξιώνεται η ακύρωση της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου, αλλά και της απόφασης του Ανωτάτου Συμβουλίου Κρίσεων Αξιωματικών που τον έκρινε ως προακτέο κατ΄ εκλογήν.
Ο αιτητής υποστηρίζει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση ελήφθη βάσει στοιχείων τα οποία δεν του γνωστοποιήθηκαν ούτως ώστε να έχει τη δυνατότητα να τα αμφισβητήσει, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση ελήφθη κατά παραβίαση της αρχής της χρηστής διοίκησης και αντίθετα με το πνεύμα της Κ.Δ.Π. 90/90, όπως τροποποιήθηκε.
Ουσιαστικά ο αιτητής βασίζεται στο επιχείρημα ότι η βαθμολογία του κατά τη διάρκεια των αξιολογήσεων, στην οποία βασίστηκε η απόφαση του Ανωτάτου Συμβουλίου Κρίσεων Αξιωματικών, ουδέποτε του κοινοποιήθηκε.
Θεωρεί ότι η κρίση «προακτέος κατ΄ εκλογήν» που έτυχε, θεωρείται δυσμενής κρίση για αξιωματικό βαθμού συνταγματάρχη, αφού οι κριθέντες ως «προακτέοι κατ΄ απόλυτον εκλογήν» προηγούνται στις προαγωγές των κριθέντων ως «προακτέων κατ΄ εκλογήν». Ακόμα δε και σε περίπτωση ταυτόχρονης προαγωγής, οι κριθέντες ως προακτέοι κατ΄ απόλυτον εκλογήν, καθίστανται στο νέο τους βαθμό αρχαιότεροι των κριθέντων ως προακτέοι κατ΄ εκλογήν. Είναι προφανές, σύμφωνα πάντα με τον αιτητή, ότι παρ΄ όλον ότι θα επηρεαζόταν από την έκδοση πράξης δυσμενούς γι΄ αυτόν φύσης, δεν του δόθηκε το δικαίωμα ακρόασης, δηλαδή η δυνατότητα να εκφέρει την άποψή του στα γεγονότα στα οποία θα στηριζόταν η έκδοση της πράξης, κατά παράβαση του άρθρου 43(1) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999, Ν.158(Ι)/1999.
Το άρθρο 43 του Ν.158(Ι)/1999, προβλέπει ότι το δικαίωμα ακρόασης παρέχεται, εκτός από τις περιπτώσεις τις οποίες ο νόμος προβλέπει ρητά, σε κάθε πρόσωπο που θα επηρεαστεί από την έκδοση πράξης ή από τη λήψη διοικητικού μέτρου που είναι πειθαρχικής φύσης ή που έχει το χαρακτήρα της κύρωσης ή που είναι άλλως πως δυσμενούς φύσης.
Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι η Κ.Δ.Π. 90/90 δεν προβλέπει ρητά το δικαίωμα ακρόασης στις περιπτώσεις όπου αξιωματικός βαθμού συνταγματάρχη κρίνεται δυσμενώς. Σύμφωνα πάντα με τον αιτητή ο Ν.158(Ι)/1999 είναι πρωτογενής νομοθεσία σε αντίθεση με την Κ.Δ.Π. 90/90 η οποία είναι δευτερογενής νομοθεσία και συνακόλουθα οι πρόνοιες του Νόμου υπερισχύουν των προνοιών κανονισμών.
Στην Κ.Δ.Π. 90/90 υπάρχουν πρόνοιες που προβλέπουν τη γνωστοποίηση σε αξιωματικούς βαθμού ανθυπολοχαγού μέχρι και αντισυνταγματάρχη, όλων των βαθμολογιών που τους στερούν τη δυνατότητα να κριθούν με την ανώτατη δυνατή για την περίπτωσή τους διαβάθμιση κρίσης και τους παρέχεται η δυνατότητα να αμφισβητήσουν τη βαθμολογία τους με σχετική γραπτή αναφορά. Όπως είδαμε και πιο πάνω, η ίδια πρόνοια δεν υπάρχει όσον αφορά τους αξιωματικούς βαθμού συνταγματάρχη και άνω.
Οι καθ΄ ων η αίτηση υποστηρίζουν ότι εφ΄ όσον υπάρχει ειδική νομοθεσία, έστω και δευτερογενής, η οποία δεν προβλέπει το δικαίωμα ακρόασης, οι πρόνοιες του Νόμου 158(Ι)/1999 δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι έχουν παραβιαστεί. Αν ο νομοθέτης, σύμφωνα πάντα με τους καθ΄ ων η αίτηση, θεωρούσε αναγκαίο οι συνταγματάρχες και άνω να λαμβάνουν γνώση της βαθμολογίας τους, θα το προνοούσε ρητά, όπως γίνεται και στην περίπτωση των αξιωματικών που κατέχουν το βαθμό του ανθυπολοχαγού μέχρι και το βαθμό του αντισυνταγματάρχη.
Δεν συμφωνώ με την πιο πάνω προσέγγιση των καθ΄ ων η αίτηση. Πράγματι το άρθρο 43 του Ν.158(Ι)/1999 παρέχει δικαίωμα ακρόασης σε κάθε πρόσωπο που επηρεάζεται από την έκδοση της πράξης ή από τη λήψη διοικητικού μέτρου που έχει το χαρακτήρα κύρωσης ή που είναι άλλως πως δυσμενούς φύσης. Αφού η βαθμολογία, υπό τις περιστάσεις, επηρεάζει τον αιτητή δυσμενώς, αφού σε μία ενδεχόμενη κρίση του Ανωτάτου Συμβουλίου Κρίσεων Αξιωματικών η βαθμολογία αυτή θα επηρεάσει και την αξιολόγησή του, ο αιτητής είχε το δικαίωμα ακρόασης και το δικαίωμα να αμφισβητήσει τη σχετική βαθμολογία. Το γεγονός ότι δεν προβλέπεται στους σχετικούς κανονισμούς, δεν διαγράφει το δικαίωμα που παρέχεται από το Ν.158(Ι)/1999.
Το δικαίωμα ακρόασης παρέχεται σε άλλους αξιωματικούς κατώτερου βαθμού και δεν αντιλαμβάνομαι, ούτως ή άλλως, το λόγο της διαφοροποίησης στην αντιμετώπιση αξιωματικών κατώτερου βαθμού και του βαθμού του συνταγματάρχη και άνω. Το γεγονός ότι ο νομοθέτης κατά τη σύνταξη της δευτερογενούς νομοθεσίας, της Κ.Δ.Π. 90/90, επέλεξε να μη δοθεί το δικαίωμα ακρόασης στους αξιωματικούς που κατέχουν το βαθμό του συνταγματάρχη και άνω, δεν εξουδετερώνει τις πρόνοιες του Ν.158(Ι)/1999.
Δεν συμφωνώ επίσης ούτε με τη θέση των καθ΄ ων η αίτηση στο στάδιο των διευκρινίσεων ότι η προσφυγή είναι άνευ αντικειμένου αφού ο αιτητής έχει ήδη προαχθεί στο βαθμό για τον οποίο επιδιώκει την ακύρωση της βαθμολογίας. Σύμφωνα με την ευπαίδευτο συνήγορο των καθ΄ ων η αίτηση κατά το έτος 2009 ουδείς προήχθη στο βαθμό του ταξίαρχου, ενώ κατά το 2010 ο αιτητής προήχθη.
Παρ΄ όλον ότι ο αιτητής έχει προαχθεί ήδη, εν τούτοις το έννομό του συμφέρον παραμένει όπως και η τυχόν δυσμενής επίδραση από τη βαθμολογία, αφού όπως σημειώνεται και από τον ευπαίδευτο δικηγόρο του αιτητή, οι τυχόν προακτέοι κατ΄ απόλυτον εκλογήν προηγούνται των προακτέων κατ΄ εκλογήν. Ακόμα δε και στην περίπτωση ταυτόχρονης προαγωγής οι κριθέντες ως προακτέοι κατ΄ απόλυτον εκλογήν, καθίστανται στο νέο τους βαθμό αρχαιότεροι των κριθέντων ως προακτέοι κατ' εκλογήν.
Η προσφυγή επιτυγχάνει, με έξοδα εναντίον των καθ΄ ων η αίτηση, πλέον Φ.Π.Α., αν υπάρχει, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Φρ. Νικολαΐδης, Δ.
/ΜΔ