ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1591/2009)
8 Μαΐου, 2012
[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΛΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ,
Αιτήτρια,
ν.
κυπριακησ δημοκρατιασ, μεσω
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΩΝ,
Καθ΄ων η Αίτηση.
Μ. Δειλινός, για την Αιτήτρια.
Δ. Εργατούδη (κα), για τους Καθ΄ων η Αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Η Αιτήτρια ζητά από το Δικαστήριο, όπως ακυρώσει την άρνηση και/ή παράλειψη των Καθ' ων η αίτηση να ανακαλέσουν την απαλλοτρίωση του κτήματος της και να επιστρέψουν σ' αυτήν ακίνητο, το οποίο απαλλοτριώθηκε στις 3.6.1965 με σκοπό «την διενέργεια αρχαιολογικών ανασκαφών και την συντήρηση αρχαιοτήτων στην αρχαία Πόλη της Αμαθούντος στον Άγιο Τύχωνα Λεμεσού», πλην όμως τούτο δεν έχει χρησιμοποιηθεί μέσα στα καθοριζόμενα από το Σύνταγμα και το Νόμο χρονικά περιθώρια για το σκοπό της απαλλοτρίωσης.
Τα γεγονότα της υπόθεσης
Η Αιτήτρια είναι η διαχειρίστρια της περιουσίας της αποβιώσασας Αναστασίας Χρ. Κίττου, η οποία ήταν ιδιοκτήτρια του ακινήτου με Αριθμό Εγγραφής 8357, Τεμ. 396 (παλιός αριθμός 168/1), Φυλ./Σχ. 54/46, στον Άγιο Τύχωνα της Επαρχίας Λεμεσού.
Το Τμήμα Αρχαιοτήτων προχώρησε στην απαλλοτρίωση του πιο πάνω τεμαχίου, με τη δημοσίευση Γνωστοποίησης Απαλλοτρίωσης που έγινε με την Α.Δ.Π. 219/17.1.63 και Διατάγματος Απαλλοτρίωσης που έγινε με την Α.Δ.Π. 309/3.6.65. Η ιδιοκτήτρια του τεμαχίου, αρνήθηκε να παραλάβει το ποσό της αποζημίωσης που καθορίστηκε από το Δικαστήριο και καταβλήθηκε το 1971, με αποτέλεσμα, η επιταγή να κατατεθεί στο Γενικό Λογιστήριο.
Στις 29.1.1977 το επίδικο τεμάχιο τελικά μεταβιβάστηκε στο όνομα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Όμως οι Καθ' ων η αίτηση επέτρεψαν για ανθρωπιστικούς λόγους στην τότε ιδιοκτήτρια, η οποία αρνείτο να παραδώσει το κτήμα, να λειτουργεί το κέντρο «Αρχιπέλαγος» που βρισκόταν εντός του κτήματος.
Το 1982 η ιδιοκτήτρια απεβίωσε και οι κληρονόμοι της αρνούνταν να παραδώσουν το τεμάχιο στην Κυπριακή Δημοκρατία και συνέχισαν να λειτουργούν το κέντρο «Αρχιπέλαγος». Ως εκ τούτου, το Τμήμα Αρχαιοτήτων την 1.12.1993, ζήτησε από το Γενικό Εισαγγελέα να προχωρήσει στη λήψη δικαστικών μέτρων εναντίον τους.
Το 2002, η Αιτήτρια και οι υπόλοιποι κληρονόμοι της θανούσας πρώην ιδιοκτήτριας του τεμαχίου 396, με επιστολή μέσω του τότε δικηγόρου τους, ζητούσαν την επιστροφή του τεμαχίου με τον ισχυρισμό ότι αυτό δεν είχε χρησιμοποιηθεί για τους σκοπούς της απαλλοτρίωσης. Οι Καθ' ων η αίτηση, τους πληροφόρησαν ότι, αφενός μεν το τεμάχιο 396 είχε εγγραφεί στο όνομα της Κυπριακής Δημοκρατίας, μετά από απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ενώ η ιδιοκτήτρια αρνήθηκε να παραλάβει την επιδικασθείσα αποζημίωση, η οποία κατατέθηκε στο Γενικό Λογιστήριο, αφετέρου δε ότι τόσο η πρώην ιδιοκτήτρια όσο και ο σύζυγος της αρνούνταν να παραδώσουν το τεμάχιο, επειδή μέσα σε αυτό λειτουργούσε το γνωστό κέντρο «Αρχιπέλαγος». Επίσης ότι μετά το θάνατο του συζύγου της πρώην ιδιοκτήτριας, το Τμήμα Αρχαιοτήτων ζήτησε από τη Νομική Υπηρεσία τη λήψη νομικών μέτρων για να παραδοθεί το εγκαταλειμμένο υποστατικό ελεύθερο κατοχής, για να κατεδαφιστεί. Ζήτησε επίσης από την Επαρχιακή Διοίκηση Λεμεσού να προχωρήσει στην κατεδάφιση των υποστατικών που βρίσκονταν στο τεμάχιο. Περαιτέρω στην επιστολή αυτή τους πληροφορούσαν ότι εξαιτίας της άρνησης της πρώην ιδιοκτήτριας και των μετέπειτα κληρονόμων της να παραδώσουν κατοχή του κτήματος, δεν κατέστη δυνατό να κατεδαφιστούν τα υποστατικά και ούτε έγινε κατορθωτή η ανασκαφή του τεμαχίου. Ωστόσο, η διατήρηση της στρωματογραφίας, που αποτελούσε ένα εκ των σκοπών της απαλλοτρίωσης, είχε επιτευχθεί, ενώ οι υπόλοιποι σκοποί της απαλλοτρίωσης θα πραγματοποιούνταν με την κατεδάφιση των εν λόγω υποστατικών.
Στις 14.2.2007 το Τμήμα Αρχαιοτήτων με επιστολή του ενημέρωσε τόσο τον Υπουργό Συγκοινωνιών και Έργων, όσο και τους κληρονόμους της αρχικής ιδιοκτήτριας, ότι προχώρησε τόσο στην κατεδάφιση του κέντρου «Αρχιπέλαγος», όσο και στην επιμήκυνση της περίφραξης του αρχαιολογικού χώρου της Αμαθούντος, με σκοπό να συμπεριληφθεί σ' αυτόν και ο χώρος που βρισκόταν προηγουμένως το κέντρο. Οι Καθ' ων η αίτηση ισχυρίζονται ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης έχει πλήρως επιτευχθεί, εφόσον μεταξύ των σκοπών της απαλλοτρίωσης περιλαμβάνεται και η συντήρηση αρχαιοτήτων στην αρχαία πόλη Αμαθούντος και ως εκ τούτου περιλαμβάνεται η διατήρηση της στρωματογραφίας, η οποία με την απαλλοτρίωση έχει παραμείνει συνεχής και αδιατάρακτη. Οι Καθ' ων η αίτηση σημειώνουν επίσης, ότι ο αρχαιολογικός χώρος της Αμαθούντος στον οποίο βρίσκεται το επίδικο τεμάχιο, είναι τεράστιας αρχαιολογικής σημασίας. Επίσης, ότι οι αρχαιολογικοί χώροι πάντοτε αντιμετωπίζονται ως σύνολο και ότι το επίδικο τεμάχιο θεωρείται εξαιρετικής σημασίας στην ανάδειξη του συνόλου. Κανένα τεμάχιο του συνόλου δεν αξιολογείται αυτόνομα, αλλά πάντοτε εντάσσεται στο ευρύτερο σύνολο του χώρου, στα πλαίσια σωστής διαχείρισης και ανάδειξης του χώρου, ο οποίος ως αρχαιολογικός αποτελεί μέρος της πολιτιστικής κληρονομιάς της Κύπρου.
Στις 17.3.2009 οι νέοι δικηγόροι της Αιτήτριας ζήτησαν εκ νέου επιστροφή του ακινήτου, επειδή αν και παρήλθαν 44 χρόνια, το τεμάχιο δεν χρησιμοποιήθηκε για το σκοπό που απαλλοτριώθηκε. Η Αιτήτρια ισχυρίζεται ότι μέχρι την ημέρα καταχώρησης της προσφυγής της (25.11.2009), οι Καθ' ων η αίτηση δεν είχαν απαντήσει στο πιο πάνω αίτημα, γι' αυτό και θεώρησε την παράλειψη, ως άρνηση επιστροφής του κτήματος και προχώρησε στην καταχώρηση της παρούσας προσφυγής. Όμως οι Καθ' ων η αίτηση τελικά απάντησαν με επιστολή τους ημερ. 21.12.2009, με την οποία εξηγούσαν τους λόγους που δεν μπορούσαν να επιστρέψουν το κτήμα.
Η Αιτήτρια προς ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης, προβάλλει ουσιαστικά τους πιο κάτω δύο λόγους ακύρωσης.
Παραβίαση του Άρθρου 23.1(5) του Συντάγματος, του άρθρου 1 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Προστασίας των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και του άρθρου 15 του περί Αναγκαστικής Απαλλοτρίωσης Νόμου 15/1962 - Λόγος ακύρωσης 1
Το κύριο επιχείρημα του συνηγόρου της Αιτήτριας είναι ότι οι Καθ' ων η αίτηση, κατά παράβαση των πιο πάνω προνοιών, παραλείπουν να επιστρέψουν την επίδικη ιδιοκτησία της, αφού ο επιδιωκόμενος σκοπός, που ήταν η διενέργεια αρχαιολογικών ανασκαφών και η συντήρηση αρχαιοτήτων στον Άγιο Τύχωνα Λεμεσού, δεν επιτεύχθηκε. Όπως ισχυρίζεται, εδώ και πολλά χρόνια καμία αρχαιολογική ανασκαφή δεν έγινε. Επικαλείται προς τούτο την απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας στην Ζήνων Ευθυμιάδης Εστέιτς Λτδ ν. Δημοκρατίας (2006) 3 ΑΑΔ 166, ως προς το ανέφικτο του επιδιωκόμενου σκοπού, καθώς και το γεγονός ότι το μόνο που έγινε από μέρους των Καθ' ων η αίτηση ήταν η διατήρηση της στρωματογραφίας του χώρου, που από μόνο του και χωρίς τη διενέργεια αρχαιολογικών ανασκαφών, δεν καλύπτει το σκοπό της επίδικης απαλλοτρίωσης.
Οι Καθ' ων η αίτηση αντικρούοντας τους ισχυρισμούς της Αιτήτριας, προβάλουν ότι ο επιδιωκόμενος σκοπός της απαλλοτρίωσης υλοποιήθηκε, αφού προέβησαν σε όλες τις αναγκαίες ενέργειες προς επίτευξή του, όπως είναι η διατήρηση της στρωματογραφίας και του χώρου, ενέργειες οι οποίες εμπίπτουν στη γραμματική ερμηνεία της έννοιας «ανασκαφή», η οποία σύμφωνα με την επίδικη Γνωστοποίηση, ήταν ένας από τους σκοπούς της απαλλοτρίωσης. Περαιτέρω προβάλλουν ότι η όποια καθυστέρηση στην ένταξη του κτήματος στο ενιαίο σύνολο του αρχαιολογικού χώρου της Αμαθούντος, οφείλεται στο γεγονός ότι μέχρι το 2006, οπότε και απέθανε η ιδιοκτήτρια του απαλλοτριωθέντος κτήματος, η τελευταία, παρά τις επανειλημμένες εκκλήσεις για εγκατάλειψή του, συνέχισε να διατηρεί και να λειτουργεί εστιατόριο εντός του ακινήτου, παρεμποδίζοντας τους Καθ' ων η αίτηση στην εκτέλεση οποιωνδήποτε εργασιών. Ήταν η θέση της δικηγόρου των Καθ' ων η αίτηση ότι τα αποφασισθέντα στην υπόθεση της Πλήρους Ολομέλειας στη Ζήνων Ευθυμιάδης Εστέιτς Λτδ ν. Δημοκρατίας, πιο πάνω, εφαρμόζονται και στην παρούσα περίπτωση, η οποία βέβαια έχει τις δικές της ιδιαιτερότητες, αφού η απαλλοτρίωση έγινε για σκοπούς αρχαιοτήτων.
Ο λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί.
Κατ' αρχάς, η γενική αρχή που διατυπώθηκε στη Ζήνων Ευθυμιάδης Εστέιτς Λτδ, πιο πάνω, η οποία σηματοδοτεί αλλαγή έμφασης στο κριτήριο του εφικτού ή ανέφικτου του σκοπού της απαλλοτρίωσης, είναι απόλυτα δεσμευτική. Η έμφαση πλέον τίθεται, στο κατά πόσον η διοίκηση προέβη ή όχι στις ενέργειες εκείνες που, αναλόγως βεβαίως της περίπτωσης, θα εκρίνοντο ευλόγως αναγκαίες προς υλοποίηση του έργου. Με γνώμονα τα νομολογηθέντα στη Ζήνων Ευθυμιάδης, θα πρέπει να εξεταστούν τα δεδομένα της παρούσας περίπτωσης, η οποία έχει την ιδιαιτερότητα να αφορά σε ένα από τους σημαντικότερους αρχαιολογικούς χώρους της Κύπρου.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του φακέλου, μετά από δοκιμαστικές ανασκαφές που έγιναν στην περιοχή στο διπλανό με το επίδικο τεμάχιο, εντοπίστηκαν αρχικά κατάλοιπα του σημαντικότατου συγκροτήματος της παλαιοχριστιανικής Επισκοπικής Βασιλικής της Αμαθούντος. Το γεγονός ότι οι Καθ' ων η αίτηση από την ημέρα απαλλοτρίωσης του επίδικου ακίνητου δεν προέβησαν ακόμη σε οποιαδήποτε ανασκαφή, κατά την άποψή μου, δεν σημαίνει ότι εγκαταλείφθηκε ο επιδιωκόμενος σκοπός της. Μέχρι το 1982, οι Καθ' ων η αίτηση εμποδίζονταν από την αποβιώσασα ιδιοκτήτρια του κτήματος και από τότε μέχρι το 2006 από τους κληρονόμους της, από του να προβούν σε οποιαδήποτε ανασκαφή ή άλλο έργο. Χρειάστηκαν δικαστικά μέτρα για να κατεδαφιστεί το εστιατόριο που λειτουργούσε ο γιος της ιδιοκτήτριας, ώστε να παραδοθεί η κατοχή του κτήματος στη διοίκηση, η οποία προχώρησε αμέσως στην ενοποίηση του χώρου με το υπόλοιπο συγκρότημα του αρχαιολογικού χώρου. Σήμερα το κτήμα αποτελεί μέρος του περιφραγμένου αρχαιολογικού χώρου. Όπως αναφέρεται στο φάκελο, μελέτες έχουν δείξει ότι εντός του επίδικου κτήματος βρίσκεται μέρος των αρχαίων καταλοίπων του συγκροτήματος της Βασιλικής της Αμαθούντος. Κατά την κρίση μου, η διατήρηση της στρωματογραφίας του χώρου από μόνη της, είναι αναγκαία για τη διαφύλαξη και συντήρηση του αρχαιολογικού χώρου και ως εκ τούτου εντός του σκοπού της απαλλοτρίωσης. Όπως ανέφερα, στην Πρέπη κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 168/08, ημερ. 5.5.2011:-
«..ως εκ της φύσεως του χώρου που περικλείει αρχαιότητες, ο χώρος χρήζει μακροχρόνιας ειδικής προστασίας και όπως ορθά υποδείχθηκε στην Τσαγγαρίδης κ.α. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 ΑΑΔ 3392 η διατήρηση του χώρου ανέπαφου για μελλοντικές ανασκαφές, καθίσταται αναγκαία.».
(Βλ. επίσης Ramon ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 764/07, ημερ. 22.7.2009)
Το ότι μεταξύ των σκοπών της απαλλοτρίωσης δεν αναφέρεται και η διατήρηση της στρωματογραφίας, δεν επηρεάζει την κατάληξή μου. Ας μη ξεχνάμε ότι η απαλλοτρίωση έγινε το 1964 με τις τότε γνώσεις για την περιοχή και προτού ολοκληρωθούν οι ανασκαφές του κυρίως αρχαιολογικού χώρου. Όπως αναφέρθηκε στη Τσαγγαρίδης ν. Δημοκρατίας (1990) 3(Ε) ΑΑΔ 3392 (στην οποία ο σκοπός της απαλλοτρίωσης ήταν όπως και εδώ οι διενέργειες ανασκαφών και η συντήρηση):-
«..γη μπορεί να απαλλοτριωθεί για αρχαιολογικούς σκοπούς όχι μόνον όταν στον ίδιο το χώρο που απαλλοτριώνεται περικλείονται αρχαιότητες, αλλά και όταν η απαλλοτρίωση της κρίνεται αναγκαία για την περίφραξη και προστασία του χώρου στον οποίο υπάρχουν αρχαία μνημεία. Αυτό προβλέπεται ρητά από το άρθρο 12 του Κεφ. 31. Συνεπώς μπορεί να επιδιωχθεί η απαλλοτρίωση όχι μόνον της γης η οποία περικλείει αρχαία μνημεία αλλά και της γης η οποία την περιφράσσει οποτεδήποτε επιβάλλεται για τη διαφύλαξη και προστασία των αρχαιοτήτων. Ο προσδιορισμός της ύπαρξης αρχαιοτήτων και οι μέθοδοι προστασίας τους ανάγονται στην επιστήμη της αρχαιολογίας. Ο εντοπισμός και προστασία τους αποτελεί ευθύνη του αρχαιολογικού τμήματος.»
Όπως σ' εκείνη την υπόθεση, έτσι και εδώ, δεν έχει καταδειχθεί οτιδήποτε που να θέτει υπό αμφιβολία την κρίση του Τμήματος ότι η γη παραμένει αναγκαία για συντήρηση και διατήρηση του χώρου ως ενιαίου αρχαιολογικού χώρου και για ανάδειξη του όλου συγκροτήματος της Βασιλικής της Αμαθούντος, με μελλοντική ανασκαφή ανάλογα με τις γνώσεις που αποκτούνται. Δεν συμφωνώ με το στενό τρόπο που ο δικηγόρος της Αιτήτριας προσπάθησε να διαφοροποιήσει τις έννοιες της συντήρησης και διατήρησης. Όπως ορθά υποδεικνύει η δικηγόρος των Καθ' ων η αίτηση με αναφορά στο Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας του Γ. Μπαμπινιώτη, οι δύο όροι είναι συνώνυμοι. Ο όρος «συντήρηση» ερμηνεύεται στο «να παραμείνει κάτι σε σταθερή μορφή, να μην υφίσταται αλλοίωση ή φθορά» και ο όρος «διατήρηση», στο «να παραμένει κάτι στην κατάσταση ή στα επίπεδα που βρίσκεται τώρα». Ούτε συμφωνώ ότι για να εκπληρωθεί ο σκοπός της «συντήρησης αρχαιοτήτων», θα πρέπει να είχαν εντοπιστεί οι αρχαιότητες που θα συντηρούντο. Από τη στιγμή που στο επίδικο κτήμα βρίσκεται μέρος των αρχαίων καταλοίπων του συγκροτήματος της Βασιλικής της Αμαθούντος, ο σκοπός της απαλλοτρίωσης επιτεύχθηκε με ενσωμάτωση του χώρου στο υπόλοιπο συγκρότημα της Βασιλικής της Αμαθούντος, ώστε να συντηρηθεί και διαφυλαχθεί ο χώρος ως ενιαίος. Το ότι μέχρι σήμερα δεν έγινε κατορθωτό να διενεργηθούν ανασκαφές στο συγκεκριμένο σημείο, κυρίως λόγω των προσκομμάτων από πλευράς της αρχικής ιδιοκτήτριας και των κληρονόμων της, δεν αναιρεί την ήδη συντελεσθείσα συντήρηση και διαφύλαξη των αρχαιοτήτων που υπάρχουν στο χώρο. Η εισήγηση του δικηγόρου της Αιτήτριας ότι ο χώρος θα πρέπει να αντικριστεί ως αυτόνομος και να ειδωθεί ανεξάρτητα από τον υπόλοιπο αρχαιολογικό χώρο, είναι παράλογος και στην περίπτωση αρχαιολογικών χώρων με όλες τις ιδιαιτερότητές τους, θα οδηγούσε σε άκρως παράλογα αποτελέσματα σε βάρος πάντοτε του δημόσιου συμφέροντος.
Όπως υποδεικνύεται από το Τμήμα Αρχαιοτήτων, μόλις ολοκληρωθεί η διαδικασία μετακίνησης του παραλιακού δρόμου Αμαθούντος-Λεμεσού, θα προχωρήσουν και οι περαιτέρω ανασκαφές. Όπως έχει νομολογηθεί, η μέθοδος συντήρησης και προστασίας των αρχαιοτήτων, είτε αυτή είναι στο υπέδαφος, είτε στο έδαφος, είτε στον περίχωρο, ανήκει στο Τμήμα Αρχαιοτήτων και ως τεχνικό θέμα, είναι ανέλεγκτο από το Δικαστήριο (βλ. Τσαγγαρίδης κ.α. ν. Δημοκρατίας, πιο πάνω). Περαιτέρω η διατήρηση του χώρου, επιβάλλεται και για λόγους δημοσίου συμφέροντος, αφού το επίδικο τεμάχιο, έχει δια νόμου ανακηρυχθεί ως αρχαίο μνημείο.
Παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας - Λόγος ακύρωσης 2
Συγκεκριμένα η Αιτήτρια προβάλλει ότι η διοίκηση όταν προχωρεί σε απαλλοτρίωση ενός ακινήτου προς εξυπηρέτηση συγκεκριμένου σκοπού θα πρέπει να επιλέγει τις λιγότερο επαχθείς λύσεις για τους επηρεαζόμενους ιδιοκτήτες. Είναι η θέση της ότι στην παρούσα περίπτωση, δεν συμμορφώθηκε με την πιο πάνω αρχή, αφού δεν έπραξε τίποτα προς υλοποίηση του σκοπού της απαλλοτρίωσης, με αποτέλεσμα η Αιτήτρια να απολέσει την ιδιοκτησία της.
Ο λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί.
Η επίκληση της αρχής της αναλογικότητας, θα είχε περισσότερο νόημα αν προβαλλόταν κατά του κύρους του Διατάγματος Απαλλοτρίωσης, οπότε και θα σταθμίζονταν όλα τα συμφέροντα που εμπλέκονταν, καθώς και τα μέσα για υλοποίηση του σκοπού, ώστε να διαφανεί κατά πόσο οι επιλογές της διοίκησης ήταν οι λιγότερο επαχθείς για την ιδιοκτήτρια του κτήματος. Όμως, στην προκειμένη περίπτωση που η θεραπεία που ζητείται είναι η επιστροφή του κτήματος, λόγω της κατ' ισχυρισμό μη υλοποίησης του σκοπού της απαλλοτρίωσης, η Αιτήτρια δεν έχει εξηγήσει πώς η αρχή της αναλογικότητας μπορεί να τύχει εφαρμογής. Παρόμοια εισήγηση έγινε και στην υπόθεση Γεωργιάδη κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. αρ. 926/07, ημερ. 8.11.2010, με αναφορά στην απόφαση του Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων Motais De Narbonne v. France, Υπόθ. Αρ. 48161/99 και απορρίφθηκε, στο βαθμό που δεν αφορούσε το κύρος του διατάγματος απαλλοτρίωσης.
Ως προς τα λοιπά επιχειρήματα της Αιτήτριας περί εγκατάλειψης του σκοπού ως εκ της κατασκευής δρόμου, ξύλινου πεζόδρομου και υποδομής για αποχετευτικό σύστημα στον αρχαιολογικό χώρο, υιοθετώ τα όσα αναφέρθηκαν στην υπόθεση Γεωργιάδη κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 926/07, ημερ. 8.11.2010, στην οποία προβλήθηκαν πανομοιότυπα επιχειρήματα και απορρίφθηκαν.
Έχοντας υπόψη ότι το επίδικο κτήμα εντάσσεται σε ένα ενιαίο αρχαιολογικό χώρο, κρίνω ότι οι ενέργειες στις οποίες προέβη η διοίκηση ήταν εύλογες, με αποτέλεσμα ο σκοπός της απαλλοτρίωσης να έχει ήδη υλοποιηθεί.
Η προσφυγή απορρίπτεται με €1.300 έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, δυνάμει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.
(Υπ.) Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.
/ΕΠς