ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

                                                            (Υποθ. Αρ.1694/2011)

 

25 Μαϊου, 2012

 

[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στης]

 

Αναφορικά με τα ΄Αρθρα 28, 29 και 146 του Συντάγματος

 

ΝΟΕL DE SILVA (MRS NABADAWA VITHANAGE NILANTHI SENAWIRATHNAJ)

 

                                                              Αιτητές,

-και -

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, μέσω

1.     ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ

2.    ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΚΑΙ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ

3.    ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΣΥΛΟΥ

                                                            Καθ΄ων η αίτηση.

------------------------

Μ.Παρασκευάς,  για τους Αιτητές.

Λ.Γρηγορίου, (κα.),  για τους Καθ΄ων η αίτηση

-----------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.:  Ο αιτητής κατάγεται από τη Σρι Λάνκα και στις 29 Ιουνίου 2001 είχε αφιχθεί στην Κύπρο, με άδεια προσωρινής παραμονής για εργασία.  Η άδεια αυτή ανανεώθηκε μέχρι τις 29 Ιουνίου 2002.  Στις 15 Ιουλίου 2002 υπέβαλε νέα αίτηση για ανανέωση της άδειας παραμονής και εργασίας αλλά στη συνέχεια ο αιτητής σταμάτησε να εργάζεται παραμένοντας παράνομα στη Δημοκρατία και την 1η Φεβρουαρίου 2005 υπέβαλε αίτηση για άσυλο.  Ενόψει της εν λόγω αιτήσεως, του δόθηκε άδεια παραμονής μέχρι τις 18 Μαρτίου 2007.  Στις 18 Ιανουαρίου 2011 η Υπηρεσία Ασύλου απέρριψε την αίτηση.  Ο αιτητής καταχώρισε προσφυγή στην Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων η οποία με απόφαση της ημερ. 28 Νοεμβρίου 2011, απέρριψε εκ νέου την αίτηση  για άσυλο. Το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης έστειλε επιστολή ημερ. 9 Απριλίου 2012, προς τον αιτητή, καλώντας τον να αναχωρήσει από τη Δημοκρατία αφού, η αίτηση ασύλου του είχε απορριφθεί. 

 

Στο μεταξύ, στις 21 Δεκεμβρίου 2011, ο αιτητής, για λογαριασμό του και για λογαριασμό της γυναίκας του, η οποία επίσης βρίσκεται στην Κύπρο, καταχώρισε την παρούσα προσφυγή με την οποία ζητά να κηρυχθεί άκυρη και παράνομη η απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων ημερ. 28 Νοεμβρίου 2011.  Με το δεύτερο αιτητικό της προσφυγής ζητείται δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση να κηρυχθεί παράνομος μετανάστης και η διαταγή απέλασης του είναι αντισυνταγματική και παράνομη. 

 

Ενώ αναμενόταν η προώθηση της προσφυγής με την καταχώριση των αναγκαίων δικογράφων, ο αιτητής καταχώρισε αίτηση ημερ. 9 Μαρτίου 2012, με την οποία ζητά την έκδοση Διατάγματος αναστολής της προσβαλλόμενης απόφασης ημερ. 28 Νοεμβρίου 2011 και επίσης έκδοση διατάγματος με το οποίο να θεωρηθεί η παραμονή του αιτητή και της συζύγου του στη Δημοκρατία, ως νόμιμη.  Υπήρχε και ένα τρίτο αίτημα για την έκδοση διατάγματος απελευθέρωσης της συζύγου του αιτητή, γιατί βρισκόταν υπό κράτηση.  Το τρίτο αυτό αίτημα είχε αποσυρθεί αφού η σύζυγος του αιτητή είχε στο μεταξύ αφεθεί ελεύθερη.

 

Με την ένορκη δήλωση του αιτητή η οποία συνοδεύει την αίτηση, ουσιαστικώς επιδιώκεται η έκδοση του αιτούμενου διατάγματος για να υλοποιηθεί η δέσμευση της Κυπριακής Δημοκρατίας που πηγάζει από την Οδηγία 2005/85ΕΚ σύμφωνα με την οποία οι αιτητές ασύλου θα πρέπει να έχουν πραγματική δυνατότητα πρόσβασης ενώπιον δικαστηρίου έτσι ώστε να προστατευθούν τα δικαιώματα τους ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων.

 

Στο ίδιο πνεύμα κινήθηκε και η αγόρευση του ευπαίδευτου συνήγορου για τον αιτητή ο οποίος ανέφερε ότι η μη αναγνώριση νόμιμης παρουσίας του αιτητή στη Δημοκρατία παραβιάζει τις δεσμεύσεις της πολιτείας έναντι της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης και δεν προσφέρει αποτελεσματική προστασία στην περίπτωση αλλοδαπών των οποίων οι αιτήσεις ασύλου έχουν απορριφθεί από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων.  Η οριστική επίλυση του αιτήματος θα γίνει μόνο, υποστήριξε ο κ.Παρασκευά, από το δικαστήριο.  Σ΄αυτό προσέφυγε ο αιτητής και θα πρέπει να υλοποιηθεί το αίτημα κήρυξης του, προσωρινώς νομίμως ευρισκόμενου στην Κύπρο, έτσι ώστε να δικαιούται να παραμείνει και να αναμένει την τελική έκβαση της υπόθεσης του. 

 

Η ευπαίδευτη συνήγορος της Δημοκρατίας στη δική της αγόρευση πέραν από την αμφισβήτηση ύπαρξης των αναγκαίων προϋποθέσεων για την έκδοση προσωρινού διατάγματος,  όπως αυτές πηγάζουν από τη νομολογία της ύπαρξης έκδηλης παρανομίας αφενός και ανεπανόρθωτης ζημιάς αφετέρου, ισχυρίστηκε ότι η διαδικασία αυτή είναι χωρίς σημασία γιατί οι καθ΄ων η αίτηση με την επιστολή τους ημερ. 9 Απριλίου 2012 ζήτησαν από τον αιτητή και τη σύζυγο του να εγκαταλείψουν τη Δημοκρατία ενόψει της έκδοσης απόφασης για απόρριψη αιτήσεως ασύλου ημερ. 28 Νοεμβρίου 2011.  Δεν εκδόθηκαν σημείωσε, διατάγματα κράτησης και απέλασης εναντίον των οποίων θα μπορούσε ενδεχομένως να υποβληθεί αίτημα για αναστολή.  Περαιτέρω η κα.Γρηγορίου υποστήριξε ότι στις περιπτώσεις εκδόσεως αρνητικών αποφάσεων, όπως στην προκείμενη περίπτωση, το δικαστήριο δεν μπορεί να εκδώσει προσωρινό διάταγμα που να ισοδυναμεί με θετική ενέργεια αντικαθιστώντας τη διοικητική λειτουργία του αρμοδίου οργάνου.  Η λειτουργός μετανάστευσης έχει τη δυνατότητα να θεωρεί παράνομο μετανάστη άτομο του οποίου η αίτηση για παροχή ασύλου έχει απορριφθεί.  Αυτό συνέβη και στην προκείμενη περίπτωση.  

 

Η προσφερόμενη στο Δικαστήριο δυνατότητα έκδοσης προσωρινών διαταγμάτων, μέχρι την εκδίκαση και αποπεράτωση μιας προσφυγής εδράζεται στον Καν.13 των Διαδικαστικών Κανονισμών του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου.  Η δικαιοδοσία αυτή ασκείται με φειδώ και μόνο όταν στοιχειοθετηθούν ένα από τα δυο πιο κάτω απαραίτητα στοιχεία ήτοι:

 

α)  ΄Εκδηλη παρανομία στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης ή

β)  Πρόκληση ανεπανόρθωτης ζημιάς στον αιτητή από τη μη έκδοση του διατάγματος. 

 

Όπως αναφέρθηκε στην υπόθεση Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ν. Marfin Popular Bank (2007) 3 Α.Α.Δ. 32.

 

«η εξαιρετική δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου για έκδοση προσωρινού διατάγματος όπως είναι πάγια νομολογημένο, αναλαμβάνεται μόνο εφόσον διαπιστώνεται πως η προσβαλλόμενη διοικητική απόφαση είναι έκδηλα παράνομη ή εφόσον, στο πλαίσιο του συνόλου των δεδομένων, δικαιολογείται νε εκδοθεί ενόψει επαπειλούμενης, εξαιτίας της, ανεπανόρθωτης βλάβης.»

 

Στην υπόθεση Frangos & Οthers v. Republic (1982) 3 Α.Α.Δ.53, ιδιαίτερα στη σελίδα 57, αναφέρεται σε μετάφραση ότι:

 «για να ενεργήσει το Δικαστήριο, η παρανομία πρέπει να είναι πρόδηλα αναγνωρίσιμη χωρίς να χρειάζεται να διερευνηθούν τα αμφισβητούμενα γεγονότα».

 

Περαιτέρω στην ίδια υπόθεση αναφέρεται το πιο κάτω απόσπασμα επίσης σε μετάφραση:

 

«αν και το τι αποτελεί έκδηλη παρανομία δεν έχει εξαντλητικά οριστεί φαίνεται ότι συνεπάγεται καθαρή παράβαση της διαδικασίας που προβλέπεται από το νόμο ή αδιαμφισβήτητη περιφρόνηση των θεμελιωδών αρχών του διοικητικού δικαίου.» 

 

Ο ορισμός της «έκδηλης παρανομίας» απαντάται επίσης στην υπόθεση Λοϊζίδης  ν. Yπ. Εξωτερικών (1995) 3 Α.Α.Δ. 233 ως εξής:

          «έκδηλη παρανομία είναι εκείνη που, αν δεν αναδύεται αυτόματα ανακύπτει κατόπιν αναλογισμού ως προς τις επιπτώσεις στοιχείων ενυπαρχόντων στο διαθέσιμο υλικό εφόσον βέβαια ότι απορρέει παραμένει αντικειμενικά αναντίλεκτο και μη υποκείμενο σε στάθμιση για έκφραση κρίσης».

 

Το πιο κάτω απόσπασμα σε μετάφραση από την απόφαση Sofocleous ν. Republic (1971) 3 Α.Α.Δ. 345, δίδει πιστεύω το στίγμα και προσδιορίζει τις παραμέτρους μέσα από τις οποίες το Δικαστήριο μπορεί να προχωρήσει για να διαπιστώσει την ύπαρξη ανεπανόρθωτης ζημιάς

 

 «αποτελεί καλώς θεμελιωμένη αρχή του διοικητικού δικαίου ότι η κατ΄ισχυρισμόν ζημιά που θα προκύψει από την επικείμενη εκτέλεση της επίδικης διοικητικής πράξης πρέπει να εξειδικεύεται στην αίτηση με συγκεκριμένο τρόπο.  Ασαφείς ισχυρισμοί για τη ζημιά καθιστούν δύσκολη την αξιολόγηση της και γι΄αυτό και μόνο το λόγο η αίτηση για προσωρινό διάταγμα μπορεί να απορριφθεί.»

 

Ο αιτητής ουσιαστικώς επιδιώκει την έκδοση θετικής γι΄αυτόν απόφασης, ανατροπής της προσβαλλόμενης απόφασης, σ΄αυτό το αρχικό στάδιο της διαδικασίας.  Η αναγνώριση του ως νομίμως βρισκομένου στη Δημοκρατία, αποτελεί το αντικείμενο του αιτητικού της προσφυγής.  Η ταυτόχρονη επιδίωξη δυο δηλωτικών αποφάσεων δεν είναι εκ προοιμίου και από μόνη της μεμπτή ενέργεια, υπό τον όρο ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις όπως τίθενται από τη νομολογία.

 

Η κήρυξη του αιτητή ως παράνομου μετανάστη, επειδή συμπληρώθηκε, κατά την κρίση της διοίκησης η διαδικασία με την απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, δεν υποδηλοί παρανομία και δη έκδηλη.  Η ορθότητα της κρίσης της διοίκησης θα εξεταστεί στο πλαίσιο της προσφυγής.

 

Ούτε ανεπανόρθωτη ζημιά τεκμηριώθηκε με τα γεγονότα που ο αιτητής έθεσε ενώπιον μου.  Ιδιαιτέρως όταν, όπως αποτελεί αναντίλεκτο γεγονός, διατάγματα κράτησης και απέλασης δεν έχουν εκδοθεί.

 

Ο αιτητής έθεσε με τη μορφή βεβαιώσεων, στοιχεία που αφορούν την οικογενειακή του κατάσταση και την απόδοση της θυγατέρας του στο σχολείο που φοιτά στο Καϊμακλί.

 

Συμμερίζομαι την ανθρωπιστική πλευρά του θέματος και την αναστάτωση που ενδεχομένως προκαλείται, πλην όμως το Δικαστήριο δεν μπορεί να υποκαταστήσει τη διοίκηση και να υποδείξει τον τρόπο που θα έπρεπε να αντιμετωπίζονται οι αλλοδαποί που διαμένουν παράνομα στη Δημοκρατία.  Αυτό εμπίπτει στην αποκλειστική ευθύνη της πολιτείας.

 

Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των καθ΄ων η αίτηση.  Αυτά θα είναι πληρωτέα στο τέλος της υπόθεσης.

 

                                                            Κ.Παμπαλλής,

                                                                      Δ.

 

                                                           


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο