ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

                                                  (Υπόθεση Αρ. 671/2012)

 21 Μαΐου, 2012

 

[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

1.    ΧΡΥΣΤΑΛΛΑ ΗΡΑΚΛΕΟΥΣ,

2.    ΣΟΦΙΑ ΣΑΒΒΙΔΟΥ,

Αιτήτριες,

ν.

 

κυπριακησ δημοκρατιασ, μεσω

επιτροπησ εκπαιδευτικησ υπηρεσιασ,

Καθ΄ων  η Αίτηση.

 

 

Ενδιάμεση Αίτηση ημερ. 24.4.2012

Α. Σ. Αγγελίδης με Στ. Αγγελίδου (κα), για τις Αιτήτριες.

Ρ. Παπαέτη (κα), για τους Καθ΄ων η Αίτηση.

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.:  Οι δύο Αιτήτριες, με απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ημερ. 19.4.2012, η οποία τους κοινοποιήθηκε με επιστολή ημερ. 20.4.2012, τέθηκαν σε διαθεσιμότητα για τρεις μήνες.  Με την προσφυγή, επιδιώκουν ακύρωση της πιο πάνω απόφασης.  Ταυτόχρονα, με μονομερή αίτηση ζητούν Διάταγμα που να διατάσσει την αναστολή της απόφασης με την οποία τέθηκαν σε διαθεσιμότητα.  Το Δικαστήριο διέταξε την επίδοση της μονομερούς αίτησης.

 

Σύμφωνα με τα γεγονότα που παρατίθενται στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την ενδιάμεση αίτηση, οι δύο Αιτήτριες είναι ειδικές εκπαιδευτικοί.  Τα σχολικά έτη 2011-2012 εργάζονταν στην Ειδική Μονάδα του ΙΓ΄ Δημοτικού Σχολείου Πάφου.  Στις 5.4.2012 η ΕΕΥ με επιστολή της, ενημέρωσε τις δύο Αιτήτριες ότι τίθενται σε διαθεσιμότητα.  Όπως οι ίδιες ισχυρίζονται, η εξέλιξη αυτή ήταν ξαφνική και απροειδοποίητη και έγινε χωρίς επίκληση οποιωνδήποτε κατηγοριών και χωρίς να ακουστούν.  Ο δικηγόρος τους με επιστολή του ημερ. 6.4.2012 διαμαρτυρήθηκε έντονα για το γεγονός και ιδιαίτερα για το ότι οι Αιτήτριες δεν ενημερώθηκαν για τις εναντίον τους καταγγελίες, ώστε να μπορέσουν να τοποθετηθούν.  Ως αποτέλεσμα της διαμαρτυρίας του δικηγόρου τους, η ΕΕΥ με επιστολή της ημερ. 11.4.2012 αναγκάστηκε να ανακαλέσει την απόφαση της ημερ. 5.4.2012 και να άρει τη διαθεσιμότητά τους.  Περαιτέρω, κάλεσε τις Αιτήτριες να παρουσιαστούν ενώπιον της στις 19.4.2012 για να ακουστούν και/ή να εκθέσουν γραπτώς τις απόψεις τους.  Οι Αιτήτριες δεν εμφανίστηκαν ενώπιον της ΕΕΥ, αλλά ο δικηγόρος τους, με επιστολή του απέρριψε τις εναντίον των πελατισσών του κατηγορίες και αφού αναφέρθηκε σε διάφορα νομικά σημεία, ζήτησε να μην αποφασιστεί η διαθεσιμότητά τους.  Οι Αιτήτριες ισχυρίζονται επίσης ότι στην επιστολή της, η ΕΕΥ τις ενημέρωνε γενικά και αόριστα ότι οι εναντίον τους καταγγελίες αφορούν σε «εξάσκηση σωματικής, λεκτικής και συναισθηματικής βίας με ξυλοδαρμούς, απειλές, βρισιές και απρεπείς χαρακτηρισμούς σε παιδιά με ειδικές ανάγκες (δύο αυτιστικά, ένα με νοητική υστέρηση και πρόβλημα καρδιάς και ένα με επιληψία) της Ειδικής Μονάδας του ΙΓ΄ Δημοτικού Σχολείου Πάφου».  Κατά τις Αιτήτριες, η πιο πάνω περιγραφή, δεν ήταν αρκετή για να μπορέσουν να υπερασπίσουν τους εαυτούς τους.  Γι' αυτό, με επιστολή του δικηγόρου τους ημερ. 18.4.12 διαμαρτυρήθηκαν για την αοριστία των καταγγελιών, τις οποίες βέβαια, αρνήθηκαν.  Ακολούθησε η επιστολή της ΕΕΥ, ημερ. 20.4.12 με την οποία τις έθετε εκ νέου σε διαθεσιμότητα.  Ισχυρίζονται ότι η διαθεσιμότητά τους ήταν παράνομη, αναιτιολόγητη, υπό πλάνη, κατά κατάχρηση εξουσίας και ελήφθη για αλλότριους σκοπούς.  Ο αλλότριος σκοπός κατά τις ίδιες έχει αφετηρία να παραβλάψει την επαγγελματική και κοινωνική τους υπόσταση, την προσφορά τους και το καλό τους όνομα.  Τέλος, οι Αιτήτριες πιστεύουν ότι όχι μόνο υπάρχει έκδηλη παρανομία, αλλά και ανεπανόρθωτη βλάβη και ότι η μη έκδοση του αιτούμενου προσωρινού διατάγματος, θα καταστήσει μάταιη και άνευ αποτελέσματος, την απονομή της δικαιοσύνης σε μεταγενέστερο στάδιο και θα επιφέρει πλήγμα ανεπανόρθωτο στην όλη υπηρεσία των Αιτητριών.

 

Οι Καθ' ων η αίτηση, που ενίστανται στην έκδοση του αιτούμενου διατάγματος, προβάλλουν ότι δεν υπάρχει παρανομία, πόσο μάλλον έκδηλη.  Πέραν τούτου, ισχυρίζονται ότι δεν έχει αποδειχθεί ανεπανόρθωτη ζημιά ώστε να δικαιολογείται η κατ' εξαίρεση παροχή της θεραπείας αναστολής του διατάγματος, χωρίς να εξεταστεί πρώτα η ουσία της υπόθεσης.  Διαφωνούν με τις Αιτήτριες ότι δεν τους δόθηκε ευκαιρία να ακουστούν και να αντικρούσουν τις εναντίον τους καταγγελίες.  Επίσης, αρνούνται ότι οι καταγγελίες, όπως διατυπώθηκαν στην επιστολή τους που απέστειλαν στις Αιτήτριες, ήταν διατυπωμένες με τρόπο γενικό και αόριστο, με αποτέλεσμα να είναι αδύνατο για τις Αιτήτριες να υπερασπιστούν.  Όμως και έτσι να ήταν τα πράγματα, οι Αιτήτριες θα μπορούσαν είτε να ζητήσουν λεπτομέρειες, είτε να παρουσιαστούν στην ορισθείσα ημερομηνία και να υποβάλουν σχετικές διευκρινιστικές ερωτήσεις.

 

Δεν φαίνεται να υπάρχει ουσιαστική διαφορά ως προς τα βασικά γεγονότα, αφού για τα πλείστα υπάρχει σχετική αλληλογραφία.  Με την ένορκη δήλωση που συνοδεύει την ένσταση, επαναλαμβάνονται τα γεγονότα με περισσότερη λεπτομέρεια και διευκρινίζεται ότι στις 2.4.2012 παραλήφθηκε από το Υπουργείο Παιδείας ανώνυμη δισέλιδη επιστολή στην οποία γίνονταν καταγγελίες για κακοποίηση παιδιών.  Στην επιστολή δίδονται παραδείγματα, μεταξύ άλλων, της σωματικής, λεκτικής και ψυχολογικής βίας.  Η επιστολή συνοδευόταν τόσο από ακουστικό, όσο και οπτικοακουστικό υλικό, το οποίο, σύμφωνα με την επιστολή, επιβεβαιώνει τις καταγγελίες.

 

Πρόσφατα, είχα την ευκαιρία στην υπόθεση Νικολάου ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 1720/11, ημερ. 29.12.2011, να συνοψίσω τις αρχές που διέπουν την έκδοση προσωρινών διαταγμάτων.  Όπως ανέφερα «η εξαιρετική δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου για την έκδοση προσωρινού διατάγματος, ασκείται με φειδώ και αναλαμβάνεται μόνο εφόσον διαπιστωθεί ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι έκδηλα παράνομη ή πιθανολογείται ανεπανόρθωτη βλάβη (βλ. απόφαση Πλήρους Ολομέλειας στην Marfin Popular Bank Public Company Limited v. Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου (2007) 3 AAΔ 32).  Όπως προσδιορίστηκε από τον Νικολάου, Δ., στην απόφαση της Ολομέλειας Λοϊζίδης ν. Υπουργού Εξωτερικών (1995) 3 ΑΑΔ 233:- «έκδηλη παρανομία είναι εκείνη που, αν δεν αναδύεται αυτόματα, ανακύπτει κατόπιν αναλογισμού ως προς τις επιπτώσεις στοιχείων ενυπαρχόντων στο διαθέσιμο υλικό, εφόσον βέβαια ό,τι απορρέει παραμένει αντικειμενικά αναντίλεκτο και μη υποκείμενο σε στάθμιση για έκφραση κρίσης.»  Όπως επίσης τονίστηκε στην υπόθεση Πολύβιος Νικολάου ν. ΕΔΥ (1992) 4(Ε) ΑΑΔ 3959, η έκδηλη παρανομία μπορεί να έχει τη μορφή της καθαρής παραβίασης της διαδικασίας που προβλέπεται από το νόμο ή της εξόφθαλμης παραβίασης των αρχών του διοικητικού δικαίου.»

 

Σε ό,τι αφορά τη διαθεσιμότητα η οποία αποτελεί ένα ανεξάρτητο δικαστικό μέτρο, εκείνο που διευκρινίζεται από τη νομολογία είναι ότι πρόκειται για ένα προληπτικό μέτρο το οποίο μπορεί να ληφθεί υπόψη για το δημόσιο συμφέρον, το οποίο τις περισσότερες φορές συναρτάται με το συμφέρον της αποτελεσματικότητας της υπηρεσίας (βλ. Payiatαs v. The Republic (1984) 3(Β) CLR 1239 και υπόθεση Πλήρους Ολομέλειας στην υπόθεση ΡΙΚ ν. Κέττηρου (2007) 3 ΑΑΔ 555).  Χαρακτηρίστηκε ως ένα ενδιάμεσο διάβημα το οποίο μάλιστα μπορεί να ληφθεί μόνο αν υπάρχει νομοθετική πρόνοια που το εξουσιοδοτεί (ΡΙΚ ν. Κέττηρου, ανωτέρω και Azinas ν. The Republic (1980) 3 CLR 510).

 

Σύμφωνα με τα όσα εισηγήθηκε ο κ. Αγγελίδης, στην προκειμένη περίπτωση η έκδηλη παρανομία συνίσταται στο ότι:- (α) δεν δόθηκε το δικαίωμα ακρόασης στις Αιτήτριες πριν τεθούν σε διαθεσιμότητα, (β) δεν υπήρχε σαφής και συγκεκριμένη αποκάλυψη των καταγγελιών, (γ) με τη μη γνωστοποίηση του γεγονότος ότι η επιστολή ήταν ανώνυμη, παραβιάστηκε το τεκμήριο της αθωότητας και (δ) στην επιστολή γίνεται αόριστη αναφορά τόσο για τον επηρεασμό μαρτύρων, όσο και για εξυπηρέτηση του δημόσιου συμφέροντος.

 

Θα αρχίσω από την πρώτη εισήγηση.  Το δικαίωμα ακρόασης, το οποίο διασφαλίζεται από τις αρχές του διοικητικού δικαίου, κωδικοποιείται στο άρθρο 43 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν. 158(Ι)/99).  Παρέχεται σε κάθε πρόσωπο που θα επηρεαστεί από την έκδοση πράξης ή από τη λήψη διοικητικού μέτρου που είναι πειθαρχικής φύσης, όπως είναι η παρούσα περίπτωση.  Το διοικητικό όργανο οφείλει να παράσχει την ευκαιρία στο πρόσωπο που επηρεάζεται, να υποβάλει τις απόψεις του για τους ισχυρισμούς που διατυπώνονται εναντίον του.

 

Στην προκειμένη περίπτωση, δεν συμφωνώ ότι παραβιάστηκε το δικαίωμα ακρόασης των Αιτητριών.  Η ΕΕΥ με τη δεύτερη επιστολή της ημερ. 11.4.2012, ενώ ανακάλεσε την προηγούμενη διαθεσιμότητα των Αιτητριών ημερ. 5.4.2012, ταυτόχρονα τους έδωσε «το δικαίωμα να υποβάλουν εντός τεσσάρων εργάσιμων ημερών οποιαδήποτε ένστασή τους» και «τις κάλεσε να προσέλθουν ενώπιον της για να ακουστούν στις 19.4.12 και ώρα 10.30 π.μ. ή να εκθέσουν γραπτώς τις παραστάσεις τους».  Όπως έχω ήδη αναφέρει, οι Αιτήτριες δεν παρουσιάστηκαν, αλλά επέλεξαν να παραθέσουν τις απόψεις τους με επιστολή του δικηγόρου τους ημερ. 18.4.2012.  Υπό αυτές τις περιστάσεις, δεν βλέπω εκ πρώτης όψεως να υπάρχει έκδηλη παρανομία.  Στο στάδιο που εξετάζεται η παραχώρηση ή όχι προσωρινής θεραπείας, η έμφαση είναι στο «έκδηλη», δηλαδή στην εξόφθαλμη παρανομία.  Αν η παρανομία δεν εμπίπτει στον όρο «έκδηλη» όπως έχει νομολογιακά ερμηνευθεί, τότε δεν παρέχεται προσωρινή θεραπεία, αλλά αφήνεται η υπόθεση να προχωρήσει και να εξεταστεί η νομιμότητα της πράξης στο στάδιο της ακρόασης της προσφυγής.

 

Έρχομαι τώρα στον ισχυρισμό ότι δεν υπήρξε σαφής και συγκεκριμένη αποκάλυψη των καταγγελιών έτσι ώστε οι Αιτήτριες να λάβουν πλήρη γνώση και να μπορέσουν να υπερασπίσουν τους εαυτούς τους.  Έχω εξετάσει τα όσα περαιτέρω ανέφερε ο κ. Αγγελίδης στην αγόρευσή του, αλλά δεν συμφωνώ ότι διαπιστώνεται έκδηλη παρανομία.  Εκ πρώτης πάντοτε όψεως, η επιστολή σε εκείνο το αρχικό στάδιο και προτού αρχίσει η έρευνα, παραθέτει κατά την κρίση μου ικανοποιητική περιγραφή των καταγγελιών στις οποίες αναφερόταν η ΕΕΥ.  Στην παράγραφο 2 της επιστολής αναφέρεται ότι:-

«Σύμφωνα με την καταγγελία, οι πιο πάνω ειδικοί εκπαιδευτικοί ασκούσαν σωματική, λεκτική και συναισθηματική βία, με ξυλοδαρμούς, απειλές, βρισιές και απρεπείς χαρακτηρισμούς σε παιδιά με ειδικές ανάγκες (δύο αυτιστικά, ένα με νοητική υστέρηση και πρόβλημα καρδιάς και ένα με επιληψία).»

 

Αν στα όσα αναφέρονται στο πιο πάνω απόσπασμα, εντοπιστεί οτιδήποτε που να καθιστά το περιεχόμενο του ασαφές ή ελλιπές, αυτό θα εξεταστεί κατά την ακρόαση της προσφυγής.  Στο παρόν στάδιο, δεν διαπιστώνεται οτιδήποτε το εξόφθαλμα παράνομο, ώστε να χρειάζεται να παρέμβει το δικαστήριο με την παραχώρηση προσωρινής θεραπείας. 

 

Ο κ. Αγγελίδης εισηγήθηκε επίσης ότι η επίδικη επιστολή διαθεσιμότητας δεν αναφέρει ότι επρόκειτο για ανώνυμη επιστολή, με αποτέλεσμα να παραβιάζεται το τεκμήριο αθωότητας των Αιτητριών.  Το ότι δεν αναφέρεται το στοιχείο αυτό στην επιστολή, εκ πρώτης όψεως δεν φαίνεται να επηρεάζει το τεκμήριο αθωότητας, σε βαθμό μάλιστα που να θεωρηθεί ότι συνιστά έκδηλη παρανομία.  Εξάλλου, το άρθρο 70 του Ν. 10/69 προβλέπει για καταγγελία στην αρμόδια αρχή ή για περιπτώσεις που υποπέσει στην αντίληψη της αρμόδιας αρχής με οποιοδήποτε τρόπο ότι έχει διαπραχθεί από εκπαιδευτικό πειθαρχικό αδίκημα, τότε η Aρχή μεριμνά για τη διεξαγωγή έρευνας, δυνάμει του άρθρου 72 του Νόμου.  Δεν υπάρχει οποιαδήποτε πρόνοια στο Νόμο για την υποβολή ενυπόγραφης καταγγελίας.  Εν πάση περιπτώσει, οι Αιτήτριες είχαν την ευκαιρία με την επιστολή του δικηγόρου τους να αρνηθούν τις κατηγορίες.  Εκείνο που είχε σημασία σ'  εκείνο το στάδιο της έρευνας, ήταν η ουσία των καταγγελιών και όχι το ανώνυμο των κατηγοριών.  Αυτό ίσως να αποκτούσε σημασία σε μεταγενέστερο στάδιο, ανάλογα με την εξέλιξη της έρευνας.

 

Η άλλη εισήγηση είναι ότι γίνεται αόριστη επίκληση του δημόσιου συμφέροντος και γενική αναφορά στον επηρεασμό μαρτύρων, με αποτέλεσμα να μην ικανοποιείται η πρόνοια του άρθρου 70 του Νόμου 10/1969 που απαιτεί την ύπαρξη δημόσιου συμφέροντος, προτού εκπαιδευτικός τεθεί σε διαθεσιμότητα.

 

Στην επιστολή της ΕΕΥ ημερ. 20.4.2012, αναφέρεται ότι:-

«2. Η Επιτροπή, υπό το φως των πιο πάνω και με βάση όλα τα ενώπιον της στοιχεία και δεδομένα, έκρινε ότι η φύση και η σοβαρότητα των εναντίον σας καταγγελιών και πιθανών παραπτωμάτων για τα οποία διατάχθηκε η εναντίον σας πειθαρχική έρευνα, που αφορούν άσκηση σωματικής, λεκτικής και συναισθηματικής βίας, με ξυλοδαρμούς, απειλές, βρισιές και απρεπείς χαρακτηρισμούς σε παιδιά με ειδικές ανάγκες (δύο αυτιστικά, ένα με νοητική υστέρηση και πρόβλημα καρδιάς  και ένα με επιληψία) της Ειδικής Μονάδας του ΙΓ΄ Δημοτικού Σχολείου Πάφου, καθώς και το ενδεχόμενο η παρουσία σας στη σχολική μονάδα να επηρεάσει την ομαλή διεξαγωγή της έρευνας, λόγω του ενδεχόμενου επηρεασμού μαρτύρων, επιβάλλουν όπως τεθείτε σε διαθεσιμότητα.

 

 Ως εκ τούτου, η Επιτροπή αποφάσισε, με βάση το άρθρο 74(1) των περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμων του 1969 έως (Αρ. 3) του 2011, να σας θέσει σε διαθεσιμότητα για λόγους δημοσίου συμφέροντος, όπως αυτοί αναλύονται πιο πάνω, για περίοδο 3 μηνών, δηλαδή από τις 23 Απριλίου 2012 μέχρι τις 22 Ιουλίου 2012.»

 

Όπως αναφέρθηκε στην Αντέννα ΤV Λίμιτεδ ν. Δημοκρατίας (2002) 3 ΑΑΔ 747, το δημόσιο συμφέρον θα πρέπει να συγκεκριμενοποιείται με αναφορά στα περιστατικά έτσι που να αποκαλύπτεται ο συλλογισμός και να επιτρέπεται ο δικαστικός έλεγχος.  Στην προκειμένη περίπτωση, όπως αναφέρεται και στην επιστολή, οι λόγοι δημοσίου συμφέροντος ήταν άμεσα συνυφασμένοι με τη φύση και σοβαρότητα των καταγγελιών και το ενδεχόμενο η παρουσία των Αιτητριών στη σχολική μονάδα, να επηρεάσει τους μάρτυρες και την ομαλή διεξαγωγή της έρευνας.  Η φύση και σοβαρότητα των καταγγελιών εκ πρώτης όψεως, μιλούν από μόνες τους.  Όπως ορθά υπέδειξε η ευπαίδευτη συνήγορος των Καθ' ων η αίτηση, ενόψει των καταγγελιών ήταν αυτονόητο ότι η έρευνα κατά κύριο λόγο θα διεξαγόταν στη σχολική μονάδα, με αποτέλεσμα το ενδεχόμενο επηρεασμού μαρτύρων να μην μπορεί να αποκλειστεί.  Εκ πρώτης όψεως δεν διαπιστώνω οτιδήποτε το έκδηλα παράνομο.  Αν τελικά, μετά από μικροσκοπική εξέταση των εκατέρωθεν επιχειρημάτων κατά την ακρόαση της προσφυγής, κριθεί ότι η πιο πάνω αναφορά είναι ελλειπτική, αυτό δεν μπορεί να επηρεάσει την κατάληξή μου ότι στο παρόν στάδιο δεν έχει αποδειχθεί οποιαδήποτε έκδηλη παρανομία.

 

Κατά τη διάρκεια της αγόρευσής του, ο κ. Αγγελίδης ήγειρε και νέα ζητήματα, τα οποία δεν προτίθεμαι να εξετάσω, εφόσον δεν καλύπτονται από την αρχική ενδιάμεση αίτηση, με αποτέλεσμα να μην έχουν καλυφθεί ούτε από την ένσταση των Καθ' ων η αίτηση.  Όπως είναι γνωστό, η αγόρευση δεν συνιστά αποδεκτό μέσο προσδιορισμού των επιδίκων θεμάτων, αλλά μέσο για εξειδίκευση και συγκεκριμενοποίησή τους.  Ειδικά για το θέμα της έλλειψης αρμοδιότητας, σημειώνω ότι αυτό δεν φαίνεται να καλύπτεται ούτε από τους λόγους ακύρωσης της προσφυγής.

 

Τέλος, οι Αιτήτριες στην παράγραφο 12 της ένορκης δήλωσής τους, ισχυρίζονται ότι θα υποστούν «ανεπανόρθωτη βλάβη».  Δεν προτίθεμαι να εξετάσω τον ισχυρισμό, επειδή υποβάλλεται με τόσο γενικό και αόριστο τρόπο, που χωρίς τις απαιτούμενες λεπτομέρειες είναι αδύνατο να τεθεί υπό δικαστική κρίση.  Όπως εξηγήθηκε στην Κοινοπραξία Poseidon Grand Marina of Paphos κ.α. ν. Δημοκρατίας (2009) 3 ΑΑΔ 513, αόριστοι ισχυρισμοί είναι ανεπαρκείς για να στοιχειοθετήσουν ανεπανόρθωτη ζημιά.

 

Ενόψει όλων των πιο πάνω, η ενδιάμεση αίτηση για αναστολή της διαθεσιμότητας των Αιτητριών, απορρίπτεται.  Επιδικάζονται έξοδα υπέρ των Καθ' ων η αίτηση, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή στο τέλος της διαδικασίας.   

 

 

 

 (Υπ.) Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.

 

/ΕΠσ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο