ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1422/2008)
5 Ιουνίου, 2012
[ΝΙΚΟΛΑЇΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΝΙΚΟΣ ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΔΗΜΟΥ,
Αιτητής,
ν.
κυπριακησ δημοκρατιασ, ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
Καθ΄ων η αίτηση.
_______________
Αρ. Γεωργίου, για τον Αιτητή.
Δ. Εργατούδη (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Ο αιτητής αξιώνει την ακύρωση του όρου υπ΄ αρ.130 που ετέθη στην πολεοδομική άδεια που του παραχωρήθηκε στις 14.8.2008 με την αίτηση υπ΄ αρ. ΛΕΥ/00601/06 για τη δημιουργία δύο βιοτεχνικών εργαστηρίων.
Ο αιτητής είναι ιδιοκτήτης συγκεκριμένου τεμαχίου στο χωρίο Ακάκι και υπέβαλε αίτηση για την ανέγερση εντός αυτού δύο βιοτεχνικών εργαστηρίων. Το τεμάχιο εμπίπτει στη ζώνη Ε1, δηλαδή βιοτεχνική ζώνη κατηγορίας Β.
Επειδή η πρόσβαση του προς ανάπτυξη τεμαχίου στο δημόσιο δρόμο ήταν ανεπαρκής σύμφωνα με τις σχετικές πρόνοιες της Δήλωσης Πολιτικής, προηγήθηκε η χορήγηση πολεοδομικής άδειας υπ΄ αρ. ΛΕΥ/0600/06 στις 21.9.2006, που αφορούσε αναπροσαρμογή συνόρων με γειτονικό τεμάχιο το οποίο ανήκε σε τρίτους, ώστε το προς ανάπτυξη τεμάχιο να αποκτήσει πρόσβαση στο δημόσιο δρόμο σε ικανοποιητικό πλάτος.
Κατά τη μελέτη της αίτησης υποδείχθηκε στον αιτητή ο επηρεασμός του προς ανάπτυξη τεμαχίου από οδικό δίκτυο, σύμφωνα με το ευρύτερο σχέδιο οδικού δικτύου της βιοτεχνικής ζώνης που είχε ετοιμαστεί από το διευθυντή του τμήματος.
Ο αιτητής διαμαρτυρήθηκε και στη συνέχεια η πολεοδομική αρχή με βάση τις πρόνοιες της παραγράφου 1(β) της Πολιτικής 3(Α) της Δήλωσης Πολιτικής, τον κάλεσε να υποβάλει αίτηση για οικοπεδοποίηση του τεμαχίου του, κατά τρόπο που να διασφαλίζονται οι απαραίτητες συνθήκες ανάπτυξης της περιοχής με βάση το υφιστάμενο σχέδιο.
Μετά την επιστολή διευθετήθηκε, ύστερα από επιμονή του αιτητή, συνάντηση, παρουσία και του υπεύθυνου για την περιοχή λειτουργού του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, κατά την οποία συμφωνήθηκε τροποποίηση του πλάτους του πεζόδρομου σε 3 μ. από το τεμάχιο του αιτητή και λωρίδα δημόσιου χώρου πρασίνου, πλάτους 1.5 μ. κατά μήκος του δυτικού συνόρου του τεμαχίου με τον ποταμό Ακακίου.
Παρά τις διαμαρτυρίες του ο αιτητής υπέβαλε στις 8.1.2008 αίτηση για οικοπεδοποίηση. Η πολεοδομική αρχή τροποποίησε μερικώς το σχέδιο που υποβλήθηκε. Ο αναπληρωτής Διευθυντής του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως αποδέχτηκε το τροποποιημένο σχέδιο και η πολεοδομική αρχή στη συνέχεια προχώρησε στη χορήγηση της αιτούμενης άδειας για μετατροπή του χωραφιού σε οικόπεδο.
Ο αιτητής, ύστερα από διαπραγματεύσεις, αποδέχτηκε τη χορήγηση της άδειας αφού υιοθέτησε το εγκεκριμένο σχέδιο και υπέβαλε τροποποιημένα σχέδια για την αίτηση υπ΄ αρ. ΛΕΥ/0601/2006. Η πολεοδομική αρχή προχώρησε στη χορήγηση της άδειας στις 14.8.2008.
Οι καθ΄ων η αίτηση προδικαστικά υποστηρίζουν ότι η προσβολή μόνο του όρου υπ΄ αρ.130 δεν είναι επιτρεπτή βάσει του άρθρου 25(2) του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου του 1972, Ν.90/72, όπως τροποποιήθηκε.
Το άρθρο 25(2) προβλέπει ρητά ότι όταν χορηγείται πολεοδομική άδεια υπό όρους, οι όροι αυτοί θεωρούνται αναπόσπαστο μέρος της εν λόγω πολεοδομικής άδειας, τηρουμένων δε των δυνάμει του ΄Αρθρου 27 αρμοδιοτήτων της πολεοδομικής αρχής, η εκτελεσθείσα ανάπτυξη θεωρείται ως μη αποτελούσα ανάπτυξη για την οποία έχει χορηγηθεί πολεοδομική άδεια, εκτός αν οι όροι αυτοί εκτελεστούν.
Στην υπόθεση Κυπριακό Διϋλιστήριο Πετρελαίου Λτδ κ.α. ν. Δήμου Λάρνακας (2000) 3 Α.Α.Δ. 345, επισημαίνεται ότι από μια απλή ανάγνωση του άρθρου 25(2) προκύπτει σαφώς ότι ο Νόμος σκοπεύει στο να καταστήσει τους όρους που τίθενται σε μια πολεοδομική άδεια αναπόσπαστο μέρος της. Τονίζεται επίσης ότι το συγκεκριμένο άρθρο θέτει και ρήτρα σε περίπτωση μη εκτέλεσης των όρων, αφού προβλέπεται ότι η εκτελεσθείσα ανάπτυξη θεωρείται ως μη αποτελούσα ανάπτυξη για την οποία έχει χορηγηθεί πολεοδομική άδεια, εκτός αν οι όροι εκτελεστούν. Στην υπόθεση κρίθηκε ότι αφού οι όροι θεωρούνται αναπόσπαστο μέρος της πολεοδομικής άδειας, σφραγίζεται και η μοίρα της έφεσης η οποία σχετίζεται με την επιβολή των ίδιων όρων στην άδεια οικοδομής. Αφού οι επίδικοι όροι αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της πολεοδομικής άδειας δεν μπορεί να τους αποδοθεί διαφορετική υπόσταση.
Στην υπόθεση Λαζάρου ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου (1993) 4 Α.Α.Δ. 1275, κρίθηκε ότι για να είναι δυνατή η μερική ακύρωση πράξης, πρέπει αυτή να είναι διαιρετή. Όταν πράξη είναι αδιαίρετη ο αιτητής δεν νομιμοποιείται στην προσβολή συγκεκριμένης μόνο αναφοράς. Η επίκληση του παράνομου της αναφοράς δεν μπορεί να αποσυνδεθεί από το σύνολο της απόφασης της οποίας αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο.
Συνεπώς ο αιτητής δεν νομιμοποιείται στην προσβολή συγκεκριμένων όρων. Οι όροι και η πολεοδομική άδεια αποτελούν αδιαίρετη πράξη.
Περαιτέρω όμως, ο αιτητής δεν νομιμοποιείται να προσβάλει την πολεοδομική άδεια υπ΄ αρ. ΛΕΥ/0601/2006 και για ένα ακόμα λόγο. Αφ΄ ης στιγμής την έχει χρησιμοποιήσει υποβάλλοντας αίτηση για εξασφάλιση άδειας οικοδομής και αίτηση διαχωρισμού, εμποδίζεται από το δόγμα επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας να αμφισβητεί όρους της.
Όπως έχει σημειωθεί και στην υπόθεση Κυπριακό Διϋλιστήριο Πετρελαίου Λτδ κ.α. ν. Δήμου Λάρνακας, ανωτέρω, στην περίπτωση που ενδιαφερόμενος αμφισβητεί τη νομιμότητα των όρων που περιλαμβάνονται σε μια πολεοδομική άδεια, οφείλει να ασκήσει προσφυγή κατά του κύρους των όρων και να περιμένει την έκβασή της και μετά να αποταθεί για χορήγηση άδειας οικοδομής
Παρά τη διαφωνία του, ο αιτητής χρησιμοποίησε την πολεοδομική άδεια για εξασφάλιση άδειας οικοδομής και μετά την έκδοσή της, προχώρησε στην προβλεπόμενη ανάπτυξη. Με τον τρόπο αυτό προσπορίστηκε όφελος από την πολεοδομική άδεια, ενώ ταυτόχρονα με την προσφυγή του αμφισβητεί τη νομιμότητα μέρους της. Όπως ορθά επισημάνθηκε και στην υπόθεση Κυπριακό Διϋλιστήριο Πετρελαίου Λτδ κ.α. ν. Δήμου Λάρνακας, ανωτέρω, η στάση του αιτητή φέρνει στο προσκήνιο το δόγμα της επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας (βλέπε Ηλία κ.α. ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ., 884 και Κάππα ν. Οργανισμού Κυπριακής Γαλακτοκομικής Βιομηχανίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 36).
Η προσφυγή απορρίπτεται, με έξοδα εναντίον του αιτητή, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Φρ. Νικολαΐδης, Δ.
/ΜΔ