ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπóθεση Αρ. 750/2009)

 

 

22 Μαΐου, 2012

 

 

[ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΚΟΙΝΟΠΡΑΞΙΑ ΦΥΣΙΚΩΝ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΠΗΤΤΑ, ΧΡΙΣΤΟΦΗΣ ΣΚΟΥΡΗΣ,

ΧΡΙΣΤΟΣ ΜΑΡΑΘΟΒΟΥΝΙΩΤΗΣ, ΜΑΡΙΑ ΜΑΥΡΟΥ, ΜΙΧΑΛΗΣ ΠΗΤΤΑΣ,

ΠΟΛΥΣ ΠΑΠΑΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ, SKP SOTERIOU, KYRZIS PARTNERS,

NICOLAOU & KONIDES QUANTITY SURVEYORS,

ΕΓΓΕΓΡΑΜΜΕΝΗ ΩΣ ΟΜΟΡΡΥΘΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ "ΕΡΓΟ ΣΥΝΠΑΓΚ",

 

Αιτητές,

ν. 

 

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,

 

Καθ'ου η αίτηση.

 

 

Αχ. Αιμιλιανίδης, για τους Αιτητές.

 

Ρ. Πασιουρτίδη (κα), για Α. Τριανταφυλλίδης & Υιοί, για τον Καθ'ου η αίτηση.

 

               

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Στις 25/9/2008, με απόφαση των καθ'ων η αίτηση, προκηρύχθηκε διαγωνισμός για την παροχή υπηρεσιών συμβούλων μελετητών για διενέργεια μελέτης για σκοπούς ανακαίνισης και διαμόρφωσης χώρων πολιτιστικού κέντρου Αξιοθέα (TEX 061/08). Ταυτόχρονα, προέβησαν στο διορισμό επιτροπής αξιολόγησης (η Επιτροπή).

 

Μεταξύ αυτών που υπέβαλαν προσφορές ήταν οι αιτητές, όπως και το ενδιαφερόμενο μέρος.

 

Σε συνεδρία τους που έλαβε χώρα στις 10/2/2009, οι καθ'ων η αίτηση αποφάσισαν όπως κατακυρώσουν την προσφορά στους αιτητές, η προσφορά των οποίων ήταν η πιο συμφέρουσα τεχνοοικονομικά. Την εν λόγω απόφαση τους οι καθ'ων η αίτηση κοινοποίησαν στους αιτητές, προκαταρκτικά με επιστολή ημερομηνίας 9/3/2009 και στη συνέχεια με επιστολή ημερομηνίας 8/4/2009. Με την επιστολή τους 8/4/2009 οι καθ'ων η αίτηση πληροφορούσαν επίσης τους αιτητές, όπως, εκτός από «επιστολή κατακύρωσης», θεωρήσουν την εν λόγω επιστολή «και ως οδηγία έναρξης εργασιών». Με την ίδια επιστολή καλούντο οι αιτητές όπως προσέλθουν για σκοπούς υπογραφής της σχετικής συμφωνίας εντός 20 ημερών, προσκομίζοντας τα απαιτούμενα έγγραφα, ένα από τα οποία ήταν και τραπεζική εγγυητική επιστολή για την πιστή εκτέλεση της προσφοράς. Το ποσό της εν λόγω εγγυητικής θα ήταν, σύμφωνα με την επιστολή, ίσο με το 3% της συμβατικής τιμής και η ισχύς της θα ήταν μέχρι 17/8/2011.

 

Στις 5/5/2009, οι αιτητές απηύθυναν επιστολή στους καθ'ων η αίτηση με την οποία τους πληροφορούσαν ότι δεν είχε καταστεί δυνατό μέχρι τότε να εξασφαλίσουν το σύνολο των στοιχείων που απαιτούντο για την υπογραφή της σχετικής συμφωνίας και ότι τα αναγκαία για το σκοπό αυτό στοιχεία θα ήταν στη διάθεση τους εντός των επόμενων 15 ημερών και ως εκ τούτου, αιτούντο 15 μέρες παράτασης για σκοπούς υπογραφής της συμφωνίας.

 

Λίγες μέρες αργότερα οι καθ'ων η αίτηση απέστειλαν στους αιτητές επιστολή με ημερομηνία 15/5/2009. Με την εν λόγω επιστολή τους οι πρώτοι πληροφορούσαν τους δεύτερους ότι το ποσό της τραπεζικής εγγύησης για την πιστή εκτέλεση της προσφοράς ήταν ίσο με το 10% της συμβατικής τιμής και όχι με το 3%, όπως, εκ παραδρομής, είχε αρχικά αναφερθεί στην επιστολή 8/4/2009. Με το περιεχόμενο της εν λόγω επιστολής συμφώνησαν και οι αιτητές.

 

Στις 20/5/2009 έλαβαν χώρα δύο συνεδριάσεις των καθ'ων η αίτηση∙ η 164η και η 165η συνεδρία. Στα πλαίσια της πρώτης, οι καθ'ων η αίτηση αφού θεώρησαν ότι οι αιτητές δεν είχαν συμμορφωθεί με τους όρους του διαγωνισμού, προχώρησαν και κατακύρωσαν την προσφορά στον αμέσως επόμενο προσφοροδότη, που ήταν το ενδιαφερόμενο μέρος. Στα πλαίσια της δεύτερης, οι καθ'ων η αίτηση αφού συζήτησαν την επιστολή των αιτητών ημερομηνίας 5/5/2009, με την οποία υπενθυμίζω οι τελευταίοι ζητούσαν παράταση 15 ημερών για σκοπούς εξασφάλισης των αναγκαίων στοιχείων και υπογραφή της συμφωνίας, απέρριψαν το αίτημα θεωρώντας ότι αυτό δεν εμπίπτει εντός των πλαισίων των όρων της προσφοράς. Πρόσθετα, οι καθ'ων η αίτηση επεσήμαναν το γεγονός ότι στην προηγηθείσα πρώτη συνεδρία είχε αποφασιστεί η κατακύρωση της προσφοράς στο ενδιαφερόμενο μέρος. Επίσης, με αναφορά στους όρους 6.2.4. και 10.4.2. του διαγωνισμού[1], επαναβεβαίωσαν την ανάγκη κατάθεσης τραπεζικής εγγύησης προς όφελος τους.

 

Την απόφαση τους να απορρίψουν το αίτημα για παράταση της προθεσμίας, οι καθ'ων η αίτηση κοινοποίησαν στους αιτητές με επιστολή τους ημερομηνίας 1/6/2009. Με την ίδια επιστολή επίσης πληροφορούσαν τους αιτητές ότι, εφόσον είχε παρέλθει η προθεσμία για υπογραφή της συμφωνίας, προτίθεντο να εφαρμόσουν τις πρόνοιες του άρθρου 10.4.2. των εγγράφων της προσφοράς και να κηρύξουν τους αιτητές έκπτωτους.

 

Οι αιτητές αντέδρασαν αυθημερόν στην πιο πάνω επιστολή των καθ'ων η αίτηση αποστέλλοντας στους τελευταίους επιστολή με την οποία χαρακτήριζαν την απόφαση τους άδικη, εφόσον η εξασφάλιση των πιστοποιητικών απαιτούσε χρόνο πολύ περισσότερο από αυτόν που προνοούσαν οι σχετικοί όροι και είχαν αποταθεί για παράταση της προθεσμίας. Παράλληλα, επισύροντας την προσοχή των καθ'ων η αίτηση στο γεγονός ότι για την καθυστέρηση στην έκδοση τραπεζικής εγγύησης οι τελευταίοι δεν ήταν άμοιροι ευθυνών, οι αιτητές ζήτησαν την επανεξέταση της απόφασης των καθ'ων η αίτηση, αίτημα όμως το οποίο απορρίφθηκε με απόφαση των καθ'ων η αίτηση η οποία κοινοποιήθηκε στους αιτητές με επιστολή ημερομηνίας 2/6/2009. Με την ίδια επιστολή οι καθ'ων η αίτηση πληροφορούσαν τους αιτητές ότι «εκ παραδρομής» περιλήφθηκε στην επιστολή 8/4/2009 η αναφορά «παρακαλώ όπως η παρούσα επιστολή θεωρηθεί ως επιστολή κατακύρωσης της προσφοράς και οδηγία έναρξης των εργασιών». Ως αποτέλεσμα οι αιτητές προχώρησαν στην καταχώριση της παρούσας προσφυγής.

 

Πέραν και πρόσθετα των λόγων ένστασης που οι καθ'ων η αίτηση προβάλλουν σε σχέση με την ουσία των λόγων ακύρωσης, εισηγούνται την απόρριψη της προσφυγής σε αυτό το προκαταρκτικό στάδιο για δύο ακόμα λόγους, τους οποίους προβάλλουν με τη μορφή προδικαστικών ενστάσεων. Ισχυρίζονται συγκεκριμένα ότι η προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί γιατί στρέφεται εναντίον μη εκτελεστής πράξης, καθώς επίσης και ότι οι αιτητές στερούνται έννομου συμφέροντος.

 

Η σχετική με την πρώτη προδικαστική ένσταση επιχειρηματολογία της           κας Πασιουρτίδη, περιστρέφεται γύρω από τη θέση ότι η προσβαλλόμενη πράξη συνιστά πράξη εκτέλεσης και συνεπώς εκφεύγει του αναθεωρητικού ελέγχου του Δικαστηρίου. Επικαλούμενη τις πρόνοιες του όρου 10.4.2. των εγγράφων της προσφοράς - οι εν λόγω πρόνοιες παρατίθενται αυτούσιες πιο πάνω - η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ'ων η αίτηση, παραπέμποντας σε νομολογία (Δημοκρατία ν. Sunoil Bunkering Ltd. (1994) 3 Α.Α.Δ. 26 και Αρχή Λιμένων Κύπρου ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 2399), υποστήριξε ότι η πράξη με την οποία οι αιτητές κρίθηκαν ως έκπτωτοι, εκδόθηκε, για σκοπούς υλοποίησης των όρων που περιλαμβάνονταν στην απόφαση κατακύρωσης και συγκεκριμένα, του όρου 10.4.2. και συνεπώς στερείται εκτελεστότητας.

 

Η πιο πάνω θέση δεν με βρίσκει σύμφωνο. Το αίτημα των αιτητών, αντικείμενο της προσφυγής, όπως είναι διατυπωμένο, στοχεύει στην ακύρωση της απόφασης με την οποία οι καθ'ων η αίτηση κατακύρωσαν την προσφορά στο ενδιαφερόμενο μέρος, η οποία ήταν το αναπόφευκτο αποτέλεσμα της απόφασης να κηρυχθούν οι αιτητές έκπτωτοι. Επομένως η προσφυγή στρέφεται εναντίον εκτελεστής πράξης. Παραθέτω αυτούσιο το αίτημα, απλή ανάγνωση του οποίου μαρτυρά του λόγου το αληθές:

 

"Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση των Καθ'ων η Αίτησις, η οποία κοινοποιήθηκε στους Αιτητές κατά ή περί τις 1/6/2009, σύμφωνα με την οποία οι Αιτητές κηρύχθηκαν έκπτωτοι από την ανάθεση που έγινε στο όνομα τους για την προσφορά TEX 061/08 για την παροχή υπηρεσιών συμβούλων μελετητών για την μελέτη ανακαίνισης και διαμόρφωσης χώρων πολιτιστικού κέντρου οδού Αξιοθέας και η επακόλουθη απόφαση των Καθ'ων η Αίτησις να κατακυρώσουν την προσφορά στο ενδιαφερόμενο μέρος Μεσαρίτης, είναι άκυρη και στερείται οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος."

 

 

Η νομιμότητα της απόφασης να κηρυχθούν οι αιτητές έκπτωτοι,  ενσωματώνεται στην τελική απόφαση και συνεπώς μπορεί να εξεταστεί μέσα στα πλαίσια της.

 

Ανεξάρτητα όμως των πιο πάνω, η απόφαση των καθ'ων η αίτηση να προχωρήσουν σε κατακύρωση της προσφοράς στο ενδιαφερόμενο μέρος, ισοδυναμεί ουσιαστικά με ανάκληση της προηγούμενης απόφασης τους και συνεπώς είναι εκτελεστή. Χρήσιμη αναφορά για το θέμα που εξετάζουμε μπορεί να γίνει στο πιο κάτω απόσπασμα από την απόφαση στην υπόθεση Πανεπιστήμιο Κύπρου ν. Λεωφορεία Λευκωσίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 649:

 

"Η μη εκπλήρωση του συγκεκριμένου όρου από τον επιτυχόντα προσφοροδότη θα συνεπαγόταν ανάκληση της επίδικης απόφασης η οποία, κατά τα άλλα, φέρει όλα τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της εκτελεστής διοικητικής πράξης."

 

 

Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω, η πρώτη προδικαστική ένσταση αποτυγχάνει και απορρίπτεται.

 

Κεντρικό άξονα της σχετικής με τη δεύτερη προδικαστική ένσταση επιχειρηματολογίας της κας Πασιουρτίδη συνιστά η θέση ότι οι αιτητές στερούνται έννομου συμφέροντος εφόσον η απόφαση με την οποία κηρύχθηκαν έκπτωτοι, ήταν αποτέλεσμα της υποχρεωτικής εφαρμογής του όρου 10.4.2. τον οποίο οι αιτητές είχαν αποδεχθεί ανεπιφύλακτα με την υποβολή της προσφοράς τους. Σύμφωνα με τον όρο 10.4.2. οι αιτητές υποχρεούντο, σύμφωνα με την ευπαίδευτη συνήγορο των καθ'ων η αίτηση,  να προσέλθουν για σκοπούς υπογραφής της συμφωνίας εντός είκοσι ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της σχετικής πρόσκλησης, διαφορετικά κηρύσσοντο έκπτωτοι, της πλευράς των καθ'ων η αίτηση μη έχουσας διακριτική ευχέρεια να αποκλίνει από τη δική της υποχρέωση να κηρύξει έκπτωτο τον προσφοροδότη που δεν συμμορφώθηκε με τη δική του υποχρέωση. Τον εν λόγω όρο οι αιτητές αποδέχθηκαν με την υποβολή της προσφοράς τους και συνεπώς δεν νομιμοποιούνται, σύμφωνα πάντα με την κα Πασιουρτίδη, να αμφισβητούν την εφαρμογή του όρου αυτού, τον οποίο είχαν αποδεχθεί.

 

Ούτε η εν λόγω θέση με βρίσκει σύμφωνο. Οι αιτητές προσβάλλουν την απόφαση με την οποία κρίθηκαν ως έκπτωτοι και την επακόλουθη απόφαση κατακύρωσης της προσφοράς στο ενδιαφερόμενο μέρος. Σύμφωνα με τη νομολογία, ένας αποκλεισθείς προσφοροδότης νομιμοποιείται να θέσει προς εξέταση ζητήματα που αφορούν στον αποκλεισμό του και η προσφυγή επιτυγχάνει ή αποτυγχάνει με αναφορά αποκλειστικά στη νομιμότητα ή όχι του αποκλεισμού και δεν εξετάζεται οτιδήποτε άλλο αναφορικά με τη διαδικασία (Δημοκρατία ν. Μάριος Θεοχαρίδης Λτδ. (2008) 3 Α.Α.Δ. 488). Στην περίπτωση μας, εφόσον οι αιτητές με την προσφυγή τους αμφισβητούν την ορθότητα της απόφασης με την οποία κρίθηκαν έκπτωτοι, θέτουν προς εξέταση ζητήματα που αφορούν στον αποκλεισμό τους. Επομένως, δεν είναι δυνατό να θεωρούνται ότι στερούνται έννομου συμφέροντος να προσβάλουν τη συγκεκριμένη απόφαση και την επακόλουθη απόφαση με την οποία η προσφορά κατακυρώθηκε στο ενδιαφερόμενο μέρος.

 

Ως αποτέλεσμα και η δεύτερη προδικαστική ένσταση δεν μπορεί να πετύχει και απορρίπτεται.

 

Έχοντας απορρίψει τις δύο προδικαστικές ενστάσεις των καθ'ων η αίτηση, προχωρώ, υπό το φως των όσων έχουν τεθεί ενώπιον μου και της εκατέρωθεν σχετικής με αυτούς επιχειρηματολογίας, να εξετάσω την ουσία των προβαλλόμενων λόγων ακύρωσης, όχι όμως κατ' ανάγκη με τη σειρά προτεραιότητας που προβάλλονται και συζητούνται στα πλαίσια της γραπτής αγόρευσης του ευπαίδευτου συνηγόρου τους. Ας σημειωθεί ότι μερικοί από αυτούς συμπίπτουν και στην ουσία αλληλοκαλύπτονται, γι' αυτό και θα εξεταστούν μαζί.

 

Δεύτερος, τρίτος και τέταρτος λόγοι ακύρωσης: Η απόφαση πάσχει λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας, πλάνης περί τα πράγματα και το Νόμο, παραβίασης των αρχών της χρηστής διοίκησης, της καλής πίστης και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του διοικούμενου, όπως και λόγω αντιφατικής συμπεριφοράς από πλευράς της διοίκησης.

 

 

Κεντρικό άξονα της σχετικής με τους πιο πάνω λόγους ακύρωσης επιχειρηματολογίας των αιτητών συνιστά η θέση ότι ενώπιον των καθ'ων η αίτηση δεν είχαν τεθεί κατά το χρόνο λήψης της απόφασης, σημαντικά γεγονότα, μέσα από τα οποία αναδύεται η μεμπτή, σύμφωνα με τον ευπαίδευτο συνήγορο των αιτητών, συμπεριφορά των καθ'ων η αίτηση η οποία καθιστά τους πιο πάνω λόγους ακύρωσης βάσιμους και συνεπώς την επίδικη απόφαση τρωτή. Συγκεκριμένα, δεν τέθηκε ενώπιον τους ότι στο διάστημα που μεσολάβησε μεταξύ της καταχώρισης της προσφυγής και της λήψης της επίδικης απόφασης, δαπανήθηκαν από πλευράς αιτητών εκατοντάδες εργατοώρες με σκοπό την εκπλήρωση της σύμβασης που αρχικά τους είχε κατακυρωθεί. Ενώπιον των καθ'ων η αίτηση δεν τέθηκε επίσης το γεγονός ότι η μη έγκαιρη προσέλευση των αιτητών για σκοπούς υπογραφής της σύμβασης δεν ήταν απόρροια δικών τους ενεργειών ή παραλείψεων, αλλά απόρροια λανθασμένων ενεργειών από πλευράς των καθ'ων η αίτηση, γεγονός το οποίο και οι τελευταίοι αναγνώρισαν με την επιστολή τους ημερομηνίας 15/5/2009, όπως δεν τέθηκε ενώπιον τους το γεγονός ότι οι αιτητές είχαν κληθεί τηλεφωνικά στις 20/5/2009 να καταθέσουν νέα εγγύηση συμμετοχής, κλήση στην οποία ανταποκρίθηκαν αυθημερόν θετικά. Τέλος, η επιστολή των αιτητών ημερομηνίας 1/6/2009 απορρίφθηκε, χωρίς ποτέ το περιεχόμενο της να τεθεί ενώπιον του Συμβουλίου για συζήτηση.

 

Όπως προκύπτει από το φάκελο και γενικά το ενώπιον μου αποδεικτικό υλικό:

 

(α) Η αναφορά στην επιστολή των καθ'ων η αίτηση ημερομηνίας 8/4/2009 σε διαφορετικό ποσό τραπεζικής εγγύησης - 3% αντί 10% - για την πιστή εκτέλεση της σύμβασης και σε σχέση με την ασφάλεια επαγγελματικής ευθύνης από εκείνο που οι όροι του διαγωνισμού προνοούσαν, οφειλόταν αποκλειστικά σε σφάλμα των καθ'ων η αίτηση.

 

(β) Σε σφάλμα αποκλειστικά των καθ'ων η αίτηση οφειλόταν και η «εκ παραδρομής» αναφορά στην ίδια επιστολή, σε οδηγίες προς τους αιτητές για έναρξη εργασιών.

 

Τα πιο πάνω σφάλματα των καθ'ων η αίτηση αναγνωρίστηκαν και από τους ίδιους, το μεν πρώτο πριν τη λήψη της επίδικης απόφασης και συγκεκριμένα με την επιστολή τους ημερομηνίας 15/5/2009, το δε δεύτερο μετά τη λήψη της επίδικης απόφασης και συγκεκριμένα με την επιστολή 1/6/2009.

 

Καμιά όμως από τις πιο πάνω επιστολές τέθηκε ενώπιον του Συμβουλίου Προσφορών και Οικονομικών του Πανεπιστημίου Κύπρου, του αρμόδιου σε τέτοιες περιπτώσεις οργάνου των καθ'ων η αίτηση, στην 164η συνεδρία κατά την οποία λήφθηκε η επίδικη απόφαση, έτσι ώστε το περιεχόμενο της να τύχει του ανάλογου σχολιασμού και της ανάλογης αξιολόγησης από το Συμβούλιο.

 

(γ) Ούτε η επιστολή των αιτητών ημερομηνίας 5/5/2009 με την οποία οι τελευταίοι αιτούντο 15μερης παράτασης της προνοούμενης για σκοπούς υπογραφής της συμφωνίας προθεσμίας των 20 ημερών, τέθηκε ενώπιον του αρμόδιου οργάνου των καθ'ων η αίτηση στην 164η συνεδρία η οποία, υπενθυμίζω, έλαβε χώρα 15 μέρες μετά την υποβολή του αιτήματος, έτσι ώστε το αίτημα των αιτητών για παράταση να εξεταστεί έγκαιρα και να τύχει ανάλογου χειρισμού. Για πρώτη φορά το συγκεκριμένο αίτημα των αιτητών τέθηκε στα υπόψη του Συμβουλίου, μετά τη λήψη της επίδικης απόφασης και συγκεκριμένα στα πλαίσια της 165ης συνεδρίας του Συμβουλίου, ότε και απορρίφθηκε γιατί κρίθηκε ότι δεν ενέπιπτε στα πλαίσια της προσφοράς και γιατί οι αιτητές είχαν ήδη κριθεί έκπτωτοι και η προσφορά είχε κατακυρωθεί σε τρίτους.

 

(δ) Αρκετές μέρες μετά την εκπνοή της προθεσμίας των 20 ημερών που οι όροι του διαγωνισμού προνοούσαν για σκοπούς υπογραφής της σύμβασης και αφού στο μεταξύ οι αιτητές είχαν αποταθεί για παράταση της εν λόγω προθεσμίας και ανέμεναν απάντηση, πριν όμως από τη λήψη της επίδικης απόφασης, οι καθ'ων η αίτηση με επιστολή τους ημερομηνίας 15/5/2009 προς τους αιτητές ζήτησαν την αντικατάσταση από τους τελευταίους της αναφοράς στην επιστολή 8/4/2009 σε Τραπεζική Εγγυητική ποσού ίσου με 3% της συμβατικής τιμής, με την αναφορά σε Τραπεζική Εγγυητική ποσού ίσου με 10% της συμβατικής τιμής. Το περιεχόμενο της εν λόγω επιστολής έγινε δεκτό από τους αιτητές τρεις μέρες αργότερα και εν πάση περιπτώσει, πριν τη λήψη της επίδικης απόφασης. Ούτε η εν λόγω επιστολή, αλλά ούτε και το γεγονός ότι οι αιτητές την είχαν αποδεχθεί, τέθηκαν υπόψη του Συμβουλίου κατά τον κρίσιμο χρόνο λήψης της απόφασης.

 

(ε) Η επόμενη μετά την 20/5/2009, ημερομηνία που λήφθηκε η επίδικη απόφαση, συνεδρία του Συμβουλίου ήταν αυτή της 11/6/2009.

 

Ήταν η θέση των καθ'ων η αίτηση ότι ενόψει των προνοιών του όρου 10.4.2. δεν είχαν επιλογή παρά μόνο να κηρύξουν τους αιτητές έκπτωτους, εφόσον οι τελευταίοι δεν προσήλθαν εντός της προθεσμίας των 20 ημερών για υπογραφή της σύμβασης. Με άλλα λόγια, ήταν η θέση των καθ'ων η αίτηση ότι όταν έκριναν τους αιτητές έκπτωτους, ασκούσαν δέσμια εξουσία.

 

Λαμβανομένων υπόψη όλων των περιστάσεων, η πιο πάνω θέση δεν με βρίσκει σύμφωνο. Σύμφωνα με τον όρο 10.4.2., οι αιτητές, στους οποίους είχε ανατεθεί η σύμβαση, όντως ήταν υπό κανονικές συνθήκες υποχρεωμένοι            να προσέλθουν για υπογραφή της σύμβασης εντός της προθεσμίας των                 20 ημερών από την παραλαβή της σχετικής πρόσκλησης. Όμως η επιστολή, με την οποία καλούντο οι αιτητές να προσέλθουν για υπογραφή της σύμβασης, περιείχε λάθος αναφορικά με το ύψος της τραπεζικής εγγυητικής και για το λάθος αυτό υπαίτιοι είναι αποκλειστικά οι καθ'ων η αίτηση, οι οποίοι μάλιστα αφού το αναγνώρισαν προέβησαν στη λήψη διορθωτικών μέτρων (επιστολή 15/5/2009). Τα εν λόγω διορθωτικά μέτρα λήφθηκαν μετά την εκπνοή των 20 ημερών και μετά που οι αιτητές είχαν ζητήσει παράταση της προθεσμίας. Το λιγότερο που θα αναμενόταν, υπό τις περιστάσεις, από τους καθ'ων η αίτηση ήταν να αρχίσουν να μετρούν την προθεσμία των 20 ημερών από τις 15/5/2009. Επομένως, η επίδικη απόφαση, η οποία υπενθυμίζω λήφθηκε 20/5/2009, λήφθηκε στις 20/5/2009 προτού η εν λόγω προθεσμία εκπνεύσει. Ας μη μας διαφεύγει ότι οι αιτητές είχαν υποβάλει αίτημα για παράταση της προθεσμίας, κάτι το οποίο δεν αποκλείεται ρητά από τους όρους της προσφοράς. Θεωρώ ότι οι καθ'ων η αίτηση είχαν, λαμβανομένων υπόψη όλων των περιστάσεων, διακριτική εξουσία να εξετάσουν το θέμα παράτασης, ιδιαίτερα ενόψει της υπαιτιότητας τους για το λάθος που οδήγησε ουσιαστικά στην καθυστέρηση της υπογραφής της σύμβασης, το οποίο αναπόφευκτα είχε ως συνέπεια την αναβίωση της προθεσμίας των 20 ημερών.

 

Έχω την άποψη ότι η συμπεριφορά των καθ'ων η αίτηση, κρινόμενη υπό το φως των συγκεκριμένων περιστάσεων, δεν μπορεί παρά να είναι ασυνεπής, αντιφατική και κακόπιστη. Τι άλλο θα μπορούσε να συνιστά η συμπεριφορά των καθ'ων η αίτηση, όταν, από τη μια ζητώντας από τους αιτητές νέα εγγύηση, θεωρούσαν ουσιαστικά την κατακύρωση της προσφοράς ακόμα σε ισχύ, από την άλλη την ίδια μέρα αποφάσιζαν ότι οι αιτητές είναι έκπτωτοι; Σχετικό επί του προκειμένου είναι το άρθρο 51(1) του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου αρ. 158(Ι)/99, του οποίου οι πρόνοιες έχουν ως εξής:

 

"51.-(1) Η διοίκηση δεν επιτρέπεται να ενεργεί με τρόπο ασυνεπή, αντιφατικό ή κακόπιστο, ώστε να εξαπατά ή να ταλαιπωρεί χωρίς λόγο το διοικούμενο."

 

 

Τέλος, με δεδομένο το γεγονός ότι μεταξύ της 20/5/2009 και της 11/6/2009 το Συμβούλιο δεν έχει συνεδριάσει, διερωτάται ένας αναφορικά με την ταυτότητα και την αρμοδιότητα του οργάνου που έλαβε την απόφαση ημερομηνίας 2/6/2009, με την οποία υπενθυμίζω απορρίφθηκε το αίτημα των αιτητών ημερομηνίας 1/6/2009 για επανεξέταση της επίδικης απόφασης.

 

Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω, η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται λόγω του ότι η διοίκηση ενήργησε με τρόπο ασυνεπή, αντιφατικό και κακόπιστο.

 

Παρά την πιο πάνω κατάληξη μου, η οποία αναπόφευκτα οδηγεί σε ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης, προχωρώ να εξετάσω και τον πρώτο λόγο ακύρωσης.

 

Πρώτος λόγος ακύρωσης:  Η απόφαση πάσχει λόγω κακής σύνθεσης των καθ'ων η αίτηση.

 

Ο συγκεκριμένος λόγος ακύρωσης είναι πολυσκελής. Στα πλαίσια του πρώτου σκέλους προβάλλεται η θέση ότι τα πρακτικά των συνεδριάσεων στις οποίες συζητήθηκε το επίμαχο θέμα από τους καθ'ων η αίτηση (συνεδρίες 164 και 165), συγκρινόμενα μεταξύ τους είναι ασύμβατα ως προς το χρόνο διεξαγωγής των δύο συνεδριών, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να διαπιστωθεί κατά πόσο το μέλος Αντώνης Κάκος ήταν παρών ή απών κατά την 164η συνεδρία, ούτε και δίνεται οποιαδήποτε εξήγηση για τους λόγους που το συγκεκριμένο μέλος απουσίαζε από την 165η συνεδρία.

 

Διεξήλθα προσεκτικά τα πρακτικά των δύο συνεδριάσεων. Παρατηρώ τα πιο κάτω.

 

Όπως προκύπτει από το πρακτικό της συνεδρίας 164, η εν λόγω συνεδρία έλαβε χώρα σε τρεις ημερομηνίες (5/5/2009, 12/5/2009 και 20/5/2009), στην αίθουσα συνεδριάσεων 114. Το θέμα που αφορούσε στην επίδικη προσφορά και συνακόλουθα στους αιτητές, ήταν το θέμα Ζ2 το οποίο συζητήθηκε στις 20/5/2009 στην παρουσία και του μέλους Α. Κάκου. Η συνεδρία της 20/5/2009 διήρκεσε, σύμφωνα με τα πρακτικά, από τις 9.00 π.μ. μέχρι τις 3.00 μ.μ.

 

Όπως προκύπτει από το πρακτικό της συνεδρίας 165, αυτή διεξήχθη σε δύο ημερομηνίες (20/5/2009 και 11/6/2009) στην ίδια αίθουσα συνεδριάσεων με αυτή στην οποία διεξήχθη η συνεδρία 164. Το θέμα που αφορούσε στην επίδικη προσφορά και συνακόλουθα στους αιτητές, ήταν το θέμα Α6, το οποίο συζητήθηκε στις 20/5/2009 στην απουσία όμως αυτή τη φορά του μέλους           Α. Κάκου. Η συνεδρία στις 20/5/2009 διήρκεσε, σύμφωνα με τα πρακτικά, από τις 2.00 μ.μ. μέχρι τις 3.00 μ.μ.

 

Σχετικά με τη συνεδρία της 20/5/2009, που είναι η ημερομηνία που μας ενδιαφέρει, τα δύο πρακτικά συγκρινόμενα μεταξύ τους, όντως είναι ασύμβατα ως προς το χρόνο διάρκειας των δύο συνεδριών. Δοθέντος όμως ότι η συνεδρία 164 προηγήθηκε της συνεδρίας 165, η αναφορά σε σχέση με τις ώρες που οι εν λόγω συνεδρίες έλαβαν χώρα, δεν μπορεί παρά να οφείλεται σε λάθος, εφόσον είναι αδύνατο οι καθ'ων η αίτηση να λάμβαναν μέρος, ταυτόχρονα, σε δύο συνεδρίες, στον ίδιο χώρο. Έχω την άποψη ότι, υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις, το λάθος αυτό δεν αφαιρεί στην παρούσα περίπτωση από την αρτιότητα ή την καθαρότητα των δύο πρακτικών, έτσι ώστε να στερεί την απόφαση από τη δέουσα αιτιολογία ή να καθιστά το δικαστικό έλεγχο ανέφικτο.

 

Είναι αλήθεια ότι η νομολογία, σε περιπτώσεις όπως η παρούσα, απαιτεί την τήρηση λεπτομερών πρακτικών, τα οποία, υπενθυμίζω, αποτελούν προϋπόθεση της χρηστής διοίκησης καθότι συνιστούν τη μόνη αυθεντική πηγή για τα όσα συνθέτουν τη διαδικασία και καθιστούν το δικαστικό έλεγχο εφικτό (Medcon Construction and others v. Republic (1968) C.L.R. 535 και Χρυσάφη ν. Δημοκρατίας (2005) 3 Α.Α.Δ. 550). Όμως, η παρούσα περίπτωση διαφοροποιείται ουσιωδώς ως προς τα γεγονότα της, τόσο από την υπόθεση Medcon στην οποία παραπέμπουν οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των αιτητών, όσο και από την υπόθεση Χρυσάφη στην οποία η Ολομέλεια αναφέρεται στην υπόθεση Medcon με επιδοκιμασία. Στη μεν υπόθεση Medcon, σε αντίθεση με την παρούσα υπόθεση, παρατηρήθηκε παντελής απουσία πρακτικών, ενώ στην υπόθεση Χρυσάφη η παράλειψη αναφοράς στα πρακτικά στο ποια μέλη και σε ποια συνεδρία αυτά ήταν παρόντα, καθιστούσε τα πρακτικά τόσο ελλιπή ώστε να μην καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος. Δεν πρέπει εξάλλου να μας διαφεύγει ότι η μη τήρηση πρακτικών από πλευράς διοίκησης, δεν οδηγεί αφ' εαυτής και κατ' ανάγκη, σύμφωνα με τη νομολογία μας, σε ακύρωση της ληφθείσας απόφασης, εκτός αν η απουσία πρακτικών ή η ασάφεια τους τείνει να στερήσει την απόφαση από τη δέουσα αιτιολογία (Ράφτης ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 345).

 

Το πρόβλημα στη συγκεκριμένη περίπτωση εστιάζεται, κατά τη γνώμη μου, στο γεγονός ότι ενώ τα πρακτικά της πρώτης συνεδρίας φέρουν το συγκεκριμένο μέλος να είναι παρών, τα πρακτικά της δεύτερης συνεδρίας το φέρουν να είναι απών.

 

Η απαίτηση της νομολογίας, αλλά και του άρθρου 22 του Νόμου 158(Ι)/99, να παραμένει αναλλοίωτη η σύνθεση του συλλογικού διοικητικού οργάνου κατά την εξέταση δεδομένου θέματος, εξετάστηκε πολύ πρόσφατα από την Ολομέλεια στην υπόθεση Πειθαρχικό Συμβούλιο Ιατρών ν. Δρα Ν. Παυλίδη και Δρα Ν. Αγκαστινιώτη (2010) 3 Α.Α.Δ. 251, στην οποία αφού έγινε ανασκόπηση της μέχρι τότε σχετικής νομολογίας, το θέμα τέθηκε ως εξής:

 

"Η ύπαρξη απαρτίας είναι κάτι εντελώς διάφορο από την ανωτέρω ευθύνη του οργάνου, συλλογικά λειτουργούντος. Όπου ο νόμος καθορίζει απαρτία λιγότερη από το σύνολο των μελών που συγκροτούν το συλλογικό όργανο, το πράττει για σκοπούς ευελιξίας του οργάνου ούτως ώστε σε πολυμελή όργανα, όπως εδώ το Πειθαρχικό Συμβούλιο, να μην είναι απαραίτητη η παρουσία της ολομέλειας για να χειριστεί δεδομένο θέμα. Δύναται να το πράξει με λιγότερο αριθμό, πάντοτε βεβαίως τηρουμένης της ελάχιστης απαρτίας. Τα μέλη, όμως, που αρχίζουν την εξέταση ορισμένου θέματος, πρέπει να παραμένουν αναλλοίωτα μέχρι την τελική απόφαση επ' αυτού. Αυτό απαντά και το επιχείρημα του συνηγόρου των εφεσειόντων ως προς το ότι δεν είναι πρακτικά εφικτό να διατηρείται συνέχεια η ίδια σύνθεση και δεν θα μπορούν εύκολα να λαμβάνονται αποφάσεις."

 

 

Επανερχόμενος στην παρούσα περίπτωση, παρατηρώ τα εξής.

 

Όπως έχω ήδη αναφέρει, η αναφορά στην ώρα που οι δύο συνεδρίες έλαβαν χώρα είναι λανθασμένη. Και οι δύο συνεδρίες δεν μπορεί να συμπίπτουν. Επομένως, η απουσία του Α. Κάκου από τη δεύτερη συνεδρία δεν μπορεί να επηρεάσει, με τον τρόπο, την έκταση και στο βαθμό που η πλευρά των αιτητών εισηγείται, τη σύνθεση των καθ'ων η αίτηση. Έχουν διεξαχθεί δύο διαδοχικές μεν, αλλά ανεξάρτητες συνεδρίες. Στην πρώτη συμμετείχε και το μέλος Α. Κάκος, ενώ στη δεύτερη το συγκεκριμένο μέλος απουσίαζε καθόλη τη διάρκεια της συνεδρίας. Και για τις δύο εν λόγω συνεδρίες υπάρχει σχετική πρόσκληση των μελών να παραστούν (Παράρτημα Α στην αγόρευση της συνηγόρου των καθ'ων η αίτηση), η οποία πρόσκληση, ως αποτέλεσμα σχετικής δήλωσης του ευπαίδευτου συνηγόρου των αιτητών στο στάδιο των διευκρινίσεων, κατέστη μέρος του φακέλου και συνεπώς μέρος του υλικού που δεν μπορεί να αγνοηθεί. Πρόσθετα, στα πρακτικά γίνεται ρητή αναφορά σε έγκαιρη και νομότυπη πρόσκληση των μελών να παραστούν στις δύο συνεδρίες.

 

Το μέλος Α. Κάκος δεν αποχώρησε κατά τη διάρκεια της 164ης συνεδρίας, έτσι ώστε να μη συμμετέχει στη συζήτηση του θέματος Ζ2 που αφορούσε στην επίδικη απόφαση και συνακόλουθα στους αιτητές, όπως ήταν η περίπτωση στην υπόθεση Στυλιανού ν. Ρ.Ι.Κ. (2007) 3 Α.Α.Δ. 308, την οποία η πλευρά των αιτητών επικαλείται για σκοπούς τεκμηρίωσης της επί του προκειμένου θέσης της, ούτε και η συζήτηση του συγκεκριμένου θέματος συνέχισε και στην 165η συνεδρία, έτσι ώστε να τυγχάνουν εφαρμογής τα όσα σχετικά λέχθηκαν στην υπόθεση Παυλίδης και Αγκαστινιώτης (πιο πάνω), στην οποία ενώ για σκοπούς εκδίκασης της πειθαρχικής υπόθεσης εναντίον των δύο εφεσειόντων από το Πειθαρχικό Συμβούλιο χρειάστηκαν πέραν της μιας συνεδρίας, η σύνθεση του Συμβουλίου δεν παρέμεινε η ίδια από την αρχή μέχρι το τέλος. Στην παρούσα περίπτωση το μέλος Α. Κάκος αποχώρησε μετά το πέρας της πρώτης συνεδρίας, δηλαδή της 164ης  και αφού περατώθηκε η συζήτηση που άρχισε στην ίδια συνεδρία του θέματος Ζ2, ενώ δεν έλαβε μέρος στη δεύτερη συνεδρία, δηλαδή την 165η στην οποία άρχισε και περατώθηκε το θέμα Α6, που ήταν ανεξάρτητο από το θέμα Ζ2. Επομένως, εφόσον είχε σταλεί πρόσκληση για τη δεύτερη συνεδρία, δεν απαιτείτο η καταγραφή των λόγων απουσίας του συγκεκριμένου μέλους. Εκείνο που χρειαζόταν να γίνει ήταν να καταγραφεί το γεγονός της απουσίας του από την 165η συνεδρία και να εξακριβωθεί κατά πόσο το μέλος αυτό κλήθηκε στη συνεδρία, πράγμα το οποίο και έγινε.

 

Ως αποτέλεσμα, το πρώτο σκέλος του πιο πάνω λόγου ακύρωσης δεν μπορεί να πετύχει.

 

Στα πλαίσια του δεύτερου σκέλους του πρώτου λόγου ακύρωσης προβάλλεται η θέση ότι η σύνθεση των καθ'ων η αίτηση πάσχει λόγω μη νομότυπης πρόσκλησης ενός από τα μέλη και συγκεκριμένα του κ. Κρίστη Χασάπη για να παραστεί στις συνεδρίες. Συνιστά πάγια νομολογιακή αρχή ότι για να θεωρείται ότι ένα συλλογικό όργανο συνεδριάζει νομότυπα, χρειάζεται η εμπρόθεσμη και νομότυπη κλήση στη συνεδρία κάθε μέλους του. Η εν λόγω αρχή επαναβεβαιώθηκε στην υπόθεση Αναστασίου ν. Ε.Τ.Ε.Κ. (2003)              3 Α.Α.Δ. 616, με αναφορά στο πιο κάτω απόσπασμα από τα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959, σελ. 110-111, το οποίο υιοθετήθηκε στην υπόθεση A.J. Pericleous (Services) Ltd. ν. Δημοκρατίας, Προσφυγή αρ. 57/99, ημερομηνίας 27/3/2000:

 

"Δεν αρκεί η παρουσία των συγκροτούντων νόμιμον απαρτίαν μελών, ίνα θεωρηθή το συλλογικόν όργανον ως συντεθειμένον νομίμως, αλλά δέον να προκύπτη συνάμα ότι η Διοίκησις κατέστησε δυνατήν την παρουσίαν απάντων των μελών του οργάνου δι' εγκαίρου προσκλήσεως των, όπως παραστώσιν εις την συνεδρίασιν ..... Η πρόσκλησις των μελών του συλλογικού οργάνου δέον να προκύπτη είτε εξ αποδεικτικού επιδόσεως της σχετικής προσκλήσεως, είτε εκ βεβαιώσεως του μέλους: 1845 (53), 658 (57), 2208 (58), είτε εξ ετέρων εγγράφων: 913 (59), ουχί πάντως μεταγενεστέρων της συνεδριάσεως του οργάνου: 1845 (53), 558 (57), 913 (59). Πράξις συλλογικού οργάνου εκδοθείσα κατά παράβασιν των ως άνω αρχών είναι ακυρωτέα ένεκα κακής συνθέσεως αυτού."

 

 

Στην κρινόμενη περίπτωση, σύμφωνα με την πρόσκληση, Παράρτημα Α στη γραπτή αγόρευση της συνηγόρου των καθ'ων η αίτηση, η οποία πρόσκληση υπενθυμίζω με δήλωση του συνηγόρου των αιτητών κατέστη μέρος του φακέλου, όλα τα μέλη είχαν κληθεί να παραστούν και στις                  δύο συνεδρίες. Επίσης, σύμφωνα με τη σχετική βεβαίωση που είναι καταγραμμένη στα πρακτικά και των δύο συνεδριών, το σύνολο των μελών του Συμβουλίου Προσφορών και Οικονομικών κλήθηκε έγκαιρα και νομότυπα να παραστεί στις συνεδρίες. Αυτά ισχύουν και για το μέλος Κρίστης Χασάπης.

 

Για τους πιο πάνω λόγους, ούτε το δεύτερο σκέλος του πρώτου λόγου ακύρωσης μπορεί να πετύχει.

 

Στα πλαίσια του τρίτου σκέλους του πρώτου λόγου ακύρωσης προβάλλεται η θέση ότι η σύνθεση των καθ'ων η αίτηση πάσχει καθότι στις επίμαχες συνεδρίες παρευρίσκονταν μη εξουσιοδοτημένα πρόσωπα και συγκεκριμένα, εκτός από την πρακτικογράφο Πρ. Χριστοδούλου, παρευρίσκονταν και οι              Α. Θεοφάνους, γραμματέας, Προϊσταμένη Οικονομικών Υπηρεσιών και                Γ. Χατζηβαρνάβας, λογιστής των καθ'ων η αίτηση.

 

Η συμμετοχή στη συνεδρία προσώπου, έστω και ενός, ξένου προς τη νόμιμη συγκρότησή του, επηρεάζει άμεσα, σύμφωνα με τη νομολογία μας, το νόμιμο της συγκρότησης του και καθιστά τις αποφάσεις του άκυρες λόγω έλλειψης αρμοδιότητας (Medcon Construction Ltd. κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 441). Ακόμα και απλή παρουσία τρίτων στη λήψη απόφασης, επενεργεί καταλυτικά στην εγκυρότητα της. (Ανδρέας Χατζηβασιλείου ν. Κ.Ο.Α. (1991) 1 Α.Α.Δ. 1005 και Πανεπιστήμιο Κύπρου ν. Κωνσταντίνου κ.ά. (1994) 3 Α.Α.Δ. 145).

 

Στην υπόθεση Χρίστου ν. Αρχής Ανάπτυξης Ανθρώπινου Δυναμικού (2007) 3 Α.Α.Δ. 74, αποφασίστηκε ως προς τους παρακαθήμενους ότι η παρουσία γραμματέα για τήρηση πρακτικών, εφόσον αυτό προβλέπεται από το Νόμο ή τους Κανονισμούς, είναι επιτρεπτή. Επίσης, στην υπόθεση Θεοφάνους ν. Συμβουλίου Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου (2002)                   4 Α.Α.Δ. 429, η παρουσία πρακτικογράφου σε συνεδρία συλλογικού οργάνου κρίθηκε επιτρεπτή δυνάμει του σχετικού εκεί Νόμου, αλλά και δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 21(1) του Νόμου 158(Ι)/99, οι πρόνοιες του οποίου καλύπτουν το θέμα, εφόσον επιτρέπεται η παρουσία υπαλλήλου στη συνεδρία για τήρηση των πρακτικών.

 

Στην περίπτωση μας σχετικές είναι οι πρόνοιες του Κανονισμού 14 των περί Πανεπιστημίου Κύπρου (Όργανα του Πανεπιστημίου) Κανονισμών του 1994 (Κ.Δ.Π. 55/94, όπως τροποποιήθηκε με την Κ.Δ.Π. 272/99), οι οποίες ναι μεν δεν προβλέπουν για την παρουσία κατά τις συνεδρίες του Συμβουλίου τρίτου προσώπου ως πρακτικογράφου, ενσωματώνουν όμως τη γενική αρχή ότι τα δημόσια όργανα πρέπει να τηρούν πρακτικά. Τις παραθέτω:

 

"Σε όλες τις συνεδρίες συλλογικών οργάνων τηρούνται πρακτικά. Κάθε μέλος συλλογικού οργάνου του Πανεπιστημίου που θα μειοψηφίσει έχει δικαίωμα να ζητήσει να καταγραφεί η άποψη του στα πρακτικά."

 

 

Επομένως, θεωρώ νόμιμη την παρουσία πρακτικογράφου κατά τις επίμαχες συνεδρίες του Συμβουλίου. Όμως, όπως έχει ήδη αναφερθεί, εκτός από την πρακτικογράφο, παρόντες στη συνεδρία ήταν και η γραμματέας, Προϊσταμένη Οικονομικών Υπηρεσιών, όπως και ο λογιστής των καθ'ων η αίτηση.

 

Σύμφωνα με τους καθ'ων η αίτηση, εκτός από την Πρ. Χριστοδούλου, επιφορτισμένα με τη λήψη, καταγραφή και επιμέλεια των πρακτικών ήταν και τα άλλα δύο πρόσωπα. Τα εν λόγω πρόσωπα δεν είχαν λάβει μέρος στη λήψη των αποφάσεων, οι οποίες σύμφωνα με τα πρακτικά λήφθηκαν αποκλειστικά από το Συμβούλιο. Ήταν μόνο αποδέκτες οδηγιών ως προς την τήρηση των πρακτικών.

 

Δεν έχω δυσκολία να δεχθώ, εξάλλου δεν αμφισβητείται από την πλευρά των αιτητών, ότι η παρουσία της Πρ. Χριστοδούλου στις δύο συνεδρίες αφορούσε αποκλειστικά τη λήψη των πρακτικών, γεγονός που καθιστά την εκεί παρουσία της, όπως έχω ήδη αποφανθεί, νόμιμη. Αδυνατώ όμως να πω το ίδιο και για την παρουσία τουλάχιστον του λογιστή στις δύο συνεδρίες. Αδυνατώ να αντιληφθώ με ποιο τρόπο θα μπορούσε η εκεί παρουσία του λογιστή των καθ'ων η αίτηση να μην σχετίζεται αποκλειστικά με θέματα που αφορούν την ειδικότητα του, αλλά να σχετίζεται με την τήρηση των πρακτικών, ως οι καθ'ων η αίτηση διατείνονται. Θεωρώ ότι η παρουσία τουλάχιστον του λογιστή στις δύο συνεδρίες, η οποία μπορούσε μεν να ήταν μέχρι ενός χρονικού σημείου νόμιμη, στην απουσία όμως αναφοράς στα πρακτικά περί αποχώρησης του πριν από τη διαβούλευση για τη λήψη απόφασης, γεγονός από το οποίο μπορεί να συναχθεί ότι αυτός παρέμεινε, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η διαδικασία σε εκείνα τα στάδια ήταν και στις δύο συνεδρίες, πλημμελής λόγω κακής σύνθεσης.

 

Ενόψει των πιο πάνω, το τρίτο σκέλος του πρώτου λόγου ακύρωσης επιτυγχάνει και η επίδικη απόφαση ακυρώνεται και γι' αυτό το λόγο.

 

Ως αποτέλεσμα όλων των πιο πάνω η προσφυγή επιτυγχάνει με €1.300 έξοδα υπέρ των αιτητών και εναντίον των καθ'ων η αίτηση. Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται.

 

 

 

 

                                                        Α. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ,

           Δ.

 

/ΔΓ



[1] "6.2.4.6. Η Εγγύηση Συμμετοχής καταπίπτει αυτοδικαίως υπέρ της Αναθέτουσας Αρχής, στην περίπτωση που ο Προσφέρων: ..... (β) έχοντας ειδοποιηθεί για την αποδοχή της Προσφοράς του από την Αναθέτουσα Αρχή κατά την περίοδο ισχύος της Προσφοράς, και έχοντας ειδοποιηθεί να προσέλθει για την υπογραφή της Σύμβασης:

(i) αρνηθεί ή παραλείψει να προσκομίσει εμπρόθεσμα οποιοδήποτε Πιστοποιητικό ή/και άλλο έγγραφο ή/και την Εγγύηση Πιστής Εκτέλεσης ή/και να εκπληρώσει οποιαδήποτε άλλη υποχρέωση του που απορρέει από τη συμμετοχή στο διαγωνισμό αυτό, ή

(ii) αρνηθεί ή παραλείψει να υπογράψει τη Σύμβαση.

 

10.4.2.  Ο Προσφέρων στον οποίο έχει ανατεθεί η Σύμβαση είναι υποχρεωμένος να προσέλθει εντός προθεσμίας είκοσι (20) ημερών από την ημερομηνία που θα παραλάβει σχετική πρόσκληση της Αναθέτουσας Αρχής, για την υπογραφή της σχετικής Συμφωνίας. Αν παρέλθει η παραπάνω προθεσμία και ο Προσφέρων δεν προσέλθει για την υπογραφή της σύμβασης, τότε αυτός κηρύσσεται έκπτωτος από την Ανάθεση που έγινε στο όνομα του και από κάθε δικαίωμα που απορρέει από αυτή με ταυτόχρονη κατάπτωση της Εγγύησης Συμμετοχής υπέρ της Αναθέτουσας Αρχής.

[...]

4. Ο Προσφέρων στον οποίο έχει ανατεθεί η Σύμβαση είναι υποχρεωμένος να προσέλθει για την υπογραφή της Συμφωνίας προσκομίζοντας τα παρακάτω στοιχεία:

α. Τα πιστοποιητικά που περιλαμβάνονται στον Πίνακα (Έντυπο 10) του Προσαρτήματος των Εγγράφων διαγωνισμού, για την επιβεβαίωση της κάλυψης των προϋποθέσεων συμμετοχής (α), (γ), (δ), (στ) και (ζ) της παραγράφου 6.2.1,

β. Σε περίπτωση κοινοπραξίας προσώπων, εγγραφή της σε νομική μορφή σύμφωνα με το εδάφιο (3) της παραγράφου 6.1. Νοείται ότι τα στοιχεία αυτά δεν μπορεί να διαφέρουν από τα οριζόμενα στο συμφωνητικό συνεργασίας τους εδαφίου (2.β) της παραγράφου 8.3.1.1.

δ. Εγγύηση Πιστής Εκτέλεσης της Σύμβασης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην επόμενη παράγραφο."

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο