ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Στυλιανού κ.α. ν. Δημοκρατίας κ.α. (1994) 3 ΑΑΔ 387
Κυπριακή Δημοκρατία και Άλλος ν. Ιωάννη Ιωνά Αγγελή και Άλλης (1999) 3 ΑΑΔ 161
Κυπριακή Δημοκρατία και Άλλοι ν. Φίλιππου Μιχαηλίδη και Άλλων (1999) 3 ΑΑΔ 756
Νικολαΐδης Ευαγόρας ν. Κυπριακής Δημοκρατίας και Άλλου (2005) 3 ΑΑΔ 325
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 165/2010)
18 Μαΐου, 2012
[K. ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤA ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΕΛΕΝΑ ΧΑΤΖΗΓΕΩΡΓΙΟΥ - ΙΩΑΝΝΟΥ,
Αιτήτρια,
-ν-
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ΄ης η Aίτηση.
- - - - - -
Α. Κωνσταντίνου, για την Αιτήτρια.
Ζ. Κυριακίδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Καθ΄ης η Αίτηση.
Γ. Ρούσου για Αρ. Γεωργίου, για τα Ενδιαφερόμενα Μέρη 1 και 2.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ.: Την απόφαση της καθ΄ης η αίτηση ΕΔΥ που δημοσιεύθηκε στις 22.1.2010 με την οποία προήγαγε τα δύο ενδιαφερόμενα μέρη στη μόνιμη θέση Βοηθού Γραφείου Α, Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών, από τις 15.12.2019, προσβάλλει με την παρούσα προσφυγή του ο αιτητής.
Σύμφωνα με τα αδιαμφισβήτητα γεγονότα που περιβάλλουν τα επίδικα θέματα, η καθ΄ης η αίτηση επιλήφθηκε του θέματος πλήρωσης των δύο προαναφερθεισών θέσεων, οι οποίες είναι θέσεις προαγωγής, σε συνεδρία της ημερομηνίας 9.12.2009, στην οποία κλήθηκε και παρέστη και η Διευθύντρια του Γραφείου Τύπου και Πληροφοριών. Η Διευθύντρια, αφού διατύπωσε τη σύστασή της υπέρ των δύο ενδιαφερομένων μερών, αποχώρησε, οπότε και η καθ΄ης η αίτηση συνέχισε τη συνεδρία προβαίνουσα σε αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων. Κατέληξε δε στο συμπέρασμα ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη υπερείχαν των άλλων υποψηφίων με βάση τα καθιερωμένα κριτήρια (αξία, προσόντα, αρχαιότητα) και αποφάσισε να προσφέρει σ΄ αυτούς προαγωγή στις επίδικες θέσεις από την 15.12.2009.
Προσβάλλοντας τη νομιμότητα της απόφασης της καθ΄ης η αίτηση, η αιτήτρια πρόβαλε διάφορους λόγους ακύρωσης, τους οποίους θα εξετάσω στη συνέχεια.
1ος λόγος ακύρωσης - Η κατ΄ ισχυρισμό πάσχουσα σύσταση της Διευθύντριας.
Προβαίνουσα στη σύστασή της ενώπιον της καθ΄ης η αίτηση, η Διευθύντρια, όπως διαπιστώνεται από το τηρηθέν πρακτικό της 9.12.2009, ανέφερε τα εξής:
"Όλοι οι υποψήφιοι πληρούν τις απαιτήσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας και είναι κατάλληλοι για προαγωγή. Αφού έλαβα υπόψη μου όλα τα νομολογημένα κριτήρια στο σύνολό τους, συστήνω για προαγωγή την Κωνσταντίνου Ευθυμία (α/α:1) και τον Κτωρίδη Κυριάκο (α/α:2). Αυτοί είναι ίσοι σε αξία, συγκρινόμενοι με τους υπόλοιπους υποψηφίους, έχοντας καθόλα Εξαίρετες Υπηρεσιακές Εκθέσεις τα τελευταία πέντε χρόνια, και, επιπλέον, δεν υστερούν σε προσόντα. Όσον αφορά στην αρχαιότητα, οι συστηνόμενοι προηγούνται όλων, λόγω της ημερομηνίας γέννησής τους, ενώ έχουν την ίδια ακριβώς ημερομηνία διορισμού."
Σύμφωνα με την αιτήτρια, η πιο πάνω σύσταση της Διευθύντριας πάσχει και είναι άκυρη, επειδή συγκρούεται με τα στοιχεία που περιέχονται στους διοικητικούς φακέλους ως προς τους υπό αξιολόγηση υποψηφίους.
Πιο συγκεκριμένα, όπως ανέφερε στη σύστασή της η Διευθύντρια, οι δύο συστηθέντες υποψήφιοι, συγκρινόμενοι με τους υπόλοιπους υποψηφίους, "δεν υστερούν σε προσόντα". Όπως όμως εισηγείται η αιτήτρια, αυτή η ισοπέδωση των συστηθέντων υποψηφίων με την ίδια, ως προς τα κατεχόμενα προσόντα, είναι εσφαλμένη και δε συνάδει με τα στοιχεία που εξάγονται από τους προσωπικούς φακέλους των υποψηφίων. Στοιχεία, από τα οποία διαφαίνεται ότι η αιτήτρια υπερτερούσε κατά πολύ σε προσόντα και των δύο ενδιαφερομένων μερών. Αυτά δε τα προσόντα, αν και δεν απαιτούνται από το Σχέδιο Υπηρεσίας, είναι εν τούτοις σχετικά προς τα καθήκοντα της θέσης και θα έπρεπε να είχαν ληφθεί υπόψη από τη Διευθύντρια και αργότερα από την ΕΔΥ.
Σε σχέση με το θέμα τούτο, διαπιστώνεται από τον προσωπικό φάκελο της αιτήτριας, ο οποίος παρουσιάστηκε ως τεκμήριο ενώπιον του Δικαστηρίου, ότι η αιτήτρια κατέχει τα ακόλουθα προσόντα:
● Επιτυχία στις εξετάσεις για τις Γενικές Διατάξεις.
● Πιστοποιητικό Pitman´s Examination Institute, Typing-Elementary.
● Επιτυχία στις εξετάσεις του Υπουργείου Παιδείας στην Ελληνική Δακτυλογραφία.
● Επιτυχία στις εξετάσεις του Υπουργείου Παιδείας στην Ελληνική Στενογραφία.
● Επιτυχία στις εξετάσεις Αγγλικής Δακτυλογραφίας LCC.
● Γραμματειακές σπουδές ενός έτους (1977-1978) στο English Tutorial Centre.
● Παρακολούθηση Προγράμματος Κέντρου Παραγωγικότητας Κύπρου στην Ηλεκτρονική Επεξεργασία Κειμένου.
Από την άλλη, το ενδιαφερόμενο μέρος Ε. Κωνσταντίνου, πέραν του απολυτηρίου Μέσης Εκπαίδευσης, το οποίο κατέχει και η αιτήτρια, κατέχει τα ακόλουθα προσόντα:
● Επιτυχία στις εξετάσεις για τις Γενικές Διατάξεις.
● Πιστοποιητικό Σπουδών της Σχολής Λογιστών Κύπρου (Intermediate).
Το ενδιαφερόμενο μέρος Κ. Κτωρίδης, πέραν του απολυτηρίου Μέσης Εκπαίδευσης, το οποίο κατέχει και η αιτήτρια, έχει επίσης επιτύχει στις εξετάσεις για τις Γενικές Διατάξεις, όπως επίσης έχει επιτύχει και η αιτήτρια.
Οι διαπιστώσεις οι οποίες εξάγονται από τη διατύπωση της σύστασης της Διευθύντριας είναι οι ακόλουθες:
α. Ότι όλοι οι υποψήφιοι είναι ίσοι σε αξία, αφού έχουν την ίδια βαθμολογημένη αξιολόγηση (εξαίρετοι) κατά τα τελευταία 5 χρόνια και αφού σε προσόντα κανένας δεν υστερεί άλλου.
β. Ότι από απόψεως αρχαιότητας προηγούνται όλων τα ενδιαφερόμενα μέρη, λόγω της ημερομηνίας γέννησής τους, ενώ έχουν την ίδια ακριβώς ημερομηνία διορισμού.
Με δεδομένη λοιπόν την εξίσωση από τη Διευθύντρια των υποψηφίων στα κριτήρια της βαθμολογημένης αξίας και των προσόντων, μόνο έρεισμα το οποίο παρέμεινε στο οποίο βάσισε τη σύστασή της υπέρ των ενδιαφερόμενων μερών ήταν η αρχαιότητα λόγω ημερομηνίας γέννησης. Σ΄ αυτό όμως θα επανέλθω αργότερα.
Εκείνο το οποίο απασχολεί στο σημείο τούτο είναι το γεγονός ότι η Διευθύντρια εξίσωσε τα δύο ενδιαφερόμενα μέρη με την αιτήτρια στο θέμα των κατεχομένων προσόντων, αναφέροντας ότι οι πρώτοι δεν υστερούν της δεύτερης σε προσόντα, χωρίς οποιαδήποτε αναφορά στα προαναφερθέντα πρόσθετα προσόντα τα οποία κατέχει η αιτήτρια που θα μπορούσαν ίσως να θεωρηθούν ως σχετικά με τα καθήκοντα των υπό πλήρωση θέσεων. Όπως κατά τα άλλα πολύ ορθά εντοπίζει και η συνήγορος της καθ΄ης η αίτηση στην αγόρευσή της, σύμφωνα με πάγιες νομολογιακές αρχές που διέπουν το ζήτημα, η βαρύτητα μιας σύστασης συναρτάται με το βαθμό στον οποίο αυτή συνάδει προς τα στοιχεία του φακέλου και η σύσταση διατηρεί την εγκυρότητά της, όταν δεν αντιμάχεται προς τα στοιχεία των φακέλων. [Στυλιανού κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1994) 3 ΑΑΔ 387, Δημοκρατία κ.ά. ν. Αγγελή κ.ά. (1999) 3 ΑΑΔ 161].
Συνακόλουθα όμως με τα πιο πάνω, η σύσταση της Διευθύντριας φαίνεται να πάσχει και ως προς τον τρόπο προσέγγισης του θέματος της ηλικιακής αρχαιότητας, που είναι άλλο σημείο για το οποίο παραπονείται η αιτήτρια κάτω από τον παρόντα λόγο ακύρωσης. Η συνήγορος της καθ΄ης η αίτηση στην αγόρευσή της, διαφωνούσα εισηγείται ότι σε καμιά περίπτωση δεν προκύπτει από το περιεχόμενο της σύστασης ότι η Διευθύντρια επέλεξε τα ενδιαφερόμενα μέρη λόγω της αρχαιότητάς τους που οφείλετο στην ηλικία. Απλά, αφού συνυπολόγισε όλα τα κριτήρια επιλογής, κατέληξε ότι καταλληλότεροι υποψήφιοι ήταν τα ενδιαφερόμενα μέρη. Αυτό όμως δε φαίνεται να είναι ακριβές. Ενώ πράγματι η Διευθύντρια αναφέρει ότι έλαβε υπόψη της όλα τα νομολογημένα κριτήρια στο σύνολό τους, συστήνει τα ενδιαφερόμενα μέρη και προχωρεί στη συνέχεια να συγκρίνει τα ενδιαφερόμενα μέρη με τους άλλους υποψηφίους, διαπιστώνοντας εξίσωσή τους σε όλα τα νομολογημένα κριτήρια, πλην εκείνου της αρχαιότητας λόγω ηλικίας, στο οποίο διαπιστώνει ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη υπερτερούν. Άλλο λόγο για τον οποίο προέβηκε σ΄ εκείνη τη σύσταση και όχι σε άλλη, δεν πρόβαλε η Διευθύντρια, ούτε και αναδεικνύεται από τη δήλωσή της άλλος λόγος.
Όπως έχει επανειλημμένα και με συνέπεια νομολογηθεί, η αρχαιότητα είναι μεν ένα από τα καθιερωμένα κριτήρια επιλογής καταλληλότερου υποψηφίου, πλην όμως, δεν ενέχει αφ΄ εαυτής αποφασιστική σημασία και μπορεί να προσμετρήσει μόνο εκεί όπου οι υποψήφιοι είναι κατά τα άλλα κριτήρια ίσοι. [Δημοκρατία ν. Φ. Μιχαηλίδη κ.ά. (1999) 3 ΑΑΔ 756].
Στην υπό εξέταση περίπτωση, η αρχαιότητα των ενδιαφερομένων μερών, η οποία άλλωστε μόνο συμβολική ή μηδαμινή σημασία έχει ως οφειλόμενη μόνο στην ημερομηνία γέννησης, δεν μπορούσε από μόνη της να κλίνει την πλάστιγγα και να αποκτήσει αποφασιστική σημασία χωρίς αναφορά στο ότι η αιτήτρια παρουσιάζεται να υπερτερούσε σε άλλο κριτήριο αξιολόγησης, εκείνο δηλαδή των προσόντων τα οποία, αν και μη απαιτούμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας, έχουν τη σημασία τους αν σχετίζονται με τα καθήκοντα της θέσης.
Επομένως, αυτός ο λόγος ακύρωσης ευσταθεί και μιαίνει την εγκυρότητα της προσβαλλόμενης απόφασης της καθ΄ης η αίτηση, η οποία παρουσιάζεται να υιοθέτησε τη μεμπτή αυτή σύσταση την οποία και έλαβε υπόψη ως στοιχείο υπέρ των ενδιαφερομένων μερών.
2ος λόγος ακύρωσης - Η κατ΄ ισχυρισμό μη αξιολόγηση των πρόσθετων προσόντων της αιτήτριας - Ανεπαρκής διερεύνηση.
Όπως περαιτέρω ορθά ισχυρίζεται η αιτήτρια, σε συνάρτηση και με τον προηγούμενο λόγο ακύρωσης, αν και στον προσωπικό φάκελο της αιτήτριας υπήρχε ο μεγάλος αριθμός προσόντων, λεπτομέρειες των οποίων παρέθεσα προηγουμένως, εν τούτοις ούτε η Διευθύντρια ούτε και η καθ΄ης η αίτηση ανέφεραν οτιδήποτε σε σχέση με αυτά, αν ήταν δηλαδή πράγματι ή όχι σχετικά με τα καθήκοντα της επίδικης θέσης και, αν ναι, ποια βαρύτητα θα έπρεπε να τους αποδοθεί. Κατά πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, προσόντα τα οποία κατέχει ένας υποψήφιος, τα οποία δεν απαιτούνται από το Σχέδιο Υπηρεσίας δεν αγνοούνται και προσθέτουν στα προσόντα του προσμετρώντας υπέρ του, δεδομένου ότι πρόκειται για προσόντα σχετικά με τα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης. Για τούτο, το αποφασίζον διοικητικό όργανο οφείλει να εξετάζει τα προσόντα ενός υποψηφίου προσεκτικά και να κρίνει κατά πόσο αυτά είναι ή όχι συναφή με τα καθήκοντα της θέσης και αν ναι, κατά πόσο θα προσέδιδαν ή όχι υπεροχή. [Νικολαϊδης ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2005) 3 ΑΑΔ 325].
Στην υπό εξέταση περίπτωση, το θέμα της κατοχής πρόσθετων προσόντων από την αιτήτρια δε φαίνεται να απασχόλησε καθόλου, ούτε τη Διευθύντρια στην απόδοση της σύστασής της, ούτε και την καθ΄ης η αίτηση η οποία την υιοθέτησε χωρίς άλλη διερεύνηση.
Επομένως, και αυτός ο λόγος ακύρωσης, που ανάγεται στην έλλειψη διενέργειας δέουσας έρευνας στα προσόντα των υποψηφίων, ευσταθεί.
Η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρούται δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος.
Τα έξοδα επιδικάζονται υπέρ της αιτήτριας και εναντίον της καθ΄ης η αίτηση, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο, ενώ σε σχέση με τα ενδιαφερόμενα μέρη δεν εκδίδεται καμιά διαταγή εξόδων.
K. Κληρίδης,
Δ.
/ΧΤΘ